Από το 2014 και την Κριμαία, στο 2022 και την Ουκρανία και από εκεί, στο 2030 και την Κίνα. Θα καταφέρει η Δύση να ανακόψει την ραγδαία κινεζική άνοδο; (Ρίχνοντας, όμως, την Μόσχα, στην αγκαλιά του Πεκίνου, οδηγείται, προς το αντίθετο αποτέλεσμα).
Πολύ απλά, το άμεσο και προφανώς, επιτακτικό καθήκον της Δύσης, ως συνόλου και ειδικότερα, της Ουάσινγκτων, εντοπίζεται, στο γεγονός ότι αποτελεί, γι’ αυτήν, ζήτημα επιβίωσης η ανατροπή των δυσμενών μέσο μακροπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων οικονομικών εξελίξεων, στην παγκόσμια σκηνή, που μεταφράζονται και σε μια αναμενόμενη αντίστοιχη και κολοσσιαία ανακατανομή της αυξανόμενης ισχύος, σε επίπεδο τεχνολογίας και στρατιωτικών δυνάμεων, με την κυοφορούμενη πρωτοκαθεδρία της κομμουνιστικής/εθνικιστικής Κίνας, μια πρωτοκαθεδρία, την οποία το στρατηγικό συμφέρον της Δύσης επιτάσσει, το συντομότερο δυνατόν, να ανακοπεί.
Αυτή η αδήριτη αναγκαιότητα καθιστά τις μέλλουσες εξελίξεις πολύ δυσοίωνες, αφού οι εξελίξεις αυτές οδηγούνται, σε κάκιστες ατραπούς, που θέτουν, επί τάπητος, το ζήτημα του κινδύνου δημιουργίας πολλών περιφερειακών πολεμικών συγκρούσεων, που, πολύ εύκολα, μπορούν να μετατραπούν, σε πυρηνικές και να γενικευθούν, σε έναν καταστροφικό παγκόσμιο πόλεμο.
Όπως πολλές φορές έχω γράψει, στο παρελθόν [δείτε τα παλαιότερα δημοσιεύματα, που, ενδεικτικά, έχω πραγματοποιήσει, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλους : Κίνα : Μια αναλυτική επισκόπηση των στρατηγικών ανοησιών των αμερικανικών ηγεσιών, από το 1990, έως το 2008. (Όταν ενθαρρύνεις την είσοδο μιας χώρας με συγκεντρωτικό κεντρικό σχεδιασμό, στην παγκοσμιοποιητική διαδικασία, είναι πολύ φυσικό και απολύτως αναμενόμενο να την πατήσεις)... και 2015 - 2019 Κίνα - Η.Π.Α. - Δύση - Ρωσία - Ινδία : Μια αποτίμηση της δυναμικής κινεζικής ανόδου, μέσα από την εξέλιξη των αμείλικτων πραγματικών οικονομικών μεγεθών. (Η αμερικανική αδυναμία οδηγεί την Δύση, σε φαινόμενα ενδοφαγίας και στην αυξανόμενη πιθανότητα ενός αιφνιδιαστικού πλανητικού πολέμου). και Μια διεξοδική ανάλυση των στρατηγικών σφαλμάτων της Δύσης. [Η.Π.Α. - Ρωσία - Κίνα : Ο τριπολικός νέος Ψυχρός Πόλεμος, οι σύγχρονες γεωπολιτικές ισορροπίες στην παγκόσμια νήσο (Heartland και Rimland) και οι άμεσοι κίνδυνοι]. και Αντικρίζοντας το μέλλον, από την δεκαετία του 2010, προς την δεκαετία του 2040 : Οι ρωγμές στην πλανητική κυριαρχία των Η.Π.Α., η εσφαλμένη γεωστρατηγική εχθρότητα της Δύσης προς την Ρωσία και η επιταχυνόμενη πορεία της Κίνας, προς την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία.], η ξέφρενη πορεία της κινεζικής οικονομικής και στρατιωτικής ανόδου, στο παγκόσμιο στερέωμα, οδηγεί, αναπόφευκτα, στον παραγκωνισμό της Δύσης, στο πεδίο της παγκόσμιας κυριαρχίας και φυσικά, στην επικράτηση του Πεκίνου, μέσα σε λίγες δεκαετίες, ως παγκόσμιου ηγεμονικού παράγοντα, που θα έχει υπερσκελίσει τις ΗΠΑ και την Δύση.
Αυτή η διαδικασία, που ξεκίνησε, από την ανόητη ενέργεια της Ουάσιγκτων να εντάξει την κινεζική οικονομία, στην διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, κατά την δεκαετία του 1990, όπως γίνεται αντιληπτό, πλησιάζει στα όρια της και γι’ αυτό η δεκαετία, που διανύουμε - η δεκαετία του 2020 -, πρόκειται να είναι κρίσιμη, για την πορεία που θα πάρουν τα πράγματα, σε επίπεδο παγκόσμιων εξελίξεων.
