Από την χρεωκοπία στην αυτογνωσία. (Ή πως η ελληνική αριστερή διανόηση υπερασπίζεται την Ευρώπη των τραπεζών και υιοθετεί την επιχειρηματολογία της ελίτ του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος).
Ο John Maynard Keynes μας έχει μιλήσει, από το μακρινό 1924, για την αναγκαιότητα της "πληθωριστικής ευθανασίας των εισοδηματιών", αλλά οι 6 διανοούμενοι του νεοευρωκομμουνιστικού τμήματος της ελληνικής αριστεράς [Ορέστης Καλογήρου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Γιώργος Καρράς (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο), Βάσω Κιντή (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Μάνος Ματσαγγάνης, (Οικονομικό Πανεπιστήμιο), Ελίζα Παπαδάκη (δημοσιογράφος) και Δαμιανός Παπαδημητρόπουλος] βρίσκονται ακόμα πιο πίσω, υποκύπτοντας και υιοθετώντας την επιχειρηματολογία των πιο επιθετικών και οπισθοδρομικών τμημάτων της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής ελίτ.
Το κείμενο, που ακολουθεί, είναι μια απόπειρα απάντησης στο σχετικό κείμενό τους (που αναδημοσιεύτηκε στο μπλογκ "ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ", με τίτλο : "Από την χρεοκοπία στην αυτογνωσία" http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html .
""Αρκετοί χαρακτηρισμοί έχουν ακουστεί, όπως “το απαράδεκτο μνημόνιο”, “το μνημόνιο δεν είναι μονόδρομος”, τάσσομαι κατά του μνημονίου”, να κάνουμε δημοψήφισμα, “να ψηφίσουμε αν είμαστε υπέρ ή κατά του μνημονίου”. Στην πραγματικότητα σε όλους αυτούς δεν αρέσουν οι συνέπειες του μνημονίου, όπως δεν αρέσουν στους ανθρώπους οι συνέπειες ενός σεισμού, ή μιας καταιγίδας. Αλλά οι συνέπειες του μνημονίου, για να αξιολογηθούν, θα πρέπει να συγκριθούν με τις συνέπειες του μη μνημονίου: το μνημόνιο μας δίνει για κάτι λιγότερο από τρία χρόνια κάποια χρήματα με σχετικά υποφερτό επιτόκιο, προκειμένου αφενός να εξυπηρετήσουμε το ληξιπρόθεσμο χρέος μας, αφετέρου να καλύψουμε τα καινούργια ελλείμματα που θα δημιουργήσουμε σ' αυτά τα τρία χρόνια. Σε αντάλλαγμα αναλαμβάνουμε την υποχρέωση να μειώνουμε σταδιακά αυτά τα ελλείμματα, μέχρι να τα φέρουμε κάτω του 3% του ΑΕΠ. Για παράδειγμα το 2009 το δημόσιο είχε έσοδα περίπου 50 δις (για την ακρίβεια 49) και δαπάνες 85 δις, άρα το έλλειμμα ήταν πάνω από 35 δις. Το μνημόνιο μας επέβαλε να μειώσουμε το 2010 το έλλειμμα κατά 6% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου κατά 15 δις. Αυτό την ίδια στιγμή σημαίνει ότι μας επέτρεπε (και μας χρηματοδοτούσε) να έχουμε ένα έλλειμμα 20 δις (35-15=20). Με αυτά τα 20 δις πληρώσαμε μισθούς (μειωμένους), συντάξεις, τόκους κ.ο.κ."
(Από το κείμενο των 6 συνομιλητών, που συνέγραψε ο κ. Δαμιανός Παπαδημητρόπουλος).
Θα ξεκινήσω την προσπάθεια άρθρωσης ενός αξιοπρεπούς αντιλόγου στους ισχυρισμούς των 6 συζητητών, ξεκινώντας από τις ανακρίβειες και τους αναληθείς ισχυρισμούς, που εμφανίζονται ως παραδοχές, μέσα στο κείμενο των συζητητών, που συνόψισε ο κ. Παπαδημητρόπουλος.
