Βρετανία ή Γερμανία; Από την δεκαετία του 1930, στην 28η Οκτωβρίου 1940 : Η σκληρή σύγκρουση, για τον εξωτερικό προσανατολισμό της Ελλάδας και η αποϊδεολογικοποιημένη στρατηγική επιλογή του Ιωάννη Μεταξά.
Οι Έλληνες ιστοριογράφοι προσπαθούν να προσδιορίσουν τις αιτίες και τα κίνητρα της άρνησης του Ιωάννη Μεταξά να αποδεχθεί το τελεσίγραφο του Benito Mussolini, στις 28 Οκτωβρίου του 1940. Η πολιτικοϊδεολογική τύφλωση των περισσοτέρων δεν τους επιτρέπει, όμως, την εξαγωγή των αντικειμενικών συμπερασμάτων, που προκύπτουν από την Ιστορία - δηλαδή από τα γεγονότα, όπως αυτά συνέβησαν. Μόνη εξαίρεση, στον γενικό κανόνα, αποτελεί ο Ιωάννης Κολιόπουλος, ο οποίος θέτει το ζήτημα της συστηματικής και επίμονης υποβάθμισης και κατασυκοφάντησης της ανεκτίμητης συνεισφοράς του Ιωάννη Μεταξά (του ιδρυτή ενός, οιονεί, φασιστικού καθεστώτος Ιωάννη Μεταξά), στον αγώνα, κατά της επικράτησης του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη, στην πραγματική του βάση. Μια βάση, η οποία έχει να κάνει όχι με τις πολιτικοϊδεολογικές προτιμήσεις και αναφορές του Έλληνα δικτάτορα, αλλά με τις πραγματιστικές στρατηγικές αναλύσεις και επιλογές του, για την επιλογή των συμμαχιών, στις οποίες ήταν απαραίτητο να προβεί η, τότε, πολιτικοοικονομική ελίτ του τόπου. Στρατηγικές αναλύσεις και επιλογές, οι οποίες υπήρξαν ορθολογισμένες και αποδείχθηκαν ορθές, την στιγμή κατά την οποία ουδείς, ή λίγοι, πίστευαν σε αυτές...
Η επιλογή της σύγκρουσης, στην οποία κατέφυγε το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου 1940, όπως έχουμε πει, σε παλαιότερα δημοσιεύματα, για τον πόλεμο κατά του γερμανικού και του ιταλικού Άξονα, καθώς και για την στάση και τις στρατηγικές επιλογές του Ιωάννη Μεταξά, δεν ήταν ένα περιστατικό, που προέκυψε, τυχαία, ούτε ήταν, απλώς, ένα αποτέλεσμα της πίεσης των καταιγιστικών εξελίξεων της εποχής εκείνης, στις οποίες ο τότε πρωθυπουργός υποτάχθηκε, μην μπορώντας να πράξει διαφορετικά.
Ο ιδρυτής του, οιονεί, φασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου 1936, είχε κάνει τις στρατηγικές του επιλογές, πολύ καιρό πριν, από την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Προβλέποντας την έλευση του πολέμου, ήδη, από την εποχή της ανόδου του Χίτλερ και των εθνικοσοσιαλιστών στην Γερμανία, είχε διαλέξει στρατόπεδο. Και το στρατόπεδο, που επέλεξε να προσδέσει τα συμφέροντα και το μέλλον της Ελλάδας, ήταν το στρατόπεδο των Βρετανών και όχι των παλαιών του φίλων Γερμανών, παρά το γεγονός ότι εκείνη την εποχή οι πολιτικοϊδεολογικές του αναφορές ήσαν φασιστικές και παρά το γεγονός ότι προσπαθούσε να στήσει, στην χώρα, ένα καθεστώς, πάνω στα ναζιστικά πρότυπα.
