12-9-490 πΧ : Μια ιστορική επισκόπηση της μάχης, στον Μαραθώνα και την νίκη των Ελλήνων Αθηναίων και Πλαταιέων, επί των Περσών, που είναι - μαζί με την ναυμαχία στην Σαλαμίνα, 10 χρόνια, αργότερα - η σημαντικότερη μάχη, στην Ιστορία της Δύσης (ίσως και της ανθρωπότητας).
Βλέποντας, στις δυο, παραπάνω, απεικονίσεις, την αρχική παράταξη των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων των 11.000 ανδρών (10.000 Αθηναίοι και 1.000 Πλαταιείς), στον κάμπο του Μαραθώνα και την την τελική εξέλιξή της, στην πορεία της μάχης, εναντίον των περσικών στρατιωτικών δυνάμεων (45.000, με 55.000 άνδρες), υπό τον Δάτι και τον Αρταφέρνη και “μηδίσαντες” Έλληνες (όπως, ο Ιππίας, ο γιος του παλαιού τυράννου των Αθηνών Πεισίστρατου, που ήταν συμβούλος των Περσών ηγετών), αντιλαμβανόμαστε τον μεγάλο στρατηγικό νου του αρχιστράτηγου των Ελλήνων Μιλτιάδη του Αθηναίου, ο οποίος, στις 12/9/490 πΧ (η ημερομηνία αυτή έχει προταθεί, από τον Γερμανό φιλόλογο και ιστορικό Philip August Beck, το 1855 και έχει επικρατήσει, συμβατικά, αλλά αυτό, που είναι σίγουρο, είναι ότι η μάχη του Μαραθώνα πραγματοποιήθηκε, τον Αύγουστο/Σεπτέμβριο του 490 πΧ), μετασχημάτισε την ελληνική στρατιωτική παράταξη, στο πρωινό, στο πρωινό εκείνης της ημέρας, που αποφάσισε να ξεκινήσει την μάχη, εξασθενίζοντας το κέντρο της παράταξης, στο οποίο ηγούνταν ο Θεμιστοκλής και ο Αριστείδης ο Δίκαιος, προκειμένου να προβεί, σε ελεγχόμενη τακτική υποχώρηση του κέντρου, που δέχτηκε το κύριο βάρος της περσικής στρατιωτικής δύναμης, ούτως ώστε ο περσικός στρατός να κλεισθεί, στην λαβίδα της μέγκενης των ενισχυμένων άκρων του ελληνικού στρατού, αριστερά, από τους Πλαταιείς και δεξιά, από τους Αθηναίους οπλίτες , υπό τον έμπειρο Καλλίμαχο, με αποτέλεσμα ο στρατός των Περσών να συντριβεί, αφήνοντας, στο πεδίο της μάχης 26.400 νεκρούς, ενώ οι Έλληνες είχαν απώλειες 192 Αθηναίων και 11 Πλαταιέων.
Το Κορινθιακό κράνος και το κρανίο Αθηναίου στρατιώτη, που πολέμησε, στον Μαραθώνα, τα οποια φυλάσσονται, στο καναδικό μουσείο, του Τοροντο του Καναδά.
Νεώτερες εκτιμήσεις υποβιβάζουν την δύναμη του περσικού στρατού στους 26.000 άνδρες και ανεβάζουν τους νεκρούς άνδρες των Ελλήνων, στους 3.000, με 5.000 άνδρες, ενώ αμφισβητείται και ο αριθμός των νεκρών Περσών.
Στην πραγματικότητα, θεωρώ ότι οι νεώτερες εκτιμήσεις είναι ασφαλισμένες. Ο Ηρόδοτος και οι άλλοι αρχαίοι ιστορικοί έχουν δίκιο, διότι οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς γνωριζόταν, μεταξύ τους και ήξεραν ποιούς και πόσους έχασαν, στην μάχη, ενώ, για τους Πέρσες, η αλήθεια είναι ότι υπάρχει ένα θέμα, με τον αριθμό των δυνάμεων τους και κυρίως των νεκρών τους, διότι αυτοί ήσαν άγνωστοι, στους Έλληνες.
