1872 - 2019 : Μια απόπειρα ανάλυσης όσων αφορούν τα περί της εξουσίας και "για την εξουσία". (Ασκώντας κριτική, σε ένα παλαιό κείμενο του Friedrich Engels, που υμνεί και κανονικοποιεί το εξουσιαστικό φαινόμενο).
Η άσκηση της εξουσίας, ως πολιτικοκοινωνικού εργαλείου, για την διοίκηση των ανθρώπινων κοινοτήτων, ήταν, είναι και φυσικά, θα εξακολουθήσει, εις το διηνεκές, να αποτελεί ένα ζήτημα, όχι, μόνο, ακανθώδες, αλλά και αντικείμενο έντονων διαξιφισμών, αντιπαραθέσεων, εντός των κοινωνιών. Όμως, πέραν των όποιων άλλων στάσεων, η ίδια η εξουσία, ως φαινόμενο, μαζί με την - καθόλου ουδέτερη - εργαλειακή άσκησή της και συνάμα, τις (επί του παρόντος και για ένα ομιχλώδες και απροσδιόριστο μέλλον, το οποίο, πιθανότατα, να είναι και ατελεύτητο) ουτοπικές προθέσεις και διαθέσεις, για την κατάργησή της, αποτελεί ένα αντικείμενο, το οποίο, διαχρονικά, αποτέλεσε και είναι βέβαιο ότι θα εξακολουθήσει να αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή σοβαρών ατομικών και κοινωνικών προβληματισμών.
Τα συμπεράσματα αυτών των προβληματισμών, προφανώς, θα είναι, διαρκώς, ανοικτά, σε διάφορες θεωρήσεις και αναθεωρήσεις, αλλά, σε κάθε περίπτωση, όσο οι ανθρώπινες κοινωνίες προσδιορίζονται, από την ιεραρχική σχέση των μελών τους, εντός της παραγωγής, θα καταλήγουν, στην (μερικώς, σωστή, αλλά και απλοϊκή) διαπίστωση ότι η εξουσία, ως μηχανισμός διοίκησης, μέσα στα πλαίσια των κοινωνικών συνόλων, είναι αναπόφευκτη και ως εκ τούτου, αναγκαία.
Σε αυτό το "παραγωγιστικό" συμπέρασμα είναι που κατέληξαν, εξετάζοντας και αναλύοντας τις ανθρώπινες κοινωνίες, οι πατέρες του μαρξισμού και οι επίγονοί τους, είτε αυτοί κινήθηκαν, προς την ριζοσπαστική λενινιστική, είτε προς την αναθεωρητική καουτσκική εξέλιξη των μαρξικών θεωριών και πρακτικών εφαρμογών. Αυτό το συμπέρασμα το χαρακτηρίζω, ως μερικώς, σωστό, διότι είναι προφανές ότι η διαδικασία της παραγωγής και οι ιεραρχικές κοινωνικές σχέσεις, που διαμορφώνονται, εντός αυτής, παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, στην διαμόρφωση των σχέσεων εξουσίας, εντός των κοινωνιών και στην συγκρότηση και την στήριξη της, εκάστοτε, εξουσίας.
Όμως, τα πράγματα δεν είναι, ακριβώς, έτσι. Πέραν των ιεραρχικών εξουσιαστικών σχέσεων, που διαμορφώνονται, μέσα από την διαδικασία και τους τρόπους παραγωγής των κοινωνιών του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, η δυστυχής αλήθεια είναι ότι η εξουσιαστική κυριαρχία, όπως και η υποχειριότητα, σε κάθε μορφή εξουσίας, αποτελούν, ως εναλλασσόμενες στάσεις ζωής, ενδογενή χαρακτηριστικά των ατόμων, αφού ο άνθρωπος, ως βιολογικό και κοινωνικό ον, όπως μας αποκαλύπτουν η ευρεία επιστήμη της ανθρωπολογίας, αλλά και η βιολογία, είναι συνυφασμένος, με την άσκηση, την οργάνωση και την διαχείριση της εξουσίας. Και κυρίως, με την αποδοχή της εξουσίας, η οποία αποδοχή φθάνει, στα όρια της υποταγής, στην, με οποιονδήποτε τρόπο, νομιμοποιημένη και ασκούμενη εξουσία.
