Γραφειοκρατικό κεφάλαιο και εργασία στην σύγχρονη εποχή : Η επιδιωκόμενη και επιτευχθείσα, από την ολιγαρχική καπιταλιστική ελίτ, συρρίκνωση του μεριδίου της εργασίας και η ανάγκη για την ταξική αντίδραση των εργαζόμενων τάξεων, για την ανατροπή της διαμορφούμενης αρνητικής κατάστασης.
Από την εποχή (το 1873), που ο βουλευτής ο Άγγλος βουλευτής Stableton εξηγούσε, σύμφωνα με όσα παραθέτει ο Karl Marx, στο “Κεφάλαιο”, ότι η αμοιβή της εργασίας και το βιοτικό επίπεδο θα μπορούσαν να κρατηθούν, στα επίπεδα εκείνης της εποχής, εάν η Κίνα, τότε, ήταν μια βιομηχανική χώρα, με τα δικά της επίπεδα εργατικών αμοιβών και ζωής, δεν έβλεπε το πώς θα μπορούσαν οι Άγγλοι και γενικότερα, οι Ευρωπαίοι, να κρατήσουν το ίδιο βιοτικό επίπεδο, χωρίς να το ρίξουν, δραματικά, στο ίδιο επίπεδο με τα κινέζικα επίπεδα ζωής έχει περάσει πολύς καιρός.
Από τότε, η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, με την σταδιακή εφαρμογή της επιστημονικής τεχνολογίας, στην παραγωγή και οι εργατικοί αγώνες, ήτοι οι συνδικαλιστικοί αγώνες και οι πολιτικές και κοινωνικές επαναστάσεις, με κυρίαρχη αυτή της ρωσικής επανάστασης το 1917, έχουν διαφοροποιήσει, σε απίστευτο βαθμό τις εξελίξεις, αλλά η παγκοσμιοποίηση, από την εποχή των αρχών του 1990, μέχρι την τωρινή της συρρίκνωση και την ορμητική εξέλιξη της σύγχρονης τεχνολογίας και τη κατακλυσμιαία είσοδο της Κίνας και πολλών άλλων χωρών του λεγόμενου τρίτου κόσμου, στις διεθνείς αγορές, την παραγωγή και τον διεθνή ανταγωνισμό, μαζί με την συνακόλουθη ανακατανομή και τον αναπροσανατολισμό, στην κατανομή της διεθνούς αγοράς εργασίας και στην κατανομή του πλούτου.
Έτσι, το μερίδιο της εργασίας, στο ΑΕΠ, από το 54%, το 1990, προβλέπεται, το 2023, να πέσει, στο 47,4%, όπως προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ, για το 2024, προβλέπεται, περαιτέρω, συρρίκνωση του μεριδίου της εργασίας, στο ΑΕΠ, στο 47% και μάλιστα, σε συνθήκες αυξανόμενης οικονομικής και παραγωγικής κρίσης, λόγω του πολέμου, στην Ουκρανία.
Η απόσταση θα φθάσει, δηλαδή, στο 7,5% του ΑΕΠ και αντικρίζεται σε μια αγοραστική δύναμη, η οποία, για τις εργαζόμενες τάξεις, θα φθάσει, σε μια πτώση κάπου, στα 15 δισεκατομμυρία ευρώ, ετήσια και τότε πια, μόνο, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία θα έχουν μικρότερο μερίδιο εργασίας, από την χώρα μας.
Τα δεδομένα, μάλιστα, αναμένεται να γίνουν χειρότερα, διότι, όπως αναμένεται, η μείωση του μεριδίου της εργασίας, στην εξέλιξη του συνολικού ΑΕΠ, δεν προβλέπεται να οφείλεται, στην αύξηση του ποσοστού της ανεργίας (που, αν οφειλόταν σε μια αύξηση του ποσοστού της ανεργίας, μια τέτοια εξέλιξη θα είχε παροδικό χαρακτήρα, αφού η υπέρβαση της οικονομικής κρίσης θα οδηγούσε και πάλι, στην μεγέθυνση του μεριδίου της εργασίας, στο συνολικό ΑΕΠ).
