2022 : Προς σημαντική αναδιάταξη βαδίζει το ελληνικό πολιτικό και κομματικό σκηνικό. (Υπενθυμίζοντας τους λόγους και τις αιτίες, που το αστικοδημοκρατικό πολίτευμα είναι ένα, εγγενώς, κακό πολίτευμα).
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει, μέχρι πιο σημείο θα φτάσουν τα ποσοστά του ΚΙΝΑΛ, όταν γίνουν οι εκλογές, αλλά, όπως και να έχει το πράγμα, αυτές οι ανοδικές τάσεις έχουν κάποια όρια. Δεν είναι απεριόριστα.
Από την άλλη πλευρά, η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει τον δικό της Γολγοθά. Τα ποσοστά της κατρακυλούν, παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες των δημοσκόπων να τα παρουσιάσουν, ως μεγαλύτερα από αυτά που είναι. Στην πραγματικότητα, η Νέα Δημοκρατία, με δεδομένη την επιτάχυνση της εκλογικής της φθοράς, θα καταλήξει στο να φτάσουν τα δημοσκοπικά και τα εκλογικά ποσοστά της, κάτω από το 30% και νομίζω ότι αυτό έχει, ήδη, συμβεί.
Βέβαια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να ελπίζει - και σίγουρα ελπίζει -, στο γεγονός ότι οι αντίπαλοι του είναι, σε αδυναμία να τον αντιμετωπίσουν. Πράγματι, αυτό είναι γεγονός, με δεδομένη την διάσπαση της ψήφου του χώρου της κεντροαριστεράς ανάμεσα, στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Αυτή η επερχόμενη διάσπαση των ψηφοφόρων, στον χώρο αυτόν, αποτελεί και την μεγαλύτερη δύναμη του πρωθυπουργού, ο οποίος έχει την ευχέρεια να στηρίζεται, σε αυτό το ασφαλές δεδομένο.
Από την άλλη πλευρά, αυτή η ευχέρεια, όσο περνάει ο καιρός, μπορούμε να πούμε, βάσιμα, ότι στενεύει. Οι μήνες, που θα περάσουν μέχρι να γίνουν εκλογές, θα φέρουν μεγαλύτερη φθορά, στην Νέα Δημοκρατία και αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα, που προφανώς απασχολεί και βασανίζει το επιτελείο του κυβερνητικού κόμματος. Δεν είναι ότι θα χάσει ψήφους η Νέα Δημοκρατία, μόνο, προς τα δεξιά της. Το ότι θα χάσει ψήφους προς τα δεξιά της είναι σίγουρο και έχει, ήδη, συμβεί. Δεν είναι ο Βελόπουλος και η Ελληνική Λύση, η κύρια δεξαμενή δυσαρεστημένων ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, που θα υποδεχθεί και θα εκφράσει την δυσαρέσκειά της, προς την κυβέρνηση. Το ποσοστό που θα χάσει, προς αυτή την κατεύθυνση, θα είναι αξιοσημείωτο αλλά δεν θα είναι και το μοναδικό.
Τώρα πια, με την άνοδο των εκλογικών ποσοστών του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ έχει ανοίξει κι άλλη μία δεξαμενή δυσαρεστημένων ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι θα στραφούν, προς το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη. Και αυτή η διαρροή δεν θα είναι μικρή. Όσο περνάει ο καιρός θα μεγαλώνει και το ΚΙΝΑΛ θα καρπωθεί, όχι μόνο από τα αριστερά του, αλλά και από τα δεξιά του, την ευρύτερη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων.
