Από το Μνημόνιο του 2010 στις βουλευτικές εκλογές της 6/5/2012. (Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποτυχίας, μέσα από τις σελίδες της "Wall Street Journal").
Τα παραπάνω τελικά αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 6/5/2012, μπορεί να σάρωσαν τον δικομματισμό και να εκθεμελίωσαν το ελληνικό πολιτικό σύστημα, δεν έδωσαν, όμως, κυβερνητική λύση. Ακόμα και αν σχηματισθεί, τελικά, μια κάποια κυβέρνηση, είτε σε αυτήν συμμετέχει ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε όχι, η κυβέρνηση αυτή θα είναι θνησιγενής και ως εκ τούτου βραχύβια. Η αιτία είναι απλή και προφανής. Το Μνημόνιο, με τις καταστροφικές προβλέψεις του, λειτουργεί σαν μαύρη τρύπα και αυτή του η λειτουργία δεν προβλέπεται να σταματήσει. Ως εκ τούτου, ακόμα και αν γίνουν νέες βουλευτικές εκλογές τον ερχόμενο Ιούνιο, αυτές δεν πρόκειται να λύσουν κανένα πρόβλημα, ακόμα και αν ο παλαιός δικομματισμός αναστηθεί και αποκτήσει ισχυρή πλειοψηφία εδρών, μέσα στο Κοινοβούλιο. Αυτό θα συμβεί, ακόμα και αν ο δικομματισμός αποκτήσει στις κάλπες του Ιουνίου, πέρα από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία (που τώρα δεν έχει) και την λαϊκή πλειοψηφία.
Το γιατί θα συμβεί αυτό είναι, επίσης, προφανές και ξεκάθαρο : Οι προβλέψεις του Μνημονίου του Φεβρουαρίου 2012 έχουν ένα τόσο επαχθές περιεχόμενο, που η όποια νέα κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να σταθεί. Ο βίος της θα είναι βραχύβιος και σύντομα θα αντιμετωπίσει την κοινωνική αντίδραση, η οποία μπορεί να λάβει χαοτικές διαστάσεις. Στο τέλος η κυβέρνηση αυτή θα φύγει τρέχοντας (αν προλάβει να φύγει) και θα αφήσει πίσω της ερείπια.
Η μακροημέρευση της όποιας κυβέρνησης συνεχίσει να εφαρμόζει τις διατάξεις του Μνημονίου δεν πρόκειται να υπάρξει, ακόμα και αν επιτύχει κάποιες τροποποιήσεις στο Μνημόνιο, οι οποίες θα χαλαρώσουν τον πνιγηρό βρόγχο, που έχει τυλιχθεί στο λαιμό της ελληνικής οικονομίας. Και αυτό επειδή ο πληθυσμός έχει φθάσει - ή είναι κοντά - στα όριά του, αλλά και επειδή η κατρακύλα θα συνεχισθεί, ακόμα και αν η ταχύτητά της μειωθεί. Στο τέλος της κατρακύλας δεν θα υπάρχουν, παρά μόνον ερείπια.
Το γιατί τα πράγματα έφθασαν εδώ που έφθασαν και το χρονικό τους - που είναι το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου, ή καλύτερα και ολιγότερον μακάβρια, το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποτυχίας - το δημοσίευσε, παραστατικότατα, στις 10/5/2012 η "Wall Street Journal". Το περιεχόμενο αυτού του δημοσιεύματος, το αναδημοσιεύω, εδώ, αυτούσιο, για να θυμήσω, παράλληλα, την ακράδαντη πεποίθησή μου, πριν ακόμα από την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου, αλλά και καθ' όλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την υπογραφή του, έως σήμερα, ότι οι οικονομικές προβλέψεις στις οποίες στηρίχθηκε το Μνημόνιο ήσαν καταστροφικές για την ελληνική οικονομία και την ευρωζώνη, όπως, επίσης και ατελέσφορες.
Το δημοσίευμα αυτού του χρονικού της περιόδου, που εκτείνεται από τον Απρίλιο του 2010, μέχρι τις αδιέξοδες βουλευτικές εκλογές της 6/5/2012, δεν καταδεικνύει μόνον τον στενοκέφαλο δογματισμό και την στενή συμφεροντολογική στάση της Μέρκελ και του Σόϋμπλε. Δεν είναι αυτό το κυριότερο. Οι Γερμανοί ηγέτες είναι αυτοί, που είναι και κρίνουν, σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα, όπως αυτοί τα αντιλαμβάνονται.
