(OXI, ΣΤΟ ΜΗΤΣΟΤΑΚΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ). Με δεδομένη την μετεκλογική στερεοποίηση του μονοπολικού νεοδημοκρατικού μητσοτακικού καθεστωτισμού, μετά την αποκάλυψη του γεγονότος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, εδώ και χρόνια, ήταν ένα πολιτικό κουφάρι, σε προχωρημένη αποσύνθεση και προκειμένου να τεθούν οι βάσεις, για την ανατροπή αυτού του προσωποπαγούς καθεστώτος, είναι απαραίτητη η δημιουργία αποτελεσματικών αναχωμάτων, στα αριστερά, στο κέντρο και στα δεξιά του υπόλοιπου πολιτικού και κοινοβουλευτικού (και μη) φάσματος της χώρας.


 


Ο δεδομένος, πλέον, μονοπολικός μετασχηματισμός του  πολιτικού συστήματος, της χώρας μας όπως αυτός υπήρχε, αφανώς, εδώ και τουλάχιστον, τρία χρόνια και αποκαλύφθηκε, στις βουλευτικές εκλογές της 21/5/2023, με την ανάδυση, στην επιφάνεια της πραγματικής κατάστασης των πολιτικών ανισορροπιών της χώρας, εξ αιτίας του υπαρκτού, αλλά, επίσης, αφανούς γεγονότος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα ήταν ένα σκωληκοφαγωμένο πολιτικό και κοινωνικό κουφάρι, σε προχωρημένη αποσύνθεση, κάτι που, απλώς, οι ερχόμενες βουλευτικές εκλογές της 25/6/2023, αναμένεται και μάλιστα, “πανηγυρικά”, να επικυρώσουν, οριστικά, δημιουργεί τον άμεσο επικείμενο κίνδυνο, όχι, μόνο, της πολιτικής κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αν αυτό ήταν το κύριο αποτέλεσμα της εκλογικής και πολιτικής κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ, το κακό θα ήταν μικρό και αμελητέο. 

Άλλωστε, τέτοιου είδους και τέτοιας εκτάσεως πολιτικές μεταστροφές και συμπεριφορές συντηρητικοποίησης μεγάλων τμημάτων των εκλογικών σωμάτων και των κοινωνιών, συμβαίνουν, ενίοτε και ευρίσκονται, εντός των πλαισίων των σύγχρονων ολιγαρχικών αστικοδημοκρατικών πολιτικών συστημάτων διακυβέρνησης και έτσι, όπως κάποιες φορές έρχονται, έτσι και παρέρχονται, με την δεδομένη λειτουργία των υπαρκτών θεσμικών εξισορροπητικών μηχανισμών αντιστάθμισης της άσκησης της πολιτικής και ειδικά, της κυβερνητικής εξουσίας, που λειτουργούν, ως φραγμοί και ως ανασχετικοί παράγοντες, στην αυθαιρεσία, ως προς την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας και στην δημιουργία προσωποπαγών καθεστώτων διακυβέρνησης.

Στην Ελλάδα, όμως και ειδικά, στις θεσμικές ισορροπίες αντιστάθμισης, έναντι της κυβερνητικής εξουσίας, η οποία, κατά την προηγηθείσα, τετραετούς θητείας, κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, διολίσθησε, στην δημιουργία ενός (πολύ λιγότερο κομματικού), και κατά το πλείστον, προσωποπαγούς μητσοτακικού κυβερνητικού, κρατικού, αλλά και - δυστυχώς - δικαστικού καθεστώτος (με δεδομένες, πάντως, τις ιδιομορφίες, που διέπουν το δικαστικό σώμα, του οποίου, όμως, οι αντιστάσεις, τις πλείστες φορές κάμπτονται, ή παρακάμπτονται, από το γεγονός ότι η κυβέρνηση ελέγχει, πλήρως, την ηγεσία του δικαστικού σώματος, μια λειτουργία, που είναι, δυστυχώς, συνταγματικά, καθιερωμένη).