Αυτό σημαίνει ότι η ασυλία που απολαμβάνει και η στήριξη που δίνεται στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και στον Νίκο Ανδρουλάκη, προσωπικά, από μεριάς της Νέας Δημοκρατίας και των ΜΜΕ, που την εκπροσωπούν και την στηρίζουν, πρόκειται να έχει ένα σύντομο τέλος. Και αυτό θα συμβεί, απλούστατα, επειδή η Νέα Δημοκρατία δεν έχει σκοπό να δεχθεί μια αφαίμαξη των ψηφοφόρων της, που προέρχονται από το χώρο του παλαιού κέντρου και στο παρελθόν, έχουν ψηφίσει το ΠΑΣΟΚ και ελκύονται, από την αλλαγή ηγεσίας, στο ΚΙΝΑΛ, ή έχουν απογοητευτεί από την κυβερνητική πολιτική και προσωπικά, από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, οπότε είναι πολύ φυσικό να καλοβλέπουν το ΚΙΝΑΛ, σαν έναν χώρο, ο οποίος βρίσκεται κοντά τους, πολιτικά και ιδεολογικά.
Ως εκ τούτου, το χαΐδεμα, από την μεριά της δεξιάς, πρόκειται να σταματήσει. Το πόσο γρήγορα θα γίνει αυτό, είναι κάτι που μένει να το δούμε. Αλλά αυτό που είναι σίγουρο, είναι ότι δεν θα αργήσει. Άλλωστε, στην τελευταία συζήτηση στην Βουλή, για την πρόταση δυσπιστίας, που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, εις βάρος της κυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπήρξε ξεκάθαρος, ως προς το στυλ και το περιεχόμενο της αντιπολίτευσης, που πρέπει, κατά τη γνώμη του, να ασκήσει το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, στην κυβέρνηση και φυσικά, άφησε πολύ σοβαρές αιχμές, για το κόμμα αυτό και για τον ίδιο τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Ο πρωθυπουργός έχει αντιληφθεί το πρόβλημα, που δημιουργείται, στον χώρο του κέντρου και φυσικά, όσο πλησιάζει η προεκλογική περίοδος, θα λάβει εκείνα τα μέτρα, που θεωρεί κατάλληλα, για να αντιμετωπίσει και να ανακόψει αυτήν την διαρροή ψηφοφόρων, προς το ΚΙΝΑΛ. Η ουσία είναι ότι οι αντίπαλοί του παραμένουν διχασμένοι. Το πώς θα εκφραστεί αυτό και μέχρι πιο σημείο θα φθάσει, είναι κάτι, που μένει να το δούμε.
Από τη δική του την πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως είπαμε, έχει ένα σαφές, ένα ευδιάκριτο ποσοστό των ψηφοφόρων του των βουλευτικών εκλογών του 2019, οι οποίοι, ανέλπιστα, μπορούμε να πούμε, τον ανέβασαν, στο ποσοστό του 31,53%. Οι ψήφοι αυτού του χώρου της αντιδεξιάς, οι οποίοι, βλέποντας το γεγονός ότι ΚΙΝΑΛ της Φώφης Γεννηματά δεν μπορούσε - και δεν ήθελε εδώ που τα λέμε - να κάνει την αυτοκριτική του και να ανοίξει έναν δίαυλο επικοινωνίας, με τον χώρο αυτόν, ο οποίος απομακρύνθηκε, από το ΠΑΣΟΚ, από την εποχή των διπλών εκλογών του 2012, στράφηκαν, για μία ακόμη φορά, μετά το 2015, στον ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο και ψήφισαν ανεβάζοντας τα ποσοστά του, σε επίπεδα, τα οποία ξεπέρασαν το αναμενόμενο ποσοστό του 26% έως 28%, που υπολογιζόταν, εκείνη την εποχή, ότι θα ελάμβανε το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.
Τώρα υπάρχει η σοβαρή πιθανότητα, η ευκαιρία ένα μεγάλο κομμάτι αυτών των ψηφοφόρων να στραφεί στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, για το οποίο όμως δεν αρκεί, απλώς, η αλλαγή του αρχηγού, για να δώσει το έναυσμα, στους ψηφοφόρους αυτούς, να στραφούν, προς το μέρος του. Ο Νίκος Ανδρουλάκης (έστω και ψευδόμενος) θα πρέπει να κάνει την αναγκαία αυτοκριτική, για όσα καταστροφικά έργα έπραξε το ΠΑΣΟΚ, από την περίοδο του Γιώργου Παπανδρέου και της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας του Απριλίου του 2010 και μετά.
