Γραμμική γραφή Β : Επεκτείνοντας την ελληνική Ιστορία, από τον 8ο πΧ αιώνα , πίσω από τον 15ο αιώνα πΧ. (Από τον Arthur Evans και την Alice Kober, στους Michael Ventris και John Chadwick).
Η μεγάλη πλειοψηφία όσων κατοικούμε, στον σημερινό ελλαδικό χώρο, θεωρούμε τον εαυτό μας και αυτοονομαζόμαστε, ως Έλληνες. Στην πραγματικότητα, βέβαια, αυτό που συμβαίνει είναι ότι είμαστε νεοέλληνες και αυτό έχει διαφορά, όπως εχω εξηγήσει και στο όχι και πολύ παλαιό δημοσίευμά μου, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο : 4ος - 15ος αιώνας μ.Χ., έως σήμερα : Η δύσκολη, επίπονη και κυρίως, εκτρωματική γέννα του νέου Ελληνισμού, πάνω στα ερείπια και την καταστροφή, που επέφερε ο Χριστιανισμός, επί του αρχαίου Ελληνισμού. (Γεννάδιος Σχολάριος : «Ἕλλην ὢν τῇ φωνῇ, οὐκ ἄν ποτε φαίην Ἕλλην εἶναι, διὰ τὸ μὴ φρονεῖν ὡς ἐφρόνουν ποτὲ Ἕλληνες· ἀλλ’ ἀπὸ τῆς ἰδίας μάλιστα θέλω ὀνομάζεσθαι δόξης. Καὶ εἴ τις ἔροιτό με τίς εἰμί, ἀποκρινοῦμαι χριστιανὸς εἶναι»), στο οποίο αναφέρθηκα και εξέτασα την περίοδο των παρυφών της ελληνικής αρχαιότητας με τον μεσαιωνικό ελληνισμό αναφερόμενος, ιδιαίτερα και κυρίως, στην καταστροφή του αρχαίου ελληνικού κόσμου, από την έλευση, την επικράτηση και την επέλαση της χριστιανικής βαρβαρότητας.
Τώρα ήρθε η ώρα να αναφερθώ, στην βαθιά ελληνική αρχαιότητα, μέσα από την ανακάλυψη και την ερμηνεία της Γραμμικής γραφής Β, που μεγεθύνει, κατά πολλούς αιώνες, την ιστορία του αρχαίου Ελληνισμού, από τον 8ο αιώνα προ Χριστού, πολύ πίσω, στην Ιστορία, δηλαδή στον 15ο αιώνα προ Χριστού και ακόμη, περισσότερο.
Αυτό το σημαντικό γεγονός ξεκίνησε όταν, στις αρχές του 20ου αιωνα, ο Arthur Evans ανακάλυψε στην Κνωσό της Κρήτης, περίπου 3.000 δίσκους, με μια άγνωστη γραφή, γραμμένη, σε ένα άγνωστο αλφάβητο, το οποίο ήταν γραμμικό αλφάβητο, είχε δυο εκδοχές και δεν ήταν ιερογλυφική γραφή, από συνδυασμό ιδεογραμμάτων.
Οι δίσκοι αυτοί, που βρέθηκαν, στα ερείπια της αρχαίας πόλης της Κνωσού, ηταν προφανές ότι ξεπερνούσαν, κατά πολύ, την, έως τότε, γνωστή ελληνικη ιστορία της αρχαιότητας και ότι, προφανώς, αφορούσαν έναν άλλο πολιτισμό, που υπήρξε και έφθασε, στην ακμή του, πριν από 3.500-4.000 χρόνια.
Τους κατοίκους της Κρήτης εκείνης της εποχής ο Arthur Evans τους ονόμασε Μινωίτες, από τον μυθικό βασιλιά Μίνωα, που, στην ελληνικη μυθολογία, εμφανιζόταν, ως φύλακας του Μινώταυρου. Ο Arthur Evans Θα προσπαθήσει, στην συνέχεια, για 30 χρόνια, να λύσει το μυστήριο και να αποκρυπτογραφήσει την Γραμμική γραφή Β χωρίς να τα καταφέρει. Θα το καταφέρει αργότερα στη δεκαετία του 1950 ο Michael Ventris, στηριζόμενος, όμως, σε ένα υπόβαθρο ενός συλλογικού έργου, το οποίο δημιουργήθηκε, από ανθρώπους, που, όπως ο Arthur Evans, παρά τα λαθη του, έθεσαν τα θεμέλια του, πολύ σημαντικού, φυσικά, επιτεύγματος του Michael Ventris.