Αυτός, άλλωστε, ήταν και ένας από τους βασικότερους λόγους της κήρυξης της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου. Αυτό, που κρινόταν εκείνη την εποχή, ήταν ο εξωτερικός προσανατολισμός της χώρας και οι συμμαχίες της. Και ο φιλοβρετανικός προσανατολισμός της Ελλάδας, όπως και οι συμμαχίες της, με το βρετανικό στρατόπεδο (και μεσομακροπρόθεσμα, με το αμερικανικό, αφού οι Η.Π.Α. του Franklin Delano Roosevelt είχαν, από νωρίς, εκφράσει έναν αντιγερμανικό προσανατολισμό) δεν ήσαν καθόλου δεδομένες, στον βαθμό, που η βενιζελική αντιπολίτευση, στην πλειοψηφία της και κυρίως, τα δυναμικότερα ερείσματά της στον στρατό, με επικεφαλής τον Νικόλαο Πλαστήρα, είχαν έναν έντονο και ρητά εκφρασμένο φασιστικό προσανατολισμό, επηρεάζοντας και τον ίδιο τον γηραιό Ελευθέριο Βενιζέλο, με σκοπό την κήρυξη μιας ανοικτής δικτατορίας, η οποία θα είχε, παράλληλα και έναν αντιβρετανικό προσανατολισμό. Τα κινήματα του Νικόλαου Πλαστήρα, με αποκορύφωμα αυτό της 1ης Μαρτίου 1935, αποσκοπούσαν σε μια φασιστική δικτατορία, η οποία θα βρισκόταν κάτω από την πολιτική σκέπη του γηραιού, πια, Ελευθέριου Βενιζέλου, αλλά θα στηριζόταν στα δυναμικά ερείσματα του βενιζελικού χώρου, δηλαδή στον στρατό, με ηγέτη τον Μαύρο Καβαλλάρη του Μικρασιατικού Πολέμου, τις ιδέες του φασισμού και του ναζισμού και τον αντίστοιχο προσανατολισμό. Όπως, επίσης και τις αντίστοιχες συμμαχίες.
Μια πρώτη προσπάθεια, για την εγκαθίδρυση μιας φασιστικής δικτατορίας των βενιζελικών επεχείρησε ο Νικόλαος Πλαστήρας, με το πραξικόπημα της 6ης Μαρτίου 1933, όταν κατέστη σαφές ότι η βενιζελική παράταξη έχασε τις βουλευτικές εκλογές της προηγούμενης ημέρας. Ο βενιζελικός δημοσιογράφος και προσωπικός φίλος του Ελευθέριου Βενιζέλου, Γρηγόριος Δαφνής γράφει, χαρακτηριστικά, για τις κωμικοτραγικές συνθήκες, υπό τις οποίες έγινε το πραξικόπημα, την αποτυχία του, αλλά και τις φιλοφασιστικές πεποιθήσεις του γηραιού Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος, τότε, πίστευε ότι το κίνημα αυτό ήταν πρόωρο :
"Περί την 2αν πρωινήν της 6ης Μαρτίου ο Ελ. Βενιζέλος απεσύρθη, δια να κοιμηθεί. Μόλις όμως ευρέθη, εις τον κοιτώνα του, ήκουσε να εισέρχονται, εις το, παραπλεύρως, γραφείον, ο υιός του Σοφοκλής και ο Β. Σκουλάς. Μετά εν τέταρτον της ώρας, ενεφανίσθη, προ αυτού, ο στρατηγός Πλαστήρας.
“Χάνουμε τας Αθήνας”, είπεν, εις τον Βενιζέλον. Οι Λαϊκοί θα έχουν την απόλυτον πλειοψηφία. Τι θα γίνει; Θα παραδώσετε την εξουσίαν;”. “Φυσικά, του απήντησεν ο Βενιζέλος, εκδηλώνοντας, συγχρόνως, την έκπληξίν του, δια την ερώτησιν. "Θάχουμε τα ίδια της 1ης Νοεμβρίου, τότε”, παρετήρησεν ο Πλαστήρας. “Θα γίνουν ταραχές, συλλήψεις βενιζελικών, δολοφονίες και Κύριος οίδε, τι άλλο! Γι’ αυτό, εγώ σκέπτομαι να πάω στους συνοικισμούς, να εξεγείρω τους πρόσφυγας και να τους φέρω, εις την πόλιν, για να ζητήσουν την εγκαθίδρυσιν δικτατορίας. Θα κάνουμε ό,τι και στην Ιταλία, που, χάρις στον φασισμό, προοδεύει”.
Ο Βενιζέλος του απήντησεν ότι δεν ήτο ενθουσιασμένος, με το κοινοβουλευτικόν καθεστώς… Η Ιταλία, προσέθεσεν, επήγαινε καλά, διότι εκεί υπήρχε δικτάτωρ, ενώ, εις την Ελλάδα, δεν υπήρχε δικτάτωρ. “Εγώ”, συνέχισε ο Βενιζέλος, “δεν νομίζω, αγαπητέ φίλε στρατηγέ Πλαστήρα, ότι είσαι ικανός να κάνεις τον δικτάτορα, ως ο Μουσολίνι. Οχι μόνο δεν είσαι ικανός, αλλά δεν έχεις και την πλειάδα, τας εκατοντάδας των εκλεκτών συνεργατών του Μουσολίνι. Μετά δύο έως τρεις μήνας, θα καταπέσεις, οικτρώς, διότι κανένα από τα μεγάλα προβλήματα, που έχεις να αντιμετώπισεις, δεν θα κατορθώσεις να λύσεις… Αν πείσεις τον Μουσολίνι να αφήσει την Ιταλία και να έλθει εδώ, τότε, ίσως, συμφωνήσω να γίνει δικτατορία”.
"Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923 - 1940" Τόμος Β (σελ. 182 - 184).
Ελευθέριος Βενιζέλος (23/8/1864 - 18/3/1936) : Πέθανε νωρίς και δεν πρόλαβε να δει την τραγική αποτυχία των έσχατων πολιτικοϊδεολογικών και γεωστρατηγικών του επιλογών, τις οποίες, όμως, θα μπορούσε να διορθώσει, εάν ζούσε. Και τούτο διότι δεν ήταν Πλαστήρας...
Αυτό, που τον Μάρτιο του 1933 ο Ελευθέριος Βενιζέλος θεώρησε πρόωρο, δύο χρόνια αργότερα, σχημάτισε την πεποίθηση ότι ήταν ώριμο να γίνει πραγματικότητα. Ο ακατάλληλος, τον Μάρτιο του 1933, ως δικτάτορας, Νικόλαος Πλαστήρας, κρίθηκε ικανός, για τον ίδιο ρόλο, τον Μάρτιο του 1935. Η κήρυξη μιας δικτατορίας, κατά τα φασιστικά πρότυπα του Benito Mussolini και των μελανοχιτώνων του, ήταν μέσα στα σχέδια του Ελευθερίου Βενιζέλου, όπως προκύπτει και από τις προσωπικές του σημειώσεις, τις οποίες έγραψε το 1934 και οι οποίες σκιαγραφούσαν τον σχεδιασμό του πολιτικού καθεστώτος, το οποίο θα προέκυπτε, μετά την επικράτηση του σχεδιαζόμενου κινήματος των βενιζελικών αξιωματικών, υπό τον φασίστα (εκείνη την εποχή και για πολύ χρόνο αργότερα, έως, τουλάχιστον, το 1943) Νικόλαο Πλαστήρα.
Στις σημειώσεις αυτές, ο Ελευθέριος Βενιζέλος είναι σαφής :
"Πρέπει και εις την, εκ της πλειοψηφίας της Βουλής σχηματιζομένην Κυβέρνησιν να δοθεί μείζων ελευθερία κινήσεως. Πρέπει να δύναται να θέτει Νόμους, αφού γνωμοδοτήσουν επ' αυτών το Οικονομικόν Συμβούλιον και το Συμβούλιον της Επικρατείας. Η Βουλή συνέρχεται κατ' έτος εις τρείς τακτικάς συνόδους, εκάστη των οποίων δεν δύναται νά διαρκέση πλείονας των 3 εβδομάδων.
Η πρώτη άλλωστε μετά την εκλογήν τού Προέδρου (της Δημοκρατίας) Κυβέρνησις, αφού λάβει την εμπιστοσύνην της Βουλής και περάτωσει την αναθεώρησιν του πολιτεύματος, θα κυβέρνησει, επί εν και ήμισυ έτος, άνευ παρουσίας της Βουλής."Τουλάχιστον, από το φθινόπωρο του 1934 και ουσιαστικά, πολύ νωρίτερα, ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε προσχωρήσει στην αντίληψη, για την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, την οποία επιχείρησε, με το κίνημα της 1/3/1935, το οποίο και κατεστάλη. Το κίνημα αυτό, το οποίο θα εγκαθιστούσε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Νικόλαο Πλαστήρα, ως πρωθυπουργό, είχε έναν, εκ των πραγμάτων, αντιβρετανικό προσανατολισμό, τον οποίο θα αντικαθιστούσε, με τον διακηρυγμένο φιλοφασιστικό και ιταλόφιλο προσανατολισμό του Πλαστήρα και των βενιζελικών αξιωματικών, όμηρος των οποίων θα ήταν ο Κρητικός πολιτικός.