Αυτή η αυτοκριτική είναι ζωτική ανάγκη, για το ΚΙΝΑΛ, εάν θέλει να αποσπάσει, όσο το δυνατόν περισσότερους ψήφους, από την δεξαμενή των δυσαρεστημένων πρώην ψηφοφόρων του χώρου του ΠΑΣΟΚ. Δεν είναι εύκολο αυτό. Ο Νίκος Ανδρουλάκης αποτελεί συνέχεια της εποχής του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Κώστα Σημίτη, οι οποίοι είναι οι πρωτεργάτες της ελληνικής καταστροφής, με την ένταξη της χώρας μας, στο ευρώ και την ζώνη του, τα Μνημόνια, που υπέγραψαν, ψήφισαν και εφάρμοσαν, τον σχηματισμό των κυβερνήσεων του ΓΑΠ, του Λουκά Παπαδήμου και της συγκυβέρνησης με την Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά, που, στο σύνολό τους, έφεραν την σαρωτική πτώση των εισοδημάτων του ελληνικού πληθυσμού και την κατακρήμνιση του Α.Ε.Π. της χώρας μας.
Άλλωστε, ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι πεπεισμένος "ευρωπαϊστής" και αδιάλλακτος υποστηρικτής του ευρώ και της ένταξης της χώρας μας, στην ευρωζώνη. Ως εκ τούτου, δύσκολα - και μάλιστα πάρα πολύ δύσκολα - μπορεί να κάνει οποιαδήποτε σοβαρή και πιστευτή αυτοκριτική, για όσα συνέβησαν, τουλάχιστον, από το 2000 και μετά. Και αυτή η αδυναμία του είναι, που θα περιορίσει τον μεγάλο όγκο των ψηφοφόρων της παλαιάς αντιδεξιάς, που έχει στραφεί στον ΣΥΡΙΖΑ, να γυρίσουν πίσω, στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ.
Έτσι κι αλλιώς, όμως, την ζημιά του, στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ του Νίκου Ανδρουλάκη θα την κάνει, όσο λίγος και αν φαίνεται ότι είναι (και είναι) ο νέος αρχηγός του ΚΙΝΑΛ. Και θα την κάνει, απλούστατα, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ κατέστρεψε, κάθε ελπίδα του πληθυσμού της χώρας, για μια ριζική αλλαγή, την οποία υποσχέθηκε και την οποία, όχι μόνο δεν πραγματοποίησε, αλλά και την πρόδωσε, ύστερα από το όχι στο Μνημόνιο της μεγάλης πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος, που εκφράστηκε, με το δημοψήφισμα 5ης Ιουλίου 2015, το οποίο όχι το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα και η κυβέρνησή του μετέτρεψαν, σε ένα ναι στο Μνημόνιο, το οποίο διατυμπάνιζαν, με όλους τους τρόπους και με κάθε ευκαιρία, ότι δεν επρόκειτο να ψηφίσουν και να εφαρμόσουν.
Τελικά και το ψήφισαν και το εφάρμοσαν το 3ο Μνημόνιο. Και με το 4ο ντροπαλό Μνημόνιο, που υπέγραψαν, με τους ευρωθεσμούς, το καλοκαίρι του 2018, δέσμευσαν την χώρα, με μνημονιακούς όρους, οι οποίοι εκτείνονται, τουλάχιστον, μέχρι το 2070, φέρνοντας την απογοήτευση, στην ελληνική κοινωνία, η οποία, τελικά, όχι μόνο ταύτισε όλα τα κόμματα το μνημονιακού τόξου, στο οποίο εντάχθηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά έχασε, κάθε ελπίδα, για την οποιαδήποτε αλλαγή και την ανατροπή της παρούσας κατάστασης, την οποία υφίσταται και έχει σχηματίσει την εντύπωση ότι είναι η μόνη εναλλακτική λύση. Αυτό είναι που πλήρωσε και θα εξακολουθεί να πληρώνει ο ΣΥΡΙΖΑ· το πληρώνει, ήδη άλλωστε, με την στασιμότητα των ποσοστών του, στα επίπεδα, γύρω από το 20%, το πολύ 23%.
