“Ποιοί νομίζουμε ότι είμαστε· ποιοί είμαστε και ποιοί νομίζουν οι άλλοι ότι είμαστε”; Μια επιτηδευμένη μπουρδολογούσα αρθρογραφική απόπειρα του Ευάγγελου Βενιζέλου, να μας πείσει, όπως ο παλαιός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ότι «Ανήκουμε, στην “Ευρώπη” και στην Δύση», για να ακυρώσει την δέουσα απάντηση ότι πρέπει να ανήκουμε, στον συλλογικό εαυτό μας, ως κοινωνία· δηλαδή, όπως έλεγαν ο Ανδρέας Παπανδρέου, πριν, κατά και μετά, την δικτατορία των συνταγματαρχών και το KKE, στα Δεκεμβριανά του 1944, «Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ». (Πλην, όμως, τώρα, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται, υπό καθεστώς μιας μοντέρνας νεοαποικιακής Κατοχής).


 



Πρωί-πρωί, την περασμένη Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023 και ενώ είχα τελειώσει το προηγούμενο δημοσίευμα, σε αυτό εδώ το μπλογκ που αφορούσε την εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη, στην προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ, διάβασα το, παρακάτω, άρθρο του γνωστού Ευάγγελου Βενιζέλου, με το οποίο, μέσα από μια επιτηδευμένη, πραγματικά, μπουρδολογούσα ανάλυση, ο αρθρογράφος προσπαθεί, με τον τρόπο του, να μας πείσει ότι η κοινωνία μας, ανήκει (και πρέπει να ανήκει), στο κατασκευασμένο ιδεολόγημα της “Ευρώπης”, η οποία υποτίθεται ότι, αυτονοήτως, ταυτίζεται, με την σημερινή “Ευρωπαϊκή Ένωση” και στην συλλογική Δύση, υπό την αμερικανική ομπρέλλα.

Φυσικά, ο ευφυολογηματολογών Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος, ομολογουμένως, γράμματα γνωρίζει και είναι, ιδιοφυώς και sui generis, συγγραφέας και δεινός ρήτορας, εξειδικευμένος, στην εκφορά, στην διαχείριση και στην οικοδόμηση ενός πολύπλοκου και εκτεταμένα, πολυπλόκαμου γραπτού και προφορικού λόγου του, τον οποίο, ταχύτατα, μετακινεί, σε πολλαπλά συναφή (ή και ασύνδετα) επιστημονικά πεδία, στο συγκεκριμένο άρθρο, που επιχειρεί να μας πείσει, παραπειστικά δρώντας, για το “ποιοί, πραγματικά, είμαστε”, στην πραγματικότητα, δεν προβαίνει, σε διαπιστώσεις, επί του πραγματικού πεδίου του, σκοπίμως, περίπλοκου συγκροτήματος των ερωτημάτων, που θέτει, αν και θέλει να παρουσιάσει τα μερικά συμπεράσματα, στα οποία οδηγεί τον γραπτό του λόγο, ως σταθερές διαπιστώσεις (τις οποίες υπονομεύει, αγωνιωδώς - και κατά την γνώμη μου, προτρέχοντας, προπετώς και αναιτίως - προς το τέλος του κειμένου του), αλλά, σε μια, επιεικώς, μιλώντας, αμφίβολη και επί του πρακτικού πεδίου, εσφαλμένη και βλαπτική, για την ελληνική κοινωνία, ιδεολογηματικού/ιδεαλιστικού χαρακτήρα και περιεχομένου προταγματική πρόταση, η οποία δεν συνάδει, με την πολυετή εμπειρία και πραγματικότητα της ζωής των Ελλήνων.

