9/6/2019 Ελληνική AOZ, σε Αιγαίο και νοτιοανατολική Μεσόγειο : Ο Κώστας Σημίτης σημαίνει το σάλπισμα της μετεκλογικής υποχώρησης της νέας ελληνικής κυβέρνησης και του παραδοσιακού αστικού κόσμου, στις αξιώσεις του τουρκικού κράτους. (Γιατί ο υποθαλάσσιος πλούτος της χώρας πρέπει να μείνει θαμμένος).
8/7/1997 : Ο Κώστας Σημίτης σφίγγει το χέρι του Suleyman Demirel, μετά το κοινό ανακοινωθέν της ελληνικής και της ελληνικής πλευράς, που ονομάστηκε, ψευδεπιγράφως, ως "Συμφωνία της Μαδρίτης", με την οποία, μετά την ελληνική ήττα, στα Ίμια, η Ελλάδα αναγνώρισε ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας, στο Αιγαίο (ενώ, σχεδόν δύο χρόνια μετά, ο, τότε, πρωθυπουργός παρέδωσε, στην τουρκική MIT, τον Abdullah Ocalan). Βέβαια, ο, κατά συρροήν, δολοφόνος κτυπάει, πάντα, πολλές φορές. Γι' αυτό ο γνωστός και ως Pocopico, έρχεται, τώρα, να ολοκληρώσει τα όσα, προηγουμένως, έπραξε και να προπαγανδίσει την αποδοχή της υλοποίησης των τουρκικών ζωτικών συμφερόντων, επεκτείνοντάς τα, στην νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Καθώς η χώρα βαδίζει, προς τις βουλευτικές εκλογές του επόμενου μήνα και με δεδομένο το γεγονός την προφανή συγκρότηση μιας νέας συντηρητικής κυβέρνησης, η εντόπια αστική ελίτ, παραδειγματισμένη και από το γνωστό μειοδοτικό έργο της απερχόμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, στο μακεδονικό ζήτημα, έχει αποφασίσει να θέσει σε πλήρη κίνηση, την συνέχεια των παραχωρήσεων των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας και στο καυτό, λόγω των επικείμενων εξορύξεων, στις πηγές ενέργειας, πρόβλημα του Αιγαίου και της νοτιοανατολικής Μεσογείου, τις οποίες εξορύξεις σκοπεύει να πραγματοποιήσει το τουρκικό κράτος, αρνούμενο να συμμορφωθεί, σε κάθε έννοια του κρατούντος διεθνούς δικαίου.
Στα πλαίσια αυτά, η εντόπια ελίτ τρομοκρατημένη, από την επιχειρούμενη επίδειξη ισχύος, αλλά και από την αποφασιστικότητα της τουρκικής ηγεσίας να προχωρήσει, στις απαραίτητες ενέργειες, με τις οποίες επιδιώκει να επιβάλει, στην πράξη, τα εκτιμώμενα, από την ίδια, συμφέροντά της, στην περιοχή, ξεκίνησε την προσπάθειά της να επικοινωνήσει (και προκειμένου να είμαστε σαφείς, ως προς την ταυτοσημία των όρων : να προπαγανδίσει), στον πληθυσμό της χώρας, την ουσιαστική παραχώρηση όλων - ή, έστω, σχεδόν όλων - των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, μέσω μιας, παντί τρόπω και όπως-όπως, συμφωνίας, με την τουρκική κυβέρνηση, προκειμένου να αποφύγει την πολεμική αναμέτρηση, την οποία θεωρεί βεβαία.
Με δεδομένο το γεγονός ότι η τουρκική πλευρά θα ρίξει τρυπάνι, στην κυπριακή ΑΟΖ, κάπου μέσα στο φθινόπωρο, ενώ είναι, σφοδρότατα πιθανό (περίπου, βέβαιο) ότι θα πράξει το ίδιο και στην περιοχή του Καστελλόριζου, τον καιρό, κατά τον οποίο θα έχουν εγκατασταθεί, στην μικρασιατική ενδοχώρα τα ρωσικά αντιπυραυλικά και αντιαεροπορικά συστήματα S-400 και η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα βρίσκεται - κατά πάσα πιθανότητα αυτοδύναμη -, στην εξουσία, η εντόπια ελίτ δίνει το βήμα, στον Κώστα Σημίτη, παλαιό τρόφιμο της αποκαλούμενης, ως "Συμφωνίας της Μαδρίτης" της 8/7/1997 (με την οποία αναγνωρίστηκε, από ελληνικής πλευράς, η ύπαρξη ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας, στο Αιγαίο και η οποία, όμως, στην πραγματικότητα, ήταν ένα απλό κοινό ανακοινωθέν των κυβερνήσεων Κώστα Σημίτη και Suleyman Demirel), να μιλήσει, ως "σοφός" και ως έμπειρος, επί του θέματος.
Το άρθρο του Κώστα Σημίτη, στην "Καθημερινή" της 9/6/2019, φυσικά, μόνο τυχαίο δεν είναι. Δημοσιεύεται, τώρα που απέρχεται η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου ο πρώην πρωθυπουργός να σαλπίσει την πλήρη υποχώρηση, στις τουρκικές αξιώσεις, στο Αιγαίο και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, πριν καν αυτές εκδηλωθούν, στην πράξη.
Αφού ο Αλέξης Τσίπρας δεν πρόλαβε να κάνει την βρώμικη δουλειά, όπως θα επιθυμούσε η εντόπια ελίτ, τώρα είναι η επόμενη κυβέρνηση, που πρέπει να την διεκπεραιώσει.
