2008 - 2022 : Ο πόλεμος, στην Ουκρανία και η αύξουσα επιτάχυνση της αποδιοργάνωσης της παγκοσμιοποίησης. Η Δύση μεταξύ σφύρας και άκμονος. Αρχικός στόχος η Ρωσία και στο βάθος, η Κίνα.
Ενώ ο πόλεμος, στην Ουκρανία, προχωρεί, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αποτελεί έναν νέο ενδιάμεσο κρίκο, στην προσπάθεια των ΗΠΑ να τελματώσουν και να αποδιοργανώσουν την πολύπλοκη και πολυσύνθετη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, την οποία, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ξεκίνησε η Ουάσινγκτων, εντάσσοντας, μέσα σ’ αυτήν, και την Ρωσία της μετασοβιετικής εποχής, αλλά κυρίως και αφρόνως, την Κίνα, η οποία εξακολουθεί, πάντα, να διοικείται, από το στιβαρό χέρι της ηγεσίας του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Όπως πολλές φορές έχω γράψει, στο παρελθόν, όλα ξεκίνησαν, όταν το βαθύ αμερικανικό κράτος πήρε την απόφαση, τον Σεπτέμβριο του 2008, εξ αιτίας της εισβολής της Ρωσίας, στην Γεωργία και της μακροχρόνιας και εκρηκτικής οικονομικής ανόδου της Κίνας, να αφήσει την χρηματιστηριακή αγορά, στην Νέα Υόρκη, να ξεφουσκώσει και να οδηγήσει, σε μια βαθιά οικονομική ύφεση, η οποία η αλήθεια είναι ότι ουδέποτε, έως τώρα, έχει, ουσιαστικά, αντιμετωπιστεί. Η κρίση στην ευρωζώνη, που ακολούθησε, με κύριο πείραμα την μνημονιακή Ελλάδα, από το 2010, μέχρι τις ημέρες μας, υπήρξε το δεύτερο βήμα, για την επιβράδυνση της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης, ενώ η αλήθεια είναι ότι η αμερικανική ηγεσία, ή μάλλον οι αμερικανικές ηγεσίες, από το 2008 και μετά, αντιλήφθηκαν το σφάλμα, που έκαναν, εισάγοντας την Κίνα, στην όλη διαδικασία. Και φυσικά, αποφάσισαν και προσπαθούν να επανορθώσουν αυτό το σφάλμα, μέσα από την εισαγωγή της διαδικασίας του ξεφουσκώματος της παγκοσμιοποίησης και την δημιουργία δύο κόσμων, οι οποίοι θα έχουν μια αποσύνδεση, στις, μεταξύ τους, οικονομικές σχέσεις.
Η αλήθεια είναι ότι αυτή η προσπάθεια έχει τις δυσκολίες της, οι οποίες δεν είναι λίγες, ούτε μικρές. Για τον λόγο αυτόν, μετά την περίφημη υγειονομική κρίση του 2020, η οποία, επίσης, δεν έχει λήξει, ήλθε, τώρα, στην επιφάνεια, ο ουκρανικός πόλεμος, προκειμένου η διαδικασία της αποδιοργάνωσης της παγκοσμιοποίησης να λάβει ένα μεγαλύτερο βάθος και μια ταχύτατη εξέλιξη, η οποία είναι παρούσα και πρόκειται να βαθύνει, ακόμη περισσότερο.
Ο αρχικός στόχος, βέβαια, είναι η Ρωσία, η οποία θέλει να επανακάμψει, στο διεθνές προσκήνιο, ως παγκόσμια υπερδύναμη, παρά το γεγονός ότι το μέγεθος της οικονομίας της δεν της επιτρέπει να έχει τέτοιες φιλοδοξίες. Βέβαια, η γοργή εξάρτηση της παγκόσμιας και ιδιαίτερα, της ευρωπαικής οικονομίας, από τις ρωσικές εξαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου, έφερε την Ρωσία, σε μία θέση ισχύος, η οποία φαίνεται, τώρα, με τον πόλεμο, στην Ουκρανία, αλλά αυτή η κατάσταση δεν αποθάρρυνε την Ουάσινγκτων και τις πρωτεύουσες της αυτοαποκαλούμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης να προβούν, σε σκληρά μέτρα κυρώσεων, σε βάρος της ρωσικής οικονομίας, παρά το γεγονός ότι η Δύση πληρώνει και πρόκειται να πληρώσει, ακόμη περισσότερο, το κόστος αυτών των κυρώσεων.