Αλλά, ας αφήσω την κριτική και ας προχωρήσω, στην παράθεση του συγκεκριμένου γραπτού αφηγηματικού λόγου του Βαγγέλη Βενιζέλου, προκειμένου, οι όποιοι αναγνώστες να αντιληφθούν (με την συγγνωστή νοηματολογική δυσκολία του γραπτού λόγου του αποσυρθέντος - προς το παρόν, τουλάχιστον - πολιτικού), περί τίνος πρόκειται :




«Στο ερώτημα "ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε;", όποιο και αν είναι το συλλογικό υποκείμενο που μας ενδιαφέρει –η ελληνική κοινωνία, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, αυτό που ορίζουμε ιστορικά και πολιτιστικά ως Δύση, η ανθρωπότητα με τις κραυγαλέες ανισότητες και αντιθέσεις της–, μπορεί προφανώς να δοθεί μια εύκολη απάντηση μέσα από τις έρευνες της λεγόμενης κοινής γνώμης που αναζητούν τον τρόπο με τον οποίο ένα συλλογικό υποκείμενο προσλαμβάνει τον εαυτό του. Εκεί, βεβαίως, που αυτό είναι εφικτό. 

Επειδή ήδη από την αφετηρία της η προσέγγιση αυτή είναι δυτικοκεντρική, πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι, ακόμα και αν τα εργαλεία της κοινωνιολογίας και της εθνολογίας δεν επαρκούν, υπάρχουν πάντα τα εργαλεία της ανθρωπολογίας που μας επιτρέπουν να διευρύνουμε τον ορίζοντά μας. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η ανθρωπότητα ζει ταυτοχρόνως σε διαφορετικές εποχές, ότι δεν υπάρχει μια ανθρώπινη κατάσταση, αλλά πολλές. Ότι μπορεί παντού και για όλους να υπάρχει ένα διαρκές ταυτοτικό ζήτημα, είναι όμως διαφορετικό αυτό να αφορά την πρόσληψη της Ιστορίας ή τη θέση μας μέσα στην κοινωνική διαστρωμάτωση και διαφορετικό να αφορά τις αρχαϊκές προϋποθέσεις της επιβίωσης. 

 Άλλωστε, το "ποιοι είμαστε πράγματι", οντολογικά, είναι κάτι που δεν το μαθαίνουμε εμείς, παρά τα εντυπωσιακά βήματα της επιστήμης σε πεδία όπως η ανάγνωση του γονιδιώματος ή η χαρτογράφηση του εγκεφάλου. Το μαθαίνουν σταδιακά και εν μέρει οι επίγονοί μας και η δική τους αγωνία και αβεβαιότητα μεταφέρεται στους δικούς τους επιγόνους. 

Το "ποιοι είμαστε" ταυτοτικά, το πλαίσιο της αυτοσυνειδησίας μας, συμπίπτει εν πολλοίς με το "ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε". Αυτό όμως που "νομίζουμε ότι είμαστε" εξαρτάται από αυτό που "νομίζουν οι άλλοι ότι είμαστε", πρόκειται συνεπώς για μια σχέση εκτεθειμένη σε διαρκείς παρεξηγήσεις και δυσλειτουργίες, παρά τις επίμονες προσπάθειες της φιλοσοφίας να τις υπερβεί ή έστω να τις περιορίσει. 

Η γνωστή έκφραση "ποιος νομίζεις ότι είσαι;", που σε επιτιμά και σε προσγειώνει στα μηδαμινά μεγέθη σου μέσα στο σύμπαν, στον κόσμο, στην Ιστορία, στην καμπύλη της ανθρωπότητας ή έστω στα πολύ μικρότερα από ό,τι νομίζεις μεγέθη σου μέσα στον περίγυρό σου, μέσα στον συσχετισμό όλων των δυνάμεων που σε αφορούν και σε επηρεάζουν, συμπυκνώνει τους κινδύνους που περικλείει κάθε αντίληψη για το "ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε" και πολύ περισσότερο για το "ποιος / ποια νομίζω ότι είμαι". Το ερώτημα στον ενικό μάς βοηθά να συνειδητοποιήσουμε το βάρος του ερωτήματος στον πληθυντικό, που προϋποθέτει την ένταξη σε μια ομάδα / συλλογικό υποκείμενο. 