Βέβαια, η αλήθεια είναι, επίσης, ότι ο άνθρωπος, ως μια δυναμική και σταδιακά, πεπερασμένη κοινωνικοβιολογική κατασκευή, εμφανίζει και έντονα στοιχεία απειθαρχίας και αντίστασης, στους περιορισμούς, που του επιβάλλονται από την, εκάστοτε, μορφή εξουσίας, που ασκείται, αλλά, η εμπειρία δείχνει ότι, τελικά, αυτή η απειθαρχία και η προβαλλόμενη αντίσταση, όταν, τελικά, οδηγείται, στο να ανατρέψει την, κάθε φορά, ασκούμενη μορφή εξουσίας, αυτό που κάνει, δεν είναι το να καταργήσει την εξουσία, ως φιανόμενο και ασκούμενη πράξη διοίκησης, αλλά την αντικαθιστά, με μία άλλη, η οποία, ουκ ολίγες φορές (αν και όχι, πάντα) είναι χειρότερη από αυτήν, που ανατράπηκε.
Για να αντιληφθούμε τα αδιέξοδα, στα οποία οδηγήθηκαν οι διανοητές του παρελθόντος, αλλά και τις βαρύτατες έμπρακτες αρνητικές συνέπειες (οι οποίες έφθασαν και ξεπέρασαν, πολλές φορές, τις ανθρωπιστικές καταστροφές) των θεωρήσεων, των αντιλήψεων και των πεποιθήσεων, που οδήγησαν, σε αυτές τις συνέπειες, θα δούμε το παλαιό κείμενο του Friedrich Engels, "ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ", που γράφτηκε το 1872, περίπου έναν χρόνο, μετά την καταστολή της Κομμούνας του Παρισιού και δημοσιεύτηκε, για πρώτη φορά, το 1874, στο ιταλικό "Almanacco Republicano", στο οποίο κείμενο εμπεριέχονται, όχι, μόνο, όλες οι ιδεοληψίες ίδιων των πατέρων του μαρξισμού, αλλά και των διαδόχων τους.
Οι θεωρήσεις,οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις αυτές του Friedrich Engels (όπως και του Karl Marx) προοιωνίζουν, με ανάγλυφο τρόπο, την ολοκληρωτική πολιτική, κοινωνική και οικονομική πρακτική, που ακολουθήθηκε, από την εγκαθίδρυση των "προλεταριακών" - και στην πραγματικότητα των γραφειοκρατικών εξουσιών των κομματικών τεχνοδομών - στην "Σοβιετική Ένωση" και τις χώρες του "υπαρκτού σοσιαλισμού", ως αποτέλεσμα των θεωρητικών επεξεργασιών και των πρακτικών εφαρμογών των αντιλήψεων, που εκφράζει ο Friedrich Engels, στο κείμενο αυτό, στις οποίες επεξεργασίες και πρακτικές εφαρμογές προέβησαν ο Βλαντιμίρ Λένιν και ο Ιωσήφ Στάλιν, τις οποίες, βεβαια, συνέχισε, στην Κίνα, ο Μάο Τσετούνγκ, ενώ και - με όχι ασήμαντες τροποιποιήσεις - οι σύγχρονοι διάδοχοί του, στο Πεκίνο, ακολουθούν τον ίδιο δρόμο, ασκώντας, με σιδηρά πυγμή την μονοκομματική εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, όπως πράττουν και οι άλλες επιβιώσεις των κομμουνιστικών καθεστώτων, στην Βόρεια Κορέα, στην Κούβα και στο Βιετνάμ.
Ας δούμε, λοιπόν, το κείμενο "ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ" του Friedrich Engels :
"Ένας αριθμός Σοσιαλιστών έχει εσχάτως εξαπολύσει μια συστηματική εκστρατεία, ενάντια σε αυτό, που αποκαλούν αρχή της εξουσίας. Επαρκεί να τους πούμε ότι αυτή, ή εκείνη, η πράξη είναι εξουσιαστική, για να την καταδικάσουν. Αυτή την συνοπτική διαδικασία κριτικής της εξουσίας την έχουν καταχραστεί τόσο, ώστε είναι πλέον απαραίτητο να δούμε το θέμα, πιο συγκεκριμένα.
