4/2023 : Συνεχίζεται η πτωτική τάση της ΝΔ (28,2%) και η στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ (25,9%), ενώ το ΠΑΣΟΚ έχει πάρει τον κατήφορο (8,9%). Άνοδος των υποτιθέμενων ως αντισυστημικών κομμάτων KKE (5,4%), MEPA25 (3,3%), των “λοιπών κομμάτων” (8,8%), με στασιμότητα της Ελληνικής Λύσης 4,1%) και των λεγόμενων “αναποφάσιστων” (15,4%), σύμφωνα με το φιλοσυριζαϊκό “Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς”.
Την δημοσκόπηση του Απριλίου 2023, που δημοσίευσε το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, το οποίο είναι γνωστό ότι πρόσκειται, στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, θα δούμε, σήμερα, στο παρόν δημοσίευμα, γνωρίζοντας, βέβαια, τις δεδομένες πολιτικές και κομματικές δεσμεύσεις, που έχει το Ίδρυμα αυτό και φυσικά, μπορούμε να διατηρούμε τις πρέπουσες επιφυλάξεις μας και για τον τρόπο παρουσίασης των στοιχείων, που παραθέτει αυτή η δημοσκοπική έρευνα, αλλά, σε κάποια σημεία και για τα ίδια τα στοιχεία, που αυτή παραθέτει.
Δεν είναι τα ποσοστά, στην πρόθεση (και όχι, ορθότατα, στην εκτίμηση) ψήφου, που αφορούν τους κομματικούς πρωταγωνιστές της εκλογικής αναμέτρησης, για την ανάδειξη της νέας βουλής, της 21ης Μαΐου 2023, την Νέα Δημοκρατία του πρωθυπουργεύοντος Κυριάκου Μητσοτάκη και του ΣΥΡΙΖΑ, αυτά, που με κάνουν να είμαι σκεπτικός, για την δημοσκόπηση αυτή. Πράγματι, αυτόν τον καιρό, 35, περίπου, ημέρες, πριν από την διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών, η Νέα Δημοκρατία κινείται, κάτω από το δημοσκοπικό όριο του 30% και το 28,2%, που καταγράφει, ως ποσοστό του κυβερνητικού κόμματος, η εξεταζόμενη δημοσκόπηση φαίνεται ρεαλιστικό και μπορώ να ισχυρισθώ ότι είναι, δεδομένων των συνθηκών, ικανοποιητικό, για το κόμμα των Ελλήνων νεοσυντηρητικών.
Άλλωστε, όσο και αν τα χρονικά περιθώρια στενεύουν, η αλήθεια είναι ότι υπάρχει, ακόμη, ικανό χρονικό διάστημα, έως την ημέρα των εκλογών, ούτως ώστε η Νέα Δημοκρατία να βελτιώσει και μάλιστα, αρκετά, τα εκλογικά ποσοστά της, τα οποία, όπως έχω εκτιμήσει, προτού, ακόμη, προκύψει το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, αργά το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023, μπορούν να φθάσουν, στα επίπεδα, έως του 33%. Βέβαια, το βαρύ κλίμα, εις βάρος του κυβερνητικού κόμματος, που βρήκε την ευκαιρία, ως αφορμή, να συγκεκριμενοποιηθεί και να ενσταλαχθεί, στην ελληνική κοινωνία και στο, εν δυνάμει, διαμορφούμενο εκλογικό σώμα, δημιουργεί πρόσθετες και όχι αμελητέες, αλλά μεγάλες δυσχέρειες, στην εκλογική προσπάθεια της παρούσας κυβέρνησης και του κόμματός της να καταφέρουν να πλησιάσουν και να φθάσουν, σε αυτό το, κατ’ εμέ, ανώτατο όριο του πιθανού εκλογικού ποσοστού του 33%. Για να φθάσει, σε αυτό το ποσοστό η ΝΔ θα πρέπει να “ιδρώσει την φανέλα”, πάρα πολύ και πάλι πολύ δύσκολα θα τα καταφέρει· αν τα καταφέρει, κάτι, που, προς το παρόν, δεν φαίνεται.
