Όταν η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη καθοδηγεί, προτρέπει και επιτρέπει, στα αστυνομικά όργανα, να συμπεριφέρονται, ως “μπάτσοι”. Βλέποντας, ψύχραιμα, το περιστατικό της, παρ’ ολίγον, σύλληψής μου, στις 21/12/2023, στο ΑΤ Πετρουπόλεως και η αντισυνταγματικότητα των διατάξεων του άρθρου 22 του Ν. 4937/2022. (Ο Albert Camus έλεγε ότι : «Ένα κράτος δεν μπορεί να έχει ηθική. Το μόνο που μπορεί να έχει είναι αστυνομία». Έχει δίκιο, κατά το ήμισυ. Το κράτος έχει ηθική. Απλώς, είναι άηθες, ή, στην “καλύτερη” περίπτωση, διαθέτει την ηθική των κυβερνώντων).
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ομιλών. Το «επιτελικό του κράτος» διακατέχεται, από την ηθική του ίδιου και των φυσικών προσώπων των μελών της κυβερνήσεως του, μια ηθική που έχει χασματικά ελλείμματα, αφού οι, εν λόγω, κύριοι και κυρίες καθοδηγούν, προτρέπουν και επιτρέπουν, στα αστυνομικά όργανα να συμπεριφέρονται, ως “μπάτσοι”, επιβεβαιώνοντας ότι, εκ φύσεως και εκ συστάσεως, το κράτος, στον σκληρό του πυρήνα, είναι άηθες. Τα πράγματα, τελικά, είναι πολύ απλά…
Τρεις ημέρες, μετά το άθλιο περιστατικό της 21ης Δεκεμβρίου 2023, στο Αστυνομικό Τμήμα Πετρούπολης, όπου, παρ’ ολίγον, να συλληφθώ, όπως απειλήθηκα, από τα αστυνομικά όργανα, επειδή ζητούσα, τελών, σε καθεστώς ειδικών, ιδιαζουσών και εκτάκτων συνθηκών, να εξυπηρετηθώ, ως πολίτης (για τα κωμικοτραγικά πραγματικά περιστατικά αυτής της υπόθεσης, μπορούν όσοι επιθυμούν, από το αναγνωστικό κοινό, να διαβάσουν το δημοσίευμά μου, σε αυτό, εδώ, το μπλογκ, όπως και τα οκτώ, έως τώρα, σχόλια, στα οποία έχω προβεί, στην, εν λόγω, ανάρτηση, με τίτλο : 21-12-2023 : Όταν πηγαίνεις, στο AT Πετρούπολης για να κάνεις μια επικύρωση γνήσιου υπογραφής και αυτοί, σε διώχνουν, απειλώντας σε ότι θα σε συλλάβουν, λόγω μιας κυβερνητικής αθλιότητας, με τον N. 4937/2022 (άρθρο 22)!), μπορώ, με μεγαλύτερη ψυχραιμία και ύστερα, από την απαραίτητη έρευνα, να ανατάμω τα γεγονότα και άλλωστε, για αυτήν την απαραίτητη διεξαγωγή της, εκ μέρους μου, έρευνας, δεν επέμεινα, εκείνη την ημέρα, να με συλλάβουν και να με οδηγήσουν στο αυτόφωρο.
Απλώς πρέπει να αναφέρω εδώ ότι, στην αρχή, δεν αποδεχόμουν αυτά, που μου έλεγαν, περί του ότι δεν έχουν αρμοδιότητα, για να επικυρώσουν το γνήσιο της υπογραφής μου, στο έγγραφο τους προσκόμισα, υποθέτοντας ότι το πράττουν βάση κάποιας εσωτερικής αστυνομικής εγκυκλίου, ή έστω, κάποιας υπουργικής εγκυκλίου. Δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Επικαλέστηκαν διάταξη νόμου ψηφισμένου, από την βουλή, μετά, από πρόταση της κυβερνήσεως (ποίου άλλου;) του Κυριάκου Μητσοτάκη, στην οποία τα αστυνομικά όργανα έριξαν την αποκλειστική ευθύνη, για την διάταξη αυτή.
