Ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει, στο Bloomberg, ότι θα αποπληρώσει δάνεια, από τα “πακέτα διάσωσης” της περιόδου των Μνημονίων, χρονικού διαστήματος 2 ετών, νωρίτερα, από το χρονοδιάγραμμα, που έχει τεθεί και ουσιαστικά, θα καταβαραθρώσει την ελληνική οικονομία, διότι θα δανειστεί, με πανάκριβα επιτόκια, από τις διεθνείς αγορές (αν δανείσουν το ελληνικό δημόσιο) και καμώνεται πως δεν ξέρει, ότι η Γερμανία του ετοιμάζει σχέδιο αποπληρωμής των ελληνικών δημοσίων χρεών, χωρίς προσφυγή, σε νέο δανεισμό.

 




Αναφερόμενος, και πάλι, στο ελληνικό δημόσιο χρέος, στην συνέχεια του κειμένου του παρόντος άρθρου, παραθέτω, εκτεταμένα, τον αναφερόμενο κυβερνητικό σχεδιασμό, για την διαχείριση, στην κατεύθυνσης μιας δραστικής μείωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους, το οποίο εφέτος, υποτίθεται ότι θα πέσει, στο 164,2% του ελληνικού ΑΕΠ, το 2026, στο επίπεδο του 135,2%, με την προοπτική, το 2027, το ποσοστό αυτό να πέσει, κάτω, από το 130%. Όλα αυτά υποτίθεται ότι θα συμβούν, με μια μέση ανάπτυξη, κατά την χρονική περίοδο 2023 - 2026, της τάξεως του 2,6%, ετησίως και με πρωτογενή πλεονάσματα, στους κρατικούς προϋπολογισμούς, μεγαλύτερα του 2% ετησίως.

Οι δυο, παραπάνω, πίνακες κονιορτοποιούν το κυβερνητικό αφήγημα, το οποίο αρέσκεται, όταν αναφέρεται, στα μακροοικονομικά μεγέθη, ιδιαίτερα, του ελληνικού δημόσιου χρέους και του ΑΕΠ της χώρας, να αποφεύγει τα απόλυτα πραγματικά μεγέθη και προσφεύγει, στην μνεία ποσοστιαίων μεγεθών. Και φυσικά, αυτό δεν είναι άδολο. 

Χωρίς πολλά λόγια, όπως προκύπτει, από τον πρώτο πίνακα, που αφορά τα ελληνικά μακροοικονομικά μεγέθη του δημόσιου χρέους και του ΑΕΠ, είτε εκφράζονται, σε σταθερές τιμές του 2018, είτε εκφράζονται, σε τρέχουσες τιμές, ή, σε ποσοστιαία μεγέθη οι, παρακάτω, αναπτυσσόμενοι κυβερνητικοί σχεδιασμοί, που παρουσιάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι άνευ ουσιαστικού περιεχομένου. Το ελληνικό δημόσιο χρέος ξεπερνάει, κατά πολύ, τα 400 δισεκ. € και αυτό το γεγονός το καθιστά, ως ένα μέγεθος μη διαχειρίσιμο.

Μάλιστα, ο δεύτερος πίνακας, που παρουσιάζω, εδώ και ο οποίος περιγράφει την, ευθέως, σαρωτική κατάρρευση των πραγματικών μισθών, στην Ελλάδα, κατά την χρονική περιοδο 2009 - 2022, αποδεικνύει, το πασιφανές γεγονός ότι οι μισθοί, στην Ελλάδα, δεν έχουν παίξει κανέναν ρόλο, στην αλματώδη διόγκωση του ελληνικού δημοσιου χρέους.

Έχοντας υπόψη μας αυτά τα δεδομένα, ας προχωρήσουμε, στις τρέχουσες εξελίξεις, που αφορούν τους ανεδαφικούς κυβερνητικούς σχεδιασμούς.

Ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και δεν θα έπρεπε, ζει την πραγματικότητα, με τους δικούς του ετεροχρονισμένους ρυθμούς, που πολλές φορές καθίστανται εξωπραγματικοί, είναι δεδομένο και έχει αποδειχθεί, από την ζώσα πραγματικότητα. Ότι, επίσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πολύ τυχερός, στα όρια του κωλόφαρδου, είναι και αυτό δεδομένο· τουλάχιστον, έως τώρα. 

Η σύμμειξη αυτών των δυο δεδομένων επέτρεψε, στον πρωθυπουργό, να επιτύχει έναν εκλογικό πολιτικό θρίαμβο, την στιγμή, που είχε σαφείς απώλειες, στις αριθμητικές εκλογικές του δυνάμεις - δεν πρέπει να ξεχνάμε τα πραγματικά αριθμητικά δεδομένα των παρελθουσών εκλογικών αναμετρήσεων, στις οποίες η Νέα Δημοκρατία έλαβε, στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019, 2.251.618 ψήφους και στις βουλευτικές εκλογές της 25/6/2023, 2.114.780 ψήφους, ήτοι 136.918 λιγότερες ψήφους, από ότι, πριν, από τέσσερα χρόνια -, όχι, δηλαδή ως αποτέλεσμα των προσωπικών πολιτικών του ικανοτήτων, αλλά, εξ αιτίας του γεγονότος ότι δεν είχε, στην πραγματικότητα, κάποιον αξιόλογο πολιτικό αντίπαλο, με εμφανιζόμενο ως αντίπαλο πρωταγωνιστή, τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, εντός της παρελθούσας τετραετίας και κατά πάσα πιθανότητα, ενωρίς, χωρίς αυτό το τεράστιο πολιτικό γεγονός να παρατηρηθεί, από το επιτελείο του πρωθυπουργού, από τους άλλους πολιτικούς του αντιπάλους του και από τον επικοινωνιακό χώρο της άρχουσας ελίτ (ΜΜΕ, δημοσκοπικές εταιρείες κλπ) , είχε καταρρεύσει, εκλογικά και κοινωνικά, όπως επιβεβαιώθηκε, οριστικά, στις βουλευτικές εκλογές της 25/6/2023, όπου συγκέντρωσε  929.928 ψήφους, έναντι των 1.781.057 ψήφων, που είχε λάβει, πριν τέσσερα χρόνια, στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019, χάνοντας τον απίστευτο, σε μέγεθος, αριθμό των 851.089 ψήφων, χωρίς ο Κυριάκος Μητσοτάκης να παίξει κάποιον ουσιώδη ρόλο, σε αυτήν την μαζική μετανάστευση των πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, όπως προκύπτει, αν εξετάσουμε, με ψυχρή λογική τα δεδομένα, μπορώ να ισχυρισθώ, χωρίς τον φόβο κάποιου σφάλματος ότι, προφανώς, επρόκειτο να συμβεί, είτε αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο Αλέξης Τσίπρας, είτε οποιοσδήποτε άλλος, αν και πρέπει να επισημανθεί, ιδιαίτερα, το γεγονός ότι η παραμονή του Αλέξη Τσίπρας, ανάσχεσε, όσο (έστω και λίγο) μπορούσε να ανασχέσει, την μαζική φυγή των πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και την διασπορά τους, προς όλες τις δυνατές, πιθανές και απίθανες κατευθύνσεις του ελληνικού πολιτικού ορίζοντα. Και φυσικά, πρέπει να λάβουμε, υπόψη μας, ότι, τώρα, μετεκλογικά, το δημοσκοπικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ κινείται, ανάμεσα, στο 9%, έως το 13%, κάτι, που δεν είναι, καθόλου, περίεργο. Αντίθετα, μάλιστα, είναι φυσιολογικό και μπορώ να ισχυρισθώ ότι είναι ανώτερο των αναμενόμενων περιθωρίων. Βέβαια, το πώς θα εξελιχθούν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια άλλη συζήτηση, αν και έχω την γνώμη ότι το κόμμα αυτό δεν έχει μέλλον.



Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε παλαιότερη φωτογραφία του, με τον Βαγγέλη Βενιζέλο, ο οποίος μένει, εμμονικά, σε όλα όσα πίστευε και πιστεύει, εδώ και 35 χρόνια και περισσότερο. Προφανώς, δεν θέλει να παραδεχθεί ότι όλα όσα περιγράφει, ως διαχρονικές αξίες, πέραν, από αντιφατικά και μεταξύ τους, αντιθετικώς, συγκρουσιακά, όπως, πχ, η φιλελεύθερη δημοκρατία - αδιάφορο το πώς ο ίδιος την έχει στο μυαλό, το οποίο διαθέτει -, ως ζώσα πραγματικότητα, συγκρούεται και περιορίζει αυτό, που ο ίδιος αποκαλεί, ως “κοινωνικό κράτος δικαίου”, αν και ο ίδιος ο Βαγγέλης το έχει ζήσει, στο πετσί του και έχει πληρώσει βαρύτατο πολιτικό προσωπικο κόστος, εξ αιτίας αυτής της καυτής αντιθετικής σύγκρουσης. Παρά ταύτα, ως νάρκισσος και πεισματάρης, ουδέν εδιδάχθη και εξακολουθεί να περιγράφει την πραγματικότητα, με τον παλαιομοδίτικο διαστροφισμό των ξεπερασμένων όπλων του ιδεολογικού του οπλοστασίου, το οποίο υποτίθεται πως έχει επικαιροποιήσει η σύγχρονη “ευρωπαϊστική” ελίτ, που διάγει έναν παρακμιακό βίο. Η σύγχρονη καταστροφική ελληνική εμπειρία της περιόδου, που έχει ξεκινήσει, στην πραγματικότητα (και με υπαιτιότητα του ίδιου), με την αφανή, αλλά υπαρκτή, ελληνική κρατική χρεωκοπία της 1/1/2002, με την ένταξη της Ελλάδας, στην ευρωζώνη και την κατάργηση του εθνικού μας νομίσματος, η οποία χρεωκοπία, λόγω της μπατιροτραπεζικής κερδοσκοπίας, επισημοποιήθηκε, τον Απρίλιο του 2010 και συνεχίζεται, στο μυαλό του Βαγγέλη, ως βίωμα, φαίνεται, εκ της συμπεριφοράς του και εξ όσων λέει, σαν να μην υπήρξε ποτέ. Και αυτό αποτελεί το βασικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει και αρνείται να παραδεχθεί. Διότι, εάν το παραδεχθεί, τότε, το κεντρικό παραμυθολογικό ιδεολογικοπολιτικό κατασκεύασμα - η φιλελεύθερη δημοκρατία - καταρρέει, εν όψει της απλής και ωμής πραγματικότητας ότι η εντόπια ελίτ, με τον ίδιο τον Βαγγέλη, ως εκ των βασικών πρωταγωνιστών της τρέχουσας ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής Ιστορίας, μετέτρεψε την χώρα μας, σε ένα οικόπεδο, με κατοικούντα πληθυσμό, που διοικείται, από ένα βάρβαρο καθεστώς νεοαποικιοκρατίας, το οποίο καλύπτεται, από έναν διαφανή ιστό νομιζόμενης δημοκρατίας, που τελεί, υπό τον ασφυκτικό περιορισμό των ευρωθεσμικών δανειστών και δυναστών του. Και φυσικά, για αυτήν την ζοφερή πραγματικότητα, η συνευθύνη του Βαγγέλη είναι καθοριστική. Από την άλλη πλευρά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι περισσότερο πεζός, αλλά, επί της ουσίας, διατηρεί τις ίδιες κοινές πεποιθήσεις, με τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Στην φωτογραφία διακρίνεται και ο Σταύρος Θεοδωράκης, αλλά αυτό σημειώνεται, ως άνευ σημασίας. 


Υπό τις παρούσες, λοιπόν, συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί και θυμίζουν το μετεκλογικό τοπίο του εκλογικού θριάμβου της Νέας Δημοκρατίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στις βουλευτικές εκλογές της 17/11/1974, όπου, ο, τότε, πρωθυπουργός κυριαρχούσε, απόλυτα, με ένα εκλογικό ποσοστό, μεγαλύτερο του 53% και είχε. απέναντί του, μια πολυδιασπασμένη αντιπολίτευση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έχοντας και το προνόμιο, σε σχέση, με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή του 1974, ότι, επί του παρόντος, δεν αντιμετωπίζει κάποιον πολλά υποσχόμενο αντίπαλο, όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ, που αντιμετώπιζε, το 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και νομίζει ότι έχει δυνατότητες, τις οποίες, στην πραγματικότητα, ουδόλως, έχει. 