Η εξουσία, με την έννοια που χρησιμοποιείται η λέξη, εδώ, σημαίνει : η επιβολή της θέλησης ενός άλλου πάνω στην δική μας· επιπρόσθετα η εξουσία προϋποθέτει την υποταγή. Τώρα, μιας και αυτές οι δύο λέξεις ακούγονται, κάπως, άσχημες, και η σχέση, που αντιπροσωπεύουν, είναι δυσμενής για το υποταγμένο μέρος, το ζήτημα είναι να εξακριβώσουμε, αν υπάρχει τρόπος να απαλλαγούμε από αυτήν· αν, με δοσμένες τις συνθήκες της υπάρχουσας κοινωνίας, μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα κοινωνικό σύστημα, στο οποίο η εξουσία δεν θα έχει κανένα σκοπό και κατά συνέπεια, θα πρέπει να εξαφανιστεί.
Εξετάζοντας τις οικονομικές, βιομηχανικές και αγροτικές συνθήκες, που διαμορφώνουν την βάση της σημερινής αστικής κοινωνίας, βρίσκουμε ότι τείνουν, ολοένα και περισσότερο, να αντικαθιστούν την μεμονωμένη πράξη, με την συνδυασμένη πράξη ατόμων. Η σύγχρονη βιομηχανία, με τα μεγάλα εργοστάσια, όπου εκατοντάδες εργάτες επιβλέπουν πολύπλοκες μηχανές κινούμενες με ατμό, έχει ξεπεράσει τα μικρά εργαστήρια των μεμονωμένων παραγωγών, τα κάρα και οι άμαξες των λεωφόρων έχουν αντικατασταθεί από τα σιδηροδρομικά τραίνα, όπως και οι μικρές βάρκες και φελούκες, από ατμόπλοια. Ακόμα και η γεωργία υποκύπτει, αυξανόμενα, στην κυριαρχία της μηχανής και του ατμού, που αργά, αλλά αμείλικτα, βάζουν στην θέση του μικρού ιδιοκτήτη μεγάλους καπιταλιστές, οι οποίοι, με την βοήθεια μισθωτών εργατών καλλιεργούν μεγάλες εκτάσεις γης.
Παντού η συνδυασμένη δράση, η περιπλοκή διαδικασιών, που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, εκτοπίζει την ανεξάρτητη δράση, από μεμονωμένα άτομα. Αλλά οποιοσδήποτε μιλά, για συνδυασμένη δράση, μιλά για οργάνωση. Είναι δυνατόν να έχεις οργάνωση, χωρίς εξουσία;
Υποθέτοντας ότι μια κοινωνική επανάσταση ανέτρεπε τους καπιταλιστές, που τώρα ασκούν την εξουσία τους, πάνω στην παραγωγή και διανομή του πλούτου. Υποθέτοντας, για να υιοθετήσουμε πλήρως την θέση των αντιεξουσιαστών, ότι η γη και τα εργαλεία της εργασίας έχουν γίνει συλλογική ιδιοκτησία των εργατών, που τα χρησιμοποιούν. Τότε η εξουσία θα εξαφανιζόταν, ή θα άλλαζε μόνο μορφή; Για να δούμε.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, ένα κλωστοϋφαντουργικό εργοστάσιο. Το βαμβάκι πρέπει να περάσει, τουλάχιστον, από 6 διαδοχικές διαδικασίες, προτού καταλήξει στην μορφή της κλωστής και αυτές οι διαδικασίες λαμβάνουν χώρα, κατά κύριο λόγο, σε διαφορετικά δωμάτια. Επιπλέον, το να κρατηθούν, σε λειτουργία οι μηχανές, απαιτεί έναν μηχανικό, που θα επιβλέπει την ατμομηχανή, τεχνικούς να κάνουν τις τρέχουσες επιδιορθώσεις και πολλούς άλλους εργάτες, που η δουλειά τους θα είναι να μεταφέρουν τα προϊόντα, από ένα δωμάτιο, στο άλλο, κοκ. Όλοι αυτοί οι εργάτες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, είναι υποχρεωμένοι να ξεκινήσουν και να τελειώσουν την δουλειά τους, στις ώρες που καθορίζονται από την εξουσία του ατμού, που, ποσώς, τον ενδιαφέρει, για την προσωπική ανθρώπινη αυτονομία. Οι εργάτες πρέπει, ως εκ τούτου, να φτάσουν πρώτα σε μια κατανόηση, όσον αφορά τις κατάλληλες ώρες εργασίας και εφόσον αυτές οι ώρες ορισθούν, οφείλουν να τηρούνται από όλους, χωρίς καμιά εξαίρεση.