Οι έρευνες και τα δοκίμια για την αυτοπρόσληψη και την κατανόηση κοινωνιών και κοινωνικών ομάδων, εθνικών και εθνοτικών ομάδων, μειονοτήτων, πολιτικών κομμάτων και παρατάξεων, έρχονται και επανέρχονται χωρίς να χάνει την ισχύ του το ερώτημα "ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε;". 

Πολύ συχνά το ερώτημα "ποιοι είμαστε;" τίθεται για να σοκάρει κοινωνίες όπως η αμερικανική. Μια γνωστή ταινία έχει το τίτλο "Who We Are: A Chronicle of Racism in America" και είναι αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας και καταγραφής. Το 2004 ο Samuel P. Huntington, θεωρητικός της σύγκρουσης των πολιτισμών, δημοσίευσε το βιβλίο του "Who Are We?: The Challenges to America’s National Identity". Ο καθηγητής Γ. Πρεβελάκης δημοσίευσε, το 2017, βιβλίο με τον τίτλο "Qui sont les Grecs? Une identité en crise". Το 1983 ο ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος δημοσίευσε βιβλίο με τον τίτλο "Ο χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα και την ιστορική μόρφωση των Νεοελλήνων". 

Η "ελληνικότητα" γίνεται αντιληπτή από την κοινή γνώμη ως εξαιρετισμός σε σχέση με τον ευρωπαϊκό και ευρύτερα τον δυτικό κανόνα. Το ίδιο, όμως, ισχύει και για τη "γερμανικότητα" ή τη "γαλλικότητα". Η αναγνώριση του πλουραλισμού των εθνικών ταυτοτήτων είναι συνεκτικός ιστός και προϋπόθεση συνοχής για την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Και η Ευρώπη, όμως, είναι μικρή και ανεπαρκής σε σχέση με τη Δύση ως στρατηγική οντότητα. Η ίδια δε η Δύση, που εξαρτάται πρακτικά από τις διακυμάνσεις της αμερικανικής εσωτερικής πολιτικής, αντιλαμβάνεται ότι, εκτός από τους παραδοσιακούς της αντιπάλους, οφείλει τώρα να συνομιλεί με τον παγκόσμιο Νότο. 

Η παγκόσμια έρευνα αξιών (World Values Survey / WVS) διεξάγεται σε δεκάδες χώρες, μεταξύ αυτών το έβδομο κύμα περιέλαβε και την Ελλάδα (ΕΚΚΕ / διαΝΕΟσις). Είχα την ευκαιρία να μετάσχω στην παρουσίαση το 2018. Η ελληνική κοινωνία έχει πάντα μια αξιακή ταυτότητα αποφατική. Περισσότερο δυτική από την ανατολική της αυτοπρόσληψη. Ορθόδοξη, αλλά περισσότερο κοντά στην καθολική και προτεσταντική Ευρώπη από ό,τι στα ορθόδοξα Βαλκάνια. Με έντονο θρησκευτικό αίσθημα, αλλά χωρίς να πείθεται από την επαγγελία της μετά θάνατον ζωής. Κοινωνικά και οικονομικά φιλελεύθερη, αλλά σε πολλά θέματα αρχαϊκή. Κρατικιστική και αντικρατικιστική. Δημοκρατικά ευαίσθητη, αλλά έτοιμη να αποδεχθεί ένα ισχυρό ηγετικό πρότυπο. Δείχνει να είναι μια κοινωνία περιορισμένης επίγνωσης των κινδύνων και επιφυλακτικότητας ως προς την αποδοχή των ίδιων των δυνατοτήτων της. Οι Έλληνες θεωρούν πάντα τον εαυτό τους τον περιούσιο λαό του Θεού, αλλά τη χώρα τους μειονεκτούσα σε σχέση με το δυτικοευρωπαϊκό κεκτημένο. Το έθνος των Ελλήνων είναι απαιτητικό ιστορικά και ολιγαρκές πολιτικά, αλλά έτοιμο να κινηθεί με ταχύτητα και άνεση από το ζενίθ του συντηρητισμού της "κανονικότητας" στο ναδίρ της απόλυτης διακινδύνευσης των πάντων για να αντιδράσουμε στα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που επέβαλαν οι Ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ. Το δημοψήφισμα του 2015 ήταν μια πανήγυρις της εθνικής ανεξαρτησίας για το 62% των πολιτών και είναι τώρα μια υφέρπουσα απειλή επιστροφής στον εφιάλτη της κρίσης. Το "ποιοι νομίζουμε ότι είμαστε" και ο τρόπος που τοποθετούμε τον συλλογικό εαυτό μας στα πολλά επίπεδα της ταυτότητάς μας, εθνικής και ευρωπαϊκής, βαλκανικής και μεσογειακής, νότιας και δυτικής, πολιτιστικής και οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής, είναι ένα ερώτημα που, ευτυχώς για τη σχέση μας με τη δημοκρατία και την Ιστορία, μένει διαρκώς ανοικτό».  


