Το NATO και ο ΣΥΡΙΖΑ βιάζονται να ψηφισθεί η Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτή, όμως, δεν πρέπει να ψηφισθεί. (Η αντιπολίτευση πρέπει να οδηγήσει σε παραίτηση τους βουλευτές της, για να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές. Θα το πράξει;).
Όπως γίνεται φανερό, από τις εξελίξεις του τελευταίου καιρού, ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, βιάζονται πολύ, για να περάσουν, από την βουλή, την Συμφωνία των Πρεσπών. Τόσο πολύ, που αφήνουν, στην άκρη, τον συμφωνημένο, με τον Πάνο Καμμένο, αρχικό σχεδιασμό, για την εισαγωγή του σχετικού νομοσχεδίου, τον Μάρτιο του 2019, με αποτέλεσμα να αποδέχονται και την (λογικά αχρείαστη) κυβερνητική κρίση, που προκύπτει, από την απειλή του Πάνου Καμμένου να φύγει από την κυβέρνηση και την διαχεόμενη, μέσω των κύκλων του, πρόθεσή του να μην στηρίξει, από εδώ και πέρα, το κυβερνητικό σχήμα.
Μπορεί η κοινή λογική να θεωρεί αχρείαστη την παρούσα κυβερνητική κρίση, όμως, η πολιτική λογική κινείται, στην αντίθετη κατεύθυνση. Η παρασπονδία του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, απέναντι, στον κυβερνητικό τους εταίρο δεν είναι παράλογη. Ακολουθεί τους κλασικούς κανόνες του πολιτικού αμοραλισμού, αφού γίνεται από θέση ισχύος και εξυπηρετεί τον τακτικό πολιτικό σχεδιασμό του πρωθυπουργού, ο οποίος σχεδιασμός έχει, ως κρίσιμο και κύριο τμήμα του, την υλοποίηση των διεθνών δεσμεύσεων, που ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας έχει αναλάβει, έναντι του Donald Trump και των εταίρων του, στην "Ευρωπαϊκή Ένωση". Οι σύμμαχοι βιάζονται. Και φυσικά βιάζονται, επειδή κάτι φοβούνται.
Το θέμα, λοιπόν, εντοπίζεται, στο τί είναι αυτό που φοβούνται όλοι αυτοί και γιατί βιάζονται, τόσο πολύ να περάσουν την Συμφωνία των Πρεσπών, τώρα, ενώ δεν υπάρχουν τα απαραίτητα εχέγγυα και δεν έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες, που απαιτούνται και τις οποίες προβλέπει η ίδια η Συμφωνία, για την κύρωσή της, από τον Σλαβομακεδόνα πρόεδρο Γκιόργκε Ιβάνωφ και για την θέση, σε ισχύ, των συνταγματικών αλλαγών, ύστερα από την δημοσίευσή τους, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της FYROM;
Ο συμμαχικός παράγοντας, το ΝΑΤΟ, για τους δικούς του λόγους, επείγεται και επιθυμεί να μην υπάρξουν καθυστερήσεις. Οι λόγοι αυτοί είναι σαφείς. Προφανώς θέλει να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα, την υπόθεση της ένταξης της πΓΔΜ, στον Οργανισμό, χωρίς περιττές καθυστερήσεις, οι οποίες, εξ αιτίας του ρωσικού παράγοντα, μπορεί να αποβούν επικίνδυνες. Ο νατοϊκός σχεδιασμός, στα Βαλκάνια, μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να ναυαγήσει και αυτό που επείγει την Ουάσινγκτων, αφορά την επιθυμία της να κερδίσει, στο τέλος του γεωπολιτικού παιγνίου, με την Μόσχα, που εξελίσσεται, στα Βαλκάνια, όσο περισσότερο εδαφικό χώρο μπορεί να κερδίσει. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Αυτός ο νατοϊκός σχεδιασμός, που, κατά βάση, είναι αμερικανικός, όπως πολλές φορές έχω γράψει, πρέπει να αποτύχει. Τα Βαλκάνια - και αυτό δεν το έχει αντιληφθεί ο πολύς κόσμος, στην χώρα μας - κινδυνεύουν από μια πολεμική ανάφλεξη, λόγω των ανταγωνιστικών γεωπολιτικών παιχνιδιών, που εξελίσσονται, στην περιοχή. Αυτός ο κίνδυνος πρέπει να αποφευχθεί. Και για να αποφευχθεί, είναι απαραίτητο να αποτραπεί η υλοποίηση του αμερικανικού σχεδιασμού, ο οποίος αποσκοπεί, στον αποκλεισμό της Ρωσίας, από την Βαλκανική.
