1936 - 2016 : Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος 80 χρόνια, μετά. Μια υποκειμενική απόπειρα τοποθέτησης των ορίων, για την αξιολογική αποτίμηση της ισπανικής επανάστασης. ( Κοντά, στο 1.000.000 νεκροί. Άξιζε τον κόπο);


Η αφίσα των δημοκρατικών καλεί την διεθνή κοινότητα, σε εγρήγορση και σε βοήθεια, για την απόκρουση των Ισπανών πραξικοπηματιών και των στρατευμάτων τους, ενώ τα πολεμικά αεροπλάνα της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας βομβαρδίζουν την δημοκρατική Ισπανία...


"Η άλλη ανάμνηση είναι του Ιταλού πολιτοφύλακα, που έσφιξε το χέρι μου, στο φυλάκιο, την ημέρα που κατατάχθηκα στην πολιτοφυλακή. Έχω γράψει, γι' αυτόν τον άνθρωπο, στην αρχή του βιβλίου μου, για τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και δεν επιθυμώ να επαναλάβω ό,τι έχω πεί, εκεί. Όταν θυμάμαι - ω, πόσο ζωντανά! - την κουρελιασμένη στολή του και το άγριο, συγκινητικό, αθώο πρόσωπό του, τα πολυσύνθετα, επί μέρους, προβλήματα του πολέμου φαίνονται να χάνονται μακρυά και βλέπω καθαρά ότι, τουλάχιστον, δεν υπάρχει αμφιβολία, για το ποιά παράταξη είχε δίκιο. 

Παρά την πολιτική ισχύος, παρά τα δημοσιογραφικά ψέμματα, το κεντρικό ζήτημα του πολέμου ήταν η απόπειρα ανθρώπων, σαν αυτόν, να μπορέσουν να ζήσoυν μιά αξιοπρεπή ζωή, που ήξεραν ότι ήταν δικαίωμά τους αναφαίρετο. Είναι δύσκολο να σκεφθείς το πιθανό τέλος αυτού του ανθρώπου, χωρίς να νοιώσεις κάμποσα είδη πικρίας. Εφ' όσον τον γνώρισα, στον στρατώνα Λένιν, ήταν μάλλον Τροτσκιστής ή Aναρχικός και στις ιδιόμορφες συνθήκες της εποχής μας, όταν τέτοιοι άνθρωποι δεν δολοφονούνται, από την Γκεστάπο, δολοφονούνται, από τη Γκε Πε Ου. 

Αλλά αυτό δεν επηρρεάζει τα μακροπρόθεσμα ζητήματα. Το πρόσωπο εκείνου του ανθρώπου, που το είδα μόνο, για ένα ή δύο λεπτά, παραμένει, για μένα, ένα είδος οπτικής υπόμνησης, για τους πραγματικούς στόχους του πολέμου. Συμβολίζει, για μένα, το άνθος της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης, κατατρεγμένης, από τις αστυνoμίες όλων των χωρών, τους ανθρώπους, που γέμισαν τους ομαδικούς τάφους των Ισπανικών πεδίων μάχης και που, τώρα, σε αριθμούς μερικών εκατομμυρίων, σαπίζουν, στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.
 

Όταν σκέπτεται κανείς τους ανθρώπους, που υποστηρίζουν, ή υποστήριξαν τον φασισμό, εκπλήσσεται με την ποικιλία τους. Τί συνονθύλευμα! Αν μπορείτε, επινοήστε ένα πρόγραμμα που, έστω και για λίγο, θα μπορούσε να βάλει τον Χίτλερ, τον Πεταίν, τον Μόνταγκιου Νόρμαν, τον Πάβελιτς, τον Ουίλλιαμ Ράντολφ Χήρστ, τον Στράϊχερ, τον Μπούχμαν, τον Έζρα Πάουντ, τον Χουάν Μάρτς, τον Κοκτώ, τον Τύσσεν, τον Πατέρα Κουγκλέν, τον Μουφτή της Ιερουσαλήμ, τον Άρνολντ Λούν, τον Αντονέσκου, τον Σπένγκλερ, τον Μπέβερλυ Νίκολς, την Λαίδη Χιούστον και τον Μαρινέττι, όλους μαζί, στο ίδιο καζάνι! Αλλά, στην πραγματικότητα, το αίνιγμα είναι πολύ εύκολο.
 

Όλοι τους είναι άνθρωποι, που έχουν κάτι να χάσουν, ή που νοσταλγούν μια ιεραρχημένη κοινωνία και τρέμουν στην προοπτική ενός κόσμου ελεύθερων και ίσων, μεταξύ τους, ανθρώπων. Πίσω απ’ όλη τη φασαρία, που γίνεται, για την «άθεη» Ρωσία και τον ‘‘υλισμό’’ της εργατικής τάξης, βρίσκεται, απλώς και μόνον, η πρόθεση όσων έχουν λεφτά, ή προνόμια, να τα κρατήσουν. Το ίδιο ισχύει, αν και περικλείει μια μερική αλήθεια, για όλα όσα λέγονται, σχετικά με την αχρηστία οποιασδήποτε κοινωνικής αναδιάρθρωσης, που δεν θα συνοδεύεται από κάποια «αλλαγή στις καρδιές των ανθρώπων».
 

Οι ευσεβείς, από τον Πάπα, ως τους γιόγκι της Καλιφόρνιας, είναι απαράμιλλοι, όσον αφορά την «αλλαγή στις καρδιές τους», πράγμα πολύ πιο ενθαρρυντικό, από την σκοπιά τους, από οποιαδήποτε αλλαγή, στο οικονομικό σύστημα. Ο Πεταίν αποδίδει την πτώση της Γαλλίας, στην «αγάπη της ηδονής», από μέρους των κοινών ανθρώπων.
 

Αυτό μπορεί να το δει κανείς, στην σωστή του προοπτική, αν σκεφθεί πόσες ηδονές θα μπορούσε να περιέχει η ζωή, του απλού Γάλλου αγρότη, ή εργάτη, σε σύγκριση με του Πεταίν. Πόσο εξοργιστική αυθάδεια διαθέτουν εκείνοι οι πολιτικοί, οι παπάδες, οι φιλόλογοι και οποιοιδήποτε άλλοι κάνουν, κηρύγματα, στον σοσιαλιστή εργάτη, κατακεραυνώνοντας τον «υλισμό» του! 

Το μόνο που απαιτεί ο εργάτης είναι εκείνο, που όλοι οι παραπάνω θα θεωρούσαν, ως απαραίτητο μίνιμουμ, χωρίς το οποίο ένας άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει, καν :
 

Αρκετή τροφή, απελευθέρωση, από το φρικτό φάσμα της ανεργίας, η σιγουριά ότι τα παιδιά του θα έχουν μια λογική δυνατότητα επιτυχίας, στην ζωή, ένα μπάνιο την ημέρα, καθαρά εσώρρουχα, σε εύλογα χρονικά διαστήματα, μια στέγη, που να μη στάζει και ωράριο εργασίας, αρκετά μικρό, έτσι ώστε να μην είναι πεθαμένος, στην κούραση, στο τέλος της ημέρας.

Ούτε ένας, από τους κήρυκες, κατά του «υλισμού» δεν θα θεωρούσε την ζωή, βιώσιμη, χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις. Καί πόσο εύκολα θα μπορούσε να επιτευχθεί αυτό το μίνιμουμ, αν αποφασίζαμε να το βάλουμε στόχο μας, για είκοσι, μόνο, χρόνια! Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου ολόκληρου του κόσμου, ως το αντίστοιχο της Bρετανίας, δεν θα απαιτούσε μεγαλύτερες προσπάθειες, από τον πόλεμο, που τώρα διεξάγουμε. 