Με δεδομένες αυτές τις παραδοχές, είναι σαφές ότι η πρωταρχική ευθύνη, για αυτήν την νομοθετημένη κατάσταση, την φέρει, όντως, προσωπικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως πρωθυπουργός του κράτους και οι υπουργοί Δημόσιας Τάξης (αυτό το, περί “Προστασίας του Πολίτη”, το θεωρώ, τουλάχιστον, ως κακόγουστο αστείο, ως οργουελλιανή γελοιογραφική κακοήθεια, που επικράτησε, από την εποχή του ΓΑΠ), που πέρασαν, στην βουλή, ένα τέτοιο άθλιο νομοθέτημα, όπως θα δούμε, στην συνέχεια.
Βέβαια, έπραξα, κακώς, που δεν επέμεινα να παραμείνω, στο αστυνομικό τμήμα, για να εξυπηρετηθώ, αλλά αυτό έγινε, προκειμένου να δω το περιεχόμενο του άρθρου 22 του Ν. 4937/2022, το οποίο επικαλέστηκαν και στο οποίο με παρέπεμψαν τα αστυνομικά όργανα, προκειμένου να δικαιολογήσουν την άρνησή τους να επικυρώσουν το γνήσιο της υπογραφής μου, στο έγγραφο, που τους προσεκόμισα.
Έπρεπε να παραμείνω και να τους αφήσω να με συλλάβουν, για να γίνει η δίκη και να διασυρθούν και οι αστυνομικοί και η κυβέρνηση, όπως έγραψα, μετά, στον υπουργό και στον πρωθυπουργό, αλλά, πέραν της ανάγκης να ερευνήσω τους ισχυρισμούς τους, αυτό, που με ώθησε να «τα μαζέψω και να φύγω», όπως μου είπαν, ήταν και το αμείλικτο πραγματικό γεγονός ότι είχε τελειώσει η μπαταρία του κινητού μου τηλεφώνου, το οποίο είχε κλείσει και ως εκ τούτου, δεν είχα την δυνατότητα να επικοινωνήσω, με τον, εκτός του αστυνομικού τμήματος, κόσμο και κυρίως, με τον δικηγόρο μου Τάσο Σγούρο, ενώ, φυσικά, δεν μπορούσα να γνωρίζω το ποιά επρόκειτο να είναι η, περαιτέρω, συμπεριφορά των αστυνομικών οργάνων, απέναντι εμού, ως συλληφθέντος.
Ας δούμε, τώρα, το περιεχόμενο του επίμαχου άρθρου 22 του Ν. 4937/2022, που επικαλέστηκαν, προκειμένου τα αστυνομικά όργανα να αρνηθούν να με εξυπηρετήσουν :
«Άρθρο 22
Αποδέσμευση υπηρεσιών Ελληνικής Αστυνομίας από τη βεβαίωση γνησίου υπογραφής και από την επικύρωση αντιγράφων - Τροποποίηση παρ. 1 και 2 άρθρου 11 ν. 2690/1999
Στο άρθρο 11 του ν. 2690/1999 (Α΄ 45) επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 και στα εδάφια πρώτο και τρίτο της περ. γ΄ της παρ. 2 μετά από τη φράση «τα Κ.Ε.Π.» προστίθεται η φράση «, εκτός από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας», β) στην παρ. 3 οι λέξεις «νόμου για την Ψηφιακή Διακυβέρνηση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ν. 4727/2020 (Α΄ 184)» και το άρθρο 11 διαμορφώνεται ως ακολούθως:
«Άρθρο 11
Βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής - Επικύρωση των αντιγράφων
1. Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου γίνεται, από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή από τα Κ.Ε.Π., εκτός από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, βάσει του δελτίου ταυτότητας ή των αντίστοιχων εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 3. Δεν απαιτείται βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου, όταν προσέρχεται αυτοπροσώπως για υποθέσεις του στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα ή τα Κ.Ε.Π., προσκομίζοντας το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα πρωτότυπα έγγραφα. Στις περιπτώσεις που ο νόμος απαιτεί βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου, αρκεί η εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή η εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του ενδιαφερομένου, εφόσον το έγγραφο διακινείται ηλεκτρονικά.
2.α. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται στο Δημόσιο, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα Δικαστήρια όλων των βαθμών, τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, τις δημόσιες επιχειρήσεις και τους οργανισμούς που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (Α΄ 314), καθώς και στα νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α.».
Αυτά λέει η άθλια διάταξη του άρθρου 22 του Ν. 4937/2022, που πέρασε, πέρυσι, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, στην απελθούσα βουλή των εκλογών της 7/7/2019.
