4/2023 Μια δημοσκόπηση της Alco, που φαίνεται, ως “πειραγμένη” : Μπροστά η ΝΔ, που μπορεί να μην ξεπεράσει το 33% (βία το 34%). Ασθενικός ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με “σιωπηλούς” ψηφοφόρους και μια καμουφλαρισμένη φιλοναζιστική ακροδεξιά, στην επόμενη βουλή.









Η έλευση της προεκλογικής περιόδου των βουλευτικών εκλογών της 21/5/2023, είναι μια περίοδος γκαλοπολογίας, όπως, άλλωστε, συμβαίνει, σε κάθε προεκλογική περίοδο, που αποτελεί την χαρά των δημοσκόπων και εντείνεται η προσπάθεια των πολιτικών κομμάτων, που ορέγονται την εξουσία (κυρίως, τα υποτιθέμενα, ως μεγάλα) να περάσουν την επικοινωνιακή τους πολιτική (δηλαδή την προπαγάνδα τους), στο εκλογικό σώμα, εντάσσοντας και επηρεάζοντας, κατά το δυνατό και τις δημοσκοπικές εταιρίες και τα προϊόντα τους, δηλαδή τις δημοσκοπικές έρευνες και τα αποτελέσματά τους, όσο τους επιτρέπουν οι οικονομικές και άλλες εξαρτήσεις των δημοσκόπων και όσο οι τελευταίοι, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, σέβονται τους εαυτούς τους και το επάγγελμά τους. Με λίγα λόγια, οι δημοσκοπήσεις, συνήθως, αποτελούν εργαλεία άσκησης πολιτικής επιρροής, μέσα από αμφιλεγόμενες, ως προς την όποια επιστημονικότητά τους, μετρήσεις της κοινής γνώμης και του εκλογικού σώματος, ακόμη και όταν αυτές οι μετρήσεις αποδεικνύονται, ως ορθές.

Στην παρούσα φάση, στις βουλευτικές εκλογές της 21/5/2023 (και στις επόμενες, εφόσον η νέα βουλή δεν μπορέσει να δώσει μια νέα κυβέρνηση) έχουμε κάποια δεδομένα :

Το πρώτο δεδομένο είναι η διαφαινόμενη, εδώ και πολύ καιρό, πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, με πολύ μειωμένα τα προσδοκόμενα εκλογικά ποσοστά της, σε σχέση με το 39,85%, που είχε λάβει, στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019.

Το δεύτερο δεδομένο είναι η, άνετα, εξασφαλισμένη δεύτερη θέση του ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, όπως είχε συμβεί και στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, όμως, με μια εμφανιζόμενη, ως ασθενική παρουσία, η οποία απεικονίζεται (ή υποτίθεται ότι απεικονίζεται), στις δημοσκοπικές μετρήσεις. Πάντως, η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να παρουσιάσει, έστω και μια δημοσκόπηση, που να του δίνει την πρώτη θέση, σε αυτές τις εκλογές, ή, έστω, μια κάποια αξία λόγου διεκδίκησή της. Και αυτό το σαφές γεγονός μιλάει, από μόνο του. Ο ΣΥΡΙΖΑ, απλώς, δεν μπορεί…

Το τρίτο δεδομένο είναι η εξασφάλιση της τρίτης θέσης, από το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, με κάπως μεγαλύτερα εκλογικά ποσοστά (αν και αυτό μένει να επιβεβαιωθεί), σε σχέση με το εκλογικό ποσοστό του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ της Φώφης Γεννηματά, το 2019.

