1974 -2024 : Κύπρος 50 χρόνια, από την εξευτελιστική ελληνική ήττα, που υπήρξε προϊόν στρατιωτικοπολιτικής προδοσίας. (Ο στρατός του τουρκικού κράτους θα φύγει, από το νησί, με την βία· έτσι, δηλαδή, όπως ήλθε. Αλλιώς θα επικρατήσει η, παρούσα de facto διχοτόμηση, που και αυτή είναι μια δύσκολη λύση).

 



Πέρασαν 50 χρόνια, από το αιματοβαμμένο καλοκαίρι του 1974 και την εξευτελιστική ελληνική στρατιωτική ήττα, στην Κύπρο και “φυσικά” (δηλαδή,  εντελώς, αφύσικα και παρά φύσιν), τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής του βόρειου τμήματος της μεγαλονήσου παραμένουν, στην εδραιωμένη, πλέον, θέση τους, ευρισκόμενα, σε πολύ καλύτερη κατάσταση, σε διάταξη μάχης, σε στρατιωτικό προσωπικό, σε οπλικά συστήματα και σε εδαφική τοποθέτηση και ως εκ τούτων, σε αντίστοιχη κυριαρχική πολεμική δυναμική, από εκείνη της εποχής της εισβολής, στην Κύπρο και τον διεθνή ελληνικό στρατιωτικό και πολιτικό διασυρμό.

Και όμως τα πράγματα θα μπορούσαν και έπρεπε, όπως εκφράζονταν από το συσχετισμό των δυνάμεων, ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, να έχουν μια, εντελώς, διαφορετική εξέλιξη. 




Είναι σαφές ότι η τουρκική εισβολή μπορούσε, εύκολα, να αντιμετωπιστεί, με δεδομένη την υπεροχή των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, σε αέρα και θάλασσα, ενώ ο τουρκικός στρατός, καταρχήν, ήταν απόλεμος, από το 1922, επί δεκαετίες (με μόνη μη ουσιώδη πολεμική εμπειρία την συμμετοχή ενός μικρού εκστρατευτικού σώματος, στην Κορέα, την δεκαετία του 1950)· αν και τότε - τον Αύγουστο του 1922 -, η κεμαλική δύναμη, που επικράτησε του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, στην Μικρά Ασία δεν ήταν τίποτα άλλο, από οργανωμένα μπουλούκια, τα οποία νίκησαν το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα, εξαιτίας της απύθμενης ανοησίας του αντιστράτηγου Γεωργίου Χατζανέστη και της ελληνικής κυβέρνησης, ή μάλλον καλύτερα, των διαδοχικών βασιλικών κυβερνήσεων, από τον Νοέμβριο του 1920, έως τον Αύγουστο του 1922.

Το καλοκαίρι του 1974 τα πράγματα ήσαν πολύ χειρότερα, για τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες, πέραν από την έλλειψη μαχητικότητας, ήσαν εξοπλισμένες, με αεροπλάνα σακαράκες και ναυτικό, το οποίο, με δυσκολία περιέπλεε τις θάλασσες, αποτελούμενο από παλιές μονάδες και φυσικά, δεν διέθετε σοβαρό αποβατικό στόλο, ενώ τα τουρκικά υποβρύχια ήσαν παλαιού τύπου, σε αντίθεση, με την ελληνική πολεμική αεροπορία και το Πολεμικό Ναυτικό, που αποτελούνταν, από σύγχρονες αεροναυτικές μονάδες, τελευταίου τύπου και που υποστηρίζονταν, από σύγχρονα υποβρύχια. 

Αλλά και στο επίπεδο του στρατού, δηλαδή του πεζικού, υπήρχε μία σχετική ισοδυναμία δυνάμεων, στα χαρτιά, η οποία, στην πράξη, δεν μπορούσε να λειτουργήσει, στα ελληνοτουρκικά σύνορα, στον Έβρο, με αποτέλεσμα η πιθανότητα ενός στρατιωτικού περιπάτου, μέχρι την Κωσταντινούπολη, να είναι πολύ σοβαρή.