Αυτό έχει την ιστορική του καταγωγή, στην αναθεώρηση του Συντάγματος, το 1986, με την μετατροπή, από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, του ημιπροεδρικού συστήματος διακυβέρνησης της χώρας, που καθιερώνετο, με το Σύνταγμα του 1975, σε πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, το οποίο κατέστη πανίσχυρο, από την, κατά βάση, διακυβέρνηση της χώρας, από πλαστές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, που στηρίζονται, σε εκλογικούς νόμους ενισχυμένης, υπέρ των πρωτοπορευόμενων κομμάτων, αναλογικής, που διασφάλιζαν, συνήθως, την ύπαρξη μονοκομματικών κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών, που στήριζαν, αντίστοιχες μονοκομματικές και πρωθυπουργοκεντρικές κυβερνήσεις, που, επίσης, συνήθως, έτειναν, στην δημιουργία καθεστώτων, κυρίως, από το ΠΑΣΟΚ, με τις κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη, αλλά και από την Νέα Δημοκρατία του παλαιού Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Παρά ταύτα, όμως, ειναι απαραίτητο να επιδιωχθεί η ύπαρξη ισχυρών κοινοβουλευτικών αντιπολιτεύσεων, με το σύνηθες δέσιμο τους, με ισχυρά πολιτικά, κομματικά και κοινωνικά ρεύματα, αλλά και πλουραλιστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, που μετριάζουν την ισχύ αυτών των καθεστώτων. 

Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά και μάλιστα, πολύ διαφορετικά, διότι δεν υπάρχει καμία σοβαρή, ως προς το μέγεθός της, ισχυρή κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, αλλά ούτε και πλουραλιστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, ως τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί σταθμοί είναι, πλήρως, ταυτισμένες, με το νεοπαγές προσωποπαγές μητσοτακικό καθεστώς, το οποίο, μεθοδικά, έκτισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αμέσως, μετά την νίκη του, στις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 και τον σχηματισμό μονοκομματικής κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, υπό τον εύηχο τίτλο του “επιτελικού κράτους”, το οποίο, στην πραγματικότητα, μετασχημάτισε τον κρατικό αλλά και τον δικαστικό μηχανισμό, ως εργαλείο και ως σχήμα, για την δημιουργία του σύγχρονου μητσοτακικού καθεστώτος, το οποίο, δυστυχώς, θα ολοκληρώσει την συγκρότησή του και θα καταστεί μια πλήρης πραγματικότητα, ύστερα, από την απρόσμενη ισοπεδωτική και θριαμβευτική νίκη, που είχε, στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου 2023 και η οποία πρόκειται να μεγαλώσει, στις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου 2023 και με αυτόν τον τρόπο, θα επικυρώσει το κτίσιμο του μονοκομματικού και προσωποπαγούς μητσοτακικού καθεστωτισμού, ο οποίος, φυσικά, και φυσιολογικά, πρόκειται να επεκταθεί και να εμπεδωθεί με δεδομένη την κατάρρευση και πάνω, στα ερείπια του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία κατάρρευση, προφανώς, πρόκειται να συνεχισθεί, με την, επίσης, αδυναμία του “ευρωπαϊστικού” ΠΑΣΟΚ να εμφανισθεί, ως η διάδοχη λύση, αλλά και λόγω της πολυδιάσπασης της υπόλοιπης κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικές αντιπολίτευσης.

Προφανώς η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια καινούργια φάση, με δεδομένες, βέβαια, τις μνημονιακές πολιτικές που είναι προϊόν της προηγούμενης ιστορικής περιόδου που άνοιξε η συνεχιζόμενη, επ’ άπειρον, ελληνική κρατική και οικονομική χρεωκοπία του Απριλίου του 2010 και η οποία, φυσικά, με δεδομένη την ισχυρή συντηρητικοποίηση μεγάλων τμημάτων του ελληνικού πληθυσμού, που αναδείχθηκε, από τις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου 2023 και πρόκειται να επικυρωθεί και να ισχυροποιηθεί στις ερχόμενες βουλευτικες εκλογές της 25/6/2023, χωρίς, όμως, να υπάρχουν τα κοινωνικά και τα θεσμικά αντισταθμίσματα, τα οποία θα εγγυηθούν τον μετριασμό του νεοπαγούς και προσωποπαγούς μητσοτακικού καθεστώτος. 