Τώρα, με ανταγωνιστή του, έστω και περιορισμένο και δεσμευμένο, από τις "ευρωπαϊστικές" του αγκυλώσεις, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, για τον ΣΥΡΙΖΑ, το όνειρο του εκλογικού ποσοστού του 31,53% είναι πλέον άπιαστο. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να φτάσει, σε αυτά τα εκλογικά επίπεδα. Αν καταφέρει, μάλιστα και ξεπεράσει το 25%, τότε θα πρέπει ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να είναι ευχαριστημένοι. Αυτό σημαίνει οτι όποτε και αν γίνουν οι εκλογές και με δεδομένο ότι είναι πολύ πιθανόν το ποσοστό της αποχής να μεγαλώσει και μάλιστα, υπέρμετρα, τα πολιτικά πράγματα στην χώρα μας θα αποκτήσουν έναν μεγάλο βαθμό απροσδιοριστίας και δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι προβλέψιμα.
Μπορούμε να πούμε, βέβαια, ότι η Νέα Δημοκρατία θα παραμείνει πρώτο κόμμα, ό,τι κι αν γίνει και σε όποια επίπεδα και αν κινηθούν τα ποσοστά των αντιπάλων της. Αλλά, για το νυν κυβερνητικό κόμμα (που έχασε την ψήφο του Κωνσταντίνου Μπογδάνου, στην προχθεσινή ψηφοφορία, για την πρόταση δυσπιστίας, στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη), η αυτοδυναμία - είτε, στις πρώτες βουλευτικές εκλογές, που θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής, που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και Ανεξάρτητων Ελλήνων, είτε, πολύ περισσότερο, στις εκλογές που θα ακολουθήσουν, στην συνέχεια, με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, που ψήφισε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη -, είναι απίθανη.
Αυτοδυναμία η Νέα Δημοκρατία δεν πρόκειται να βρει, σε καμία περίπτωση και έτσι θα υποχρεωθεί να βρει ένα άλλο κόμμα, ή και άλλα κόμματα, για να να συγκυβερνήσει. Το ποιό θα είναι αυτό το κόμμα, ή το ποιά θα είναι αυτά τα κόμματα, μένει να το δούμε, με δεδομένο ότι, πέραν των τριών κομμάτων που φαίνονται ότι θα πρωτεύσουν, στην σειρά προτίμησης των ψηφοφόρων και το ΚΚΕ, ο υπόλοιπος κομματικός χώρος παραμένει, σε σύγχυση και σε απροσδιοριστία, διότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, από τώρα, ούτε το επίπεδο των ποσοστών των ψήφων, στα οποία τα κόμματα αυτά θα φθάσουν, ούτε επίσης μπορούμε να προβλέψουμε, εάν, πέραν από τα υπάρχοντα κοινοβουλευτικά κόμματα του χώρου αυτού, δηλαδή την Ελληνική Λύση και το ΜΕΡΑ25, θα υπάρξουν και θα καταφέρουν και άλλα κόμματα να εισέλθουν, στην Βουλή, ξεπερνώντας το όριο του 3% των έγκυρων ψηφοδελτίων. Αυτό είναι κάτι, που μένει να το δούμε και δεν μπορούμε να το προβλέψουμε τώρα.
