29/4/1930 : Τα ελληνικά γράμματα χάνουν, άδικα και πρόωρα, την Μαρία Πολυδούρη. (Μια αναφορά, στην μεγάλη ποιήτρια, στην καθοριστική σχέση της, με τον Κώστα Καρυωτάκη και στα συναισθηματικά της αδιέξοδα, 93 χρόνια μετά).
Μαρία Πολυδούρη (Καλαμάτα 1/4/1902 - Αθήνα 29/4/1930).
Σαν χθες, στις 29 Απριλίου 1930, τα ελληνικά γράμματα έχασαν, πολύ άδικα και πολύ νωρίς, την μεγάλη μελαγχολική ποιήτρια της δεκαετίας του 1920, την πασίγνωστη, πλέον, Μαρία Πολυδούρη, της οποίας φυσικά, η εργογραφία, η μεγάλη, η πολύτιμη φιλολογική και η τεράστια προσωπική αξία της, που υπήρξαν προχωρημένες και πολλές δεκαετίες μπροστά, από την εποχή και την σύντομη ζωή της, αναγνωρίστηκαν, με την πάροδο του χρόνου και αρκετά, μετά, από το άδοξο τέλος, που έδωσε η ίδια, στην ζωή της, εκείνη την ημέρα του Απριλίου, στην κλινική Χρηστομάνου, στα Πατήσια, όπου νοσηλευόταν, για την χρονίζουσα φυματίωση, από την οποία έπασχε, τουλάχιστον, από το 1928.
Είναι προφανές ότι, πέρα από τις σωματικές της δυνάμεις, που είχαν καταπέσει, από την φυματίωση, η οποία εκείνη την εποχή ήταν μια ανίατη και θανατηφόρα, στις πλείστες περιπτώσεις, ασθένεια, η Μαρία Πολυδούρη είχε χάσει και τις απαραίτητες ψυχικές αντοχές, για να αντισταθεί, στο μαρτύριο και στις συνθήκες της μίζερης ζωής της, χωρίς να βλέπει, πλέον, ένα οποιοδήποτε κίνητρο, για να κρατηθεί, στην ζωή, παρά το γεγονός ότι, μέχρι τότε, είχε παλέψει για την ζωή της και είχε αντισταθεί, στην αρρώστια της.
Ενώπιον αυτών των δεδομένων και χωρίς να έχει εκείνο το στήριγμα, που η ίδια ζητούσε, ήτοι τον Κώστα Καρυωτάκη, τον αξέχαστο έρωτά της, αποφάσισε, μέσα από την ραγδαία εκδήλωση των αρνητικών, απαξιωτικών, για την ζωή, αλλά και βασανιστικών και κατακλυσμιαίων συναισθημάτων, τα οποία, προφανώς, πατούσαν, σε κάποια εσωτερικά αίτια μιας ψυχωσικής μελαγχολίας, η Μαρία Πολυδούρη αποφάσισε, μετά από πολλή και ώριμη σκέψη, να αυτοκτονήσει, ακολουθώντας τον δρόμο του αγαπημένου της, που είχε, από το καλοκαίρι του 1928, αυτοκτονήσει, στην Πρέβεζα, ενώ, αρκετά χρόνια πριν, με δική του πρωτοβουλία, είχε διακόψει την σύντομη θυελλώδη, ερωτική, αλλά και περίεργη ανέραστη, σεξουαλικά, σχέση του με την Μαρία Πολυδούρη.
Δεν ηταν χωρίς εμφανή αιτία αυτή η απόφαση του Κώστα Καρυωτάκη. Υπήρχε σοβαρή αφορμή επειδή ο, επίσης, μεγάλος αυτός ποιητής είχε ανακαλύψει ότι έπασχε, από την, επίσης, ανίατη εκείνη την εποχή ασθένεια της σύφιλης, η οποία ασθένεια και αυτή, αλλά όχι, μόνον, αυτή, συνέβαλε, προφανώς, στην δική του απόφαση να αυτοκτονήσει, όπως, το ίδιο συνέβη, αλλά, με μεγαλύτερο βαθμό συμμετοχής της ασθένειας της φυματίωσης, στην περίπτωση της αυτοκτονίας της Μαρίας Πολυδούρη.
Όμως, αυτός ο χωρισμός των δυο νέων και ταλαντούχων ανθρώπων, που στερήθηκε, τόσο πρόωρα, η ελληνική ποίηση και η λογοτεχνία και ο οποίος άφησε μια ανεξίτηλη και χάι ουρά πληγή, στον συναισθηματικό κόσμο και, κατά βάση, στον βαθιά τραυματισμένο εγωισμό της εκρηκτικής μποέμισας Μαρίας Πολυδούρη, η οποία, όμως, ήταν - ή φαινόταν ότι ήταν - διατεθειμένη να ζήσει μια μακρά συμβατική συμβιωτική ζωή, με τον Κώστα Καρυωτάκη, σκόνταψε, στις τεράστιες αγκυλώσεις του χαρακτήρα του μεγάλου ποιητή, ο οποίος είχε σμιλευθεί και συγκροτηθεί, από τον μελαγχολικό ψυχωσικό κόσμο των συναισθημάτων του ανδρός, που δεν του επέτρεπαν την σύναψη μιας μακράς συβιωτικής σχέσης και κοινής ζωής, που απαιτεί η σύναψη σταθερών ερωτικών δεσμών.
Μαρία Πολυδούρη - Κώστας Καρυωτάκης.