Ως εκ τούτου, στην παρούσα φάση αυτό που πρέπει να δημιουργηθεί, καταρχήν, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, το οποίο θα παίξει έναν σημαντικό ρόλο μετριασμού και κατά το δυνατόν μηχανισμού προσωρινής, αλλά και αναγκαίας ανάσχεσης του μητσοτακικού καθεστώτος, μέσα από την ύπαρξη, όσο το δυνατόν περισσότερων κομμάτων, τα οποία πρέπει να καταστούν κοινοβουλευτικοί παράγοντες, ξεπερνώντας το εκλογικό όριο του 3% των ψήφων του εκλογικού σώματος στις εκλογές της 25ης Ιουλίου 2023. 

Μέσα, από αυτόν τον πλουραλιστικό πολυκομματισμό της αντιπολίτευσης, είναι που μπορεί, κατ’ αρχήν, να συγκροτηθεί μια πολυκομματική κοινοβουλευτική πίεση, απο όλες τις πλευρές (απο τα δεξιά, αοο το κεντρο και απο τα αριστερά του πολιτικού φάσματος), στην παντοδυναμία της κυβέρνησης και του καθεστώτος του Κυριάκου Μητσοτάκη, με έναν συνεχή διαρκή, αδιάκοπο και πολλαπλό κοινοβουλευτικό έλεγχο, που αποτελεί μια διαδικασία, η οποία θα φανεί, στην πορεία, εάν μπορεί να συγκροτήσει κάποιον νέο ισχυρό κομματικό πόλο, ο οποίος να μπορεί να κτυπήσει, στα ίσια, μετά από μία τετραετία, την κυβέρνηση του καθεστωτικού μητσοτακισμού, ή αν, έστω, μπορέσει, σε μια πρώτη φάση, να συγκροτηθεί, ως κομματικός και πολιτικός αντιμνημονιακός, φυσικά, χώρος. 

Βέβαια, αυτό δεν αρκεί, εάν δεν αποκτήσει ικανοποιητικά ερείσματα, μέσα στην ελληνική κοινωνία, η οποία, όμως, στην παρούσα φάση, δεν δείχνει ότι έχει μια τέτοια διάθεση, εξαιτίας του τραυματικού σοκ που υπέστη, από την χείριστη εμπειρία της, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε, παίζει και φοβούμαι ότι θα συνεχίζει να παίζει η προδοσία, που υπέστη η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, μετά το θριαμβευτικό ΟΧΙ του δημοψηφίσματος της 5 Ιουλίου 2015, το οποίο ο Αλέξης Τσίπρας, η ηγεσία, αλλά και ο κομματικός μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ, καταπρόδωσαν, στην συνέχεια, με την υπογραφή και την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου, το οποίο, αργότερα, το καλοκαίρι του 2018, μετασχημάτισαν, στο παρόν ντροπαλό και πολυετές, τουλάχιστον, μέχρι το 2070, τέταρτο Μνημόνιο, το οποίο αυτοί, που το σχεδίασαν, δηλαδή οι ευρωθεσμικοί δανειστές και με την σύμπραξη της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, έχουν καταστήσει μια μακροπρόθεσμη και πολυχρονία θλιβερή πραγματικότητα, για την παρούσα και τις επόμενες γενεές της ελληνικής κοινωνίας, την οποία θλιβερή πραγματικότητα πρόκειται να εξυπηρετήσουν τα μνημονιακά κόμματα, όπως και όλος ο κατεστημένος μνημονιακός πολιτικός κόσμος και η εντόπια ολιγαρχία, χωρίς σοβαρές αντιρρήσεις, σύμφωνα με όσα διατάσσονται και επιτάσσονται από τους πραγματικούς κυβερνήτες της χώρας. Δηλαδή, από το διαβόητο γερμανογαλλικό Διευθυντήριο, για το οποίο έκανε λόγο, δημόσια και για πρώτη φορά, το καλοκαίρι του 1995, ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος, βέβαια, προφανώς, έχει τις δικές του βαριές ευθύνες, για το γεγονός ότι αποδέχτηκε την συνθήκη του Μάαστριχτ και την ενταξιακή πορεία της χώρας στην ευρωζώνη. 