Το πρώτο μέτρο, που χρησιμοποίησε η Δύση, είναι η δέσμευση των διαθεσίμων συναλλαγματικών αποθεμάτων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας, τα οποία βρίσκονται στον χώρο των δυτικών χώρων· ένα κόστος το οποίο πιθανόν να κοστίσει κάτι παραπάνω των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων των συνολικών συναλλαγματικών αποθεμάτων, που έχει η Μόσχα, στο εξωτερικό.
Το δεύτερο μέτρο αφορά την πρωτοφανή δήμευση των περιουσιών της ρωσικής ολιγαρχίας, στις δυτικές χώρες, λόγω της προσπάθειας της Ουάσινγκτων και της λεγόμενης Ευρώπης να ωθήσει την άρχουσα τάξη, στην Ρωσία, σε μια προσπάθεια απομάκρυνσης του Βλαντιμίρ Πούτιν, από την εξουσία και φυσικά, τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, την οποία η Δύση απαιτεί να ενσωματώσει, στους ευρωατλαντικούς θεσμούς.
Αλλά όσον αφορά την εισαγωγή φυσικού αερίου και πετρελαίου, στην Δύση, εάν εξαιρέσουμε την Ουάσινγκτων (η οποία απαγόρευσε, κάθε τέτοιου είδους συναλλαγή, με την Ρωσία), η αυτοαποκαλούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τόλμησε να προχωρήσει, στην απαγόρευση αυτού του είδους των συναλλαγών. Αυτό συνέβη, απλούστατα, επειδή οι ευρωπαϊκές οικονομίες δεν μπορούν να απεξαρτηθούν, από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο της Ρωσίας. Όπως κατέστησε σαφέστατο η γερμανική κυβέρνηση, η οικονομία της χώρας της θα παύσει να κινείται, εάν υπάρξει διακοπή της εισροής των ρωσικών υδρογονανθράκων, από τους οποίους εξαρτάται, κατά, τουλάχιστον, 35%.
Κάπως έτσι, οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όχι, μόνον, χρηματοδοτούν τον πόλεμο της Ρωσίας, στην Ουκρανία, αλλά και πρόκειται να ενισχύσουν τα περισσεύματα του ρωσικού ισοζυγίου πληρωμών, από την μείωση των εισαγωγών, στις συναλλαγές της Ρωσίας, στο διεθνές εμπόριο.
Ακόμη χειρότερα, για την Δύση, είναι το απλούστατο γεγονός ότι δεν υπάρχει καμμία πιθανότητα, πλέον, για ένταξη της Ουκρανίας, στο ΝΑΤΟ, αφού αυτό, που πρόκειται να παραμείνει, ως ουκρανικό έδαφος και κράτος, μετά τον πόλεμο, θα είναι επιτηρούμενο, από την Ρωσία και τις ένοπλες δυνάμεις της Μόσχας.
(Άλλωστε και το εμφανιζόμενο, ως 50σέλιδο σχέδιο συμφωνίας των 15 σημείων, το οποίο παρουσίασαν, αποσπασματικά, χθες, οι Financial Times, προϋποθέτει ότι η Ουκρανία θα μείνει, οριστικά, εκτός ΝΑΤΟ και ότι θα αποστρατιωτικοποιηθεί, έχοντας μειώσει, δραστικά, τις στρατιωτικές δυνάμεις της, χωρίς, περαιτέρω, διευκρινήσεις, οι οποίες δεν υπάρχουν, επειδή τα υπόλοιπα σημεία του αναφερόμενου, ως σχεδίου συμφωνίας - πέραν από τις ζητούμενες εγγυήσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, μαζί με την απόσυρση των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων, από τα ουκρανικά εδάφη, τις οποίες επιθυμεί, διακαώς, η ουκρανική κυβέρνηση - πρόκειται να είναι οδυνηρά, για το καθεστώς Ζελένσκι, αν και θεωρώ ότι αυτή η ουκρανική εκδοχή του εμφανιζόμενου, ως σχεδίου συμφωνίας, δεν πρόκειται να γίνει δεκτή, από τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την ρωσική ηγεσία, αφού η μόνη εγγυήτρια δύναμη, που θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή και ως στρατιωτική ειρηνευτική δύναμη, από την Ρωσία, είναι ο εαυτός της και καθόλου, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, που δεν φαίνονται να επιθυμούν να στείλουν δική τους ειρηνευτική δύναμη, στα ουκρανικά εδάφη, όσο υπάρχουν εκεί ρωσικά στρατεύματα. Γι' αυτό, άλλωστε και η Ουάσινγκτων δεν ενέκρινε την αποστολή μαχητικών αεροσκαφών, "σοβιετικής" κατασκευής, παρά την μεγάλη συζήτηση, που είχε γίνει, αρχικά, για το ζήτημα αυτό και τούτο επειδή ο πρόεδρος Jo Biden δεν αποτόλμησε μια τέτοια ενέργεια, λόγω του φόβου της πολεμικής αναμέτρησης, με την Ρωσία).