Από εκεί και πέρα, δεν υπάρχουν σταθερά δεδομένα και αυτό δεν αφορά, απλώς, την παρούσα, υπό εξέταση, δημοσκόπηση της Alco. Αφορά όλες τις δημοσκοπήσεις. Υπάρχει μια ασάφεια και μια απροσδιοριστία, που οφείλονται, σε διάφορους παράγοντες, που θα εξετάσουμε, παρακάτω, με το ΚΚΕ του Δημήτρη Κουτσούμπα να έχει ένα προβάδισμα, έναντι των άλλων κομμάτων, για την κατάκτηση της τέταρτης θέσης, όπως συνέβη και στις προηγούμενες εκλογές. Όμως, το μεγαλύτερο, το τεράστιο και κρίσιμο στοιχείο της απροσδιοριστίας και της ασάφειας, που αφορά, όχι, απλώς, την συγκεκριμένη, αλλά και κάθε δημοσκόπηση, σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση (αλλά και στην πιθανότατη, αμέσως, επόμενη ή και στις αμέσως επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις), είναι ο αριθμός των κομμάτων, που θα ξεπεράσουν το όριο του 3% και θα εισέλθουν, στην βουλή. Όλα αυτά θα τα εξετάσουμε.

Παρακολουθώντας τα, παραπάνω, στοιχεία της δημοσκόπησης του Απριλίου 2023 της Alco, είναι σαφές ότι πρέπει να τα δούμε, σε σύγκριση με την δημοσκόπηση του Φεβρουαρίου 2023, που παρουσίασα, πριν λίγο καιρό, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο : 2/2023 Aναλύοντας μια, αποσπασματικά, παρουσιαζόμενη δημοσκόπηση της Alco, που αν και μεροληπτική, υπέρ της, κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρουσιάζει ένα ανοδικό, αλλά και εκ του συμπεράσματος, τελικό ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας, της τάξεως, μόλις, του 32,1%, με υπολογισμό, μόνον, επί των έγκυρων ψήφων του δημοσκοπικού δείγματος, στην οποία και παραπέμπω. Όπως, επίσης, παραπέμπω και στις δυο προηγούμενες δημοσκοπήσεις του Απριλίου 2023, τις οποίες έχω παρουσιάσει, ήτοι αυτήν του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, που έγινε πριν την επίσημη προκήρυξη των εκλογών [4/2023 : Συνεχίζεται η πτωτική τάση της ΝΔ (28,2%) και η στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ (25,9%), ενώ το ΠΑΣΟΚ έχει πάρει τον κατήφορο (8,9%). Άνοδος των υποτιθέμενων ως αντισυστημικών κομμάτων KKE (5,4%), MEPA25 (3,3%), των “λοιπών κομμάτων” (8,8%), με στασιμότητα της Ελληνικής Λύσης 4,1%) και των λεγόμενων “αναποφάσιστων” (15,4%), σύμφωνα με το φιλοσυριζαϊκό “Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς”] και της Metron Analysis, που έγινε, αμέσως, με την προκήρυξη των εκλογών [Αλήθεια, πώς τα κατάφερε (γιατί περί κατορθώματος πρόκειται) ο Κυριάκος Μητσοτάκης να αποτύχει, τόσο πολύ και τόσο γρήγορα, ενώ δεν είχε και εξακολουθεί να μην έχει αντίπαλο; Μια επιχειρούμενη απάντηση, στο ερώτημα, μέσα, από μια λεπτομερή κριτική παρουσίαση της δημοσκόπησης Απριλίου 2023 της “Metron Analysis”], στο, αμέσως, προηγούμενο του παρόντος δημοσίευμα, παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, στα μεθοδολογικά δεδομένα των εταιρειών αυτών.  

Όπως και στην δημοσκόπηση του Φεβρουαρίου του 2023 (αλλά και στις υπόλοιπες δημοσκοπήσεις της εταιρείας), έτσι και σε αυτήν του Απριλίου 2023 η Alco χρησιμοποιεί την ίδια, πάντοτε, προβληματική προτίμηση να προβάλει, στο αναγνωστικό κοινό, ως κρίσιμο και προσδιοριστικό στοιχείο της έρευνας, που πραγματοποίηση την λεγόμενη “πρόθεση ψήφου, επί των έγκυρων”, που τυχαίνει να σουλουπώνει και να ευνοεί τα λεγόμενα μεγάλα κόμματα και κυρίως, το κυβερνητικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο εμφανίζεται, με ένα ποσοστό της τάξεως του 31,6%.