Η αλήθεια είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποδείχτηκε ανόητος, αλαζονικός και αμετροεπής, ακριβώς επειδή δεν έκανε τις βουλευτικές εκλογές, κατά την πρώτη διετία της διακυβέρνησής του, οπότε θα μπορούσε - και ήταν βέβαιο ότι θα μπορούσε - να αποσπάσει την ψήφο μιας μεγάλης πλειοψηφίας, ή, τουλάχιστον, μιας ικανής πλειοψηφίας, προκειμένου να ξεπεράσει το εμπόδιο του συστήματος της απλής αναλογικής και να κερδίσει μια καινούργια αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία η οποία θα τον στήριζε, μέχρι, τουλάχιστον, το 2025.
Τώρα πια, η ευκαιρία πέρασε, ανεπιστρεπτί και δεν πρόκειται να του ξαναδοθεί. Έτσι, όπως στρώνει, ο καθένας κοιμάται και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κοιμηθεί, με αυτόν τον εφιάλτη, ο οποίος θα γίνει χειρότερος, εάν συμβεί το απρόοπτο, δηλαδή εάν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ καταφέρουν να βρουν ένα modus vivendi και να σχηματίσουν, έστω και βραχύβια, μια κυβέρνηση συνασπισμού ανάμεσα στα δύο αυτά κόμματα, παραγκωνίζοντας την Νέα Δημοκρατία. Αυτό, βέβαια, είναι πάρα πολύ δύσκολο, όμως δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι, εκτός του πολιτικού παιχνιδιού και ότι είναι ακατόρθωτο. Έχει και αυτό, έστω την μικρή πιθανότητά του, να συμβεί. Άλλωστε, στην πολιτική, τίποτα δεν είναι δεδομένο και τίποτα δεν είναι απίθανο.
Όλα εξαρτώνται, από τις αποφάσεις της πολιτικής και κυρίως, της οικονομικής ελίτ του τόπου μας, όπως και από τις αποφάσεις του Βερολίνου, των Βρυξελλών και της Φρανκφούρτης, σε συνεργασία, ή και την αποδοχή της Ουάσινγκτων, αφού, όπως έχουμε περιγράψει, η Ελλάδα έχει καταντήσει μια νεοαποικιοκρατούμενη χώρα, με ένα, κατ’ επίφασιν, κράτος, το οποίο, ακόμη και ως προς τις λεπτομέρειες της διοίκησής του, κατευθύνεται, από το εξωτερικό και κυρίως, από τους ξένους δανειστές, κουβαλώντας όλα τα σοβαρότατα και εγγενώς, γενετικά προβλήματα των αστικών δημοκρατιών, όπως αυτά τα έχω περιγράψει, πριν από λίγες ημέρες, τον περασμένο Ιανουάριο, σε αυτό εδώ το μπλογκ, στο δημοσίευμα, με τίτλο : Η χρόνια και διαρκής κρίση αντιπροσώπευσης, στην σύγχρονη αστική δημοκρατία, μιλώντας για το ελληνικό παράδειγμα και η επικαιρότητα των αντιεξουσιαστικών ιδεών και πρακτικών., το οποίο μπορεί, οποίος θέλει να το διαβάσει. Σε αυτό, περιγράφονται όλες οι θεμελιώδεις και εγγενείς κακοτεχνίες του αστικοδημοκρατικού πολιτεύματος, το οποίο βέβαια και φυσικά, είναι, εκ γενετής, ένα κακό πολίτευμα. Αυτό προφανώς, είναι γνωστό, αλλά καθίσταται, πάντοτε, χρήσιμο το να επαναλαμβάνονται οι λόγοι και οι αιτίες, που κάνουν το αστικό δημοκρατικό πολίτευμα, έτσι όπως, πραγματικά, είναι και έτσι όπως αυτό περιγράφεται, στο παραπάνω δημοσίευμα.
Δεν μένει τίποτα άλλο, λοιπόν, εκτός από το να παρακολουθήσουμε την συνέχεια των σοβαρών εξελίξεων, που πρόκειται να συμβούν, στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό, μέσα στο 2022. Χρειάζεται κάποια υπομονή, που δεν θα είναι μεγάλη.
Ο χρόνος θα κυλήσει γρήγορα, αρκεί όλοι εμείς να είμαστε καλά.
Σχόλια