Ούτε είναι θέμα σκληρότητας και απάνθρωπης συμπεριφοράς. Η γερμανική ελίτ, διαχρονικά, υπήρξε σκληροτράχηλη, απέναντι στους ηττημένους και είναι βάσιμο το να ισχυρισθεί κάποιος ότι, πέρα από την παραδοσιακή ωμότητα και την τσιγκουνιά της γερμανικής ελίτ, ρόλο στην τωρινή της στάση, απέναντι στην χώρα μας (η οποία είχε την ατυχία, λόγω των ανοησιών του ΓΑΠ, να είναι η πρώτη που βρέθηκε σε αυτή την δύσκολη θέση στις αρχές του 2010 και να παρακαλάει για βοήθεια εκείνους, που δεν είχαν καμμία διάθεση να την δώσουν) έπαιξε ρόλο και η εκδίκηση. Αυτό η γερμανική ελίτ δεν θα το ομολογήσει, ανοιχτά, ποτέ. Δεν μπορεί να το ομολογήσει. Δεν είναι "πολιτικά ορθό" να το ομολογήσει. Αλλά η περίπτωση της Ελλάδας, που παρακαλούσε για βοήθεια στις αρχές του 2010, ξύπνησε και το ακατασίγαστο πάθος για εκδίκηση, που υποφώσκει στην γερμανική ελίτ, για την ήττα της Γερμανίας και την ταπείνωσή της στους δύο παγκοσμίους πολέμους του 20ου αιώνα. Και η Ελλάδα ήταν στους νικητές της Γερμανίας και στους δύο αυτούς πολέμους.
Δεν ήταν μόνον η σκληρότητα και η τσιγκουνιά που έκανε την γερμανική ελίτ να συμπεριφερθεί, όπως συμπεριφέρεται στην περίπτωση της Ελλάδας. Μαζί με την σκληρότητα και την τσιγκουνιά, από ένα σημείο και πέρα, στα τέλη Απριλίου του 2010, συνυπήρξε και ο πανικός της γερμανικής ελίτ, μπροστά στο ενδεχόμενο να υποχρεωθεί η Γερμανία να πληρώσει για την διάσωση της ευρωζώνης, γεγονός το οποίο - αν συνέβαινε - θα καθιστούσε το κόστος απαγορευτικό, οδηγώντας την ευρωζώνη στο άμεσο ενδεχόμενο της διάλυσης.
Και ο πανικός είναι πάντα κακός σύμβουλος. Έτσι, από την μία πλευρά, η γερμανική ελίτ επιδιώκε την τιμωρία της Ελλάδας, ως παράδειγμα για τις άλλες χώρες, έτσι ώστε αυτές να είναι τόσο προσεκτικές και να φροντίσουν να μην μείνουν εκτός αγορών. Να μην προτιμήσουν, δηλαδή, ένα bail out, σαν το ελληνικό, το οποίο θα έπρεπε να λειτουργήσει, τελικά, γι' αυτές, ως μηχανισμός αποτροπής για την καταφυγή τους σε διαδικασίες διάσωσης από την ευρωζώνη ("Πρέπει να πονάει", είπε η Μέρκελ στον ΓΑΠ, που εκλιπαρούσε για ένα λιγότερο σκληρό Μνημόνιο). Από την άλλη πλευρά, η Μέρκελ οδηγήθηκε στην διαδικασία του προχειροφτιαγμένου Μνημονίου, επειδή πίστευε ότι τα μέτρα θα μπορούσαν να είχαν ταχεία απόδοση και μέσα σε ένα χρόνο (τον Απρίλιο του 2011), η Ελλάδα θα ξαναγυρνούσε στις αγορές.
Τελικά, τα έκανε σκατά. Η ευρωζώνη βούλιαξε μαζί με την Ελλάδα. Η Ιρλανδία, αρκετά γρήγορα, και στην συνέχεια η Πορτογαλία πήραν τον δρόμο των δικών τους "σχεδίων διάσωσης", επίσης καταστροφικών, σαν το ελληνικό. Για να ακολουθήσουν στην εντατική η Ισπανία, η Ιταλία και ο κατάλογος βαίνει προς διεύρυνση, αγγίζοντας, σιγά-σιγά, την Γαλλία, ενώ στο τέλος της διαδρομής θα βρίσκεται η ίδια η Γερμανία.
Αλλά το αν η γερμανική ελίτ είναι αυτή που είναι και έχει τις δικές της ευθύνες, αυτό δεν απαλλάσσει από τις δικές τους βαρύτατες ευθύνες τους Έλληνες αρμόδιους που αποδέχτηκαν τις γερμανικές αξιώσεις. Ο ΓΑΠ και η παρέα του, όπως και οι Σαμαράς - Βενιζέλος - Παπαδήμος έχουν τις δικές τους τεράστιες ευθύνες που συνυπέγραψαν τα κείμενα, με τους όρους αυτούς τους οποίους γνώριζαν ότι δεν μπορούσαν να υλοποιήσουν. "Ήταν σχεδόν αδύνατη αποστολή" είπε ο ΓΑΠ στην "Wall Street Journal". "Το πρόγραμμα είναι αυτοκτονικό" είπε η Λούκα Κατσέλη. Αλλά, παρ' όλ' αυτά, στο πρόγραμμα αυτό συμφώνησαν και το υπέγραψαν. Και αυτό είναι, ακόμα χειρότερο, διότι όταν γνωρίζεις το που σε οδηγεί ένα πρόγραμμα μιας τέτοιας σημασίας, δεν το υπογράφεις.