Διαβάζοντας το, παραπάνω, ανάγνωσμα του Ευάγγελου Βενιζέλου μπορούμε να πούμε ότι ο γνωστός πολυλογάς και πολυγραφότατος πανεπιστημιακός διδάσκαλος και σε χειμερία νάρκη, ευρισκόμενος πολιτικός, συνέγραψε ένα από τα λιγότερο δυσανάγνωστα κείμενα, που έχει γράψει, έως τώρα, αν και η συνεχής μετακίνηση των ερωτημάτων, που τοποθετεί, γύρω από το “ποιοί είμαστε”, “ποιοί νομίζουμε ότι είμαστε” και “ποιοί νομίζουν οι άλλοι ότι είμαστε”, συγκροτούν μια χορογραφία υποτιθέμενων ως ερωτημάτων, προκειμένου ο Ευάγγελος Βενιζέλος να προσδιορίσει, αυτός ο ίδιος, το ποιοί είμαστε, παραπέμποντας, σε διάφορα κείμενα ξένων και εντοπίων συγγραφέων, για να ενισχύσει την επιχειρηματολογία του και ουσιαστικά, την γνώμη του, που δεν είναι, απλώς, προσωπική (κάτι που συμβαίνει, άλλωστε, με όλους τους ανθρώπους, όταν αυτοί, γενικώς, επιχειρηματολογούν), αλλά και επιστημολογικά, ασθενής, αν και ομολογουμένως, είναι σαφής, παρά το γεγονός ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν συνηθίζει να είναι σαφής,  όταν ομιλεί, ή, όταν αρθρογραφεί, ή, όταν συγγράφει βιβλία και δεν αναφέρεται, επιστημονικά, σε ζητήματα, που έχουν να κάνουν, με το γνωστικό του αντικείμενο, ως γνωστός και έγκριτος συνταγματολόγος, που είναι, παρά τα, κατά καιρούς, συχνότατα προχειρογραφήματα, στα οποία επιδίδεται και τις προχειρολόγες συνταγματικοφανείς αρλουμπολογίες του, όταν αναφέρεται, σε πρακτικές εφαρμογές των προβλέψεων του υποτιθέμενου, ως ισχύοντος Συντάγματος, ο σκληρός πυρήνας και πλείστες, εκ των, επιμέρους, προβλέψεων του έχουν κουρελιαστεί και με άμεση προσωπική ευθύνη του ίδιου του Ευάγγελου Βενιζέλου, όταν ήταν, επί δεκαετίες, ενεργός πολιτικός και οι οποιες πρακτικές εφαρμογές αφορούσαν και αφορούν, ή άπτονται, σε θέματα Συνταγματικού Δικαίου, μιλώντας, ή, γράφοντας, όχι, ως επιστήμονας, δηλαδή, ως συνταγματολόγος, αλλά, ως τετριμμένος πολιτικάντης της κακιάς ώρας. 