Αυτήν την εξέλιξη απέτρεψε η καταστολή του κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935, επιβάλοντας τον φιλοβρετανικό προσανατολισμό της χώρας, τον οποίο ήλθε να οριστικοποιήσει η επιλογή, από τον βασιλιά Γεώργιο Β', του Ιωάννη Μεταξά, ως υπουργού Στρατιωτικών, στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Δεμερτζή, προκειμένου να τακτοποιήσει την πειθαρχία στον στρατό, την οποία διατάραξε ο Αλέξανδρος Παπάγος, με την απειλή πραξικοπήματος, προκειμένου, μετά τις βουλευτικές εκλογές της 26/1/1936 και την ισοψηφία των δύο μεγάλων αστικών πολιτικών παρατάξεων, να μην σχηματισθεί κυβέρνηση, που θα στηρίζονταν στις ψήφους του Κ.Κ.Ε. Και στην συνέχεια, μετά τον ξαφνικό θάνατο του πρωθυπουργού Δεμερτζή, επιβάλοντας τον Ιωάννη Μεταξά, ως πρωθυπουργό, ο οποίος έλαβε την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής, με μόνη μειοψηφία την κοινοβουλευτική ομάδα του Κ.Κ.Ε. και τον νεαρό Γεώργιο Παπανδρέου, που καταψήφισαν την κυβέρνηση.
Οι τοποθετήσεις του Ιωάννη Μεταξά, ως πρωθυπουργού (αλλά και καιρό πριν αναλάβει αυτό το νευραλγικό αξίωμα) υπήρξαν, εξ αρχής, σαφείς και χωρίς επιφυλάξεις. Γνώριζε, πολύ καλά, ότι, στα επόμενα χρόνια, ο πόλεμος, ανάμεσα στους Βρετανούς και τους Γερμανούς, ήταν αναπόφευκτος, αφού η ναζιστική Γερμανία, ως αναθεωρητική δύναμη, αλλά και για λόγους εκδικήσεως, για την ήττα του 1918, θα έθετε ζητήματα καθοριστικών αλλαγών του status quo στην ευρωπαϊκή ήπειρο, τα οποία, από ένα σημείο και μετά, οι Βρετανοί δεν θα μπορούσαν και δεν θα ήθελαν να ικανοποιήσουν. Γνώριζε, επίσης, ότι ο επερχόμενος πόλεμος θα ήταν πολύ περισσότερο καταστροφικός, σε σχέση, με εκείνον της περιόδου 1914 - 1918, λόγω της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης, στον τομέα των οπλικών συστημάτων, τα οποία ουδεμία σχέση είχαν με εκείνα του Πρώτου Πολέμου - κυρίως στον αέρα, αλλά και στην θάλασσα, όπως, επίσης και στην ξηρά.
Ιωάννης Μεταξάς (12/4/1871 - 29/1/941) : Ο οπαδός του φασισμού, που τον πολέμησε και βοήθησε, τα μέγιστα, στην τελική ήττα του Άξονα...
Με την άνοδό του στην εξουσία, σαν κοινοβουλευτικός πρωθυπουργός, αρχικά, ο Ιωάννης Μεταξάς, αμέσως, μετά την κατάλυση του αστικοδημοκρατικού πολιτεύματος και την κήρυξη της δικτατορίας, εξέφρασε, ρητά και κατηγορηματικά, τις στρατηγικές του επιλογές, για συμμαχία με την βρετανική αυτοκρατορία, οι οποίες βρίσκονταν σε πλήρη αντίθεση, με τις πολιτικές και τις ιδεολογικές του επιλογές, όπως, επίσης, ήσαν σε αντίθεση και με την κατεύθυνση των οικονομικών δωσοληψιών της χώρας, αφού οι οικονομικές συναλλαγές, με την Γερμανία και η αντίστοιχη οικονομική επιρροή της μεγάλης αυτής χώρας είχαν ενισχυθεί, στο έπακρο και απείχαν, μακράν, του όγκου των συναλλαγών και της επιρροής των άλλων χωρών.
Έτσι, το φθινόπωρο του 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς, μιλώντας, σε κλειστή συνεδρίαση του Ανωτάτου Ναυτικού Συμβουλίου, υπήρξε σαφής και κατηγορηματικός, ως προς τις προβλέψεις του, για τον επικείμενο ευρωπαϊκό πόλεμο και την στάση, την οποία θα κρατούσε αυτός, ως κυβερνήτης της χώρας :
"Αυτό που θα σας είπω δεν θα το ανακοινώσετε, εις κανένα. Προβλέπω πόλεμον, μεταξύ του Αγγλικού και του Γερμανικού συγκροτήματος. Πόλεμον πολύ χειρότερον, από τον προηγούμενον. Εις τον πόλεμον αυτόν, θα κάνω ό,τι ημπορώ, δια να μην εμπλακεί η Ελλάς, αλλά τούτο, δυστυχώς, θα είναι αδύνατον. Είναι περιττόν να σας είπω ότι η θέσις μας, εις την σύρραξιν αυτήν, θα είναι παρά το πλευρόν της Αγγλίας. Επαναλαμβάνω και πάλιν : Το τελευταίον αυτό, προπαντός, να μην εξέλθει της αιθούσης ταύτης."
