Τί ψάχνει να βρει και τί γυρεύει ο Αντωνάκης ο Σαμαράς, κάνοντας αντιπολίτευση, στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που (επισήμως και όχι ανεπισήμως) τον αγνοεί; Απλώς, καθώς δεν υπάρχει άλλη αντιπολίτευση, στην κυβέρνηση, δηλώνει, ως ο επίσημος κομματάρχης της Δεξιάς. Αλλά, έτσι, όμως, αναλαμβάνει ρίσκα, τα οποία ο ίδιος δεν είναι, σε θέση να τα διαχειριστεί…
Η οξεία αντίδραση του Αντώνη Σαμαρά, στην επιχειρούμενη κυβερνητική ρύθμιση των υπουργείων Εργασίας και Μεταναστευτικής Πολιτικής, για την χορήγηση αδειών διαμονής, σε μετανάστες, που βρίσκονται στη χώρα μας, με σκοπό την εργασία, μπορεί να αιφνιδίασε τον Κυριάκο Μητσοτάκη και, προφανώς, θα προκάλεσε έκπληξη, στους κατοικοεδρεύοντες, στο μέγαρο Μαξίμου, αλλά είναι σαφές ότι, μετά το αρχικό μούδιασμα και την σχετική σύγχυση, που δημιουργήθηκε, ο πρωθυπουργός πήρε την κατάσταση στα χέρια του και επιδεικνύει, όντας ανυποχώρητος, στην υποστήριξη της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας, που ανέλαβαν να περάσουν, στην βουλή, ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Δημήτρης Καιρίδης, το ποιός κουμαντάρει τα πράγματα και στην κυβέρνηση και στην βουλή, αλλά και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Το αντικείμενο της αντιπαράθεσης, ανάμεσα στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και στον Αντώνη Σαμαρά, δεν έχει καμία σημασία. Είναι δευτερεύον και η ουσία του όλου ζητήματος βρίσκεται στο ίδιο το γεγονός της αντιπαράθεσης του τωρινού πρωθυπουργού και αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας, με τον πρώην πρωθυπουργό και πρώην αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας.
Το ερώτημα είναι τί ψάχνει να βρει, τί γυρεύει και τί επιδιώκει ο Αντώνης Σαμαράς.
Αυτό που θεωρώ δεδομένο, είναι ότι, εν όψει, της, σχεδόν, πλήρους ανυπαρξίας σοβαρής αντιπολίτευσης, στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο Αντώνης Σαμαράς φαίνεται ότι επιδιώκει να αποτελέσει αυτός έναν ιδιορρυθμό ενδοκομματικό ρόλο αντιπολίτευσης, ως κομματάρχης της παλαιάς δεξιάς.
Για αυτόν τον λόγο μιλάει, για τα ελληνοτουρκικά, τον γάμο και τις υιοθεσίες των ομόφυλων ζευγαριών και για το μεταναστευτικό, προκειμένου να καταστήσει σαφές, χωρίς αμφισβητήσεις, ότι αυτός είναι ο εκπρόσωπος της κομματικής και κυρίως, της παραταξιακής δεξιάς.
Ένα άλλο ερώτημα, που τίθεται, είναι το, εάν υπάρχει κενός πολιτικός χώρος, για αυτού του είδους τις ενέργειες.
Όπως δείχνει η, παραπάνω, πίτα της δημοσκόπησης της “Interview”, που διεξήχθη, πριν δέκα ημέρες, σε σχέση με την πρόθεση ψήφου της ίδιας εταιρείας δημοσκοπήσεων, όπως και η εκτίμηση ψήφου της MRB, είναι δεδομένη η ύπαρξη του φαινομένου του “ελληνικού πολιτικού παράδοξου” [για το οποίο έχω κάνει λόγο, στο δημοσίευμά μου, σε αυτό, εδώ, το μπλογκ, με τίτλο : Το “ελληνικό πολιτικό παράδοξο” : Ενώ το 60% των πολιτών κρίνει ότι η Ελλάδα κινείται, προς την λάθος κατεύθυνση, η κυβέρνηση και η Νέα Δημοκρατία κυριαρχούν! Μια ανάλυση των αιτίων και των αιτιών, με βάση τα στοιχεία της δημοσκοπικής έρευνας της Metron Analysis, τον Οκτώβριο του 2023. (Οι δημοσκοπήσεις φαίνεται πως έχουν στρώσει)], που συγκροτείται, από την ευρεία δυσαρέσκεια, απέναντι στην κυβέρνηση, σε επίπεδο άνω του 60% του εκλογικού σώματος και πολιτικά, από το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία και η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι, απολύτως, κυρίαρχες, διότι, απλούστατα, δεν υπάρχει κάποια, έστω και στοιχειωδώς, υπαρκτή αντιπολίτευση, τα επίπεδα των μεγαλύτερων κομμάτων της οποίας (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ) κινούνται, στα, εντυπωσιακώς, χαμηλά επίπεδα, που κινούνται, από το 9,7%, έως το 14,6%, την στιγμή, που το κυβερνητικό κόμμα κινείται, στα ρετιρέ του 38,8%, με χαμηλότερο ποσοστό το 31,2%.