Το ίδιο συμβαίνει και ως προς το αίτημα της ουκρανικής κυβέρνησης, για την ένταξη της χώρας της, στην αυτοαποκαλούμενη Ευρωπαϊκή Ενωση, το οποίο παραπέμφθηκε, στο αόριστο μέλλον.
Αλλά, ουσιαστικά, η Δύση έχει μείνει μόνη της, στις κυρώσεις που επέβαλε εναντίον της Ρωσίας. Έτσι η Κίνα, η Ινδία, ακόμη και η Σαουδική Αραβία και κάποια από τα κράτη του αραβικού κόσμου, αρνούνται να ευθυγραμμιστούν, με την Δύση και να διαταράξουν την σχέση τους, με την Ρωσία, με την οποίαν, άλλωστε, οι Σαουδάραβες ασκούν συγκυριαρχία και κηδεμονία, στον OPEC.
Στην πραγματικότητα, όλες οι κινήσεις της Δύσης, μέσω των κυρώσεων, καταλήγουν στο γεγονός ότι οι Δυτικοί, κυριολεκτικά, πυροβολούν τα πόδια τους, αφού, ουσιαστικά, απειλούν, με την στοχοποίηση της ρωσικής κεντρικής τράπεζας και τις απειλές, για την αποβολή από το σύστημα του δολαρίου της ρωσικής οικονομίας και των οικονομιών όλων των χωρών εκείνων, οι οποίες θα συνεχίσουν να έχουν οικονομικές σχέσεις, με την Ρωσία, παραβιάζοντας τις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση, οδηγούν σε ένα μη αμφισβητήσιμο γεγονός· αυτό, που θα συμβεί, είναι ότι η Δύση, πλέον, δεν θα μπορεί να κάνει αυτό, που θέλει. Έχει μείνει μόνη και έχει βρεθεί αντιμέτωπη, με την ανάδυση νέων παγκόσμιων παικτών στον πλανήτη. Και όχι μόνον τις χώρες, που, ήδη, αναφέραμε, αλλά ακόμη και άλλων χωρών, που ανεβαίνουν στο διεθνές στερέωμα, όπως το Βιετνάμ, το Πακιστάν, η Ινδονησία, το Μεξικό, η Βραζιλία, ακόμη και η Τουρκία, που συμμετέχει στο ΝΑΤΟ και αρνείται, όπως και οι άλλες προαναφερόμενες χώρες, να επιβάλει κυρώσεις στην ρωσική οικονομία.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, για να επανέλθουμε, στην μεγάλη εικόνα της όλης υπόθεσης, το διεθνές στερέωμα δεν θέλει να βρίσκεται και δεν βρίσκεται, πλέον, υπό την κυριαρχία των ΗΠΑ και της Δύσης.
Προφανώς, η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν έχει επιλέξει και έχει προχωρήσει, στην διαδικασία της απεξάρτησής της, από την Δύση και προφανώς, θα καταφέρει να επιβιώσει ενισχύοντας τους δεσμούς της, με την κομμουνιστική Κίνα και όλους τους άλλους διεθνείς παίκτες, που αναδύονται, στην παγκόσμια σκηνή.
