2004 - 2022 : Η ελληνική κοινωνία εξέπεσε και συνεχίζει να εκπίπτει, προς την φτώχεια, δραματικά. (Παρατηρώντας και μιλώντας, για την, συντριπτικά, καθοδική πορεία του μέσου μισθού, στην ελληνική οικονομία).
Και ξαφνικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η συντηρητική κυβέρνησή του, λίγους μήνες, πριν από την βουλευτικές εκλογές 2023, θυμήθηκαν τους μισθούς, στην ελληνική κοινωνία και κατεβαίνουν, με ένα σημαντικό προεκλογικό σύνθημα, το οποίο αποτελεί και υπόσχεση, ότι την επόμενη κυβερνητική τετραετία, εφόσον η Νέα Δημοκρατία σχηματίσει κυβέρνηση, θα ασχοληθεί, με την αύξηση των μισθών.
Βέβαια, η ακριβής, προ ολίγων ημερών, διατύπωση, που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός, είναι πολύ προσεκτική και φυσικά, πονηρή : («Η προσοχή μου είναι, συνεχώς, στραμμένη, στην δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Στα πρώτα τέσσερα χρόνια, ασχοληθήκαμε, με τις περικοπές των φόρων. Την επόμενη τετραετία - εάν οι πολίτες μας εμπιστευτούν, ξανά - θα προσπαθήσουμε να αυξήσουμε τους μισθούς»), αλλά το κεντρικό νόημα/σύνθημα, όσον αφορά τις προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, δόθηκε και φυσικά, ταιριάζει και εντάσσεται, απόλυτα, μέσα στην προεκλογική στρατηγική, που υποδεικνύει ο Αμερικανός επικοινωνιολόγος - προπαγανδιστής είναι ο ορθότερος προσδιορισμός της ιδιότητας αυτής, αλλά, αν και δεν θα κολλήσουμε, στις λέξεις, είναι χρήσιμο να μην ξεχνάμε, περί τίνος πρόκειται - Stan Greenberg και η οποία στηρίζεται, στην εκπομπή και την επικοινώνηση θετικών και όχι πολωτικών μηνυμάτων, από το κυβερνητικό κόμμα και τον αρχηγό του, προς την ελληνική κοινωνία και ειδικά, προς το εκλογικό σώμα, με έμφαση και προς τον χώρο των νέων, όπου η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα διεύρυνσης του εκλογικού της ακροατηρίου.
Αλλα, πέρα από τα λόγια και τις αόριστες υποσχέσεις του πρωθυπουργού, ο οποίος, ακόμη και τώρα, που το χρονικό διάστημα, που διανύουμε, είναι, ατύπως, αλλά ουσιαστικά, προεκλογικό, δεν λέει ότι θα αυξήσουν τους μισθούς, αλλά ότι θα προσπαθήσουν να τους αυξήσουν, εντός της επόμενης τετραετίας, εφόσον εκλεγούν, χρήσιμο είναι να δούμε την πραγματική κατάσταση, που επικρατεί, στον χώρο της μισθωτής εργασίας και ειδικά των μισθών, παρατηρώντας δυο θλιβερές καταστάσεις, που είναι απότοκα των επισήμων και των άτυπων - πλην όμως, ουσιαστικών/πραγματικών και ενεργών - Μνημονίων, που υπογράφηκαν, κατά την περίοδο, που ακολούθησε την ελληνική χρεωκοπία του Απριλίου του 2010, μέχρι και το καλοκαίρι του 2018. Και αυτές οι θλιβερές, έως δραματικές καταστάσεις, είναι οι εξής :
1) Όπως προκύπτει και από τους δυο πίνακες, που παρουσιάζω, στο σημερινό δημοσίευμα και από αυτόν, με τον οποίο ξεκινώ και από τον επόμενο, αυτό, που προκύπτει, αβίαστα είναι ότι οι μισθοί, στην Ελλάδα, είναι, δραματικά, χαμηλότεροι, από το 2009, αφού η πορεία του μέσου μισθού, κατά την τελευταία δωδεκαετία, εξελίχθηκε, μέσα στα πλαίσια μιας συντριπτικής καθοδικής συμπίεσης, ως ακολούθως: Σε επίπεδο ονομαστικών τιμών, ο μέσος μισθός το 2009 έφθανε, στα 1.542 ευρώ, ανά μήνα), και 21.595, ανά έτος, ενώ το 2021 έπεσε, στα 1.134 ευρώ, ανά μήνα και στα 15.879 ευρώ, ανά έτος. Όμως, η εξέλιξη του πραγματικού μέσου μισθού, λαμβάνοντας υπόψη μας την εξέλιξη του τιμαρίθμου, κατά την ίδια περίοδο, το 2009 έφθανε, στα 1.626 ευρώ, ανά μήνα και στα 22.765 ευρώ, ανά έτος και το 2021 έπεσε στα 1.120, ανά μήνα και στα 15.687 ευρώ, ανά έτος.
2) Αλλά η πραγματική κατάσταση είναι, προφανώς, πολύ πιο ζοφερή, αφού το μισθωτικό ενεργό και ανενεργό εργατικό δυναμικό της χώρας μας, δηλαδή συμπεριλαμβανομένων και όσων εργάζονται, υπό το αβέβαιο εργασιακό καθεστώς των ελαστικών μορφών εργασίας και της μερικής απασχόλησης, οι οποίοι έχουν, υπερβολικά, αυξηθεί, καθώς, επίσης και όσοι είναι άνεργοι, χωρίς την θέλησή τους, είναι πολύ πιο φτωχοί, από ό,τι ήσαν την προμνημονιακή εποχή, έχοντας υπόψη ότι η συμπερίληψη και αυτών των σημαντικών στρωμάτων του ελληνικού εργατικού δυναμικού (πχ η ανεργία αφορά, σήμερα, το 12,5% του εργατικού δυναμικού) και φυσικά, εάν λάβουμε υπόψη μας την συνολική διαστρωμάτωση του μισθωτικού ενεργού και ανενεργού εργατικού δυναμικού, τότε, στις ημέρες μας ο πραγματικός μέσος μισθός είναι, εν τοις πράγμασι πολύ μικρότερος, από το 2009, όπου και οι άλλες δυο κατηγορίες μισθωτών, εκτός εκείνων, που τελούν, υπό το καθεστώς της πλήρους απασχόλησης, ήσαν πολύ μικρότερες, ως προς το μέγεθος, που είχαν το 2009, το οποίο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και το έτος αυτό ήταν ένα έτος σημαντικής οικονομικής ύφεσης.
Εδώ, θεωρώ χρήσιμο και απαραίτητο να επισημάνω ότι αυτού του είδους την ανάλυση και την σύγκριση, που επιχειρώ, στο παρόν δημοσίευμα, δηλαδή την συμπερίληψη, κυρίως, του άνεργου εργατικού προσωπικού, στον προσδιορισμό της έννοιας του μέσου μισθού, στην χώρα μας, αλλά και διεθνώς και μπορώ να πω, ευθαρσώς, σε παγκόσμια βάση, δεν έχω διαπιστώσει να γίνεται, ή να επιχειρείται, από κάποιον μελετητή. Βέβαια, μπορεί να έχει γίνει αυτή η συμπερίληψη, από κάποιον, ή από κάποιους άλλους και αυτό να μην έχει πέσει, στην αντίληψη την δική μου. Εννοείται ότι η υπόδειξη οποιασδήποτε σχετικής μελέτης και ανάλυσης θα μου είναι καλοδεχούμενη.
Σχόλια