1959 Οι Συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου 64 χρόνια μετά : Η άμυνα της ελληνικής κοινωνίας, απέναντι στο τουρκικό κράτος περνάει, φυσικά και από την Κύπρο, μετά την έμπρακτη διχοτόμηση του Ιουλίου - Αυγούστου του 1974 και την επακολουθήσασα εθνοκάθαρση. Και φυσικά, η συζήτηση, που πρέπει να διεξαχθεί, δεν μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι η Μεγαλόνησος έχει κρατικά μορφώματα, ενώ, ουσιαστικά, απαγορεύτηκε, στον πληθυσμό της, να ασκήσει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσής του.
Συνεχίζοντας την έκθεση των απόψεών μου, για την αναγκαία άμυνα της ελληνικής κοινωνίας, απέναντι, στο τουρκικό κράτος και τις ελίτ, που το διοικούν [δείτε το προηγούμενο άρθρο μου, σε αυτό, εδώ, το μπλογκ, με τίτλο : 1955 Από τα Σεπτεμβριανά, 68 χρόνια, μετά : Από την Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο, αρχίζει η άμυνα της ελληνικής κοινωνίας, απέναντι, στο τουρκικό κράτος. Μια συζήτηση, που πρέπει να γίνει, από την κοινωνία μας, την οποία συζήτηση επιθυμεί να μην διεξαχθεί η εντόπια ελίτ.], επαναλαμβάνω ότι αυτή η άμυνα περνάει, εκ των πραγμάτων, από την Κύπρο, παρά το γεγονός ότι - αλλά και εξ αιτίας αυτού - η αναγνωριζόμενη, ως, διεθνώς, νόμιμη “Κυπριακή Δημοκρατία”αφορά, εκ των πραγμάτων, την ελληνοκυπριακή διοίκηση και ως εκ τούτου, το λεγόμενο κυπριακό κράτος είναι ένα άλλο ελληνικό κράτος, ένα διαφορετικό κράτος, από το ελλαδικό, ενώ, με την έμπρακτη διχοτόμηση, που επιβλήθηκε, στην Μεγαλόνησο, με την τουρκική εισβολή και κατοχή του 37%, τον Ιούλιο - Αύγουστο του 1974, το τουρκικό κράτος έχει δημιουργήσει ένα τουρκικό κρατικό μόρφωμα, στην βόρεια Κύπρο.
Όπως έχω γράψει και στο, παραπάνω, αναφερόμενο άρθρο, οι Συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου του 1959, που ίδρυσαν το κυπριακό κράτος, ως μια μορφή τρισυπόστατης νεοαποικίας, ανάμεσα, στην Βρετανία, στην Ελλάδα και στην Τουρκία, δεν τέθηκαν, έστω, στην κρίση του κυπριακού πληθυσμού.
Αυτό το περίεργο και εντελώς, ιδιότυπο “κράτος”, το οποίο ιδρύθηκε και τελικά, τέθηκε, σε λειτουργία, στις 16/8/1960, ουδείς μπορεί, στα σοβαρά, να ισχυρισθεί ότι εμπίπτει, στον κλασικό αστικό ορισμό του Georg Jellinek, για το κράτος, το οποίο ο Γερμανός συνταγματολόγος ορίζει, ως την νομική προσωπικότητα του λαού, εξοπλισμένη, με πρωτογενή εξουσιαστική ισχύ, σε έναν ορισμένο γεωγραφικό χώρο, εντός του οποίου κατοικεί ο λαός.
Ως προς το αποκληθέν, ως κυπριακό κράτος, η ωμή αλήθεια είναι ότι :
Α) Ουδέποτε υπήρξε στόχος του κυπριακού πληθυσμού η δημιουργία αυτού του κράτους, που κατασκεύασαν οι Συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου, τις οποίες κατάρτισαν, τον Φεβρουάριο του 1959, οι Κωνσταντίνος Καραμανλής, Adnan Menderes, Ευαγγελος Αβέρωφ και Fatin Zorlu, υπό την επίβλεψη της Βρετανίας και εκ του μακρόθεν, των ΗΠΑ.
Β) Ο πληθυσμός της Κύπρου δεν είχε τα χαρακτηριστικά του λαού, δηλαδή δεν αποτελούσε ένα σύνολο προσώπων, που είχαν πολιτική εξουσία, ή ήταν συγκεντρωμένοι, σε εθνική, ή άλλη πολυεθνική, βάση, με κοινούς πολιτικούς στόχους και σκοπούς.