Δεν ισχυρίζομαι, και δεν ξέρω, αν ποτέ ισχυρίστηκε κανείς, ότι αυτό θα έλυνε κανένα πρόβλημα, από μόνο του. Αλλά πρέπει η στέρηση και η κτηνώδης εργασία να καταργηθούν, πριν αντιμετωπισθούν τα πραγματικά προβλήματα της ανθρωπότητας. Το κεντρικό πρόβλημα της εποχής μας είναι η αποσύνθεση της πίστης, στην προσωπική αθανασία και δεν είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί, όταν ο μέσος άνθρωπος, είτε αγγαρεύεται, σαν το μουλάρι, είτε τρέμει, από την μυστική αστυνομία.
 

Πόσο δίκιο έχει η εργατική τάξη, με τον «υλισμό» της! Πόσο δίκιο έχει, που αντιλήφθηκε ότι η κοιλιά προηγείται του πνεύματoς, όχι στην κλίμακα των αξιών, αλλά χρονικά! Καταλάβετε τούτο και η μακροχρόνια φρίκη, που υπομένουμε, γίνεται, επί τέλoυς, καταληπτή. Όλοι οι παράγοντες, που εlναι πιθανό να κάνουν οποιονδήποτε να αμφιταλαντευθεί - τα «τραγούδια των σειρήνων» ενός Πεταίν, ή ενός Γκάντι, το αναπόφευκτο γεγονός ότι, προκειμένου να πολεμήσεις, πρέπει να υποβιβάσεις τον εαυτό σου, η διφορούμενη ηθική θέση της Βρετανίας, με τις δημοκρατικές φράσεις της, από την μια, και με μια αυτοκρατορία κούληδων, από την άλλη, η αποτρόπαιη παραμόρφωση της Σοβιετικής Ρωσίας, η βρωμερή φάρσα της πολιτικής της Αριστεράς - σβήνουν και διακρίνεται, μόνο, η πάλη των κοινών ανθρώπων, που αφυπνίζονται, σιγά - σιγά, εναντίον των αρχόvτων της ιδιοκτησίας και των έμμισθων ψευτών τους και των μπράβων τους. 

Το ζήτημα είναι πολύ απλό : Άνθρωποι, σαν εκείνον τον Ιταλό στρατιώτη, θα μπορέσουν να ζήσουν την αξιοπρεπή, ανθρώπινη ζωή, που σήμερα είναι, τεχνικά, δυνατή, ή όχι; Ο κοινός άνθρωπος θα ξαναπεταχτεί, στον βούρκο, ή όχι; Εγώ προσωπικά πιστεύω, ίσως, με ανεπαρκή τεκμήρια, ότι ο κοινός άνθρωπος θα νικήσει, στον αγώνα του, αργά ή γρήγορα, αλλά θέλω να γίνει αυτό γρήγορα και όχι αργά - κάποτε στα επόμενα εκατό χρόνια, ας πούμε και όχι κάποτε, στις επόμενες δέκα χιλιάδες χρόνια. Αυτή ήταν η πραγματική ουσία του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, καθώς και του σημερινού και ίσως και άλλων πολέμων, που θα ακολουθήσουν.
 

Ποτέ δεν ξαναείδα τον Ιταλό πολιτοφύλακα, ούτε έμαθα το όνομά του. Μπορεί να θεωρηθεί, απολύτως, βέβαιο ότι είναι νεκρός."


1943

GEORGE ORWELL


80 χρόνια, μετά το ξέσπασμα του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, που ήλθε, ως αποτέλεσμα του στρατιωτικού πραξικοπήματος του σώματος των Ισπανών αξιωματικών, κατά της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου, το παραπάνω κείμενο, που δημοσιεύτηκε, από τον Τζωρτζ Όργουελλ τέσσερα χρόνια, μετά το οριστικό τέλος του εμφυλίου πολέμου, στην Ισπανία και την πλήρη επκράτηση των φαλαγγιτών του Φράνκο, δεν έχει χάσει, καθόλου, την τεράστια ηθική, διαπαιδαγωγητική, συναισθηματική, αλλά και την μεγάλη φιλολογική του αξία.


Γραμμένο το 1943, δηλαδή στο αποκορύφωμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και ενώ η τύχη του δεν έχει ακόμα κριθεί, έρχεται να αποτυπώσει έναν πρώτο ηθικό απολογισμό που ο Όργουελλ θέλει να κάνει, γύρω από τον ισπανικό εμφύλιο, στον οποίο έλαβε ενεργό μέρος και έζησε όλες του τις στιγμές - και τις μεγαλειώδεις, με το ξετύλιγμα της κοινωνικής επανάστασης, που τον συνόδευσε, και τις, εντελώς, μελανές του σελίδες, που αφορούσαν την άγρια καταστολή της, μέσα από τον εσωτερικό εμφύλιο, που ξέσπασε εντός του δημοκρατικού στρατοπέδου και το ξερρίζωμα της κοινωνικής τεχνολογίας, που ανέδειξε η επανάσταση αυτή, με τους φιλελεύθερους κολλεκτιβιστικούς θεσμούς στην ύπαιθρο, που συνυπήρχαν με την ιδιοκτησία της γης και τις εργοστασιακές επιτροπές - συμβούλια, που συνυπήρχαν, στην Καταλωνία, κυρίως, με την αυτοαπασχολούμενη, σε ατομική ή οικογενειακή βάση ''μικροαστική'' τάξη - οι κοινωνικοί επαναστάτες, μετά το φασιστικό πραξικόπημα του Φράνκο, απέφυγαν την βίαιη κολλεκτιβοποίηση των πάντων στην ύπαιθρο και την εξαναγκαστική εθνικοποίηση ακόμα και των .... κουρείων(!), πρακτικές στις οποίες είχαν καταφύγει οι μπολσεβίκοι, στην "Σοβιετική Ένωση" και οι οποίες οδήγησαν σε ποταμούς (άσκοπου) αίματος.

Αυτό υπήρξε καρπός της κολλεκτιβιστικής κουλτούρας και των ελευθεριακών ιδεών που αναπτύχθηκαν στην Ισπανία για μία εξηκονταετία τουλάχιστον πριν από τον εμφύλιο, από τότε δηλαδή που ο Ιταλός αναρχικός Τζιουζέπε Φανέλλι, σε μία συνεδρίαση εργατών στην Βαρκελώνη, μέσα από έναν περίεργο διάλογο μαζί τους στην .... ισπανοϊταλική (δηλαδή με κοινές και ομόηχες λατινογενείς λέξεις) εμύησε τους εργάτες, στον αναρχισμό, ο οποίος αναδείχτηκε στην πορεία των ετών, σε μαζικό κίνημα, που, συνδικαλιστικά, εκφράστηκε, από την C.N.T. (
Confederación Nacional del Trabajo) και πολιτικά, από την F.A.I. (Federacion Anarquista Iberica).

Φυσικά, η κολλεκτιβιστική ιδέα δεν ανήκε, μόνον, σε αυτόν τον χώρο. Η συνεισφορά του ευρίσκετο, στην ευρεία ιδεολογική και πολιτική διάδοση και στην δυναμική προώθηση της αυτοδιαχειριστικής εκδοχής της ιδέας αυτής και στον κοινωνικό πειραματισμό, γύρω από αυτή, στον οποίο συμμετείχαν και οι πολιτικοί χώροι της Αριστεράς, αλλά και όλου του δημοκρατικού στρατοπέδου (το οποίο είχε και μία ''αστική'' συνιστώσα) - αφού τα πράγματα, έτσι είχαν και έτσι γίνονταν, στην Καταλωνία.

