Δεν είπαν όλοι “OXI”, στις 28 Οκτωβρίου 1940. (Οι περιπτώσεις τριών δωσίλογων της Κατοχής : Του Ευάγγελου Κυριάκη, της Σίτσας Καραϊσκάκη και του Ιωάννη Βουλπιώτη).
Το σαλόνι, στο σπίτι του Ιωάννη Μεταξά, στην Κηφισιά, με την πολυθρόνα, στην οποία κάθισε ο Ιταλός πρεσβευτής Εμμανουέλε Γκράτσι, όταν την νύκτα, προς τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, εξέδωσε, στον, τότε, πρωθυπουργό, το τελεσίγραφο του Μπενίτο Μουσσολίνι.
Η αλήθεια είναι ότι, στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 - 1941 και στην διάρκεια της γερμανικής εισβολής τον Απρίλιο του 1941 και της Κατοχής της χώρας μας, από τις δυνάμεις του γερμανικού ναζισμού, του ιταλικού φασισμού και των Βούλγαρων επιδρομέων, κατά την περίοδο 1941 - 1944, δεν είπαν όλοι οι Έλληνες “Όχι”, στους ξένους εισβολείς και προσωρινούς κατακτητές της χώρας μας.
Υπήρξαν και οι ελάχιστοι προδότες, που προθυμοποιήθηκαν να πουν το “Ναι”, στους εισβολείς, εκ πεποιθήσεως και με όλη την δύναμη της ψυχής τους.
Μια, εκ των περιπτώσεων αυτών, υπήρξε και ο εκφωνητής της ελληνικής εκπομπής του ραδιοφωνικού σταθμού του Βερολίνου, εκείνη την σκληρή και ανελέητη εποχή, Ευάγγελος Κυριάκης, ο οποίος αναμετάδιδε την προπαγάνδα του ναζιστικού καθεστώτος του Άντολφ Χιτλερ, για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, η οποία, φυσικά, ταυτιζόταν, με αυτήν του επιτιθέμενοι ιταλικού φασιστικού καθεστώτος του Μπενίτο Μουσολίνι.
Το, αμέσως, παρακάτω, άρθρο της εφημερίδας “Ακρόπολις”, εκείνη την δραματική, για τον Ελληνισμό, αλλά και για τις τύχες της ανθρωπότητας, περιγράφει, σαφώς, το ποιόν και την κατασκοπευτική δραστηριότητα του Ευάγγελου Κυριάκη, χωρίς να κατονομάζει, βέβαια, για λόγους τακτικής, την ναζιστική Γερμανία, ως εντολέα του (δεν χρειαζόταν, άλλωστε, αφού το γεγονός αυτό ήταν ολοφάνερο), πριν και κατά την διάρκεια του πολέμου, στον οποίο ο ελληνικός στρατός και ο λαός αντιστέκονταν, με επιτυχία, στους Ιταλούς εισβολείς, προσπαθώντας να συμβάλει, στην κάμψη του αγωνιστικού και αντιστασιακού φρονήματος των Ελλήνων, στον πόλεμο και στην κόλαση της τριπλής ξενικής Κατοχής, που ακολούθησε.
Ο Ιωάννης Βουλπιώτης, στέλεχος της SIEMENS (και για ένα διάστημα γαμπρός του ίδιου του Siemens, όπως εξιστορεί η κόρη του Βουλπιώτηθ), ο οποίος υπήρξε πράκτορας και στενός συνεργάτης των Γερμανών, πριν και κατά την διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, αναφέρει μια συνομιλία μαζί του, στην οποία ο Ευάγγελος Κυριάκης επεξηγεί την γερμανόφιλη στάση του, ως εξής :
“Τι περισσότερο θα μπορούσα να κάνω απ’ ό,τι καθημερινά προσφέρω μέσα από την εκπομπή μου, λέγοντας την αλήθεια; Εγώ την επιλογή μου την έκανα, γι’ αυτό είμαι εδώ και όχι στην Αθήνα. Και ξέρετε πολύ καλά ότι η αλήθεια βρίσκεται στον εθνικοσοσιαλισμό. Ο Μεταξάς θέλησε να γίνει όργανο των Εγγλέζων και πρόδωσε τη χώρα του, επιβάλλοντας μια βασιλική δικτατορία, ώστε να μη μιλάει κανείς κι αυτός να κάνει τις δουλειές των Εβραίων τραπεζιτών του Λονδίνου. Εγώ σε τι μπορώ να τον βοηθήσω και γιατί; Πείτε μου σας παρακαλώ! (…) Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι γίνεται ένας ολοκληρωτικός πόλεμος. Από τη μια μεριά είναι η Αγγλία μόνη της, τώρα που εξαφανίστηκε η Γαλλία, και από την άλλη ο Άξονας. Αν έχω να διαλέξω ανάμεσα σε μια αγγλοκρατούμενη και σε μια ιταλοκρατούμενη Ελλάδα, είναι αυτονόητο τι διαλέγω. Είμαι εθνικοσοσιαλιστής γιατί πιστεύω στη μεγαλοφυΐα του Φύρερ, του οποίου η σκέψη είναι αλάνθαστη. Ή μήπως έχετε αντίρρηση; (…) Άλλο η Ελλάδα και ο πολιτισμός της και άλλο η σημερινή κυβέρνηση της, που είναι υποδουλωμένη στην αγγλική πολιτική. Αν η Ελλάδα γίνει πεδίο μάχης για να συντριβεί η Αγγλία, μου φαίνεται εύλογο ότι κάθε πραγματικός Έλληνας οφείλει να συμβάλλει σ’ αυτό…”
Ο Βαγγέλης Κυριάκης είχε προσωπικές σχέσεις με τον Γιόζεφ Γκέμπελς και υπήρξε συνεργάτης της ναζίστριας Σίτσας Καραϊσκάκη, πριν τον πόλεμο. Κατά την διάρκεια της Κατοχής, ήλθε στην Ελλάδα και μετά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων, από την χώρα μας, έφυγε μαζί τους και επανήλθε, στις ραδιοφωνικές προπαγανδιστικές εκπομπές του στα ελληνικά, αναφερόμενος και στο υπερόπλο που θα ανέτρεπε τα δεδομένα, στον πόλεμο, εννοώντας τις πρωτόλειες προσπάθειες των Γερμανών, για την δημιουργία μιας ατομικής βόμβας. Τελικά, Ευάγγελος Κυριάκης, σκοτώθηκε, σε έναν, από τους βομβαρδισμούς του Βερολίνου, από τους Συμμάχους.