Δεν έχω σκοπό να αρνηθώ την ύπαρξη αυτού του ποσοστού. Μπορεί να είναι, μέσα στα πλαίσια της τηρουμένης αποδεκτής μεθοδολογίας, ορθό, αλλά πρέπει να επισημάνω ότι δεν αποτελεί την καθαρή πρόθεση ψήφου, η οποία περιέχει όλους τους ερωτώμενους ό,τι και αν απάντησαν, ακόμη και όσους έδωσαν αυτό, που η Alco θεωρεί, ως μη έγκυρη ψήφο, δηλαδή αυτούς που δήλωσαν, άκυρο, ή λευκό, ή που δήλωσαν ότι δεν πρόκειται να ψηφίσουν. Αυτοί, όμως, που εμφανίζουν, τώρα, αυτή την στάση, μπορεί, στην πορεία του χρόνου, μέχρι τις εκλογές, να αλλάξουν γνώμη, ή και να διευρυνθούν, κάτι που αποτελεί μια, όχι ανάξια λόγου, δημοσκοπική σπαζοκεφαλιά.



Μια εικόνα της καθαρής και απλής πρόθεσης ψήφου (όχι της Alco) : Προφανώς, έχει την αξία της…



Έτσι, στην καθαρή και απλή μορφή της πρόθεσης ψήφου, η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, προφανώς, κινείται, ακόμη, σε επίπεδα, κάτω του 30% (που μπορεί να φθάνει, έως το 29,5%, ίσως και αρκετά, λιγότερο), κάτι, το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί και αποτελεί μια βελτίωση, σε σχέση, με τα προηγούμενα ποσοστά της, σε αυτό το επίπεδο της απλής πρόθεσης ψήφου.

Πάντως, αν επιχειρήσουμε να προχωρήσουμε, σε μια απόπειρα μια τελικής αναγωγής των ποσοστών αυτών δηλαδή, αν θέλουμε, με βάση αυτά τα “πειραγμένα”, κατά την ψυχρή και ψύχραιμη γνώμη μου, δημοσκοπικά μεγέθη, που παρουσιάζει η συγκεκριμένη δημοσκόπηση και, σχεδόν, όλες οι άλλες δημοσκοπήσεις των διαφόρων δημοσκοπικών εταιρειών, να εκτιμήσουμε την βεντάλια των αριθμών, που προκύπτουν, από τα δεδομένα στοιχεία, όσον αφορά την τελική εκτίμηση ψήφου, για την Νέα Δημοκρατία, αυτή φαίνεται να κυμαίνεται, μεταξύ του 32%, έως το 36%, αλλά πρέπει να αφήσουμε να κυλήσει ο χρόνος της προεκλογικής περιόδου, για να δούμε, τα επίπεδα, στα οποία πρόκειται να προσεγγίσει και να κατασταλάξει η Νέα Δημοκρατία, η οποία, τώρα, φαίνεται ότι μπορεί να φθάσει και μπορεί να υπερβεί, κατά τι, το 33% (βία, το 34%), όπως, άλλωστε, μας προϊδεάζει και η, παραπάνω, μοιρασιά της “πίτας”, όσων έχουν θετική, ή αρνητική εικόνα, για την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με αποτέλεσμα την καταγραφή ότι αυτοί, που έχουν θετική εικόνα, για την παρούσα κυβέρνηση, αθροίζουν ένα ποσοστό ίσο με το 33%, έναντι ενός καθόλου ασήμαντου ποσοστού της τάξεως του 47% που απαντά ότι έχει αρνητική εικόνα, για την κυβέρνηση του σημερινού πρωθυπουργού. Βέβαια, το άνοιγμα της εκτιμώμενης βεντάλιας των τελικών εκλογικών ποσοστών του κυβερνητικού κόμματος, έχει ως ανώτατο σημείο, το 36%, αλλά άλλο είναι το θεωρητικό εύρος αυτής της προκύπτουσας βεντάλιας των εκλογικών ποσοστών ενός κόμματος και φυσικά, άλλο είναι το πραγματικό και καταμετρημένο εκλογικό ποσοστό του κάθε κόμματος. Η Νέα Δημοκρατία δεν φαίνεται να είναι ικανή να φθάσει, σε αυτό το, θεωρητικά, εκτιμώμενο, ως ακραίο, δικό της ανώτατο εκλογικό ποσοστό ψήφων, το βράδυ της Κυριακής 21/5/2023. Οι λαμπρές, για το κυβερνητικό κόμμα, ημέρες του 2020 έχουν παρέλθει, ανεπιστρεπτί.