Η Ουάσινγκτων και οι δυτικές πρωτεύουσες έχουν εισέλθει σε μία επίμονη και απέλπιδα, πιθανότατα, προσπάθεια να αντιστρέψουν τις εξελίξεις, που προανέφερα και να υπερασπιστούν την πρωτοκαθεδρία της Δύσης, στον πλανήτη, έτσι όπως ξεκίνησαν να πράττουν, από την εποχή της εισβολής της Ρωσίας της στην Γεωργία, τον Αύγουστο του 2008, που οδήγησε την κυβέρνηση του George Bush jr, στο να επιτρέψει την πραγματοποίηση της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης, στην Νέα Υόρκη, με αφορμή την κατάρρευση της Lehmann brothers και την παγκόσμια ύφεση, που ακολούθησε και η οποία τράνταξε συθέμελα, την διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, μέσα από την οποία η Κίνα οδηγήθηκε σε μια παρατεταμένη εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη, η οποία, το 2014, κατέστησε το Πεκίνο την πρώτη οικονομία, στον κόσμο, σε επίπεδο Α.Ε.Π. σε όρους αγοραστικής δύναμης και βοήθησε, επίσης, στην ανόρθωση της κλυδωνιζόμενης μετασοβιετικής Ρωσίας, η οποία επούλωσε όσο μπορούσε τις τεράστιες πληγές και απορρόφησε τους καταστροφικούς κραδασμούς, που υπέστη, μετά την πτώση της “Σοβιετικής Ένωσης”.
Τώρα, ο πόλεμος, στην Ουκρανία, παρέχει την δυνατότητα, στην Δύση, με επικεφαλής την Ουάσινγκτων, να δώσει ένα δυνατό και πιθανώς ίσως, αποτελεσματικό κτύπημα, σε αυτήν τη διαδικασία, η οποία έχει καταστεί, εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία, ανεπιθύμητη, για το δυτικό στρατόπεδο, το οποίο, όπως έχω γράψει, πολλές φορές, σε ελάχιστες δεκαετίες, εάν τα πράγματα παραμείνουν, ως έχουν σήμερα, οδηγείται στο να βρεθεί πολύ μακριά πίσω, από την Κίνα, η οποία θα απαιτήσει να αναλάβει τα ηνία της παγκόσμιας ηγεμονίας, μέσα από μια συμμαχία με την πουτινική και την μεταπουτινική Ρωσία.
Δυστυχώς, για την Δύση, οι προβλεπόμενοι αριθμοί, που αφορούν τις εξελίξεις, μέχρι, τουλάχιστον, το 2050, είναι αποκαρδιωτικοί. Το πώς αυτό μπορεί να ανατραπεί, είναι σαφές, αλλά η Ουάσινγκτον και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες πράττουν ό,τι μπορούν, για να το αποφύγουν.
Αυτό που θα μπορούσε να ανατρέψει την παρούσα κατάσταση στην δυναμική προοπτική της, κατά τις επόμενες δεκαετίες, είναι μια συμμαχία με την Ρωσία. Αυτή η συμμαχία, όμως τελικά, δυναμιτίστηκε, από τα έργα των Δυτικών, οι οποίοι, πάση θυσία, επιδίωξαν να φέρουν την Ουκρανία στην δική τους σφαίρα επιρροής και άμεσου ελέγχου, μέσα από την ένταξή της, στο ΝΑΤΟ και την ανάπτυξη βαρειών νατοϊκών οπλικών συστημάτων, στο έδαφος της χώρας αυτής, με τα οποία οπλικά συστήματα θα μπορεί η Βορειοατλαντική Συμμαχία να κτυπήσει την Μόσχα, γοργά και άμεσα, φθάνοντας, πιθανότατα, στο επίπεδο της δυνατότητας να καταφέρουν, με ένα καίριο πρώτο πλήγμα, να καταστρέψουν το ίδιο το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας.
Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτό, σε καμία περίπτωση, από την ρωσική ηγεσία, η οποία, εάν το αποδεχόταν, θα καθίστατο ένας όμηρος, στα χέρια των Δυτικών και θα εξέπιπτε, στο επίπεδο μιας απλής και εξαρτώμενης περιφερειακής δύναμης, της οποίας οι κινήσεις θα ήσαν δεδομένες, προβλεπόμενες και ελεγχόμενες, από την Ουάσιγκτων και τους εταίρους της.
