2008 - 2023 : Η οικονομική υπανάπτυξη και ο μαρασμός, μαζί με την διόγκωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, πάνω από τα 425 - μπορεί και 430 - δισεκ. €, προδιαγράφουν και άμεσα και μακροπρόθεσμα, ένα ζοφερό, για την ελληνική κοινωνία, παρόν και μέλλον. (Let us get out of euro).

 



Οι βουλευτικές εκλογές, εντός ολίγου, έρχονται και μπορεί να επαναληφθούν, αλλά όσες φορές και αν επαναληφθούν, κάποια στιγμή, μέσα στο τρέχον έτος, η χώρα θα αποκτήσει μια νέα κυβέρνηση, η οποία, προφανώς, θα είναι συμμαχική και θα έχει έναν κάποιον χρονικό ορίζοντα μπροστά της, για να συνεχίσει αυτά, που πραγματοποιεί η παρούσα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία παρουσιάζει, πρόωρα και έντονα συμπτώματα γήρανσης και απαξίωσης, λόγω των βλακειών του τωρινού πρωθυπουργού, ο οποίος αποδείχτηκε, στην πράξη, εντελώς, ανίκανος, παρά το σαφέστατο γεγονός ότι δεν είχε και εξακολουθεί, ακόμη, να μην έχει, απέναντί του, κάποιον άξιον λόγου αντίπαλο.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία προβλέπω ότι θα κατακτήσουν την πρώτη θέση, στις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές, αλλά η απόσταση, που θα τους χωρίζει, από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα πρόκειται να είναι πολύ μικρότερη, από όσο προβλέπουν οι δημοσκόποι, οι μετρήσεις των οποίων, ακόμη και όταν είναι (όσο το δυνατόν) αντικειμενικές, ή και φιλικές, προς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχουν την τάση να υποεκτιμούν το εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς, επειδή οι, εν δυνάμει, ψηφοφόροι του δεν καταγράφονται, διότι δεν εκφράζουν, δημοσκοπικά, την εκλογική τους προτίμηση.

Αλλά δεν είναι οι μέλλουσες εκλογικές εξελίξεις αυτές, που απασχολούν το σημερινό δημοσίευμα. Έχουμε όλο τον καιρό μπροστά μας, για να ασχοληθούμε με αυτές, αλλά, τώρα, αυτό που έχει σημασία, είναι να δούμε το τι θα επακολουθήσει, μετά τις βουλευτικές εκλογές, όταν το πολιτικό κλίμα θα ισορροπήσει και ο κομματικός συσχετισμός των δυνάμεων αποκρυσταλλωθεί, στην νέα βουλή και φυσικά, όταν θα σχηματιστεί μια νέα κυβέρνηση, η οποία μπορεί να είναι βιώσιμη, χρονικά, αλλά μπορεί να είναι και θνησιγενής· κάτι που, εκ των πραγμάτων, πρόκειται να είναι σημαντικό, ως προς τις μετεκλογικές εξελίξεις, όσον αφορά την ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Με δεδομένο, ως γεγονός, ότι ο κρατικός προϋπολογισμός του 2023 προβλέπει (και υπόσχεται, στους ευρωθεσμικούς δανειστές) την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, προκειμένου να πληρωθεί, εξόδοις της ελληνικής οικονομίας, ένα απειροελάχιστο ποσόν του τεράστιου ελληνικού δημόσιου χρέους, στα πλαίσια των μνημονιακών υποχρεώσεων του άτυπου και “ντροπαλού” Μνημονίου, που συνομολόγησε, το καλοκαίρι του 2018, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, με τους ευρωθεσμούς και το οποίο όλοι μαζί παρουσίασαν, προπαγανδιστικά, στο ελληνικό κοινό, αλλά και στο κοινό της ευρωζώνης, ως έξοδο, από το καθεστώς των Μνημονίων, γίνεται αντιληπτό ότι, μέσα σε ένα παρατεταμένο προεκλογικό περιβάλλον διπλών (τουλάχιστον) βουλευτικών εκλογών, η πραγματοποίηση αυτής της πρόβλεψης και υπόσχεσης, προς την τρόικα, καθίσταται, από, εξαιρετικά, δυσχερής, έως αδύνατη, αν και ούτως, ή άλλως, η οικονομική πολιτική, που πρόκειται να ασκήσει η επόμενη κυβέρνηση, προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των ευρωθεσμών και να καλύψει τις, έστω και σχετικά, περιορισμένες προεκλογικές παροχές της απερχόμενης κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, πρόκειται να είναι μια πολιτική σφοδρής λιτότητας, η οποία πρόκειται να αφαιμάξει την ελληνική οικονομία και κοινωνία, με έναν συνδυασμό αύξησης των κρατικών εσόδων, ήτοι των φόρων και μείωσης των κρατικών δαπανών, γεγονός το οποίο πρόκειται, μέσα σε ένα περιβάλλον υπαναπτυξιακού πληθωρισμού, να βλάψει, καίρια, την υπολογισμένη, μέχρι το τέλος του 2023, ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και φυσικά την συναθροιστική ζήτηση/συνολική ενεργό κατανάλωση, κάτι, που πρόκειται να ρίξει την όποια “ανάπτυξη”, σε πολύ χαμηλά επίπεδα και πιθανόν είναι, κάποια στιγμή, μετεκλογικά, οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας να καταστούν αρνητικοί, να έχουμε, δηλαδή, υπαναπτυξιακή ύφεση, αγνώστου, προς το παρόν μεγέθους.