Από εκεί και πέρα, ακολούθησε η εξέλιξη του καταστροφικού σεναρίου και η υλοποίησή του στην πράξη. Ως εκ τούτου, το παρόν αδιέξοδο ήλθε εντελώς φυσιολογικά και ήταν πλήρως αναμενόμενο. Όσο και αν αυτό αιφνιδίασε τους πρωταγωνιστές του.
Όταν προσπαθείς να αποπληρώσεις ένα τεράστιο χρέος της τάξης των 360 δισ. €, σε συνθήκες εντεινόμενης ύφεσης και με ένα σκληρό και υπερτιμημένο νόμισμα, σαν το ευρώ, με αντιστοιχία της τάξης του 1 ευρώ, προς 1,30 δολλάριο, όταν η πραγματική του μέση ισοτιμία ισοδυναμεί με 0,85 έως 0,95 δολλάριο (και η ισοτιμία του "ελληνικού" ευρώ είναι κατά πολύ μικρότερη από αυτή του μέσου ευρώ), καταστρέφοντας τις εξαγωγές, τον τουρισμό και την εσωτερική παραγωγή σου, η οποία έτσι καθίσταται και είναι, εξ ορισμού, μη ανταγωνιστική, έχοντας ένα τεράστιο νομισματικό και συναλλαγματικό μειονέκτημα, η πορεία προς την καταστροφή είναι μοιραία και αναπόφευκτη.
Ας δούμε, τώρα, όμως, το δημοσίευμα της "Wall Street Journal", με το προαναγγελθέν χρονικό της τραγικής αποτυχίας του Μνημονίου και την καταβαράθρωση της ελληνικής κοινωνίας, που έφερε τα παρόντα και ανυπέρβλητα αδιέξοδα :
"Δύο χρόνια αφότου η Ευρώπη διέσωσε την Ελλάδα για να προστατέψει το ευρώ, η διάσωση έχει εξελιχθεί σε καταστροφή που απειλεί να διασπάσει το κοινό νόμισμα.
Οι εκλογές της 6ης Μαΐου άφησαν τα μνημονιακά κόμματα υπερβολικά εξασθενημένα για να κυβερνήσουν τη χώρα, με συνέπεια να είναι πολύ πιθανές νέες εκλογές τον Ιούνιο, χωρίς καμία εγγύηση ότι θα προκύψει σταθερή κυβέρνηση. Ως τον επόμενο μήνα η Αθήνα θα πρέπει να έχει προσδιορίσει νέες περικοπές δαπανών ύψους 11,5 δισ. δολλαριών, ή να αντιμετωπίσει αναστολή των διεθνών δανείων, που χρειάζεται για να πληρώσει τις συντάξεις και την λειτουργία σχολείων. Αν δεν πάρει τα χρήματα, θα πρέπει τελικά να τυπώσει τα δικά της.
Η εντεινόμενη αναταραχή στην Ελλάδα είναι το αποκορύφωμα ενός ριζοσπαστικού πειράματος λιτότητας και κακότεχνης οικονομικής μεταρρύθμισης που ώθησαν το έθνος στο χείλος της κοινωνικής και πολιτικής καταστροφής. Η ιστορία της δύσμοιρης διάσωσης δείχνει ότι αναγκάζοντας μεμονωμένα κράτη-μέλη, σε βαθιά λιτότητα, δεν θα σωθεί το ευρώ και μπορεί να επιδεινωθεί η κρίση του.
Πάνω απ' όλα, το παράδειγμα της Ελλάδας δείχνει την σύγκρουση, μεταξύ των σκληρών όρων της Γερμανίας, για τη βοήθεια άλλων μελών της Ευρωζώνης και του ύψους του πόνου που μπορούν να αντέξουν άλλες κοινωνίες. Η μοίρα της Ελλάδας δείχνει ότι αυτό, που χρειάζεται, για να πουλήσει κανείς διασώσεις στο σκεπτικό γερμανικό κοινό, μπορεί να είναι, πολιτικά, καταστρεπτικό στον χρεωμένο νότο της Ευρώπης.
«Το πρόγραμμα είναι αυτοκτονικό, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για το ευρώ», λέει η Λούκα Κατσέλη, τέως υπουργός Οικονομίας. «Στην Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, παντού, γίνεται το ίδιο λάθος», λέει, αναφερόμενη στην εμμονή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για περικοπή των δαπανών σε περίοδο ύφεσης.
Η Γερμανία επανέλαβε την Τετάρτη ότι η Ελλάδα πρέπει να μείνει πιστή στις δεσμεύσεις της για λιτότητα. Οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης αποφάσισαν την Τετάρτη να αναβάλουν μέρος της επόμενης δόσης των ενισχύσεων προς την Ελλάδα ως προειδοποίηση προς τους Έλληνες πολιτικούς.
Η διάσωση της Ελλάδας από την ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι η πιο δαπανηρή οικονομική διάσωση ενός έθνους στην ιστορία, με καταβεβλημένα, ή υπεσχημένα δάνεια ύψους 245 δισ. ευρώ. Έχει ήδη περιλάβει την μεγαλύτερη στάση σε κρατικό χρέος, που έγινε ποτέ, την αναδιάρθρωση του χρέους, στην οποία αφανίστηκαν περισσότερα από 100 δισ. ευρώ του ελληνικού χρέους, σε ομόλογα.
