Κάνοντας παρέα με την Ρόζα 103 χρόνια μετά. (Μια κριτική ματιά, στο βιβλίο της Rosa Luxemburg, για την ρωσική επανάσταση, το 1917).
«Αλλά πνίγοντας την πολιτική ζωή σ’ όλη τη χώρα, είναι μοιραίο να παραλύει ολοένα και περισσότερο η ζωή μέσα σ’ αυτά τα ίδια τα σοβιέτ. Χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει μέσα σε όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο. Από το νόμο αυτόν κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει. Η δημόσια ζωή σιγά-σιγά βυθίστηκε στον ύπνο, μερικές δωδεκάδες αρχηγοί του κόμματος, με ανεξάντλητη ενεργητικότητα και απεριόριστο ιδεαλισμό, διευθύνουν και κυβερνούν. Μεταξύ αυτών η διεύθυνση είναι πραγματικά στα χέρια μιας μόνο δωδεκάδας εξαιρετικών εγκεφάλων και από καιρό σε καιρό συγκαλείται μια αριστοκρατία της εργατικής τάξης στις συγκεντρώσεις για να χειροκροτήσει τους λόγους των αρχηγών και να ψηφίσει ομόφωνα τις αποφάσεις που της προτείνουν. Υπάρχει λοιπόν στο βάθος μια κυβέρνηση κλίκας, μια δικτατορία είναι η αλήθεια, όχι όμως δικτατορία του προλεταριάτου, όχι : η δικτατορία μιας χούφτας πολιτικών, δηλαδή μια δικτατορία με αστική έννοια, με την έννοια της γιακωβίνικης κυριαρχίας».
Rosa Luxemburg, Οκτώβριος 1918.
Δεν είναι η πρώτη φορά, που ασχολούμαι, με την Rosa Luxemburg και τις θέσεις της, για την ρωσική επανάσταση του 1917. Το έχω ξανακάνει και στο παρελθόν (όποιος επιθυμεί μπορεί να δει το δημοσίευμα, που ανάρτησα, σε αυτό εδώ το μπλογκ, το 2009, με τίτλο : 90 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ : Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΚΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΡΟΖΑΣ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ.), αλλά η αγορά, ή μάλλον καλύτερα, η επαναγορά του βιβλίου της Ρόζας, για την ρωσική επανάσταση του 1917 και στις δύο φάσεις της, αυτή του Φεβρουαρίου και εκείνη του Οκτωβρίου του έτους εκείνου, μου δίνει την ευκαιρία να προχωρήσω, σε μια κριτική ματιά, όχι μόνο στο περιεχόμενό του, αλλά και στην ίδια την συγγραφέα, η οποία, όπως και να το κάνουμε, ήταν, είναι και παραμένει ανεξάντλητη, πρωτοποριακή και φυσικά, αξιοθαύμαστη, για την αναλυτική της οξυδέρκεια.
Μιλώντας, για την Ρόζα Λούξεμπουργκ, πρέπει να πούμε ότι επρόκειτο για ένα άτομο το οποίο, φυσικά, ζούσε μέσα στους δικούς του περιορισμούς, που του έθεσαν φραγμούς, στο περιεχόμενο και στην ευρύτητα των αναλύσεων του. Όμως, η ίδια, αν και ήταν αιχμάλωτη της μαρξιστικής ιδεολογίας, την οποία ειχε υιοθετήσει, ως προσωπική της ψευδή συνείδηση, φρόντισε και πέτυχε, ψηλαφητά και σε μακροχρόνια βάση, να ξεπεράσει τους φραγμούς αυτούς, έχοντας, ως βάση, την ίδια την εμπειρία, από την οποία φρόντιζε, πάντα, να βγάζει τα μαθήματα και τα συμπεράσματά της, για την πολιτική, την κοινωνική και την οικονομική ζωή και την πραγματικότητα, που αναδυόταν, από αυτές τις πτυχές του είναι των κοινωνιών της εποχής της.
Έτσι η αναλυτική της δεινότητα και ικανότητα την οδήγησαν ακόμα και όταν και η ίδια δεν είχε συνείδηση, ή την πρόθεση να το πράξει, στην αμφισβήτηση της ίδιας της μαρξιστικής της ιδεολογίας, τον αισιόδοξο ντετερμινιστικό ψευδορθολογισμό της οποίας φρόντισε να καταρρίψει, στην πράξη, μέσα από την ίδια την ανάλυση της πραγματικότητας, που εκτυλισσόταν μπροστά της.