Άλλωστε, ο περσικός στρατός δεν αποτελούνταν, μόνον, από Μήδους και Πέρσες, αλλά αποτελούνταν, από διάφορες φυλές της περσικής αυτοκρατορίας εκείνης της εποχής.
Επίσης, η αλήθεια είναι ότι ο περσικός στρατός, μετά την υποχώρησή του, που ήταν άτακτη, έπεσε, στους βάλτους της περιοχής, την ύπαρξη των οποίων δεν γνωρίζαν οι, ατάκτως, υποχωρούντες στρατιώτες, με αποτέλεσμα να πεθάνουν πολλοί, από τος άνδρες του Δάτι και του Αρταφέρνη, καθώς τους “κατάπιε” η βαλτώδης περιοχή.
Η αλήθεια, επίσης, είναι ότι, στο στρατόπεδο των Ελλήνων υπήρξε και μια διχογνωμία, ανάμεσα, στους στρατηγούς της ελληνικής στρατιωτικής παράταξης, για την έναρξη της μάχης, διότι είχε ζητηθεί βοήθεια, από τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι είχαν αποδεχθεί το αίτημα αυτό και έστειλαν στρατιωτικές δυνάμεις, που ήσαν, καθ’ οδόν, για να λάβουν μέρος, στην μάχη, αλλά, καθώς καθυστερούσαν, ο Μιλτιάδης, ως αρχιστράτηγος, έπεισε τους στρατηγούς και αποφάσισε να ξεκινήσει την μάχη, νωρίς το πρωί εκείνης της μέρας, που αυτή διεξήχθη, ενώ οι Σπαρτιάτες έφτασαν, στο πεδίο της μάχης, την επόμενη μέρα, προβάλλοντας, ως αιτιολογία της καθυστέρησης, το γεγονός ότι γιόρταζαν τα Κάρνια και δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν, πριν από την πανσέληνο. Ο Πλάτωνας αναφέρει και μια άλλη αιτία της καθυστέρησης των Σπαρτιατών, η οποία έχει να κάνει, με το ότι αντιμετώπιζαν προβλήματα, καθώς οι Μεσσήνιοι και οι είλωτες είχαν εξεγερθεί, εναντίον των Σπαρτιατών (πιθανότατα, από περσική υποκίνηση).
Οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους, στον Μαραθώνα, ανήγειραν μνημείο, από λευκή πέτρα, πάνω, στο οποίο χαράχτηκε το επίγραμμα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, ως ακολούθως :
«Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν».
Μετά την ήττα τους, οι Πέρσες έπλευσαν, με τον στόλο τους, για την Αθήνα, προκειμένου να την καταλάβουν, αλλά ο Μιλτιάδης, όμως, τους πρόλαβε, με αποτέλεσμα οι εχθροί να επιστρέψουν, στην Μικρά Ασία.
Η μάχη του Μαραθώνα τροφοδότησε λαϊκές παραδόσεις και μύθους, που περιέβαλαν, αργότερα, αλλά νωρίς, την νίκη των Ελλήνων, στον Μαραθώνα, ενώ διαμορφώθηκε και η πίστη ότι οι θεοί παρουσιάστηκαν και βοήθησαν, στην μάχη.
Ιδιαίτερα, αναφέρεται ο θεός Πάνας, που έφερε τον «πανικό», στους εχθρούς, ενώ, εκτός, από την ιστορία, με τον Φειδιππίδη, που όσον αφορά τον θάνατό του, στην Αθήνα, δεν ευσταθεί, ο Πλούταρχος αναφέρει ότι οι στρατιώτες είδαν και το “φάντασμα” του μυθικού βασιλιά της Αθήνας Θησέα να καθοδηγεί και να οδηγεί τον αθηναϊκό στρατό, στην νίκη.
Ο μυθικός Έχετλος, σε αρχαίο αγγείο.