Ωστόσο, η αναδιάρθρωση άφησε την Ελλάδα, με δύο βουνά για να ανέβει: να συγκρατήσει το ακόμα-αυξανόμενο χρέος της που αντιστοιχεί σε πάνω από 1,5 φορές το μέγεθος της οικονομίας της, και παράλληλα να συμπιέσει τους μισθούς και τις τιμές ώστε να γίνει η χώρα ανταγωνιστική.
Παλεύοντας για να κρατήσει την Ελλάδα εν ζωή, η ΕΕ και το ΔΝΤ διπλασίασαν το στοίχημά τους τον Μάρτιο, επεκτείνοντας σε μεγάλο βαθμό το πρόγραμμα δανείων, παρά την επιδείνωση της πολιτικής παράλυσης της χώρας.
Η ευθύνη για το χάος, λένε πολλοί από εκείνους που εμπλέκονται στην προσπάθεια, βαραίνει την ελληνική πολιτική τάξη, που δεν μπορούσε, ή δεν ήθελε να μεταρρυθμίσει την χώρα, βαραίνει ένα μη ρεαλιστικό πρόγραμμα, που προέβλεπε μια γρήγορη οικονομική ανάκαμψη, παρά την δρακόντεια λιτότητα και τα συντριπτικά χρέη, και την αυξανόμενη δυσπιστία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της.
Ήταν σχεδόν αδύνατη αποστολή», λέει ο Γιώργος Παπανδρέου, ο άτυχος Έλληνας πρωθυπουργός ο οποίος διαπραγματεύτηκε την αρχική διάσωση και στη συνέχεια αναγκάστηκε να παραιτηθεί, από μια εξέγερση του κόμματος το περασμένο φθινόπωρο.
Ο κ. Παπανδρέου λέει ότι όταν ζήτησε από τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ για πιο ήπια προσαρμογή το 2010, εκείνη του απάντησε ότι το πρόγραμμα βοήθειας έπρεπε να πονέσει. «Θέλουμε να βεβαιωθούμε ότι κανείς άλλος δεν θα θελήσει κάτι σαν κι αυτό», του είπε η κ. Μέρκελ.
Η οικονομία της Ελλάδας έχει, ήδη, συρρικνωθεί κατά 14% τα τελευταία τρία χρόνια, και το οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ ανεπισήμως αναμένουν μια, περαιτέρω, συρρίκνωση 6,5% το τρέχον έτος. Κάτι πρέπει να αλλάξει, και αυτό θα μπορούσε να είναι τα όρια του ευρώ.
Η Ευρώπη φοβάται ότι η ελληνική έξοδος από το ευρώ θα μπορούσε να πυροδοτήσει μαζική φυγή κεφαλαίων από την Πορτογαλία, την Ισπανία, ή άλλα ευάλωτα μέλη του ευρώ. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν, ανεπισήμως, ότι το ευρώ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την έξοδο της Ελλάδας, επειδή οι αγορές κατανοούν ότι η κρίση του χρέους στην Ελλάδα είναι, μόνο εκεί, σοβαρή.
Άλλοι ανησυχούν ότι, με την ενεργοποίηση μαζικών αναλήψεων από τις τράπεζες και ρευστοποιήσεων στις αγορές κρατικών ομολόγων, θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο το ίδιο το νόμισμα. Αυτό θα έθετε τη Γερμανία και τη βόρεια Ευρώπη, ενώπιον μιας φοβερής επιλογής: να παρακολουθήσουν την αποκορύφωση δεκαετιών πολιτικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης να καταρρέει, ή να σπεύσουν, σε μια βαθύτερη δημοσιονομική ένωση, συμπεριλαμβανομένης και της έκδοσης κοινών ομολόγων, για να σωθεί το ευρώ.
Όταν το ΔΝΤ και οι ευρωπαϊκές χώρες ενώθηκαν το Μάιο του 2010, για να προσφέρουν στην Ελλάδα ένα πακέτο διάσωσης 80 δισ. ευρώ, οι ηγέτες πίστευαν ότι είχαν ενεργήσει, με τόλμη, για την αποφυγή καταστροφών.
Η συμφωνία απαιτούσε η Ελλάδα να περιόριζε τις δημόσιες δαπάνες και να βελτίωνε την είσπραξη των φόρων, ενώ θα αναδιοργάνωνε τη διογκωμένη γραφειοκρατία και τη νομοθετική ζούγκλα, που είχε καταστήσει την οικονομία της μη ανταγωνιστική διεθνώς.
Ενώ όλοι δέχονταν ότι η Ελλάδα χρειαζόταν δημοσιονομική εξυγίανση, το ΔΝΤ υποστήριξε να δοθεί προτεραιότητα τις διαρθρωτικές αλλαγές και να καταστεί σταδιακή η μείωση των δαπανών, για την προστασία της οικονομίας.
