28/5/2023 Η άνετη επικράτηση του αποκαλούμενου, ως “Σουλτάνου”, Recep Tayyip Erdoğan θεωρείται και είναι δεδομένη. Παρά την αντίθεση και τα κλαψουρίσματα των Αμερικανών και των αυτοαποκαλούμενων, ως ευρωενωσιακών, η Τουρκία των ισλαμιστών του AKP παραμένει να είναι ένα ανεξάρτητο και μη ελεγχόμενο, από την Δύση, κράτος. (Σε αντίθεση, με την Ελλάδα, που δεν είναι, καν, κράτος).
Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν πρόκειται να διαδραματίσει κανέναν ρόλο, στον δεύτερο γύρο της ερχόμενης Κυριακής ο Sinan Oğan, της ακροδεξιάς και εθνικιστικής συμμαχίας ATA με το 5,17% που συγκέντρωσε και τους 2.831.239 ψήφους, που πήρε, ούτε και ο Muharrem İnce, που δήλωσε ότι αποσύρεται 3 ημέρες, πριν τις εκλογές και παρά ταύτα, έλαβε 235.783 ψήφους, δηλαδή το 0,43%. (Συνολικά ψήφισαν 64.145.504 πολίτες, με το ποσοστό συμμετοχής να φτάνει το θηριώδες ύψος του 87,04%). Η άνετη επικράτηση του αποκαλούμενου, ως “Σουλτάνου”, σε λίγες ημέρες, θεωρείται και είναι δεδομένη.
Η εκλογική πρωτοπορεία, που αποτελεί νίκη του Τούρκου προέδρου, στις προεδρικές εκλογές της 14/5/2023, με, σχεδόν, όλες τις δημοσκοπήσεις να προβλέπουν την ήττα του - και οι περισσότερες, μάλιστα, να τον δίνουν, ως ηττημένο, από τον Kemal Kılıçdaroğlu, από τον πρώτο γύρο, με ποσοστό, άνω του 50% -, ήταν έκπληξη, για το ευρωπαϊστικό και το δυτικόφιλο τμήμα της κεμαλικής τουρκικής ολιγαρχίας και για τους Δυτικούς, με πρώτους, από όλους, τους Αμερικανούς και τους αυτοαποκαλούμενους, ως ευρωενωσιακούς, οι προσδοκίες των οποίων, διαψεύστηκαν οικτρά.
Ο ιδιότυπος ισλαμοδημοκρατισμός του καθεστώτος, που εγκαθίδρυσαν ο Τούρκος πρόεδρος και το ισλαμικό κόμμα του, το ΑΚΡ, κυρίως, μετά την καταστολή του στρατιωτικού πραξικοπήματος των απελπισμένων τελευταίων θυλάκων του παλαιού κεμαλικού καθεστώτος, της 15/7/2016, έχει γερές βάσεις και βαθιές ρίζες, στην ισλαμική τουρκική κοινωνία, ιδίως, της τεράστιας Ανατολίας, όπως απεικονίζεται, καθαρότατα και στον εκλογικό χάρτη της 14/5/2023, γεγονός, το οποίο, όπως φαίνεται, δεν πρόκειται να ανατραπεί, στο ορατό και στο βαθύτερο μέλλον.
Η ήττα του αλεβίτη Kemal Kılıçdaroğlu, πέραν όλων των άλλων, είναι δεδομένη, απέναντι, στον σουνίτη Recep Tayyip Erdoğan, δεδομένου του γεγονότος ότι η μεγάλη πλειοψηφία του τουρκικού πληθυσμού είναι σουνιτική. Οι κεμαλιστές και η ενωμένη αντιπολίτευση των έξι κομμάτων, με επικεφαλής το CHP, που ίδρυσε ο Mustafa Kemal και στο οποίο, τώρα, ηγείται ο Kemal Kılıçdaroğlu, δεν μπορούσαν να κάνουν χειρότερη επιλογή αντιπάλου, απέναντι, στον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος και επιθυμούσε τον ηγέτη του CHP, ως αντίπαλό του, επειδή “είναι του χεριού του”, αφού, στην τελευταία δεκαετία έχει επικρατήσει, σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, σε οποιοδήποτε επίπεδο, έχοντας, απέναντί του τον Kemal Kılıçdaroğlu. Η ενωμένη αντιπολίτευση διέπραξε την ανοησία να ποντάρει, σε “κουτσό άλογο”. Και φυσικά, αυτό το πλήρωσε και θα το πληρώσει και στις 28 Μαΐου 2023.