Με δεδομένη αυτή την κατάσταση, στην ισορροπία των δυνάμεων, ανάμεσα, στην Ελλάδα και την Τουρκία, είναι σαφές ότι η Κύπρος προδόθηκε, από την ελληνική στρατιωτική ηγεσία, η οποία ήταν υποχείριο όργανο της Ουάσιννγκτων και ειδικότερα, της CIA, το κλιμάκιο της οποίας, στην Αθήνα, εξώθησε και παρότρυνε τον Δημήτριο Ιωαννίδη να πραγματοποιήσει το πραξικόπημα της 15/7/1974, για την ανατροπή του Μακαρίου, αφήνοντας, τον Ιωαννίδη και την “ελληνική” στρατιωτική δικτατορία, στην τύχη τους. 

Το αμερικανικό δόγμα ήταν ότι, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος έπρεπε, πάση θυσία, να αποτραπεί. Και τα όργανα των ΗΠΑ, στην Ελλάδα υπάκουσαν, άλλοι, αμέσως και πρόθυμα, άλλοι με λιγότερο ζήλο, στα κελεύσματα των αφεντικών τους.

Φυσικά, τα όργανα των ΗΠΑ, στην Ελλάδα, έχουν ονοματεπώνυμο. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι ανώνυμοι.

Ήταν όλη η ανώτατη στρατιωτική ηγεσία.

Δηλαδή ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Γρηγόριος Μπονάνος, ο αρχηγός ΓΕΣ Ανδρέας Γαλατσάνος ο αρχηγός ΓΕΝ Πέτρος Αραπάκης, ο αρχηγός ΓΕΑ Αλέξανδρος Παπανικολάου και φυσικά, ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ο “αόρατος δικτάτορας” της εποχής, που, με αμερικανική υποδείξη, φυσικά, ανέτρεψε τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, στις 25 Νοεμβρίου 1973, για να αποτρέψει την εξέλιξη του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, σε ένα επιτροπευόμενο, από τις ένοπλες δυνάμεις, κοινοβουλευτικό καθεστώς.

Η προδοσία πέρασε, γρήγορα, από διάφορες φάσεις.

Στην πρώτη φάση - που είναι η καλή φάση -, μετά το πραξικόπημα κατά του προέδρου του κυπριακού κράτους αρχιεπισκόπου Μακαρίου, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, προειδοποιήθηκε και ενημερώθηκε, πολύ νωρίς,, για την επικειμένη τουρκική εισβολή, με επανειλημμένα σημάτα, του βοηθού στρατιωτικού ακολούθου της ελληνικής πρεσβείας του Λονδίνου, από τις 15 έως 19 Ιουλίου 1974, ταγματάρχη Αθανασίου Περδίκη.

Επίσης, ενημερώθηκε, από τον Έλληνα ταξίαρχο Σωτηριάδη, που υπηρετούσε, στο Αρχηγείο του ΝΑΤΟ, στην Σμύρνη, ο οποίος είχε ενημερωθεί από τον Αμερικανού στρατηγό και Διοικητή των Δυνάμεων ΝΑΤΟ Νοτίου Ευρώπης, για την πραγματοποίηση τουρκικής εισβολής, στην Κύπρο, εντός 48 ωρών, με την εντολή να ενημερώσει τον Έλληνα αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο ταξίαρχος, έσπευσε, στην Ελλάδα και ενημέρωσε, στις 18/7/1974 τον Μπονάνο.