Η Γερμανία είπε όχι: Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις έπρεπε να πραγματοποιηθούν ταυτόχρονα με τη δραστική λιτότητα, για να μειωθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού - στο 15,8% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2009 - σε κάτω από 3%, μέχρι το 2014. Το χρονοδιάγραμμα αποδείχθηκε μη ρεαλιστικό: οι περικοπές δαπανών και οι αυξήσεις φόρων ώθησε την οικονομία σε τόσο βαθιά ύφεση, ώστε το έλλειμμα κόλλησε, περίπου, στο 10% του ΑΕΠ.
Συνήθως, όταν το ΔΝΤ επιβάλλει λιτότητα, παρακινεί τη χώρα να υποτιμήσει το νόμισμά της, με την ελπίδα οι φθηνότερες εξαγωγές της θα αντισταθμίσουν την μείωση της εγχώριας ζήτησης.
Όμως, η Ελλάδα δεν έχει πλέον δικό της νόμισμα, για να το υποτιμήσει. Το καθοδικό της σπιράλ έχει αυξανόμενες ομοιότητες με εκείνο της Αργεντινής, πριν από μια δεκαετία. Η Αργεντινή προσπάθησε να διατηρήσει μια σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία με το δολάριο, ακόμα και όταν η λιτότητα του ΔΝΤ την οδήγησε βαθύτερα στην ύφεση, καταλήγοντας σε κοινωνική αναταραχή και πολιτική κατάρρευση.
Εξ αρχής, το υπερβολικό χρέος της Ελλάδας υπονόμευε τις πιθανότητές της. Ο οικονομικός σύμβουλος του κ. Παπανδρέου, η εταιρεία Lazard Ltd, του είπε ότι τα ομολογιακά χρέη της χώρας δεν ήταν βιώσιμα και χρειάζονταν αναδιάρθρωση.
Ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρως-Καν, ήταν ανοιχτός σε αυτό το ενδεχόμενο. Αλλά η Ευρώπη δεν ήταν. Η Γαλλία και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φοβούνταν ότι μια ελληνική στάση πληρωμών, ακόμη και μέσω μιας ελεγχόμενης αναδιάρθρωσης των ομολόγων, θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη στο χρέος άλλων μελών της Ευρωζώνης. Η Γερμανία πίστευε ότι η άφεση του χρέους θα χαλάρωνε την πίεση στην Αθήνα, για να προωθήσει περαιτέρω αλλαγές.
«Θα ήθελα να μειώσω κι εγώ το χρέος μου στο μισό», είπε η κ. Μέρκελ στον κ. Παπανδρέου, κατά τη διάρκεια συνάντησης στην καγκελαρία του Βερολίνου, σύμφωνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Παρά τις ανησυχίες της Ελλάδας, για το σχέδιο, οι προσπάθειές της να αλλάξει ξεκίνησαν με έντονο ρυθμό. Οι δημοσκοπήσεις έδειξαν σταθερή υποστήριξη του κοινού στον περιορισμό της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, και στην κατάργηση των προνομίων, που είχαν κερδίσει όλα αυτά τα χρόνια διάφορες ομάδες συμφερόντων. Δικηγόροι, οδηγοί ταξί, οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους και πολλές άλλες ομάδες, που απολαμβάνουν την προστασία από τον ανταγωνισμό, ή ειδικά προνόμια φόρου, ή συντάξεων, δημιουργίας καρτέλ και αποβλήτων.
Ο υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου επιτέθηκε στο έλλειμμα του προϋπολογισμού. Δραστικές περικοπές δαπανών και αυξήσεις στην φορολογία έφεραν το έλλειμμα στο 10,6% του ΑΕΠ το 2010. Η αλλαγή, όμως, έπεσε γρήγορα θύμα κομματικής πολιτικής.
Ο με πύρινο λόγο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Αντώνης Σαμαράς, επικεφαλής του συντηρητικού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, κατήγγειλε τους σκληρούς όρους διάσωσης και δήλωσε ότι οι τοπικές εκλογές το Νοέμβριο του 2010 ήταν ένα δημοψήφισμα, για το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα, γνωστό ως ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Παπανδρέου κάλεσε τους Έλληνες να τον στηρίξουν, ή να τον αποπέμψουν. Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές, αλλά με πολύ μικρότερο περιθώριο από ό, τι πριν.
«Η κόπωση των ψηφοφόρων ήταν προφανής», λέει ο Χάρης Παμπούκης, τότε μέλος του υπουργικού συμβουλίου.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου βρέθηκε όλο και περισσότερο απομονωμένος στο υπουργικό συμβούλιο. Ο εκπαιδευμένος στη Βρετανία οικονομολόγος ήταν ένας ξένος στην ελληνική πολιτική. Δεν μπορούσε να κάνει άλλους υπουργούς να κλείσουν ζημιογόνες κρατικές βιομηχανίες και άσκοπες στρατιωτικές βάσεις, ή να περικόψουν χιλιάδες θέσεων εργασίας στο Δημόσιο, που δημιουργήθηκαν σε αντάλλαγμα για ψήφους. Ούτε μπορούσε να μειώσει την χρόνια φοροδιαφυγή στην Ελλάδα, υποκινούμενη από τη διαφθορά, μεταξύ των φορολογικών επιθεωρητών.