Με λίγα λόγια, ο σημερινός πρωθυπουργός υπερεκτιμά τις δυνάμεις του και μετράει το μπόι του, ως πολύ μεγαλύτερο, από αυτό, που, πράγματι, είναι. Και αυτό είναι πολύ άσχημο, διότι, αν, όντως, δεν παίζει κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό παιχνίδι, με περιορισμένο και μετρήσιμο αποτέλεσμα και θεωρεί ότι έχει δυνατότητες τις οποίες δεν έχει, τότε, προφανώς, θα σπάσει τα μούτρα του. 

Και εν πάση περιπτώσει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να σπάσει τα μούτρα του, όσο του πρέπει, αν προχωρά, σε αποκοτιές. Όμως, το πρόβλημα είναι ότι, προφανώς, είναι η ελληνική κοινωνία, που καλείται να πληρώσει τέτοιου είδους πολιτικές αστοχίες, όπως, πχ, συνέβη τον Απρίλιο του 2010, με τον μοιραίο, τότε, πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, που οδήγησε, αψήφιστα, την ελληνική οικονομία, στην χρεωκοπία και στα Μνημόνια, τα οποία εφαρμόζονται, μέχρι τις ημέρες μας και πρόκειται να συνεχίσουν να εφαρμόζονται, άγνωστο, μέχρι πότε.

Μιμούμενος, φοβάμαι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον Γιώργο Παπανδρέου, στις 4/7/2023, υποτίθεται ότι δεσμεύτηκε, μιλώντας στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, ότι «θα είμαστε, σε θέση, πριν από το τέλος του έτους, να αποπληρώσουμε [τα δάνεια], πραγματικά νωρίτερα, από το χρονοδιάγραμμα», ως μια «δέσμευση προς τους επενδυτές». «Θέλω να συνεχίσω να καθιστώ την Ελλάδα έναν πολύ ελκυστικό προορισμό, για ξένες επενδύσεις». «Δεν επικεντρωνόμαστε, μόνο, στην ανάπτυξη, αλλά θέλουμε, επίσης, να διασφαλίσουμε ότι ο λόγος του χρέους μας, προς το ΑΕΠ, θα συνεχίσει να μειώνεται, με πολύ γρήγορο ρυθμό»

Ας παρακολουθήσουμε, όσο κουραστική και αν είναι, την κυβερνητική συλλογιστική, όσον αφορά το δημόσιο χρέος της χώρας, έτσι, όπως αυτή αναπτύσσεται, στις 4/7/2023, στην αβανταδόρικη και πραγματικά, προπαγανδιστική ειδησεογραφική παρουσίαση του Bloomberg :

«Η πρόωρη αποπληρωμή της λεγόμενης ελληνικής δανειακής διευκόλυνσης θα σηματοδοτήσει ένα συμβολικό βήμα, για τον Μητσοτάκη, καθώς επιδιώκει να αφήσει, στο παρελθόν, τα χρόνια της οικονομικής αναταραχής, που είδαν την χώρα του να πλησιάζει να χάσει την θέση της, στην ευρωπαϊκή νομισματική ένωση και την άφησαν, ως το μοναδικό μέλος της ευρωζώνης, με αξιολόγηση “σκουπίδια”. Τόσο η Moody’s, όσο και η Scope Ratings δήλωσαν ότι η εκλογική νίκη του Μητσοτάκη ήταν ένα, πιστωτικά, θετικό γεγονός, για την χώρα.» «Οι επενδυτές έχουν συσσωρευτεί, στα ελληνικά ομόλογα, φέτος, με την προσδοκία ότι η χώρα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, με αποτέλεσμα να συγκαταλέγονται, σε αυτά, με τις καλύτερες επιδόσεις, στον ανεπτυγμένο κόσμο. Αυτό έχει μειώσει το κόστος δανεισμού της χώρας, σε τέτοιο βαθμό, που τώρα πληρώνει λιγότερο, από την Ιταλία, παρά το γεγονός ότι το χρέος της Ρώμης θεωρείται ασφαλέστερο, από τους οίκους αξιολόγησης». «Συναλλασσόμαστε ήδη σαν να είμαστε χώρα επενδυτικής βαθμίδας, αλλά χρειαζόμαστε και την επίσημη σφραγίδα έγκρισης, από τους οίκους αξιολόγησης», δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. 

Η απόδοση των 10ετών ομολόγων της Ελλάδας μειώθηκε, σχεδόν, κατά 80 μονάδες βάσης φέτος, στο 3,7%, σε σύγκριση, με την πτώση κατά 10 μονάδες βάσης των αντίστοιχων γερμανικών ομολόγων, στο 2,5% περίπου. Η διαφορά απόδοσης, μεταξύ των ομολόγων αναφοράς της Ελλάδας και της Ιταλίας έφτασε τις μείον 50 μονάδες βάσης, την χαμηλότερη, που έχει καταγραφεί ποτέ.  

Ο Μητσοτάκης κατέστησε την διαχείριση της οικονομίας κεντρικό πυλώνα της εκστρατείας επανεκλογής του, με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν να έχει ανακάμψει, ακριβώς εκεί, που βρισκόταν, όταν η χώρα έχασε την ικανότητά της να αποπληρώσει το χρέος της, το 2010. Η ανεργία έχει μειωθεί, περισσότερο, από το μισό, από το μέγιστο 28% και οι μετοχές και τα ομόλογα έχουν εκτοξευθεί. Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έχει αυξηθεί περισσότερο από 39% φέτος. Ο Μητσοτάκης έχει, επίσης, δηλώσει ότι θα επιδιώξει να αντιμετωπίσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας, το οποίο, λόγω του σοκ των τιμών της ενέργειας, έφτασε το 2022, στο 9,6% του ΑΕΠ, από 5,5% το προηγούμενο έτος. 