Σε αυτή την ζοφερή κατάσταση βρισκόμαστε σήμερα και αυτή η κατάσταση, της οποίας ο μητσοτακικός καθεστωτισμός είναι ένα, όχι ασήμαντο, αποτέλεσμα, το οποίο, καταρχήν, πρέπει και είναι απαραίτητο να αναχαιτιστεί και κατά το δυνατόν, να αποκρουστεί και στην συνέχεια, όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, να πειστεί η ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα, το εκλογικό σώμα ότι πρέπει - όπως, άλλωστε και όντως, πρέπει- να ανατραπεί. 

Το πώς θα γίνει αυτό, καθώς και το αν γίνει δυνατό να πραγματοποιηθεί, θα αναδειχθεί, ή δεν θα αναδειχθεί, μέσα στην σκληρή, σκοτεινή, αλλά δεδομένη πραγματικότητα, την οποία πρόκειται να ζήσουμε. μετεκλογικά. 

Η ουσία είναι ότι βαδίζουμε, σε αχαρτογράφητα ύδατα και ως εκ τούτου, δεν μπορούμε, στην παρούσα φάση, να προβούμε, σε καμιά σοβαρή πρόγνωση του τί πρόκειται να ακολουθήσει. 

Η αλήθεια βέβαια, είναι ότι οι μνημονιακές πολιτικές θα εξυπηρετηθούν, πλήρως, από το μητσοτακικό καθεστώς και φυσικά, πρόκειται να καταστούν σκληρές, για την ελληνική κοινωνία, διότι όλη η προηγούμενη περίοδος, από την εποχή της ψευδεπίγραφης πανδημίας του COVID 2019, μέχρι και τις ημέρες μας, η χαλαρότητα, που επέδειξε η θεσμική ευρωζώνη, ως προς την μη τήρηση των κανόνων του Συμφώνου αθερότητας, πρόκειται να ανατραπεί, άρδην, έστω και μέσα από μια οποιαδήποτε επαναδιαπραγμάτευση και την αναδιατύπωση του περιεχομένου του Συμφώνου αυτού, με δεδομένη την ισχυρή αντίσταση της γερμανικής κυβέρνησης και των κυβερνήσεων των βορείων χωρών, που, φυσικά, δεν θέλουν να συνεχίσουν να πληρώνουν το κόστος της ενίσχυσης των αδύναμων οικονομιών και ιδιαίτερα εκείνων, οι οποίες έχουν τεράστια δημόσια και ιδιωτικά χρέη, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και όχι, μόνον, αυτές. 



Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται να ακολουθήσει μια μακροχρόνια σκληρή λιτότητα, η οποία, πιθανότατα, θα οδηγήσει την χώρα, ακόμη και σε αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, αλλά, ακόμη, και αν δεν συμβεί αυτό, η ελληνική κοινωνία πρόκειται να συμπιεστεί, οικονομικά, προκειμένου να αντεπεξέλθει, στις δεδομένες υποχρεώσεις, που, απλώς, η πανδημία του COVID 2019 και ο πόλεμος στην Ουκρανία, ανέβαλαν την πραγματοποίηση τους και διεύρυναν, κατά 50  - περίπου και πιθανόν και περισσότερα - δισεκατομμύρια ευρώ, το ελληνικό δημόσιο χρέος, όπως επιβάρυναν και το ιδιωτικό χρέος, όπως φαίνεται, από τα, παραπάνω, στοιχεία που παραθέτω. 

Η σκληρή αυτή λιτότητα, η οποία θα συνοδευτεί, από μια μακρόχρονια οπισθοχωρητική στασιμότητα, πρόκειται να εξουθενώσει ευρύτερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας και να οδηγήσει, ουσιαστικά, σε μια υπαναπτυξιακή διαδικασία της ελληνικής οικονομίας, η οποία, προφανώς, θα έχει τις επιπτώσεις της και στα μυαλά και στις πεποιθήσεις των ανθρώπων, που αποτελούν την ελληνική κοινωνία. 

Το ποιές πεποιθήσεις και ιδέες πρόκειται να σχηματισθούν, εντός των κόλπων της ελληνικής κοινωνίας, κατά την πολύχρονη θλιβερή φάση, που πρόκειται να ακολουθήσει, η πικρή αλήθεια είναι ότι ουδείς μπορεί, από τώρα, να προσδιορίσει. 