Ας δούμε το άρθρο αυτό, για να αντιληφθούμε, περί τίνος πρόκειται :
"Η νέα κυβέρνηση, που θα αναδειχθεί από τις εκλογές του Ιουλίου, θα πρέπει να αντιμετωπίσει ένα σημαντικό θέμα της εξωτερικής πολιτικής μας, τις σχέσεις με την Τουρκία. Τα προβλήματα είναι γνωστά, αλλά οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα είναι διαφορετικές από εκείνες που επικρατούσαν επί δεκαετίες μέχρι πρόσφατα. Η αποφασιστική διαφορά προέκυψε από την ανεύρεση κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) και την πιθανολόγηση ότι υπάρχουν κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου σε περιοχές της ελληνικής και κυπριακής υφαλοκρηπίδας. (Η ΑΟΖ κάθε χώρας συμπίπτει με την υφαλοκρηπίδα που ανήκει στη χώρα.) Ο υπουργός Αμυνας της Τουρκίας δήλωσε πριν από λίγες ημέρες: «Δεν μπορείτε να αγνοείτε τα δικαιώματα και το δίκιο της Τουρκίας και της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου [...] Διαμηνύουμε στους συνομιλητές μας ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δεν θα επιτρέψουμε τετελεσμένα». Η φράση «δεν θα επιτρέψουμε τετελεσμένα» έχει χρησιμοποιηθεί και από τον Ερντογάν.
Είναι πεποίθησή μου ότι το πρόβλημα των Ιμίων το 1996 δεν προέκυψε τυχαία. Η τουρκική ηγεσία τότε θέλησε να εκμεταλλευθεί την κρίση που προκάλεσε η ασθένεια του Ανδρέα Παπανδρέου, η παραίτησή του, και η εκλογή νέας ηγεσίας, για την οποία πίστεψε ότι μπορεί να την αιφνιδιάσει. Δεν αποκλείεται να υπάρξουν παρόμοιες σκέψεις στη σημερινή τουρκική ηγεσία. Η έντονη πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα λόγω των εκλογών δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για δράσεις. Η Τουρκία μπορεί να θεωρήσει ότι η περίοδος αυτή προσφέρεται για να επιβάλει τις απόψεις της στα θέματα των ορίων τόσο της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης όσο και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ενα τουρκικό πλοίο με στόχο την έρευνα κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου πλέει ήδη επί της κυπριακής υφαλοκρηπίδας. Μπορεί πιθανότατα η Τουρκία να στείλει πλοίο σε τμήμα της υφαλοκρηπίδας, που η Ελλάδα θεωρεί ελληνική αλλά η Τουρκία τουρκική.
Το γεγονός αυτό, αντί να προκαλέσει την αρνητική στάση και τη διαμαρτυρία των συμμάχων της Ελλάδας, πιθανόν να τους οδηγήσει σε μια επιφυλακτική στάση. Να θεωρήσουν ότι έχουν την ευκαιρία να τελειώνουν με τις ελληνοτουρκικές διαφορές και έτσι να ισχυροποιήσουν την παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι ενδεικτική η τοποθέτηση του πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα, που σε ερωτήσεις σχετικά με «τις προκλήσεις της Τουρκίας» στην κυπριακή ΑΟΖ, «σημείωσε την ανάγκη σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο» και «μίλησε για συμφωνίες εξίσου επωφελείς για τα εμπλεκόμενα μέρη», μία απάντηση που υποδηλώνει πρωτοβουλίες που ίσως δεν θα είναι συμφέρουσες για τη χώρα μας.
Πολλοί πιθανώς θα θεωρήσουν ότι μια τέτοια στάση των «συμμάχων» δεν είναι επιτρεπτή. Θα εκφράσουν την πεποίθησή τους ότι όλοι «όπως συνήθως» στρέφονται κατά της Ελλάδας. Αγνοούν όμως, όπως η πλειοψηφία των Ελλήνων, ότι ακολουθήσαμε και ακολουθούμε μέχρι τώρα συνειδητά μια πολιτική στην οποία κυριαρχεί η επίκληση των δικαιωμάτων μας, αλλά αποφεύγουμε να τα κατοχυρώσουμε για να μην προκαλέσουμε αμφισβητήσεις. Αναγνωρίζουμε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά εν γνώσει μας δεν επιδιώξαμε την εφαρμογή τους γιατί θεωρούμε πιθανό να προκύψουν αρνητικές επιπτώσεις για τη χώρα. Υπογράψαμε και κυρώσαμε τη διεθνή σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982, η οποία προβλέπει ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη μιας χώρας έχει εύρος 12 μίλια. Παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε αυξήσει τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια.
Εχουμε επίσης τώρα διαφορετικό εύρος χωρικών υδάτων (6 μίλια) και εναερίου χώρου (10 μίλια). Η αιτία είναι η εξής: Η δυνατή επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια θα καταστήσει σημαντικά τμήματα του Αιγαίου και νομικά ελληνική θάλασσα. Η ναυσιπλοΐα θα παραμείνει ελεύθερη αλλά ξένα πλοία, π.χ. τουρκικά ή άλλα που ανήκουν στις χώρες του Ευξείνου Πόντου (Ρωσία, Ρουμανία κ.λπ.), θα οφείλουν πλέον να υπακούουν στις οδηγίες των ελληνικών αρχών. Κατά της επέκτασης θα διαμαρτυρηθούν όχι μόνο η Τουρκία αλλά και η Ρωσία και οι άλλες χώρες του Ευξείνου Πόντου. Μια δυνατή λύση είναι να υπάρξει μια ζώνη ελεύθερης ναυσιπλοΐας που να διασχίζει το Αιγαίο Πέλαγος. Θεωρείται όμως προς το παρόν μη δυνατή γιατί οι απόψεις Ελλάδας και Τουρκίας ως προς την αιγιαλίτιδα ζώνη τους διαφέρουν πολύ.
Ενα άλλο παράδειγμα εκκρεμότητας, λόγω των υφισταμένων με την Τουρκία διαφορών, είναι η μη κατάθεση των συντεταγμένων (του γεωγραφικού μήκους και πλάτους) για τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, όπως έχουμε υποχρέωση σύμφωνα με τη σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας. Υποστηρίζουμε δημόσια την άποψη ότι η ελληνική υφαλοκρηπίδα εκτείνεται μέχρι την υφαλοκρηπίδα της Κύπρου. Η Τουρκία διεκδικεί όμως ένα τμήμα του χώρου αυτού και έχει ενημερώσει τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών για τις απόψεις της. Η ελληνική και η τουρκική άποψη για τα όρια των υφαλοκρηπίδων δεν συμβιβάζονται και συγκρούονται.