Όσα συγκεκριμένα ζητήματα ανακύπτουν, σε κάθε αίθουσα, ανά πάσα στιγμή, σε σχέση με τον τρόπο παραγωγής, διανομής του υλικού κτλ., πρέπει να λύνονται με την απόφαση ενός εκπρόσωπου τοποθετημένου επικεφαλής, σε κάθε κλάδο εργασίας, ή αν είναι δυνατόν, με μια ψηφοφορία, με όρους πλειοψηφίας. Η θέληση του ατόμου θα πρέπει, πάντα, να υποτάσσεται, σε αυτήν την απόφαση, που σημαίνει ότι τα ζητήματα του τρόπου παραγωγής θα λύνονται, με εξουσιαστικό τρόπο. Η αυτόματη μηχανή του μεγάλου εργοστασίου είναι πολύ πιο δεσποτική, από όσο ήταν οι μικροί καπιταλιστές, που απασχολούν εργάτες. Τουλάχιστον, σε σχέση με τις ώρες εργασίας, θα μπορούσε κανείς να γράψει στην πύλη αυτών των εργοστασίων: Lasciate ogni autonomia, voi che entrate! [“Άφησε, εσύ που μπαίνεις, κάθε αυτονομία πίσω σου!”].
Αν ο άνθρωπος, με την γνώση του και το εφευρετικό του πνεύμα, έχει καθυποτάξει τις δυνάμεις της φύσης, οι τελευταίες παίρνουν εκδίκηση, υποβάλλοντάς τον, όσο τις χρησιμοποιεί, σε έναν αληθινό δεσποτισμό ανεξάρτητο, από κάθε κοινωνική οργάνωση. Το να θέλεις να καταργήσεις την εξουσία, στην μεγάλη βιομηχανία, είναι ισοδύναμο, με το να θέλεις να καταργήσεις, την βιομηχανία, καθεαυτή, να καταργήσεις τον μηχανοκίνητο αργαλειό, για να γυρίσεις στην ανέμη.
Ας πάρουμε άλλο ένα παράδειγμα, τον σιδηρόδρομο. Εδώ και πάλι, η συνεργασία ενός άπειρου αριθμού ατόμων είναι, απολύτως, απαραίτητη και αυτή η συνεργασία πρέπει να ασκείται, σε ακριβείς καθορισμένες ώρες, έτσι ώστε να μην γίνουν ατυχήματα. Εδώ, πάλι, η κύρια συνθήκη της δουλειάς είναι μια κυρίαρχη θέληση, που καθορίζει όλα τα υφιστάμενα ζητήματα, είτε είναι η θέληση ενός εκπροσώπου, είτε μιας επιτροπής υπεύθυνης, για την εκτέλεση των αποφάσεων μιας πλειοψηφίας ενδιαφερόμενων ατόμων. Όποια και αν είναι η περίπτωση, υπάρχει μια πολύ ισχυρή εξουσία. Επιπλέον, τί θα γινόταν, με το πρώτο τραίνο, που θα αναχωρούσε, αν η εξουσία των υπαλλήλων, πάνω στους επιβάτες, καταργηθεί;
Αλλά η αναγκαιότητα της εξουσίας, και δεσποτικής, μάλιστα, δεν θα μπορούσε να βρεθεί περισσότερο φανερά, από ό,τι σε ένα καράβι, εν πλω. Εκεί, σε συνθήκες κινδύνου, οι ζωές όλων στηρίζονται στην ακαριαία και απόλυτη πειθαρχία, στην θέληση του ενός.