Είναι σαφές ότι η Ρωσία δεν πρόκειται να επιτρέψει, στο ΝΑΤΟ και στην Δύση, να υλοποιήσουν, τον σχεδιασμό αυτόν. Στο σχέδιο της Μεγάλης Αλβανίας, το οποίο εκπορεύεται, από την Ουάσινγκτων, η Μόσχα αντιπαραθέτει το δικό της σχέδιο, για την δημιουργία της Μεγάλης Σερβίας. Αυτά τα δύο σχέδια τέμνονται, κυρίως, στο Κόσοβο, αλλά και στην Βοσνία, στο Μαυροβούνιο και στην Σλαβομακεδονία, ενώ, στην τελευταία, υπάρχει και το έντονο αλβανικό ενδιαφέρον, λόγω του, όχι ευκαταφρόνητου ποσοστού του αλβανικού πληθυσμού, στην χώρα αυτή.
Όλα αυτά, στην πράξη, σημαίνουν ότι η περιοχή της Βαλκανικής οδηγείται, εξ αιτίας των επικαιροποιημένων και ενεργών αντιπαλοτήτων, ανάμεσα, στις υπερδυνάμεις, σε μια αναζωπύρωση του γιουγκοσλαβικού πολέμου της δεκαετίας του 1990, ο οποίος είναι πολύ πιθανό να επεκταθεί, σε όλον τον βαλκανικό χώρο. Αν και όταν ξεκινήσει (και δεν μιλάμε, για το απώτερο μέλλον), θα αφήσει πίσω του ερείπια, εάν δεν εξελιχθεί, σε έναν ευρύτερο ευρωπαϊκό πόλεμο, ο οποίος, καθόλου δύσκολα, μπορεί, ανάλογα, με τους τελικούς στόχους των ελίτ των δύο υπερδυνάμεων (αλλά και της Κίνας), να οδηγήσει, σε συνδυασμό, με τα άλλα σημεία ανάφλεξης, στον πλανήτη, σε μια παγκόσμια πολεμική αναμέτρηση.
Βέβαια, το τελευταίο ενδεχόμενο, στον πολύ κόσμο, δεν φαίνεται, ως κάτι το πιθανό, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο πολύς κόσμος βλέπει σωστά, τα πράγματα. Συνήθως, στην πολιτική και ειδικά, στην γεωπολιτική, δεν τα βλέπει, σωστά. Αλλά δεν χρειάζεται, στην περίπτωση, για την οποία μιλάμε, αυτήν, δηλαδή, της αναζωπύρωσης του γιουγκοσλαβικού πολέμου, να επεκταθεί ο πόλεμος αυτός, στην Ευρώπη, ή στον κόσμο. Αρκεί και ο περιορισμός του, στην Βαλκανική, για να είμαστε αρνητικοί, στην υλοποίηση του αμερικανικού σχεδιασμού.
Για τον λόγο αυτόν, η πΓΔΜ δεν πρέπει να εισέλθει, στο ΝΑΤΟ. Και για να μην εισέλθει, στο ΝΑΤΟ, πρέπει να αποτραπεί η ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, από την ελληνική βουλή. Έτσι, το γεγονός ότι οι νατοϊκοί επείγονται και βιάζονται να προωθήσουν, τώρα, ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ την ψήφιση της Συμφωνίας αυτής κάνει, ακόμη, πιο επείγουσα την αποτροπή της.