Ο ορισμός συντεταγμένων εξισούται με μονομερή οριοθέτηση, πράγμα το οποίο αποκλείεται από τη σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας. Η σύμβαση υποδεικνύει, στην περίπτωση στενότητας θαλασσών, τη διμερή συμφωνία ως τη λύση για την οριοθέτηση. Είμαστε, κατά συνέπεια, υποχρεωμένοι, προτού προχωρήσουμε σε οριοθέτηση, να επιδιώξουμε λύση με συμφωνία ή με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο. Κατάθεση συντεταγμένων, με τις οποίες διαφωνεί η Τουρκία, θα είχε ως άμεση συνέπεια κατάθεση συντεταγμένων εκ μέρους της, που θα ήταν ασυμβίβαστες με τις ελληνικές. Τα Ηνωμένα Εθνη θα θεωρούσαν αναγκαία την επίλυση της διαφοράς από το Διεθνές Δικαστήριο. Για το τι θα αποφασίσει το Δικαστήριο επικρατεί αβεβαιότητα. Μπορεί να επιδιώξει μια συμβιβαστική λύση που δεν θα ικανοποιούσε καμία από τις δύο πλευρές.
Κατά την ελληνική άποψη όλα τα νησιά μας έχουν υφαλοκρηπίδα και αυτή ανήκει στην ελληνική ΑΟΖ. Η Κρήτη π.χ. όπως και τα Δωδεκάνησα έχουν υφαλοκρηπίδα που πρέπει να θεωρείται και θεωρείται ελληνική. Η Τουρκία αμφισβητεί ότι τα ελληνικά νησιά, όπως τα Δωδεκάνησα ή η Κρήτη, έχουν ελληνική υφαλοκρηπίδα. Η Τουρκία επικαλείται την άποψη ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Παρερμηνεύει τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
Το Διεθνές Δικαστήριο έχει αποφανθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι ένα μικρό νησί δεν έχει δική του υφαλοκρηπίδα εφόσον βρίσκεται κοντά σε έναν «κύριο όγκο ξηράς». Η υφαλοκρηπίδα ανήκει σε αυτήν την περίπτωση στο κράτος που έχει τον κύριο όγκο ξηράς. Η Ελλάδα προβάλλει όμως το επιχείρημα ότι στην περιοχή υπάρχουν πολλά νησιά και νησίδες που όλα μαζί αποτελούν μια ενότητα, τα Δωδεκάνησα, και ορίζουν έτσι την ελληνική κυριότητα της υφαλοκρηπίδας στην περιοχή. Οσον αφορά την Κρήτη, θεωρεί αυτονόητο ότι το μέγεθός της αποδεικνύει τόσο ότι είναι προέκταση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όσο και ότι επεκτείνει την ελληνική υφαλοκρηπίδα προς το Λιβυκό Πέλαγος. Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι κατά την Τουρκία η υφαλοκρηπίδα νότια της Κρήτης και δυτικά της Κύπρου της ανήκει, μια που πρόκειται για νησιά και επομένως δεν μπορεί να έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα!!
Για τη λύση των θεμάτων που αφορούν τα θέματα των θαλασσίων συνόρων έχουν πραγματοποιηθεί διαπραγματεύσεις με την Τουρκία στο πλαίσιο μιας συνεννόησης εμπειρογνωμόνων τα έτη 2002 μέχρι το 2016. Οι διαπραγματεύσεις υπήρξαν συστηματικές σε ορισμένες στιγμές κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ιδίως τα χρόνια 2002-2004 και 2010-2012. Στον υπόλοιπο χρόνο σχεδόν μόνο τυπικές. Δεν απέδωσαν. Η Ελλάδα και η Τουρκία απείχαν επίσης μέχρι τώρα από έρευνες/εξορύξεις στο Αιγαίο σε περιοχές αμφισβητούμενης κυριότητας για να μην προκληθεί επεισόδιο. Αλλά τώρα είναι μεγάλες οι πιθανότητες να αλλάξει η Τουρκία στάση.
Η κυβέρνησή μου, στο διάστημα 1996-2004, για να αποφευχθεί μία διαμάχη με την Τουρκία, για τα σύνορά μας, είχε επιτύχει το 1999 να συμπεριληφθεί στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Ελσίνκι ρήτρα που υποχρέωνε κάθε υποψήφιο κράτος, όπως ήταν η Τουρκία, «να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς. Αλλιώς θα πρέπει να φέρει τη διαφορά ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου»
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του 2004 παραιτήθηκε του δικαιώματος αυτού ένστασης για την ένταξη της Τουρκίας, που είχε αποφασισθεί στο Ελσίνκι και είχε καθιερωθεί και από τη στάση της Ελλάδας στα Συμβούλια της Ενωσης. Αποδέχθηκε την έναρξη των συζητήσεων για την ένταξη της Τουρκίας παρά την αμφισβήτηση των ελληνικών συνόρων από την Τουρκία. Θεώρησε, ίσως, ότι η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, εάν προσέφευγε η Τουρκία σε αυτό, να μην αποδεχόταν το σύνολο της ελληνικής άποψης για τα σύνορα της υφαλοκρηπίδας της χώρας. Αγνόησε όμως τελείως τους κινδύνους στους οποίους θα οδηγούσε και οδήγησε η στάση της. Η πρωτοβουλία αυτή της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας έδωσε τη δυνατότητα στην Τουρκία να επαναφέρει το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας όποτε το κρίνει σκόπιμο. Γι’ αυτό και είναι δυνατή η σημερινή αμφισβήτηση των συνόρων από την Τουρκία, η ένταση στις σχέσεις των δύο χωρών και πάντα ο κίνδυνος μιας πρόκλησης.