Όταν υπέβαλα αυτά τα επιχειρήματα, στους πιο λυσσαλέους αντιεξουσιαστές, η μόνη απάντηση, που μπορούσαν να δώσουν, ήταν η ακόλουθη : Ναι, αυτό είναι αλήθεια, αλλά δεν είναι εξουσία που παραχωρούμε, σε διαμεσολαβητές μας, αλλά σε μια επιτροπή εμπιστοσύνης. Αυτοί οι κύριοι νομίζουν ότι, με το να αλλάζουν τα ονόματα των πραγμάτων, αλλάζουν και τα πράγματα τα ίδια. Έτσι κοροϊδεύουν τον κόσμο αυτοί οι βαθυστόχαστοι διανοητές.
Είδαμε λοιπόν, ότι από την μια, κάποια εξουσία, ανεξαρτήτως πόσο διαμεσολαβημένη, και από την άλλη, μια κάποια υποταγή είναι πράγματα που, ανεξαρτήτως όλων των κοινωνικών οργανώσεων, επιβάλλονται πάνω μας, μαζί με τις υλικές συνθήκες, κάτω από τις οποίες παράγουμε και διανέμουμε τα προϊόντα.
Είδαμε, εξάλλου, ότι οι υλικές συνθήκες παραγωγής και διανομής, αναπόφευκτα, αναπτύσσονται, με την μεγάλη βιομηχανία και την, μεγάλης κλίμακας, γεωργία και αυξανόμενα, τείνουν να μεγεθύνουν το εύρος αυτής της εξουσίας. Συνεπώς, είναι παράλογο να θεωρείς ότι η αρχή της εξουσίας είναι, απόλυτα, κακή και η αρχή της αυτονομίας, απόλυτα, καλή. Η εξουσία και η αυτονομία είναι σχετικά πράγματα, που οι σφαίρες τους κυμαίνονται, μαζί με τις διάφορες φάσεις ανάπτυξης της κοινωνίας. Αν οι οπαδοί της αυτονομίας περιορίζονταν, στο να πουν ότι η μελλοντική κοινωνική οργάνωση θα περιορίσει την εξουσία, αποκλειστικά, μέσα στα όρια, που οι συνθήκες παραγωγής την καθιστούν αναπόφευκτη, θα μπορούσαμε να κατανοηθούμε μεταξύ μας, αλλά είναι τυφλοί, σε όλα τα στοιχεία, που την κάνουν απαραίτητη και με πάθος πολεμάνε την ίδια την πραγματικότητα.
Γιατί οι αντιεξουσιαστές δεν περιορίζονται να ωρύονται, ενάντια στην πολιτική εξουσία, το κράτος; Όλοι οι Σοσιαλιστές συμφωνούν ότι το πολιτικό κράτος και μαζί με αυτό, η πολιτική εξουσία θα εξαφανιστούν, ως αποτέλεσμα της επικείμενης κοινωνικής επανάστασης, δηλαδή, οι δημόσιες υποθέσεις θα χάσουν τον πολιτικό τους χαρακτήρα και θα μεταμορφωθούν, σε απλές διοικητικές λειτουργίες επίβλεψης, στα πραγματικά συμφέροντα της κοινωνίας. Αλλά οι αντιεξουσιαστές απαιτούν το πολιτικό κράτος να καταργηθεί με ένα χτύπημα, ακόμη και πριν οι κοινωνικές συνθήκες, που το γέννησαν, έχουν καταστραφεί. Απαιτούν η πρώτη πράξη της κοινωνικής επανάστασης να είναι η κατάργηση της εξουσίας. Αυτοί οι κύριοι έχουν δει ποτέ τους μια επανάσταση; Η επανάσταση είναι σίγουρα το πιο εξουσιαστικό πράγμα, που υπάρχει· είναι η πράξη, όπου μια μερίδα του πληθυσμού επιβάλλει την θέληση της, στην άλλη μερίδα, με