Και εδώ είναι το πρόβλημα, που αναδεικνύεται και το οποίο θα είναι κυρίαρχο, στο προσεχές μέλλον, αφού ο κύριος στόχος των Δυτικών - πέραν, από την Ρωσία -, στο βάθος, είναι η Κίνα, η οποία καλείται να επιλέξει, εάν θα συσφίξει την σχέση της με την Ρωσία και στην περίπτωση, που θα το επιλέξει, θα απειληθεί να αποκοπεί, από την παγκοσμιοποίηση, η οποία θα συστραφεί και θα συρρικνωθεί, με την φιλοδοξία της Ουάσιγκτων και της Δύσης να περιοριστεί, εντός των δικών τους ορίων και των όποιων συμμάχων μπορέσουν να αποσπάσουν, στην διεθνή σκηνή.
Αυτό σημαίνει ότι, με κάποιον τρόπο, είναι πολύ πιθανόν, στην πορεία, να προκύψει θέμα αποδολαριοποίησης της κινεζικής και συνακόλουθα, ενός μεγάλου μέρους της παγκόσμιας οικονομίας, κάτι, για το οποίο, όπως φαίνεται, το Πεκίνο είναι προετοιμασμένο, με τα τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα που έχει, σε γιουάν, κρυπτονομίσματα και χρυσό, αλλά και με το μεγάλο όπλο της κατοχής ενός μεγάλου τμήματος του αμερικανικού δημοσίου χρέους ύψους άνω του 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων.
Έτσι, η αποδοχή της αποδολαριοποίησης του παγκόσμιου εμπορίου και ιδιαίτερα, του κινεζικού εμπορίου, είναι αμφίστομο μαχαίρι, αφού αυτό, που θα κάνει, είναι, με την, ήδη, υπάρχουσα συγκρότηση του κινεζικού συστήματος πληρωμών - του κινεζικού SWIFT δηλαδή -, το οποίο θα διασυνδεθεί, με το ρωσικό νόμισμα και ένα αντίστοιχο σύστημα πληρωμών, να ενισχύσει την Κίνα, απέναντι σε οποιοδήποτε πίεση ασκήσει η Δύση, εις της βάρος της, ή, αν η Ουάσινγκτων αποβάλλει την Κίνα, από το δολάριο.
Τότε, το Πεκίνο θα ξεπουλήσει το αμερικανικό δημόσιο χρέος και ουσιαστικά, θα αποδυναμώσει τα συναλλαγματικά αποθέματα, σε δολάρια, όλων των κατόχων του αμερικανικού δημοσίου χρέους και φυσικά αυτό, που θα συμβεί, είναι αυτό που η Ουάσινγκτων απεύχεται· δηλαδή την εμβάθυνση της αποδολαριοποίησης του διεθνούς εμπορίου. Και αυτό, για τις ΗΠΑ και την Δύση, δεν είναι καθόλου - μα καθόλου - καλό. Αντίθετα μάλιστα, είναι ένα γεγονός, το οποίο θα είναι καταστροφικό, για την Ουάσινγκτων, εάν, αποτολμηθεί.
Πραγματικά, λοιπόν, η παγκοσμιοποίηση και όλη αυτή η διαδικασία, που ξεκίνησε, από την δεκαετία του 1990, βρίσκονται, σε περιδίνηση και το μέλλον τους δεν προβλέπεται καθόλου καλό.
Κάπως έτσι, βλέποντας το συνολικό δάσος και αποφεύγοντας να μείνουμε, στην θέαση του ενός, μόνον, δένδρου, μέσα στο ευρύτερο δάσος, αντιλαμβανόμαστε ότι το ουκρανικό ζήτημα δεν είναι καθόλου απλό και καθόλου μεμονωμένο. Συνδέεται, με τις παγκόσμιες εξελίξεις, τις οποίες πρόκειται να επηρεάσει· και ήδη, αυτό το έχει πράξει, δυσμενώς. Και μάλιστα, πολύ δυσμενώς.
Γι’ αυτό και είναι χρήσιμο όλοι να προσδεθούμε, κατά την προσγείωση, η οποία πρόκειται να είναι μια πολύ επώδυνη και μια πολύ επικίνδυνη διαδικασία.
Σχόλια