Αλλά όλα αυτά αφορούν το μετεκλογικό τοπίο, το οποίο είναι άγνωστο πότε θα σταθεροποιηθεί και θα σχηματισθεί μια, κάπως, σταθερή συμμαχική κυβέρνηση, αν και δεν είναι καθόλου απίθανο η επόμενη κοινοβουλευτική κυβέρνηση να είναι θνησιγενής, οπότε τα πράγματα περιπλέκονται. Στην παρούσα φάση, αυτό που καθίσταται αναγκαίο να εξετάσουμε, είναι η κατάσταση και τα ογκώδη προβλήματα, που αντιμετωπίζει, τώρα, η ελληνική οικονομία, σε επίπεδο ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο είναι ανισοζύγιο, διότι, κακά τα ψέμματα, τον 11/2022, η Τράπεζα της Ελλάδος του Γιάννη Στουρνάρα κατέγραψε ότι η ελληνική οικονομία παρουσίασε το μεγαλύτερο μηνιαίο έλλειμμα, στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, από το 2007, και στο 11μηνο του Ιανουαρίου Δεκεμβρίου 2022 έφθασε στα 17,48 δισεκ. € και αναμένεται τον Δεκέμβριο του 2022, να φθάσει, στα 20 δισεκ. €, κάτι που θα αποτελεί την χειρότερη επίδοση, από το 2002, το έτος, δηλαδή, εισόδου της χώρας, στην ευρωζώνη. 

Έχω τα στοιχεία, που αφορούν, τα επί μέρους μεγέθη του ελλειμματικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (εμπορικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών, τουρισμός κλπ), αλλά δεν υπεισέρχομαι, σε αυτά, διότι είναι πολλά και προφανώς, κουραστικά, ως αριθμητικά μεγέθη, για τους αναγνώστες και επειδή σημασία έχουν τα συνολικά μεγάλα μεγέθη των εξωτερικών δωσοληψιών της ελληνικής οικονομίας, τα ελλείμματα των οποίων πρέπει, με κάποιον τρόπο, που δεν είναι άλλος, από την σκληρή λιτότητα και την ουσιαστική αναπτυξιακή στασιμότητα, αλλά και με την υπανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, που θα ακολουθηθεί, από τους όποιους κυβερνώντες του μετεκλογικού μέλλοντος πρόκειται να προκύψουν, στην πορεία, είτε αυτοί είναι δεξιοί, κεντρώοι, ή αριστεροί.