Η Ελλάδα έχει, ήδη, αποπληρώσει το πλήρες ποσό των δανείων, που έχει χορηγήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, νωρίτερα, από το χρονοδιάγραμμα και έχει αρχίσει να αποπληρώνει, νωρίτερα, τα διμερή δάνεια του GLF, που έχουν χορηγήσει οι ευρωπαϊκές χώρες. Η διευκόλυνση αυτή αποτελούσε μέρος του πρώτου προγράμματος χρηματοδοτικής στήριξης, για την Ελλάδα, που συμφωνήθηκε τον Μάιο του 2010 και ανερχόταν, σε 53 δισεκ. €. Μέχρι σήμερα, η χώρα έχει αποπληρώσει, λίγο περισσότερα από 8 δισεκ. €, εκ των οποίων τα 2,6 δισεκ. € ήταν πρόωρη αποπληρωμή. 

Η "κλασσική" συνταγή υψηλής ανάπτυξης και πρωτογενών πλεονασμάτων, σε συνδυασμό με την μείωση των διαθεσίμων, μέσω της σταδιακής αποπληρωμής του διμερούς δανείου, από τις χώρες της Ευρωζώνης (GLF), θα φέρουν το ελληνικό χρέος, κάτω από το 130% του ΑΕΠ, ως το 2027. 
Βάση του όλου εγχειρήματος θα είναι η συνεχής ανάπτυξη της οικονομίας και μια διαχείριση, η οποία θα παράγει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2% του ΑΕΠ, την επόμενη τετραετία. Η συνταγή αυτή περιγράφεται, στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης 2023-2026. Με βάση συντηρητικές προβλέψεις, που έκανε η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης, την τετραετία 2023-2026, θα είναι 2,6%. Δημοσιονομικά, ο στόχος είναι η παραγωγή πλεονασμάτων, πάνω από 2% του ΑΕΠ, από το 2024 και μετά. Βασική προϋπόθεση θα είναι η ταχεία ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, μέχρι και το τέλος του 2023, όπως δεσμεύτηκε, χθες, στην  Βουλή, ο πρωθυπουργός. Η επενδυτική βαθμίδα θα αναβαθμίσει την ποσότητα, αλλά και την ποιότητα των επενδυτών των ελληνικών ομολόγων, "κλειδώνοντας" τις αποδόσεις τους, σε χαμηλά επίπεδα. 

Ανοιχτή option, για προεξόφληση χρέους 
Εκτός από τις βασικές παραμέτρους, το Υπουργείο Οικονομικών έχει εκπονήσει ένα σχέδιο, μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, για σταδιακή μείωση των διαθεσίμων του Δημοσίου, που παραμένουν, σχεδόν, σταθερά, πάνω από τα 35 δισεκ. €, αποπληρώνοντας, με αυτά, χρέος του "επίσημου τομέα". Φέτος, το ελληνικό Δημόσιο σχεδιάζει να αποπληρώσει άλλα 5,3 δισ. ευρώ, από το διμερές χρέος, ύψους 32,3 δισεκ. €, με τα κράτη - μέλη της ευρωζώνης. Μεσοπρόθεσμα, το υπουργειο Οικονομικών διαπραγματεύεται, με τα υπόλοιπα κράτη - μέλη, μια πιο ευέλικτη πρόωρη αποπληρωμή του GLF. Να μπορεί, δηλαδή, να αποπληρώνει, όσο περισσότερα μπορεί, από το διμερές δάνειο, χωρίς να χρειάζεται, κάθε φορά, η διαδικασία των διαδοχικών εγκρίσεων (Eurogroup, ESM, εθνικά κοινοβούλια), που είναι απαραίτητη και φέτος, για την αποπληρωμή της διπλής δόσης του δανείου. Να συμφωνήσουν, δηλαδή, όλοι ότι θα δέχονται όλες τις πρόωρες αποπληρωμές της Ελλάδας και την συνολική αποπληρωμή του χρέους, πολύ νωρίτερα, από ό,τι προβλέπει το επίσημο "δοσολόγιο" , δηλαδή, στο τέλος του 2041. 

Πρόβλημα τα υψηλά επιτόκια.
Η προσπάθεια αυτή προσκρούει  προς το παρόν, στα αυξημένα επιτόκια του ευρώ. Ως γνωστόν, η αποπληρωμή χρέους θα καλυφθεί, από κεφάλαια, που θα αντληθούν, από τις αγορές. Κάθε ποσό, που θα αποπληρώνεται, θα μειώνει, ισόποσα, το χρέος. Για να μην αυξηθούν οι ανάγκες χρηματοδότησης, θα πρέπει τα χρήματα, που θα αντλούνται, από τις αγορές να έρχονται, στα δημόσια ταμεία, με επιτόκια συμβατά, με την διατήρηση της μείωσης των αναγκών χρηματοδότησης του συνολικού χρέους. Για τον λόγο αυτόν, η προεξόφληση θα ξεκινήσει, μόλις τα επιτόκια του ευρώ αρχίσουν να υποχωρούν. Με τα σημερινά δεδομένα, αυτό δεν αναμένεται να γίνει, πριν το τέλος του 2024, αφού, έως τότε, προβλέπεται να υποχωρήσει ο πληθωρισμός, κοντά, στην ευρωζώνη, στο 2% Αν το σχέδιο αυτό λειτουργήσει και στην πράξη, θα έχουμε μέση τιμή της ετήσιας μείωσης του χρέους, κατά 9% του ΑΕΠ, από το 2023, μέχρι και το 2026. Ειδικότερα, από το 164,2% του ΑΕΠ, που θα φτάσει, στο τέλος του χρόνου, το χρέος θα μειωθεί, συνολικά, κατά 36% του ΑΕΠ, φθάνοντας, στο τέλος του 2026, στο 135,2%, ενώ, το 2027, αναμένεται να υποχωρήσει, κάτω από το 130% του ΑΕΠ. Με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις, τότε, η Ιταλία θα έχει χρέος, στο 135% του ΑΕΠ της. Στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, τις δεύτερες, μέσα σε μόλις ένα μήνα, το κεντροδεξιό κόμμα του Μητσοτάκη, η Νέα Δημοκρατία, έλαβε το 41% των ψήφων, δίνοντάς του 158 βουλευτές, στο κοινοβούλιο των 300 εδρών. Ο Μητσοτάκης ήταν ο μόνος ηγέτης της Νέας Δημοκρατίας, που αύξησε το ποσοστό του κόμματος, μετά από μια πρώτη τετραετή θητεία και εξασφάλισε, επίσης, την μεγαλύτερη διαφορά νίκης, από το 1974».