Το κείμενο του Όργουελλ είναι τυπικά οργουελλιανό, ήτοι διχασμένο. Έντονα συναισθηματικό, αλλά και προσγειωμένο στην πραγματικότητα, ως προς τον προσδιορισμό των προς επίλυση προβλημάτων. 


Βρετανικά, φλεγματικό το κείμενο απεικονίζει τις ανησυχίες του συγγραφέα, απέναντι, σε τυχούσα επικράτηση των ναζί (μετά τον πόλεμο, ο Όργουελλ θα καταληφθεί από την έντονη ανησυχία και τον εφιάλτη της επικράτησης της "Σοβιετικής Ένωσης", εξ ου και το έργο του ''Η φάρμα των ζώων'', για τον Μεγάλο Αδελφό) και εκφράζει την αισιοδοξία του, για την νίκη του ''απλού ανθρώπου'', απέναντι στην απανθρωπιά του θνήσκοντος τότε πρωτογενούς καπιταλισμού - εκείνης δηλαδή της μορφής του καπιταλιστικού συστήματος, που είχε γνωρίσει και αναλύσει ο Μαρξ, με τις διαρκείς κυκλικές κρίσεις (που ουδεμία σχέση έχουν με εκείνες που μεταπολεμικά, κατά καιρούς, αποκαλέστηκαν με ανάλογους χαρακτηρισμούς) και η οποία μορφή είχε φθάσει στα όριά της, γι΄αυτό και αντικαταστάθηκε, από το κεϋνσιανό καθεστώς της διευθυνόμενης οικονομίας.




Μάχες και μεταφορά τραυματία, κάπου στο μέτωπο του πολέμου...




Η ΒΙΑ ΤΩΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΩΝ


«Πως έγινε και τουφέκισαν τους δικούς σου; «Τίποτα το ιδιαίτερο. Οι δικοί μου ήταν αριστεροί, όπως τόσοι άλλοι στο Βαγιαδολίδ. Όταν οι φασίστες εκκαθάρισαν την πόλη, τουφέκισαν πρώτα τον πατέρα μου γιατί ειχε ψηφίσει τους σοσιαλιστές. Ύστερα τουφέκισαν τη μητέρα μου. Τους ειχε ψηφίσει κι αυτή, ήταν η πρώτη φορά που ψήφιζε στη ζωή της. Έπειτα τουφέκισαν τον άνδρα μιας απο τίς αδελφές μου, που ήταν γραμμένος στο συνδικάτο των τροχιοδρομικών. Αλλά δεν ανακατευόταν καθόλου στην πολιτική. Ύστερα, ο άντρας της άλλης μου αδελφής, τροχιοδρομικός κι αυτός, είχε ανεβεί μαζί μου στο βουνό. Οι φασίστες πίστευαν πώς η αδελφή μου ήξερε που βρισκόταν. Δεν το ηξερε και την τουφέκισαν γιατί δεν ήθελε να πει που ήταν ό άντρας της».....

 


Η ΒΙΑ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΩΝ



 

«Είδα την αίθoυσα γεμάτη ανθρώπους, που χτυπούσαν στα τυφλά, με ρόπαλα και λουριά και σούβλιζαν και ποδοπατούσαν και έσπρωχναν κραδαίνοντας άσπρα ξύλινα δίκρανα, που τώρα είχαν γίνει κόκκινα και τα δόντια τους ήσαν σπασμένα. Ούρλιαζαν και χτυπούσαν, και σούβλιζαν χωρίς σταματημό κι άκουγες ανθρώπους να χρεμετίζουν, σαν άλογα, σε πυρκαγιά. Και ειδα τον εφημέριο, με το ράσο ανασηκωμένο, να σκαρφαλώνει πάνω σ' έναν πάγκο και οι διώκτες του τον χτυπούσαν, λιανίζοντάς τον, με δρεπάνια και μαχαίρια και σε μια στιγμή κάποιος τον άρπαξε, από το ράσο κι άκουσα μιαν αλλη κραυγή και μιαν άλλη, ακόμα και είδα δύο ανθρώπους, που του βύθιζαν τα δρεπάνια τους, στην πλάτη, ενώ ενας τρίτος τον κρατούσε γερά, από την άκρη του ράσου του. Και ο εφημέριος ύψωσε τα χέρια και πιάστηκε, από την πλάτη μιας καρέκλας» ... 


ΕΡΝΕΣΤ ΧΕΜΙΝΓΚΓΟΥΑΙΗ : ''Για ποιόν χτυπά η καμπάνα''.



Το πραξικόπημα της 19/7/1936 έφερε την ακραία, την ανελέητη βία, στο προσκήνιο.
 


Η Ισπανική κοινωνία ήταν ιδεολογικά πολωμένη, με επικεφαλής, στον ιδεολογικό αγώνα, την Καθολική Εκκλησία της Ισπανίας, αυτήν δηλαδή, που ίδρυσε την Ιερά Εξέταση (ο Ignacio de Loyola ιδρυτής της ήταν Ισπανός), που εξόντωσε τους Εβραίους, τους μουσουλμάνους, τους Μαυριτανούς και η οποία στήριξε, σθεναρά, τους πραξικοπηματίες, ενώ, ως μεγαλοϊδιοκτήτης γης, βρισκόταν, σε ευθεία σύγκρουση, με τους αγρότες.

Δεκαετίες έντονης αντικληρικαλιστικής και αντιθρησκευτικής πολιτικοϊδεολογικής δράσης βρήκαν πρακτική διέξοδο και πεδίο πρακτικής εφαρμογής
.
Και φυσικά, την πλήρωσαν οι εκπρόσωποί της, ως οι καθημερινοί καταπιεστές του απλού εργάτη και αγρότη. Πλήθος ναών ανατινάχτηκαν και πλήθος άλλοι άλλαξαν χρήση, σαν αποθήκες κολλεκτίβων, νοσοκομεία, στρατόπεδα κλπ.

Προφανώς, η ανεξέλεγκτη βία των επαναστατών έχει εξήγηση, πολλές φορές εύλογη και κατανοητή, ως ταξική βία, κατά των καταπιεστών, αλλά ήταν, ηθικά και διαπαιδαγωγητικά, άσκοπη και καταδικαστέα, όταν (και στον βαθμό που) δεν ήταν θεσμική, ως προϊόν δίκης, με όλες τις εγγυήσεις, για τους κατηγορουμένους, πολλοί από τους οποίους άξιζαν παραδειγματικής και ακραίας ποινικής τιμωρίας, αλλά όχι, όμως, με την μορφή, που αυτή πήρε, δηλαδή αυτήν της εξωθεσμικής εκδίκησης.

Στην πορεία της επαναστατικής διαδικασίας, τα πράγματα ομαλοποιήθηκαν, σε έναν κυμαινόμενο βαθμό, άλλοτε μεγαλύτερο και άλλοτε μικρότερο και περιορίστηκαν οι πράξεις ανεξέλεγκτης επαναστατικής βίας, με καθαρά εκδικητικό χαρακτήρα, χωρίς βέβαια - και αυτό πρέπει να ειπωθεί - να εκλείψουν, μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο πόλεμος εμαίνετο.