Ο Ιωάννης Μεταξάς δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο κατηγορηματικός, για τις στρατηγικές επιλογές, που είχε κάνει, ως προς τις στρατηγικές συμμαχίες της χώρας, όταν θα εμπλεκόταν στον επερχόμενο πόλεμο, στον οποίο, όσο και αν επιθυμούσε να μην εμπλακεί, δεν θα μπορούσε, όμως, να αποφύγει. Και οι επιλογές του αυτές οδηγούσαν την Ελλάδα στο βρετανικό στρατόπεδο και όχι στο στρατόπεδο των Γερμανών.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 28/10/1940
Αυτή η επιλογή του Ιωάννη Μεταξά δεν μπόρεσε, ποτέ, να γίνει αποδεκτή, ως μια φυσιολογική, αυτονόητη και αυτόβουλη επιλογή. Λίγο ή πολύ, παρουσιάζεται, ως μια εικονική, ως μια ανειλικρινής επιλογή, ως μια επιλογή, που δεν ήταν δική του, αλλά που του επιβλήθηκε, από άλλους, εξωτερικούς της βουλήσεώς του, παράγοντες. Όσα λένε οι σύγχρονοι καθεστωτικοί ιστορικοί - που αποδεικνύονται, ως ιδεολογικοποιημένοι ιστορικοί και ως εκ τούτου, συγγραφείς παραϊστορικών αφηγήσεων - Κωνσταντίνος Σβωλόπουλος και Γιώργος Μαργαρίτης, στο παραπάνω βίντεο είναι χαρακτηριστικά των παραϊστορικών απιθανογραφικών αφηγημάτων, που έχουν σωρευθεί και περνούν ως "αυθεντική ιστορία", γύρω από την στάση, τις πεποιθήσεις και την βούληση του Ιωάννη Μεταξά, που σχετίζονται με τις στρατηγικές επιλογές της Ελλάδας, κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την απόφασή του, για την απόρριψη του ιταλικού τελεσίγραφου, στις 28 Οκτωβρίου του 1940, οποιοδήποτε περιεχόμενο και αν είχε και οποτεδήποτε και αν του το προσεκόμιζε ο πρεσβευτής της Ιταλίας Εμμανουέλε Γκράτσι.
Όποιος γνωρίζει τις απόψεις του Ιωάννη Μεταξά, για τον συσχετισμό των δυνάμεων, στον επικείμενο ευρωπαϊκό πόλεμο, ήδη, από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 και την βεβαιότητά του, για την γερμανική ήττα, ουδέποτε θα χαρακτήριζε, όπως πράττει ο Σβωλόπουλος, ως "περίεργη", την επιλογή του ηγέτη του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου να συμπαραταχθεί, με την αστικοδημοκρατική Βρετανία και όχι με την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, ή την φασιστική Ιταλία. Επίσης, ουδέποτε θα κατέφευγε στην "κυριαρχία" του "πάρα πολύ αγγλόφιλου" Γεωργίου Β' και του παλατιού, στα ζητήματα του στρατού και της εξωτερικής πολιτικής, προκειμένου να αιτιολογήσει τον φιλοβρετανικό στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας, αφήνοντας να εννοηθεί - όπως κάνει ο Γιώργος Μαργαρίτης - ότι ο Ιωάννης Μεταξάς οδηγήθηκε, σε αυτές τις επιλογές, επειδή δεν ήταν αυτός, που καθόριζε τα ζητήματα του στρατού και της εξωτερικής πολιτικής.
Σκηνές πολέμου, κατοχής και απελευθέρωσης, μέσα από τα ιταλικά, το γερμανικά και τα αμερικανικά αρχεία. Οι θυσίες του ελληνικού λαού υπήρξαν τεράστιες...
Φυσικά, όλα αυτά είναι ανοησίες.
Ο Ιωάννης Μεταξάς, αφού διδάχθηκε, από τα λάθη του, κατά την διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου - οπότε είχε τυφλωθεί, από τις συναισθηματικές και τις πολιτικοϊδεολογικές του επιλογές, που συνδέονταν, με τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α' και την Γερμανία, στην οποία σπούδασε και της οποίας υπήρξε πνευματικό τέκνο -, γέροντας, πια, στην δεκαετία του 1930, είχε την ωριμότητα και την ψυχραιμία να ξετυλίξει την αναμφισβήτητη στρατιωτική και γεωστρατηγική αναλυτική του ικανότητα και βάσει αυτής, να προβεί, στις ορθές προβλέψεις και στις αναγκαίες επιλογές, για την πορεία της χώρας και τις συμμαχίες της.