Ο Μπονάνος ενημερώθηκε, από τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς Κύπρου, όπως και από την Ναυτική Διοίκηση Κύπρου, στις 22:00 αργά το βράδι της 19/7/74, που με τον Διοικητή της αντιπλοιάρχου Γ. Παπαγιάννη, ειδοποίησε τον Μπονάνο, για την κατεύθυνση του τουρκικού αποβατικού στόλου, προς τις ακτές της Κερύνειας και φυσικά, πάλι, από το ΓΕΕΦ και την Ναυτική Διοίκηση Κύπρου τις πρώτες πρωινές ώρες της 20/7/1974, με την φράση : “ευρίσκονται, εις απόσταση 20 μιλίων, πλησιάζουν 15… 10… 5… μίλια…”

Παρά όλα αυτά, το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων δεν ενίσχυσε την Κυπριακή Εθνοφρουρά κατά το πενθήμερο 15 έως 20 Ιουλίου 1974 και δέχτηκε την αντικατάσταση 700 εμπείρων ανδρών της ΕΛΔΥΚ, στις 18-19/7/1974, από άπειρους κληρωτούς οου αγνοούσαν τις τοπικές συνθήκες.

Οι Αρχηγοί ΓΕΕΘΑ Γρηγόριος Μπονάνος και ΓΕΣ Ανδρέας Γαλατσάνος όταν ειδοποιήθηκαν το πρωί της 20/7/1974, από το ΓΕΕΦ, ότι ρίπτονται Τούρκοι αλεξιπτωτιστές και ενώ, προηγουμένως, η τουρκική αεροπορία είχε βομβαρδίσει, σφοδρότατα, το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, δεν διέταξαν τις ελληνικές κυπριακές δυνάμεις να αρχίσουν το πυρ, μέχρι τις 8:50 το πρωί της 20/7/1974. Τότε, ο μόνος, που αφίχθηκε, στην αίθουσα επιχειρήσεων του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων αντισυνταγματάρχης  Λούκουτος, είπε, τηλεφωνικά, στον Διοικητή του ΓΕΕΦ ταξίαρχο Γεωργίτση «κτυπάτε με όλα τα μέσα».

Στις 21/7/1974, συνήλθε υπό την προεδρία του επίσημου προέδρου του δικτατορικού καθεστώτος στρατηγού Φαίδωνα Γκιζίκη το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, στο οποίο συμμετείχαν ο πρωθυπουργός του καθεστώτος Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος, οι τέσσερεις στρατιωτικοί αρχηγοί Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου και ο ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης. 

Τότε, όλα ήσαν καλά.

Ο Α/ΓΕΝ, αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης είπε : “Ευρίσκομαι, προ των ακτών της Κερύνειας, με δύο γερμανικά υποβρύχια εξοπλισμένα, δια 14 τορπιλών έκαστον. Έχω τα 11 τουρκικά πλοία της αποβάσεως, εις τα περισκόπια και τα σκόπευτρα. Λογικώς και μαθηματικώς, δεν δύναται να εκφύγει ουδέν τουρκικό πλοίο. Έχω λάβει πρόνοια και δια τον υπόλοιπο τουρκικό στόλο».

Ο Α/ΓΕΑ πτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου είπε : «Τα Fantom ευρίσκονται, εις την Κρήτη και φέρουν βόμβας – πυραύλους, εκ των οποίων δεν δύναται να γλυτώσουν τα τουρκικά πλοία».

Ο Α/ΓΕΣ Ανδρέας Γαλατσάνος είπε : «Εις τον Έβρο, είμεθα έτοιμοι, δια βολές πυροβολικού. Η άμυνα αυτού είναι, πλήρως και μαθηματικώς, εξασφαλισμένη. Οι Τούρκοι δεν δύνανται να περάσουν».

Με αυτά τα δεδομένα, τα οποία ήσαν, προφανώς, υπαρκτά και αληθινά, εντολή του Φαίδωνα Γκιζίκη ήταν το φυσικό επακόλουθο των προηγηθέντων : 

«Κύριε Αραπάκη την πρωία της Δευτέρας 22/7/1974 ότε θέλει αρχίσει η κυρία απόβαση των Τούρκων, βυθίσατε τα προ του λιμένος Κερύνειας ευρισκόμενα, εις συγκέντρωση, τουρκικά αποβατικά και λοιπά σκάφη του εχθρού. Κύριε Παπανικολάου κατά την αυτήν ώρα, αποστείλατε έξι (6) Phantom, από Κρήτη, εις Κυρήνεια και πλήξατε τα τουρκικά σκάφη. Κύριε Γαλατσάνε αρχίσατε βολές πυροβολικού, στον Έβρον, για αντιπερισπασμό. Όχι άλλη επιθετική ενέργεια, κατά του τουρκικού εδάφους. Κύριε Μπονάνε εποπτεύσατε την εκτέλεση των διαταγών».