Έκανε ό, τι μπορούσε: έκοψε συντάξεις και μισθούς στο δημόσιο, ενώ αύξησε τους φόρους, επί των πωλήσεων. Αλλά αυτό υπέσκαψε τις καταναλωτικές δαπάνες. Καταστήματα και μικρές επιχειρήσεις απέτυχαν. Η ανεργία εκτοξεύθηκε. Η δημόσια εχθρότητα μεγάλωσε.
Οι δημόσιοι υπάλληλοι, που αντιμετώπιζαν μειώσεις στους μισθούς, κήρυξαν απεργία, συμπεριλαμβανομένου του υπουργείου Οικονομικών. «Ήταν μια περίπτωση του : εσύ προσποιείσαι πως με πληρώνεις, εγώ προσποιούμαι ότι εργάζομαι», λέει ένας υπουργός.
Την άνοιξη του 2011, η λιτότητα και η κατάρρευση των επιχειρήσεων και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης ώθησε την οικονομία σε ελεύθερη πτώση. Διαμαρτυρίες συγκλόνισαν το κέντρο της Αθήνας. Δεν υπήρχε αρκετή υποστήριξη στο Κοινοβούλιο, για να περάσει η επόμενη δέσμη μέτρων λιτότητας.
Τον Ιούνιο, ο κ. Παπανδρέου αντικατέστησε τον υπουργό Οικονομικών του, με τον μεγαλύτερό του αντίπαλο, τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Η μειούμενη εμπιστοσύνη της Ευρώπης στην Ελλάδα σύντομα βυθίστηκε.
Ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους πλέον εύγλωττους Έλληνες ρήτορες από τους αρχαίους χρόνους, ανέλαβε, απρόθυμα, την δουλειά, ανησυχώντας ότι το αντιλαϊκό έργο θα μπορούσε να καταστρέψει τις πολιτικές του φιλοδοξίες, λένε οι τότε συνεργάτες του.
Πολλοί Έλληνες ήλπιζαν ότι θα ήταν σκληρός διαπραγματευτής με την Ευρώπη και το ΔΝΤ. Το πρώτο δείγμα του κ. Βενιζέλου ήταν σε μια συνάντηση των υπουργών Οικονομικών στο Λουξεμβούργο. Η μακρά ομιλία του χτύπησε όλες τις λάθος νότες.
Είπε στους ομολόγους του της ευρωζώνης ότι έπρεπε να χαλαρώσουν τους στόχους λιτότητας στην Ελλάδα, επικαλούμενος τις αυξανόμενες πολιτικές δυσκολίες. Κάλεσε τους στόχους ιδιωτικοποίησης μη ρεαλιστικούς και κατηγόρησε το δίκαιο της ΕΕ ότι έκανε την πραγματοποίηση των πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων περίπλοκη. Υποστήριξε ότι η Ευρώπη δεν είχε άλλη επιλογή από το να δανείσει περισσότερα χρήματα, επειδή μια ελληνική χρεοκοπία θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την ευρωζώνη. Η κρίση στην Ελλάδα «είναι ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα», είπε.
Οι άλλοι υπουργοί αντέδρασαν με οργή. Γι 'αυτούς, ακούστηκε σαν να προσπαθούσε αποφύγει τη λήψη σκληρών αποφάσεων, ενώ εκβίαζε τους πιστωτές του. Κατακεραύνωσαν τον κ. Βενιζέλο μέχρι τις 2 π.μ., λέγοντας ότι η Ελλάδα έπρεπε να ξανακτίσει την αξιοπιστία της πριν λάβει περαιτέρω ενισχύσεις.
Αντί να απελευθερώσουν την τριμηνιαία πληρωμή δανείου όπως είχε προγραμματιστεί, οι υπουργοί την πάγωσαν έως ότου η Αθήνα θέσπιζε περισσότερη λιτότητα.
Όταν η συνάντηση τελείωσε, ο κατακεραυνωμένος κ. Βενιζέλος προσπάθησε για μια ακόμη φορά να εξασφαλίσει τα χρήματα, να του δοθεί μια πολιτική νίκη στα μάτια των Ελλήνων. «Είμαι εδώ για πρώτη φορά», ομολόγησε, σύμφωνα με ανθρώπους που τον άκουσαν. «Θα ήταν κακό σημάδι, αν η δόση δεν αποδεσμευτεί». Ο Γιαν Κες ντε Γιάχερ, ο εξίσου εύσωμος ολλανδός υπουργός Οικονομικών, εξερράγη από θυμό.
Μέρος του προβλήματος της κυβέρνησης, η Ευρώπη γνώριζε, ήταν ότι ο κ. Σαμαράς είχε επιτεθεί κατά των μέτρων λιτότητας, και ως αποτέλεσμα οι συντηρητικοί του είχαν ξεπεράσει το ΠΑΣΟΚ στις δημοσκοπήσεις.