Ως εκ τούτου, δεν ήταν, πια, ένας απομονωμένος γερμανόφιλος, που υποτάχθηκε σε ένα αγγλόφιλο περιβάλλον. Ούτε ένας, κατ' ανάγκην, ένας περιστασιακός οπαδός της φιλοβρετανικής πολιτικής, που, με την πρώτη ευκαιρία, θα μπορούσε να αλλάξει στρατόπεδο. Ήταν ένας πολιτικός, εκ πεποιθήσεως, προσανατολισμένος στην φιλοβρετανική εξωτερική πολιτική, διότι η στρατηγική ανάλυση, την οποία έκανε και στην οποία πίστευε, στηριγμένος, σε ένα πλέγμα ορθοτομημένων εκτιμήσεων, του έδειχνε ότι, στην επερχόμενη σύγκρουση, νικήτρια θα ήταν, με τον ένα, ή τον άλλον τρόπο, η Βρετανία και ηττημένη η Γερμανία.
Ο Ιωάννης Μεταξάς, λοιπόν, στην δεκαετία του 1930, δεν είχε συναισθηματικές, ή ιδεολογικές αγκυλώσεις. Μπορεί ο πολιτικοϊδεολογικός προσανατολισμός του να ήταν - και ήταν - αντικοινοβουλευτικός και φιλοφασιστικός, αλλά αυτό δεν τον καθιστούσε ένα όργανο του ιταλικού φασισμού, ή του γερμανικού ναζισμού. Όπως, επίσης και ο φιλοβρετανικός προσανατολισμός του δεν τον καθιστούσε υποχείριο των Βρετανών, σε όλη την διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου και εν όσω ήταν ζωντανός, αφού, επανειλημμένως, αρνήθηκε την αποστολή μη ικανού αριθμού βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα, προκειμένου να αποφύγει να προκαλέσει, ανούσια, τον Adolf Hitler, στον βαθμό, που διερευνούσε την ισχνή, έως ανύπαρκτη, δυνατότητα αποφυγής εμπλοκής της Γερμανίας σε πόλεμο με την Ελλάδα, εν όσω η χώρα μας έδινε την μάχη, κατά των Ιταλών εισβολέων.
Το τραγικό στην όλη υπόθεση είναι ότι ορισμένοι αντίπαλοί του ουδέν εδιδάχθησαν από την πατριωτική στάση του Ιωάννη Μεταξά, αλλά και του βασιλιά Γεώργιου Β', μετά τον θάνατο του πρωθυπουργού του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Η περίπτωση του Νικόλαου Πλαστήρα είναι χαρακτηριστική, όπως περιγράφεται στο γράμμα του προς τον Κομνηνό Πυρομάγλου, το οποίο βρέθηκε, εντελώς, τυχαία, στο αρχείο του Ναπολέοντα Ζέρβα και δημοσιεύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1997, στην εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ".
Το γράμμα αυτό γράφτηκε την εποχή της ήττας του ελληνικού στρατού, μετά την γερμανική εισβολή της 6/4/1941 και αποτελεί μνημείο, για το πού μπορεί να οδηγήσει έναν ικανό στρατιωτικό, η προσωπική εμπάθεια, η πολιτικοϊδεολογική τύφλωση και ο φανατισμός. Ο Νικόλαος Πλαστήρας έφθασε και ξεπέρασε τα όρια της προδοσίας, όπως προκύπτει από το ατιμωτικό περιεχόμενο αυτής της ιταμής επιστολής, την οποία παραθέτω, ως έχει :
Νικόλαος Πλαστήρας (17/11/1883 - 26/7/1953) : Από θαυμαστής του Benito Mussolini, σε όλη την περίοδο του Μεσοπολέμου, κατέληξε να είναι σφοδρός επικριτής της πατριωτικής στάσης του Ιωάννη Μεταξά, απέναντι στο ιταλικό τελεσίγραφο και προδότης...