Και ενώ, το ελληνικό δημόσιο χρέος, το 2022, έφθασε τα 400,280 δισεκ. € και τώρα, ξεπερνάει τα 425 δισεκ €, η ΕΚΤ  μείωσε, κατά 1,847 δισεκ. € την έκθεσή της, στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, κατά το δίμηνο Δεκεμβρίου 2022 – Ιανουαρίου 2023, στα 37,76 δισεκ. €, η οποία μείωση είναι η μεγαλύτερη στην ευρωζώνη, όπως προκύπτει, από τα στοιχεία, όσον αφορά τις επανεπενδύσεις του έκτακτου προγράμματος PEPP, που δημοσιεύονται, κάθε δίμηνο. Η ΕΚΤ, άλλωστε, προέβη, σε μείωση θέσεων, λόγω των ομολόγων, που έληγαν και στα ισπανικά ομόλογα, κατά 1,382 δισεκ. €, στα ολλανδικά ομόλογα, κατά 1,171 δισεκ. €, στα πορτογαλικά ομόλογα, κατά 0,516 δισεκ. €, όπως και στα βελγικά ομόλογα  κατά 0,380 δισεκ. €, πράγμα, που σημαίνει ότι η ΕΚΤ δεν στήριξε, τα ομόλογα και δεν προέβη, στις απαραίτητες επανεπενδύσεις, σε όλη την ευρωζωνική περιφέρεια, εξαιρουμένης, κυρίως, της Ιταλίας και ενώ αύξησε τις θέσεις της, σε όλα τα ομόλογα των άλλων κρατών της ευρωζώνης.



Αλλά, εκτός από το ισοζύγιο το ελλειμματικό ισοζύγιο συναλλαγών τρεχουσών συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας, υπάρχει και η ακατάσχετη αιμορραγία του ελληνικού δημοσίου χρέους το οποίο διογκώνεται, όπως έχω γράψει, σε αυτό εδώ το μπλογκ, πάρα πολλές φορές και όπως προκύπτει και από τον παραπάνω πίνακα, που έχω, πολλές φορές, παρουσιάσει, στο παρελθόν, αλλά και από την, παραπέρα, εξέλιξη του ελληνικού δημοσίου χρέους, από το 2009, μέχρι το 2022, όπως προκύπτει από τα παρακάτω στοιχεία, τα οποία έχω αντλήσει, από την εφημερίδα Ναυτεμπορική της 4ης Φεβρουαρίου 2023. 

Αξίζει να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη των μεγεθών, προκειμένου να έχουμε μια σαφή εικόνα, για την διόγκωση του ελληνικού δημοσίου χρέους, η οποία - παρά το αποτυχημένο, τελικά, PSI του 2012 - παραμένει να είναι μη αναστρέψιμη και φυσικά, είναι αδύνατο αυτό το χρέος να σταθεί δυνατό να εξυπηρετηθεί, από την ελληνική οικονομία. 

Ο πίνακας αυτός της πορείας του ελληνικού δημόσιου χρέους έχει ως εξής, από το 2009, έως το 2022 :

Έτος     ΑΕΠ         Δ. ΧΡΕΟΣ  (σε ευρώ).

2009     231,583     301,006 

2010      224,521     330,325 

2011       201,377     355,977 

2012       188,900     304,714 

2013       183,641      319,178 

2014       180,740       317,094 

2015       176,888        312,801 

2016        175,510        314,163 

2017        176,400         317,485 

2018        179,855         334,573 

2019        182,941         356,235 

2020        166,842         374,006 

2021        179,353          388,340 

2022         197,000*        400,280

(Ο υπολογισμός του ΑΕΠ όλα αυτά τα χρόνια, γίνεται, σε τρέχουσες τιμές. Ως προς το έτος 2022, το αναφερόμενο ΑΕΠ, αποτελεί πρόβλεψη δική μου, που, φυσικά, περιλαμβάνει και την διόγκωσή του, κατά 9,9%, λόγω του υπολογιζόμενου πληθωρισμού και όχι τελικό μέγεθος - αν και πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί, ως προς αυτόν τον υποθετικό υπολογισμό και να περιμένουμε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία μπορεί να τον μειώσουν). 