Θα πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε ότι η Τουρκία έχει παραχωρήσει για έρευνες οικόπεδα που ανήκουν στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα (ΑΟΖ) με τον ισχυρισμό ότι ανήκουν στην Τουρκία. Αντιτίθεται επίσης στη συμφωνία συνεργασίας Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων που θα ανευρεθούν. Η Τουρκία τη θεωρεί εχθρική πράξη. Δεν αποκλείεται επίσης οι υπάρχουσες εκκρεμότητες, οι οικονομικές δυσκολίες και η αμφισβήτηση του πρωθυπουργού Ερντογάν, που διεφάνη στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές, να οδηγήσουν τον Ερντογάν σε επιθετικές ενέργειες με τον ισχυρισμό ότι η Κύπρος δεν έχει δική της υφαλοκρηπίδα.
Η Τουρκία επιδιώκει επίσης τη λύση του Κυπριακού με τη δημιουργία δύο κρατών, ενός τουρκικού και ενός ελληνικού, και όχι όπως έχει συμφωνηθεί με τη δημιουργία ενός ομόσπονδου κράτους με μέλη δύο κοινότητες, μία ελληνική και μία τουρκική. Η δημιουργία ενός τουρκικού κράτους στην Κύπρο θα διευκολύνει τις διεκδικήσεις της Τουρκίας σχετικά με την κυπριακή υφαλοκρηπίδα. Θα ενέχει επίσης τον κίνδυνο η Τουρκία να εμπλέξει το ελληνοκυπριακό κράτος στις συνοριακές διαφορές της με την Ελλάδα για να ασκήσει έτσι πιο αποτελεσματική πίεση.:
Πιστεύω ότι η τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων μετά τις εκλογές είναι αναγκαία. Ο κίνδυνος επεισοδίων με αρνητικές επιπτώσεις θα είναι υπαρκτός, εάν δεν προσπαθήσουμε να βρούμε λύσεις, όχι πάντα ευχάριστες ίσως, αλλά που κατοχυρώνουν την ειρήνη στην περιοχή. Σε μια τέτοια προσπάθεια η Ελλάδα θα έχει, πιστεύω, την συμπαράσταση τόσο της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και των ΗΠΑ."
Η ουσία της όλης υπόθεσης είναι μία. Και αυτήν την ουσία είναι, που μεταφέρει και μεταδίδει το, υποχωρητικού περιεχομένου, άρθρο του Pocopico, το οποίο, ουσιαστικά, οδηγεί τους αναγνώστες του, στο συμπέρασμα ότι η παράδοση, στις απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς, πρέπει να θεωρείται δεδομένη και ότι το μόνο, που μένει, είναι η τήρηση κάποιων προσχημάτων, τα οποία μπορούν να υπάρξουν, με την βοήθεια των των Η.Π.Α. και της "Ευρωπαϊκής Ένωσης", οι οποίες, όμως, δεν είναι δεδομένες, εάν δεν πράξουμε, αυτό, που απαιτούν τα δικά τους συμφέροντα.
Η παραδοσιακή πολιτικοοικονομική αστική ελίτ του τόπου μας, η οποία έλπιζε ότι ο Αλέξης Τσίπρας, πριν απομακρυνθεί από την κυβερνητική εξουσία, θα επέλυε, με έναν κάποιο τρόπο και τα προβλήματα των ελληνοτουρκικών διαφορών (ή, έστω, ένα μέρος τους), μετά το κάζο, που έπαθε ο ΣΥΡΙΖΑ, στις ευρωεκλογές και την εσπευσμένη προσφυγή του πρωθυπουργού, σε βουλευτικές εκλογές, τον Ιούλιο, προκειμένου να συμμαζέψει, εκλογικά, ό,τι είναι δυνατόν να συμμαζευτεί και όχι, όπως σχεδίαζε, τον Οκτώβριο, γνωρίζει, πολύ καλά, ότι, όσον αφορά το Αιγαίο και την νοτιοανατολική Μεσόγειο, έχει μπροστά της, έναν πολιτικοστρατιωτικό Αρμαγεδδώνα, τον οποίο δεν θέλει να αντιμετωπίσει, επειδή - υποτίθεται ότι - δεν μπορεί.
Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα δεν βρίσκεται, τόσο, στο ότι η εντόπια ελίτ δεν μπορεί να υπερασπίσει τα νόμιμα συμφέροντα της χώρας και του πληθυσμού της, έναντι της επιθετικότητας, που επιδεικνύει το τουρκικό κράτος, υπερασπιζόμενο τα δικά του συμφέροντα.
Το πρόβλημα βρίσκεται, στο ότι η εντόπια ελίτ δεν θέλει. Και δεν θέλει, διότι επιθυμεί να αποφύγει τις περιπέτειες. Γι' αυτό, ας πάει και το παλιάμπελο...
Όλη η προϊστορία των ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων, από την εποχή της δικτατορίας του 1967, με την "Συμφωνία της Κεσσάνης", ανάμεσα, στον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Κόλλια, που ήταν μαριονέτα των συνταγματαρχών και στον, τότε, πρωθυπουργό της Τουρκίας Suleyman Demirel, υπό την άμεση καθοδήγηση του Αμερικανού μεσολαβητή Cyrus Vance, μέχρι την τουρκική εισβολή, στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974 και έως τις ημέρες μας, είναι μια προϊστορία ελληνικών υποχωρήσεων - όταν δεν ήταν μέρος του αμερικανικού σχεδιασμού, για την, de facto, διχοτόμηση της Κύπρου, που διαπράχθηκε, από τους νατοϊκούς πράκτορες, εκατέρωθεν, των ελληνοτουρκικών συνόρων.