Αυτό συμβαίνει, κατά την γνώμη μου, όχι επειδή το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών άλλαξε, επί της ουσίας, τον υφιστάμενο συσχετισμό δυνάμεων, ανάμεσα στην Νέα Δημοκρατία και στον ΣΥΡΙΖΑ, αφού το κυβερνόν κόμμα είναι, σταθερά, πρώτο, στις προτιμήσεις των καταμετρούμενων, στις διάφορες δημοσκοπήσεις, από τον Ιούλιο του 2019 (και για να πάμε, στο απώτερο παρελθόν, από τον Ιανουάριο του 2016), μέχρι τώρα και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταγράφεται, ως, σταθερά, δεύτερο, με μεγάλη απόσταση, από το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ της μακαρίτισσας Φώφης Γεννηματά και εδώ και ενάμισυ, περίπου χρόνο, του διαδόχου της Νίκου Ανδρουλάκη, το οποίο, μετά από μια σαφή τόνωση των ποσοστών του, από τον Δεκέμβριο του 2021, που απέκτησε τον νέο αρχηγό, τώρα, βρίσκεται, σε μια διαδικασία δημοσκοπικού ξεφουσκώματος και κινείται, στο 8,9%, με σαφή καθοδική τάση, όπως καταγράφεται, στην τωρινή δημοσκόπηση. [Δείτε το περυσινό δημοσίευμα, σε αυτό, εδώ, το μπλογκ, με τίτλο : Μάρτιος - Αύγουστος 2022 : Σε χαμηλές πτήσεις κινούνται οι δημοσκοπικές επιδόσεις των κομμάτων. (Θα παίξει ρόλο η υπόθεση των υποκλοπών; Υπό προϋποθέσεις, ναι, αλλά)…., στο οποίο προκύπτει ότι η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται, περίπου, στα ίδια, με τα τωρινά δημοσκοπικά ποσοστά, στην πρόθεση ψήφου (29,2%, τον Μάρτιο του 2022, έναντι 29,3%, τον Αύγουστο του 2022), αλλά, πάντως, όχι με πολύ μεγαλύτερη απόσταση - ιδίως, στην μέτρηση του Αυγούστου του 2022 (24,4%), έναντι του Μαρτίου του 2022 (22,9%) -, από τον δεύτερο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μείωσε, πολύ την απόσταση αυτή, έστω και αν παραμένει, σε, αρκετά, χαμηλά ποσοστά, σε σχέση με το ποσοστό του 31,53%, που έλαβε, στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019].
Ως εκ τούτου, η δυσχέρεια ικανοποιητικής εκτίμησης του μέλλοντος οριστικού εκλογικού αποτελέσματος της 21/5/2023 οφείλεται, στην δεδομένη αδυναμία ουσιαστικής πρόγνωσης των εσώτερων τάσεων, που βρίσκονται, υπό διαμόρφωση, στο εκλογικό σώμα, κάποιες εκ των οποίων είναι έκδηλες και κάποιες όχι.
Για να απαριθμήσουμε αυτές τις υπόγειες τάσεις, που τείνουν να διαμορφώνονται, στο εκλογικό σώμα, είναι απαραίτητο να τις ψηλαφίσουμε και να τις αναδείξουμε. Αυτό είναι, που θα επιχειρήσω, τώρα.
Η πρώτη υπόγεια τάση είναι αυτή, για την οποία έχω, ήδη, κάνει λόγο, στα προηγούμενα δημοσιεύματά μου, για τις διάφορες δημοσκοπήσεις, πριν από την ανακοίνωση της 28/3/2023 του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, με την οποία προσδιόρισε ότι η 21/5/2023, είναι η ημερομηνία της διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών [δείτε το δημοσίευμα της 15/3/2023, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο : 3/2023 MRB : Μια εξισορροπημένη δημοσκόπηση, μετά το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, που δείχνει την σαφέστατη πτώση των εκλογικών ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας, στο 27,4%, την στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, στο 24,5%, την σαφή υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ, στο 9% και την άνοδο των υποτιθέμενων μη συστημικών κομμάτων. (Παρά ταύτα, η ΝΔ μπορεί να βελτιώσει, κάπως, τα ποσοστά της, όσο παρατείνει τον χρόνο διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών.] και έχει να κάνει, με την αντικειμενική δυσχέρεια να προσδιοριστεί η ύπαρξη και το μέγεθος της υποαντιπροσώπευσης των τελικών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, διότι έχει διαπιστωθεί, από το παρελθόν των βουλευτικών εκλογών της 7/7/2019, ότι όλες οι δημοσκοπήσεις εκείνης της προεκλογικής περιόδου δεν ανίχνευσαν αυτή την υπόγεια τάση, που υπήρχε στο εκλογικό σώμα και εξ αιτίας αυτού του γεγονότος οι μετρήσεις, που έγιναν, τότε, υποαντιπροσώπευαν τους αντιδεξιούς ψηφοφόρους, οι οποίοι, τελικώς, κατευθύνθηκαν, προς το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ έφθασε, στο μη αναμενόμενο ποσοστό του 31,53%, το οποίο είναι και το αναγκαστικό μέτρο σύγκρισης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσον αφορά την εκλογική αναμέτρηση της 21/5/2023. Οποιοδήποτε ποσοστό μικρότερο, από εκείνο, εξ αντικειμένου, θα αποτελεί αποτυχία.