Όσον αφορά το δημόσιο χρέος της χώρας, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι, επί πλέον, 29,63 δισεκ. € αφορούν κρατικές εγγυήσεις, εκ των οποίων 17,91 δισεκ. € είναι εγγυήσεις, στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο παραπαίει, παρά τα όσα λέγονται και γράφονται, για, καθαρά, προπαγανδιστικούς λόγους. Με λίγα λόγια, η ουσία είναι ότι το δημόσιο χρέος της χώρας μας, πριν οδηγηθεί στα Μνημόνια, ήταν 301 δισεκ. € και σήμερα έχει ξεπεράσει τα 425, ή και τα 430 δισεκ. €, ενώ το ΑΕΠ, το 2009, ήταν 231 δισεκ. €, σήμερα, είναι, κάτω από 200 δισεκ. €. Αυτό σημαίνει ότι, για να φθάσει, στα επίπεδα του 2009, μαζί με την στρεβλωτική διόγκωση, που υφίσταται, από τον πληθωρισμό και που καθιστούν ονομαστική και όχι πραγματική, την σύγκριση, το ελληνικό ΑΕΠ πρέπει να αυξηθεί αθροιστικά, έστω και πληθωριστικά, κατά 15%, κατά την διετία 2022 - 2024, κάτι το οποίο είναι, εξαιρετικά, απίθανο. 

Αλλά τα πράγματα γίνονται δυσχερέστατα, εάν λάβουμε υπόψη μας και την αποκαρδιωτική εικόνα του ελληνικού ιδιωτικού χρέους, όπου, όπως φαίνεται, από τα στοιχεία της Ναυτεμπορικής, της 6ης Φεβρουαρίου 2023, το ιδιωτικό χρέος της χώρας έχει φτάσει, στα επίπεδα των 256 δισεκ. €, εκ των οποίων τα 115 δισεκ. €, στις τράπεζες, με 72 δισεκ. €, εξ αυτών, να είναι επιχειρηματικά δάνεια, ενώ υπάρχουν και 113 δισεκ. € ληξιπρόθεσμα δάνεια, στην εφορία και 28 δισεκ. €, στον e-ΕΦΚΑ.

Έχοντας όλα αυτά υπόψη μας, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε και να μην παραδεχτούμε το απλό γεγονός ότι η τεράστια δυσχρηματοδότηση και για να είμαι ακριβής, η υποχρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, εντός της ζώνης του ευρώ, πρόκειται να συνεχιστεί, για τον απλούστατο λόγο ότι άλλες είναι οι προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Φραγκφούρτη και άλλες είναι οι προτεραιότητες και οι αναγκαιότητες, που έχει η ελληνική οικονομία, η οποία, είτε είναι αρεστό, είτε όχι, για να μπορέσει να συνεχίσει και να επανέλθει, σε μια γοργή αναπτυξιακή πορεία, χωρίς διακοπές και χωρίς την μακροχρόνια καχεξία και μιζέρια, όπου έχει περιπέσει, όλα αυτά τα χρόνια, μετά την ελληνική κρατική χρεοκοπία του Απριλίου του 2010, είναι απαραίτητο να αποκτήσει την νομισματική της κυριαρχία και να αντικαταστήσει το ευρώ, με μια νέα εθνική νομισματική μονάδα, στην οποία, ύστερα από προφανείς διαπραγματεύσεις, με τους δανειστές της χώρας και κυρίως, τους ευρωθεσμικούς δανειστές, θα πρέπει να μετατρέψει, σε αυτήν την νέα εθνική νομισματική μονάδα, το αβάστακτο ελληνικό δημόσιο χρέος, από ευρώ, που είναι σήμερα, ούτως ώστε να σταθεί δυνατό το ελληνικό Δημόσιο να αντεπεξέλθει, στις δανειακές υποχρεώσεις της χώρας.