Αν δούμε τους αριθμούς, όσον αφορά το Μνημόνιο, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Από τα ποσά, που διέθεσε και θα διαθέσει στο ελληνικό δημόσιο το Μνημόνιο δεν θα πάει στους μισθούς και στις συντάξεις ούτε ένα λεπτό, παρά τα όσα ισχυρίζονται οι 6 συζητητές. Αυτή η πρωτογενής παραδοχή τους, που λέει ότι το Μνημόνιο χρηματοδοτεί τα τρέχοντα - εκτός των προκαθορισμένων δανείων - ελλείμματα του ελληνικού δημοσίου και μάλιστα τους μισθούς και τις συντάξεις - καθώς επίσης και όλες οι συναφείς παράγωγες παραδοχές τους -, δεν έχει βάση. Απλά, δεν είναι αληθής :
Το 2010 η χώρα πήρε 38 δισ. €, από τα οποία τα 32,5 δισ. € πήγαν για τοκοχρεωλύσια (19,5 δισ. € χρεωλύσια και 13 δισ. € τόκοι), ενώ το 2011 η χώρα θα πάρει 46,5 δισ. € από τα οποία τα 44 δισ. € θα πάνε για τοκοχρεωλύσια (28,1 δισ. € χρεωλύσια και 15,9 δισ. € τόκοι). Σχεδόν όλα τα χρήματα θα πάνε για να χρηματοδοτήσουν τους κατόχους των ομολόγων στο εξωτερικό, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 80% του συνολικού ελληνικού δημόσιου χρέους, ενώ και τα υπόλοιπα θα πάνε για την στήριξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, στο οποίο είναι επίσης εκτεθειμένοι ομολογιούχοι από το εξωτερικό, με πρώτη από όλους την Ε.Κ.Τ. (Οι μισθοί, για τους οποίους, δήθεν, κόπτονται οι συγγραφείς του πονήματος, ανέρχονται γύρω στα 20 δισ. € και δεν πληρώνονται από τα δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης. Ούτε, φυσικά, και οι συντάξεις. Και για να μην ακούγονται και γράφονται τερατολογίες, πρέπει να ειπωθεί ότι το συνολικό μισθολογικό κόστος του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα ανέρχεται στο 20% του ΑΕΠ της χώρας και κυμαίνεται περίπου, στα μέσα επίπεδα των χωρών της ευρωζώνης).
Χωρίς τα δάνεια του Μηχανισμού θα ήσαν οι δανειστές που δεν θα πληρώνονταν και αυτοί θα είχαν το πρόβλημα, ενώ η προσφυγή τους στα δικαστήρια δεν θα τους απέφερε πολλά πράγματα και θα υποχρεώνονταν σε έναν συμβιβασμό επωφελή για το ελληνικό δημόσιο). Αυτή είναι η αλήθεια.
Για τον λόγο αυτό, δεν υπάρχει λόγος να κοπτόμεθα για την όποια χασούρα των δανειστών και οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι, πέρα από τις ανοησιολόγες θεωρίες των παπαγαλακίων της διεθνούς και της εντόπιας χρηματοπιστωτικής ελίτ και των πολιτικών θεραπαινίδων τους, το ελληνικό δημόσιο τον Απρίλιο - Μάϊο του 2010 μπορούσε (και όφειλε) να διαπραγματευθεί έχοντας μια πολύ καλή διαπραγματευτική θέση απέναντί τους. Ο ευήθης ΓΑΠ δεν το έπραξε. Το γιατί είναι κάτι που μένει να το δούμε.
Τύποις και ουσία, λοιπόν, ο περίφημος "Μηχανισμός Στήριξης της ελληνικής οικονομίας" είναι ψευδεπίγραφος. Πρόκειται, όπως λένε όλοι οι σοβαροί οικονομικοί αναλυτές και οι πολιτικοί της ευρωζώνης - ενεργοί και συνταξιούχοι από τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε και τον Νικολά Σαρκοζύ, μέχρι τον υπέργηρο Χέλμουτ Σμιτ -, για "Μηχανισμό διάσωσης του ευρωπαϊκού και του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος", ο οποίος δεν κάνει τίποτε περισσότερο από το να πνίγει την χώρα σε μεγαλύτερα επίπεδα χρέους, δια της συσσώρευσης των τόκων και του διαρκούς ανατοκισμού του χρέους αυτού.
Αυτό συμβαίνει, ακόμα και με την προσφάτως ανακοινωθείσα επιμήκυνση, αφού η επιτοκιακή και χρηματική "ελάφρυνση" είναι ανύπαρκτη. Με την επιμήκυνση του χρέους των 110 δισ. €, που θα χορηγήσει η ευρωζώνη και το Δ.Ν.Τ. το ποσόν των 80 δισ. € της ευρωζώνης θα κοστίσει συνολικά στο ελληνικό δημόσιο 103 δισ. €, αντί των 97 δισ. €, που θα κόστιζε χωρίς την επιμήκυνση!!! Και αυτό παρά την μείωση του επιτοκίου. Διότι μπορεί το επιτόκιο να μειώθηκε, αλλά το δάνειο επιμηκύνθηκε χρονικά και αυτό από μόνο του αυξάνει το συνολικό ποσό του χρέους, που έχει να εξυπηρετήσει η χώρα σε επίπεδα μεγαλύτερα από ότι θα ήταν πριν από την επιμήκυνση. (Το μόνο που "κερδίζει" η χώρα είναι μια μείωση του ποσού των δόσεων, που έχει να εξυπηρετήσει, αλλά αυτό είναι παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του...).