Η δεύτερη τάση, που είναι μη προσδιορίσιμη, είναι αυτή, που αφορά την εμφανιζόμενη, μέχρι τώρα, αποσυσπείρωση των ψηφοφόρων, που ψήφισαν την Νέα Δημοκρατία, στις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019 και η καταγραφόμενη, ως εμφανής, υστέρησή της, έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, στις τάξεις των νέων ψηφοφόρων. Εάν αυτή η κατάσταση, μέσα στο εκλογικό σώμα, συνεχίσει να υπάρχει, μέχρι τις 21/5/2023, με δεδομένο ότι το αναγώγιμο και εκτιμώμενο εκλογικό ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας είναι πιθανόν να εγκλωβιστεί και να σκαλώσει, στα επίπεδα του 31%, τότε, με πιθανή εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ, στα εκλογικά επίπεδα του Ιουλίου του 2019, ήτοι, στα ίδια περίπου, εκλογικά ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας, εφόσον, τώρα υφίσταται αυτή η αναφερόμενη υποαντιπροσώπευση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, στις δημοσκοπήσεις, στην περίπτωση αυτή, δεν μπορούν να αποκλεισθούν οι μεγάλες εκπλήξεις και η αναμενόμενη (λιγότερο, ή περισσότερο) εύκολη εκλογική πρωτιά (πολύ μακριά, όμως, από την δυνατότητα σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης) της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να καταστεί δύσκολη· ακόμη, μάλιστα και η ίδια η πρωτιά, στην εκλογική αναμέτρηση, να καταστεί αμφισβητήσιμη και έστω και οριακά, να ανατραπεί. Ως εκ τούτου, αυτό, που χρειάζεται το κυβερνητικό κόμμα είναι, μέσα, σε όχι εύκολες συνθήκες, να μπορέσει να ανατάξει, σε ένα σημαντικό επίπεδο τις υπάρχουσες διαρροές των εκλογέων της, στις 7/7/2019 και να βελτιώσει, σημαντικά, την συσπείρωσή τους, όπως και να βελτιώσει την κακή εικόνα της και την δυσχερή θέση της, όσο είναι δυνατόν, στις τάξεις των νέων, ηλικιακά, ψηφοφόρων.
Φυσικά, αυτή η δυσμενέστατη, για την Νέα Δημοκρατία, εξέλιξη των εκλογικών πραγμάτων δεν είναι η περισσότερο πιθανή, αλλά, όμως, ενώ πριν λίγους μήνες, αυτό το φαινόμενο φάνταζε, ως, περίπου, ανυπόστατο, τώρα, φαίνεται, μεν, ως μια λιγότερη πιθανή εξέλιξη, αλλά όχι, όμως, ως απίθανη. Αποτελεί ένα outsider, με λίγες πιθανότητες να προκύψει το βράδυ της 21/5/2023, αλλά, πλέον, δεν μπορεί, εκ προοιμίου, να αποκλεισθεί, όπως, πχ, συνέβαινε, έως, γύρω, στον Δεκέμβριο του 2022.