Ο Παυσανίας αφηγείται, ότι, στην διάρκεια της μάχης, εμφανίστηκε ένας αγρότης, που κρατούσε μια μακρύτατη λαβή άροτρου και σκότωσε πολλούς Πέρσες, αλλά τους ήταν άγνωστος και μετά εξαφανίστηκε, χωρίς να τον βρουν, όταν τον αναζήτησαν. Ρώτησαν το μαντείο των Δελφών, από το οποίο έλαβαν την απάντηση ότι πρέπει να τιμήσουν τον Έχετλο (ή Εχετλαίο) - το όνομα προέρχεται, από την αρχαία λέξη εχέτλη , δηλαδή την λαβή αρότρου -, ενώ ο Ρωμαίος ιστορικός Κλαύδιος Αιλιανός, διηγείται ότι, στην μάχη του Μαραθώνα, πήρε μέρος και ένας …… σκύλος(!), που πολέμησε, γενναία, πλάι, στον ιδιοκτήτη του.
Ο Ηρόδοτος, τέλος, αναφέρει ότι, στην διάρκεια της μάχης, συνέβη κάτι πολύ παράξενο, ένας Αθηναίος στρατιώτης, ο Επίζηλος, γιός του Κουφαγόρα, ενώ πολεμούσε, ξαφνικά, έχασε την όρασή του και στα δύο του μάτια, παρόλο που δεν είχε συμβεί, τίποτε· δεν υπήρξε ο παραμικρός τραυματισμός του
Συνεχίζοντας, ο Ηρόδοτος γράφει ότι ο Επίζηλος διηγείται πως είδε έναν μεγαλόσωμο οπλίτη, που η γενειάδα του κάλυπτε ολόκληρη την ασπίδα του, και ότι αυτό το “φάντασμα” κρατούσε, στα χέρια του, ένα πολύ φωτεινό όπλο! Πέρασε, ακριβώς, δίπλα του, σκοτώνοντας Πέρσες αντιπάλους και αυτό ηταν το τελευταίο γεγονός, που είδε ο Επίζηλος γιατί, από κάποια υπερβολική λάμψη, τυφλώθηκε! (Ίσως, το “περιστατικό” αυτό να συνδέεται, με την προαναφερθείσα αφήγηση, για τον Θησέα).
Αλλά πέρα από τα, επιμέρους, γεγονότα της μάχης του Μαραθώνα, καθώς περνούν οι αιώνες και οι χιλιετίες από τότε - μην ξεχνάμε ότι, ήδη, πλέον, βρισκόμαστε 2.514 χρόνια, μετά από αυτήν την μάχη -, όπως και γενικά, από τους περσικούς πολέμους των Ελλήνων του 5ου πΧ αιώνα, αυτό, που μένει, είναι ότι η συνεισφορά αυτής της ελληνικής ηρωικής γενιάς είναι, ανεκτίμητη, με την έννοια ότι όσο και να την αποτιμήσουμε, σήμερα και όσο και αν αποτιμηθεί, στους αιώνες του μέλλοντος, πάντοτε θα απομένει ένα ανεξερεύνητο μέρος αυτής της κληρονομιάς, που ξεπερνά, κατά πολύ, τον ελληνισμό και την σύγχρονη Δύση και αποτελεί, πια, μια κοινή κληρονομιά του σύμπαντος κόσμου, δηλαδή της ανθρωπότητας.
Η σημασία εκείνης της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών, για την σύγχρονη Δύση, είναι κεφαλαιώδης, αξιακή, πολύτιμη, καθοριστική και υπαρξιακή.
Η μάχη αυτή, όπως και η ναυμαχία της Σαλαμίνας, 10 χρόνια, αργότερα, ανέκοψε την περσική επέκταση, στην Ευρώπη και φυσικά, προσδιόρισε, ανεξίτηλα, τις, μετέπειτα, ιστορικές εξελίξεις, όπως αυτές διαμορφώθηκαν και όπως αυτές έφθασαν, μέχρι τις ημέρες μας.
Πιθανότατα, οι μάχες των περσικών πολέμων, εκείνης της εποχής είναι και οι σημαντικότερες, στην ιστορία της ανθρωπότητας, η οποία είναι σαφές ότι δεν θα είχε φθάσει, σε αυτό το επίπεδο, στο οποίο βρίσκεται, σήμερα, χωρίς την σύγχρονη Δύση.