Δυστυχώς, κάτι τέτοιο, μετεκλογικά και φοβάμαι σε ένα μεγάλο βάθος χρόνου, δεν πρόκειται να συμβεί. Δεν υπάρχει κάποια σοβαρή πολιτική δύναμη, ούτε κάποια ισχυρή κοινωνική δυναμική, μετά το ηχηρότατο και παταγώδες χαστούκι, που δέχτηκε η ελληνική κοινωνία, ύστερα από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015, που να μπορεί να στηρίξει ένα πρόγραμμα εξόδου της χώρας, από την ευρωζώνη και δυστυχώς, δεν υπάρχουν, στην εντόπια ελίτ, σοβαροί θύλακες, που να έχουν την διάθεση να ασχοληθούν, με αυτό το επιβιωτικό ζήτημα της ελληνικής κοινωνίας, κάτι που καθιστά την κατάσταση, στην χώρα, επιδεινούμενη και ζοφερή, για μακρύτατο και απρόβλεπτο χρονικό ορίζοντα, στο μέλλον, εάν, μάλιστα, παρατηρήσουμε τις συνεχιζόμενες τάσεις αποεπένδυσης, στην ελληνική οικονομία και δούμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ελληνικών εισαγωγών και του εμπορικού ελλείμματος, όπως και αυτό του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών της οικονομίας της χώρας μας, δεν οφείλονται, σε παραγωγικές επενδύσεις, που θα συνεισφέρουν, στην αύξηση της ελληνικής παραγωγής και του ΑΕΠ, στο μέλλον, αλλά από, κατά βάση, πολυτελή καταναλωτικά αγαθά, που επιβαρύνουν την οικονομική και την παραγωγική ανισορροπία, στην ελληνική οικονομία, ιδίως, εάν προσθέσουμε και το μαζικό φαινόμενο της αποεπένδυσης, στην ελληνική χρηματική οικονομία, αφού τα παραγόμενα, στην Ελλάδα, κεφαλαία, είτε μένουν, στις τραπεζικές θυρίδες, είτε, ακόμη χειρότερο, μεταναστεύουν, στους φορολογικούς παραδείσους του εξωτερικού. 

Αυτό το ποσόν των ανενεργών και διαφυγόντων, από την ελληνικη οικονομία κεφαλαίων, υπολογιζόταν, κάπου ανάμεσα, στα 800 δισεκ. €, με 1 τρισεκ. €. Τώρα, μάλιστα, μπορεί να έχει ξεπεράσει και αυτά τα μεγέθη, γεγονός, το οποίο καθιστά την παρούσα κατάσταση, κυριολεκτικά, καταστροφική, για την ελληνική οικονομία και κοινωνία και φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε, αυτό, που έχω γράψει πολλές φορές, σε αυτό εδώ το μπλογκ. Ότι, δηλαδή, η εντόπια ολιγαρχία, αλλά και μεγάλα τμήματα της μεσαίας (και όχι, μόνο) αστικής τάξης, στην χώρα, υποστήριξε την ένταξη της Ελλάδας, στην ΕΟΚ, την δεκαετία του 1970, μετά την μεταπολίτευση, το 1974, με ηγέτη τον μοιραίο παλαιό Κωνσταντίνο Καραμανλή και αργότερα, την μοιραία ένταξη της Ελλάδας, στην ευρωζώνη, στην εποχή του, επίσης, μοιραίου Κώστα Σημίτη, προκειμένου να μπορούν να βγάζουν τα χρήματα, που κερδίζουν, από την όποια επιχειρηματική τους δραστηριότητα, στην Ελλάδα, σε ασφαλείς προορισμούς, στο εξωτερικό, μετά την κατάργηση κάθε ελέγχου, στην κίνηση των κεφαλαίων και την ελεύθερη διακίνησή τους, στο εξωτερικό. 