Το πρόβλημα, που εδώ τίθεται, όσον αφορά το, παραπάνω, κείμενο του Ευάγγελου Βενιζέλου, δεν έχει να κάνει, τόσο, με τα ερωτήματα, που θέτει, αλλά με το κεντρικό ερώτημα, που δεν θέτει, προφανώς, διότι δεν τον ενδιαφέρει να το διερευνήσει, θεωρώντας την απάντηση, ως δεδομένη.

Και αυτό το ερώτημα, που δεν θέτει, θεωρώντας το, ως δεδομένο, είναι το “από πού ερχόμαστε, ως κοινωνία, δηλαδή, ως έθνος”, της έννοιας του έθνους νοούμενης, ως ιστορικότητας, ως ιστορικού παρελθόντος της παρούσας κοινωνίας μας, η οποία είναι σαφές ότι αποτελεί μια προσωρινότητα, αφού προ αυτής, υπήρξαν άλλες γενεές ανθρώπων, που οδήγησαν, στην παρούσα κοινωνία και φυσικά, ως προσωρινή κατάσταση, θα αντικατασταθεί, προϊόντος του χρόνου, από άλλες μέλλουσες γενεές, οι οποίες πρόκειται να ακολουθήσουν, τις τωρινές γενεές, που συγκροτούν την παρούσα κοινωνία μας, την οποία, δυναμικά, πρόκειται να συνεχίσουν, να την μετεξελίξουν και πιθανώς, να την ανανοηματοδοτήσουν.

Για το ζήτημα αυτό, που αφορά το, από πού ερχόμαστε, ως εθνοτική κοινωνία, εχω αφιερώσει, σχετικά πρόσφατα ένα δημοσίευμα, σε αυτό εδώ το μπλογκ, με τίτλο :  4ος - 15ος αιώνας μ.Χ., έως σήμερα : Η δύσκολη, επίπονη και κυρίως, εκτρωματική γέννα του νέου Ελληνισμού, πάνω στα ερείπια και την καταστροφή, που επέφερε ο Χριστιανισμός, επί του αρχαίου Ελληνισμού. (Γεννάδιος Σχολάριος : «Ἕλλην ὢν τῇ φωνῇ, οὐκ ἄν ποτε φαίην Ἕλλην εἶναι, διὰ τὸ μὴ φρονεῖν ὡς ἐφρόνουν ποτὲ Ἕλληνες· ἀλλ’ ἀπὸ τῆς ἰδίας μάλιστα θέλω ὀνομάζεσθαι δόξης. Καὶ εἴ τις ἔροιτό με τίς εἰμί, ἀποκρινοῦμαι χριστιανὸς εἶναι»).  

Το δημοσίευμα αυτό περιγράφει διεξοδικά, την περιπέτεια της δύσκολης και βασανιστικής μετεξελικτικής δημιουργίας του νέου Ελληνισμού, πάνω στα ερείπια και ως συνέχεια, του αρχαίου ελληνικού/ελληνιστικού κόσμου και θεωρώ ότι αξίζει να διαβαστεί και να μελετηθεί, εν όψει και σε συνδυασμό, με τα γραφόμενα, στο παρουσιαζόμενο, εδώ, άρθρο του Ευάγγελου Βενιζέλου. 