Αφήνοντας, στην άκρη, τις δημοσκοπικές και τις εκλογικές ισορροπίες, ανάμεσα, στην Νέα Δημοκρατία και στον ΣΥΡΙΖΑ, το “ξεφούσκωμα” του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και του Νίκου Ανδρουλάκη, για το οποίο έκανα, ήδη, λόγο, είναι ένα αξιοσημείωτο φαινόμενο, το οποίο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί, ως απρόσμενο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το το ξεφούσκωμα αυτό εμφανίζεται πολύ νωρίς, όντας ένα δεδομένο, το οποίο με προβληματίζει, όπως θα πρέπει να προβληματίζει και την ηγετική ομάδα της οδού Χαριλάου Τρικούπη, η οποία, όσο περνάει ο καιρός και πλησιάζουμε, στην επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου, με το, όπως διαδίδεται, κλείσιμο της βουλής, στις 22/4/2023, αντιμετωπίζει το οξύτατο πρόβλημα ότι τα χρονικά περιθώρια, που διαθέτει, προκειμένου να αντιδράσει και να ανακόψει αυτήν την καθοδική πορεία του κόμματος, στενεύουν, ασφυκτικά, με δεδομένο το γεγονός ότι ένα μεγάλο κομμάτι των κεντροδεξιών και των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, τους οποίους στοχεύει να αλιεύσει το ΠΑΣΟΚ, το οποίο πιέζεται, από τα δεξιά του, από την Νέα Δημοκρατία και από τα αριστερά του, κυρίως, από τον ΣΥΡΙΖΑ, πιθανότατα, θα στραφεί, σε αυτά τα δυο κόμματα, κάτι, που, αν συμβεί - και είναι πολύ πιθανό να συμβεί -, τότε ο Νίκος Ανδρουλάκης θα πρέπει να αρκεσθεί, σε εκλογικά ποσοστά, τα οποία μπορεί να βρεθούν, κοντά, στο ποσοστό του 8%-9%, αν και η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται να περιμένουμε να κυλήσουν οι ημέρες και οι εβδομάδες, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η σταθερότητα της καθοδικής δημοσκοπικής πορείας του κόμματος και να δούμε το κατώτερο (αλλά και το ανώτερο) επίπεδο σημείο, στο οποίο θα σταθεροποιηθεί το δημοσκοπικό ποσοστό του ΠΑΣΟΚ.
Από εκεί και πέρα, οι ερχόμενες βουλευτικές εκλογές φαίνεται πως αποτελούν την χαρά των υπολοίπων κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών κομμάτων, με δεδομένο το γεγονός ότι το εκφραζόμενο κλίμα της αγανάκτησης, κατά των συστημικών κομμάτων και το εκλογικό σύστημα μιας, έστω, νοθευμένης απλής αναλογικής, με το οποίο θα διεξαχθούν οι βουλευτικές εκλογές της 21/5/2023, βοηθούν, πάρα πολύ, τα κόμματα αυτά να ανεβάσουν τα εκλογικά ποσοστά τους.
Έτσι, το ΚΚΕ, με το δημοσκοπικό ποσοστό του 5,4%, φαίνεται ότι θα ξεκολλήσει, από το εκλογικό ποσοστό του 5,5%, στο οποίο, εδώ και πολλά χρόνια έχει εγκλωβιστεί, ενώ και το ΜΕΡΑ25 του Γιάννη Βαρουφάκη και με την βοήθεια της όχι αμελητέας εκλογικής σύμπραξης, με τα απομεινάρια της ΛΑΕ, υπό την ηγεσία του Δημήτρη Στρατούλη και της Μαριάνας Τσίχλη, ξεπερνάει το πρόβλημα της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, που είχε παρουσιάσει, λόγω και των εσωκομματικών προβλημάτων, που είχαν προκύψει, με την αποχώρηση βουλευτών του. Πρέπει να σημειώσω, μάλιστα, ότι το 3,2%, που του δίνει η εξεταζόμενη δημοσκόπηση, αδικεί, κατά την γνώμη μου, το ΜΕΡΑ25, αλλά ο καιρός θα επιβεβαιώσει, ή όχι, αυτή μου την εκτίμηση.