Η Σίτσα Καραϊσκάκη (1897 - 1987), με τον Γερμανό ναζιστή Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ.
Η συνεργάτιδα του Ευάγγελου Κυριάκη Σίτσα Καραϊσκάκη, αν και υπήρξε, από την δεκαετία του 1930 και στην περίοδο της Κατοχής, μια επιφανής ναζίστρια, στην χώρα μας, που έζησε και σπούδασε, στην Γερμανία από το 1923 και από το 1933, υπήρξε γραμματέας του Γιόζεφ Γκέμπελς, στο υπουργείο Προπαγάνδας, είχε, στον χώρο της αριστεράς, ένα κομμουνιστικό παρελθόν και δημοσίευσε ποιήματα, στο περιοδικό «Νέοι Βωμοί», το οποίο ήταν το ανεπίσημο λογοτεχνικό περιοδικό του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ), το οποίο διαφημιζόταν από τον «Ριζοσπάστη», ευθύς εξ αρχής, ενώ οι «Νέοι Βωμοί» διαφήμιζαν τα έντυπα του κόμματος, όπως η “Κομμουνιστική Επιθεώρηση”, το 1924, μάλιστα, στους «Νέους Βωμούς» η, εκ Μοσχονησίων της Μικράς Ασίας, Σίτσα Καραϊσκάκη εμφανίζεται και δημοσιεύει ένα ποίημά της, για τον Καρλ Λίμπκνεχτ, που, μαζί με την Ρόζα Λούξεμπουργκ, δολοφονήθηκαν, τον Ιανουάριο του 1919, το οποίο ποίημα έχει, ως εξής :
ΚΑΡΛ ΛΗΜΠΚΝΕΧΤ
Την ανταρσία αγκάλιασα σαν ερωμένη κι’ αδερφή
για τους φτωχούς κι’ απόκληρους πολέμησα της ζήσης
παιδάκι ακόμα μ’ έδερναν αλλόκοτοι πόθοι κρυφοί
ταθάνατο νερό να βρω μιας νέας κι’ άγνωστης βρύσης.
Πουρνό-πουρνό ξεκίνησα. Των νέφων κόκκινη η ραφή ακόμα στην ανατολή. Χρυσήλιε μην αργήσεις
έβγαινε από τα σπλάχνα μου πάντα μια τέτια προσεφκή
-ρίξε το φως σου τις καρδιές, το πνέμα να φωτίσεις.
Μεγάλωσα και μ’ έστειλαν μ’ ένα ντουφέκι οι δυνατοί
ταδέλφια μου ανελύπητα σαν Κάιν για να σκοτώσω
μ’ άλλους. Κι’ αναρωτιούμαστε: Φονιάδες μας ζητούν, γιατί;
Μα εγώ βόλι δεν ερρίξα στις μέρες κείνες τις φριχτές
και μ’ έβαλαν στη φυλακή, στα σίδερα να λυώσω.
Μα να! η ψυχή μου ασκλάβωτη στα πλήθη ανάβει πυρκαγιές.
Μόναχο ΣΙΤΣΑ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ
Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, στρατιώτης, στο Αλβανικό μέτωπο. Αυτός δεν πρόδωσε. Αντιθέτως, έκανε πράξη το “ΟΧΙ”…
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, έχει, ήδη, μεταστραφεί, σε ναζίστρια· κάτι, ουδόλως, περίεργο, εκείνη την εποχή. Επέστρεψε στην Ελλάδα και στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά υπήρξε υπεύθυνη διαφώτισης της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΟΝ), για τις φαλαγγίτισσες και τακτική αρθρογράφος των περιοδικών του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου 1936 «Νεολαία» και «Νέα Πολιτική».