Αυτός είναι ένας από τους λόγους, που τα διαφορικά επιτόκια των ελληνικών κρατικών ομολόγων (spreads) παραμένουν σε δυσθεώρητα επίπεδα (έχουν αγγίξει τον ... θεό) και γι' αυτό η χώρα πρέπει άμεσα να παύσει να λαμβάνει την "βοήθεια" του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης των γαλλογερμανικών τραπεζών (που, κατ' ευφημισμόν, αποκαλείται "Μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας"), διότι αυτή η βοήθεια προς τις γαλλογερμανικές τράπεζες καθιστά μεσομακροπρόθεσμα δυσχερή την διαπραγματευτική θέση της χώρας, έναντι των δανειστών της και διότι τα χρήματα αυτά, όχι μόνον δεν βοηθούν την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, αλλά, αντιθέτως, σιγουρεύουν την βύθισή της σε μια διαδικασία αέναης ύφεσης και στην παράταση των συνθηκών του ασφυκτικού θανάτου, μετατρέποντάς τον σε έναν διαρκή θάνατο (perpetual death) μέσα στην οποία έχει εισάγει την ελληνική οικονομία και κοινωνία η αποικιοκρατική δανειακή σύμβαση και το κατοχικό Μνημόνιο του Μαΐου του 2010.
Γιατί, λοιπόν, οι 6 διανοητές υιοθετούν τόσο χοντροκομένα αναληθείς ισχυρισμούς, οι οποίοι δεν στηρίζονται πουθενά; Δεν θέλω να πιστεύω ότι ψεύδονται.
Απλώς, στο παραπάνω συλλογικό κείμενο των τεσσάρων κυρίων και των δυο κυριών συνοψίζεται ανάγλυφα το επίπεδο ακραίου πανικού, στον οποίο έχει περιέλθει η ελληνική πολιτική, οικονομική και πνευματική ελίτ, ύστερα από τις καταιγιστικές εξελίξεις του τελευταίου 18μηνου και την υπαγωγή της χώρας και του πληθυσμού της, σε ένα καθεστώς πεονίας, το οποίο έχει εγκαθιδρυθεί, με την υπογραφή από την κυβέρνηση του ευήθους ΓΑΠ, της αποικιοκρατικής δανειακής σύμβασης και του κατοχικού Μνημονίου (το οποίο είναι παράρτημα αυτής της δανειακής σύμβασης, οι όροι των οποίων είναι εξωφρενικά πρωτοφανείς, για την σύγχρονη γραφειοκρατική καπιταλιστική τάξη πραγμάτων και στο σύγχρονο διεθνές δίκαιο, αφού δι’ αυτών το ελληνικό κράτος, ως οφειλέτης, απεκδύεται όλων των δικαιωμάτων του, που απορρέουν από την ασυλία, που του παρέχει η ιδιότητά του, ως κράτους και από την σχετική προστασία του από το δημόσιο διεθνές δημόσιο και το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο και από την παγία νομολογία των διεθνών δικαστηρίων και οι οποίοι θεσμοί εφευρέθηκαν από την χρηματοπιστωτική και την πολιτική ελίτ της ευρωζώνης, προκειμένου να προετοιμάσουν το έδαφος για την επέκτασή τους σε ευρύτερα σύνολα, μετατρέποντας ολόκληρους λαούς χωρών του αναπτυγμένου καπιταλισμού σε σύγχρονους πεονίτες, εν όψει της έλευσης της ευρωζωνικής, αλλά και της διεθνούς κρίσης χρέους, που προέκυψε, ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης της αμερικανικής κτηματαγοράς και της κρίσης του αμερικανικού και του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος που προέκυψε, ως απότοκο αυτής της κατάρρευσης τον Σεπτέμβριο του 2008).
Στο παραπάνω κείμενο, μαζί με τον πανικό, είναι έκδηλη και η σύγχυση, όπως, επίσης, και το φαινόμενο αποπροσανατολισμού (vertigo), που, επίσης, διακατέχουν την ελίτ του τόπου μας, κάτι που είναι απόλυτα φυσιολογικό στις παρούσες συνθήκες, εξ αιτίας του γεγονότος ότι η ελληνική ελίτ, στο σύνολό της, βλέπει ότι οι εξελίξεις, πλέον, προσδιορίζονται ολοκληρωτικά από το εξωτερικό και κυρίως από τους "εταίρους" της, οι οποίοι ενεργούν, ως εκπρόσωποι των συμφερόντων των δανειστών της χώρας, μετατρεπόμενοι και οι ίδιοι σε δανειστές, απαιτώντας την εξόφληση, εις ολόκληρον, των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας και αδιαφορώντας για την τύχη της εντοπίας ελίτ, την οποία, πιθανώς, θεωρούν αναλώσιμη.
Τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα στον χώρο της ελληνικής αριστερής διανόησης και ιδιαίτερα σε αυτό το τμήμα της, που ιστορικά προσδιορίστηκε από τον ελληνικό ευρωκομμουνισμό και το οποίο βλέπει ότι οι στερεοτυπικές ιδεολογικές του αναφορές, έτσι όπως αυτές έλαβαν σάρκα και οστά, με την δημιουργία της ευρωζώνης, κινδυνεύουν με αφανισμό, λόγω των χαωδών θεσμικών ανεπαρκειών της τελευταίας, οι οποίες κατέστησαν άμεσα ορατές και οδηγούν την ευρωζώνη στην διάλυση, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης και της συναφούς αποδιάρθρωσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία στον χώρο της ευρωζώνης, μετετράπη σε κρίση χρέους, ως αποτέλεσμα της ανυπαρξίας λειτουργικότητας των ευρωζωνικών θεσμών σε περίοδο κρίσης.
Αυτή η αμείλικτη πραγματικότητα, που εμφανίστηκε ξαφνικά και απρόσμενα στο τελευταίο τρίμηνο του 2009 και η περιστασιακή σύνδεσή της με την Ελλάδα (η περίφημη κρίση του ελληνικού χρέους, η οποία μετετράπη σε κρίση του ευρωπαϊκού χρέους) έθεσε, βέβαια, επί τάπητος, το ζήτημα που έχει να κάνει με το «ποια Ευρώπη θέλουμε».
Την Ευρώπη του χρηματοπιστωτικού τομέα, στην οποία το λογιστικό νόμισμα χρησιμοποιείται από την χρηματοπιστωτική ελίτ για να μαζεύει όλη την ρευστότητα της ηπείρου, προκειμένου να την διαχειρίζεται και να την διοχετεύει ανεξέλεγκτα, ελέγχοντας το σύνολο της πραγματικής οικονομίας και προσποριζόμενη ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα από την παραγόμενη πίτα, ή την Ευρώπη της πραγματικής οικονομίας και των πληθυσμών της, που ασκούν έλεγχο στις χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες και χρησιμοποιούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα για την ανάπτυξη των οικονομιών και των κοινωνιών της;
Όμως, η έλευση της ελληνικής κρίσης και η παρατεταμένη διάρκειά της (χωρίς, προς το παρόν, να εμφανίζεται κάποια δυνατότητα εξόδου από αυτήν) και η επικράτηση των συγχυτικών και αποπροσανατολιστικών φαινομένων, που έχουν διαπεράσει όλη την ελληνική ελίτ, οδήγησε αυτό το τμήμα της ελληνικής αριστερής διανόησης, που εκφράζεται παραστατικότατα από τους συγγραφείς του παραπάνω κειμένου, στο να αγνοήσει το δίλημμα που τίθεται από την ευρωζωνική κρίση και επειδή δεν αρέσκεται σε διλημματικού τύπου επιλογές – αυτές οι επιλογές ιστορικά λαμβάνουν χώρα λίγες φορές, αλλά, όταν τίθενται, δεν μπορούν να αγνοηθούν – ταυτίζει την παρούσα Ευρώπη της χρηματοπιστωτικής ελίτ, με την Ευρώπη της πραγματικής οικονομίας και των πληθυσμών της, μέσα από την κλασσική ρεφορμιστική λογική, ότι αυτή η Ευρώπη μπορεί να διορθωθεί και να μεταλλαχθεί στην άλλη εκδοχή της. Αυτή η λογική οδηγεί αυτό το τμήμα της αριστερής διανόησης στην αντίληψη ότι «αυτήν την Ευρώπη έχουμε, αυτήν πρέπει να υπερασπιστούμε, διότι, αν αυτή καταρρεύσει, θα ακολουθήσει το χάος».
Αυτή η ρεφορμιστική λογική δεν είναι εντελώς εσφαλμένη. Η Ευρώπη (η ευρωζώνη) μπορεί να αλλάξει.