Έτσι, τελείωσε η σύσκεψη του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας του δικτατορικού καθεστώτος.

Εδώ, πρέπει να αναφέρω ότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν είχαν τα απαραίτητα μέσα ανάσχεσης των δύο υποβρυχίων ούτε των Fantoms διότι τα υποβρύχια ήσαν, απολυτως, σύγχρονα και έπλεαν, σε βάθος 200 μέτρων, με 21 – 22 κόμβους, ωριαία, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και δεν ηταν δυνατόν να εντοπισθούν, από τα τουρκικά αντιτορπιλικά, διότι τα ηχοληπτικά τους όργανα δεν λειτουργούσαν,  μετά την ταχύτητα των 18 μιλίων.

Επίσης, η τουρκική πολεμική αεροπορία δεν είχε Fantoms και δεν διέθετε άλλο μέσο ανάσχεσης των ελληνικών Fantoms, η πτήση των οποίων, από την Κρήτη, στην Κύπρο, είχε διάρκεια 9 λεπτών της ώρας.

Και ενώ, λοιπόν, αποφασίστηκε, ομόφωνα, η προσβολή της τουρκικής αποβατικής δύναμης, από δύο υποβρύχια και σμήνος μαχητικών αεροσκαφών Fantom οι αρχηγοί των επιτελείων, δηλαδή οι Μπονάνος, Γαλατσάνος, Παπανικολάου και Αραπάκης δεν εξετέλεσαν τις εντολές του πολεμικού συμβουλίου και υπάκουσαν, στις υποδείξεις των Αμερικανών, σε επαφή με τη CIA, μεθοδεύοντας την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος και την επιβολή, ως πρωθυπουργού, του Κωνσταντίνου Καραμανλή.



15/7/2024. Προσωπικές αναμνήσεις και κρίσεις, για όσα έγιναν τον Ιούλιο - Αύγουστο του 1974, στην Κύπρο και στην Ελλάδα.



Έτσι, το πρωί της Δευτέρας 22/7/1974, ο Πέτρος Αραπάκης διέταξε, αυτοπροσώπως, τα δύο υποβρύχια να επιστρέψουν, από την Κύπρο, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο, στον τουρκικό αποβατικό στόλο να πραγματοποιήσει  την αποβίβαση του τουρκικού στρατού, στο νησί. 

Την επόμενη ημέρα, μάλιστα, σε τηλεφωνική συνδιάλεξη, με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Henry Kissinger, εκπροσωπώντας - με την άδεια ποίου; -, την κυβέρνηση και ως εντεταλμένο όργανο της CIA, αποδέχτηκε την καταστροφική εκεχειρία, στην Κύπρο, όταν το τουρκικό προγεφύρωμα ήταν, εν τη γενέση του, η οποία ουδέποτε εφαρμόστηκε, από την τουρκική πλευρά.

Ο Αλέξανδρος Παπανικολάου σταμάτησε τα Fantoms, στην Κρήτη, με αποτέλεσμα οι ελληνικές δυνάμεις, στο κυπριακό έδαφος, να σφυροκοπούνται, ανελέητα, από την ανεκπαίδευτη τουρκική πολεμική αεροπορία και λοιπά λέγοντας, στους κατωτέρους, αξιωματικούς τις διαδόσεις που διέσπειρε η CIA, ότι «οι Βούλγαροι είναι έτοιμοι να μας επιτεθούν, έχουν συγκεντρωθεί εις τα σύνορα, θα πάθουμε συμφορά». Έτσι, τους είπε ο Παπανικολάου, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο ήταν, απολύτως, ψευδές. 