τουφέκια, ξιφολόγχες και κανόνια – εξουσιαστικά μέσα, αν υπάρχουν τέτοια· και αν η νικήτρια μερίδα δεν θέλει ο αγώνας της να είναι μάταιος, θα πρέπει να διατηρήσει την εξουσία της, μέσω του τρόμου, που τα όπλα της εμπνέουν, στους αντιδραστικούς. Θα είχε κρατήσει η Παρισινή Κομμούνα, έστω μια μέρα, αν δεν είχε χρησιμοποιήσει την εξουσία του οπλισμένου λαού, ενάντια στην αστική τάξη; Μήπως, αντίθετα, θα πρέπει να την κατακρίνουμε, που δεν την χρησιμοποίησε, τόσο ελεύθερα όσο χρειαζόταν;
Κατά συνέπεια, συμβαίνει ένα από τα δύο : είτε οι αντιεξουσιαστές δεν ξέρουν γιατί μιλάνε, στην οποία περίπτωση σπέρνουν μόνο σύγχυση· είτε, όντως, ξέρουν και σε αυτήν την περίπτωση, προδίδουν το προλεταριακό κίνημα. Όπως και να έχει, εξυπηρετούν την αντίδραση".
Το κείμενο αυτό του Friedrich Engels είναι προφανές ότι αποτελεί μια καίρια συμβολή του, όχι, απλώς, στο ζήτημα του περιεχομένου και του χαρακτήρα της αποκαλούμενης "προλεταριακής εξουσίας", έτσι όπως ο ίδιος την έβλεπε, αλλά, ταυτόχρονα, το κείμενο αυτό χαράσσει τον δρόμο, στους επιγόνους των πατέρων το μαρξισμού, για το πώς, με ποιόν τρόπο και με ποιά μέσα θα ασκήσουν την εξουσία, όταν θα ανατρέψουν την εξουσία των καπιταλιστών.
Για τον Friedrich Engels (όπως και για τον Karl Marx), η κοινωνική επανάσταση δεν μπορεί να επιτύχει, χωρίς να επιβληθεί η εξουσία της εξεγερμένης εργατικής τάξης στους πρώην καταπιεστές τους, αφού δεν υπάρχει πιο εξουσιαστικό πράγμα στον κόσμο, από την ίδια την κοινωνική επανάσταση, η οποία προϋποθέτει ότι ένα κομμάτι του πληθυσμού, χρησιμοποιώντας την βία, επιβάλλει τη θέλησή του, σε ένα άλλο κομμάτι του πληθυσμού και το απαλλοτριώνει, από την περιουσία του. Και εάν αυτή η νέα "εξουσία της εργατικής τάξης" δεν επιβληθεί και μάλιστα, με τα κλασικά μέσα - δηλαδή τα όπλα και την καταπίεση -, τότε, η κοινωνική επανάσταση θα αποτύχει, όπως απέτυχε η Κομμούνα του Παρισιού.
Η επιχειρηματολογία του Friedrich Engels δεν σταματάει, βέβαια, στο, καθαρά, πολιτικό σκέλος της αναγκαιότητας της επιβολής, με τις μπαγιονέτες της πολιτικής εξουσίας, που θα προκύψει, μετά από μια κοινωνική επανάσταση, μιας κυρίαρχης ομάδας του πληθυσμού (υποτίθεται της "εργατικής τάξης", στην συγκεκριμένη περίπτωση), αλλά προχωρεί, σε περισσότερο εξειδικευμένα πεδία, αναφερόμενος, στην δεσποτική εξουσία και στην απαραίτητη υποταγή, που επιβάλλει η ίδια η διαδικασία της παραγωγικής διαδικασίας, στις μεγάλες εργοστασιακές μονάδες, η οποία απαιτεί την κυριαρχία της θέλησης μιας αρχής.