Για την ανεξέλεγκτη βία των φασιστών, δεν χρειάζεται να πω και δεν θα πω τίποτε περισσότερο, για τον απλούστατο λόγο ότι αυτή ήταν και μέρος της ιδεολογίας τους και αναπόσπαστο κομμάτι της κοσμοαντίληψης των κυρίαρχων τάξεων, που συνασπίστηκαν, για να προστατεύσουν τα προνόμιά τους και την εξουσία τους εναντίον των επαναστατημένων εργατών και αγροτών. Το κυρίαρχο ιδεολογικό τους σύνθημα, κατά την εποχή του εμφυλίου το περίφημο "Viva la muerte'' είναι χαρακτηριστικό των αντιλήψεων, των πρακτικών και των στόχων τους.


Ως εκ τούτου, το πρόβλημα δεν βρίσκεται, στην βία των φασιστών. Εντοπίζεται, στην βία των επαναστατών και κυρίως, στην χρήση της. Και τούτο, διότι, όπως πολλές φορές έχω γράψει, η ίδια η βία, ως κοινωνικό εργαλείο, που διαμορφώνει χαρακτήρες και συνειδήσεις, δεν αποτελεί ένα μέσο άσκησης πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς, το οποίο είναι ουδέτερο. Κάθε άλλο...


Κοντά, στο 1.000.000 νεκροί. Άξιζε τον κόπο;  


Το ερώτημα είναι αμείλικτο. Πολύ περισσότερο από έναν οποιονδήποτε άλλον πόλεμο (εξαιρουμένων των παγκόσμιων), ο εμφύλιος πόλεμος, πάντοτε, θέτει τους εμπλεκόμενους και τους παρατηρητές, ενώπιον της εκτίμησης, για την χρησιμότητά του, για το αν άξιζε τον κόπο. Το ερώτημα αυτό τίθεται, σε όλες τις φάσεις του εμφυλίου πολέμου και πριν και κατά την διάρκειά του και μετά, από αυτόν.

Έτσι συνέβη και συμβαίνει και με τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, πολύ περισσότερο, που ο πόλεμος αυτός συνδιάστηκε, με την ελευθεριακή κοινωνική επανάσταση, η οποία συγκεκριμενοποιήθηκε, με την εγκαθίδρυση και λειτουργία των κοινωνικών συνεταιριστικών θεσμών και των εργατικών συμβουλίων, με πολυκομματισμό, ελεύθερη προσωπική έκφραση, ανεμπόδιστη δράση των ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών οργανώσεων και φυσικά συμμετοχή - για την ακρίβεια προσδιορισμό των αποφάσεων για την παραγωγή - των εργαζομένων στην λήψη των αποφάσεων, στις κοινωνικές (και όχι κρατικές, όπως στην "Ε.Σ.Σ.Δ.") επιχειρήσεις και αγροτικές εκτάσεις.
Προφανώς, για τους εμπλεκόμενους ο εμφύλιος άξιζε τον κόπο και επιδιώχτηκε να γίνει.

Οι κυρίαρχες παρασιτικές τάξεις (στρατός, γαιοκτήμονες, Καθολική Χριστιανική Εκκλησία) και οι καπιταλιστές, που εξαπέλυσαν το coup d' etat του αποικιακού στρατού του Φράνκο και το μετέτρεψαν σε εμφύλιο πόλεμο, αντιδρώντας στην εξαπολυθείσα, ως απότοκο του πραξικοπήματος, κοινωνική επανάσταση των εργατών και των αγροτών, είχαν πολλά να χάσουν (την εξουσία, την ιδιοκτησία και τα καθαρά παρασιτικά εν πολλοίς εισοδήματά τους) και φυσικά αγωνίστηκαν να τα κρατήσουν - και τα κράτησαν.


Οι εργαζόμενοι, στην πόλη και στην ύπαιθρο, είχαν πολλά να κερδίσουν, αν κατόρθωναν να νικήσουν, όχι, μόνο, τις κυρίαρχες τάξεις, αλλά και την εσωτερική αντεπαναστατική συνιστώσα, που ελλόχευε, μέσα στο στρατόπεδό τους, δηλαδή την νομενκλατούρα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας και της 3ης Διεθνούς και φυσικά, πίσω από αυτές, τους "Σοβιετικούς", που επιχείρησαν να δορυφοροποιήσουν, με χονδροειδή, ωμό και αδυσώπητο τρόπο, την αιμάσσουσα Ισπανία. Αλλά και αν δεν κέρδιζαν τον πόλεμο - όπως, εν τέλει, συνέβη - δεν ήσαν διατεθειμένοι να πέσουν, αμαχητί, πάλι στον προαιώνιο ζυγό, που τους επιφύλλασσαν οι κυρίαρχες παρασιτικές τάξεις.


Μετά τον εμφύλιο πόλεμο, το ερώτημα συναρτάται, με αυτά που άφησε αυτός ο πόλεμος.


Πριν, όμως, πάμε να εξετάσουμε το τί άφησε αυτός ο πόλεμος, πρέπει να πούμε ότι η κάθε ανθρώπινη ζωή είναι πολύτιμη και φυσικά, η απώλειά της δεν μπορεί να υπόκειται, σε οποιαδήποτε σκοπιμότητα, ακόμη και αν ένα τέτοιο γεγονός αποτελεί, κατά καιρούς, αδήριτη αναγκαιότητα. Αυτή η αναγκαιότητα, π.χ. υπήρξε προφανής, στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και όχι, μόνον, σε αυτόν.


Αυτό το γεγονός, όμως, είναι ένα κακό γεγονός. 

Ακόμη και όταν αυτό χαρακτηρίζεται, ως (ή/και είναι) αναγκαίο κακό, έτσι - δηλαδή ως κακό - πρέπει να αντιμετωπίζεται, για να πραγματοποιείται, με εξαιρετική φειδώ, μέσα στα πλαίσια της ουμανιστικής ιδεολογίας, που έθεσε τον άνθρωπο, στο κέντρο των εξελίξεων, από την εποχή του Διαφωτισμού. Και αυτή η φειδώ είναι απαραίτητη, για να αποφεύγεται η θεωρητικοποίηση αυτής της αναγκαιότητας, για απώλεια ανθρώπινων ζωών και τούτο διότι η θεωρητικοποίηση μιάς τέτοιας αναγκαιότητας, μέσα στα πλαίσια απάνθρωπων ''ανθρωπιστικών'' θεωριών, σαν τον μαρξισμό - λενινισμό της "σοβιετικής" σχολής του μεσοπολέμου, κατέληξε σε βιομηχανικής κλίμακας μαζικούς φόνους, για, δήθεν, κοινωνικούς ''προοδευτικούς'' σκοπούς : ''κολλεκτιβοποίηση'' της ρωσικής υπαίθρου, ''εξηλεκτρισμό'' της "Ε.Σ.Σ.Δ.", ''σταχανοβισμό'', στην παραγωγική διαδικασία, κλπ.

Αφού, λάβουμε υπόψη την παρατήρηση, που προεκτέθηκε, πρέπει να πω ότι η εκτίμησή μου, ως προς το ερώτημα αυτό, έχει, πολλές φορές και κατά περιόδους, αλλάξει, από το ένα άκρο, στο άλλο.