Τα αστυνομικά όργανα επικαλούνταν υπαρκτή διάταξη νόμου, που τα απαλλάσσει, από την επικύρωση του γνήσιου της υπογραφής, στα έγγραφα, που προσκομίζουν οι προσερχόμενοι πολίτες. Η διάταξη, λοιπόν, που επικαλούνται, ήταν υπαρκτή και ως εκ τούτου, δεν έλεγαν ψέματα.
Τυπικώς, έπρατταν, επιφανειακά, συννόμως, πλην όμως, ουσιαστικά, στην συγκεκριμένη περίπτωση, που με αφορούσε, αδικοπραγούσαν, εις βάρος μου, αφού δεν με βοήθησαν, ως όφειλαν και είχαν την υποχρέωση να με βοηθήσουν, με την χρήση κάθε διαθέσιμου μέσου, για να αντιμετωπίσω το πρόβλημα, που είχα, μέσα στις έκτακτες και ειδικές συνθήκες, που επικρατούσαν, στην περίπτωσή μου, εκείνη την χρονική, στιγμή (ή, έστω, να μου υποδείξουν το, σε ποιά δημόσια υπηρεσία θα έπρεπε να απευθυνθώ), αφού το ΚΕΠ ήταν κλειστό, λόγω, ουσιαστικώς, απεργίας των υπαλλήλων του, οι οποίοι είχαν αναρτήσει, στο κατάστημα της Υπηρεσίας τους, ανακοίνωση ότι απουσιάζουν, λόγω γενικής συνέλευσης των εργαζόμενων, για την αντιμετώπιση των εργασιακών τους προβλημάτων και ενώ, εκείνη την ώρα της ημέρας, έως την επόμενη ημέρα, δεν υπήρχαν ανοικτά δημόσια καταστήματα, ή και αν υπήρχαν, εγώ δεν τα εγνώριζα, στα οποία θα έπρεπε τα αστυνομικά όργανα να με οδηγήσουν, για να εξυπηρετηθώ, καθότι και γέροντας, με υποκείμενα νοσήματα.
Ως εκ τούτου, η περαιτέρω, του άρθρου 22 του Ν. 4937/2022, επίκληση των δυο συνδυαστικών “επιχειρημάτων” των δυο ανδρών αστυνομικών οργάνων (ιδίως του νεαρού) ότι «δεν τον ενδιαφέρει το πρόβλημα, που αντιμετωπίζω και να το λύσω μόνος μου», όπως και το «να σηκωθώ και να φύγω, από το αστυνομικό κατάστημα, διότι, εάν δεν φύγω, θα με συλλάβει» αποτελούν απάδουσα, ανάρμοστη, ψυχολογικώς, βάναυση, απειλητική και πειθαρχικώς και ποινικώς, ελεγκτέα συμπεριφορά, ως παράβαση καθήκοντος, όπου η παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος των δυο αστυνομικών οργάνων, συνίσταται, στην ευθεία και απαξιωτική, προς το πρόσωπο μου, άρνηση και αποφυγή της συνδρομής τους, για την αντιμετώπιση του προβλήματος, που είχε προκύψει και μάλιστα, μιας όχι, εξ υπαίτιας εμού, πραγματικής καταστάσεως.
Έτσι, λοιπόν, στην συγκεκριμένη περίπτωση, υφίσταται η πρόβλεψη του αδικήματος της παραβάσεως καθήκοντος, ως η, παρακάτω, διάταξη του Ποινικού Κώδικα :
«Άρθρο 259
Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη».
Η βλάβη του “κάποιου άλλου”, που προβλέπει η, ως άνω, διάταξη, αφορά, εμέ και την βλάβη, που μου προξενήθηκε, από την αρνηση των αστυνομικών οργάνων να με συνδράμουν, με κάθε διαθέσιμο τρόπο, στην επίλυση του προβλήματος, που αντιμετώπιζα και η άσκηση της ψυχολογικής πιέσεως και βίας, που χρησιμοποίησαν, δια της απειλής του νεαρού αστυνομικού οργάνου, ότι θα με συλλάβει, εαν δεν σηκωθώ να φύγω, από το αστυνομικό κατάστημα, για απείθεια, στην αστυνομική αρχή, η οποία απειλή και άσκηση ψυχολογικής πιέσεως και βίας, δεν έμεινε, σε απλό λεκτικό επίπεδο, αλλά έλαβε την έμπρακτη μορφή των προπαρασκευαστικών υλικών πράξεων και της ενάρξεως της διαδικασίας της συλλήψεώς μου, αφού μου ζήτησε και του παρέδωσα την αστυνομική μου ταυτότητα, δια τα περαιτέρω.