Η δική μου γνώμη είναι ότι τα πράγματα θα πάνε, από το κακό, στο χειρότερο και ότι η ελληνική κοινωνία, θα συνεχίσει να υποτάσσεται σε αυτήν, όπως γίνεται, μέχρι τώρα, ως αποτέλεσμα της παταγώδους διάψευσης των ελπίδων και των προσδοκιών, που είχαν εναποτεθεί, στον ψευδεπίγραφο ΣΥΡΙΖΑ. 

Δεν αποκλείεται να υπάρξει μια αναπτέρωση των ελπίδων, η οποία, όμως, θα πρέπει να συγκροτηθεί, γύρω από τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, οι οποίες, πρωταρχικά, προσδιορίζονται και συγκλίνουν, στο ώμο και ψυχρό γεγονός ότι η χώρα πρέπει να εξέλθει από την ευρωζώνη, να αντικαταστήσει το ευρώ από ένα εθνικό νόμισμα, προκειμένου να σταθεί δυνατόν να ανακτήσει την δημοσιονομική, την εισοδηματική και γενικότερα, την οικονομική της κυριαρχία και ανεξαρτησία, ούτως ώστε να μπορέσει να προχωρήσει, άμεσα, στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, την οποία την διάλυσε, κυριολεκτικά, το άνοιγμά της, στις παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες των οποίων αποτέλεσμα αποτελεί η ευρωζώνη, αλλά και η αυτοαποκαλούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση, από την οποία η Ελλάδα, ίσως και αργότερα, από την έξοδο της, από την ευρωζώνη, πρέπει να απομακρυνθεί, αλλά σε αυτό ισχύει ο κανόνας του “βλέποντας και κάνοντας”, σε αντίθεση, με την αδήριτη και απαραίτητη άμεση αναγκαιότητα της εξόδου της χώρας, από την ευρωζώνη· αν ήταν δυνατόν, ακόμη και χθες. 

Μέχρι το 2027, υπάρχει αρκετός χρόνος. Και μέσα, σε αυτό το ικανό χρονικό διάστημα, απαιτείται να συγκροτηθούν οι απαιτούμενες δράσεις, που θα οδηγήσουν την χώρα, στην έξοδο, από το ευρώ και ζώνη του, ή θα την καταδικάσουν να συνεχίσει την αποδιοργανωτική και καταστροφική συνέχιση της πορείας της, μέσα σε αυτήν την τεράστια παγίδα ασφυκτικού αργού θανάτου, στον οποίο, μακροχρόνια, οδηγείται εάν δεν αντισταθεί και παραμείνει αδρανής. 

Θέλω να ελπίζω ότι το τελευταίο δεν θα συμβεί και ότι η ελληνική κοινωνία θα αντιδράσει, θετικά και όχι αρνητικά, στην δεδομένη σκληρότητα, η οποία θα ακολουθήσει, ως προς τα μέτρα της λιτότητας και της φτωχοποίησης μεγάλων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. 

Εννοείται ότι κάτι τέτοιο μπορεί να το επιθυμώ - και το επιθυμώ -, αλλά δεν μπορώ να εγγυηθώ, για την ύπαρξη του. Ουδείς, άλλωστε, μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, όπως, επίσης και ουδείς μπορεί να εγγυηθεί για το αντίθετο αυτού, το οποίο προγιγνώσκω, διότι, απλούστατα, αυτό το υποτιθέμενο αντίθετο, δηλαδή μια γοργή αναπτυξιακή πορεία της χώρας, μέσα στην ευρωζώνη, κατά τα επόμενα χρόνια, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί. 

Το τί πρόκειται να συμβεί, μένει να το δούμε, αλλά απαραίτητη είναι η ανατροπή που μητσοτακικού καθεστωτισμού και των υπαρχουσών πολιτικών και κομματικών ισορροπιών, οπως και η γοργή αναδιάταξη των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, σε σαφή ανοικτή αντιμνημονιακή, αλλά και αντιευρωπαϊστική πορεία. 