Το άρθρο αυτό του πρώην υπουργού, αν και θεωρεί, ως δεδομένη την ύπαρξη του νέου Ελληνισμού, αποφεύγει να μιλήσει, εις βάθος, για αυτόν και κυρίως, για την δαιδαλώδη και δυσχερή ιστορική δημιουργία και διαδρομή του, προκειμένου να αποφύγει να δώσει την έκταση και την πρέπουσα σημασία, σε αυτόν τον νέο Ελληνισμό, ως κυρίαρχη πραγματική και πρακτική βάση της συγκρότησης της παρούσας ελληνικής κοινωνίας, διότι ο σκοπός του και ο στόχος του είναι να υποβαθμίσει και να υποτιμήσει την ελληνικότητα (όπως ο ίδιος την ονομάζει) της κοινωνίας μας.
 
Η ενέργεια αυτή του Ευάγγελου Βενιζέλου, ούτε τυχαία είναι, ούτε προϊόν αβλεψίας, διότι παρουσιάζοντας την ελληνικότητα της κοινωνίας μας, ως έναν “εξαιρετισμό”, όπως, χωρίς περιστροφές, χαρακτηρίζει αυτόν τον, βαθύτατα, εγχαραγμένο χαρακτήρα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, επιχειρεί να την και να τον προσπεράσει και να την και να τον παρακάμψει, ως μια αρχαϊκή επιβίωση, σε σχέση με τον επικαλούμενο, από τον ίδιο τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ως “ευρωπαϊκό” κανόνα, αλλά και τον “δυτικό” κανόνα, που, επίσης, ο ίδιος επικαλείται.

 Έτσι, αυτός ο νοούμενος, ως παρέκκλιση, απόν τον δεοντολογικό και υποτιθέμενο, ως πρέποντα να υπερισχύει κανόνα, ονομαζόμενος, ως “εξαιρετισμός” της ελληνικότητας, δηλαδή - επαναλαμβάνω - ο εγχάρακτος χαρακτήρας της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, ως ένα μέγεθος (για την ακρίβεια : ως ουσιώδες περιεχόμενο του λόγου και της επιχειρηματολογίας του συγγραφέα του παραπάνω άρθρου, που παρουσιάζω και κριτικά, αναλύω), που παρά ταύτα, κατά τον Ευάγγελο Βενιζέλο (μαζί, με τις άλλες “εξαιρετικότητες”, δηλαδή την γαλλικότητα, την γερμανικότητα και ούτω καθεξής), επιχειρείται, με μη ομαλό τρόπο και με μια αυθαίρετη, αβάσιμη και αβασάνιστη επιχειρηματολογία (της οποίας η προβληματικότητα δεν ξεφεύγει από την γνώση του, ομολογουμένως, πολυμαθούς αρθρογράφου) να παρουσιασθεί, ως αυτό, που, στην πραγματικότητα, στη ζώσα καθημερινότητα, δεν είναι, δηλαδή, όπως το περιγράφει ο ίδιος ο Ευαγγελος Βενιζέλος, ως (δήθεν) πλουραλισμός των εθνικών ταυτοτήτων, που είναι συνεκτικός ιστός και προϋπόθεση συνοχής για την ευρωπαϊκή ταυτότητα.

Εννοείται και είναι, άλλωστε, σαφές ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος, όχι, μόνο, διαστρεβλώνει, με πλήρη συνείδηση, την απτή πραγματικότητα, αλλά και ανοησιολογεί, συμπεριφερόμενος, ως ιδεαλιστής και ως μαχητικός ιδεολόγος, αφού παρουσιάζει, το, κατά την βούληση και την επιθυμία του, δέοντα γενέσθαι, ως, ήδη, γενόμενο και γι’ αυτό, άλλωστε, χαρακτηρίζει την ελληνικότητα και τις λοιπές εθνοτικές ταυτότητες των άλλων ευρωπαϊκών κοινωνιών, ως “εξαιρετικότητες” του γενικού, κυρίως, “ευρωπαϊκού”, αλλά και του ευρύτερου “δυτικού” κανόνα, που (θα έπρεπε και πρέπει να ισχύει και) εν τέλει, ισχύει.