Ο Κωστής Χατζηδάκης, ο περίφημος “5046c”, που, από όπου πέρασε, τα έκανε μπάχαλο, υποτίθεται ότι, τώρα, ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, θα “τρέξει” τον προγραμματισμό, τον οποίο έχει αναπτύξει ο πρωθυπουργός, στο “Bloomberg”. Δεν το βλέπω. Δεν το έχει. Μαντάρα θα τα κάνει. Αν και ο παρουσιασθείς, παραπάνω, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, οικονομικός “οδικός χάρτης”, είναι, αφ’ εαυτού, αβάσιμος και ως εκ τούτου, μη ρεαλιστικός και άβατος.


Το πρόβλημα του ελληνικού δημόσιου χρέους εμφανίζεται να είναι, ως ένα από τα δύο γενεσιουργά αίτια της ελληνικής κρίσης του 2010. Το δεύτερο πρόβλημα υποτίθεται ότι αφορά τα δίδυμα ελλείμματα (δημοσιονομικό έλλειμμα και έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών), αλλά και τα δυο αυτά προβλήματα έχουν την αφετηρία τους, στην, τραγικά, εσφαλμένη, για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, στρατηγική επιλογή της άρχουσας πολιτικής και οικονομικής ελίτ να επιδιώξει και να επιτύχει, με την βοήθεια και της χρησιμοποίησης των παραποιημένων βασικών στοιχείων της ελληνικής οικονομίας, ούτως ώστε να εμφανίζεται αυτή ότι πληροί και ότι, δυναμικά, θα μπορούσε να πληροί, τις προϋποθέσεις, στις οποίες το ευρωπαϊκό διευθυντήριο (δηλαδή οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας) είχαν, σκοπίμως, δώσει ευρύτατες διασταλτικές ερμηνείες, με αποτέλεσμα να τις σχετικοποιήσουν, σε βαθμό ρευστοποίησης, ούτως ώστε να εντάξουν, στην ΟΝΕ και στην ευρωζώνη, κυρίως, την Ιταλία, η οποία αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα, όσον αφορά τα βασικά της μακροοικονομικά μεγέθη. 

Αυτή η επιθυμία του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου, με όπλο την πλήρη σχετικοποίηση και ελαστικοποίηση των κριτηρίων, για την ένταξη των κρατών, στην ευρωζώνη, έδωσε την ευκαιρία και την δυνατότητα και σε άλλες οικονομίες, όπως η ελληνική, (πρακτικά, για να μιλήσουμε, με τα ονόματα εκείνων, που, στο παρασκήνιο, “έτρεξαν”, από ελληνικής πλευράς, την υπόθεση αυτή, δηλαδή ο, τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ο, τότε, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, ο πρωθυπουργικός σύμβουλος Νίκος Θέμελης, που, εδώ και πολλά χρόνια, έχει πεθάνει και ο επικεφαλής της ελληνικής διαπραγματευτικής ομάδας, με τους ευρωθεσμούς Γιάννης Στουρνάρας, που, τώρα, είναι Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος) να παρουσιάσουν, χρησιμοποιώντας μια ευφάνταστη και αποδεκτή, από το ευρωπαϊκό διευθυντήριο, “δημιουργική λογιστική”, η οποία έδωσε την δυνατότητα, στις κυβερνήσεις των χωρών αυτών, να εμφανίσουν ότι οι οικονομικές εξελίξεις, όσον αφορά τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη των χωρών αυτών τους επέτρεπαν να ενταχθούν, στην ευρωζώνη, κάτι, που, εν γνώσει της προβληματικότητας της όλης διαδικασίας, το ευρωπαϊκό διευθυντήριο απεδέχθη και το επέβαλε και στους ευρωθεσμούς (Commission και ΕΚΤ) να το αποδεχτούν.

Όμως, η ένταξη της Ελλάδας, στην ευρωζώνη, με ένα δημόσιο χρέος, το οποίο, τότε, την 1/1/2002, υπερέβαινε το 100% του ελληνικού ΑΕΠ, με την δεδομένη και πραγματοποιηθείσα νομισματική αντικατάσταση της δραχμής, ήτοι του εθνικού νομίσματος της χώρας, από το ευρώ, οδήγησε, άμεσα το ελληνικό Δημόσιο και την ελληνική οικονομία, στο πραγματικό γεγονός της αφανούς, τότε, χρεωκοπίας, η οποία κουκουλώθηκε και κρύφτηκε, κάτω από το χαλί, για, καθαρά, τραπεζικούς και χρηματοοικονομικούς κερδοσκοπικούς λόγους.

Αυτό, που συνέβη, στην πράξη ήταν και παραμένει και σήμερα να είναι πολύ, απλό και συνάμα καταστροφικό. Το γράφω, από την αρχή της ελληνικής χρεωκοπίας, το 2009 - 2010 [δείτε ένα άρθρο μου της 11/10/2009, με αφορμή τον ολέθριο εκλογικό θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Παπανδρέου, στις βουλευτικές εκλογές της 4/10/2009, με τίτλο : ΕΚΛΟΓΕΣ 4/10/2009 - ΠΑΣΟΚ : ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΗΤΤΑ ΣΤΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟ με τον ίδιο αριθμό ψήφων, που είχε και στις εκλογές του 2004! (Ή ΠΩΣ Η ΝΔ ΠΑΡΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ)] και, από τότε, τα πράγματα, όχι , μόνον, δεν έχουν αλλάξει, αλλά και έχουν χειροτερεύσει, στον ύψιστο βαθμό. 