Κακά τα ψέματα· όσα και αν καταμαρτυρούμε, στον δυτικό ιμπεριαλισμό του Παλαιού και του Νέου κόσμου, δηλαδή της Ευρώπης και της Αμερικής, η παρουσία της Δύσης είναι αυτή, που προσδιόρισε τον καπιταλιστικό μετασχηματισμό όλων των σύγχρονων κοινωνιών του πλανήτη.
Και επίσης - κακά τα ψέματα -, είναι γεγονός ότι, χωρίς την μάχη του Μαραθώνα, την ναυμαχία της Σαλαμίνας αλλά και την ναυμαχία της Μυκάλης, η σύγχρονη Δύση δεν θα υπήρχε και η ανθρωπότητα θα είχε ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο, που, προφανώς, θα ήταν χειρότερος, από τον σημερινό.
Αλλά αυτό αφορά τα διεθνή· τα παγκόσμια πράγματα. Πέραν αυτών, όμως, υπάρχει και η ελληνική διάσταση του θέματος των περσικών πολέμων του 5ου Χ αιώνα και η τύχη του ελληνισμού και πέραν, από την αρχαία του διάσταση και υπόσταση.
Ο ελληνισμός της κλασσικής αρχαιότητας μπορεί να να υπέστη καταστροφή και να έπεσε, σε κατάπτωση, αλλά η αλήθεια είναι ότι η αλεξανδρινή εποχή και η ελληνιστική πολιτιστική ανάπτυξη, ανανέωσε τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, εντάσσοντας, σε αυτόν, ένα πλήθος άλλων φυλών, τις οποίες εξελλήνισε, για να “τιμωρηθεί”, έτσι, στην πορεία, με την έλευση και την επικράτηση του χριστιανισμού, που εξαφάνισε τον παρηκμασμένο αρχαιο ελληνικό κόσμο και τον αναμόρφωσε και επανεμφάνισε, ριζικά, διαφοροποιημενο.
Έτσι, όμως, μέσα από την “ειρωνία” της Ιστορίας, δημιουργήθηκε και ο μεσαιωνικός χριστιανικός ελληνισμός, ο οποίος δέχτηκε συντριπτικό χτύπημα, το 1204 μΧ, από τους βάρβαρους λατίνους Δυτικούς, με την πρώτη πτώση της Κωνσταντινούπολης, για να τον διαδεχθεί, κατόπιν, ο πρώιμος νέος ελληνικός κόσμος της εποχής του Βυζαντίου των Παλαιολόγων, ύστερα από την εκδίωξη των Λατίνων, που άντεξε, μέχρι την δεύτερη πτώση της Κωσταντινούπολης, το 1453, στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων του σουλτάνου Μεχμέτ Β’, του Πορθητή.
Παρά ταύτα και παρά το γεγονός ότι και ο νέος ελληνισμός έπεσε και αυτός, σε κατάπτωση, κατά την οθωμανική κατοχή, τελικά, μετά από αιώνες, εμφανίστηκε και πάλι, στο ιστορικό προσκήνιο, πριν το 1821, αλλά, κυρίως, τότε, με την ελληνική επανάσταση της δεκαετίας του 1820 και το νέο ελληνικό κράτος, το οποίο υπάρχει - έτσι όπως υπάρχει -, μέχρι σήμερα.