Δέκα χρόνια νωρίτερα,  η πεποίθησή μου ήταν ότι, παρά την ήττα των επαναστατημένων τάξεων και παρά το ανέφικτο της νίκης τους, με δεδομένα τα πλαίσια που υπήρχαν την εποχή του τέλους του Μεσοπολέμου (η κυριαρχία του φασισμού στην Ευρώπη, η απειλή επέμβασης και των Βρετανών στον εμφύλιο για καταστολή της επανάστασης, η βαριά σκιά της "Σοβιετικής Ένωσης" του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τζουγκασβίλλι Στάλιν κλπ), άξιζε τον κόπο ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος, εξ αιτίας των επαναστατικών θεσμών και του επαναστατικού πνεύματος, που άφησε πίσω του.

Σήμερα η αντίληψη, που έχω για τα γεγονότα εκείνης της εποχής, είναι διαφορετική και κινείται, στην αντίθετη κατεύθυνση. Το αίμα, που χύθηκε, ήταν πάρα πολύ και τα αποτελέσματα, εξαιρετικά, πενιχρά, για να δικαιώσουν το τεράστιο κακό, που, τότε, συνέβη. Και αυτή την διαπίστωση την κάνω, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι πραξικοπηματίες του Φρανσίσκο Φράνκο θα έπρεπε να αφεθούν να πράξουν αυτά που έπραξαν. Κάθε άλλο. 

Το πραξικόπημα των Ισπανών στρατιωτικών έπρεπε να συντριβεί. Όπως, άλλωστε, πρέπει να συντριβεί και το, αμερικανονατοϊκής έμπνευσης και καθοδήγησης, πραξικόπημα των Τούρκων στρατιωτικών, που έγινε, πριν από ελάχιστες ημέρες, στην γειτονική μας χώρα και το οποίο έχει τις - όχι μόνο, χρονικές - αναλογίες του, με το πραξικόπημα, που έκαναν οι Ισπανοί φασίστες, πριν 80 χρόνια. 

Αλλά αυτή η διαπίστωση, που αφορά την συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, είναι κάτι το, εντελώς, διαφορετικό, από την ευρύτερη αξιολογική συμπερασματολόγηση και την θεωρητική και πρακτική ιστορική αιτιολόγηση των γεγονότων του ισπανικού εμφυλίου πολέμου και της κοινωνικής επανάστασης, που έλαβε, χώρα, ως κοινωνικοπολιτική και ιστορική δικαίωση των εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών και της, απίστευτα, μεγάλης ποσότητας του αίματος, που χύθηκε εκείνη την εποχή. 
 

Βέβαια, ένα πλήθος, από τα δεδομένα της κοινωνικής επανάστασης, που ξέσπασε, με αφορμή τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, δηλαδή οι ελευθεριακοί επαναστατικοί κοινωνικοί θεσμοί και το φιλελεύθερο επαναστατικό πνεύμα, προφανώς, αξιοδοτούν και αξιολογούν τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και αποτελούν, διαχρονικά, χρήσιμα εργαλεία, ως χρηστικά, αξιολογήσιμα και κατά περίπτωση, επανακτήσιμα προϊόντα της κοινωνικής τεχνολογίας που ανέπτυξε η ανθρωπότητα, μέσα στην ιστορική διαδρομή της. 

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ.

Η Ισπανική Επανάσταση και οι πρωταγωνιστές της πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να εξετασθούν μέσα στο ιστορικό τους φόντο. Οι επαναστάτες εκείνης της ιστορικής περιόδου – και δεν εννοώ μόνο τους αναρχικούς, αλλά το σύνολο της εργατικής τάξης και των αγροτών, μαζί με τους διανοούμενους, καθώς και τις πολιτικές και κοινωνικές τους οργανώσεις – δεν ήσαν φορμαλιστές. Ακόμα και ο φορμαλισμός των κομμουνιστών, αναγκάστηκε να υποχωρήσει, μπροστά στο καταιγιστικό ξέσπασμα της επαναστατικής διαδικασίας.


Ο φορμαλισμός των κομμουνιστών (αλλά και των σοσιαλιστών της εποχής) συνίστατο στον τεμαχισμό των κοινωνικών μετασχηματισμών σε στάδια. Η ρίζα όλων αυτών βέβαια βρίσκεται, στον Μαρξ και στον περίφημο ιστορικό υλισμό του, που μέσα στο θεωρητικό του σχήμα, όσον αφορά την μετακαπιταλιστική εποχή, ‘‘προφήτευε’’ (με ψευδοεπιστημονικό στυλ ανάλυσης, που, στην πραγματικότητα, ήταν μια νέα ιστορικιστική ανάλυση, καθαρό προϊόν του ιουδαιοχριστιανικού κόσμου) μια δικτατορία του προλεταριάτου, που οδηγούσε στον κομμουνισμό δύο φάσεων : Τον σοσιαλισμό, ως πρώτη φάση και τον, καθεαυτού, κομμουνισμό, ως δεύτερη.

Η δογματοποίηση της μαρξιστικής θεωρίας, που στην συνέχεια ακολούθησε, οδήγησε στην θεωρία των σταδίων, μία θεωρία, που αποθεώθηκε στην μαρξιστική – λενινιστική εκδοχή της, κατά την περίοδο της μπολσεβίκικης σχολής (πριν και μετά την δημιουργία της "Σοβιετικής Ένωσης", από το 1902, που το Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα διασπάστηκε -, μέσα από την ιστορική σύγκρουση των Λένιν και Μάρτωφ στο συνέδριο του κόμματος, μία σύγκρουση, που αν και υπήρξε ιστορικά αφανής, ήταν αυτή που καθόρισε τις εξελίξεις στην Ρωσία και σε ολόκληρο τον πλανήτη τον 20ο αιώνα - σε μπολσεβίκους και μενσεβίκους, μέχρι και ολόκληρη την περίοδο του Μεσοπολέμου, όπως και μετέπειτα), η οποία, εν πολλοίς, έλεγε ότι, στις καπιταλιστικές χώρες, πριν γίνει το πέρασμα στον σοσιαλισμό, έπρεπε πρώτα να ολοκληρωθεί η δημοκρατική - καπιταλιστική φάση της εξέλιξής τους και αυτό οδήγησε τους κομμουνιστές σε ολόκληρες αναλύσεις, για τα επιμέρους στάδια αυτής της μεταβατικής διαδικασίας και τις πολιτικές συμμαχίες που πρέπει να γίνουν.


Κάτι ανάλογο έκαναν και οι σοσιαλιστές, πολύ νωρίτερα από τους κομμουνιστές, πλην όμως οι σοσιαλιστές είχαν προσχωρήσει, στην διαδικασία ενσωμάτωσής τους στο καπιταλιστικό σύστημα, ακόμη και όταν πολλοί, από αυτούς, δεν το είχαν συνειδητοποιήσει. Αυτή η ενσωμάτωση, που είχε και ανακοπές, στην πορεία (κλασσικό παράδειγμα το Ισπανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και ο Λάργκο Καμπαλλέρο), έγινε ορατή και πλήρως αποδεκτή, μετά την ήττα του Χίτλερ και το σοκ της "σοβιετικής" επιθετικότητας, μέσω της οποίας ο Ιωσήφ Στάλιν, πραξικοπηματικά, απορρόφησε τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που βρίσκονταν, υπό "σοβιετική" κατοχή, και τις ενέταξε, στην "σοβιετική" σφαίρα επιρροής, παρά τις αρχικές συμφωνίες, με την Δύση, περί ελεύθερων εκλογών, κλπ, τα οποία οι "Σοβιετικοί" έγραψαν, στα παλαιότερα των υποδημάτων τους.