Γ) Ο πληθυσμός της Κύπρου - και αυτό είναι το κυριότερο όλων - δεν άσκησε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσής του. Αντίθετα, μάλιστα, οι Συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου καταρτίστηκαν, για να αποκλείσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης του πληθυσμού του νησιού.
Δ) Και “φυσικά”, ο κυπριακός πληθυσμός δεν κλήθηκε να εγκρίνει τις Συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου, οι οποίες, ωμότατα, του επεβλήθησαν.
Οι συμφωνίες της Ζυρίχης - Λονδίνου προέβλεπαν:
Ένα κυπριακό κράτος, με επίσημες γλώσσες, την ελληνική και την τουρκική, υπό την κηδεμονία της Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας, που εγγυώντο την ανεξαρτησία της “Κυπριακής Δημοκρατίας”, με το δικαίωμα να επεμβαίνουν από κοινού, ή το καθένα, χωριστά όταν, αυτή απειλείται.
Αποκλεισμός οποιασδήποτε, μερικής ή ολικής ένωσης του κυπριακού κράτους, με κάποιο άλλο, ενώ τα βασικά σημεία του κυπριακού συντάγματος, που είναι διατυπωμένα, με βάση τις αρχές των συμφωνιών, δεν είναι δυνατόν να τροποποιηθούν.
Σύστημα διακυβέρνησης της Κύπρου ορίστηκε η Προεδρική Δημοκρατία, με πρόεδρο Ελληνοκύπριο και αντιπρόεδρο Τουρκοκύπριο, εκλεγμένους, ο πρόεδρος, από τους ελληνικής καταγωγής κατοίκους και ο αντιπρόεδρος από τους τουρκικής καταγωγής κατοίκους του νησιού, ενώ και οι δυο έχουν το δικαίωμα του βέτο, για θέματα της εξωτερικής πολιτικής, των ενόπλων δυνάμεων, της ασφάλειας κλπ.
Η κυβέρνηση αποτελείται, από 7 Ελληνοκύπριους και 3 Τουρκοκύπριους.
Μια ενιαία Βουλή, όπου το 70% των εδρών θα το είχαν οι Ελληνοκύπριοι και το 30% οι Τουρκοκύπριοι με χωριστές ψηφοφορίες, εντός των κοινοτήτων. Επίσης, θα υπήρχαν δύο ακόμη βουλές, μία ελληνοκυπριακή και μία τουρκοκυπριακή, που θα αποφάσιζαν για τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και πνευματικά ζητήματα των δύο κοινοτήτων.
Οι μεγαλύτεροι δήμοι της Κύπρου θα διχοτομούνταν.
Η Κύπρος θα είχε στρατό 2.000 ανδρών, από τους οποίους, το 60% θα ήταν Ελληνοκύπριοι και το 40% Τουρκοκύπριοι. Ισος αριθμός ανδρών θα αποτελούσε και τα Σώματα Ασφαλείας, αλλά εδώ ο συσχετισμός θα ήταν 70% προς 30%, αντιστοίχως, με δύο αρχηγούς, έναν, από κάθε κοινότητα.
Η Βρετανία διατηρεί τις στρατιωτικές βάσεις της, στις περιοχές Ακρωτήρι, Επισκοπή, Παραμάλι, Δεκέλεια, Πέργαμος, Αγιος Νικόλαος και Ξυλοφάγου, καθώς και το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το λιμάνι της Αμμοχώστου και το αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Στο νησί θα στάθμευε τριμερές στρατηγείο Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, με ελληνική στρατιωτική δύναμη 950 ανδρών και τουρκική 650, για την εγγύηση της τήρησης των συμφωνιών.
Στη Ζυρίχη ο Καραμανλής και ο Menderes υπέγραψαν μια "συμφωνία κυρίων", που, ανάμεσα, στα άλλα, προέβλεπε ότι :
"Η Ελλάς και η Τουρκία θα υποστηρίξουν την είσοδο της Δημοκρατίας της Κύπρου, εις το ΝΑΤΟ. Η εγκατάστασις βάσεων του ΝΑΤΟ, εις την Νήσον, ως και η σύνθεσις αυτών, εξαρτάται, εκ συμφωνίας των δύο κυβερνήσεων. Συνεφωνήθη, μεταξύ των δύο Πρωθυπουργών ότι θα παρέμβουν, παρά τω Προέδρω και Αντιπροέδρω της Δημοκρατίας της Κύπρου, αντιστοίχως, επί τω σκοπώ, όπως τεθούν, εκτός νόμου, το Κομμουνιστικόν Κόμμα και η κομμουνιστική δράσις”.