Επίσης, ο Ανδρέας Γαλατσάνος δεν επέτρεψε τις βολές πυροβολικού, στον Έβρο, ενώ ο Γρηγόριος Μπονάνος συνετόνισε τις ενέργειες των τριών Αρχηγών των Επιτελείων, για να αποτραπεί η πλήρης καταστροφή των τουρκικών δυνάμεων εισβολής, στην Κύπρο.

Κάπως έτσι, έφεραν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ως σωτήρα, όχι για να αποτρέψει την εξέλιξη της κυπριακής τραγωδίας, αλλά για να βρει έναν επώδυνο συμβιβασμό, με τα γεγονότα, που είχαν πάρει την τροπή τους, παρά το γεγονός ότι μπορούσαν, ακόμη και όταν, στις 24 Ιουλίου 1974, ανέλαβε την πρωθυπουργία, να ανακοπούν και να αποτραπούν. 

Βέβαια έχει, ως σοβαρό άλλοθι, το γεγονός, που πολλοί επικαλούνται, ότι δηλαδή ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπήρξε δέκτης συνεχών ψευδών πληροφοριών και παραπληροφόρησης από τους τέσσερις αρχηγούς των ενόπλων δυνάμεων, ήτοι τους Γρηγόριο Μπονάνο Ανδρέα Γαλατσάνο, Πέτρο Αραπάκη και Αλέξανδρο Παπανικολάου, με στόχο στόχο να παρουσιάσουν την κατάσταση, ως τραγική και να αποτρέψουν τον πολιτικό πρωθυπουργό, που αυτοί έφεραν, από την λήψη αποφάσεων, για την στρατιωτική αντιμετώπιση της τουρκικής απόβιβασης, στην Κύπρο, ιδιαίτερα τις πρώτες κρίσιμες ημέρες, όταν, ακόμη, ήταν ευχερές να βυθιστεί αύτανδρος ο αποβατικός στόλος του τουρκικού κράτους και να διαλυθεί το μικρό προγεφύρωμα του τουρκικού στρατού, στην περιοχή της Κερύνειας. 

Προφανώς θα συνέβη και αυτό. Οι στρατιωτικοί αρχηγοί είχαν πάρει τις αποφάσεις τους, πριν έλθει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και φυσικά, λογικό ήταν να παραπληροφορήσουν τον πρωθυπουργό, που αυτοί έφεραν. 

Στην ουσία, όμως, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής γνώριζε ότι τις ημέρες εκείνες, που ανέλαβε την πρωθυπουργία, μπορούσε να βυθίσει τον τουρκικό στόλο, γύρω από την Κύπρο. Αλλά, για να το πράξει αυτό, έπρεπε να απομακρύνει, άμεσα, την στρατιωτική ηγεσία, αντικαθιστώντας την, με άλλα στελέχη. Δεν θέλησε να το πράξει αυτό, διότι και ο ίδιος ήταν οπαδός της αποφυγής ενός ελληνοτουρκικού πολέμου και γι’ αυτό, άλλωστε, τον έφεραν. 

Συνελόντι ειπείν, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής φέρει βαρύτατη ιστορική ευθύνη, για την  δυσμενή εξέλιξη του κυπριακού πολέμου κατά την περίοδο, από τις 24 Ιουλίου 1974, μέχρι και μετά την δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, στις 14 Αυγούστου 1974, που οδήγησε, στην διεύρυνση του αρχικό μικρού τουρκικού προγεφυρώματος, μέχρι το σημείο της κατάληψης, από τον τουρκικό στρατό, του 38% του κυπριακού εδάφους και τον ξεριζωμό των κατοίκων της Βόρειας Κύπρου των Ελλήνων κατοίκων της βόρειας Κύπρου από τις εστίες τους.

Αλλά αυτά, τώρα πια, αποτελούν ένα κάκιστο μακρινό παρελθόν. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι πως πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, που λέει πως ό,τι έγινε, έγινε. Κάθε άλλο. 