Κάπως έτσι, είναι τα πράγματα, όσον αφορά την Νέα Δημοκρατία, σήμερα. Αργότερα, βλέπουμε, ως προς το ποιά θα είναι η εξέλιξη των πλαισίων, εντός των οποίων θα κινηθούν τα τελικά ποσοστά του τωρινού κυβερνητικού κόμματος, τα οποία, πρέπει να αναφέρω ότι, με δεδομένες τις υπάρχουσες συνθήκες, δεν είναι καθόλου άσχημα. Αντιθέτως, είναι πολύ καλά. Όμως, με βάση την τελική αναγωγή της εκτίμησης της βεντάλιας των εκλογικών ποσοστών του κυβερνητικού κόμματος, ένα αξιόλογο ποσοστό της τάξεως, τουλάχιστον, του 3,8%, σε σχέση, με το 39,85%, που είχε πάρει, στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2023, έχει, οριστικά, χαθεί. Και αυτό δεν είναι λίγο, όχι μόνο, επειδή είναι το κατώτερο σημείο των εκλογικών απωλειών της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο επίπεδο απωλειών, πιθανώς, να καταστεί μεγαλύτερο, αλλά, κυρίως, επειδή αυτές οι εκλογικές απώλειες καταγράφονται, ενώ, απέναντι στο κυβερνητικό κόμμα, δεν υπάρχουν αξιόλογοι αντίπαλοι.

Απέναντι, σε αυτήν την, μόλις παρουσιασθείσα εκλογική εικόνα της Νέας Δημοκρατίας, ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα χωλαίνει. Και φαίνεται ότι χωλαίνει πολύ. Δεν είναι, μόνο, το γεγονός της εκτίμησης του δημοσκοπικού ποσοστού του κόμματος του Αλέξη Τσίπρα, επί των έγκυρων, στο 25,4%, που παρουσιάζει η Alco και το γεγονός ότι, στην καθαρή πρόθεση ψήφου, ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται, σε, ακόμη, μικρότερα ποσοστά. Το πρόβλημα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσον αφορά την αναγωγή, στην τελική βεντάλια των εκλογικών ποσοστών του, στην εκλογική αναμέτρηση της 21/5/2023, τα οποία ποσοστά κινούνται, μεταξύ του 26,5% και του 30,5%, βρίσκεται, μπροστά, σε αυτό το πιθανό, ως γεγονός, το οποίο σημαίνει ότι αυτή η βεντάλια των τελικών εκλογικών ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ δεν εφάπτεται, σε κανένα σημείο, με την αντίστοιχη βεντάλια των τελικών ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας, αφού το εκτιμώμενο, ως κατώτερο τελικό εκλογικό ποσοστό του κόμματος του Κυριάκου Μητσοτάκη φθάνει, στο 32%, ενώ το αντίστοιχο εκτιμώμενο ως μεγαλύτερο ποσοστό του κόμματος του Αλέξη Τσίπρα φθάνει, όπως προανέφερα, μόλις, στο 30,5% και βρίσκεται κάτω, ακόμη και από το εκλογικό ποσοστό του 31,53%, που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ, στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019 και το οποίο είναι το πραγματικό μέτρο της εκλογικής επιτυχίας, ή της εκλογικής αποτυχίας του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μόνη ελπίδα του Αλέξη Τσίπρα μπορεί να είναι η πιθανή σιωπηρή παρουσία, στις κάλπες της 21/5/2023, των, εν δυνάμει, ψηφοφόρων του, που είναι, κατά βάση, παραδοσιακοί αντιδεξιοί, αλλά νέοι ψηφοφόροι, όπως συνέβη και στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019. Αλλά αυτό είναι κάτι, που πρέπει να περιμένουμε, για το δούμε το βράδυ των βουλευτικών εκλογών.