Κάπου εδώ, θυμήθηκα τον, ανωτέρω, εικονιζόμενο αείμνηστο Albert Camus και την γνωστή ρήση του ότι «Ένα κράτος δεν μπορεί να έχει ηθική. Το μόνο, που μπορεί να έχει, είναι η Αστυνομία».
Δεν έχει δίκιο. Ή μάλλον έχει, εν μέρει, δίκιο, διότι ναι, μεν, το κράτος έχει αστυνομία, αλλά δεν στερείται ηθικής.
Το κράτος έχει ηθική, η οποία, στον σκληρό του πυρήνα, είναι αήθης· όχι, με την έννοια της μη υπάρξεως ηθικής, ή της ηθικής ουδετερότητας, εκ μέρους του κράτους, αλλά, με την έννοια ότι το κράτος, ως μηχανισμός εξουσίασης, επί των διοικουμένων, ως υποκειμένων αυτής της εξουσίασης, είναι άηθες.
Ή, στην “καλύτερη” και πολύ περισσότερο συνηθισμένη και χειροπιαστή εκδοχική περίπτωση, το κράτος διαθέτει και διαποτίζεται, από την ηθική των κυβερνώντων.
Αυτό συμβαίνει σήμερα και με το ελληνικό κράτος (που, στην πραγματικότητα, είναι κρατικό μόρφωμα και έχει παύσει να αποτελεί κανονικό κράτος, από τότε, που, το 2002, παραχώρησε, στην ΕΚΤ, την κυριαρχία του, επί του νομίσματος της χώρας και από το 2010, που βρίσκεται, σε καθεστώς δημοσιονομικής και ευρύτερα, οικονομικής Κατοχής, όπως, επιτυχώς και ορθότατα, το έχει διατυπώσει ο πρώην εισαγγελέας και πρώην υπουργός Χαράλαμπος Αθανασίου) και αυτό είναι, που δείχνει η κάκιστη συμπεριφορά των αστυνομικών οργάνων της Πετρούπολης, στην δική μου περίπτωση.
Το κράτος υπήρξε και είναι ανάλγητο και αδιάφορο, ως προς τα προβλήματα, που αντιμετώπισα και το δήλωσε, ρητά, δια των αστυνομικών οργάνων του, τα οποία, κατ’ ουσίαν, με άφησαν αβοήθητο, δεν έστερξαν να μου παράσχουν οποιαδήποτε βοήθεια, όσον αφορά την επίλυση του προβλήματος μου, επιδεικνύοντας την εμπρακτη ηθική των κυβερνώντων του κρατικού μηχανισμού, τον οποίο εκπροσωπούσαν, με την δεδομένη, ως νομοθετημένη, προτροπή, καθοδήγηση και επιτρεπτικότητα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και της, τουλάχιστον, προβληματικής ποιότητας της ηθικής των φυσικών προσώπων των κυβερνώντων.
Και με δεδομένο ότι τα αστυνομικά όργανα έπραξαν, σύμφωνα με την κάκιστη νομοθεσία, που ψήφισε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, το κράτος, στο πρόσωπο των αστυνομικών οργάνων της Πετρούπολης, συμπεριφέρθηκε, λοιπόν, σύμφωνα με την ηθική του Κυριάκου Μητσοτάκη, δρώντος ως πρωθυπουργού και των φυσικών προσώπων του υπουργικού του συμβουλίου και ειδικότερα, του υπουργού Δημόσιας Τάξης εκείνης της εποχής, αλλά και τώρα, όπως και του συνόλου της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, που ψήφισε αυτό το νομοθέτημα - υποτίθεται -, για την εξυπηρέτηση των πολιτών και στην πράξη (όπως συνέβη στην περίπτωση ή μου), για την ταλαιπωρία και καταδυνάστευσή τους, από τοπικούς αστυνομικούς “καίσαρες”.