Η κ. Μέρκελ και οι άλλοι αρχηγοί των ευρωπαϊκών συντηρητικών κομμάτων κάλεσαν τον κ. Σαμαρά στις Βρυξέλλες, στις 23 Ιουνίου. Για τρεις ώρες, τον πίεσαν να στηρίξει το πρόγραμμα. Ο κ. Σαμαράς τους είπε ότι το πρόγραμμα θα αποτύχει. «Τότε θα χρειαστείτε ένα σχέδιο Β, και εγώ είμαι αυτός που μπορεί να το συγκροτήσει», είπε.
Η κ. Μέρκελ ρώτησε τον κ. Σαμαρά τι πρότεινε. Εκείνος είπε ότι συμφωνούσε με την περικοπή του προϋπολογισμού του ελλείμματος, αλλά ήθελε να το κάνει μειώνοντας τους φόρους για να τονώσει την οικονομία.
Μια μείωση του φόρου θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα, είπαν άλλοι συντηρητικές ηγέτες. Μόνο ο Βίκτορ Όρμπαν, ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, συμπαρατάχθηκε με τον κ. Σαμαρά. «Μερικοί καταλαβαίνουν ότι έχουμε δίκιο», δήλωσε ο αλύγιστος κ. Σαμαράς στους δημοσιογράφους μετά τη συνάντηση.
Ο κ. Βενιζέλος προσπάθησε και πάλι να επιδιώξει μια χαλάρωση των όρων διάσωσης το Σεπτέμβριο. Κατά τις νυχτερινές ώρες σε συνομιλίες του υπουργείου Οικονομικών, οι επιθεωρητές από την ΕΕ και το ΔΝΤ τον πίεζαν να απολύσει δημοσίους υπαλλήλους και να κλείσει ζημιογόνες κρατικές επιχειρήσεις.
Ο κ. Βενιζέλος αρνήθηκε. «Δεν θέλω να εισέλθω σε μια τεχνική συζήτηση μαζί σας. Το ζήτημα είναι πολιτικό», είπε, σύμφωνα με πηγές που ήταν παρούσες. (Ο κ. Βενιζέλος δεν απάντησε σε μηνύματα που του ζητήθηκε να σχολιάσει). Οι επιθεωρητές του είπαν ότι δεν μπορούσαν να προσφέρουν οποιεσδήποτε πολιτικές παραχωρήσεις, και έφυγαν, χωρίς να συστήσουν την αποδέσμευση της επόμενης δόσης της βοήθειας, προς την Ελλάδα.
Το υπουργείο Οικονομικών είχε λιγότερο από 1 δισ. ευρώ στα ταμεία του. Ο μηνιαίος λογαριασμός, για τους μισθούς στο δημόσιο και τις συντάξεις, ήταν, περίπου, τέσσερις φορές μεγαλύτερος. Η ελληνική κυβέρνηση απέφυγε την πτώχευση, μόνο με το να μην πληρώνει τους προμηθευτές της.
Ο κ. Βενιζέλος έπρεπε να προσφύγει και πάλι στους ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών, οι οποίοι συναντήθηκαν στο Βρότσλαβ, στην Πολωνία, στα μέσα Σεπτεμβρίου. Τη νύχτα πριν την συνεδρίαση, ο Βόλφγκανγκ Σόϋμπλε της Γερμανίας έπιασε τον κ. Βενιζέλο στο μπαρ του ξενοδοχείου τους και κατέστησε σαφές, πίνοντας ένα μπουκάλι καλό κρασί ότι η Ευρώπη είχε πια βαρεθεί με την Ελλάδα.
«Αν θέλετε να μείνετε στο ευρώ, θα πρέπει να δράσετε», είπε ο κ. Σόϋμπλε.
Η Ελλάδα ήθελε να μείνει στη ζώνη του ευρώ, είπε ο κ. Βενιζέλος.
Ο κ. Βενιζέλος έγινε πιο συνεργάσιμος, λένε αξιωματούχοι της ευρωζώνης. Αλλά το ελληνικό πρόγραμμα είχε εκτροχιαστεί άσχημα. Η κυβέρνηση δεν είχε σημειώσει μεγάλη πρόοδο στον μακρύ κατάλογο των υπεσχημένων αλλαγών, για την μείωση της γραφειοκρατίας, την αύξηση του ανταγωνισμού και την προσέλκυση επενδύσεων.
Τον Οκτώβριο, το ΔΝΤ, τώρα, υπό την αυστηρότερη ηγεσία της Γαλλίδας πρώην υπουργού Οικονομικών, Κριστίν Λαγκάρντ, ανάγκασε την Ευρώπη να αναγνωρίσει την πραγματικότητα: Οι αριθμοί δεν αθροίζονταν.
Αυτό ανάγκασε τους Ευρωπαίους ηγέτες να χορηγήσουν στην Αθήνα ελάφρυνση του χρέους. Μια σύνοδος κορυφής της ΕΕ στις 26 Οκτωβρίου οδήγησε τελικά σε «κούρεμα» 53,5% στο ελληνικό χρέος, σε συνδυασμό με περισσότερα δάνεια.