Αλλά αυτή η αντίληψη γίνεται εσφαλμένη όταν απολυτοποιείται και τούτο διότι, σε οριακές στιγμές, σαν αυτήν που ζούμε αυτόν τον καιρό, είναι πολύ πιθανό αυτή η Ευρώπη να μην μπορεί να αλλάξει. Και εν πάση περιπτώσει, μπορεί η αλλαγή της να είναι τόσο βραδεία, που, κατά την διάρκειά της, η χρηματοπιστωτική ελίτ της ευρωζώνης και το κυρίαρχο όργανό της, δηλαδή το αβαθές χρηματοπιστωτικό – λογιστικό της νόμισμα (το ευρώ) να αποτελέσουν αιτία, για την μετατροπή ολόκληρων οικονομιών και κοινωνιών σε κρανίου τόπους. Για τον λόγο αυτόν, δεν πρέπει να είμαστε δογματικοί (ούτε καν δογματικοί στον ρεφορμισμό). Όλα μπορούν να αλλάξουν, αλλά θα το κάνουν με κάποιους ρυθμούς, οι οποίοι, πολλές φορές, δεν ελέγχονται από εμάς. Ως εκ τούτου, το να περιμένουμε την όποια αλλαγή εξαρτάται από τους ρυθμούς αυτούς και από τις ανάγκες της κοινωνίας, η οποία δεν μπορεί να αφήνεται στον στραγγαλισμό, χάριν ιδεολογημάτων, των οποίων η εξυπηρέτηση επιβάλλει και επιτείνει αυτόν τον στραγγαλισμό, οδηγώντας την σε καταστάσεις, που θυμίζουν έναν εκσυγχρονισμένο Μεσαίωνα, όπως συμβαίνει, τώρα, στην περίπτωση της Ελλάδας και της ευρωζώνης, για χάρη της χρηματοπιστωτικής ελίτ και των συμφερόντων της.
Και το χειρότερο όλων είναι, προκειμένου να υπερασπίσουμε ένα ιδεολόγημα, το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην τρέχουσα πραγματικότητα, να υιοθετούμε την ουσία μιας ακραίας «επιχειρηματολογίας», η οποία ταιριάζει απόλυτα στα τρέχοντα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της διεθνούς και της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής ελίτ, η οποία, ενώ είναι απολύτως υπεύθυνη για τις παρούσες εξελίξεις (δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε νέα οικονομική θεωρία, δεν θα ανακαλύψουμε τον τροχό, διότι από την εποχή του John Maynard Keynes γνωρίζουμε τις επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης χρηματοπιστωτικής διαχείρισης και την γέννηση των κρίσεων/υφέσεων, που αυτή η διαχείριση επιφέρει, όπως επίσης, γνωρίζουμε και τους μηχανισμούς λύσης αυτών των καταστάσεων – όσο και αν αυτές δεν συμφέρουν την χρηματοπιστωτική ελίτ, που αφέθηκε ανεξέλεγκτη, από την εποχή των τελών της δεκαετίας του 1980, με αποτέλεσμα να «μπαχαλοποιήσει» το σύγχρονο γραφειοκρατικό καπιταλιστικό σύστημα), επιδιώκει, με όλους τους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς που διαθέτει και έχοντας υπαλληλοποιήσει ένα μεγάλο μέρος της διεθνούς και της εγχώριας πολιτικής ελίτ, να φορτώσει τα βάρη και τις ευθύνες στις πλάτες των συντελεστών της πραγματικής οικονομίας και στη ευρύτερη κοινωνία…
Μιλώντας για τον Τζων Μαίηναρντ Κέϋνς, μας δίνεται η ευκαιρία να θυμηθούμε τις τοποθετήσεις του, για την δυσλειτουργία που δημιουργείται στο καπιταλιστικό σύστημα, από τις τυχοδιωκτικές πρακτικές της γραφειοκρατικής ελίτ του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των πελατών αυτής της ελίτ, οι οποίοι (αυτο)αποκαλούνται "επενδυτές" και στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε περισσότερο από εισοδηματίες, οι οποίοι ζητούν ευκαιρίες αποκόμισης κερδών από το σχολάζον τμήμα του εισοδήματός τους. (Το γεγονός ότι παλαιότερα, την εποχή του Κέϋνς αυτοί οι εισοδηματίες ήσαν λιγότεροι και ως εκ τούτου διακριτοί, ως ένα ιδιαίτερο στρώμα της αστικής τάξης, μαζί με τις μεγάλες επιχειρήσεις, που και αυτές ασκούσαν αυτήν την δραστηριότητα, ενώ σήμερα ο αριθμός τους έχει διογκωθεί και η διαστρωμάτωσή τους έχει πάψει, σε έναν μεγάλο βαθμό, να είναι κοινωνικά διακριτή, επειδή έχουν διαχυθεί πέρα από τα πλαίσια της κλασσικής αστικής τάξης και περιλαμβάνει έναν σημαντικό αριθμό από τα μικρομεσαία και μισθωτικά στρώματα του πληθυσμού, δεν διαφοροποιεί την αναγκαιότητα της εφαρμογής των όσων πρότεινε ο μεγάλος Βρετανός οικονομολόγος - ο οποίος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν πολιτικά συντηρητικός -, ούτε ως προς την έντασή της, ούτε ως προς την έκταση της εφαρμογής της).