Οι διαπραγματεύσεις, μεταξύ Καραμανλή - Menderes και Αβέρωφ - Zorlu, ήσαν σύντομες, ήτοι, από τις 5, έως τις 11 Φεβρουαρίου του 1959, στην Ζυρίχη και ως πρότυπο χρησιμοποιήθηκε η Συνθήκη Ιδρύσεως της Αυστρίας, σύμφωνα με την οποία, στο άρθρο 4, η Αυστρία υποχρεωνόταν να μην συνενωθεί, με την Γερμανία.
Το τραγικό είναι ότι, στις 11/2/1959, την ημέρα της υπογραφής τη συμφωνίας της Ζυρίχης, ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, δήλωνε ότι : "Η ημέρα αυτή ανήκει, εις τας ευτυχεστέρας ημέρας της ζωής μου και θα αποτελέση σταθμόν, εις την ιστορίαν της Κύπρου. Εις την Ζυρίχην, εθέσαμεν, με τον πρωθυπουργό της Τουρκίας κ. Μεντερές, τας βάσεις, διά την επίλυσιν ενός εκ των δυσκολοτέρων διεθνών ζητημάτων. Εσχεδιάσαμεν λύσιν, διά της οποίας αποδίδεται, μετά μακραίωνα δουλείαν, εις τον Κυπριακόν Λαόν, η ελευθερία του. Εξ άλλου, διά της ευτυχούς επιλύσεως του Κυπριακού προβλήματος, αποκαθίσταται η φιλία και η συνεργασία, μεταξύ Ελλάδος, Τουρκίας και Αγγλίας".
Οι εξελίξεις, όμως, με καθοριστική και προσδιοριστική ευθύνη του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τον οποίο η Ουάσινγκτων είχε, στο χέρι [δείτε το παλαιό δημοσίευμά μου, σε αυτό, εδώ το μπλογκ, με τίτλο : Από το 1942, στο 2019 : Το ελληνικό αστικό πολιτικό σύστημα, ανάμεσα στον κατοχικό δωσιλογισμό και στην διεκπεραίωση των εντολών της Ουάσινγκτων. (Η περίπτωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και ο Max Merten, κάτω από το αποκαλυπτικό φως των ντοκουμέντων της CIA)], πήραν τον δρόμο τον κακό, από την στιγμή, που δεν υπήρξε και αποκλείστηκε η λύση της αυτοδιάθεσης του κυπριακού πληθυσμού.
Έτσι, από το 1956, ο μακροπρόθεσμος στρατηγικός στόχος της Άγκυρας ήταν η ανατροπή της πληθυσμιακής αναλογίας μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων της Κύπρου.
“Η σημερινή αναλογία δεν μπορεί να ισχύει για πάντα”, έγραφε στις εκθέσεις του, τότε, ο Τούρκος συνταγματολόγος Ismail Nihat Erim, τις οποίες συνέταξε, κατόπιν οδηγιών του, τότε, πρωθυπουργού της Τουρκίας, Adnan Menderes. Η πολιτική του μαζικού εποικισμού προβλεπόταν στην “συμφωνία”, που συνήψε, με την Τουρκία, το 1975, το “Τουρκικό Ομόσπονδο Κράτος της Κύπρου”, υπό τον Rauf Denktas, ο οποίος είχε δηλώσει, τότε, ότι “Χρειαζόμαστε έναν πληθυσμό 200.000, το συντομότερο δυνατόν” .
Δι’ αυτού του τρόπου, με τον εποικισμό, που είναι έγκλημα πολέμου, για το οποίο η κατοχική δύναμη, δηλαδή το τουρκικό κράτος, δεν έχει, μέχρι σήμερα, τιμωρηθεί, και αποτελεί μια σοβαρή πτυχή του κυπριακού, φθάσαμε, στα τωρινά πληθυσμιακά δεδομένα, στην Κύπρο.