Τα πρακτικά προβλήματα, που υπάρχουν, σήμερα, με τον πλήρη εκτουρκισμό Της βόρειας Κύπρου, όπου ο γηγενής τουρκοκυπριακός πληθυσμός έχει καταστεί, πλέον, μειοψηφία, μέσα, στην τουρκική κοινωνία του νησιού, που διαμορφώθηκε, μέσα σε αυτήν την 50ετια, λόγω της έλευσης εκατοντάδων χιλιάδων εποίκων, από την Τουρκία, είναι τεράστια, λαμβανομένου υπ’ όψιν του γεγονότος ότι αυτός ο εποικισμός αποτελεί έγκλημα πολέμου, σύμφωνα με την πάγια νομολογία των αρμοδίων διεθνών δικαστηρίων και φυσικά, αυτός ο εποικισμός δεν πρέπει να γίνει αποδεκτός, από την ελληνική πλευρά. 

Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγάλο μέρος της σημερινής τουρκικής κοινωνίας, στην βόρεια Κύπρο, πρέπει να επιστρέψει, πίσω από εκεί, που ήρθε. Αυτή πρέπει να είναι η βάση για την επίτευξη οποιασδήποτε λύσης του de facto καθεστώτος, που έχει δημιουργηθεί στο νησί.

Και φυσικά, η Κύπρος δεν είναι διαιρεμένη, παρά το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει είναι διαιρεμένη. 

Το κυπριακό πρόβλημα είναι πρόβλημα κατοχής ενός μεγάλου τμήματος του κυπριακού εδάφους, από μια ξένη δύναμη. Έτσι, πάνω, σε αυτήν την βάση, πρέπει να γίνει οποιαδήποτε προσπάθεια, για να βρεθεί μια λύση, στο κυπριακό πρόβλημα. 

Τώρα, όμως, 50 χρόνια μετά, οι μόνες λύσεις, που φαίνονται, είναι :

1) Η αποδοχή της διχοτόμησης της Μεγαλονήσου.

2) Η λήψη όλων εκείνων των μέτρων, που είναι απαραίτητα, για να εκδιωχθεί, με την τελική χρήση στρατιωτικής βίας, ο τουρκικός στρατός, από την βόρεια Κύπρο. 

Πιο ρεαλιστική, υπό τις παρούσες συνθήκες, φαίνεται η λύση της διχοτόμησης, η οποία, όμως, παρουσιάζει τα δικά της τεράστια προβλήματα, τα οποία πηγάζουν από το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά πρέπει να αποδεχθεί και να νομιμοποιήσει ό,τι έχει γίνει, από τον Ιούλιο του 1974, έως σήμερα. Και φυσικά, μια τέτοια απόφαση είναι μια πολύ δύσκολη απόφαση.

Την απόφαση αυτή μπορούσε να την είχε πάρει η ελληνική πλευρά, ευθύς εξαρχής, ήδη, από τον Ιούλιο - Αύγουστο του 1974, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τον Αύγουστο του 1974, λίγο πριν τον δεύτερο γύρο της τουρκικής εισβολής, είπε, ωμότατα, στον Γλαύκο Κληρίδη, ότι, πλέον, «η Κύπρος είναι μόνη της». 

Φυσικά, ο Γλαύκος Κληρίδης, πράττοντας, σωστά, τον Αύγουστο του 1974, δεν δέχτηκε να υπογράψει την νομιμοποίηση της τουρκικής εισβολής και την παρουσία του τουρκικού στρατού, στο νησί, παρά το γεγονός ότι, ουσιαστικά, με την στάση του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον προέτρεπε να υπογράψει μια διχοτομική λύση και να νομιμοποιήσει την παρουσία του τουρκικού στρατού στην Κύπρο. 

Αλλά αυτή η ανένδοτη στάση, για να είναι αποτελεσματική, θα έπρεπε να συνοδευθεί, από μια εντατική προσπάθεια της ελληνικής πλευράς, για την δημιουργία εκείνων των στρατιωτικών προϋποθέσεων, που θα οδηγούσε, μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, στην χρήση στρατιωτικής βίας για την εκδίωξη του εισβολέα τουρκικού στρατού, που κατείχε και εξακολουθεί να κατέχει το βόρειο τμήμα της Κύπρου. 