Το εκλογικό πρόβλημα, λοιπόν, του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι είναι τεράστιο και τούτο διότι είναι εξασφαλισμένη, όχι, μόνον, η πρώτη θέση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και η άνετη επικράτησή της, με μια καθαρή εκλογική διαφορά, από το χωλαίνον κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ύστερα, από, σχεδόν, τέσσερα χρόνια μιας πολύ κακής διακυβέρνησης της χώρας, από το κυρίαρχο κόμμα της συντηρητικής κυβέρνησης.

Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Γιατί οι εξελίξεις οδηγούν τα ελληνικά εκλογικά πράγματα, πιθανότατα, προς αυτήν την κατεύθυνση; Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί, ως άξιος λόγου αντίπαλος της Νέας Δημοκρατίας και δεν μπορεί να πείσει την ελληνική κοινωνία και το εκλογικό σώμα;

Η απάντηση είναι πολύ απλή. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ βιώνει, οδυνηρά και σε μακρύ βάθος χρόνου, την δική του “Βάρκιζα” του καλοκαιριού του 2015, με την μετατροπή του ΟΧΙ στο Μνημόνιο του δημοψηφίσματος της 5/7/2015, σε ΝΑΙ. 

Ζει, δηλαδή, στις σύγχρονες συνθήκες της εποχής μας, τις συνέπειες, που έζησε και υπέστη το ΚΚΕ, από τον Φεβρουάριο του 1945, όταν η τότε ηγεσία του κυρίαρχου, στην χώρα, ΚΚΕ και του ΕΑΜ, υπέγραψε την Συμφωνία της Βάρκιζας, παρέδωσε τα όπλα και την εξουσία, στον εντόπιο αστικό πολιτικό κόσμο και στην ολιγαρχία, που αυτός ο αστικός πολιτικός κόσμος εξέφραζε.

Με λίγα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ, προδίδοντας το ΟΧΙ, στο Μνημόνιο και εφαρμόζοντας το δικό του τρίτο Μνημόνιο, έχασε, οριστικά, κάθε αξιοπιστία, απογοητεύοντας, πλήρως, την ελληνική κοινωνία, η μεγάλη πλειοψηφία της οποίας πίστεψε και πιστεύει ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε άλλο, εκτός από όλα αυτά τα κακά και άσχημα, που γίνονται και θα εξακολουθούν να συμβαίνουν και στο μέλλον. Και αυτή η βαριά και ασήκωτη αρνητική κληρονομιά και αυτό το ανεξίτηλο στίγμα θα εξακολουθούν, για πολλά έτη, ίσως, για  πολλές δεκαετίες ολόκληρες, να κυνηγούν την παρούσα ηγεσία (και τις όποιες μέλλουσες ηγεσίες) του ΣΥΡΙΖΑ και το κόμμα αυτό.

Περνώντας, τώρα, στο ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, το κόμμα αυτό παραμένει, παρά την σταδιακή μικρή καθοδική του στασιμότητα, ένας ευδιάκριτος πολιτικός χώρος, που εμφανίζει, τώρα, ένα ποσοστό, στην εκτίμηση ψήφου, επί των έγκυρων, της τάξεως του 8,9% (ένα ποσοστό μπορεί, μέχρι ένα σαφές όριο, να μειωθεί και άλλο), όμως η τελική αναγωγή, στην βεντάλια των εκλογικών ποσοστών του ΠΑΣΟΚ, πρέπει να κινείται, ανάμεσα, στο 8% και στο 11%.

Από εκεί και πέρα, αρχίζει η ζώνη της απροσδιοριστίας, με την σαφή πρωτοπορία του ΚΚΕ, για την κατάληψη της τέταρτης θέσης, το οποίο παρουσιάζει μια άνοδο στα ποσοστά του, ήτοι 6,1%, στην εκτίμηση επί των έγκυρων, ενώ η τελική αναγωγή της βεντάλιας των εκλογικών ποσοστών του αρχαιότερου ελληνικού κόμματος βρίσκεται, ανάμεσα, στο 5,5%, έως το 7,5%, έχοντας, δηλαδή, ως αφετηριακή του βάση, το 5,5%, που είχε πάρει το καλοκαίρι του 2019. Και όπως φαίνεται, αυτό είναι αρκετό, στην ηγεσία του Περισσού.