Η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη σταθερότητα, στο ποσοστό του 4,1%, το οποίο, όμως, μπορεί να υποστεί φθορά, από την εκλογική πίεση της Νέας Δημοκρατίας και των Ελλήνων για την πατρίδα του φυλακισμένου Ηλία Κασιδιάρη και του συνταξιούχου αρεοπαγίτη Αναστασίου Κανελλόπουλου (εάν, στο κόμμα αυτό ο Άρειος Πάγος επιτρέψει την συμμετοχή του, στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές), αλλά δεν φαίνεται ότι θα κινδυνεύσει η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της Ελληνικής Λύσης, στην επόμενη βουλή, παρά το γεγονός ότι με προβληματίζει το προφίλ αυτού του , έστω μικρού, τμήματος των ψηφοφόρων, που ψηφίζουν αυτό το κόμμα της “soft” ελληνικής Ακροδεξιάς, οι οποίο, προφανώς, το ψηφίζουν, μη θέλοντας να ταυτισθούν, παλαιότερα, με την νεοναζιστική Χρυσή Αυγή και τώρα, με το διάδοχο της, ουσιαστικά, διαλυθείσας Χρυσής Αυγής, κόμμα των Κασιδιάρη και Κανελλόπουλου και από την άλλη πλευρά, δεν τους εκφράζει η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Εξετάζοντας τον πολιτικό χώρο, πέρα από τα κοινοβουλευτικά κόμματα, η δημοσκόπηση δεν προχωρεί, σε, επί μέρους, μετρήσεις, αλλά παρουσιάζει ένα ενιαίο ποσοστό της τάξεως του 8,8%, το οποίο είναι πολύ σημαντικό και μάλιστα, αισθητά μεγαλύτερο, από το 7,6%, που του είχε καταμετρήσει η προηγούμενη δημοσκόπηση του Δεκεμβρίου του 2023, για όλα τα πολιτικά κόμματα, που βρίσκονται, σε αυτόν, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης και προσανατολισμού. Αυτή η πρακτική του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, που είναι παραδοσιακή, δεν με βρίσκει σύμφωνο, διότι κάνει ένα παράταιρο τσουβάλιασμα, χωρίς να δείχνει τις επιρροές, τουλάχιστον, των πιο σημαντικών, ως προς την δημοσκοπική επιρροή τους, πολιτικών κομμάτων, που, τώρα, βρίσκονται έξω από το κοινοβούλιο, αφήνοντας τους αναγνώστες της παρουσιαζόμενης δημοσκόπησης να μαντέψουν την εκλογική επιρροή εκάστου, από τα σημαντικότερα κόμματα του εξωκοινοβουλευτικού πολιτικού χώρου. Αυτό, φυσικά, δεν είναι ορθόν και έχω την γνώμη ότι γίνεται, για λόγους αποπροσανατολισμού, αποσκοπώντας, στην μη καταγραφή των πιο σημαντικών συνιστωσών του χώρου αυτού.
Η σημαντικότερη, ως προς την εκλογική επιρροή της συνιστώσα του εξωκοινοβουλευτικού πολιτικού χώρου είναι - δυστυχώς - το νεοεμφανιζόμενο κόμμα Έλληνες για την πατρίδα του καταδικασμένου και φυλακισμένου, για την συμμετοχή του στην ηγεσία της, δικαστικά, χαρακτηρισθείσας, ως εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής, Ηλία Κασιδιάρη και του νεοεμφανισθέντος τέως αρεοπαγίτη Αναστασίου Κανελλόπουλου, το οποίο αποτελεί την διάδοχο κομματική έκφραση της Χρυσής Αυγής, αφού ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του σκληρού ακροδεξιού πολιτικού χώρου, που τον Ιούλιο του 2019, είχε ψηφίσει την Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, προκειμένου να απομακρυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, από την κυβέρνηση και για να μπορέσει η παλαιά ναυαρχίδα της συντηρητικής παράταξης να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, τώρα, απογοητευμένο και μετανιωμένο το τμήμα αυτό, όπως και ένας αξιοσημείωτος χώρος νέων ψηφοφόρων, στρέφονται προς το soft νεοναζιστικό πολιτικό σχήμα, που διαδέχεται την Χρυσή Αυγή, η οποία, για λίγες ψήφους δεν είχε καταφέρει να εκπροσωπηθεί, στην εκπνέουσα τον βίο της παρούσας, έστω και ως zombie, βουλής των εκλογών της 7/7/2019.