Και φυσικά πρέπει να μην ξεχνάμε ότι, όπως γνωρίζουμε από τα έργα και τις ημέρες της Valery Plame, η οποία, κατά την δεκαετία του 1990, υπηρέτησε, στην πρεσβεία των Η.Π.Α., στην Αθήνα, περίπου, όλη η εντόπια πολιτικοοικονομική ελίτ έτρεχε, στο γραφείο της Αμερικανίδας κατασκόπου και τα μέλη της συναγωνίζονταν, για το ποιός θα εξυπηρετήσει πρώτος και καλύτερα, από τους άλλους, τα αμερικανικά συμφέροντα.
[Για του λόγου το αληθές, ας θυμηθούμε, από το βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη : "Ο κόκκινος κάβουρας", τον "Τόνι", έναν Ιταλό, συνταξιούχο πράκτορα της CIA :
«Η Gladio πάντως έχει σε κάθε χώρα διαφορετικό όνομα».
«Ναι, Gladio στην Ιταλία, δηλαδή Sword, Σπαθί, Κόκκινη Προβιά στην Ελλάδα, αλλά Operation Condor στη Λατινική Αμερική, Absalon στη Δανία, SDRA8 στο Βέλγιο, Plan Bleu και Operation Satanique στη Γαλλία, Red Quantary στην Ισπανία, Werwolf των πρώην ναζί και Operation Peters στη Δυτική Γερμανία, I&Q στην Oλλανδία, στη Νορβηγία Operation Saturn που μετεξελίχθηκε σε ROC. Και βέβαια στη γειτονική σας Τουρκία η Gladio είχε μια κακοήθη μετάλλαξη, χειρότερη ίσως και από αυτήν της Ιταλίας, με το Special Warfare Department, το τρίγωνο CIA - MIT - Γκρίζοι Λύκοι».
«Η βόμβα στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη το 1955, που ξεσήκωσε τον όχλο στην Τουρκία σε πογκρόμ κατά των Ελλήνων με σφαγές, λιντσάρισμα και με βιασμούς γυναικών, ήταν δικό τους έργο;»
«Αναμφίβολα. Εκεί είχαμε προβοκάτσιες όπως αυτή, δολοφονίες, τρομοκρατικές ενέργειες, συνεργασία με τον υπόκοσμο με φορολογία στους δρόμους της ηρωΐνης (Heroin Highway) και βέβαια μεγάλης κλίμακας διείσδυση στις οργανώσεις των Κούρδων και των αριστεριστών. Θα σε απογοητεύσω. Μερικοί από τους “ηρωικούς αγωνιστές” της Αριστεράς, Κούρδοι και Τούρκοι, που στηρίζατε στην Ελλάδα ήταν πράκτορες της ΜΙΤ».
«Κάτι πήγε να σκαλίσει, μου φαίνεται, ο Ετσεβίτ όταν ήταν πρωθυπουργός».
«Ναι, το 1974, αλλά ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Σεμέχ Σανκάρ τού υπέδειξε φιλικά να μην ανα- κατεύεται γιατί αυτή η υπόθεση αφορά μόνο τον στρατό και τους Αμερικανούς που βάζουν το χρήμα! Όχι τον πρωθυπουργό! Το 1990, όταν πάλι ο Ετσεβίτ, σαν αντιπολίτευση, επιχείρησε ν’ ανοίξει το θέμα της τουρκικής Gladio, ο υπουργός Άμυνας του είπε το αμίμητο: “Ετσεβίτ, θα κλείσεις το γαμημένο στόμα σου ή θα σου το κλείσουμε εμείς;”. Ο Ετσεβίτ, ο οποίος βέβαια το 1974 έπαιξε το παιχνίδι των Gladiators, Τούρκων και Ελλήνων, που έδρασαν συγχρονισμένα στο χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο και στην τουρκική εισβολή. Το Κυπριακό ήταν εξαρχής εκατό τα εκατό υπόθεση της Gladio των δύο χωρών και των πολιτικών παραφυάδων τους στο νησί».
«Το στρατιωτικό πραξικόπημα του ’81 στην Τουρκία ήταν δικό σας;»
«Παρότι η τουρκική ΜΙΤ είχε πάντα μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας από τη CIA απ’ ό,τι η ελληνική ΚΥΠ, ναι, το πραξικόπημα ήταν εκατό τα εκατό προϊόν συνεργασίας της CIA με την τουρκική Gladio. Άκουσα με τα αυτιά μου σε μια σύσκεψη στελεχών στην Oυάσινγκτον τον Πολ Χενζ, σταθμάρχη μας στην Πόλη και μετά γενικό επιτελικό του διδύμου Κάρτερ - Μπρεζίνσκι, να λέει υπερήφανος: “Το έκαναν our boys”. Όμως εμπνευστής του πραξικοπήματος ήταν ένα πρόσωπο αξιοσέβαστο στην Ελλάδα, που τον τιμούν πολύ συχνά οι ελληνικές εφημερίδες με ολοσέλιδες συνεντεύξεις, ενώ τρέχει – τρέχετε – σύσσωμη η πολιτική ελίτ της Ελλάδας στις διαλέξεις του, ακόμα και όταν τις οργανώνουν, όπως βέβαια αποδείχθηκε εκ των υστέρων, αμφιλεγόμενοι επιχειρηματίες υπό την ομπρέλα ενός Αμερικανού πρεσβευτή που έγινε και πρόεδρος... ελληνικής τράπεζας!»
«Εννοείτε τον Μπρεζίνσκι, προεδρικό σύμβουλο Ασφαλείας του Κάρτερ».
«Μάλιστα, ο Μπρεζίνσκι από το 1979 είχε εισηγηθεί στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας ότι, για χώρες όπως η Βραζιλία και η Τουρκία, η στρατιωτική δικτατορία αποτελεί τη βέλτιστη πολιτική λύση»
(Εκείνη την εποχή, όπως θυμόμαστε, ήταν η εποχή της ανόδου των "εκσυγχρονιστών" και του Κώστα Σημίτη. Αυτή η αλληλοδιαδοχή των γεγονότων εκείνης της εποχής δεν έχει πολύ μεγάλη σημασία, βέβαια, διότι έτσι - και με πολλούς άλλους τρόπους - δρα η πρεσβεία της οδού Βασιλίσσης Σοφίας. Όμως, έχει την αξία της)].