Οι διαδικαστικοί λόγοι - που είναι και λόγοι ουσίας - είναι αρκετοί, για να μην ψηφιστεί η Συμφωνία των Πρεσπών, αφού η άλλη πλευρά (η πΓΔΜ) δεν έχει ανταποκριθεί και δεν προβλέπεται, στο εγγύς μέλλον, να ανταποκριθεί, στις υποχρεώσεις, που προβλέπει η ίδια η Συμφωνία. Παρ' όλ' αυτά, όμως, η ελληνική πλευρά "τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι" βιάζεται και αυτή να ψηφισθεί, τώρα, η Συμφωνία, αδειάζοντας τον Πάνο Καμμένο, με τον οποίο είχε συμφωνήσει, ένα χρονοδιάγραμμα, για την ψήφισή της, το οποίο παρέπεμπε, στον ερχόμενο Μάρτιο (ή και Απρίλιο).
Η βουλή της χώρας μας, όμως, δεν πρέπει να ψηφίσει την Συμφωνία των Πρεσπών, αφού η "μακεδονική" πλευρά δεν έχει προβεί, στις ενέργειες που πρέπει να προβεί, με βάση, τα όσα έχουν συμφωνηθεί και περιέχονται, στο κείμενο της Συμφωνίας. Ας δούμε αυτά τα σημεία :
- Η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών, παρά το γεγονός ότι έχει ψηφισθεί, από το περασμένο καλοκαίρι, από την βουλή της FYROM, δεν έχει δημοσιευθεί, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της γειτονικής χώρας. Ο πρόεδρος Γκιόργκε Ιβάνωφ αρνείται να την υπογράψει και την έχει βάλει, στο συρτάρι. Όσο η σλαβομακεδονική πλευρά δεν έχει λύσει το πρόβλημα της δημοσίευσης της Συμφωνίας αυτής, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν υπάρχει κανένας λόγος, για την ψήφισή της από την ελληνική βουλή. Βέβαια, η βουλή της πΓΔΜ ψήφισε την Συμφωνία, όμως η επισημοποίησή της εκκρεμεί. Ως εκ τούτου, η ελληνική πλευρά δεν έχει κανέναν λόγο να βιάζεται. Όμως, παρά το γεγονός αυτό, ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ βιάζονται. Και μάλιστα, τόσο πολύ, που αθετούν την συμφωνία τους, με τον Πάνο Καμμένο. Και αυτό το πράττουν, επειδή, βιάζονται και έτσι θέλουν οι σύμμαχοι, οι οποίοι έστειλαν, σήμερα, στην Αθήνα, την Angela Merkel, προκειμένου να πιέσει τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. (Και προφανώς και τον Κυριάκο Μητσοτάκη). Βέβαια, οι θιασώτες της ψήφισης της Συμφωνίας θα αντιτείνουν ότι η μόνη υποχρέωση της πΓΔΜ είναι να ψηφίσει η βουλή της χώρας αυτής, την Συμφωνία των Πρεσπών και όχι να την δημοσιεύσει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως - κάτι που μπορεί να πράξει, μόνον, ο πρόεδρος του "μακεδονικού" κράτους. Πράγματι, διαβάζοντας το παραπάνω τμήμα της Συμφωνίας, που δημοσιεύω, εδώ, δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση, της σλαβομακεδονικής πλευράς. Όμως, αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα. Η Συμφωνία πρέπει να κυρωθεί, από τον πρόεδρο του γειτονικού κράτους, το οποίο η ίδια η Συμφωνία, το αναγνωρίζει, ως μακεδονικό κράτος. Αν δεν κυρωθεί από τον πρόεδρο της πΓΔΜ - και για όσο χρονικό διάστημα δεν κυρώνεται - η όλη υπόθεση στερείται νοήματος. Πιθανότατα, βέβαια και η ελληνική πλευρά να ακολουθήσει την ίδια πρακτική, με αυτή της γειτονικής χώρας. Ο πρόεδρος του ελληνικού κράτους, ο Προκόπης Παυλόπουλος, ίσως να μην υπογράψει τον σχετικό νόμο, μετά την αναμενόμενη ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, από την ελληνική βουλή. Και φαίνεται ότι, μάλλον, η ελληνική πλευρά κινείται, σε αυτή την κατεύθυνση, χωρίς να το λέει. Αλλά, με τα όσα συμβαίνουν και εξελίσσονται, δεν μπορούμε να πούμε, με σιγουριά, τίποτε. Και φυσικά, για να έλθει η καγκελάριος, στην Αθήνα, αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν δυσχέρειες, τις οποίες ήλθε, για τις επιλύσει. Αλλά τα προβλήματα, με την Συμφωνία των Πρεσπών, δεν σταματούν εδώ.