Μάλιστα, ο Ευαγγελος Βενιζέλος, για να “εξομαλύνει” την αντίθετη, από τις επιθυμίες του, πραγματικότητα, στον λεγόμενο ευρωπαϊκό χώρο, ισχυρίζεται ότι οι εθνικές ταυτότητες αποτελούν τον συνεκτικό ιστό και μάλιστα την προϋπόθεση της συνοχής της, από τον ίδιο, αποκαλούμενης, ως “ευρωπαϊκής” ταυτότητας, η οποία, είτε είναι δευτερεύουσα και συντριπτικά, μειοψηφική, είτε ανύπαρκτη, στους ευρωπαικούς λαούς, αφού “ευρωπαϊκός λαός”, ούτε, κατ’ οιανδήποτε έννοια, υφίσταται, παρά, μόνον, ανιχνεύεται, σε τμήματα των ευρωπαϊκών ελίτ, που ελάχιστα, αγγίζει τις μεγάλες πλειοψηφίες των ευρωπαϊκών κοινωνιών, οι οποίες αναγνωρίζουν, πρωτίστως τους συλλογικούς εαυτούς τους, μέσα από τις εθνικές τους ταυτότητες και δευτερευόντως, ή τριτευόντως, ή και σχεδόν, καθόλου, μέσα από αυτή την θολή και, ριζικώς, μη υπαρκτή, ως μη, θεσμικώς, συγκροτημένη “ευρωπαϊκή ταυτότητα”. 

Αυτό συμβαίνει επειδή αυτή η ανύπαρκτη “ευρωπαϊκή ταυτότητα” δεν συνδέεται, με κανένα “ευρωπαϊκό λαό” και καμμία χωριστή ”ευρωπαϊκή εθνότητα”, που να ξεπερνά και να διαπερνά τις, επιμέρους, εθνότητες των ευρωπαϊκών λαών, σε αντίθεση, με την πολυφυλετική και πολυεθνοτική κοινωνία των ΗΠΑ, η οποία, παρά ταύτα, ενστερνίζεται την αμερικανική της ταυτότητα, υπεράνω όλων των άλλων και συγκροτεί έναν συνεκτικό λαό, ο οποίος διαθέτει πρωτογενή εξουσία και νομική προσωπικότητα, δια του αμερικανικού κράτους, ήτοι διαθέτει θεμελιώδη συστατικά και συγκροτητικά στοιχεία, τα οποια σε αυτό, που ο Ευαγγελος Βενιζέλος θεωρεί, ως “Ευρώπη”, απουσιάζουν και δεν υφίστανται, διότι, ούτε ευρωπαϊκή κοινωνία υφίσταται και το κυριότερο και σημαντικότερο όλων, η αυτοαποκαλούμενη “Ευρωπαϊκή Ένωση” δεν αποτελεί κράτος και δεν συγκροτείται, από έναν λαό, παρά τις ιδεολογικές και ιδεοληπτικές βουλήσεις και επιθυμίες όχι ασήμαντων τμημάτων των εθνικών ευρωπαϊκών ελίτ.






Αλλά, εν τέλει, από τί ενοχλείται ο καθηγητής Ευάγγελος Βενιζέλος;





Δεν το κρύβει. Το αναφέρει, στο άρθρο του. 

Αυτό, που φοβίζει τον Ευάγγελο Βενιζέλο είναι η εκφρασθείσα επιθυμία και επιλογή, (όταν δόθηκε η ευκαιρία) της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, να αποκτήσει την απωλεσθείσα εθνική του ανεξαρτησία, έτσι όπως αυτή η επιθυμία και αυτή η επιλογή εκφράστηκαν, στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015.

Διότι, κακά τα ψέμματα. Όπως έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου, πριν, κατά και μετά, την εποχή της δικτατορίας των συνταγματαρχών, αλλά και το ΚΚΕ, στα Δεκεμβριανά του 1944 :

Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ.