Ας το ξαναγράψω, για πολλοστή φορά, διότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως και οι προηγούμενοι, από αυτόν, δεν πρέπει και δεν μας αξίζει να μας θεωρούν Κάφρους.

Αυτό, που συνέβη, την 1/1/2002, με την ένταξη της Ελλάδας, στην ευρωζώνη, με ένα δημόσιο χρέος, το οποίο υπερέβαινε το 100% του ελληνικού ΑΕΠ [μην ξεχνάμε ότι το επίσημο όριο, για την ένταξη στον ΟΝΕ ήταν και παραμένει, ως προς το ποσοστό του δημοσίου χρέους, ως προς το ΑΕΠ της, υπό ένταξη, χώρας το 60% του ΑΕΠ, όμως, η Ιταλία, η Ελλάδα και μια σειρά, από άλλες χώρες, δεν πληρούσαν αυτό το κριτήριο, με αποτέλεσμα το ευρωπαϊκό διευθυντήριο (υπενθυμίζω, οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας, που, τότε, ήσαν κεντροαριστερές) να σχετικοποιήσει το κριτήριο του δημοσίου χρέους των, προς ένταξη των χωρών, στην ευρωζώνη, με την διατύπωση ότι πληρούν το κριτήριο του δημοσίου χρέους και εκείνες οι χώρες των οποίων, ναι μεν, είναι την 1/1/2002 μεγαλύτερο του 60% του ΑΕΠ τους, αλλά η δυναμική εξέλιξη του χρέους αυτού είναι πτωτική! Κάπως, έτσι, με αυτού του είδους τις “δημιουργικές” διευρυντικές ψευδοερμηνείες όλων των υπαρχόντων κριτηρίων ένταξης των χωρών, που ενδιαφέρονταν να εισέλθουν, στην ευρωζώνη, έγιναν, σχεδόν, όλες οι, τότε, εντάξεις των χωρών, στην ευρωζώνη], είναι ότι το ελληνικό Δημόσιο και κατ’ ακολουθίαν, η ελληνική οικονομία, χρεοκόπησαν, αφανώς, μεν, αλλά, ακαριαία, δε. 

Αυτό συνέβη, απλούστατα, επειδή, με την, σαρωτικά, καταστροφική μετατροπή της νομικής βάσης του ελληνικού δημοσίου χρέους, από, κατά 85% δραχμικό και εύκολα, ως άμεσα, εξυπηρετήσιμο, που ήταν, αφού εξυπηρετείτο, από το εθνικό νόμισμα της χώρας, το οποίο παρήγαγε, ουσιαστικά, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, το ελληνικό κράτος, το οποίο, με τον τρόπο αυτόν μπορούσε και εξυπηρετούσε, άνετα, τις καταβολές του χρέους αυτού, όσο ήταν εκφρασμένο, σε δραχμές.

Το μόνο, ουσιαστικό πρόβλημα, που μπορούσε να υπάρξει και το οποίο κάποιες φορές, εμφανίστηκε και κόντεψε να οδηγήσει, σε κρατική χρεωκοπία, αφορούσε την εξυπηρέτηση εκείνου του τμήματος του ελληνικού δημόσιου χρέους, το οποίο κυμαινόταν, γύρω, στο 15% του συνολικού δημόσιου χρέους και ήταν εκφρασμένο, σε ξένα νομίσματα, ήτοι, κυρίως, σε αμερικανικά δολάρια. Αυτό το 15% του δημόσιου χρέους μπορούσε να εξυπηρετηθεί, από το ξένο συνάλλαγμα, που εξοικονομούσε η χώρα, από τις εξαγωγές της, από το μεταναστευτικό συνάλλαγμα, από τον τουρισμό, την φορολογική και την συναλλαγματική πολιτική και βέβαια, από τον εξωτερικό δανεισμό. 

Όμως, αυτό το μέγεθος του τμήματος του ελληνικού δημοσίου χρέους, που ήταν εκφρασμένο, σε ξένο συνάλλαγμα, ήταν διαχειρίσιμο· αν και όπως προανέφερα, κάποιες φορές, δημιούργησε πρόβλημα, όπως, πχ, συνέβη το φθινόπωρο του 1985, οπότε τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας βρέθηκαν να είναι σε χαμηλά επίπεδα, μη δυνάμενα να εξυπηρετήσουν τις πληρωμές των δημοσίων χρεών, σε ξένο συνάλλαγμα και ο, τότε, πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, προσέφυγε, σε δανεισμό, από την ΕΟΚ, υπογράφοντας ένα Μνημόνιο εκείνης της εποχής, το οποίο οδήγησε, σε σκληρά μέτρα, για μια διετία, αλλά, στην συνέχεια, αυτό το Μνημόνιο ατόνησε και τον Νοέμβριο του 1987 εγκαταλείφθηκε, από τον Ανδρέα Παπανδρέου, αφού, πλέον, είχε καταφέρει να ισορροπήσει τις εξωτερικές συναλλαγές της χώρας και να δημιουργήσει ασφαλή επίπεδα, στα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας.

Ένας δεύτερος κίνδυνος ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας, με πηγή αυτό το, περίπου 15% του ελληνικού δημοσίου χρέους, που ήταν εκφρασμένο, σε ξένο συνάλλαγμα πήγε να εμφανισθεί, πάλι, επί πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου, το 1994, αλλά, τότε, τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας ήσαν κτισμένα, σε υψηλά επίπεδα και ο κίνδυνος αντιμετωπίσθηκε και παρήλθε.

Την 1/1/2002, όμως, τα πράγματα άλλαξαν, δραματικά, όσον αφορά την νομισματική βάση του ελληνικού δημοσίου χρέους, το οποίο, από, κατά βάση, δραχμικό, μετετράπη, κατά 100%, σε ευρώ, δηλαδή, σε ένα νόμισμα, το οποιο δεν εκδίδει, πλέον, το ελληνικό κράτος (για το οποίο, πρέπει να τονίσω, εδώ, αυτό, που δεν λέγεται, ή και αν λέγεται, αυτό συμβαίνει, εξαιρετικά, σπανίως, αν και όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις και η ευρύτερη πολιτικοοικονομική ελίτ της χώρας μας, το γνωρίζουν, πολύ καλά, ότι δηλαδή, με την απώλεια της νομισματικής του κυριαρχίας, έχει απωλέσει ένα, άκρως, σημαντικό τμήμα της ουσίας του σκληρού πυρήνα του, ως κράτους, μετατρεπόμενο, σε ένα ιδιόμορφο “μη κράτος”, ή σε ένα οιονεί κράτος).