Παρά την προσπάθεια, για την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής γραφής Β αλλά και της Γραμμικής γραφής Α η οποία διέφερε από την γραμμική γραφή Β αν και ήταν παρόμοια και ο Arthur Evans την ονόμασε έτσι, επειδή χρησιμοποιούσε γραμμικούς χαρακτήρες - που ήσαν, εντελώς, διάφοροι, από τους απεικονιστικούς χαρακτήρες της μινωικής ιερογλυφικής γραφής - χαραγμένους σε πήλινες πινακίδες είχε βαλτώσει, εξαιτίας και του γεγονότος ότι, επί μακρύ χρονικό διάστημα, η Γραμμική γραφή Β εθεωρείτο ότι ήταν ετρουσκική και όχι ελληνική Αλλά τα πράγματα παρέμεναν σε αδιέξοδο επειδή δεν μπορούσε να βρεθεί ο τρόπος μεταφράσεις αυτής της άγνωστης γλώσσας, η οποία κρυβόταν, μέσα στις γραμμές αυτών των δύο αγνώστων Γραμμικών γραφών, της Α και της Β, ώσπου η Αμερικανίδα ερευνήτρια Alice Kober παρατήρησε ότι ομάδες συμβόλων, που ονομάστηκαν “τα τρίδυμα της Kober”, φανέρωναν κλίση λέξεων, γεγονός, το οποίο υποψία σε τους ερευνητές να καταλήξουν, στο συμπέρασμα ότι η Γραμμική γραφή Β, ήταν μια γλώσσα, με γραμματικούς κανόνες όπως τα αρχαία ελληνικά και τα Λατινικά και δεν είχε καμμία σχέση, με την ετρουσκική γλώσσα, ή μια πρώιμη μορφή των Βασκικών, που η προϊνδοευρωπαϊκή καταγωγή της γλώσσας αυτής υποψιάζε τους ερευνητές ότι μπορούσε να υποκρύπτεται, στην γραμμική γραφή Β.
Με βάση τις μεθόδους της Alice Kober και εν όψει των νέων δίσκων, που ανακαλύφθηκαν, στην Πύλο, (συνολικά, μέχρι το 2010, έχουν βρεθεί, γύρω, στα 5.000 κείμενα στην Γραμμική Β, κυρίως δίσκους - πινακίδες και πολύ λιγότερα, σε αγγεία. Από αυτά, κάπου, στα 3.000 προέρχονται, από την Κνωσό, κάπου, στα 1.400, από την Πύλο, κάπου, στα 300 από την Θήβα, 90, από τις Μυκήνες, ενώ μικρότερος αριθμός προέρχεται από τα Χανιά, τα Μάλια, την Τίρυνθα, τον Ορχομενό, την Ελευσίνα και άλλα μέρη της χώρας μας), ο Michael Ventris μπόρεσε, λόγω της συμβολιστικής μοναδικότητας, που παρουσίαζαν, στα αρχαία αυτά κείμενα, της Κρήτης, να αντιληφθεί ότι αφορούσαν τοπωνύμια.
Στην συνέχεια, μέσα απο την παρατήρηση των κειμένων και προβαίνοντας, σε αντιστοιχίσεις, κατάφερε να βρει την έννοια και άλλων συμβόλων και να οδηγηθεί, στο συμπέρασμα και να τεκμηριώσει ότι η Γραμμική Β ήταν ελληνική συλλαβιστική γραφή (με κάποια ιδεογραμματικά στοιχεία) και όχι Μινωική, ή κάποια άλλη, όπως πίστευε ο Arthur Evans, αποδεικνύοντας ότι, στην εποχή των πινακίδων, αλλά και αδιευκρίνιστο καιρό προηγουμένως, η Κρήτη δεν ήταν τμήμα του Μινωικού, αλλά του ελληνικού Μηκυναϊκού κόσμου.
Michael Ventris (12/7/1922 - 6/9/1956).
Τελικά, πολύ αργότερα, από την ανακάλυψη των δίσκων - πινακίδων και μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες αρχαιολόγων και γλωσσολόγων, που, αρχικά, όλοι τους αποπροσανατολίστηκαν, η Γραμμική γραφή Β αποκρυπτογραφήθηκε, το 1952 από τον … αρχιτέκτονα Michael Ventris, με την βοήθεια του κλασικού φιλολόγου John Chadwick, που, στην συνέχεια, δημοσίευσαν το ιστορικό βιβλίο "Documents in Mycenaean Greek" και ένα, επίσης, ιστορικό άρθρο, στο Journal of Hellenic Studies, ερμηνεύοντας 65, από τα 88, τότε, γνωστά σύμβολά της Γραμμικής γραφής Β και διατύπωναν τους ουσιώδεις και βασικούς κανόνες της ορθογραφίας της, εμφανίζοντας, στον κόσμο την ύπαρξη μια αρχαϊκής ελληνικής διαλέκτου, παλαιότερης, κατά, τουλάχιστον, πέντε αιώνες, από τα ομηρικά αρχαία ελληνικά. Μάλιστα, αναφέρεται ότι ο Michael Ventris, το 1954, εργάστηκε ως σχεδιαστής, σε ανασκαφές στο Εμποριό της Χίου και μετέφραζε πινακίδες, με την Γραμμική γραφή Β, αμέσως, μόλις γινόταν η ανασκαφή τους.