Στην Κατοχή, η Σίτσα Καραϊσκάκη εργάστηκε, στο Γραφείο Τύπου της γερμανικής πρεσβείας, είχε τον πρώτο λόγο, στη λογοκρισία των θεατρικών έργων και υπήρξε συνεργάτιδα, με την κατοχική ραδιοφωνία, για να διαφύγει, λίγο πριν την αποχώρηση του γερμανικού στρατού, απο την Ελλάδα, στο εξωτερικό, όπου δραστηριοποιήθηκε, στην Βιέννη, στο πλευρό της διορισμένης, από τους Γερμανούς, “κυβέρνηση” του δωσίλογου Εκτωρα Τσιρονίκου.
Για τη δωσιλογική δράση της, μετά τον πόλεμο, καταδικάστηκε τρεις φορές σε θάνατο, χωρίς να εκτελεσθεί η ποινή,.αφού βρισκόταν, στο εξωτερικό. Με την παραγραφή των αδικημάτων της, το 1963, επέστρεψε και ασχολήθηκε, με την λογοτεχνία, για να πεθάνει, το 1987.
Ο τρίτος της παρέας αυτής των δωσίλογων, Ιωάννης Βουλπιώτης, ήλθε, το 1938, στην Αθήνα, ως εκπρόσωπος της Siemens και της Telefunken, για να συνάψει συμβάσεις, με μεγάλες προμήθειες από το Ελληνικό Δημόσιο.
Στην Κατοχή, υπήρξε Γενικός Διευθυντής της ιδρυθείσας Ανωνύμου Ελληνικής Ραδιοφωνικής Εταιρείας (ΑΕΡ) και την έκανε προπαγανδιστικό όργανο των Γερμανών κατακτητών, ενώ ήταν, από τους βασικούς παράγοντες, μαζί με τον στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο και τον Στυλιανό Γονατά, της ίδρυσης και της συγκρότησης των Ταγμάτων Ασφαλείας, οδηγώντας, το 1943, σε κρίση, την οργάνωση του ΕΔΕΣ στην Αθήνα, με την εισοδιστική δημιουργία του λεγόμενου προδοτικού ΕΔΕΣ Αθηνών, τον οποίο ο αρχηγός του ΕΔΕΣ Ναπολέων Ζέρβας, αποκήρυξε, καταγγέλλοντας τον Ιωάννη Βουλπιώτη, με δημοσίευμα, στην «Δημοκρατική Σημαία», που ήταν το επίσημο δημοσιογραφικό όργανο της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΔΕΣ, ως σύνδεσμο των Γερμανών, με την προδοτική κυβέρνηση» του Ιωάννη Ράλλη, ενώ ο ίδιος ο Ναπολέων Ζέρβας, έχει γράψει, σε επιστολές, προς μέλη του ΔΕΣ, ότι ο Ιωάννης Βουλπιώτης ήταν «καθαρά Γκεσταπίτης» και τα καλούσε να πάψουν κάθε επαφή μαζί του, με την δωσιλογική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, με τον Κατακτητή και τους προδότες.
Τα Τάγματα Ασφαλείας (οι γερμανοτσολιάδες ή ταγματασφαλίτες) ήταν ένα παρακρατικό ένοπλο σώμα, για το οποίο, στην αρχή, Βέρμαχτ ήταν διστακτική, για την δημιουργία τους, επειδή ήταν αυτή, που θα κατέβαλε τους μισθούς αυτών των παραστρατιωτικών ομάδων, αλλά το αποδέχτηκε, ύστερα από προσωπική εντολη του Άντολφ Χίτλερ, ο οποίος θέλησε να κάνει οικονομία, στις απώλειες των Γερμανών στρατιωτών. Έτσι, τα Τάγματα Ασφαλείας, συγκροτήθηκαν, για να αποκρούσουν τον “κομμουνιστικό κίνδυνο”, ήτοι το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ και στρατολόγησαν εξαθλιωμένα στοιχεία κακοποιούς εγκληματίες, υπόδικους, καταζητούμενους και με την καθοδήγηση των πρ Γερμανών διέπραξαν αγριότητες και εγκλήματα, κατά όσων αγωνίζονταν, εναντίον του κατακτητή. Στολή τους ήταν αυτή των Ευζώνων του Αγνώστου Στρατιώτη, για να ντυθούν, στην συνέχεια, με χιτώνιο του ελληνικού στρατού και γερμανικά άρβυλα.
Ιωάννης Βουλπιώτης (1902 - 1999) : Ο άνθρωπος της SIEMENS και των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών και σημαντικός συναυτουργός της δημιουργίας των κατοχικών Ταγμάτων Ασφαλείας, που, λόγω των διασυνδέσεων του, με την διεφθαρμένη μεταπολεμική ελληνική ολιγαρχία, γλύτωσε την καταδίκη του, ως δωσίλογος και διαδραμάτισε έναν όχι ασήμαντο ρόλο, στην μεταπολεμική ελληνική επιχειρηματική σκηνή, πεθαίνοντας, πολύ αργότερα, πλήρης ημερών, στα 97 του χρόνια.
Σχόλια