Αυτή η δεδομένη πραγματικότητα καθιστά, εκ των πραγμάτων, το ευρώ, να λειτουργεί, στην ελληνική οικονομία, ως ένα ξένο νόμισμα, ένα ξένο συνάλλαγμα, αφού δεν παράγεται και δεν ελέγχεται η ποσοτική του μεταβλητή και η κυκλοφορία του, από το ελληνικό Δημόσιο, αλλά, από έναν εξωτερικό παράγοντα, την λεγόμενη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία εκδίδει και κυκλοφορεί το κοινό νόμισμα (το ευρώ), έχοντας τις δικές της προτεραιότητες, οι οποίες είναι διαφορετικές και αντιθετικές, από τις αναγκαιότητες της ελληνικής οικονομίας, αφού η κύρια αποστολή της ΕΚΤ είναι, όπως ορίζει το Καταστατικό της, η προστασία της αξίας του ευρώ.




Με αυτήν την κεντρική και ζωτική συνθήκη, σε ισχύ, απλούστατα, το ελληνικό δημόσιο χρέος, ως εκφρασμένο, πλέον, κατά 100%, σε ένα νόμισμα, το οποίο λειτουργεί, ως ξένο συνάλλαγμα και υποκρύπτει την πραγματική του εσώτερη λειτουργία, ως ενός σκληρού μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών, (αλλά και το ιδιωτικό χρέος) δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί, διότι οι δεδομένες πηγές εξυπηρέτησης των χρεών της χώρας δεν περιλαμβάνουν, πλέον, την νομισματοκοπή και περιορίζονται, στις εξαγωγές, τους άδηλους πόρους, την φορολογία και τον δανεισμό, ο οποίος λειτουργεί, ως εξωτερικός δανεισμός.

Κάπως έτσι, η ελληνική οικονομία, με πρώτο το ελληνικό Δημόσιο, κατάρρευσε, τον Απρίλιο του 2010, όταν - έστω και αργά - έπαυσε, απότομα, η κερδοσκοπία και άρχισε να απαιτείται η εξυπηρέτηση των χρεών, με αποτέλεσμα η αφανής χρεωκοπία του ελληνικού Δημοσίου να παύσει να μένει, στην αφάνεια, καθιστάμενη εμφανής και να επισημοποιηθεί, με τα Μνημόνια, που ακολούθησαν και εξακολουθούν να ισχύουν, εις το ακέραιον.

Ως εκ τούτου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Κωστής Χατζηδάκης και ολόκληρο το οικονομικό επιτελείο της παρούσας κυβέρνησης, όπως και όλων όσων προηγήθηκαν, από το 2009, έως τώρα, ανοηταίνουν, κυνηγούν χίμαιρες και απευθύνονται, σε αδαείς και αμαθείς.

Δεν είναι, μόνον, το δεδομένο του ανεφάρμοστου, που αφορά τον προεκτεθέντα, στο “Bloomberg” ευφάνταστο κυβερνητικό σχεδιασμό. Ακόμη και αν δεχθούμε, ως ορθές και εφαρμόσιμες τις παραδοχές, στις οποίες προβαίνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, για την χρονική περίοδο 2024 - 2027, τελικά και με την πλήρη επιτυχία του κυβερνητικού σχεδιασμού, το 2027, το ελληνικό Δημόσιο θα συνεχίσει να βρίσκεται, μέσα σε ένα απελπιστικό επίπεδο χρέους της τάξεως, κάτω του 130% και σαφώς, πολύ πιο άνω, από το 125% του ελληνικού ΑΕΠ, δηλαδή, σε ένα μέγεθος, το οποίο πρόκειται να διατηρεί το Δημόσιο και την ελληνική οικονομία, σε κατάσταση χρεωκοπίας.

Έτσι, επανερχόμενοι στα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας και του δημοσίου χρέους, οι εξελίξεις στο δημόσιο χρέος και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι σημαντικές καθώς η επιδείνωση τους σηματοδοτεί ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα πάρει και νέα μέτρα, σε βάρος της μεγάλης πλειονότητας των εργαζομενων (μισθωτών και μη) της χώρας μας, αφού το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί, δραματικά, σε απόλυτο μέγεθος και έχει ξεπεράσει, κατά πολύ, τα 400 δισεκ. €.

Η μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους, ως προς το ΑΕΠ είναι επίπλαστη και συγκαλύπτει την ουσία του προβλήματος, αφού αυτά, που μετρούν, είναι τα απόλυτα μεγέθη. Είναι, επίσης, γνωστό ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσιάζει μία σημαντική επιδείνωση, από το 2021, αλλά και προηγουμένως και η επιδείνωση αυτή οφείλεται, στα βαθειά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, που προέρχονται την πτωχοπροδρομική ένταξη της ελληνικής οικονομίας, στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας, αφού, ακόμη και η παραμικρή αύξηση του ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας και των εξαγωγών συνεπάγεται την, πολύ μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών και μάλιστα, κυρίως των ενδιάμεσων εισροών.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο, άκρως, σοβαρό και σημαντικό ζήτημα, που αφορά τον ενδοκυβερνητικό δανεισμό, δηλαδή την χρήση των πλεονασμάτων των φορέων της γενικής κυβέρνησης, προς δανεισμό της κεντρικής κυβέρνησης. Αυτή είναι μία παλιά τακτική των κυβερνήσεων, που οδηγεί, στην εμφάνιση του χρέους της γενικής κυβέρνησης, ως χαμηλότερου του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η κύρια μορφή του ενδοκυβερνητικού δανεισμού δεν υλοποιείται, με ομόλογα, αλλά με repos. Ιδιαίτερα, αυτό συμβαίνει, με τα αποθεματικά του e-ΕΦΚΑ και χρησιμοποιούνται, συστηματικά, αυτού του είδους οι συναλλαγές. Τα πράγματα είναι πολύ περίεργα, αφού λέγεται ότι ότι ο ενδοκυβερνητικός δανεισμός από φορείς της γενικής κυβέρνησης έφθασε, το 2022, στα 46,7 δισεκ. €, ενώ άλλοι υπολογισμοί φθάνουν το ύψος του ενδοκυβερνητικού δανεισμού, στα 37 δισεκ. €. 