Κλασικό παράδειγμα έχουμε το ιστορικό δίλημμα "Σοσιαλισμός, ή βαρβαρότητα", το οποίο η Ρόζα Λούξεμπουργκ έθεσε, ως σύνθημα και ως στάση ζωής και στο οποίο συμπυκνώνεται, έστω και διαζευτικά, το μέλλον των ανθρώπινων κοινωνιών, αμφισβητώντας, έτσι, στην πράξη, τον σκληρό πυρήνα του μαρξιστικού ιστορικού ντετερμινισμού, του οποίου η υποτιθέμενη επιστημονική ανάλυση και θεωρία οδηγεί, στο αναπόφευκτο ψευδεπιστημονικό συμπέρασμα ότι το μέλλον της ανθρωπότητας ήταν και είναι, αναγκαστικά και πέρα από τις προσωπικές και τις συλλογικές θελήσεις των ανθρώπων και των κοινωνιών τους, η έλευση - έστω μέσα από τις όποιες αντιξοότητες - και η πραγματοποίηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, ως κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών οργανωτικών σχημάτων της ανθρωπότητας νοούμενης, ως παγκόσμιας κοινωνίας.
Το παραπάνω απόσπασμα των κειμένων της Ρόζας Λούξεμπουργκ έρχεται να περιγράψει, να αναλύσει και να ψηλαφίσει το παρόν και το μέλλον του αρνητικού σκέλους του διλήμματος, που η ίδια έθεσε και το οποίο, παραπάνω, ανέφερα. Δηλαδή της βαρβαρότητας, η οποία θα ακολουθήσει την μη επίτευξη και την μη έλευση του σοσιαλισμού, ως ανθρώπινου κοινωνικού συστήματος.
Μα, θα πουν πολλοί, όπως και να έχουν τα πράγματα, η εμπειρία της ζωής, μετά την δολοφονία της Ρόζας Λούξεμπουργκ, στις 15 Ιανουαρίου 1919 (πριν 103 χρόνια, από σήμερα) και η εξέλιξη της πραγματικότητας, όπως και να έχει και μέσα από τις όποιες αντιξοότητες, τελικά, δεν έχουν φέρει την βαρβαρότητα. Μπορεί να μην έφεραν τον σοσιαλισμό, ως αξίωση για μία κοινωνική ισότητα και ελευθερία, αλλά, τελικά, οι ανθρώπινες κοινωνίες απέφυγαν την έλευση της βαρβαρότητας.
Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Μετά την πρωτοφανή ανθρωπιστική καταστροφή του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, την οποία έζησε η Ρόζα Λούξεμπουργκ, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακολούθησε η δεύτερη και πολύ μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, ενώ σήμερα επικρέμαται μία, απείρως, μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή, από την πιθανή έλευση ενός τρίτου Παγκοσμίου πολέμου, ο οποίος, φυσικά, εάν συμβεί, θα οδηγήσει, σε πυρηνικό όλεθρο, έστω και αν αυτός τεθεί εντός ορίων. Τα όρια αυτά, ακόμη και αν υπάρξουν, θα ξεπεράσουν οποιαδήποτε φαντασία μπορούμε να κάνουμε και οι ανθρωπιστικές καταστροφές του παρελθόντος θα φαίνονται, ως ανεπαίσθητες, σε σχέση με αυτό, που πρόκειται να συμβεί, όποτε και αν αυτό συμβεί.
Αυτή είναι η πραγματική αλήθεια. Και αυτή την αλήθεια δεν πρέπει να την ξεχνάμε ποτέ.