Αλλά οι Έλληνες για την πατρίδα αντιμετωπίζουν, στην παρούσα φάση, ένα βασικό και τεράστιο πρόβλημα, αφού η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει εξαντλήσει όλες τις νομοθετικές δυνατότητες, που είχε, με την ψήφιση του τελευταίου, κυριολεκτικά, νόμου, στην παρούσα θνήσκουσα βουλή (άρθρο 35 του Ν.5043/13-4-2023), που, άρον-άρον, υπέγραψε, κακώς, η πρόεδρος του κράτους Κατερίνα Σακελλαρόπουλου [δείτε τα δημοσίευματά μου, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο : Δημοσιεύτηκε, δυστυχώς, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το προϊόν του “νομοθετικού” κακουργήματος του παραπτωματία πρωθυπουργεύοντος Κυριάκου Μητσοτάκη, ως Ν. 5043/13-4-2023. (Η από 13/4/2023 αναφορά μου, προς την πρόεδρο του κράτους Κατερίνα Σακελλαρόπουλου, η οποία υποχρεούται να μου απαντήσει και να δώσει τις δέουσες εξηγήσεις). και 12/4/2023 : Αναφορά, στην πρόεδρο του κράτους, για την παραίτηση του αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Χρήστου Τζανερίκου και την παράνομη και αντισυνταγματική/παρασυνταγματική εισπήδηση του παραβατικού πρωθυπουργού και του υπουργού Γιώργου Γεραπετρίτη, στην λειτουργία των δικαστικών δικαιοδοτικών οργάνων. Ζητείται η αυτεπάγγελτη εφαρμογή των άρθρων 38 ΚΠοινΔ και 42 του Συντάγματος.]. Δυστυχώς, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πιστός του υπηρέτης υπουργός Επικράτειας Γιώργος Γεραπετρίτης προχώρησαν, σε ουσιαστική κατάλυση του, ήδη, διαβρωμένου, από το επιβεβλημένο, εν τοις πράγμασι και ουσιαστικά, νεοαποικιακό καθεστώς της χρεωδουλείας, που παρουσιάζεται, από την εποχή της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας του Απριλίου του 2010, ως νομιζόμενη δημοκρατία του παλαιού αστικοδημοκρατικού πολιτεύματος, με ανοικτή και απροσχημάτιστη παρασυνταγματική/αντισυνταγματική εκτροπή, με την προσπάθεια να δελεάσουν τον αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου Χρήστο Τζανερίκο, προκειμένου να βοηθήσει, στον αποκλεισμό του κόμματος Έλληνες για την πατριδα, από τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές [δείτε και το άλλο δημοσίευμά μου, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο : 14/4/2023 : Κατέθεσα ηλεκτρονική καταγγελία, στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και στον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου (e-mail : ads.aitisi@areiospagos.gr), κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη, του Γιώργου Γεραπετρίτη και κάθε άλλου συμμέτοχου δημόσιου λειτουργού και υπαλλήλου, για τις κακουργηματικές πράξεις της έσχατης προδοσίας (άρθρο 134 ΠΚ) και της παράβασης καθήκοντος (άρθρο 259 ΠΚ)., το οποίο ασχολείται με την καταγγελία/έγκληση, υπέβαλα, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρο Ντογιάκο, αλλά και στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, κατά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του υπουργού Επικράτειας Γιώργου Γεραπετρίτη, όπως και κάθε άλλου συμμετέχοντος, στις κακουργηματικές πράξεις των, ανωτέρω, καταγγελόμενων προσώπων, δημόσιου λειτουργού και υπαλλήλου].
Φυσικά, υπό τις παρούσες συνθήκες, τα πράγματα για το κόμμα των Κασιδιάρη και Κανελλόπουλου καθίστανται, εξαιρετικά, δύσκολα, αφού, όπως φαίνεται η κυβέρνηση πρέπει να ελέγχει τους αρεοπαγίτες του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου, που πρόκειται, στις αρχές του ερχόμενου Μαΐου, να εξετάσει τις υποψηφιότητες των πολιτικών κομμάτων, στις βουλευτικές εκλογές. Ως εκ τούτου, το πιθανότερο σενάριο είναι να απαγορευθεί, στο κόμμα της ελληνικής σκληρής Ακροδεξιάς, να συμμετάσχει, στις βουλευτικές εκλογές της 21/5/2023 και έχοντας, υπόψη μας, αυτό το, σφοδρότατα, πιθανό ενδεχόμενο, το πρόβλημα, που γεννάται, είναι το σε ποιά κομματική κατεύθυνση πρόκειται να στραφούν οι, εν δυνάμει, ψηφοφόροι του, εν λόγω κόμματος. Το μόνο που είναι βέβαιο, είναι ότι αυτοί οι ψηφοφόροι δεν πρόκειται να ψηφίσουν, σε καμμία περίπτωση, την Νέα Δημοκρατία. Από εκεί και πέρα, όλα τα ενδεχόμενα, για την εκλογική συμπεριφορά αυτού του τμήματος του εκλογικού σώματος, το οποίο πρέπει να φθάνει και να ξεπερνάει το 4%, είναι ανοικτά· ακόμη και τα πιο ακραία και φαινόμενα, ως απίθανα (ήτοι ένα μέρος τους μπορεί να στραφεί, στον ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να τιμωρήσει την Νέα Δημοκρατία. Και λογικό είναι, επίσης, να ενισχυθούν τα μικρά κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής δεξιάς και ίσως, σε ένα μικρό ποσοστό αυτών των ψηφοφόρων μπορεί να στραφεί, στην Ελληνική Λύση, αν και στον χώρο αυτόν δεν χαίρει εκτίμησης ο Κυριάκος Βελόπουλος.