Ήδη, από το 1924, δηλαδή πολύ πριν από την έλευση της Μεγάλης Κρίσης του 1929 (της Great Depression, όπως πολύ εύστοχα την ονόμασαν οι Αμερικανοί), ο Κέϋνς, αναφερόμενος στην δυσλειτουργία, που προξενεί η ύπαρξη και η δραστηριότητα των εισοδηματιών (των ραντιέρηδων όπως, χαρακτηριστικά, τους αποκάλεσε) στο καπιταλιστικό σύστημα, μίλησε για την αναγκαιότητα της επιβολής ενός μηχανισμού πληθωριστικής τους ευθανασίας, προκειμένου να αποφεύγονται οι υφέσεις στο καπιταλιστικό σύστημα και να μην δημιουργείται αχρείαστος πόνος και τεράστια απώλεια πλούτου στις κοινωνίες.
Η τοποθέτηση αυτή του Κέϋνς, που μιλούσε για τον πληθωρισμό του εισοδήματος των ραντιέρηδων του βρετανικού (αλλά και του διεθνούς) χρηματοπιστωτικού συστήματος, είχε να κάνει με το γεγονός ότι είχε πολύ ενωρίς διαπιστώσει αυτό που θα γινόταν οφθαλμοφανές αρκετά χρόνια μετά με την έλευση της Great Depression και το οποίο ήταν η πηγή των δυσλειτουργιών του καπιταλισμού, ως συστήματος διανομής και κατανάλωσης - και όχι μόνον αυτού, αλλά ιδιαίτερα σε αυτόν, αφού η έντονα αντιεξισωτική κοινωνική του λειτουργία, ως προς την διανομή και την κατανάλωση του κοινωνικού προϊόντος και ιδιαίτατα την κατανομή του χρήματος, ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και ομάδες των κοινωνιών του αναπτυγμένου καπιταλισμού, συγκεντρώνει το προς επένδυση χρήμα, σε λίγα χέρια και δημιουργεί αυτή την κατηγορία ανθρώπων και των ανάλογων θεσμικών οργανισμών, δηλαδή έναν ολόκληρο τομέα της οικονομίας, που αποκαλείται χρηματοπιστωτικός τομέας, στους κόλπους του οποίου συγκεντρώνονται τεράστιες ποσότητες χρημάτων προς αποταμίευση, δανεισμό και επένδυση - μια διαδικασία, που από καιρό σε καιρό, έπαυε να εξελίσσεται και έφθανε στο σημείο να μπλοκάρεται πλήρως, οδηγώντας τις οικονομίες του καπιταλιστικού κόσμου σε κρίσεις και υφέσεις.
Ο Κέϋνς, φυσικά, αντελήφθη, παρά τις αντίθετες παραδοξολογίες της συμβατικής οικονομικής σοφίας της εποχής του (όπως αυτές συνοψίστηκαν στον περίφημο "νόμο του Jean-Baptiste Say", περί αυτορρύθμισης του μηχανισμού μετατροπής των αποταμιεύσεων σε επενδύσεις, σε ένα, περίπου συνεχές επίπεδο καθολικής απασχόλησης), ότι αυτή η θεωρητική κατασκευή δεν χρησίμευε παρά μόνον για να συγκαλύπτεται η πραγματικότητα η οποία ουδεμία σχέση είχε με την θεωρητική κατασκευή της κλασσικής οικονομικής σοφίας και διότι, κατά την διάρκεια των φάσεων της ανάπτυξης δημιουργείται ένα τόσο μεγάλο νομισματικό μπέρδεμα, το οποίο επιτείνεται από την αντιεξισωτική λειτουργία της αγοράς και την ολοένα και αυξανόμενη άνιση κατανομή των εισοδημάτων, με αποτέλεσμα να μπλοκάρει ο μηχανισμός μετατροπής των αποταμιεύσεων σε επενδύσεις και η οικονομία στο σύνολό της, αντί να χρησιμοποιεί, για την μετατροπή των αποταμιεύσεων σε επενδύσεις, ως κύριο όπλο της τις μειωτικές διακυμάνσεις του επιτοκίου, να οδηγείται σε έναν καθοδικό φαύλο κύκλο, χρησιμοποιώντας, ως μηχανισμό μετατροπής των αποταμιεύσεων σε επενδύσεις την ολοένα και μειούμενη πραγματική παραγωγή, σε ένα επίπεδο όχι πλήρους απασχόλησης, αλλά αυξανόμενης ή/και σταθεροποιημένης σε υψηλά επίπεδα ανεργίας.