Κάπως έτσι, παρουσιαζόμενη, η άσκηση της εξουσίας, ως ένα φυσικό φαινόμενο, το οποίο δεν μπορεί και δεν είναι φυσιολογικό και ως εκ τούτου, δεν είναι επιθυμητό να ανατραπεί, η ίδια η εξουσία, ως κοινωνικό φαινόμενο, οδηγείται, μέσα από την συνολική αφήγηση του Friedrich Engels, στο να εργαλειοποιηθεί και ως εργαλείο, να ουδετεροποιηθεί, ως προς τα αποτελέσματά του, αφού, με αυτόν τον τρόπο η άσκηση της εξουσίας, τελικά, εξαρτάται, από εκείνον, που την ασκεί, χωρίς το ίδιο το εξουσιαστικό φαινόμενο, ως τέτοιο, να επηρεάζει, ούτε εκείνους, που την ασκούν, όπως δεν επηρεάζει και τους σκοπούς, για τους οποίους ασκείται.
Το χειρότερο όλων των επιχειρημάτων, που προβάλλει ο Friedrich Engels και των συμπερασμάτων, στα οποία καταλήγει, δεν είναι άλλο, από την προπαγάνδιση, στους κόλπους των κύκλων των ριζοσπαστών διανοουμένων και εργατών, της υποταγής, ως μιας κοινωνικά, αναγκαίας πολιτικής στάσης, η οποία αποδίδεται, στον τρόπο ζωής των σύγχρονων κοινωνιών, ο οποίος επιβάλλεται, από την παραγωγική διαδικασία και ειδικά, από την αναπτυγμένη βιομηχανική παραγωγή, που - υποτίθεται, όχι αβάσιμα, ότι - διογκώνει τις σχέσεις κυριαρχίας, μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίοι συμμετέχουν, σε αυτήν και έτσι (επίσης, υποτίθεται) ότι αυτή η πολιτική στάση, ως τρόπος ζωής, καθίσταται να είναι ο ορθός τρόπος διαμόρφωσης των κοινωνικών σχέσεων. αναγκαίου κοινωνικού φαινομένου.
Με αυτήν την κανονικοποίηση του εξουσιαστικού φαινόμενου, το οποίο αντιμετωπίζεται, από τον Friedrich Engels και τον μαρξισμό, ως ένα εργαλειακό ζήτημα, με ουδέτερο χαρακτήρα, στην ουσία, εξαγιάζεται, ενώ, στην πραγματικότητα, το φαινόμενο αυτό αποτελεί έναν καίριο παράγοντα της ανθρώπινης αδυναμίας, για την προώθηση της διαδικασίας της αποκαλούμενης, ως κοινωνικής απελευθέρωσης. Από εκεί και πέρα, τα κοινωνικά πράγματα, μέσα από την μαρξιστική πολιτική και κοινωνική θεωρία, παίρνουν μιαν άλλη τροπή και εξέλιξη.
Αυτό συμβαίνει διότι, απλούστατα, η ίδια η άσκηση της εξουσίας, προϋποθέτει μια δομή της όποιας εξουσίας, η οποία, τελικώς, όσο δεν μπορούν να λειτουργήσουν οι αμεσοδημοκρατικοί θεσμοί, ασκείται από μια συγκεκριμένη ελίτ, η οποία, σε κάθε περίπτωση μορφοποιείται, αποκτά μια πραγματική υπόσταση, επιβάλλει την κυριαρχία της, μέσα από την σύγχρονη - κάθε φορά και σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση - λειτουργία του εξουσιαστικού φαινόμενου και η οποία εξουσιαστική ελίτ στηρίζεται, σε μια στερεή κοινωνική, πολιτική και οικονομική βάση, μετά από κάθε κοινωνική επανάσταση, ή μετά από όποια ριζική (ή μη ριζική) κοινωνική και πολιτική μεταβολή, όπως μας έδειξαν και στην περίπτωση - και όχι μόνον - των μπολσεβίκων και όπως εξακολουθούν να μας διδάσκουν, η ιστορική εμπειρία και οι τρέχουσες εξελίξεις του παρόντος, εντός του οποίου διάγουμε τον βίο μας.