Αυτά εξακολουθούν να αποτελούν ένα βαθύ ψυχικό τραύμα, το οποίο στοιχειώνει τον Ευάγγελο Βενιζέλο, με εφιάλτες, οι οποίοι είναι εμφανείς, στο τέλος του άρθρου του - κατ’ εμέ, επί του παρόντος, στερούμενοι άμεσου, ή και απώτερου ρεαλιστικού υποβάθρου, παρά τα όσα νομίζει και φοβάται ο ίδιος και με αυτήν την μπουρδολογούσα αρθρογραφική του απόπειρα του επιθυμεί, διακαώς, να μας πείσει, όπως ο παλαιός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ότι «Ανήκουμε, στην “Ευρώπη” και στην Δύση», για να ακυρώσει την δέουσα απάντηση ότι πρέπει να ανήκουμε, στον συλλογικό εαυτό μας, ως κοινωνία, η οποία, όμως, τώρα, βρίσκεται, υπό καθεστώς μιας μοντέρνας νεοαποικιακής Κατοχής, γεγονός το οποίο ο Ευαγγελος Βενιζέλος και κατανοεί και ομολογεί και δυστυχώς, αποδέχεται και υπερασπίζει, υπερακοντίζοντας, ακόμη και κατά πολύ περισσότερο, την επιχειρηματολογία των ευρωθεσμικών δανειστών.

Αλλά δεν πειράζει. Ας φοβούνται και αυτός και οι συν αυτώ· δηλαδή ολόκληρη η εντόπια ελίτ. Δεν βλάπτει…
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Παρουσιάζοντας, τμηματικά, το περιεχόμενο του σχεδιάσματος της μήνυσης, για τις παρανομίες, σχετικά, με την “ληστεία” των, υπερβαλλόντως, των ασφαλιστικών κατηγοριών ποσών, που κατέβαλαν οι “νέοι ασφαλισμένοι” και οι ασφαλισμένοι των λεγόμενων “νέων περιοχών” βενζινοπώλες και τις παράνομες επικουρικές συντάξεις των πρατηριούχων υγρών καυσίμων του e-ΕΦΚΑ, λόγω μη συμπλήρωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης (1).

Άρθρο 16 Συντάγματος : Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια απαγορεύονται, χωρίς περιστροφές και “δια ροπάλου”, ενώ το άρθρο 28 του Συντάγματος, είναι άσχετο, με το θέμα. Μνήμες δικτατορίας του 1973, αστυνομοκρατία και συνταγματική εκτροπή και ανωμαλία φέρνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που κάνει τεράστια μαλακία, καταργώντας, κάθε, έστω και τυπική, έννοια της εθνικής κυριαρχίας, γι’ αυτό και τα δικαστήρια - παρά τις μπουρδολογίες του Βαγγέλη Βενιζέλου - οφείλουν να κρίνουν τις διατάξεις αυτού του νομοσχεδίου, όταν ψηφιστεί, ως αντισυνταγματικές.

2/2024 Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο : Κατεξευτελιστικό ψήφισμα καταδίκης του αυταρχικού καθεστώτος φυλαρχίας κράτους της υποσαχάριας Αφρικής του - κατά τους αφελείς χριστιανούς, εκφραστή των “Γωγ και Μαγώγ” - και κατά τον ορθό λόγο, δυνάμενου να αποκληθεί και ως «disordered» Κυριάκου Μητσοτάκη, που έχει αποθρασυνθεί και “έγινε ρόμπα”, για την ανυπαρξία κράτους δικαίου, την αστυνομοκρατία, την ανελευθερία των ΜΜΕ, την κατασκοπεία με το σύστημα “Predator”, τον έλεγχο της ΕΥΠ, από τον ίδιο και την ανισορροπία της κατανομής των εξουσιών, με τον κυβερνητικό έλεγχο, στο δικαστικό σύστημα. (Καιρός ήταν. Άργησε. Πολύ άργησε)…