Η Γραμμική Β περιλαμβάνει 89 συλλαβογράμματα, με φωνητική αξία και περί τα 260 λογογράμματα (ιδεογράμματα), που αποδίδουν διάφορες έννοιες (άνδρας, γυναίκα, αγελάδα, λάδι, κρασί κλπ) και σύμβολα, που αφορούν αριθμούς και τα κείμενά της είναι, στην μεγάλη πλειοψηφία τους, λίστες εφοδίων και επιγραφές εμπορευμάτων, είναι κατανοητό ότι η η αξία τους ως πρωτογενείς πηγές, για την οικονομία, το εμπόριο, τα κοινωνικά στρώματα, την θρησκεία και την διοικητική οργάνωση της Ελλάδας της μυκηναϊκής εποχής είναι τεράστια και παραμένει, ιστορικά, ανεκτίμητη, αφού, μέχρι τώρα, έχει αποκρυπτογραφηθεί το 87% των κειμένων της Γραμμικής γραφής Β, αν και έχουν γίνει πολλές προσπάθειες, για να ερμηνευθούν και τα υπόλοιπα 17, περίπου, σύμβολα, την συλλαβική αξία των οποίων δεν γνωρίζουμε.
Η αλήθεια είναι ότι η Γραμμική γραφή Β, ως συλλαβική γραφή, δεν αποδίδει τα ελληνικά με την απαραίτητη ακρίβεια, γεγονός, που φαίνεται να σημαίνει ότι η γραφή από την οποία προέρχεται - δηλαδή η Γραμμική γραφή Α, που, αφορά άλλη άγνωστη μη ελληνική γλώσσα - δεν είχε κατασκευασθεί, ως ελληνικη γραφή, αλλά αυτής της άλλης άγνωστης γλώσσας, στην οποία και ηταν προσαρμοσμένη. Έτσι, αυτή η δυσκολία, στην απόδοση της ελληνικής γλώσσας, στην συνέχεια, αφέθηκε και κατέπεσε, σε αχρησία, για να αντικατασταθεί, από το σημερινό φοινικικές - μάλλον - προέλευσης ελληνικό αλφάβητο.
Πάντως, αυτό, που έχει γίνει γνωστό, είναι το ότι, με βάση τον γραφικό χαρακτήρα των γραφέων, βγαίνει το συμπέρασμα ότι τους δίσκους - πινακίδες της Κνωσού γράφτηκαν, από, τουλάχιστον, 60 διαφορετικούς γραφείς, ενώ οι δίσκοι - πινακίδες της Πύλου, τουλάχιστον, από 30 διαφορετικούς γραφείς.
Αλλά αυτό, που έχει ύψιστη σημασία είναι ότι οι δίσκοι - πινακίδες της Γραμμικής Β, που μας δίνουν πληροφορίες, για την ελληνική γλώσσα της εποχής, είναι τα πρώτα γραπτά μνημεία της και αποτελούν πολύτιμους μάρτυρες της αδιάσπαστης ενότητας και συνέχειας ιστορίας της ελληνικής γλώσσας, μέχρι τις ημέρες μας.
Άλλωστε αυτό είμαστε και σήμερα, ως νεοέλληνες.
Είμαστε λίγο πολύ η γλώσσα, που μιλάμε και για την ακρίβεια η γλώσσα που μάθαμε να μιλάμε.
Και για να τελειώνω, θα πρέπει να σημειώσω το γνωστό γεγονός ότι η Γραμμική γραφή Α δεν έχει σταθεί δυνατό να αποκρυπτογραφηθεί.
Αυτό σημαίνει ότι η αρχαία μινωική γλώσσα που προϋπήρξε της ελληνικής γλώσσας, στην Κρήτη και την οποία ο Arthur Evans είχε την ελπίδα ότι επρόκειτο να αποκρυπτογραφήσει, παραμένει να αποτελεί ένα ανεπίλυτο ένα αίνιγμα.
Και μάλλον, είναι πολύ δύσκολο να αποκρυπτογραφηθεί. Αν και κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει το απώτερο και το απώτατο μέλλον.
Σχόλια