- Στην παρούσα φάση, πέραν της κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών, από το πρόεδρο της FYROM, είναι εκκρεμής και η υπόθεση των συνταγματικών αλλαγών, που απαιτείται να θεσμισθούν, από την Συμφωνία αυτή. Αυτή η διαδικασία, μόλις, αυτές τις ημέρες αναμένεται να ολοκληρωθεί στην βουλή της γείτονος. Υποθέτοντας ότι ο Ζόραν Ζάεφ θα βρει τις 80 ψήφους, που χρειάζεται, στην ψηφοφορία της 15ης Ιανουαρίου, το πρόβλημα, που γεννάται, είναι το ίδιο, με αυτό, που έχει η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ο πρόεδρος Γκιόργκε Ιβάνωφ δεν πρόκειται να κυρώσει το κείμενο των συνταγματικών αλλαγών, που θα ψηφισθεί, από την βουλή της πΓΔΜ. Αλλά, εδώ, τα πράγματα είναι σαφέστατα, ως προς το τί προβλέπεται να συμβεί, από το κείμενο της Συμφωνίας. Όπως προκύπτει, από το παραπάνω τμήμα της, η πΓΔΜ πρέπει να ολοκληρώσει καθ' ολοκληρίαν (in toto, λέει το κείμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών, που παραθέτω, στην αρχή του παρόντος δημοσιεύματος), μέχρι το τέλος του 2018. Αυτό δεν έχει γίνει. Και δεν αρκεί η ψήφιση των συνταγματικών αλλαγών, από την βουλή της Σλαβομακεδονίας. Απαιτείται και η κύρωση και η δημοσίευσή τους, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, από τον Σλαβομακεδόνα πρόεδρο και τούτο διότι, έτσι ολοκληρώνεται η προβλεπόμενη διαδικασία των συνταγματικών αλλαγών, στην γειτονική χώρα.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ακόμη και αν κινηθούμε, μέσα στα πλαίσια της ίδιας της Συμφωνίας των Πρεσπών, η ελληνική βουλή δεν υποχρεούται και δεν δικαιούται να ψηφίσει την Συμφωνία αυτή. Το πρόβλημα δεν εντοπίζεται, απλώς, στο ότι οι συνταγματικές αλλαγές δεν ψηφίστηκαν, μέχρι το τέλος του 2018, όπως προβλέπει η Συμφωνία. (Έβαλαν αυτή την διάταξη, επειδή πίστευαν ότι, στο δημοψήφισμα, που έγινε, στην FYROM, ο πληθυσμός της χώρας, στην πλειοψηφία του, θα ψήφιζε, υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών και θα έδεναν τα χέρια του προέδρου του "μακεδονικού" κράτους).
Αυτό, που υπολόγιζαν οι δύο πλευρές και ο συμμαχικός παράγοντας, δεν συνέβη και ως εκ τούτου, η Συμφωνία έμεινε ξεκρέμαστη, ως προς την προθεσμία, που θέτει, για την ολοκλήρωση των συνταγματικών αλλαγών, στην γειτονική χώρα. Βέβαια, η μη τήρηση της προθεσμίας έδωσε την ευκαιρία, στην ελληνική πλευρά να καταγγείλει την Συμφωνία των Πρεσπών, πλην όμως, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, άφησε, δυστυχώς, την ευκαιρία αυτή να πάει χαμένη. Αυτό, όμως, δεν είναι το κύριο, στην όλη υπόθεση. Αυτή η καθυστέρηση των μερικών ημερών είναι θεραπεύσιμη. Μπορεί, μεταξύ καλοπίστων, να παρακαμφθεί και να αγνοηθεί.