Όλο αυτό το δυστοπικό πλέγμα είναι, που οδήγησε και θα εξακολουθήσει να οδηγεί την χώρα και την κοινωνία μας, στην υπαναπτυξιακή στασιμότητα και πορεία, όσο η Ελλάδα χρησιμοποιεί, ως επίσημη νομισματική της μονάδα, το ευρώ, το οποίο επειδή δεν το εκδίδει το ελληνικό κράτος (το οποίο, τοιουτοτρόπως, χάνει την βασικότερη όλων λειτουργία του, ως κράτος), λειτουργεί, ως ένα ξένο νόμισμα, το οποίο, για να κερδηθεί, από το ελληνικό δημόσιο και την ελληνική οικονομία, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί η φορολογία, οι χαμηλοί μισθοί, ο δανεισμός και οι εξαγωγές, αρκεί αυτές να είναι μικρότερες των εισαγωγών, ούτως ώστε η ελληνική οικονομία να καταστεί μια πλεονασματική οικονομία· κάτι, που, βέβαια, δεν έχει επιτευχθεί και ουδέποτε θα επιτευχθεί.

Δυστυχώς, αυτός ο ακανθώδης συνδυασμός, ο οποίος δεν προβλέπει και αντιθέτως, απαγορεύει την έκδοση και την ύπαρξη ενός εσωτερικού τοπικού χρήματος, ήταν, είναι και θα εξακολουθήσει να είναι ολέθριος, για την ελληνικη οικονομία, όσο η ελληνική οικονομία χρησιμοποιεί το ευρώ, για να πραγματοποιεί τις συναλλαγές της.

Ως εκ τούτου, λοιπόν, let us get out of euro. Αλλά, δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται, στον ορίζοντα και φυσικά, ως εκ τούτου, η πορεία της ελληνικής οικονομίας, προς την οπισθοδρομική καχεξία και την συνακόλουθη μιζέρια, πρόκειται να συνεχιστεί.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Παρουσιάζοντας, τμηματικά, το περιεχόμενο του σχεδιάσματος της μήνυσης, για τις παρανομίες, σχετικά, με την “ληστεία” των, υπερβαλλόντως, των ασφαλιστικών κατηγοριών ποσών, που κατέβαλαν οι “νέοι ασφαλισμένοι” και οι ασφαλισμένοι των λεγόμενων “νέων περιοχών” βενζινοπώλες και τις παράνομες επικουρικές συντάξεις των πρατηριούχων υγρών καυσίμων του e-ΕΦΚΑ, λόγω μη συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (1).

Άρθρο 16 Συντάγματος : Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια απαγορεύονται, χωρίς περιστροφές και “δια ροπάλου”, ενώ το άρθρο 28 του Συντάγματος, είναι άσχετο, με το θέμα. Μνήμες δικτατορίας του 1973, αστυνομοκρατία και συνταγματική εκτροπή και ανωμαλία φέρνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που κάνει τεράστια μαλακία, καταργώντας, κάθε, έστω και τυπική, έννοια της εθνικής κυριαρχίας, γι’ αυτό και τα δικαστήρια - παρά τις μπουρδολογίες του Βαγγέλη Βενιζέλου - οφείλουν να κρίνουν τις διατάξεις αυτού του νομοσχεδίου, όταν ψηφιστεί, ως αντισυνταγματικές.

2/2024 Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο : Κατεξευτελιστικό ψήφισμα καταδίκης του αυταρχικού καθεστώτος φυλαρχίας κράτους της υποσαχάριας Αφρικής του - κατά τους αφελείς χριστιανούς, εκφραστή των “Γωγ και Μαγώγ” - και κατά τον ορθό λόγο, δυνάμενου να αποκληθεί και ως «disordered» Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει αποθρασυνθεί και “έγινε ρόμπα”, για την ανυπαρξία κράτους δικαίου, την αστυνομοκρατία, την ανελευθερία των ΜΜΕ, την κατασκοπεία με το σύστημα “Predator”, τον έλεγχο της ΕΥΠ, από τον ίδιο και την ανισορροπία της κατανομής των εξουσιών, με τον κυβερνητικό έλεγχο, στο δικαστικό σύστημα. (Καιρός ήταν. Άργησε. Πολύ άργησε)…