“Νice, 21/4/1941
Αγαπητέ μου,
Αυτή την στιγμή έλαβα το γράμμα σου και σου απαντώ αμέσως. Η καταστροφή που ανέμενα με την ανόητον πολιτικήν που ηκολούθησαν οι ανεύθυνοι επήλθεν ήδη. Και είναι τόσο τραγική! Ο άθλιος βασιλεύς με την αθλιοτέραν σπείραν παραπαίουν, αφού αντικρύζομεν το πρωτάκουστον φαινόμενον εις την ιστορίαν των βασιλέων, να υποβιβάζη αυτός εαυτόν εις Πρόεδρον Κυβερνήσεως! Και κατέληξεν - όπως βλέπεις εις τας εφημερίδας - εις μίαν κυβέρνησιν της ελεεινοτάτης μορφής υπό τον Σακελαρίου! Και ο Τσουδερός! Τι θέλει;
Νομίζω πως εντός 4-5 ημερών θα καταληφθή και η Αθήνα γιατί δεν θα μπορέσουν να κρατηθούν ούτε στας Θερμοπύλας, αν και η θέση αυτή προσφέρεται για μια ακλόνητο άμυνα πολυχρόνιο. Φαντάζομαι ότι η υποχώρηση, η κάπως εσπευσμένη, των Άγγλων από την Λάρισα προς την Λαμία δεν θα επιτρέψη την κανονικήν υποχώρησιν της Ελληνικής Στρατιάς Καλαμπάκας – Πίνδου, η οποία αναγκασθείσα να υποχώρηση δια του ορεινού όγκου ων Αγράφων θα εγκατέλειπε ολόκληρον το βαρύ υλικόν, ως και τα τροχοφόρα. Κατόπιν αυτού τι άμυνα περιμένεις να γίνη; Πρέπει το ταχύτερον να συνθηκολογήσουν και θα γίνη αυτό θέλοντας ή μη.
Ως προς την αναχώρησή σου προς την Βηρυττό, εξέφρασα τη γνώμη απλώς και μόνο διότι τα επελθόντα γεγονότα ματαιώνουν την εκτέλεσιν των όσων είχαμε ειπεί. Και ήθελα μάλλον να σε απαλλάξω από μια συμφωνία που εκάναμε υπό άλλας συνθήκας και να ανάκτησης πλήρη την ελευθερία της σκέψεως. Αν νομίζης ότι πηγαίνοντας στην Βηρυττό δεν θα αποκλεισθής εκεί αλλά θα μπόρεσης εν ανάγκη να πας εις την Ελλάδα χωρίς να λάβης υπ’όψιν ενδεχομένας περιπτείας, τότε καλόν θα είναι να πηγαίνης εκεί, εφ’όσον εδώ εις τίποτε δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθής.
Τράβα λοιπόν και η τύχη μαζί σου. Ξέρεις τας σκέψεις μου, τας οποίας τας μεταδίδεις στους φίλους.
Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνη κυβέρνηση φιλογερμανική για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα τελείωνε και μετά τινάς μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον).
Πολλούς χαιρετισμούς στο ζεύγος Σαβίνη. Σου εύχομαι καλό ταξίδι και καλήν αντάμωσιν.
Με πολλήν αγάπην
Ν. Πλαστήρας.
Υ.Γ. Έλαβα και τα δεύτερα αντίτυπα της μεταφράσεως. Η μετάφραση είναι περίφημη, απέδωκες πληρέστατο πνεύμα, σε ευχαριστώ θερμότατα. Ο κ. Στεργιάδης μέχρι προχθές Σάββατον δεν έλαβε καμμίαν επιστολήν από την κ. Σάνου”.
(Ο Στεργιάδης, για τον οποίο γίνεται λόγος, δεν είναι άλλος από τον μοιραίο Αρμοστή της Σμύρνης, την εποχή του "συνωστισμού", τον φυγά Αριστείδη Στεργιάδη, ο οποίος, μετά την κατάκτηση, τον εμπρησμό και την καταστροφή της πόλης, από τον στρατό του Μουσταφά Κεμάλ, κατέφυγε στην Γαλλία, όπου και πέθανε, στην δεκαετία του 1950, χωρίς να τολμήσει να πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα).
Αργότερα, μετά την δημοσίευση αυτής της επιστολής και συγκεκριμένα, τον Απρίλιο του 1999, δημοσιεύτηκε και μία, ακόμη, πληροφορία (από τον απόστρατο ταξίαρχο και συγγραφέα Χαράλαμπο Νικολάου, στο περιοδικό "Στρατιωτική Ιστορία", τεύχος 32), προερχόμενη από τα γερμανικά αρχεία, σχετικά με την στάση του Πλαστήρα, την εποχή που η Γερμανία δεν είχε επιτεθεί στην Ελλάδα και ενώ, ακόμη, ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν, εν ζωή. Στις αρχές του 1941, ο Νικόλαος Πλαστήρας, που διέμενε στην Γαλλία, μετά την αποτυχία του κινήματος της 1/3/1935, πλησίασε την γερμανική κατασκοπεία και πρότεινε να επέμβει η Γερμανία, για τον τερματισμό του ελληνοϊταλικού πολέμου, ενώ, παράλληλα, ζήτησε βοήθεια για να ανατρέψει τον Iωάννη Μεταξά και τον βασιλιά Γεώργιο Β'. Μάλιστα, υποσχέθηκε ότι η Ελλάδα, κάτω από την δική του ηγεσία, θα συνεργαστεί στενά με τη Γερμανία, για τη δημιουργία της Νέας Τάξης στην Ευρώπη. Οι Γερμανοί, όμως, τον αγνόησαν, επειδή ήξεραν ότι δεν ασκούσε καμμία επιρροή στις εξελίξεις στην Ελλάδα.
