13/1/2024 Ταϊβάν : Ενώ το Κ. Κ. Κίνας εμμένει, στις απειλητικές θέσεις του, ο Λάι Τσίνγκτε του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος εξελέγη πρόεδρος, με το χαμηλότερο ποσοστό (40,2%), από το 2000 και αποδυναμωμένος, αφού ηττήθηκε στις βουλευτικές εκλογές. (Οι εξελίξεις, που δεν φαίνεται ότι θα αργήσουν, πάρα πολύ, πρόκειται να ακολουθήσουν τον δρόμο του Πεκίνου).
Ο, ανωτέρω εικονιζόμενος Λάι Τσίνγκτε του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος, τελικά, κέρδισε τις προεδρικές εκλογές του περασμένου Σαββάτου 13/1/2024, στην Ταϊβάν, με ένα ποσοστό, το οποίο είναι το χαμηλότερο, από το 2000, φθάνοντας, μόλις, το 40,05% και χάνοντας την πλειοψηφία, στο κοινοβούλιο, κάτι το οποίο είναι σημαντικό και πρόκειται να δυσχεράνει το έργο του, στην διακυβέρνηση της Ταϊβάν. Στην ουσία, με την μειοψηφική τους θέση, στην ταϊβανική κινεζική κοινωνία και ο πρόεδρος της μειοψηφίας και το κόμμα του αποδοκιμάστηκαν, από το εκλογικό σώμα και η κυβερνητική τους πορεία δεν πρόκειται να είναι ανέφελη.
Ο Λάι Τσίνγκτε δήλωσε ότι θα διατηρήσει τις ισορροπίες, στο Στενό της Ταϊβάν, αλλά πρόσθεσε ότι είναι «αποφασισμένος να προστατεύσει την Ταϊβάν από τις απειλές και τους εκφοβισμούς της Κίνας».
Κάπως έτσι, το Πεκίνο βρήκε την ευκαιρία και αυτό, με την σειρά του, να ισχυρισθεί ότι το εκλογικό σώμα του νησιού δεν ενέκρινε την πολιτική του εκλεγμένου προέδρου και υπενθυμίζοντας, για μία ακόμη φορά, ότι η διαδικασία της επανένωσης της Ταϊβάν, με την ηπειρωτική Κίνα είναι αναπόφευκτη, χαρακτηρίζοντας τον Λάι Τσίνγκτε, ως «σοβαρό κίνδυνο» επειδή ο ίδιος το κόμμα του διακηρύσσουν ότι το νησί είναι ήδη, de facto, ανεξάρτητο.
Ο κύριος αντίπαλος του Λάι Τσίνγκτε, ο Χου Γιούι, υποψήφιος του ιστορικού κόμματος Κουομιντάνγκ, το οποίο είναι θετικό, στην συνεργασία, με την Κίνα, έλαβε 33,40% των ψήφων, ενώ ο τρίτος υποψήφιος, ο Κο Γουέντζε, του Λαϊκού Κόμματος της Ταϊβάν έλαβε το 26,45% των ψήφων.
Η απώλεια της πλειοψηφίας του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος, στο κοινοβούλιο, ως εκ τούτου, θα αποδυναμώσει τον εκλεγμένο πρόεδρο της μειοψηφίας και πρόκειται να δώσει, στα αλλά δυο κόμματα, τη ευκαιρία να διαμορφώσουν τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, να ελέγχουν και να διαμορφώνουν τα δημοσιονομικά νομοσχέδια και εκείνων, που σχετίζονται με τις αγορές όπλων, την εξωτερική βοήθεια και τις επιδοτήσεις, με πιθανό αποτέλεσμα, ύστερα από έντονες διαπραγματεύσεις, η Ταϊβάν να οδηγηθεί, σε πολιτικές συνεχών συμβιβασμών, στην επόμενη τετραετία, κάτι που είναι πιθανό να ικανοποιήσει το Κ. Κ. Κίνας και ως εκ τούτου, να αναβάλει τους πολεμικούς σχεδιασμούς του. Άλλωστε, το Πεκίνο δεν έχει, προς το παρόν, παρά την σκληρή ρητορική του, κάποιον σοβαρό λόγο, να επιταχύνει τις εξελίξεις, αφού μπορεί, κάλλιστα να περιμένει και να αναβάλει την διενέργεια των οποιων πολεμικών του σχεδιασμών, για ευθετοτερο χρόνο.