Το ουσιώδες ζήτημα, που τίθεται, εντοπίζεται, στην αναμενόμενη, in toto ολοκλήρωση των συνταγματικών αλλαγών, στην FYROM. Δηλαδή, στο γεγονός ότι, εάν αυτές οι συνταγματικές αλλαγές ψηφισθούν, θα μείνουν εκκρεμείς, αναμένοντας, με την σειρά, τους την κύρωσή τους, από τον πρόεδρο του κράτους και την συνακόλουθη δημοσίευσή τους, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της γειτονικής χώρας. Αυτός ο όρος δεν έχει εκπληρωθεί, από την ελίτ της πΓΔΜ. Και όσο δεν εκπληρώνεται, η ελληνική βουλή δεν έχει καμμιά δουλειά να ψηφίσει την Συμφωνία των Πρεσπών. Πρέπει να περιμένει την ολοκλήρωση των διαδικασιών, στην γείτονα χώρα, όπως προβλέπει η ίδια η Συμφωνία.
Αλλά οι "δικοί" μας βιάζονται, επειδή βιάζεται ο συμμαχικός παράγοντας. Κακώς βιάζονται, διότι, στην γειτονική χώρα, με αφορμή αυτό το ζήτημα, μπορεί - το θεωρώ, περίπου, βέβαιο - να υπάρξουν εκπλήξεις. Οι οποίες, με δεδομένο το κλίμα, που επικρατεί, στην περιοχή μας, δεν θα είναι και τόσο καλές εκπλήξεις. Ας τις δούμε.
Με δεδομένο το συνταγματικό κενό, που λένε ότι υφίσταται, στην πΓΔΜ, ως προς το τί γίνεται όταν ο πρόεδρος του κράτους αρνείται να κυρώσει και να δημοσιεύσει ένα νομοσχέδιο, που έχει ψηφισθεί, από την Βουλή και να το μετατρέψει, σε νόμο του κράτους, ο Γκιόργκε Ιβάνωφ δεν δημοσιεύει τα ψηφισμένα νομοσχέδια, που δεν επιθυμεί να δημοσιεύσει. Δεν είναι, μόνο την Συμφωνία των Πρεσπών, που δεν έχει δημοσιεύσει. Είναι και το ψηφισμένο νομοσχέδιο, για την επίσημα αναγνώριση της αλβανικής γλώσσας, ως ισότιμης επίσημης γλώσσας του κράτους, με τα "μακεδονικά" (δηλαδή, με την βουλγαρική διάλεκτο, που ομιλείται, στην FYROM).
Αυτή η κατάσταση μπορεί να καταλήξει, σε ένα πραξικόπημα, είτε της κυβέρνησης, κατά του προέδρου του κράτους (διεξάγεται δικαστική έρευνα, εις βάρος, για την μη δημοσίευση των νόμων αυτών, που ψήφισε η βουλή) και ήδη, ο πρόεδρος της βουλής Ταλάτ Τζαφέρι έχει απειλήσει ότι θα δημοσιεύσει αυτός τις συνταγματικές αλλαγές.
Επίσης, αυτή η κατάσταση είναι πιθανό να οδηγήσει, σε ένα πραξικόπημα του προέδρου του κράτους (ο οποίος είναι εκλεγμένος, μέσα από προσφυγή, στην λαϊκή ετυμηγορία και είναι, επίσης, ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων), κατά της κυβέρνησης.
Εάν δεν έχουν γίνει τέτοιες κινήσεις, μέχρι τώρα, είναι επειδή η σλαβομακεδονική ελίτ φοβάται εμφύλιο και κοινοτικό πόλεμο, στην χώρα. Τέτοιες κινήσεις θα διαιρέσουν την σλαβομακεδονική κοινότητα, ενώ, από την άλλη πλευρά θα την φέρουν, σε σύγκρουση, με την αλβανική κοινότητα. Πιθανόν, βέβαια, είναι όλοι να περιμένουν τις εκλογές, για τον νέο πρόεδρο του γειτονικού κράτους, οι οποίες θα γίνουν, τον ερχόμενο Απρίλιο. Αυτό θα είναι και το καλύτερο.
Όμως, το ΝΑΤΟ και η ελληνική πλευρά βιάζονται. Και θέλουν να γίνει η ψηφοφορία, για την Συμφωνία των Πρεσπών, στην ελληνική βουλή, τώρα, παρά τις, περί του αντιθέτου, προβλέψεις της Συμφωνίας αυτής, οι διατάξεις της οποίας απαιτούν την ολοκλήρωση των διαδικασιών, για τις συνταγματικές αλλαγές, στην FYROM, πριν την ψήφιση της Συμφωνίας από την ελληνική βουλή, αφού η ψήφιση αυτή έχει, ως προϋπόθεση, την ολοκλήρωση των συνταγματικών αλλαγών, στην Σλαβομακεδονία.