Έτσι, λοιπόν το κράτος, στην περίπτωση μου, συμπεριφέρθηκε, με αήθεια, υπό την έννοια όχι της ανυπαρξίας οποιασδήποτε ηθικής, όπως εσφαλμένα νόμιζε ο Αlbert Camus, αλλά με την έννοια της, εν τοις πράγμασι, κακοήθειας, που εκφράστηκε, απέναντι στο πρόσωπο μου, ως διοικούμενου και εξουσιαζόμενου πολίτη, που είχε ένα πρόβλημα, για το οποίο η αστυνομική διοίκηση υπήρξε αδιάφορη, εφαρμόζοντας φυσικά, τον συγκεκριμένο αντισυνταγματικό νομικό κανόνα, που στερεί, έως του απαράδεκτου, υπό οποιαδήποτε συνταγματική έννοια, πλήρους αποκλεισμού και εκμηδενίσεως του, συνταγματικώς, αναφαίρετου δικαιώματος των πολιτών να τύχουν και να έχουν, ευχερώς, σε καθεστώς έκτακτων και ιδιαζουσών συνθηκών και αναγκών, την δυνατότητα επιλογής και απευθύνσεως, σε όποια, ενεργώς, λειτουργούσα κρατική αρχή, όπως είναι η ευχερής προσέλευση των, εις τέτοιες περιστάσεις, διατελούντων πολιτών, για την επικύρωση του γνήσιου της υπογραφής των, στα λειτουργούντα, ανά πάσα ώρα και στιγμή, δημόσια αστυνομικά καταστήματα και να μην υφίστανται την αήθη ηθική, που απορρέει, από αυτόν τον επιβεβλημένο, αλλά, με αντισυνταγματικό περιεχόμενο, κανόνα, των φυσικών προσώπων της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και του ίδιου, προσωπικά.
Τοιουτοτρόπως, τα συγκεκριμένα αστυνομικά όργανα συμπεριφέρθηκαν, εις εμέ, ως “μπάτσοι”, με την συγκεκριμένη έννοια της λέξης αυτής, που περιγράφει ο γνωστός γλωσσολόγος Γεώργιος Μπαμπινιώτης (ως προερχόμενης, από την τουρκική λέξη baç, που δηλώνει τον αστυφύλακα, το όργανο της τάξεως, αλλά, με μια αρνητική χροιά), που παραπέμπει, στην άσκηση βίας, επί αθώων θυμάτων, στην αυταρχική εξουσία, που ταλαιπωρεί αδύναμους πολίτες, όπως, δηλαδή, επισυνέβη, στην δική μου περίπτωση, μετά το μεσημέρι και προς το απόγευμα της 21/12/2023, στο ΑΤ Πετρουπόλεως.
Αυτό, υπέστην και αυτό, ακριβώς, είναι, που συνέβη, σε μένα, ο οποίος βρέθηκα, ενώπιον της αστυνομικής αυταρχίας, της αναλγησίας, της αναισθήτου αδιαφορίας και της ωμής, δι απειλών, ψυχολογικής βίας, των αστυνομικών οργάνων (της ευγενούς νεαράς κυρίας εξαιρουμένης), ήτοι συμπεριφορές, στάσεις και φαινόμενα, τα οποία καθοδήγησε, προέτρεψε και επέτρεψε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία φέρει και την πρωτεύουσα, πρωταρχική, βασική και κύρια ηθική, πολιτική και νομική ευθύνη, για όλα αυτά.
Όπως, έγραψα, στις αναφορές μου, προς τον πρωθυπουργό και προς τον αρμόδιο υπουργό Δημόσιας Τάξεως, καλόν είναι να συμμαζέψουν τα αστυνομικά τους όργανα, διότι «έχουν πάρει πολύ ψηλά τον αμανέ», επειδή αυτοί τους το έχουν επιτρέψει, “δίνοντάς τους, πολύν αέρα”.
Δυστυχώς, έτσι έχουν τα πράγματα.
Δεν είναι, λοιπόν, μόνον, τα αστυνομικά όργανα, των οποίων η συμπεριφορά έχει “ξεφύγει”.
Είναι, πρωταρχικώς, η συμπεριφορά των φυσικών προσώπων των μελών της κυβερνήσεως, που έχει “ξεφύγει”.
Και αυτό είναι το κύριο πρόβλημα, που πρέπει να αντιμετωπισθεί και να τεθεί, εντός ορίων.
Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν προβλέπω ότι πρόκειται να συμβεί, εις ένα κάποιο ορατό μέλλον, λόγω της κονιορτοποιήσεως του συνόλου της κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής αντιπολιτεύσεως, γεγονός το οποίο δημιουργεί ένα, άκρως, σοβαρό πρόβλημα θεσμικής ανισορροπίας, στην ίδια την λειτουργία του νομιζόμενου, ως αστικοδημοκρατικού, πολιτεύματος του κράτους, που δεν προβλέπω ότι πρόκειται, προσεχώς, ή μεταπροσεχώς, να αναταχθεί, εξισορροπούμενο, με αποτέλεσμα την κυβερνητική και την κρατική ροπή, προς την ζώσα και εμπραγματωμένη αλαζονεία και βίαιη - έστω και δια της “απλής” εκφράσεως εξουσιαστικής απειλητικής ψυχολογικής πιέσεως, που συνιστά βίαιη συμπεριφορά - αυταρχία.
Με λίγα λόγια, εγώ δεν πήγα, στο Αστυνομικό Τμήμα της Πετρούπολης, για να με συλλάβουν. Πήγα, για να με εξυπηρετήσουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο και μέσον.
Και αυτοί, αντί να με εξυπηρετήσουν, με απείλησαν ότι θα με συλλάβουν και ξεκίνησαν την διαδικασία των προπαρασκευαστικών πράξεων, για την σύλληψη.
Αυτό αποτελεί κακότητα και είναι ντροπή, την οποία, προφανώς, διαθέτουν, εν ανεπαρκεία…
Οψόμεθα.
Σχόλια
«Re: Καταγγελία για όσα μου συνέβησαν, στις 21-12-2023, στο ΑΤ Πετρούπολης και το ΚΕΠ της πόλης και εξ αιτίας της κυβέρνησης σας.
Κύριοι
Προκειμένου να συμμαζευτείτε και να συμμαζέψετε και τα όργανα σας, κάποιος πρέπει να σας τα επισημάνει αυτά, που σας καταγγέλλω. Όχι, επειδή πιστεύω ότι πρόκειται να λάβετε, υπόψη σας, όσα σας γράφω. Δεν έχω τοιούτου είδους αυταπάτες.
Απλώς, σας τα γράφω, για να μην μπορείτε να ισχυρισθείτε ότι δεν σας τα είπε κανείς και δεν ξέρατε τίποτε.
Μην νομίζετε ότι οι διοικούμενοι και εξουσιαζόμενοι είναι ανόητοι και αμνήμονες.
Δεν είναι.
Και φυσικά, κρίνεσθε, σύμφωνα, με τα έργα σας...
https://tassosanastassopoulos.blogspot.com/2023/12/21122023-22-49372022-albert-camus.html
Αναστάσιος Παναγιώτη Αναστασόπουλος».
Για να δούμε, τώρα, αν θα με συλλάβουν.
Πλάκα θα έχει…
Είναι με πολλές δημόσιες υπηρεσίες η ίδια κατάσταση. Συμπεριφέρονται στους πολίτες με άθλιο τρόπο ενώ δεν δίνουν κατατοπιστικές απαντήσεις για την επίλυση γραφειοκρατικων ζητημάτων με αποτέλεσμα μια απίστευτη ταλαιπωρία και ένα γραφειοκρατικό εφιάλτη όπου οι πολίτες πρέπει να σπαταλούν απίστευτο χρόνο για να βγάλουν άκρη τι χρειάζεται. Αλλά σου λένε στο τηλέφωνο ότι χρειάζονται, αλλά σου λένε αυτοπροσώπως, μετά σου λένε νσ πας σε άλλη υπηρεσία για το τάδε έγγραφο, η άλλη υπηρεσία σε στέλνει πίσω, μετά σε στέλνουν αλλού αλλά τα γραφεία είναι κλειστά κλπ και όλο αυτό συνεχίζεται σα ταινία τρόμου....
Θυμίζει τη Δική του Καφκα.
Και πολύ χειρότερα…
«Αυτά εστάλησαν, από εμέ, στον πρωθυπουργό και στον υπουργό Δημοσίας Τάξεως, σήμερα.
Αν επιθυμείτε, έχετέ τα, υπόψιν σας.
Α. Αναστασόπουλος»