Μετά το ΚΚΕ, το οποίο, πάντως, δεν έχει, απόλυτα, εξασφαλισμένη την τέταρτη θέση, δεν υπάρχει μια προβλέψιμη και σαφής σειρά των κομμάτων, που διαγκωνίζονται, ούτε και των ποσοστών, που θα λάβει το κάθε ένα, από τα κόμματα αυτά, ενώ το κυριότερο και κρισιμότερο όλων, είναι το εάν, στην φιλονεοναζιστική ακροδεξιά του Ηλία Κασιδιάρη, ή κάποιου άλλου (ή κάποιων άλλων) θα της επιτραπεί να συμμετάσχει, στις εκλογές της 21/5/2023, ή οι αρεοπαγίτες θα κάνουν το χατήρι του Κυριάκου Μητσοτάκη και δεν επιτρέψουν, στο κόμμα του φυλακισμένου Ηλία Κασιδιάρη να συμμετάσχει, στις εκλογές. Αλλά και να μην επιτρέψουν, στο κόμμα αυτό να συμμετάσχει, στις εκλογές. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ο Κασιδιάρης δεν μπορεί να είναι υποψήφιος βουλευτής, με άλλο κόμμα, ή και να στηρίξει ένα άλλο κόμμα του χώρου αυτού, χωρίς ο ίδιος να είναι υποψήφιος βουλευτής. Αυτά θα πρέπει να περιμένουμε να τα δούμε, μέχρι το βράδυ της 2/5/2023, όταν ο Άρειος Πάγος αποφανθεί, για την νομιμότητα των κομμάτων, που θα συμμετάσχουν στις ερχόμενες εκλογές. Και φυσικά, δεν πρέπει να αγνοήσουμε το εμφανιζόμενο, ως ποσοστό επί των έγκυρων, όσον αφορά το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη, που φθάνει (προφανώς, τεχνητά, συμπιεσμένο, στο 3,2%, ενώ η εμφανιζόμενη βεντάλια των τελικών ποσοστών της αναγωγής του πρέπει να κυμαίνεται, ανάμεσα, στο 3,5% και, στο 5,5%· η δική μου γνώμη είναι ότι μπορεί και να ξεπεράσει τα ποσοστά αυτά).

Σε αυτό το, επί μέρους, εκλογικό τοπίο, διαγκωνίζονται δυο αλλά, εκ διαμέτρου αντίθετα πολιτικά κόμματα, που απευθύνονται, σε, εντελώς, διαφορετικά εκλογικά ακροατήρια.

Ένα, εκ των δυο, είναι το κόμμα Ελληνική Λύση του πολιτικού αγύρτη Κυριάκου Βελόπουλου, που φαίνεται ότι, στην εκτίμηση, επί των έγκυρων ψήφων, φθάνει στο 3,8% (και η αναγωγική εκλογική βεντάλια των τελικών εκλογικών ποσοστών αυτού του κόμματος της μη ναζιστικής ακροδεξιάς κινείται, ανάμεσα στο 2,4%, έως το 4,4%), προφανώς και λόγω της τωρινής κρίσης, που ξέσπασε, στο κόμμα αυτό, με την απομάκρυνση τριών βουλευτών του, επειδή ο Κυριάκος Βελόπουλος - θεωρώ βάσιμα - έχει την πεποίθηση ότι αυτοί οι βουλευτές έχουν “πιαστεί”, από την Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη και επρόκειτο να παίξουν το παιχνίδι της, μετά τις εκλογές.