Και όμως αυτό που αντελήφθη ο Κέϋνς - το οποίο, άλλωστε, ήταν (και παραμένει) σαφές από την πραγματικότητα του σύγχρονου γραφειοκρατικού καπιταλισμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε από την εποχή του Βρετανού οικονομολόγου, παρά τις παραδοξολογικές δοξασίες των «σοφών» της κλασσικής οικονομικής σκέψης, των χρηματιστών, των τραπεζιτών και των λοιπών παραγόντων της χρηματοπιστωτικής και της πολιτικής ελίτ της εποχής του, οι οποίοι είχαν συμφέροντα να υπερασπισθούν (αλλά είχαν και το άλλοθι της άγνοιας των μηχανισμών λειτουργίας του συστήματος) – δεν μπορούν (ή δεν θέλουν να δουν οι αγαπητοί 6 συζητητές και ο συνοψίσας την συζήτησή τους.
Ποιό είναι αυτό; Από το μακρινό 1924, για πρώτη φορά σε παγκόσμια διάσταση, σήμερα (δεν θα αναφερθώ στην κρίση του Μεξικού στην δεκαετία του 1980 και στις άλλες τοπικές κρίσεις, που ακολούθησαν, διότι αυτές δεν είχαν την παγκόσμια διάσταση του προβλήματος, όπως συμβαίνει με την παρούσα, που ξετυλίχθηκε από τον Σεπτέμβριο του 2008 και συνεχίζει έως σήμερα) έχουμε μια προϊούσα αποδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, η οποία έχει μπλοκάρει την διαδικασία μετατροπής των αποταμιεύσεων σε επενδύσεις, γεγονός το οποίο έχει επιταθεί από την απορρύθμιση των κανόνων στην λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι οποίοι είχαν επιβληθεί αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ως απάντηση των παλαιότερων γενεών στην Great Depression και οι οποίοι κανόνες είχαν σταθεροποιήσει το γραφειοκρατικό καπιταλιστικό σύστημα. Αυτή η απορρύθμιση των κανόνων του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που ξεκίνησε στην δεκαετία του 1980 και εντάθηκε στην δεκαετία του 1990, μαζί με την ξέφρενη παγκοσμιοποίηση, που ξεκίνησε, μετά την πτώση της «Ε.Σ.Σ.Δ.», και την ολοένα και μεγαλύτερη γραφειοκρατικοποίηση του χρηματοπιστωτικού και του καπιταλιστικού συστήματος εν γένει, οδήγησαν στην ανεξέλεγκτη λειτουργία της χρηματοπιστωτικής ελίτ, η οποία προέβαινε, με την πάροδο του χρόνου και την ολοένα και μεγαλύτερη αποσάρθρωση των ελέγχων σε απίθανα ακροβατικούς και ακραία ριψοκίνδυνους επενδυτικούς χειρισμούς, που «υπόσχονταν» τις πιο απίθανες αποδόσεις – και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον ακραία αυξανόμενων εισοδηματικών ανισοτήτων που συγκέντρωναν το χρήμα σε λίγα χέρια, όπως ακριβώς συνέβη κατά την δεκαετία του 1920, αμέσως πριν από την Great Depression. Μέσα σε αυτό το κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό πλαίσιο, η διαδικασία μετατροπής όλου αυτού του fiat money από αποταμίευση σε επένδυση ήταν επόμενο κάποια στιγμή να μπλοκαριστεί και εδώ ακριβώς βρισκόμαστε τώρα – όσο και αν τα παπαγαλάκια του χρηματοπιστωτικού συστήματος θέλουν να κάνουν τον κόσμο να πιστέψει στην παραδοξολογική παραμυθία, που σερβίρεται, ως «οικονομική σοφία», ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο μπλοκάρισμα αυτού του μηχανισμού, εξ αιτίας των χειρισμών της χρηματοπιστωτικής ελίτ, αλλά στον ανύπαρκτο … υπερκαταναλωτισμό.
Το ίδιο, ακριβώς, θεωρητικό σφάλμα διαπράττουν και οι αγαπητοί 6 συζητητές...