Μέρες, που είναι, καλόν είναι όλα αυτά να τα έχουμε υπόψη μας. Διότι την προδοσία την αγάπησαν πολλοί. Κανένας, όμως, δεν αγάπησε τον προδότη. Και αν τον αγάπησε, αυτό το έπραξε, είτε διότι δεν γνώριζε και δεν γνωρίζει ότι είναι προδότης, είτε διότι είναι και ο ίδιος επιρρεπής, σε ανάλογες πράξεις...
Σχόλια
Ο διάλογος αυτός - τον οποίο μπορείτε να δείτε, στα σχόλια, που υπάρχουν, στο θέμα, που ανήρτησε ο Δημήτρης Καζάκης, με τίτλο : "ΕΚΠΟΜΠΗ ΑΕ" ( http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2013/10/blog-post_24.html ) -, αφορά το παρόν δημοσίευμα, για την σύγκρουση της πολιτικοοικονομικής ελίτ της χώρας, κατά την δεκαετία του 1930, γύρω από τον φιλοβρετανικό, ή τον φιλογερμανικό, προσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και την αποϊδεολογικοποιημένη στρατηγική επιλογή του Ιωάννη Μεταξά, υπέρ της συμμαχίας, με την Βρετανία.
Τον διάλογο αυτόν, ο οποίος είναι επικριτικός, για το παρόν δημοσίευμα (αν και στερείται τεκμηριώσεως, αφού διεξήχθη, χωρίς να δίδονται, έστω και τηλεγραφικού περιεχομένου απαντήσεις, στα γεγονότα και στα ιστορικά τεκμήρια, που παρουσιάζονται και αναλύονται, στο παρόν δημοσίευμα, προφανώς, επειδή αυτός ο διάλογος, για το περιεχόμενο του δημοσιεύματος, που ανήρτησα, εδώ, εδράζεται στις ιδεολογικές/ψευδοσυνειδησιακές αναφορές και πεποιθήσεις των διαλεγομένων, καθώς και στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία και στην σχετική πολιτική γραμμή, που έχει διαμορφώσει και ακολουθεί ο Δημήτρης Καζάκης), τον αναδημοσιεύω εδώ, ακριβώς, όπως έχει :
"Ανώνυμος :
Κυριε Καζακη, λογω των ημερων θα μπορουσατε ως αριστος γνωστης της ιστοριας να γραψετε ενα αρθρο σχετικα με την 28η που θα απαντα στην ερμηνευτικη παραχαραξη της ιστοριας οπως αυτη εδω: http://tassosanastassopoulos.blogspot.gr/2013/10/1930-28-1940.html
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΖΑΚΗΣ :
Μα, έχω γράψει αναλυτικά για την 28η Οκτωβρίου απατώντας σε τέτοιες ανοησίες. Ψάξτε στα άρθρα του ΕΜΠΡΟΣ."
Στον Δημήτρη Καζάκη απάντησα, προσθέτοντας ένα δικό μου σχόλιο, στον διάλογο, που διεξήχθη, στο blog του έγκριτου οικονομολόγου.
Το σχόλιο αυτό έχει ως εξής :
"Περιττό να σου πω ότι σου επιστρέφω τον χαρακτηρισμό..."
Επίσης, είδα δημοσιευμένη και μια απάντηση του ανώνυμου σχολιαστή, στον Δημήτρη Καζάκη, η οποία έχει ως εξής :
"Ανώνυμος :
Δυστυχως δεν βρηκα κατι κατω απο την ετικετα ΕΜΠΡΟΣ. Μπορει να μην τα εχετε περασει ολα.. Αν το βρειτε παντως, θα χαρω να το διαβασω.."
Και φυσικά, η ουσία της όλης υπόθεσης δεν αλλάζει, στο παραμικρό. Παραμένει ακέραιη, ως έχει...