Μέσα στα πλαίσια αυτά φαίνεται ότι ο Αντώνης Σαμαράς θεωρεί ότι υπάρχει ένα σημαντικό πολιτικό ακροατήριο, το οποίο θα ήταν διατεθειμένο να ακούσει και να συμμεριστεί τις εμφανιζόμενες, ως διαφωνίες του, με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η αλήθεια είναι ότι ναι, η δυσαρέσκεια, απέναντι στην κυβέρνηση, είναι σαφής και δεδομένη, πλην όμως, δεν μπορεί να βρει εκφραστή, μέσα στο σημερινό ελληνικό πολιτικό τοπίο, διότι το σύνολο της αντιπολίτευσης βρίσκεται, σε κατάσταση πλήρους ρευστοποίησης και το πεδίο, εντός αυτής, αποτελεί μια τεράστια κινούμενη άμμο, της οποίας το καταστάλαγμα, το σημείο ισορρόπησής της δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί, αυτόν τον καιρό και τουλάχιστον, έως τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2024 και ίσως και μετά από αυτές, για άγνωστο χρονικό διάστημα.
Ως εκ τούτου, ο Αντώνης Σαμαράς νομίζει ότι, εκ του ασφαλούς, μπορεί να εμφανιστεί και να διεκδικήσει τον ρόλο του εκφραστή της παραδοσιακής δεξιάς και ίσως και ευρύτερα, στον λεγόμενο χώρο του κέντρου· εγώ θα έλεγα: του χώρου του μη ταυτιζόμενου πολιτικά και κυρίως, κομματικά, τμήματος του εκλογικού σώματος, το οποίο είναι διευρυμένο, σε σημαντικό βαθμό.
Ο Αντωνάκης Σαμαράς, όμως, σφάλλει. Δεν είναι αυτός, που μπορεί να αποκτήσει την εύνοια αυτού του διευρυμένου κοινού των δυσαρεστημένων πολιτών.
Δυστυχώς, γι’ αυτόν, έχει ταυτισθεί, με το κακό παρόν του σύγχρονου ελληνισμού, από την εποχή του 2010 - 2011, που το έπαιζε, εκ του ασφαλούς, “αντιμνημονιακός”, με τα “Ζάππεια” και εν τέλει, πήρε μέρος στην κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου και συνομολόγησε, ψήφισε και στήριξε την εφαρμογή του 2ου Μνημονίου, το 2012, για να καταβαραθρώσει την Νέα Δημοκρατία, στις βουλευτικές εκλογές της 6/5/2012, στο επαίσχυντο ποσοστό του 18,85%(!), για να φθάσει τον Ιούνιο του 2012, να σχηματίσει την βαθύτατα μνημονιακή συγκυβέρνηση, με το ΠΑΣΟΚ του Βαγγέλη Βενιζέλου, με αποτέλεσμα να τον σιχαθεί η ελληνική κοινωνία και να ψηφίσει, στις βουλευτικές εκλογές της 25/1/2015, τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, πετώντας τον Σαμάρα, στον σκουπιδοτενεκέ της πολιτικής Ιστορίας του τόπου μας.
Με λίγα λόγια, ο Αντωνάκης Σαμαράς είναι βαθύτατα και βαρύτατα, ανυπόληπτος, στην ελληνική κοινή γνώμη και παρά το γεγονός ότι ο ίδιος αρνείται να το αποδεχθεί, δεν έχει καμμία τύχη και καμμία ελπίδα να μπορέσει να εκφράσει οποιοδήποτε τμήμα των δυσαρεστημένων, από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αφού, απλούστατα, είναι ανεπιθύμητος και απόβλητος.
Παρά ταύτα, όμως, την όποια ζημιά του - μικρή, ή μέτρια -, στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, την κάνει. Και αυτό είναι, που δημιουργεί έναν εκνευρισμό, στον τωρινό πρωθυπουργό και στην οικογένειά του, που όλοι μαζί τα έχουν μαζεμένα, στον Αντώνη Σαμάρα, από, τότε, που, έχοντας χρηματοδοτηθεί, τον Σεπτέμβριο του 1993, από τον Σωκράτη Κόκκαλη αι από άλλους της ελληνικής οικονομικής ολιγαρχίας, ανέτρεψε την κυβέρνηση του πατέρα του σημερινού πρωθυπουργού Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Αλλά, τώρα, έχουν αλλάξει, άρδην, τα πολιτικά πράγματα της χώρας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και δεν εξαρτάται, από τις ψήφους της ανύπαρκτης, πλέον, ομάδας του Αντώνη Σαμάρα, που έχει διαλυθεί, στα εξ ών συνετέθη.
Γι’ αυτό και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ασκεί την κυβερνητική πολιτική, αποφασιστικά και χωρίς καμμία υποχώρηση, στις αιτιάσεις του Αντώνη Σαμάρα, τον οποίο, επί της ουσίας, επισήμως, αγνοεί, αλλά, ανεπισήμως, ενοχλείται και εφ’ όσον αυτή η ιδιότυπη εσωκομματική αντιπολίτευση (που, στην ουσία της, αποτελεί “κλεφτοπόλεμο”) συνεχισθεί ο Αντώνης Σαμαράς θα υποστεί τις συνέπειες αυτής της στάσης και αυτών των έργων του.
Για τον λόγο αυτόν, η επιφανειακώς, αδιάφορη ανοχή, που επιδεικνυει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στον Αντώνη Σαμάρα, πρόκειται να έχει ένα απότομο τέλος.
Γι’ αυτό και ο Αντωνάκης θα πρέπει να προσέχει το τί λει και το τί πράττει. Και παρά πολύ, μάλιστα
Διότι αναλαμβάνει ρίσκα, τα οποία δεν μπορεί να τα διαχειρισθεί…
Σχόλια