Δεν φαίνεται να ενοχλεί, μια τέτοια διασπορών των ψήφων του ακροατηρίου της σκληρής ελληνικής Ακροδεξιάς, τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το εκλογικό του επιτελείο. Και σωστά. Αυτό, που ενδιαφέρει τον πρωθυπουργό και γι’ αυτό πράττει όσα, εκνόμως και παρασυνταγματικά, πράττει, είναι η επόμενη (και μεθεπόμενη) βουλή να μην είναι επτακομματική. Και είναι πολύ πιθανό να καταφέρει να φέρει, εις πέρας, αυτή την ζωτική, για την προσωπική πολιτική επιβίωση του ίδιου, επιδίωξη.
Στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς τα πράγματα παραμένουν, σε κακή κατάσταση, λόγω του πολιτικού και ιδεολογικού σεκταρισμού και της άγονης μικροκομματικής καρεκλομαχίας, που, παραδοσιακά, επικρατεί, στον χώρο αυτόν. Πάντως, όπως φαίνεται και τα κόμματα αυτά θα παρουσιάσουν μια αύξηση, στα ποσοστά τους, με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ να αποσπά, όπως φαίνεται, την “μερίδα του λέοντος”, ανιχνευόμενη, σε επίπεδα, γύρω στο 1%.
Πολύ σημαντική, τέλος, είναι η αύξηση των παρουσιαζόμενων, ως αναποφάσιστων ψηφοφόρων, οι οποίοι, τώρα, αθροίζουν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της τάξεως του 15,4%, ήτοι, αισθητά, ανεβασμένο, ως προς το αντίστοιχο ποσοστό τους, τον Δεκέμβριο του 2022. Το ποσοστό αυτό, το οποίο, κατά την γνώμη μου, είναι ασυνήθιστο, για τα δεδομένα της παρούσας τελικής φάσης του εκλογικού κύκλου, δεν νομίζω ότι αποτελείται, στην μεγάλη πλειοψηφία όσων δηλώνουν αναποφάσιστοι, από, πραγματικά, αναποφάσιστους ανθρώπους. Γνώμη μου είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφία τους έχει, σίγουρα, αποφασίσει το τι δεν πρόκειται να ψηφίσει και οι περισσότεροι, εξ αυτών, ξέρουν τι θα ψηφίσουν, αλλά, για διάφορους λόγους, προτιμούν να μην εκφράσουν την εκλογική τους προτίμηση, η οποία, σε αρκετές περιπτώσεις είναι, μέχρι στιγμής, δισυπόστατη και κινούμενη, ανάμεσα σε δυο επιλογές.
Φυσικά, αυτό το ικανό, σε μέγεθος, τμήμα του εκλογικού σώματος, πρόκειται να καθορίσει και τις τελικές εκλογικές ισορροπίες, τις οποίες, ακόμη, δεν μπορούμε, επακριβώς, να προσδιορίσουμε.
Έχουμε, άλλωστε, αρκετό χρόνο μπροστά μας.
Σχόλια
Το αποτέλεσμα ήταν, τελικά, να ξεγελάσουν, πέραν από την πολιτική ηγεσία του τόπου, για την οποία δεν δίνω δεκάρα κι εμένα τον ίδιο, κάτι που θεωρώ ανεπίτρεπτο και ασυγχώρητο, για τον εαυτό μου.
Και αυτό το σφάλμα, φυσικά, πρόκειται να φροντίσω να μην το επαναλάβω…