Το δεύτερο κόμμα είναι το ΜΕΡΑ25 του Γιάννη Βαρουφάκη, που συνεργάζεται, με ό,τι έχει απομείνει, από την παλαιά ΛΑΕ και το οποίο, παρά το γεγονός ότι φαίνεται, στην εκτίμηση, επί των έγκυρων ψήφων, υπολείπεται, ελαφρώς, από την Ελληνική Λύση, συγκεντρώνοντας ένα ποσοστό της τάξεως του 3,7%, όμως η αναγωγική βεντάλια των τελικών ποσοστών του, που φαίνεται να βρίσκεται, μεταξύ του 3% και του 4,6%, φέρνει το κόμμα του Γιάννη Βαρουφάκη, σε καλύτερη θέση, η οποία, κατά την γνώμη μου, μπορεί να καλυτερεύσει, ακόμη, περισσότερο.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες και με δεδομένη το άγνωστο, επί του παρόντος, για το τί πρόκειται να συμβεί, με το κόμμα της ελληνικής φιλοναζιστικής ακροδεξιάς, η επόμενη βουλή θα πρέπει να είναι επτακομματική, κάτι που, όμως, μένει να το δούμε, αφού αποτελεί ένα βασικό στοιχείο, για το οποίο επικρατεί μια αβεβαιότητα, διότι η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει κάνει και συνεχίζει αυτές τις κρίσιμες ημέρες να κάνει ό,τι μπορεί να αποκλείσει αυτή την δυνατότητα, ο κίνδυνος της έλευσης της οποίας προέρχεται, από την καμουφλαρισμένη, ή μη φιλονεοναζιστική ακροδεξιά, την κάθοδο της οποίας, στις βουλευτικές εκλογές, η κυβέρνηση θέλει και πασχίζει, παντί τρόπω, να αποκλείσει, αλλά και διότι τα υπόλοιπα κόμματα, εξ αιτίας των διαφόρων σεκταρισμών, που επικρατούν, στους χώρους τους, δεν θέλουν να κάνουν τις απαραίτητες εκλογικές συνεργασίες, με τα διάφορα πολιτικά όμορα κόμματα, προκειμένου να ξεπεράσουν το εκλογικό όριο του 3%.

Ως εκ τούτου, είναι άξια της τύχης τους…

Σχόλια

Ο χρήστης TassosAnastassopoulos είπε…
Δημοσκοπήσεις, εκτός τόπου και χρόνου, που υπήρξαν αποπροσανατολιστικές, εδώ και χρόνια.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Παρουσιάζοντας, τμηματικά, το περιεχόμενο του σχεδιάσματος της μήνυσης, για τις παρανομίες, σχετικά, με την “ληστεία” των, υπερβαλλόντως, των ασφαλιστικών κατηγοριών ποσών, που κατέβαλαν οι “νέοι ασφαλισμένοι” και οι ασφαλισμένοι των λεγόμενων “νέων περιοχών” βενζινοπώλες και τις παράνομες επικουρικές συντάξεις των πρατηριούχων υγρών καυσίμων του e-ΕΦΚΑ, λόγω μη συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (1).

Άρθρο 16 Συντάγματος : Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια απαγορεύονται, χωρίς περιστροφές και “δια ροπάλου”, ενώ το άρθρο 28 του Συντάγματος, είναι άσχετο, με το θέμα. Μνήμες δικτατορίας του 1973, αστυνομοκρατία και συνταγματική εκτροπή και ανωμαλία φέρνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που κάνει τεράστια μαλακία, καταργώντας, κάθε, έστω και τυπική, έννοια της εθνικής κυριαρχίας, γι’ αυτό και τα δικαστήρια - παρά τις μπουρδολογίες του Βαγγέλη Βενιζέλου - οφείλουν να κρίνουν τις διατάξεις αυτού του νομοσχεδίου, όταν ψηφιστεί, ως αντισυνταγματικές.

2/2024 Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο : Κατεξευτελιστικό ψήφισμα καταδίκης του αυταρχικού καθεστώτος φυλαρχίας κράτους της υποσαχάριας Αφρικής του - κατά τους αφελείς χριστιανούς, εκφραστή των “Γωγ και Μαγώγ” - και κατά τον ορθό λόγο, δυνάμενου να αποκληθεί και ως «disordered» Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει αποθρασυνθεί και “έγινε ρόμπα”, για την ανυπαρξία κράτους δικαίου, την αστυνομοκρατία, την ανελευθερία των ΜΜΕ, την κατασκοπεία με το σύστημα “Predator”, τον έλεγχο της ΕΥΠ, από τον ίδιο και την ανισορροπία της κατανομής των εξουσιών, με τον κυβερνητικό έλεγχο, στο δικαστικό σύστημα. (Καιρός ήταν. Άργησε. Πολύ άργησε)…