Ως εκ τούτου, η εξαφάνιση του πολιτικού κράτους, για την οποία μιλάει ο Friedrich Engels είτε αυτό είναι εθνικό, είτε, αργότερα, μέσα από μεγαλύτερες κρατικές συσσωματώσεις, είτε, ακόμη και εάν μπορέσουμε να φανταστούμε, στο απώτερο μέλλον, είναι ένα ενιαίο κράτος, που περιλαμβάνει το σύνολο της επικράτειας του πλανήτη μας, καθίσταται ουτοπία, όπως καθίσταται σαφές και αδιαμφισβήτητο, από την δραματική εξέλιξη της πορείας του κλασσικού εργατικού κινήματος, που οδήγησε, στην δραματική πραγματικότητα των παλαιών και των σύγχρονων κρατών του εφαρμοσμένου και πραγματοποιημένου κομμουνισμού και τα οποία, αντί να απονεκρωθούν, όπως προέβλεπαν οι Karl Marx και Friedrich Englels, τελικώς, διεύρυναν την ύπαρξη και την ισχύ τους, στον έσχατο βαθμό, μέσα από την συνέχιση και την, περαιτέρω, εξειδίκευση των θεωριών των πατέρων του μαρξισμού, έτσι όπως τις εγκαθίδρυσαν ο Β. Ι. Λένιν και ο Ι. Β. Στάλιν, με το λενινιστικό μοντέλο πολιτικής/κρατικής, κοινωνικής και οικονομικής διοίκησης, το οποίο χρησίμευσε στην διαμόρφωση των, κοινωνικά, νεοπαγών εξουσιαστικών ομάδων, που επιβλήθηκαν, στις κοινωνίες, που επικράτησαν, ως ελιτιστικές γραφειοκρατίες των κομμουνιστικών κομμάτων, με τις, επί μέρους, κατά περίπτωση, διαφοροποιήσεις, φυσικά.
Μιλώντας, για τα χειρότερα όλων όσων πράττει ο Friedrich Engels, πρέπει να πω ότι, πάντοτε, από τα χειρότερα όλων, υπάρχουν τα, ακόμη, χειρότερα. Δηλαδή τα χείριστα.
Και αυτά τα χείριστα, στα οποία καταφεύγει ο μεγάλος αυτός διανοητής, δεν είναι άλλα από τις φανατικές ιδεοληψίες του, οι οποίες εκφράζονται, στο τέλος του παραπάνω κειμένου, με τις κατηγορίες, τις οποίες απευθύνει, προς τους αντεξουσιαστές, που επιμένουν να διαφωνούν μαζύ του και τους οποίους αποκαλεί, σε κάθε περίπτωση (είτε γνωρίζουν το σφάλμα των πεποιθήσεών τους, είτε όχι), ως υπηρέτες της αντίδρασης.
Μετά από όλα αυτά, μπορούν να γίνουν κατανοητά τα όσα, σε επίπεδο θεωρίας, αλλά και σε επίπεδο έμπρακτης εφαρμογής των μαρξιστικών ιδεών, έπραξαν και οι σοσιαλδημοκράτες, οι αποκαλούμενοι, ως ρεφορμιστές διάδοχοι των πατέρων του μαρξισμού και πολύ περισσότερο, οι κομμουνιστές, οι αποκαλούμενοι, ως ριζοσπάστες διάδοχοί τους, οι οποίο, μάλιστα, θέλησαν να εμφανισθούν ότι είναι - και όντως, σε πολύ μεγάλο βαθμό, είναι - εκείνοι, οι οποίοι έμειναν πιστοί, στα όσα στηρίζει η μαρξιστική θεωρία, τα οποία, μάλιστα και επεχείρησαν και εξακολουθούν να επιχειρούν να εφαρμόσουν, στην πράξη, με την δημιουργία διάφορων εκδοχών νεοπαγών κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών συστημάτων, τα οποία, όμως, αντί να αντικαταστήσουν τον σύγχρονο καπιταλισμό, τον ωθούν να εξελιχθεί, προς τις χειρότερες εκδοχές του.
Δυστυχώς...
Σχόλια