Αλλά αυτή την φορά το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της η Ελλάδα θα το όφειλε στις αρχές της ευρωζώνης και του ΔΝΤ, και όχι σε ιδιώτες κατόχους ομολόγων. Μια αναδιάρθρωση ομολόγων, που θα μπορούσε να λειτουργήσει στην αρχή, είχε περιορισμένη επίδραση: το χρέος στην Ελλάδα μειώθηκε από 356 δισ. ευρώ το 2011 σε προβλεπόμενα 327 δισ. ευρώ για φέτος.
Η κ. Μέρκελ και άλλοι ηγέτες της ευρωζώνης θεωρούσαν τη συμφωνία για το κούρεμα και τα νέα δάνεια είχε λύσει το ελληνικό ζήτημα. Αλλά στην Αθήνα, η κυβέρνηση κατέρρευσε.
Εν μέσω αυξημένης κοινωνικής αναταραχής και φθορές στην υποστήριξη του κοινοβουλίου, ο κ. Παπανδρέου πρότεινε ένα δημοψήφισμα, για τη νέα διάσωση.
Η κ. Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζύ, αγανακτισμένοι από το απρόβλεπτο των εξελίξεων στην Ελλάδα, ενημέρωσε τον έλληνα πρωθυπουργό, στις 2 Νοεμβρίου στο θέρετρο των Καννών στη γαλλική Ριβιέρα, ότι το δημοψήφισμα θα έπρεπε να καταστήσει σαφή την επιλογή που είχαν να κάνουν οι Έλληνες: Εφαρμογή του προγράμματος διάσωσης, ή έξοδος από το ευρώ. Εκείνος συμφώνησε.
Στο κυβερνητικό αεροπλάνο εκείνο το βράδυ, ο κ. Παπανδρέου είπε να πάρει λίγο ύπνο και έγειρε στο πλάι. Ο κ. Βενιζέλος έμεινε ξύπνιος, έβγαλε ένα φύλλο χαρτί και έγραψε ένα δελτίο Τύπου καταγγέλλοντας το δημοψήφισμα. «Η θέση της Ελλάδας στο πλαίσιο της ζώνης του ευρώ είναι μια ιστορική κατάκτηση... που δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση», έγραψε. Κατά την προσγείωση στην Αθήνα στις 4:45 π.μ., κυκλοφόρησε την δήλωση, χωρίς να ενημερώσει τον κ. Παπανδρέου.
Βουλευτές προσκείμενοι στον κ. Βενιζέλο μίλησαν εις βάρος του κ. Παπανδρέου. Το δημοψήφισμα και η κοινοβουλευτική του πλειοψηφία πέρασαν στην ιστορία. Παραιτήθηκε (λίγες) ημέρες αργότερα.
Η ανοικτή συζήτηση των ηγετών της Ευρωζώνης, για αποπομπή της Ελλάδας από το ευρώ συγκλόνισε την χώρα. Η καταναλωτική και επιχειρηματική δαπάνη, σχεδόν, ανακόπηκε. Οι αποταμιευτές έκαναν ουρά στις τράπεζες, για να πάρουν τα χρήματά τους σπίτι.
Ο κ. Σαμαράς, επίσης, σοκαρίστηκε. Μετά από μήνες καταγγελίας του προγράμματος, προσχώρησε σε μια δικομματική συμμαχία που το στήριζε. Οι κ. κ. Σαμαράς και Βενιζέλος έγιναν απρόθυμοι εταίροι, ορίζοντας ένα νέο πρωθυπουργό, τον πρώην κεντρικό τραπεζίτη κ. Λουκά Παπαδήμο.
Αλλά ο κ. Παπαδήμος, ένα συντηρητικό πρώην μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, δεν είχε την πολιτική ισχύ για να προωθήσει την αναμόρφωση της οικονομίας και του κράτους μέσα από ένα απρόθυμο Κοινοβούλιο. Αντ' αυτού, οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις παρέμειναν στον πάγο, μέχρι τις εκλογές του Μαΐου.
Ήταν ο κ. Σαμαράς, ο οποίος επέμεινε στην διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Απέρριψε ικεσίες του ΠΑΣΟΚ να αφήσει τον κ. Παπαδήμο να κυβερνήσει, μέχρι τη λήξη της κοινοβουλευτικής θητείας στα τέλη του 2013. Ο κ. Σαμαράς είχε την πεποίθηση ότι το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας θα μπορούσε να κερδίσει. Οι σύμβουλοί του δεν πίστευαν τις δημοσκοπήσεις, που έδειχναν κατάρρευση της υποστήριξης των δύο μεγάλων κομμάτων - του ΠΑΣΟΚ και του δικού του - και την αύξηση των ψήφων για κομμουνιστές, νεοναζί και άλλες ριζοσπαστικές ομάδες.
Στις 6 Μαΐου, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ πήγαν, ακόμα χειρότερα, από ό,τι έδειχναν οι δημοσκοπήσεις. Το έθνος κατηγορεί τα δύο κατεστημένα κόμματα ότι οδήγησαν την Ελλάδα στην κρίση χρέους, και στην καταστροφή της σε μια προσπάθεια να ξεφύγουν."
Σχόλια