Βέβαια, δεν είναι μόνο η έλευση του πυρηνικού πολέμου και του ολέθρου, που θα ακολουθήσει, αν αυτός συμβεί, η επίδειξη της βαρβαρότητας, στην οποία αναφέρεται η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η βαρβαρότητα μπορεί, κάλλιστα, να αναδειχθεί, από την ίδια την πραγματικότητα της εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών, έστω και χωρίς τον πόλεμο και νομίζω ότι ψήγματα αυτής της βαρβαρότητας, που περιγράφει η Ρόζα Λουξεμπουργκ, ήδη, έχουμε αρχίσει να τα ζούμε, ξεκινώντας από την δεκαετία του 2000 και του 2010, τα οποία ψήγματα μπορούν να σταθεροποιηθούν, σε συγκροτημένες κοινωνικές και οργανωτικές δομές, στις ανθρώπινες κοινωνίες, αν λάβουμε, υπόψη μας, τον ολοκληρωτισμό, που αναδύεται από την σύγχρονη καπιταλιστική εξέλιξη, όχι μόνο, στην παλαιά γραφειοκρατική καπιταλιστική Δύση, αλλά, κυρίως, στον ζώντα και ανερχόμενο γραφειοκρατικό καπιταλισμό της Ανατολής, στην οποία κυρίαρχο παράδειγμα είναι το ονομαζόμενο, ως "σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς" καθεστώς, το οποίο έχει επιβάλει ο σύγχρονος απόγονος του λενινισμού, τον οποίο κριτίκαρε, αρνητικά και αμείλικτα, η Ρόζα.
Και φυσικά, ομιλώ, για το καθεστώς, που επικρατεί, στην Κίνα του 1,5 δισεκατομμυρίου ανθρώπων και το οποίο έχει επιβάλει το, εκεί, κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα, σε αγαστή συνεργασία, με την πολυπλόκαμη γραφειοκρατία των διεθνών πολυεθνικών εταιρειών.
Εννοείται ότι οποιαδήποτε αυταπάτη μπορεί κάποιος να τρέφει, για την εξέλιξη, στην οποία μπορεί να στραφούν οι κοινωνίες, είναι ψευδής, βρίσκεται εκτός πραγματικότητας και είναι, κυριολεκτικά, εκτός τόπου και χρόνου.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, όπως προκύπτει από τα γραπτά της και από την πολιτική της δράση, δεν έτρεφε αυταπάτες, πάρα το γεγονός ότι είχε την δική της ψευδή συνείδηση, δηλαδή την δική της ιδεολογία, η οποία ήταν ο μαρξισμός. Πάνω απ’ όλα, η Ρόζα ήταν ρεαλίστρια και σε αυτό, ίσως - και πρέπει - να την βοήθησε η μαρξιστική της παιδεία, αλλά κυρίως, το, πραγματικά, ελευθεριακό και κοινωνικοαπελευθερωτικό πνεύμα, από το οποίο διεπόταν.
Με λίγα λόγια έβλεπε ότι ο επαναστατικός βολονταρισμός της μπολσεβικικής ηγεσίας, υπό τον Βλαντιμίρ Λένιν και τον Λέοντα Τρότσκι, δεν ήταν αρκετός και δεν αποτελούσε καμία εγγύηση, για την αίσια έκβαση των γεγονότων, όσον αφορά την ρωσική επανάσταση και το επαναστατικό εγχείρημα των μπολσεβίκων, τον Οκτώβριο του 1917, που τους οδήγησε, ύστερα από την επίμονη απαίτηση του Λένιν, στην κατάληψη της εξουσίας στο όνομα της πλειοψηφίας των εργατικών και στρατιωτικών συμβουλίων, στην Αγία Πετρούπολη και στην Μόσχα και στην ανατροπή της προσωρινής κυβέρνησης του Αλεξάντρ Κερένσκυ.
Για την Ρόζα, πρωτεύον και ουσιαστικά, το μόνο στοιχείο, για την επιτυχία του επαναστατικού κινήματος, στην Ρωσία, ήταν, αφενός, η άσκηση της εξουσίας, από το σύνολο της εργατικής τάξης και των προλεταριοποιμένων αγροτών και αφετέρου, μαζί με την επέκταση των δημοκρατικών ελευθεριών, εντός των επαναστατών και της προλεταριακής κοινωνίας, στην επιτυχία της παγκόσμιας διάστασης της επανάστασης. Γι' αυτόν τον λόγο, η κριτική της υπήρξε υποστηρικτική, μεν, αλλά και αμείλικτα, σκληρή, προς την ηγεσία των μπολσεβίκων, την αριστοκρατία της ρωσικής εργατικής τάξης και των εξουσιαστικών πρακτικών τους και σαρωτικά, επικριτική, δε, για τα πεπραγμένα της γερμανικής και της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας, υπό τον Καρλ Κάουτσκυ και την ένοχη και καταστροφική υποστήριξή τους, στον πόλεμο, που διεξήγαν ο γερμανικός και ο αυστριακός ιμπεριαλισμός.