Ας δούμε, τώρα, αυτά τα εθνοτικά πληθυσμιακά δεδομένα του 1960, καθώς και την διαφοροποίησή τους, μετά την εθνοκάθαρση του 1974 (την οποία, σιωπηρώς και ατύπως, αλλά, δυστυχώς, έμπρακτα, απεδέχθη, υπό το βάρος της ήττας της, στα πεδία των μαχών, η ελληνική πλευρά) και την συστηματική πολιτική της Άγκυρας, που συνίσταται, στην εγκατάσταση εποίκων, στην βόρεια Κύπρο.
Το 1960, ο ελληνοκυπριακός πληθυσμός, στο νησί, έφθανε, στον αριθμό των 450.000. Τώρα, μετά την εθνοκάθαρση του 1974, ο πληθυσμός, στην νότια Κύπρο έφθανε, το 2021, στους 918.100 κατοίκους. Το συνολικό ΑΕΠ φθάνει, το 2023, στα 49,857 δισεκ. $ και το, κατά κεφαλήν, ΑΕΠ, στα 54.611 $ (οι υπολογισμοί γίνονται, σε μονάδες ισοτιμίας αγοραστικής δύναμης).
Ο τουρκοκυπριακός πληθυσμός, σύμφωνα με στοιχεία της έγκυρης απογραφής του 1960, έφθανε, στα 102.000 άτομα, ενώ, μετά την εθνοκάθαρση του 1974, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2015, οι κάτοικοι της βόρειας Κύπρου, που κατάκτησε ο τουρκικός στρατός, έφθασαν τους 313 χιλιάδες, με συνολικό υπολογιζόμενο ΑΕΠ, στα 4,040 δισεκ. $, ενώ το υπολογιζόμενο, κατά κεφαλήν, ΑΕΠ έφτασε, στα 15.009 $, αν και τα οικονομικά μεγέθη είναι, απολύτως, αβέβαια. Η ουσία βρίσκεται, στο γεγονός της δημογραφικής αλλοίωσης των κατοίκων του νησιού, στην βόρεια Κύπρου, αφού οι Τουρκοκύπριοι υπολογίζονται, στους 150.000, ενώ όλοι οι άλλοι είναι έποικοι.
Συνολικά, στην Κύπρο υπολογίζεται να ζουν, πάνω, από 1.200.000 άνθρωποι.
Υπό το φως αυτών των ιστορικών γεγονότων, ερχόμαστε, στο ξεκίνημα του παρόντος άρθρου, δηλαδή, στον Γεώργιο Σεφέρη, που πίστευε στην λύση της αυτοδιάθεσης του κυπριακού πληθυσμού και η οποία οδηγούσε στην Ένωση της Κύπρου, με την Ελλάδα και αντιτάχθηκε, στην ψευδεπίγραφη λογική της “ανεξαρτησίας” της Κύπρου, προτείνοντας μια μεταβατική προσωρινή λύση, με την αποδοχή, ακόμη και του σχεδίου του, τότε, Βρετανού πρωθυπουργού Harold McMillan, το οποίο προέβλεπε τον επταετή “συνεταιρισμό” Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας, στην διοίκηση του νησιού, που θα παρέμενε, υπό βρετανική κυριαρχία και ως εναλλαγή, ο Γεώργιος Σεφέρης πρότεινε την παραχώρηση, στην Κύπρο, “καθεστώτος κτήσεως” (Dominium State), που θα τελούσε, για ένα διάστημα, υπό την αιγίδα του Λονδίνου και της Κοινοπολιτείας, προτάσεις που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ευάγγελος Αβέρωφ απέρριψαν.
Ως εκ τούτου, ο Γεώργιος Σεφέρης απέρριπτε τους όρους της Συνθήκης Ζυρίχης - Λονδίνου, για την “ανεξαρτησία” της Κύπρου και φυσικά, τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις της λεγόμενης Συνθήκης Συμμαχίας, αφού «βάλαμε την υπογραφή μας κάτω από τόσα δικαιώματα της Τουρκίας» και επέμενε ότι το σχέδιο McMillan θα ήταν προτιμότερο, ως μια προσωρινή λύση.
Για τον λόγο αυτόν, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (για τον οποίο η Κύπρος, πάντοτε, βρισκόταν μακρυά, από τον ελλαδικό χώρο) και ο Ευάγγελος Αβέρωφ απομάκρυναν τον Γεώργιο Σεφέρη, από οποιαδήποτε ανάμειξη, στις διαπραγματεύσεις, για το Κυπριακό, τουλάχιστον, από τον Δεκέμβριο του 1958.
Ο Γιώργος Σεφέρης, ορθώς, απέρριπτε τους όρους της Συνθήκης Ζυρίχης - Λονδίνου.