Ουδέποτε, όμως, η ελληνική πλευρά κατέστρωσε, στην πράξη, έναν τέτοιον σχεδιασμό. Μια μικρή εξαίρεση αποτελεί η δεύτερη περίοδος της διακυβέρνησης της χώρας της Ελλάδας από τον Ανδρέα Παπανδρέου (Οκτώβριος 1993 - Ιανουάριος 1996), που όμως εγκαταλείφθηκε, το 1996, από την κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη και τις επόμενες.

Τώρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να φέρει το κυπριακό πρόβλημα, στην επιφάνεια, προκειμένου να επιτύχει μια λύση του, σύμφωνα με τις προδιαγραφές των ΗΠΑ, οι οποίες, φυσικά, δεν προοιωνίζουν κανένα καλό, για τους κατοίκους του νησιού. 

Είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο πρέπει να αποτραπεί. Αλλά, ας αφήσουμε, πρώτα, να εκδηλωθούν οι σχετικές πρωτοβουλίες, στην πράξη, αν και η αλήθεια είναι ότι, πλέον, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι αποδυναμωμένη. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, μετά τις πρόσφατες παρεμβάσεις του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά γεγονός, που σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός δεν έχει την λαϊκή νομιμοποίηση, για να προβεί, στις ενέργειες ενός επώδυνου συμβιβασμού ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, θα αποτελεί πηγή νέων προβλημάτων και κινδύνων και για την Κύπρο, αλλά και για την Ελλάδα. 

Οψόμεθα λοιπόν…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Παρουσιάζοντας, τμηματικά, το περιεχόμενο του σχεδιάσματος της μήνυσης, για τις παρανομίες, σχετικά, με την “ληστεία” των, υπερβαλλόντως, των ασφαλιστικών κατηγοριών ποσών, που κατέβαλαν οι “νέοι ασφαλισμένοι” και οι ασφαλισμένοι των λεγόμενων “νέων περιοχών” βενζινοπώλες και τις παράνομες επικουρικές συντάξεις των πρατηριούχων υγρών καυσίμων του e-ΕΦΚΑ, λόγω μη συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (1).

Άρθρο 16 Συντάγματος : Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια απαγορεύονται, χωρίς περιστροφές και “δια ροπάλου”, ενώ το άρθρο 28 του Συντάγματος, είναι άσχετο, με το θέμα. Μνήμες δικτατορίας του 1973, αστυνομοκρατία και συνταγματική εκτροπή και ανωμαλία φέρνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που κάνει τεράστια μαλακία, καταργώντας, κάθε, έστω και τυπική, έννοια της εθνικής κυριαρχίας, γι’ αυτό και τα δικαστήρια - παρά τις μπουρδολογίες του Βαγγέλη Βενιζέλου - οφείλουν να κρίνουν τις διατάξεις αυτού του νομοσχεδίου, όταν ψηφιστεί, ως αντισυνταγματικές.

2/2024 Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο : Κατεξευτελιστικό ψήφισμα καταδίκης του αυταρχικού καθεστώτος φυλαρχίας κράτους της υποσαχάριας Αφρικής του - κατά τους αφελείς χριστιανούς, εκφραστή των “Γωγ και Μαγώγ” - και κατά τον ορθό λόγο, δυνάμενου να αποκληθεί και ως «disordered» Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει αποθρασυνθεί και “έγινε ρόμπα”, για την ανυπαρξία κράτους δικαίου, την αστυνομοκρατία, την ανελευθερία των ΜΜΕ, την κατασκοπεία με το σύστημα “Predator”, τον έλεγχο της ΕΥΠ, από τον ίδιο και την ανισορροπία της κατανομής των εξουσιών, με τον κυβερνητικό έλεγχο, στο δικαστικό σύστημα. (Καιρός ήταν. Άργησε. Πολύ άργησε)…