Αυτού του είδους οι φορμαλισμοί - ο ολοκληρωτικός των μπολσεβίκων και ο ρεφορμιστικός των σοσιαλδημοκρατών της Δεύτερης (Σοσιαλιστικής) Διεθνούς -, στην αντιμετώπιση των κοινωνικών και πολιτικών διαδικασιών, πήγαν περίπατο, με το ξέσπασμα της κοινωνικής επανάστασης, στην Ισπανία.

Μέσα από την διαπαιδαγώγηση των αναρχοσυνδικαλιστικών ιδεών και την επιρροή τους στις άλλες πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις του εργατικού και αγροτικού (το κυριότερο) κινήματος, η άμεση και η ελευθεριακή μορφή του κομμουνισμού εφαρμόστηκε ακέραια, ό,που μπορούσε να εφαρμοστεί, χωρίς εκπτώσεις. Για να συνδιαστεί επίσης με όλα τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά συστήματα στους πιο απίθανους συνδυασμούς, ανάλογα πάντα με τους συσχετισμούς πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, που επικρατούσαν σε κάθε περιοχή, πόλη ή χωριό της χώρας. Αυτό το επίτευγμα δεν ήταν μόνον προϊόν ανάγκης, αλλά το κυριότερο ήταν προϊόν της δημοκρατικής κουλτούρας του συνόλου του επαναστατικού κινήματος, το οποίο ήταν διαπαιδαγωγημένο στην ανεκτικότητα και στον διάλογο, που πολλές φορές εμπλέκονταν με την βία, αλλά παρέμεναν πάντα εκεί, χωρίς να εξοστρακιστούν, αν και όλα τα δικαιολογητικά στοιχεία για τον εξοστρακισμό τους υπήρχαν, αφού ο εμφύλιος πόλεμος συνεχιζόταν και η καταστολή μπορούσε να δικαιολογηθεί.
(Οι κομμουνιστές το αποπειράθηκαν, αλλά δεν το πέτυχαν πλήρως, όπως στην "Ε.Σ.Σ.Δ.").


Στην Ισπανία, λοιπόν, δεν υπήρξαν στάδια, στην κοινωνική και επαναστατική διαδικασία. Ο κομμουνισμός εφαρμόστηκε αμέσως, ατόφιος και σε παραλλαγές με απίθανους συνδιασμούς και πάντα με σεβασμό στην αντίθετη άποψη, αφού ουδέποτε υπήρξε υποχρεωτική κολλεκτιβοποίηση, ή κολλεκτιβοποίηση, που κάλυπτε τα πάντα και απέκλειε, διά ροπάλου, την ατομική καλλιέργεια, στην αγροτική εκμετάλλευση της γης. Σε τέτοιες, ολοκληρωτικής φύσεως, πρακτικές ουδέποτε προέβησαν οι επαναστάτες.


Αυτή η ποικιλομορφία, η ανεκτικότητα (μέσα σε ένα περιβάλλον βίας), ο πολυκομματισμός, η πολυμορφία των κοινωνικών οργανώσεων, ο διάλογος, οι δημοκρατικές διαδικασίες στην κοινωνία και στην παραγωγή, με απίθανα επιτεύγματα και λύσεις στα πιο δύσκολα προβλήματα, αλλά και με λάθη και αποτυχίες, με τον συνδυασμό των πιο προχωρημένων, από δημοκρατική – κοινωνική σκοπιά, κοινωνικών μετασχηματισμών (ο ελευθεριακός ‘‘κομμουνισμός’’ στην πράξη), δηλαδή η εφαρμογή της πιο ακραίας μορφής της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας, είναι οι παρακαταθήκες της ισπανικής επανάστασης για το σήμερα και το αύριο. Όχι σαν μοντέλο για αντιγραφή, ή σαν δόγμα για πίστη, αλλά σαν φάρος και οδοδείκτης όχι για το τι θα κάνουμε, ή για το πώς θα το κάνουμε, αλλά για το πνεύμα με το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα της κοινωνικής μας ζωής. Ένα πνεύμα ανοικτό, χωρίς δόγματα και αγκυλώσεις, αλλά πάντα ελευθεριακό και κοινωνικά απελευθερωτικό, κριτικό και αντίθετο, απέναντι, σε κάθε μορφή εξουσίας – ακόμη και όταν αυτή είναι, όσο πιο κοντά στον λαό μπορεί να γίνει.


Θα κάνω, εδώ, μία αναφορά, στο ανυπέρβλητο επίτευγμα του επαναστατικού κινήματος, στην ισπανική ύπαιθρο, που υπήρξε μοναδικό, τουλάχιστον, ως προς την έκτασή του, αφού πήρε τεράστιες διαστάσεις και δεν έχει φανεί ποτέ, στην ιστορία – τουλάχιστον αυτή των τελευταίων αιώνων. Πρόκειται, για την μαζική διάδοση και εφαρμογή στην πράξη του κολλεκτιβισμού, όχι ως ντιρεκτίβας και καταπιεστικής καταστολής, από το κράτος, απέναντι σε εξεγερμένους αγρότες, όπως στην "Ε.Σ.Σ.Δ." της δεκαετίας του ’30, ή στην Κίνα της δεκαετίας του ’50, αλλά, σαν προϊόν της ατομικής βούλησης εκατομμυρίων αγροτών, που ήλθε, ως αποτέλεσμα της ισπανικής κουλτούρας και επτά δεκαετιών κολλεκτιβιστικής ιδεολογικής καθοδήγησης, σε καθημερινή βάση.

Το επαναστατικό κίνημα στην  ισπανική ύπαιθρο έδειξε την ανοησία των μπολσεβίκων, που από πολιτικοϊδεολογικό δογματισμό έβλεπαν τους αγρότες, ως δυνάμει αντεπαναστάτες, χωρίς να κάνουν σε αυτούς καμμιά σοβαρή πολιτικοϊδεολογική δουλειά. Οι άπειρες αναφορές των Λένιν, Στάλιν και Τρότσκυ (επηρεασμένων από τον Καρλ Μαρξ, βασικό υπεύθυνο όλης αυτής της επιστημονικοφανούς ανοησιολογίας) στην μικροαστική φύση των αγροτών, η κατάταξή τους, στην "μικρομπουρζουαζία" και η στείρα καχυποψία, απέναντί τους, ήσαν σκέτα φούμαρα.

Οι μπολσεβίκοι είχαν μια αχανή αγροτική Ρωσία, στην τσαρική εποχή, με παραδόσεις κοινοκτημοσύνης και ουδέποτε μπόρεσαν, ή μάλλον καλύτερα, ουδέποτε ασχολήθηκαν, σοβαρά, με την πολιτικοϊδεολογική δουλειά, σε αυτήν, με αποτέλεσμα να πάρουν κεφάλι οι σοσιαλεπαναστάτες, με πρόγραμμα μοιράσματος της γης σε ατομικούς κλήρους, σε αγρότες μικροϊδιοκτήτες – γεγονός που έφερε, μαζί με τον μπολσεβικικό ολοκληρωτισμό, άπειρους ποταμούς αίματος, στην "σοβιετική" ύπαιθρο.

Οι Ισπανοί επαναστάτες απέδειξαν ότι δεν υπάρχει πρωτογενώς ένστικτο, για ιδιοκτησία στην γη (ο ‘‘πολιτισμένος’’ άνθρωπος καλλιεργεί αυτές τις τάσεις, στηριζόμενος στην τάση του ανθρώπου να κατέχει αντικείμενα και να κυριαρχεί, σε εδαφικές εκτάσεις, για να βιοπορίζεται, αλλά αυτό δεν οδηγεί στην ύπαρξη κάποιου ειδικού ενστίκτου, για ιδιοκτησία στην γη, ή στα εργοστάσια) και αυτό είναι το μέγιστο τους επίτευγμα.