52 χρόνια, από τον θάνατό του και με το σημερινό αδιέξοδο, στην Κύπρο, η θέση του Γιώργου Σεφέρη ότι η Τουρκία έχει, ως σταθερό στόχο, την διχοτόμηση, έχει δικαιωθεί, ήδη, από το αιματηρό καλοκαίρι του 1974 και συνεχίζει να δικαιώνεται.
Αλλά, τώρα, πλέον, ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω. Αυτό το γεγονός, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να υπάρξουν πολύ σημαντικοί στόχοι, που να μπορούν να επιτευχθούν. Υπάρχουν. Ας τους δούμε :
Α) Απαραίτητο είναι να σταματήσει η κατοχή της Κύπρου, από τον τουρκικό στρατό, ο οποίος πρέπει, με οποιονδήποτε τρόπο, να απομακρυνθεί, από το νησί.
Β) Πρέπει οπωσδήποτε να απομακρυνθούν οι έποικοι, που εγκαταστάθηκαν, στο νησί, μετά την κατάκτηση του 37% του κυπριακού εδάφους, από τον τουρκικό στρατό.
Γ) Πρέπει να πραγματοποιηθεί η αναστροφή της εθνοκάθαρσης, που πραγματοποιήθηκε, μετά την τουρκική εισβολή του καλοκαιριού του 1974.
Δ) Πρέπει ο κυπριακός πληθυσμός και ιδιαίτερα, οι δύο αναγνωρισμένες, ήδη, από τις ολέθριες Συνθήκες Ζυρίχης - Λονδίνου, εθνικές οντότητες του νησιού, που συγκρατούν δύο χωριστούς λαούς (τον ελληνοκυπριακό και των τουρκοκυπριακό), στο νησί, να ασκήσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και φυσικά, να αποφασίσουν, για τις σχέσεις, μεταξύ τους, σε ελεύθερη βάση και χωρίς την καταπιεστική παρουσία εξωκυπριακών παραγόντων, οι οποίοι, μόνο, κακό έκαναν, στον κυπριακό πληθυσμό.
Αυτά είναι τα ζητήματα, τα οποία θα πρέπει να απασχολήσουν και να συζητηθούν, εντός των πλαισίων της ελληνικής κοινωνίας, της οποίας, όπως έχω προαναφέρει, η άμυνα, απέναντι στο τουρκικό κράτος, περνάει από την Κύπρο. Μια τέτοια εκτεταμένη συζήτηση πρέπει να διεξαχθεί, φυσικά, μακριά, από την καθοδήγηση και την ποδηγέτηση της εντόπιας ελίτ και του κατεστημένου πολιτικού κόσμου της δεξιάς, του κέντρου και της αριστεράς.
Αντιλαμβάνομαι ότι η διεξαγωγή μιας τέτοιας συζήτησης είναι, εξαιρετικά, δυσχερής και φαίνεται αδύνατον να διεξαχθεί. Δεν παραβλέπω τις δυσχέρειες, που είναι πραγματικές και υπαρκτές, αλλά έχω σταθερή την πεποίθηση ότι η διεξαγωγή της, μέσα στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας, μπορεί, μακροπρόθεσμα, να διεξαχθεί.
Φυσικά, αυτή η συζήτηση, εφόσον διεξαχθεί, θα πρέπει να λάβει υπόψη της και το γεγονός ότι, στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου του 2004, η ελληνοκυπριακή κοινότητα, με ποσοστό 76%, αποφάσισε, απορρίπτοντας το σχέδιο Annan, ότι δεν επιθυμεί έναν καινούργιο συνεταιρισμό, με τον τουρκικό πληθυσμό που κατοικεί, στην βόρεια Κύπρο.
Ως εκ τούτου, η απόφαση αυτή δεν μπορεί να αγνοηθεί, καθιστώντας τα δεδομένα, ακόμη περισσότερο πολύπλοκα, από όσο είναι. Όμως, η αναγκαιότητα της διεξαγωγής αυτής της συζήτησης, δεν αναιρείται, από τις πολύπλοκες και ποικίλες δυσχέρειες, που υφίστανται.
Και φυσικά, η ελληνοκυπριακή κοινωνία θα πρέπει και αυτή να δει το τί πρέπει να πράξει, χωρίς την πίεση ενός άγχους και με την απαραίτητη υπομονή.
Σχόλια