Αυτή η βιασύνη λέει πολλά. Και υπονοεί πολύ περισσότερα. Αυτό που λέει, είναι ότι όλα, στην περιοχή μας, είναι, όχι μόνο, σε εκκρεμότητα, αλλά και παραμένουν αβέβαια. Αυτό, από μόνο του, καθιστά τα πράγματα ομιχλώδη και σε συνδυασμό, με όσα συμβαίνουν και εξελίσσονται, στα Βαλκάνια, είναι επικίνδυνα.
Και αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος, για να μην ψηφισθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, από την ελληνική βουλή (έστω και αν ο Αλέξης Τσίπρας λέει, τώρα, ότι η κύρωση της ένταξης της FYROM, ως "Βόρειας Μακεδονίας", θα καθυστερήσει, λίγο και δεν θα γίνει, μαζύ με την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Αυτό μπορεί να είναι ένα διαπραγματευτικό επιχείρημα, έναντι της ελίτ της γειτονικής χώρας, όμως, δεν είναι ένα επιχείρημα, το οποίο θα μπορεί να σταθεί, απέναντι στην Angela Merkel και την κυβέρνηση της Ουάσινγκτων).
Ως εκ τούτου, αυτό που πρέπει να πράξει ο Πάνος Καμμένος, είναι να αποσύρει την υποστήριξή του, από την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και να την υποχρεώσει να καταφύγει, στην αναζήτηση ψήφου εμπιστοσύνης, από την βουλή, μήπως και ανοίξει ο δρόμος, για πρόωρες βουλευτικές εκλογές.
Θα πράξει κάτι τέτοιο ο Πάνος Καμμένος;
Έχει κάθε λόγο να το πράξει, φαίνεται - δείχνει - ότι είναι διατεθειμένος να το πράξει, αλλά δεν είναι, απολύτως, βέβαιο ότι θα το πράξει. Η αθέτηση από τον Αλέξη Τσίπρα, της συμφωνίας, που είχαν συνάψει, για το χρονοδιάγραμμα των εξελίξεων, ως προς την Συμφωνία των Πρεσπών, δίνει το δικαίωμα, στον υπουργό Εθνικής Άμυνας και αρχηγό των ΑΝΕΛ, να αποσυρθεί, από την κυβέρνηση και να αποσύρει όσους βουλευτές μένουν πιστοί, στον ίδιο και στις διακηρύξεις τους.
Αυτό, που πρέπει η μνημονιακή αντιπολίτευση (κυρίως η Νέα Δημοκρατία και δευτερευόντως, το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ) είναι να οδηγήσει τους βουλευτές της και τους αναπληρωτές τους, σε παραίτηση, προκειμένου να διεξαχθούν, άμεσα, αναπληρωματικές βουλευτικές εκλογές, για τις κενές έδρες του κοινοβουλίου, προκειμένου να έλθει, σε αδιέξοδο, η κυβέρνηση, η οποία προκάλεσε μια τέτοια κυβερνητική και πολιτική κρίση, για χάρη των νατοϊκών συμμάχων και των εταίρων της "Ευρωπαϊκής Ένωσης".
Θα πράξουν κάτι τέτοιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Φώφη Γεννηματά; Δεν θα το πράξουν. Δεν έχουν τα κότσια, ούτε την θέληση, να αντισταθούν, στον ξένο παράγοντα και τις επιθυμίες του.
Όμως, ό,τι και να κάνουν όλοι αυτοί, για όλους αυτούς τους λόγους, η Συμφωνία των Πρεσπών δεν πρέπει να ψηφισθεί. Κατ' αρχήν, δεν πρέπει να εισαχθεί, προς ψήφιση, στην ελληνική βουλή. Και αν εισαχθεί, πρέπει να καταψηφισθεί.
Δύσκολο. Πολύ δύσκολο. Και μετά την στάση του Σταύρου Θεοδωράκη, φαίνεται ακατόρθωτο.
Είναι, όμως, απαραίτητο...
Σχόλια