Δεν ήσαν, για τον Κώστα Καρυωτάκη αυτά, για τον οποίο, πριν αρκετό καιρό, έως κάνει ένα αφιέρωμα, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο : 21/7/1928 Κώστας Καρυωτάκης : Από την μελαγχολία, στην ποίηση και στον αυτοκτονικό θάνατο. (Μια απόπειρα διερεύνησης του ψυχικού και συναισθηματικού κόσμου του μέγιστου νεοέλληνα ποιητή και πεζογράφου). Και ίσως, να μην ήσαν και για την Μαρία Πολυδούρη, αλλά, στην δική της περίπτωση, αυτό δεν πρόκειται να το μάθουμε ποτέ, αφού όλα αυτά καλύφθηκαν, από τις χαίνουσες συναισθηματικές της πληγές και τον βαριά τραυματισμένο εγωισμό της, που κατέστησαν τον Κώστα Καρυωτάκη - ή, μάλλον καλύτερα, το είδωλο και την εικόνα, που, στρεβλώς, είχε αφήσει το αποτύπωμα του μεγάλου ποιητή - ο οποίος, λογοτεχνικά, την κράτησε, μέχρι τις ημέρες μας, σε έναν υποδεέστερο, εναν δεύτερο ρόλο και στην σκιά του, γεγονός, το οποίο, φυσικά, την αδικεί, αφού η Μαρία Πολυδούρη έχει την δική της αυτοτελή και μεγάλη λογοτεχνική αξία -, στον διαταραγμένο ψυχικό της κόσμο.
Έτσι, μετά από έναν ταραχώδη πολυγαμικό και άστατο βιο, έναν διαλυμένο αρραβώνα και κυνηγημένη, πάντοτε, από το φάντασμα του μεγάλου της και ουσιαστικά, ανεκπλήρωτου έρωτα, που της τραυμάτισε, βαρύτατα, τον εγωισμό και την αυτοεκτίμηση, την οποία, κυριολεκτικά, ισοπέδωσε η βασανιστική της σωματική ασθένεια, η Μαρία Πολυδούρη αυτοκτόνησε, με μια ένεση μορφίνης, την οποία της προμήθευσε ένας άλλος θαυμαστής της, που έμεινε, στην σκιά, ως φίλος της, ο Βασίλης Γεντέκος.
Η αλήθεια είναι ότι αυτή η ψηλή νεαρή, όμορφη, δυναμική και απελευθερωμένη γυναίκα, πέρα από το τεράστιο ποιητικό της ταλέντο, είχε μεγάλη πέραση, στον ανδρικό πληθυσμό, αλλά, στην ουσία, δεν μπόρεσε και δεν θέλησε να στεριώσει με κανέναν, παρά, μόνο, με τον Κώστα Καρυωτάκη, από τον οποίο, όταν έμαθε ότι πάσχει από σύφιλη, ζήτησε να παντρευτούν, χωρίς να κάνουν παιδιά, αλλά εισέπραξε την αρνησή, επειδή ο Καρυωτάκης ισχυρίστηκε ότι δεν ήθελε μια τέτοια μεγάλη θυσία, από εκείνη.
Η Μαρία Πολυδούρη δέχτηκε την απόφασή του να διακόψουν την σχέση τους, αλλά ουδέποτε πίστεψε ότι η αρρώστια του Καρυωτάκη ήταν η πραγματική αιτία αυτής της απόφασης. Και πιθανότατα, είχε δίκιο. Εκτίμησε, σωστά, ότι ο λόγος του χωρισμού τους, τον οποίο επικαλείτο ο εραστής της, αν και σοβαρός, ήταν, κατά βάση, προσχηματικός. Μπορεί η Μαρία Πολυδούρη να μην μπορούσε και φυσικά, ήταν πολύ δύσκολο να μπορέσει να εντοπίσει τους εσώτερους λόγους αυτής της τελικής στάσης του Κώστα Καρυωτάκη, αλλά αντελήφθη, ορθότατα, τον ουσιαστικό προσχηματικό χαρακτήρα του βασικού ισχυρισμού του, τον οποίο επικαλέστηκε, για την διακοπή του ειδυλλίου τους.
Το πρόβλημα, για την ίδια είναι ότι δεν ξεπέρασε ποτέ τον Καρυωτάκη, αλλά αυτό, ποιητικά, την βοήθησε, αφού υπήρξε η αφορμή, για την συνέχιση της εργογραφία της, ένα απόσπασμα της οποίας είναι χρήσιμο να δούμε εδώ :
Μόνο γιατί μ’αγάπησες
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.
Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.
Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.
Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάη
είδα τη λυγερή σκιά μου, ως όνειρο
να παίζει, να πονάη,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε
γι’ αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες
κ’ έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες.
Το φάντασμα του Κώστα Καρυωτάκη, ως ενορμητικής και στρεβλωμένης ερωτικής εικόνας και φιγούρας, έμεινε, στην Μαρία Πολυδούρη, ως αφετηριακή πηγή έμπνευσης και δημιουργίας, πάντα, παρόν και ανεξίτηλο.
Το δυστύχημα, όμως, παραμένει, όχι, μόνο, επειδή ο έρωτάς τους υπήρξε ανολοκλήρωτος, αλλά, κυρίως, επειδή χάθηκαν τόσο νέοι και τόσο άδικα, αφού, εκείνη την εποχή, δεν υπήρχαν, όχι μόνο τα απαραίτητα φάρμακα, για την θεραπεία των σωματικών τους ασθενειών, τα οποία ανακαλύφθηκαν λίγες δεκαετίες αργότερα, αλλά δεν υπήρχαν και η θεραπευτική αγωγή, για να βοηθηθούν και ως προς τις νοσηρές συναισθηματικές του διαταραχές.
Δυστυχώς…
Σχόλια