Οι επαναστάτες της εποχής του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, έφεραν στην επιφάνεια μέσα από την επαναστατική διαδικασία τους κλασσικούς θεσμούς, που και άλλες επαναστάσεις ανέδειξαν, οι οποίοι, όμως αποστεώθηκαν και καταλλήλως δυσφημίστηκαν, από τις εξελίξεις, στην "Σοβιετική Ένωση" και μεταπολεμικά, στις κομμουνιστικές χώρες. Αναφέρομαι εδώ στα εργατικά συμβούλια και τις αγροτικές κολλεκτίβες, σαν πρωταρχικών οικονομικών και κοινωνικών μονάδων, μέσα στην παραγωγική διαδικασία, τα οποία δεν αποστεώθηκαν, μέσα από το πέρασμα, σε μια μονοκομματική καθοδήγηση, όπως συνέβη με την σκληρή και ανελέητη μονοκρατορική εξουσία των μπολσεβίκων στην "Ε.Σ.Σ.Δ."

Παρέμειναν πολυτασικοί κοινωνικοί και οικονομικοί μηχανισμοί, με δημιουργικό δημοκρατικό πνεύμα, με διάλογο και σεβασμό στην αντίθετη συντροφική, ή συμμαχική άποψη, μέσα στα πλαίσια του  δημοκρατικού στρατοπέδου. Και το κυριότερο, δέχτηκαν και την συνύπαρξη κοινωνικών και οικονομικών μονάδων μη συμβατών, με την κολλεκτιβιστική, ή την συμβουλιακή οργάνωση της παραγωγής, αφού και η αγροτική ατομική καλλιέργεια ήταν επιτρεπτή και στις πόλεις, η ατομική, ή η οικογενειακή καπιταλιστική επιχείρηση.

Αυτά τα απλά πράγματα δεν στάθηκαν ικανοί να τα αντιληφθούν οι μπολσεβίκοι, οι οποίοι, όντας μια μειοψηφία, στην ρωσική κοινωνία (25% είχαν πάρει στις εκλογές για την Δούμα, που έγιναν μετά τον Οκτώβριο του 1917) και μέσα από μία εξελισσόμενη δίψα, για εξουσία, που αποδείχτηκε ακόρεστη, επέβαλαν, σε όλη την αχανή αυτή χώρα, το ολοκληρωτικό και πλήρως, δογματικό κοινωνικό τους σύστημα, κόντρα στις θελήσεις της μεγάλης πλειοψηφίας των κατοίκων της.

Αλλά ο μεγαλύτερος επαναστατικός θεσμός, που ανέδειξαν οι Ισπανοί επαναστάτες, ήταν το pueblo, η comuna libre, η επαναστατική κοινότητα, που συνέδεε όλους τους κοινωνικούς και οικονομικούς θεσμούς μιας κοινωνικής ομάδας, σε επίπεδο χωριού, κωμόπολης, ή πόλης. Τηρουμένων των αναλογιών, ήταν ο καθημερινός Δήμος, με τα στοιχεία αυτοκυβέρνησης, που αναδείχτηκαν στην αρχαία Ελλάδα των ελεύθερων πολιτών, ήταν η Κομμούνα του Παρισιού του 1871, που κατέσφαξε η γαλλική μπουρζουαζία και ο Θιέρσος.






23/11/1936 Η κηδεία του Buenaventura Durruti, στην Βαρκελώνη. (Σκοτώθηκε, νωρίς και δεν έζησε την τραγική συνέχεια)...

Αυτή ήταν η κοινωνική ‘‘ευρεσιτεχνία’’ των Ισπανών επαναστατών, ή, καλύτερα, το πρακτικό αποτέλεσμα, το προϊόν της κοινωνικής τεχνολογίας, που αναδείχτηκε, από την πολυετή κονωνική και πολιτικοϊδεολογική επεξεργασία των ιδεών του Μιχαήλ Μπακούνιν και του Πιερ Ζοζέφ Προυντόν. Δείτε τα λόγια του Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι, στον Ρώσο δημοσιογράφο Κολτσώφ, τον Αύγουστο του 1936, πριν πεθάνει υπερασπιζόμενος την Μαδρίτη:

«Μπορεί να επιζήσουν, από εμάς, μόνον εκατό, όμως, με αυτούς τους εκατό, θα μπούμε στην Σαραγόσα, θα πατάξουμε τον φασισμό και θα ανακηρύξουμε τον φιλελεύθερο κομμουνισμό. Πρώτος θα μπω, στην Σαραγόσα και θα ανακηρύξω, εκεί, την ελεύθερη κομμούνα. Δεν θα υποταχτούμε, ούτε στην Μαδρίτη, ούτε στην Βαρκελώνη, ούτε στον Αθάνια, ούτε στον Κομπανύς. Εάν το επιθυμούν, μπορούν να ζήσουν, ειρηνικά, μαζί μας. Εάν όχι, θα πάμε στην Μαδρίτη. Θα δείξουμε, σε σας τους μπολσεβίκους, πως γίνεται η Επανάσταση».


Αυτοί οι θεσμοί μπορούν να αναχθούν στο σήμερα και στο αύριο;

Για την ενιαία κοινωνική μονάδα, που πρέπει να αυτοκυβερνάται, μέσα από μια ομοσπονδιακού ή συνομοσπονδιακού τύπου σύνδεση, αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν Δήμο και οι Ισπανοί επαναστάτες Pueblo, δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει δεύτερη κουβέντα. Η μεταφορά της λήψης των αποφάσεων, όσο πιο κοντά γίνεται, στους ανθρώπους και στις πρωτογενείς τους κοινότητες, είναι το ιδεατό και αυτό, που οι άνθρωποι του παρόντος και του μέλλοντος έχουν να κάνουν (εάν μπορούν να το κάνουν, κάτι που δεν είναι, καθόλου, δεδομένο, την ίδια στιγμή, που όλοι οι παράγοντες, που συγκροτούν, αυτό, που αποκαλούμε "ανθρώπινη φύση", είναι αρνητικοί και στρέφονται εναντίον τέτοιου είδους εγχειρημάτων και προσπαθειών, όπως μας έχει δείξει η, έως τώρα, ιστορική πείρα), χρησιμοποιώντας την εκλογική διαδικασία ή/και την διαδικασία της εναλλαγής στα καθημερινά καθήκοντα – άλλωστε στην σύγχρονη εποχή αυτό γίνεται σε αρκετό βαθμό, παρά το γεγονός της ύπαρξης του τεράστιου κράτους και της καταθλιπτικής εξουσίας της σύγχρονης τεχνοδομής, δηλαδή της δαιδαλώδους και αχανούς γραφειοκρατίας των επιχειρήσεων (ιδιωτικών και κρατικών) και των υπολειμμάτων των παλαιών καπιταλιστών, στο σύγχρονο κοινωνικοοικονομικό καθεστώς, δηλαδή στον γραφειοκρατικό καπιταλισμό της εποχής μας.

Το ποιά μορφή μπορεί, ή πρέπει πάρει αυτή η ενιαία και συνεκτική κοινωνική ομάδα και ποιούς θεσμούς θα χρησιμοποιήσει στην παραγωγή, στην πολιτική και κοινωνική οργάνωση, το πώς θα εκφραστεί και το αν θα ενσωματώσει (και πώς) επαναστατικούς θεσμούς, από το παρελθόν (τροποποιημένους, ή μη), δεν είμαστε εμείς, που θα το προφητεύσουμε. Και φυσικά, εγώ δεν πρόκειται να θεωρητικοποιήσω την διαδικασία σχηματισμού της. 