Στην ουσία και στην πραγματικότητα, η Ρόζα έβλεπε και προχώρησε, σε μια πρόωρη ανατομία και ψηλάφιση των οργανωτικών, πολιτικών και κοινωνικών δομών της αναδυόμενης, εκείνη την εποχή, γραφειοκρατικής καπιταλιστικής κοινωνίας, στην ανατολική της μορφή, που ξεπήγαζε, από την ρωσική επανάσταση, αλλά και στην δυτική της μορφή, έτσι όπως αυτή εκφραζόταν, από την ηγεσία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας και την αριστοκρατία της γερμανικής εργατικής τάξης, που υπέταξαν τους εαυτούς τους και την τάξη ολόκληρη, στην υπηρεσία του πολέμου και των σκοπών του γερμανικού κεφαλαίου.
Η εξαιρετική και διεισδυτική αναλυτική της δεινότητα την βοήθησε να δει και να κριτικάρει, πολύ νωρίς, την ανερχόμενη γραφειοκρατία του μπολσεβίκικου κόμματος, αλλά και των σοσιαλδημοκρατών και αυτό είναι το μεγάλο της επίτευγμα, πολύ πριν προχωρήσουν, στις δικές τους λιγότερο επαρκείς, ή επαρκέστερες κριτικές, αργότερα (και μπορώ να πω, πολύ αργότερα), ο μετανοημένος - λόγω της απώλειας της εξουσίας, από τον Ιωσήφ Στάλιν - Λέων Τρότσκι, όπως, μεταγενέστερα, έπραξε ο James Burnham και πολύ αργότερα, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο οποίος έδωσε ένα σαφές περίγραμμα της έννοιας και των δομών της σύγχρονης γραφειοκρατικής κοινωνίας.
Αυτή η θετική συνεισφορά της Ρόζας Λούξεμπουργκ, στην πρόωρη διαύγαση της ανόδου της γραφειοκρατίας είναι ένα πολύτιμο και ανεκτίμητο δώρο, για τις επόμενες γενιές που ακολούθησαν την δική της, ένα δώρο, το οποίο εξακολουθεί, πάντα, να έχει την δική του μεγάλη αξία και στην σύγχρονη εποχή, όπως και στο μέλλον, ως δίδαγμα, για το τί μπορούμε και το τί δεν πρέπει να κάνουμε, εάν θέλουμε τη πραγματοποίηση της κοινωνικοαπελευθερωτικής αλλαγής, που, τότε, ονομαζόταν σοσιαλισμός και των κοινωνικοαπελευθερωτικών ιδεών, στο απώτερο μέλλον, εάν αυτή η πραγματοποίηση είναι, ή καταστεί, κάποτε, εφικτή κάτι που, φυσικά, δεν μπορεί να θεωρείται και δεν είναι δεδομένο ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Έτσι, 103 χρόνια μετά την δολοφονία της Ρόζας Λούξεμπουργκ (όποιος επιθυμεί, μπορεί να δει και τα παλαιά δημοσιεύματα, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλους : 11/1918 - 1/1919 : Η "νόμιμη εκτέλεση" της Rosa Luxemburg και του Karl Liebknecht, η εξέγερση των Σπαρτακιστών και τα αδιέξοδα του γερμανικού εργατικού κινήματος. και V. I. Lenin και Rosa Luxemburg : Βίοι παράλληλοι και αντίθετοι. Ή ο λενινισμός, ως μια αντιελευθεριακή και αντιδημοκρατική παιδαγωγική. (Μια αποτίμηση της πορείας, προς την ουτοπία και των αδιεξόδων του κοινωνικοαπελευθερωτικού πειράματος των εργατικών και αγροτικών συμβουλίων από το 1919 μέχρι το 1921).), έχουμε την υποχρέωση, για μια, ακόμη, φορά, να της αποτίσουμε τον φόρο τιμής, που, πραγματικά, της αξίζει.
Και αυτό είναι που αποπειρώμαι να κάνω, για πολλοστή φορά.
Σχόλια