Και για να γνωρίζουμε για ποιό πράγμα συζητάμε, καλόν είναι να δούμε και τα σχετικά στοιχεία :
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τα συνολικά δανειακά και τα προς δανεισμό κεφάλαια, σε παγκόσμιο επίπεδο, ανέρχονται κοντά στα 900 τρισ. $., όταν το παγκόσμιο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ανέρχεται το 2010 στα 75 τρισ. $ περίπου. Όταν λοιπόν, κάποιος έχει κεφάλαια της τάξεως των 900 τρισ. $ και επιδιώκει μία μέση απόδοση της τάξης του 6% (ή του 5%, ή του 4%, ή ακόμα και του 3%) δηλαδή θέλει κάθε χρόνο να του αποφέρουν 30 - 60 τρισ. $ από μία οικονομία που είναι μόλις 75 τρισ. $, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί, με ομαλό τρόπο, ή μέσα από το κύκλωμα της οικονομίας. Τέτοια κερδοφορία, απλώς, δεν μπορεί να υπάρξει. Το μόνο που μπορεί να υπάρξει - αφού το πρόβλημα έχει κυρίως να κάνει με την σφαίρα της κατανομής των εισοδημάτων και της κατανάλωσης - είναι μια αναδιανομή του εθνικού και του παγκόσμιου πλούτου, που θα αφαιρέσει αυτόν τον πλούτο που λιμνάζει, από τα χέρια της ελίτ του χρηματοπιστωτικού συστήματος και θα τον μεταφέρει σε εκείνες τις εισοδηματικές κατηγορίες του πληθυσμού των επι μέρους κοινωνιών του πλανήτη, που θα τον αξιοποιήσουν με κριτήριο τις ανάγκες τους και όχι ολοκληρωτικά για την επίτευξη αποδόσεων, οι οποίες, άλλωστε, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν.
Γι' αυτό και η κεϋνσιανή πρόταση για την "ευθανασία των εισοδηματιών" βρίσκεται επί τάπητος, όσο και αν οι θεραπαινίδες της χρηματοπιστωτικής ελίτ προσπαθούν να αποφύγουν αυτήν την οδυνηρή - γι' αυτήν την ελίτ - ατζέντα...
Γι’ αυτό και βρισκόμαστε και θα βρεθούμε μπροστά σε φαινόμενα ολοκληρωτικής καταστροφής χωρών με τεράστιες υπερχρεώσεις και μάλιστα ανεπτυγμένων χωρών, όπως η Ελλάδα (η οποία είναι θύμα αυτής της διαδικασίας δηλαδή της διαρκούς ανατροφοδότησης του δημόσιου χρέους της, κυριότατα λόγω της επιτοκιακής επιβάρυνσης αυτού του χρέους και του ανατοκισμού του αφού από τα 345 δις. €, που χρωστάει το ελληνικό δημόσιο, μόνον το 10% έως 15% - δηλαδή περί τα 35 δις €, έως 52 δις. € - είναι το πραγματικό μη επιτοκιακό χρέος, γεγονός το οποίο συνιστά καραμπινάτη τοκογλυφία και η περίπτωσή της εντάσσεται στον κλασσικό κεϋνσιανό ορισμό του μπλοκαρίσματος της διαδικασίας της μετατροπής των αποταμιεύσεων σε επενδύσεις), αν αφεθεί η ευρωπαϊκή και η διεθνής χρηματοπιστωτική ελίτ να προαγάγει τα συμφέροντά της και να φέρει σε πέρας τους στόχους και τις επιδιώξεις της.
Ελπίζω, ότι οι κοινωνίες - με μεγάλη δυσκολία είναι η αλήθεια - δεν θα επιτρέψουν στην εικονική οικονομία των μελών της χρηματοπιστωτικής ελίτ να πνίξει την πραγματική οικονομία των παραγωγικών συντελεστών. Βέβαια, για να συμβεί αυτό, πρέπει πρώτα να φύγει ο πανικός, η σύγχυση και ο αποπροσανατολισμός, που έχει δημιουργήσει η ίδια η κρίση και ο ιδεολογικός μηχανισμός, που έχει θέσει σε λειτουργία αυτή η ελίτ η οποία έχει καταστεί περίπου παντοδύναμη, ιδίως, μέσα στην ευρωζώνη, οχυρωμένη πίσω από την "ανεξαρτησία" της Ε.Κ.Τ. - το όνειρο κάθε τραπεζίτη, σε όλες τις εποχές.
Και αφού οι αγαπητοί 6 συζητητές ομιλούν και επικαλούνται την αυτογνωσία, καλόν είναι από εαυτούς άρξασθαι..."
(Σχόλιά μου http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301473225257#c6129731948468879303 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301473596476#c16198574027138391 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301476615799#c5557834554021224392 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301476824928#c699762966506734254 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301479379757#c7345521670925254316 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301479400064#c8957398029007738095 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301503182088#c3866183157004741753 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301505048147#c7660742605134848017 και http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html?showComment=1301506998740#c5748537547647380020 της 30/3/2011, στο κείμενο των 6 διανοητών - Ορέστη Καλογήρου (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), Γιώργο Καρρά (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο), Βάσω Κιντή (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Μάνο Ματσαγγάνη, (Οικονομικό Πανεπιστήμιο), Ελίζα Παπαδάκη (δημοσιογράφο), Δαμιανό Παπαδημητρόπουλο - , που αναδημοσιεύτηκε στο μπλογκ "ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ", με τίτλο : "Από την χρεοκοπία στην αυτογνωσία" http://politicalreviewgr.blogspot.com/2011/03/blog-post_27.html ).
Σχόλια