Στην πραγματικότητα, ο ενδοκυβερνητικός δανεισμός έχει αυξηθεί, μπορώ να πω υπερβολικά, στην τελευταία διετία, αφού τα repos έχουν εκτιναχθεί, από τα 49 δισεκ. €, το 2022, στα 51 δισεκ. €, το 2023· το οποίο, ως έτος, δεν εχει κλείσει. Και εδώ, πρέπει να παρατηρηθεί ότι πρέπει, σε ευάλωτες, δημοσιονομικά, χώρες, όπως η Ελλάδα, ο αυξανόμενος, όπως, συμβαίνει, με το ελληνικό Δημόσιο, ενδοκυβερνητικός δανεισμός βάζει σε κίνδυνο τους φορείς, που δανείζουν την κεντρική κυβέρνηση και αυτοί δεν είναι, μόνον, ο e-ΕΦΚΑ.

Αυτό, που αναδύεται, ως δεδομένο είναι ότι ο κίνδυνος μιας ξαφνικής ελληνικής χρεωκοπίας, μέσα, στην, ήδη, υφιστάμενη χρεωκοπία είναι, πάντα, παρών και μπορεί να καταστεί άμεσος, ανά πάσα ώρα και χρονική στιγμή.

Για τον λόγο αυτόν, η γερμανική κυβέρνηση, παρά τα λεγόμενα και τους σχεδιασμούς του Κυριάκου Μητσοτάκη ετοιμάζει ένα άλλο σχέδιο, το οποίο θα στηρίζει την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, όχι από τον δανεισμό, μέσω των χρηματοπιστωτικών αγορών, αλλά, αυτοδύναμα, από την ελληνική οικονομία, κάτι, το οποίο, φυσικά, εαν υλοποιηθεί, πρόκειται να είναι φρικτό, για την ελληνική κοινωνία. 

Αυτό, άλλωστε, είναι και το κακό νέο, που ακούγεται ότι συζητείται, μαζύ με όλα τα άλλα άσχημα περιγράφονται, στο πρόσφατο δημοσίευμά μου, σε αυτό εδώ, το μπλογκ, με τίτλο : The party is over. Ας ετοιμαστούμε, για το γεγονός ότι, από το 2024, θα ζούμε, σε μια διαφορετική και χείριστη κατάσταση, αφού η ελληνική οικονομία και κοινωνία εισέρχονται, σε έναν νέο μνημονιακό ζουρλομανδύα διαρκείας. Ας το επαναλάβω, για πολλοστή φορά : Η Ελλάδα πρέπει, κατεπειγόντως, να βγει, από το ευρώ και την ζώνη του. Και όσο δεν το κάνει, πρόκειται να παρατείνει και να επαυξάνει την παρούσα καταστροφή. (Αυτή είναι η τεράστια ζημιά, που έκαναν, πριν, ακριβώς, 8 χρόνια, ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, που τιμωρήθηκαν, γι’ αυτό, αλλά)…

Αφήνοντας, στην άκρη, τις ανοησίες του Κυριάκου Μητσοτάκη, πρέπει, για μια ακόμη φορά, να επαναλάβω ότι, χωρίς την έξοδο, από την ευρωζώνη, ήτοι, από τον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας και το παρασιτικό παραγωγικό μοντέλο, που η ευρωζώνη έχει υπαγορεύσει, αλλά, σε δεύτερη φάση και τον στενό κορσέ της παλαιάς Κοινής Αγοράς, το μέλλον της χώρας είναι άσχημο. 

Πολύ άσχημο.

Και το χειρότερο είναι ότι, στο ορατό μέλλον, δεν προκύπτει μια τέτοια διαδικασία, η ευκαιρία, για την οποία, χάθηκε το καυτό καλοκαίρι του 2015.

Δυστυχώς…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βουλευτικές εκλογές 25/6/2023 : Ο Αλέξης Τσίπρας, που, στις 8/6/2016, πούλησε, στον Λάτση, την έκταση στο Ελληνικό, με 92 € το τμ, ενώ το 2014 έλεγε ότι “αν υπογράψω ιδιωτικοποιήσεις στο Ελληνικό, τότε καλύτερα να ψηφίσετε Σαμάρα”, δεν δικαιούνται αυτός και η ηγετική ομάδα του ψευδεπώνυμου ΣΥΡΙΖΑ να ομιλούν, για την τωρινή εκλογική καταστροφή του κόμματος, που, φυσικά, πρόκειται να έχει και συνέχεια…

Μιλώντας, για “το στάδιο, στο οποίο δεν θα χρειάζεται να υπάρχουν αφεντικά και δούλοι, επειδή οι σαΐτες θα υφαίνουν μόνες τους”. Από αυτόν τον ορισμό του Αριστοτέλη, για το καθεστώς της ελεύθερης κοινωνίας (που νοείται ως αναρχική/αντιεξουσιαστική), στον μουτουαλισμό του Pierre-Joseph Proudhon και από την δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, που περίμενε ο John Maynard Keynes, στο σήμερα και στους μελλοντικούς καιρούς).

Αλέξης Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ : “Τους ζυγούς λύσατε”! Πήραν, χεράκι-χεράκι, την ελληνική κοινωνία και την παρέδωσαν, στην δεξιά. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι την έβγαλαν, από την προεπαναστατική κατάσταση, στον οποία βρισκόταν, κατά την περίοδο 2011-2015 και την οδήγησαν, στην υποταγή, στην ολιγαρχία. (Η δεξιά και η ολιγαρχία, τελικά, τους χρωστούν μεγάλη χάρη. Πολύ μεγάλη χάρη)…