Εδώ χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα. Το σημερινό τουρκικό καθεστώς είναι ένα προσωποπαγές, αλλά και θρησκειογενές (όχι, όμως, θρησκευτικό/θεοκρατικό) καθεστώς. Η πενταετής νέα θητεία του Recep Tayyip Erdoğan ολοκληρώνεται το 2028 και είναι η τελευταία θητεία του Τούρκου προέδρου, σύμφωνα με το τουρκικό Σύνταγμα, το οποίο ο ίδιος κατήρτισε.
Ως εκ τούτου (και εφόσον δεν αλλάξει, ξανά, την σχετική πρόβλεψη του Συντάγματος, κάτι, που δεν προβλέπεται να πράξει) ο Recep Tayyip Erdoğan είναι προφανές ότι θα χρίσει τον διάδοχό του, στο ΑΚΡ και στην ηγεσία του τουρκικού κράτους, κάτι που σημαίνει ότι το ιδιότυπο ισλαμοδημοκρατικό καθεστώς, θα συνεχίσει την ύπαρξη και την κυριαρχία του, στην γειτονική χώρα· και σίγουρα, τουλάχιστον, θα επιχειρήσει να διατηρήσει την κυριαρχία του και στην μεταερντογκανική εποχή.
Αυτό το ιδιότυπο ισλαμικό καθεστώς του ΑΚΡ, που, παρά την ομοιότητά του, με το ιρανικό ισλαμικό πολιτικό καθεστώς, είναι, ριζικά, διαφορετικό, από εκείνο, διότι, παρά την δεδομένη αυταρχικότητά του και την πλήρη κυριαρχία του, στους θεσμούς της εκτελεστικής και της δικαστικής κρατικής εξουσίας, χωρίς την ύπαρξη των λεγόμενων θεσμικών αντιβάρων, το καθεστώς αυτό, παραμένει να είναι, λειτουργικά, ένα προεδρικό αστικοδημοκρατικό καθεστώς, παρά την δεδομένη ιδιότυπη αυταρχία του (όπως, αντιστοίχως, ο, προσωρινώς, μόλις χθες, απελθών Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μέσα, στην κυβερνητική του τετραετή θητεία, οικοδόμησε το δικό του πρωθυπουργοκεντρικό προσωποπαγές και κομματικό καθεστώς, με την δική του, ιδιοτύπως, αυταρχική θεσμική συμπεριφορά), έχει πολιτική αντιπολίτευση και διεξαγάγει εκλογές, χωρίς να τις νοθεύει και χωρίς να κάνει πραξικοπήματα - τουλάχιστον, έως τώρα -, αντίθετα, από ό,τι έπραξαν οι κεμαλιστές, στην διάρκεια του δικού τους καθεστώτος, από την ίδρυση του νέου μεταοθωμανικού τουρκικού κράτους, από το 1922, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 2000, οπότε ο Recep Tayyip Erdoğan και το ΑΚΡ, εξέφρασαν την καταπιεσμένη, από το, αυταρχικά, εκκοσμικευμένο κράτος [που επανίδρυσε, στα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο πεισμένος άθεος (και αναγνώστης του συγγραφικού έργου του Μιχάηλ Μπακούνιν, παρακαλώ) Mustafa Kemal, ο οποίος, ως ιδρυτής του σοσιαλιστικού Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος - του CHP -, το οποίο κυριαρχεί, ακόμη και σήμερα, στην αντιπολίτευση, κυβέρνησε και αυτός και οι διάδοχοί του, μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940, χωρίς να επιτρέπουν την ύπαρξη οποιασδήποτε αντιπολιτευτικής παρουσίας και στην συνέχεια, ο στρατός, ως θέματοφύλακας του κοσμικού χαρακτήρα του κράτους, επέτρεψε την δημιουργία ενός κολοβωμένου πολυκομματικού συστήματος, το οποίο επέβλεπε, έχοντας τον κυρίαρχο παρασκηνιακό ρόλο], την ισλαμική ψυχή της τουρκικής κοινωνίας.