Αυτό, που προβλέπεται, είναι ότι, στην καλύτερη περίπτωση, το ποσοστό της ανεργίας θα παραμείνει σταθερό - εάν δεν αυξηθεί - οι απώλειες εισοδήματος, όσον αφορά τον εργαζόμενο κόσμο, δεν πρόκειται να αναπληρωθούν. Ο λόγος και η αιτία αυτής της αναμενόμενης εξέλιξης εντοπίζεται, στο ότι αυτή συνδέεται με την , περαιτέρω είσοδο των σύγχρονων επιτευγμάτων της επιστημησ, σε επίπεδο τεχνολογίας, που υποκαθιστούν τις ανάγκες, για ανθρώπινη εργασία, αλλά και σταθερά και διαχρονικά, στο, ακόμη υπαρκτό φαινόμενο του χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου ζωής και επομένως, του εργατικού και εν γένει, του μισθωτικού κόστους, στις ανερχόμενες πρωην τριτοκοσμικές χώρες, που εξακολουθούν να τις καθιστούν ελκυστικές, για επενδύσεις, όχι μόνον, για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, αλλά και για μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, όπως συμβαίνει, πχ, στον βαλκανικό χώρο, για πολλές ελληνικές επιχειρήσεις μεσαίου και μικρού μεγέθους.
Ουσιαστικά και βλέποντας, σε ένα βάθος του χρονικού ορίζοντα, μπροστά μας, η σύγχρονη πορεία και οι ενδογενείς εξελιξεις του γραφειοκρατικού καπιταλισμού της εποχής μας, οδηγούν, στην μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης, στην απαξίωση της εργασίας, χωρίς πρόσκαιρο και μεταβατικό χαρακτήρα, σχηματοποιώντας διαρθρωτικές αλλαγές, που θυμίζουν τις προβλέψεις του Karl Marx, στο “Κεφάλαιο”, με την διαδικασία υποκατάστασης του ζωντανού κεφαλαίου (ανθρώπους), από το νεκρό κεφάλαιο (τις μηχανές).
Από εκεί και πέρα, ο σύγχρονος πληθωρισμός μεγαλώνει την απαξίωση της εργασίας και εάν τα πράγματα συνεχίσουν να εξελίσσονται, προς αυτήν την κατεύθυνση, αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές πρόκειται να μετατρέψουν (και ήδη, το πράττουν) τις μειώσεις των μισθών σε πάγιες κατακτήσεις του σύγχρονου γραφειοκρατικού (και μη) κεφαλαίου. Όποιος νομίζει ότι, με έναν αυτόματο τρόπο, εάν και εφόσον η ανάκαμψη ακολουθήσει την κρίση, θα οδηγήσει και στην αντιστάθμιση των απωλειών της αγοραστικής δύναμης των μισθών και γενικότερα των εισοδημάτων της γραφειοκρατικής καπιταλιστικής τάξης, απλώς, βρίσκεται, εκτός τόπου και χρόνου.
Η επαναφορά των μισθών, στα επίπεδα, πριν την οικονομική κρίση, απαιτεί ένα συμπαγές εργατικό μέτωπο, έναν επίμονο κοινωνικό αγώνα, ο οποίος, προς το παρόν, δεν φαίνεται να προκύπτει, χωρίς, όμως, αυτή η τωρινή εργατική και μισθωτική οπισθοχωρητικότητα να θεωρείται, ως, αέναα, δεδομένη. Και φυσικά, ναι μεν η ριζοσπαστικοποίηση των εργαζόμενων τάξεων είναι απαραίτητη, για την σημαντική βελτίωση των υποβαθμιζόμενων όρων διαβίωσής τους, όχι μόνον, στα, προ της κρίσης, επίπεδα, αλλά και πολύ πέραν, από αυτά, με δραστική άνοδο των αμοιβών και συνακόλουθη μείωση του χρόνου εργασίας, με την μαζική είσοδο της ρομποτικής, στην καθημερινή εργασία, γεγονός το οποίο σημαίνει εμβάθυνση των διαρθρωτικών αλλαγών, στην παραγωγή και στο εμπόριο, προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων και ευρύτερα της κοινωνίας.
Τώρα, είμαστε, όμως, από το 2010, σε μια διαδικασία διαρκούς και εντεινόμενης, απορρύθμισης της αγοράς εργασίας και αποδυνάμωσης της διαπραγματευτικής δύναμης των μισθωτών, προς όφελος του γραφειοκρατικού και του λοιπού (αν και όχι όλου) κεφαλαίου, με αποτέλεσμα, κάθε πτώση των μισθών, που φέρνει η κρίση, να μην διορθώνεται, όταν τα πράγματα υποτίθεται οτι καλυτερεύουν, για την γραφειοκρατική κεφαλαιοκρατική οικονομία, τουλάχιστον, των χωρών της δυτικής εκδοχής της ολιγαρχικής γραφειοκρατικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Οπότε δεν υπάρχει, άλλος δρόμος, από τον συνεχή και διαρκή αγώνα των εργαζόμενων μισθωτικών τάξεων, αλλά και των μικρών και μεσαίων κεφαλαιοκρατικών τάξεων και στον παρόντα χρόνο, αλλά και μακροπρόθεσμα, για την ανατροπή των ισορροπιών, που επιδιώκουν οι άρχουσες ελίτ.
Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
Σχόλια