Πριν προχωρήσουμε, στην εξέταση των όσων λέει ο Κώστας Σημίτης και για να καταλάβουμε περί τίνος πρόκειται, χρήσιμο είναι να δούμε, παραστατικά, το επίδικο αντικείμενο. Η ελληνική και η κυπριακή ΑΟΖ, στο παραπάνω γεωγραφικό σχεδίασμα, περιγράφονται, όπως πρέπει να είναι. Η κυπριακή ΑΟΖ έχει ανακηρυχθεί. Η ελληνική όχι. Είναι προφανές ότι πρέπει να γίνουν κάποιες διαρρυθμίσεις, προκειμένου να λυθούν οι διαφορές, που προκύπτουν, ανάμεσα, στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Αλλά στις σχετικές διαπραγματεύσεις, που γίνονται και που πρέπει, ακόμη, να γίνουν, η ελληνική πλευρά δεν πρέπει, σε καμμία περίπτωση, να δεχθεί να βρίσκεται, κάτω από την απειλή του πολέμου, την οποία έχει απευθύνει η τουρκική εθνοσυνέλευση, με το casus belli της 8/7/1995.
Με αυτό δεδομένο, οι διαπραγματεύσεις πρέπει να επισημάνουν τα σημεία, στα οποία οι δύο πλευρές συμφωνούν και εκείνα, στα οποία διαφωνούν και αφού αυτά εντοπισθούν, τότε, θα πρέπει να προχωρήσει ο διάλογος, για τα σημεία των διαφωνιών, τα οποία θα μπορούσε η ελληνική πλευρά να ξεπεράσει, προβαίνοντας, σε συγκεκριμένες παραχωρήσεις, που ενδιαφέρουν την τουρκική πλευρά, στο Αιγαίο και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, με πλήρεις και επαρκείς αντίστοιχες παραχωρήσεις της Άγκυρας, σε άλλα σημεία, που ενδιαφέρουν την ελληνική πλευρά. (Η συζήτηση, για συνεκμετάλλευση δεν είναι κάτι, που, εξ ορισμού, αποκλείεται. Κάθε άλλο. Όμως, σε αυτή την περίπτωση, αυτό που τίθεται, αφορά τα επίπεδα των ποσοστών κάθε πλευράς).
Και φυσικά, εάν δεν σταθεί δυνατόν να βρεθεί άκρη, τότε, η υπόθεση πρέπει, με συμφωνία των δύο μερών, να αχθεί, προς επίλυση των υπαρχουσών διαφωνιών, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Αυτή είναι η λογική σειρά και η τάξη των πραγμάτων, που πρέπει να ακολουθηθεί, προκειμένου να υπάρξει μια διαρκής λύση, στο πρόβλημα. Οι δύο χώρες πρέπει να πάνε, στο Διεθνές Δικαστήριο, εάν δεν μπορέσουν να βρουν λύσεις, οι οποίες, σε μια ομαλή διαδικασία, απαιτεί παροχές και αντιπαροχές, εκ μέρους των μερών. Αρκεί αυτές οι παροχές και οι αντιπαροχές να είναι ισομερείς.
Αυτός μπορεί και πρέπει να είναι ο προγραμματισμός της ελληνικής πλευράς. Και αυτός ο προγραμματισμός πρέπει να υποστηριχθεί, παντοιοτρόπως, με όλα τα μέσα, στα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται και η λήψη της απαραίτητης δράσης, η οποία θα χρειασθεί (εάν χρειασθεί), προκειμένου να αποτρέψει και να καταστείλει τις μονομερείς ενέργειες της άλλης πλευράς.
Ας δούμε, τώρα, την ουσία των διάτρητων επιχειρημάτων του Κώστα Σημίτη. Καλόν είναι να την αναδείξουμε.
Ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρει ότι, ενώ η πολιτική μας (εννοεί με το "μας" την πολιτική της εντόπιας ελίτ - νομίζω ότι αυτό είναι κατανοητό, αλλά δεν βλάπτει να το επισημάνουμε), στηρίζεται, στην διαρκή επισήμανση των δικαιωμάτων μας, αναγνωρίζοντας τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, αλλά δεν ασκούμε αυτά τα δικαιώματα και δεν εφαρμόζουμε τους κανόνες αυτούς, επειδή αυτή η άσκηση των δικαιωμάτων και η εφαρμογή των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, θα οδηγήσουν σε αμφισβητήσεις, από τις οποίες θα μπορούσαν να προκύψουν αρνητικές επιπτώσεις, για την χώρα (!)
Τί εννοεί ο ποιητής;
Εννοεί τις τουρκικές αντιδράσεις και την απειλή του casus belli, που έχει ψηφιστεί, από την τουρκική εθνοσυνέλευση. Αυτό εννοεί.
Βλακείες. Η υλοποίηση αυτής της τουρκικής απειλής ουδέποτε δοκιμάστηκε, για να δούμε το εάν ισχύει. Ο Pocopico, μάλιστα, είναι ο πρώτος υπεύθυνος, για αυτή την εξέλιξη, διότι ήταν εκείνος, ο οποίος, ως πρωθυπουργός, τον Ιανουάριο του 1996, σταμάτησε, τον πολιτικοστρατιωτικό σχεδιασμό του Ανδρέα Παπανδρέου, για δυναμική αντιπαράθεση, με το τουρκικό κράτος, η οποία θα το οδηγούσε, στην ναυτική ήττα, στο Αιγαίο, με την βύθιση του τουρκικού στόλου και σε διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα οδηγούσαν, στην προσφυγή, στο Διεθνές Δικαστήριο, για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, στο Αιγαίο.