Η ρητορική του Πεκίνου, το οποίο μπορεί και να χαίρεται, με τις προκύπτουσες εξελίξεις, όμως, δεν αλλάζει τόνους, ήδη, συνεχίζεται να είναι πιεστική, στον νέο πρόεδρο, αν και αυτός θα αναλάβει, επίσημα, την προεδρία του ταϊβανικού κράτους τον Μάιο του 2024..
«Η Ταϊβάν είναι έδαφος της Κίνας», δήλωσε το Σάββατο 13/1/2024 ο γνωστός Τσεν Μπινχουά, εκπρόσωπος του Γραφείου Υποθέσεων της Ταϊβάν του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας, αφού ο Λάι Τσίνγκτέ είχε αναδειχθεί νικητής των προεδρικών εκλογών «Αυτές οι εκλογές δεν μπορούν να αλλάξουν το βασικό μοτίβο και την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών των Στενών, ούτε μπορούν να αλλάξουν την κοινή επιθυμία των συμπατριωτών και στις δύο πλευρές του Στενού της Ταϊβάν να έρθουν πιο κοντά», πρόσθεσε ο Τσεν Μπινχουά.
Την πίεση, στην Ταϊβάν συνέχισε ο Κινεζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι, που προειδοποίησε, χθες 14/1/2024, την ηγεσία της νησιωτικής περιοχής ότι οποιοδήποτε βήμα προς την ανεξαρτησία της Ταϊβάν θα τιμωρηθεί αυστηρά, με αφορμή την εκλογή του προέδρου Λάι Τσίνγκτε, που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας.
Κάπως έτσι, ενώ η αβεβαιότητα, σχετικά με το ποιός κυβερνά την Ταϊβάν δεν έχει τελειώσει, αν και η αποδυνάμωση του Λάι Τσίνγκτε αποδραματοποιεί τις άμεσες τρέχουσες εξελίξεις, η αβεβαιότητα, σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ της ηπειρωτικής κομμουνιστικής Κίνας και της Ταϊβάν παραμένει ένας κίνδυνος, τον οποίο το Πεκίνο έχει την απαραίτητη ευχέρεια να διαχειρισθεί.
Ο, παραπάνω, χάρτης του νησιωτικού συμπλέγματος της Ταϊβάν, τα νησιά της οποίας δεν είναι, μόνον, το κεντρικό μεγάλο νησί, αλλά και όλα τα νησιά των Στενών, μέχρι τις ηπειρωτικές κινεζικές ακτές, που, στον χάρτη αυτόν, εμφανίζονται, με πορτοκαλί χρώμα, καταδεικνύει τις δυνατότητες, που έχει το Πεκίνο, εάν η ηγεσία της Ταϊβάν δεν είναι προσεκτική.
Έτσι, πολύ πριν την διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων, για την κατάληψη του κεντρικού μεγάλου νησιού, το Πεκίνο μπορεί να επιχειρήσει την πρώτη συστάδα των μικρών νησιών, που βρίσκονται, απέναντι από τις ηπειρωτικές ακτές. Κάτι, που είναι πολύ εύκολο και απορώ γιατί δεν το έχει πράξει τόσα χρόνια.
Προφανώς, μέχρι τώρα και προς το παρόν, δεν το επιθυμεί. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν θα θελήσει να το πράξει, στο μέλλον.
Άλλωστε, από ό,τι φαίνεται, οι εξελίξεις ακολουθούν τον δρόμο, που επιθυμεί η κομμουνιστική/κρατικοκαπιταλιστική ηγεσία της “Λαϊκής Δημοκρατίας” της Κίνας, που έχει την απαιτούμενη άνεση χρόνου μπροστά της.
Σχόλια