Ως εκ τούτου, η Δύση, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, ώθησε τα πράγματα, στο σημείο να οδηγηθεί η Μόσχα του προέδρου Πούτιν, στην απόφαση να εισβάλει, στην Ουκρανία και να επιχειρήσει την διχοτόμηση της χώρας αυτής και την εξασφάλιση της επιρροής της Μόσχας, μέσα από την ουδετεροποίηση του όποιου κομματιού της δυτικής Ουκρανίας θα απομείνει - εάν απομείνει - στους Ουκρανούς, μετά την λήξη του πολέμου, η οποία, όσο και αν καθυστερεί, είναι δεδομένη, ως προς το αποτέλεσμά της, αφού ο τελικός νικητής πρόκειται να είναι η Ρωσία και η ουκρανική ηγεσία θα υποχρεωθεί να συνθηκολογήσει και πιθανόν, μάλιστα, είναι ένα μεγάλο μέρος της να δικαστεί, από κάποιο ρωσικό ειδικό δικαστήριο. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν πρόκειται να κάνει πίσω, σε καμμία περίπτωση. Είναι αδίστακτος και δεν υπάρχει τίποτε, που να μπορεί να τον σταματήσει, από το να επιτύχει τους αντικειμενικούς στόχους του.
Με δεδομένο το γεγονός, όμως, ότι ο ουσιαστικός και πραγματικά, επικίνδυνος αντίπαλος της Δύσης είναι η Κίνα, αυτό που συμβαίνει, τώρα, στην Ουκρανία, είναι, για την Δύση, ρεαλιστικά μιλώντας, αυτοκτονικό. Η αντιπαλότητα της Δύσης, με την Ρωσία, οδηγεί την Ουάσινγκτων, σε εσφαλμένη στόχευση, διότι, προφανώς, η αμερικανική ηγεσία έχει σχηματίσει την άποψη ότι είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει τους επερχόμενους κινδύνους αντιπαρατιθέμενη και με τις δύο αυτές υπερδυνάμεις (δηλαδή την Ρωσία και την Κίνα, τις οποίες θέλει να βλέπει, ως απλές περιφερειακές δυνάμεις), αν και οι νηφάλιες σκέψεις, που θα έπρεπε να επικρατούν, στο αμερικανικό βαθύ κράτος, οδηγούν, στο αβίαστο συμπέρασμα ότι, δηλαδή αυτός ο σχεδιασμός, όντας υπερβολικά αισιόδοξος, είναι μη επιτεύξιμος και ως εκ τούτου, μη ρεαλιστικός.
Με τον τρόπο αυτόν, η Ουάσινγκτων καταφέρνει να πλήξει τα ευρυτέρα συμφέροντά της, αφού οδηγεί την Ρωσία Βλαντιμίρ Πούτιν στην αγκαλιά της Κίνας του Σι Τζινπίνγκ. Έτσι, ακόμη και αν καταφέρει να αποδιαρθρώσει το σημερινό επίπεδο της παγκοσμιοποίησης, έστω και αν επιβραδύνει τους ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας, η ελίτ, που διοικεί το Πεκίνο, κατέχει την απαραίτητη και εμπλουτιζόμενη υψηλή τεχνολογία, που πρόκειται να την οδηγήσει, σε υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, με την ραγδαία επέκταση της εσωτερικής αγοράς της και να διατηρήσει το χαμηλό κόστος της παραγωγής της, που κατευθύνεται, στις ξένες αγορές, προσθέτοντας την Ρωσία, ως έναν φθηνό προμηθευτή της ενέργειας, την οποία έχει ανάγκη η κινεζική οικονομία, που δεν διαθέτει τις απαραίτητες πλουτοπαραγωγικές πηγές, αλλά και ως έναν σημαντικό εμπορικό εταίρο, ο οποίος, σε πυρηνικό στρατιωτικό επίπεδο, μπορεί να της παράσχει, βραχυπρόθεσμα και μεσομακροπρόθεσμα, την χρειαζούμενη πυρηνική ομπρέλα και προστασία, από την αμερικανική στρατιωτική απειλή.
Έτσι ό,τι είναι να κάνει η Δύση, για να αποφύγει τον μεσομακροπρόθεσμο παραγκωνισμό της, από την Κίνα, πρέπει να το κάνει, μέσα, στην τρέχουσα δεκαετία. Αλλά αυτά, που κάνει, εάν εξακολουθήσει να επιμένει στο να τα διαπράττει, οδηγούν, σε αντίθετα αποτελέσματα, τα οποία θα καταστούν καταστροφικά, όσο οι δυτικές ηγεσίες δεν αλλάζουν την εφαρμοζόμενη πολιτική τους, που βασίζεται, στον πειθαναγκασμό και την περικύκλωση της Ρωσίας, η οποία βλέπει, πλέον, την Δύση, ως εχθρό της.
Ως εκ τούτου, οι μήνες και τα χρόνια, που έρχονται προβλέπονται να είναι κάτι το βαθειά σκοτεινό.
Σχόλια
Από πλευράς της αυτοαποκαλούμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι φόβοι που κυριαρχούν εκεί, αφορούν την ρωσική απειλή.