Η ελληνική πλευρά, δια του Κώστα Σημίτη και των "εκσυγχρονιστών", μετά την ασθένεια και την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου, από την πρωθυπουργία, προς χάρη της "ευρωπαϊκής πορείας της χώρας" - η οποία, όπως είναι γνωστό και όπως ήταν, άλλωστε, αναμενόμενο, από όλους όσους είχαν σώας τας φρένας, κατέληξε, στην μακροχρονίσασα, παρούσα και εξελισσόμενη καταστροφή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, από το ευρώ και την ζώνη του -, έδωσε τέρμα, σε αυτόν τον σχεδιασμό, με αποτέλεσμα την αποθράσυνση των τουρκικών ελίτ και την σταδιακή αποδυνάμωση της ελληνικής στρατιωτικής δύναμης, η οποία έλαβε μεγάλη έκταση, μετά από την ελληνική κρατική χρεωκοπία και την τεράστια και διαρκή συρρίκνωση των ελληνικών κρατικών προϋπολογισμών όλα αυτά τα χρόνια της βαριάς οικονομικής κρίσης, που εισήγαγαν, στην χώρα μας οι ευρωθεσμοί και το ΔΝΤ.
Με αυτά τα δεδομένα, η ελληνική πλευρά, τώρα πλέον, είναι γεγονός ότι βρίσκεται, σε δυσχερή θέση, έναντι της τουρκικής πλευράς, η οποία είναι σαφές ότι έχει την τεχνολογική δυνατότητα να ρίξει τρυπάνια, στην ελληνική ΑΟΖ, στο Καστελλόριζο (και όχι, μόνον, εκεί), όπως και στην Κύπρο. Και φυσικά, η τουρκική ηγεσία θα ασκήσει αυτή την δυνατότητα, όχι, απλώς, επειδή αισθάνεται ότι έχει και την στρατιωτική δύναμη να υπερασπίσει τις πράξεις της αυτές, αλλά και επειδή αντιλαμβάνεται ότι η ελληνική πλευρά έχει περιέλθει, σε μια κατάσταση τρόμου και απελπισίας, όπως προκύπτει και από την επιχειρηματολογία του Κώστα Σημίτη, ο οποίος, με το παραπάνω άρθρο του, περιγράφει και συμπυκνώνει όλη την δειλία της ελίτ, που κουμαντάρει τις τύχες του τόπου μας.
Μα, πρέπει να γίνει πόλεμος, θα ρωτήσει κάποιος. Θα πρέπει να είναι αυτή η πρώτη επιλογή;
Όχι, βέβαια. Ούτε πόλεμος πρέπει να γίνει, ούτε πρέπει να είναι η διεξαγωγή του η πρώτη επιλογή.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η χώρα μας δεν έχει άλλες επιλογές, ούτε ότι είναι ανυπεράσπιστη. Και άλλες επιλογές υπάρχουν και τα συμφέροντα της (των πολιτών της) μπορούν και πρέπει να προστατευθούν, χωρίς να υπάρξει καμμία υποχώρηση, επί της ουσίας των διαφωνιών, που υπάρχουν με την γείτονα χώρα (τα συμφέροντα της οποίας πρέπει, επίσης, να προστατευθούν).
Ως εκ τούτου, αντί να ληφθούν "μη ευχάριστες" (όπως τις ονομάζει ο Κώστας Σημίτης) αποφάσεις, χρήσιμο είναι να ληφθούν οι σώφρονες, οι λογικές αποφάσεις.
Έτσι, οι συζητήσεις, με την τουρκική πλευρά, πρέπει να συνεχισθούν, καθιστώντας σαφές ότι οποιαδήποτε μονομερής πρωτοβουλία της, στην ελληνική και στην κυπριακή ΑΟΖ θα αντιμετωπισθούν, με κάθε τρόπο, πολιτικό, διπλωματικό, στρατιωτικό και όποιον άλλο καταστεί απαραίτητος. Και φυσικά, αυτό πρέπει να καταστεί σαφές, σε φίλους και αντιπάλους.
Εάν η τουρκική πλευρά αντιληφθεί ότι θα βρει, απέναντί της, μια αξιόπιστη δύναμη, η οποία είναι αποφασισμένη να δράσει και να ανακόψει την εξέλιξη των πράξεών της, στην περιοχή και ότι δεν πρόκειται να έχει απέναντί της τον τραγέλαφο της εποχής των Ιμίων, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα πράξει όσα απειλεί να πράξει.
Η ουσία, στην όλη υπόθεση, είναι να υποχρεωθεί η τουρκική πλευρά να αποδεχθεί την δικαστική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, στο Αιγαίο. Και φυσικά, όλα ξεκινούν, από τα ναυτικά μίλια, την υφαλοκρηπίδα, την αιγιαλίτιδα ζώνη και την ΑΟΖ των δύο χωρών.
Φυσικά, τα 12 ναυτικά μίλια των χωρικών υδάτων, που αποτελούν κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας μας, θα έπρεπε να κηρυχθούν, εδώ και πολλά χρόνια. Ο σχετικός νόμος υπάρχει (Ν. 2321/23-6-1995) και αυτό, που απομένει, είναι να εκδοθούν τα σχετικά προεδρικά διατάγματα. Αυτά τα διατάγματα δεν εκδόθηκαν, επειδή ο σχεδιασμός του Ανδρέα Παπανδρέου διακόπηκε και η ψοφοδεής παρέα των "εκσυγχρονιστών" του Κώστα Σημίτη προτίμησε, όπως και οι επόμενοι από αυτούς, να κλωτσούν το τενεκεδάκι, παραπέρα, ελπίζοντας ότι η ώρα της κρίσεως (δηλαδή η ώρα των εξορύξεων) δεν θα έλθει ποτέ, ή ότι θα αργήσει, πολύ, να έλθει.