Αυτό, που έκανε ο Recep Tayyip Erdoğan είναι να υποδείξει το σαφές γεγονός, που η φιλελεύθερη ολιγαρχική ελίτ των χωρών της Δύσης, συστηματικά, επιδιώκει να συγκαλύπτει, να αρνείται, με πείσμονα και εμμονικό τρόπο και να πολεμάει, λυσσαλέα, ότι, δηλαδή, η αντιπαράθεση του αρχέγονου σκληρού πυρήνα της αστικής δημοκρατίας, με τις αρχές της οικονομικής αγοράς, πολύ περισσότερο, εδώ και έναν, περίπου, αιώνα, που βρίσκεται, στην ολιγοπωλιακή της φάση, εξακολουθεί, πάντοτε, να υφίσταται, δημιουργώντας εντάσεις, οι οποίες, με τον έναν, ή τον άλλο τρόπο, επιλύονται, αλλά, σε επίπεδο αρχών, παραμένουν, πάντοτε, παρούσες, ακόμη και εντός των καλύτερων χωρών του αναπτυγμένου γραφειοκρατικού καπιταλιστικού κόσμου.
Έτσι, το τουρκικό κράτος, το οποίο αποτελεί μια σημαντική περιφερειακή δύναμη, με τον πλήρη έλεγχο του τοπικού νομίσματος της, από την κυβέρνηση και όχι, από την μπατιροτραπεζοκρατία, η οποία, μέσα από την πλήρη υποταγή της, στον Τούρκο πρόεδρο και την κυβέρνησή του, διαδραματίζει έναν υποδεέστερο και υποτελή ρόλο, είναι ένα, πραγματικά, ανεξάρτητο κράτος και μπορεί να ασκεί εκείνη την πολιτική, την οποία ο αρχηγός του κράτους και η κυβέρνηση κρίνουν, ως συμφέρουσα, σε κάθε επίπεδο, σε αντίθεση, με το ελληνικό κράτος, το οποίο, πλέον δεν αποτελεί, καν, πραγματικό κράτος αλλά έχει μετατραπεί, σε μια επαρχιακή ευρωζωνική, οιονεί, “νομαρχία” και ουσιωδώς, έχει μετατραπεί, σε μια νεοαποικιοκρατούμενη χώρα, που φέρει όλα τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος μιας “νομιζόμενης δημοκρατίας”, που διοικείται από το ευρωζωνικού μητροπολιτικό κέντρο, ιδίως και κυρίως, με την κατάργηση της δραχμής και την αντικατάστασή της, από το υπερεθνικό ευρώ, το οποίο ελέγχεται, από την μπατιροτραπεζοκρατία της ΕΚΤ, στην Φραγκφούρτη και κάπως έτσι, βοηθούσης και της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας του Απριλίου του 2010, το ελληνικό νομιζόμενο, ως “κράτος” απώλεσε τον σκληρό πυρήνα της υπόστασής του, χάνοντας, έτσι, την πραγματική του ιδιότητα, ως κράτους, φαλκιδεύονταν και ουσιωδώς, καταργώντας την βασική αστική αρχή του αστικού Συνταγματικού Δικαίου, το οποίο ορίζει το κράτος, ως την έκφραση της νομικής προσωπικότητας του λαού, που κατοικεί, σε έναν γεωγραφικό χώρο, ο οποίος, τοιουτοτρόπως, προσδιορίζεται, ως χώρα.
Μη αντιμετωπίζοντας τοιούτου είδους ζωτικά και υπαρξιακά προβλήματα το τουρκικό κράτος και η τουρκική κοινωνία, μετά και τις προεδρικές εκλογές της 28ης Μαΐου 2023 και την εύκολη επανεκλογή του Recep Tayyip Erdoğan, πρόκειται να συνεχίσουν την δική τους ανεξάρτητη και κυρίαρχη παρουσία, στον κόσμο, επιλέγοντας η, εκάστοτε, ελίτ, που βρίσκεται, στην εξουσία, τους συμμάχους της, στο πολυεθνές πεδίο και την άσκηση της, κάθε φορά, κρινόμενης, ως συμφέρουσας πολιτικής, στα εσωτερικά ζητήματα και στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας, η οποία δεν είναι υποτελής, ούτε υπηρέτης ουδενός, σε αντίθεση, με την ψοφοδεή και δουλόφρονα ελληνική ολιγαρχική ελίτ, η οποία άγεται και φέρεται, από την ευρωζωνική ολιγαρχία και την ηγεσία της Ουάσινγκτων, όντας, στην κυριολεξία, του κλώτσου και του μπάτσου.
Σχόλια