Ένα νέο δυστύχημα είναι - και πραγματικά, με πιάνει μελαγχολία και διακατέχομαι, από συναισθήματα, τα οποία φθάνουν, στο επίπεδο της οδύνης, παρατηρώντας τα ωμά, σκληρά και αμείλικτα μακρόχρονα μακροοικονομικά δεδομένα του, παραπάνω, συγκριτικού πίνακα του εξελικτικού συσχετισμού των δυνάμεων, ανάμεσα “στον Πάτροκλο και στον Αχιλλέα”, για να θυμηθώ τον Mustafa Kemal πάσα, μετά την ελληνική στρατιωτική συντριβή, στον μικρασιατικό πόλεμο και την ακολουθήσασα ολοσχερή καταστροφή του προαιώνιου μικρασιατικού ελληνισμού, (οποία εποχική σύμπτωση!), τον Αύγουστο/Σεπτέμβριο του 1922, που είπε, ως βαθύς γνώστης της Ιστορίας, το μνημειώδες «Ο Πάτροκλος, τελικά, νίκησε τον Αχιλλέα» -, το γεγονός της μακροχρόνιας παρακμής του σύγχρονου νέου ελληνισμού ο οποίος αποτελεί μια απόκοσμη, έστω και στρεβλωμένη, ιστορική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού κόσμου, ως απόμακρη, αλλά, όμως, υπαρκτή πολιτισμική και όχι, ως βιολογική, του συνέχεια.
Δυστυχώς, εάν συνεχιστεί η παρούσα πορεία της κατάπτωσης του νέου ελληνισμού, δεν αποκλείεται, μέσα στο βάθος του χρόνου κάπου στο μέλλον, το ελληνικό έθνος να εξαφανισθεί και πάλι, από το ιστορικό προσκήνιο όπως, άλλωστε, έχει συμβεί σε ένα τεράστιο πλήθος άλλων λαών και εθνών στην εξέλιξη της παγκόσμιας Ιστορίας, τους οποίους “αυτή” τους κατάπιε και τους εξαφάνισε.
Αλλά το γεγονός ότι και οι αρχαίοι Έλληνες, στην πορεία του χρόνου, παρήκμασαν και βρεθήκαν κατακτημένοι από τους Ρωμαίους και το πρώιμο Βυζάντιο, για να αναγεννηθεί, έστω στρεβλά και “παρά φύσιν”, ο διαστραφείς χριστιανικός μεσαιωνικός ελληνισμός, με κάνει να ελπίζω ότι αυτή η σημερινή μακρά πορεία της ελληνικής παρακμής μπορεί να αναταχθεί και να αντιστραφεί, κάποια στιγμή στο μέλλον.
Και μια και γίνεται λόγος για την έννοια του έθνους, επειδή οι σύγχρονοι “νεωτεριστές” ιστορικοί θέλουν να πείσουν, ισχυριζόμενοι ότι η έννοια του έθνους είναι νεωτεριστική έννοια η οποία γεννήθηκε μετά την εποχή της Αναγέννησης, από τον αστικό/καπιταλιστικό κόσμο, χωρίς να προϋπάρχει, ως έννοια και περιεχόμενο, πρέπει να αναφέρω, εδώ, ότι όλα αυτά αποτελούν μία σκέτη ανοησία.
Οι αρχαίοι Έλληνες, παρά το γεγονός ότι ήσαν ενταγμένοι, σε πόλεις-κράτη, που υπερασπίζονταν, ταυτιζόμενοι, με αυτές, γνώριζαν, πάρα πολύ καλά, το γεγονός ότι αποτελούσαν μια ομοεθνία ένα, έθνος ελληνικό, παρά τις σφοδρότατες αιματηρότατες και καταστροφικές διαμάχες και πολέμους που είχαν μεταξύ τους και που, άλλωστε, τους οδήγησαν, στην παρακμή και στην επικράτηση των ελληνογενών Μακεδόνων του Φίλιππου και του Αλέξανδρου.
Επίσης, άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, εκείνη την εποχή, στην άλλη άκρη του κόσμου, στην νοτιοανατολική Ευρασία υπήρχε το αρχαίο κινέζικο έθνος, που δεν περίμενε τους “νεωτεριστές” ιστορικούς της σύγχρονης εποχής, για να του πουν ότι δεν ήταν έθνος.
Αυτή είναι η αλήθεια και κάθε τι περισσότερο, πραγματικά, περιττεύει.
Σχόλια
Δεν ομιλώ, για βιολογική συνέχεια· αν και αυτή, σε κάποιους, έστω λίγους, ή περισσότερο, από λίγους, είναι υπαρκτή. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία.
Κυρίως, υπάρχει η γλωσσική συνέχεια και η συνείδηση του ανήκειν.