Η αξία αυτών των εργαλείων της πρωτοφανούς κοινωνικής μηχανικής και της συμπαρομαρτούσας κοινωνικής τεχνολογίας, που προέκυψαν, από την κοινωνική επανάσταση, στην Ισπανία, δεν μειώνεται, από την αρνητική διαπίστωση, την οποία, παραπάνω, εξέφρασα. Κάθε άλλο.

Αυτή η αρνητική αξιολογική διαπίστωση - δια της οποίας θεωρώ ότι η πληθώρα των νεκρών του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, δεν μπορεί να συμψηφισθεί, με τα κοινωνικά επιτεύγματα της επαναστατικής διαδικασίας και πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να βρει ιστορική δικαίωση - απλώς, επιχειρεί να θέσει, μέσα στα κοινωνιολογικά πλαίσια και όρια, στα οποία πρέπει να τίθενται, κάθε φορά, όταν αυτά εξετάζονται και αξιολογούνται, ως προϊόντα της ανθρώπινης δράσης, τα επιτεύγματα της κοινωνικής μηχανικής, τα οποία προσδιορίζονται, από τα εργαλεία της κοινωνικής τεχνολογίας, που προέκυψαν, από τις πολύπλοκες λειτουργικές εκφάνσεις αυτής της κοινωνικής μηχανικής.

Καταλήγοντας, σε αυτό το συμπέρασμα, δεν επιχειρώ να δώσω ένα οριστικό τέλος, σε αυτό το πολύ δύσκολο ζήτημα. Και τούτο διότι ουδέποτε ένα τέτοιου είδους συμπέρασμα δεν μπορεί να είναι οριστικό. Στην παρούσα φάση μπορεί να είναι, μόνο, προσωρινό, ακριβώς επειδή εμπεριέχει έναν έκδηλο υποκειμενισμό, αλλά και επειδή, η πάροδος των 80 ετών, από την έναρξη της αλύσωσης των γεγονότων και τον τερματισμό τους, όσο και αν φαίνεται, χρονικά, μεγάλη, στην πραγματικότητα είναι μικρή, για να μπορέσουμε να καταλήξουμε, σε - έστω και ελάχιστα - ασφαλή και βέβαια συμπεράσματα.

Ως εκ τούτου, τα πάντα παραμένουν ανοικτά και είναι συζητήσιμα, διότι η κραυγή του Μπενίτο Μουσσολίνι : "Τουφεκίστε τους όλους ... οι νεκροί δεν διηγούνται την ιστορία", με την οποία ο Ιταλός δικτάτορας (πρώην αναρχοσοσιαλιστής και επίσης, πρώην έμμισθος πράκτορας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών - έχοντας, δηλαδή, ανάμεσα σε πολλά άλλα και "χεσμένη την προσωπική του φωλιά") αποσκοπούσε, στην πλήρη λήθη και στην συστηματική άγνοια και διαστρέβλωση των γεγονότων της Ιστορίας, τα οποία την συγκροτούν και προσδιορίζουν την ιστορική αλήθεια, ως περιεχόμενο, δεν πρέπει, σε καμμία περίπτωση, να δικαιωθεί. Και ευτυχώς, στην συγκεκριμένη περίπτωση, δεν δικαιώθηκε.

Γκαλεάτσο Τσιάνο περιγράφει, με χαρακτηριστικό τρόπο, την σχετική σκηνή, που εκτυλίχθηκε, μπροστά στα μάτια του : «22 Φεβρουαρίου 1939. Φτάνει ο Γκαμπάρα. Υποβάλλει μια έκθεση πολύ καλή, για την κατάσταση στην Ισπανία. Ή η Μαδρίτη θα πέσει, αυτομάτως, πολύ σύντομα, ή, στο τέλος Μαρτίου, θα καταφερθεί, από πέντε φάλαγγες, το κτύπημα, που θα σημειώσει το τέλος της κόκκινης Ισπανίας. Πιάστηκαν και πολλοί Ιταλοί, αναρχικοί και κομμουνιστές. Το λέω, στον Ντούτσε, που μου δίνει διαταγή να τους τουφεκίσω όλους, και προσθέτει: «Οι νεκροί δεν διηγούνται την ιστορία»].
(Από το «Ημερολόγιο 1939 - 1943» του Τσιάνο, εκδόσεις Rizzoli 1963).

Time goes by, αλλά ο (άθλιος και για την χώρα μας, αφού η τυφλή του εγωπάθεια την οδήγησε, αναίτια, σε έναν δεκαετή κύκλο ποταμών αίματος) Μουσσολίνι δεν πρέπει να δικαιωθεί.


Και όπως είπαμε : Δεν δικαιώθηκε.


Η ιστορία, που, εδώ, διηγηθήκαμε, δεν δίνει προτάσεις, ούτε δόγματα και φυσικά, έχει αδυναμίες, που είναι άγνωστο αν και πώς θα ξεπεραστούν. Επαφίεται, στους ανθρώπους, η όποια εξέλιξη. Αν και η προοπτική ήταν, είναι και παραμένει δυσμενής…

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Παρουσιάζοντας, τμηματικά, το περιεχόμενο του σχεδιάσματος της μήνυσης, για τις παρανομίες, σχετικά, με την “ληστεία” των, υπερβαλλόντως, των ασφαλιστικών κατηγοριών ποσών, που κατέβαλαν οι “νέοι ασφαλισμένοι” και οι ασφαλισμένοι των λεγόμενων “νέων περιοχών” βενζινοπώλες και τις παράνομες επικουρικές συντάξεις των πρατηριούχων υγρών καυσίμων του e-ΕΦΚΑ, λόγω μη συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (1).

Άρθρο 16 Συντάγματος : Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια απαγορεύονται, χωρίς περιστροφές και “δια ροπάλου”, ενώ το άρθρο 28 του Συντάγματος, είναι άσχετο, με το θέμα. Μνήμες δικτατορίας του 1973, αστυνομοκρατία και συνταγματική εκτροπή και ανωμαλία φέρνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που κάνει τεράστια μαλακία, καταργώντας, κάθε, έστω και τυπική, έννοια της εθνικής κυριαρχίας, γι’ αυτό και τα δικαστήρια - παρά τις μπουρδολογίες του Βαγγέλη Βενιζέλου - οφείλουν να κρίνουν τις διατάξεις αυτού του νομοσχεδίου, όταν ψηφιστεί, ως αντισυνταγματικές.

2/2024 Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο : Κατεξευτελιστικό ψήφισμα καταδίκης του αυταρχικού καθεστώτος φυλαρχίας κράτους της υποσαχάριας Αφρικής του - κατά τους αφελείς χριστιανούς, εκφραστή των “Γωγ και Μαγώγ” - και κατά τον ορθό λόγο, δυνάμενου να αποκληθεί και ως «disordered» Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει αποθρασυνθεί και “έγινε ρόμπα”, για την ανυπαρξία κράτους δικαίου, την αστυνομοκρατία, την ανελευθερία των ΜΜΕ, την κατασκοπεία με το σύστημα “Predator”, τον έλεγχο της ΕΥΠ, από τον ίδιο και την ανισορροπία της κατανομής των εξουσιών, με τον κυβερνητικό έλεγχο, στο δικαστικό σύστημα. (Καιρός ήταν. Άργησε. Πολύ άργησε)…