Οποιαδήποτε άλλη επιλογή αποτελεί ζημιογόνα καθυστέρηση και συνέχιση της οπισθοδρομικής πορείας της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό είναι που πρέπει να γίνει κατανοητό, στους ανθρώπους και το οποίο, πλέον, δύσκολα είναι δυνατόν να γίνει κατανοητό, λόγω της τραγικής εμπειρίας, από την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015, αλλά και από τον ορυμαγδό των μαζικών μέσων ενημέρωσης, τα οποία βρίσκονται, στα χέρια των ολιγαρχών, οι οποίοι στηρίζουν τον καθεστωτικό μητσοτακισμό και την “ευρωπαϊστική” ιδεοληψία, που καθοδηγεί την χώρα, στην ρυμούλκησή της, από τους ευρωθεσμούς και τα συμφέροντά τους, τα οποία ταυτίζονται, με την διατήρηση της χώρας, στο καθεστώς της νομιζόμενης Δημοκρατίας της χρεωδουλείας και της συγκροτημένης, πλέον, επαρχιακής ελληνικής νεοαποικίας χρέους. 

Από αυτήν την κατάσταση, η οποία, όπως έγραψα, είναι και θα παραμείνει, επιτακτικώς, ζοφερή, είναι, που πρέπει να εξέλθει η ελληνική κοινωνία κοινωνία. 

Το εγχείρημα αυτό είναι κολοσσιαίο, αλλά, όσο δύσκολο κι αν είναι, καθίσταται απαραίτητη η συγκρότηση των κοινωνικών και πολιτικών δυναμικών και δυνάμεων, που θα πρέπει να οδηγήσουν την χώρα, στην υλοποίηση αυτού του κολοσσιαίου αλλά, επιτακτικά, αναγκαίου έργου. 

Το πως θα γίνει αυτό, ειλικρινά, δεν έχω και δεν μπορώ να κάνω καμιά πρόγνωση. Απλά, το μόνο, που μπορώ να κάνω, είναι, μέσα από αυτήν την ορθογραφία, σε αυτό εδώ το μπλογκ, να συνεχίσω να επισημαίνω αυτά, που πρέπει να γίνουν και αυτά που δεν πρέπει να γίνουν. Και φυσικά υπόσχομαι ότι, όσο είμαι καλά και όσο μπορώ να έχω έναν συγκροτημένο νου, πρόκειται να συνεχίσω να πράττω. 

Και φυσικά θα το πράττω.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

21/5/2023 : Ολέθρια συντριβή - στα όρια της διάλυσης - του ΣΥΡΙΖΑ, (με 20,07%), όπου πέφτει η αυλαία, με την πληρωμή του λογαριασμού της σύγχρονης “Συμφωνίας της Βάρκιζας” του καλοκαιριού του 2015. Τεράστια η προσωπική νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας, με 40,78%, (ΠΑΣΟΚ 11,53%, ΚΚΕ 7,20%, Ελληνική Λύση 4,46%, ΝΙΚΗ 2,93%, Πλεύση Ελευθερίας 2,87%, ΜΕΡΑ25 2,59%), ακριβώς, επειδή στερούντο αντιπάλου. (Και φυσικά, οι δημοσκοπήσεις, πήγαν όλες, στα σκουπίδια).

Βουλευτικές εκλογές 25/6/2023 : Ο Αλέξης Τσίπρας, που, στις 8/6/2016, πούλησε, στον Λάτση, την έκταση στο Ελληνικό, με 92 € το τμ, ενώ το 2014 έλεγε ότι “αν υπογράψω ιδιωτικοποιήσεις στο Ελληνικό, τότε καλύτερα να ψηφίσετε Σαμάρα”, δεν δικαιούνται αυτός και η ηγετική ομάδα του ψευδεπώνυμου ΣΥΡΙΖΑ να ομιλούν, για την τωρινή εκλογική καταστροφή του κόμματος, που, φυσικά, πρόκειται να έχει και συνέχεια…

Μιλώντας, για “το στάδιο, στο οποίο δεν θα χρειάζεται να υπάρχουν αφεντικά και δούλοι, επειδή οι σαΐτες θα υφαίνουν μόνες τους”. Από αυτόν τον ορισμό του Αριστοτέλη, για το καθεστώς της ελεύθερης κοινωνίας (που νοείται ως αναρχική/αντιεξουσιαστική), στον μουτουαλισμό του Pierre-Joseph Proudhon και από την δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, που περίμενε ο John Maynard Keynes, στο σήμερα και στους μελλοντικούς καιρούς).