Έλα, όμως, που, τώρα, η ώρα αυτή ήλθε. Και αυτή την ώρα θέλει να ενεργοποιήσει, για τον δικό της λογαριασμό η τουρκική ελίτ, η οποία είναι σαφές ότι προτιμάει την, από θέση ισχύος, διμερή διαπραγμάτευση, διότι έτσι, θεωρεί ότι μπορεί να επιβάλει τις θελήσεις και τις επιθυμίες της, στην ελληνική πλευρά. Και φυσικά, ενθαρρύνεται και θεωρεί βέβαιη αυτή την επιβολή, από τις σπασμωδικές κινήσεις της ελληνικής ελίτ, έτσι όπως αυτές εκτυλίσσονται όλα αυτά τα χρόνια και όπως φαίνονται και από το παραπάνω άρθρο του Κώστα Σημίτη.
Το κλειδί, στην όλη υπόθεση βρίσκεται, στην ανυπαρξία οποιασδήποτε άμεσης αναφοράς του πρώην πρωθυπουργού, για μια δικαστική επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, ενώ βρισκόμαστε, ενώπιον της αναμενόμενης τουρκικής πρωτοβουλίας, για την λειτουργία των γεωτρύπανων του γειτονικού κράτους, στην ελληνική και στην κυπριακή ΑΟΖ. Η στάση του αυτή αποτελεί μια στάση απροκάλυπτης και απροσχημάτιστης δειλίας, η οποία διακατέχει το σύνολο της παραδοσιακής ελίτ της χώρας μας.
Όπως είπαμε, στην τουρκική πλευρά πρέπει να ξεκαθαρισθεί ότι οι μονομερείς πρωτοβουλίες της, για εξόρυξη υδρογονανθράκων και φυσικού αερίου, στην ελληνική και στην κυπριακή ΑΟΖ, θα αντιμετωπισθούν, με στρατιωτική δράση, ανεξάρτητα, από το τί θα κάνουν οι Η.Π.Α., το ΝΑΤΟ και η "Ε.Ε." (Και ανεξάρτητα, από το τί θα κάνει η ελληνική πλευρά, με όλους αυτούς).
Αλλά τα πράγματα δεν πρέπει να παραμείνουν εδώ. Η τουρκική πλευρά πρέπει να αντιληφθεί, από τις κινήσεις της ελληνικής πλευράς, ότι αυτό το οποίο της λέγεται, πρόκειται να πραγματοποιηθεί - κάτι που θα πρέπει να το αντιληφθούν και όλοι οι άλλοι. Και φυσικά, οι μονομερείς τουρκικές πρωτοβουλίες, για τις εξορύξεις, που προαναφέρουμε, θα πρέπει να εξετασθεί (εκ των προτέρων) εάν, στην συνέχεια - και σε ποιά χρονική στιγμή -, θα πρέπει να αντιμετωπισθούν, με την επέκταση των χωρικών υδάτων της χώρας, από τα 6, στα 12 μίλια (κάτι που επιλύει και το, από το 1931, πρόβλημα της αναντιστοιχίας των 10 μιλίων του ελληνικού εναέριου χώρου, με τα 6 μίλια των χωρικών υδάτων).
Τα πράγματα, δυστυχώς, είναι δυσοίωνα, επειδή η εντόπια ελίτ δεν έχει καμμία διάθεση, για την λελογισμένη, αλλά και δυναμική υπεράσπιση των συμφερόντων του πληθυσμού της χώρας, απέναντι, στις διαθέσεις ενός γείτονα, ο οποίος αποθρασύνεται, από αυτή την επίδειξη αδυναμίας, στην οποία επιδίδεται η ελληνική πλευρά.
Το σύγχρονο ελληνικό (μη) κράτος της νεοαποικιακής χρεωδουλείας δεν μπορεί να προστατεύσει τα συμφέροντα τα δικά του και των υπηκόων του, ακριβώς, επειδή δεν είναι αυτεξούσιο. Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα της χώρας. Και κανένα άλλο.
Γι' αυτό και η τουρκική κυβέρνηση θα πραγματοποιήσει τις απειλές της και θα υποχρεώσει, την ελληνική πλευρά, σε μια ταπεινωτική εξωδικαστική διαπραγμάτευση, με την οποία θα επιβάλει τους όρους της, αφού, απέναντί της, δεν έχει κανέναν πραγματικό αντίπαλο, πλην των ξένων δυνάμεων της Δύσης, οι οποίες, όμως, έχουν τα δικά τους συμφέροντα, τα οποία θα υπερασπίσουν. Και τα συμφέροντα αυτά (παρά τα όσα, ανοήτως, λέγονται) δεν ταυτίζονται, με τα συμφέροντα του πληθυσμού της χώρας μας.
Για παράδειγμα, η εξόρυξη των υδρογονανθράκων, στην ελληνική ΑΟΖ - όποια και αν εκτιμηθεί, ακόμη και από ένα δικαστήριο ότι είναι - δεν συμφέρει τον πληθυσμό της χώρας, επειδή ο πλούτος αυτός, τώρα, που η χώρα βρίσκεται κάτω από την νεοαποικιακή κατοχή των ευρωθεσμικών δανειστών, θα πάει στα θησαυροφυλάκιά τους, προς αποπληρωμή μέρους του ελληνικού δημόσιου χρέους και φυσικά, δεν πρόκειται να βοηθήσει, στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της χώρας μας.
Ως εκ τούτου, σε κάθε περίπτωση, μέχρις ότου η χώρα μας αποτινάξει αυτόν τον αποικιακό ζυγό ο υποθαλάσσιος (όπως και ο υπόγειος) πλούτος της χώρας μας πρέπει να μείνει εκεί, που είναι. Θαμμένος.
Αλλά ποιός θα τα διεκδικήσει όλα αυτά; Η εντόπια ελίτ και ο παραδοσιακός αστικός πολιτικός κόσμος, ο οποίος θα επανέλθει, στα πράγματα, μετά τις εκλογές και την πανωλεθρία του ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν νομίζω. Κάθε άλλο. Αυτός ο κόσμος θα παραμείνει να είναι πιστός υπηρέτης των βουλήσεων των αφεντικών του.
Ως εκ τούτου, τα "σπουδαία" έπονται, περιμένοντας την διεξαγωγή των εκλογών.
Σχόλια