2009 - 2021 : Μια απεικόνιση της καταστροφικής εξέλιξης και πορείας του ελληνικού, κατά κεφαλήν, ΑΕΠ, σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης, μέχρι τις ημέρες μας. Είναι σαφές ότι η ελληνική οικονομία πρέπει να εξέλθει, από το ευρώ και την ζώνη του και κατά δεύτερο λόγο, από την “Ευρωπαϊκή Ένωση”, για να μπορέσει να αναπτυχθεί, με ταχείς ρυθμούς.Το ΚΚΕ (και ο Ανδρέας Παπανδρέου, στην δεκαετία του 1970), είχαν δίκιο, αλλά…
Και ο παραπάνω πίνακας της Eurostat, όπως και όλοι οι άλλοι, που είναι παρεμφερείς, δείχνει, πέραν πάσης αμφιβολίας, την καταβύθιση, ουσιαστικά, την κατακρήμνιση της ελληνικής οικονομίας και ειδικά, την σαρωτική πτώση του, κατά κεφαλήν, Α.Ε.Π. της χώρας από το 2009, μέχρι τις ημέρες μας.
Η τεράστια αυτή κατρακύλιση, που υπέστη η ελληνική οικονομία, αποτελεί, πραγματικά, ένα “κατόρθωμα” της εντόπιας ολιγαρχίας και του πολιτικού συστήματος, που την υπηρετεί, ένα κατόρθωμα το οποίο ουδείς άλλος μπόρεσε, ή θα μπορούσε, να το διανοηθεί, να το επιχειρήσει και να το φέρει, εις πέρας.
Έτσι, κατά την διάρκεια του απεικονιζόμενου, στον, παραπάνω, πίνακα, κατά κεφαλήν ΑΕΠ της χώρας, καθόλο αυτό το χρονικό διάστημα, έπιασε πάτο και από την 14η θέση, στην οποία βρισκόταν το 2009, σε όρους ισοδυναμίας της αγοραστικής δύναμης του ευρωπαϊκού πληθυσμού, μια θέση, η οποία ισοδυναμούσε, με το 95% του, κατά κεφαλήν, ΑΕΠ των 27 χωρών της “Ευρωπαϊκής Ένωσης”, η Ελλάδα, χάρη των κατακλυσμιαίων και καταστροφικών οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών, που ασκήθηκαν, όλα αυτά τα χρόνια, από το ελληνικό πολιτικό σύστημα και την ολιγαρχία, που το ελέγχει, ασφυκτικά, οδηγήθηκε, στο να καταβυθιστεί, το 2021, στην 26η θέση, εκ των 27 χωρών της “Ευρωπαϊκής Ένωσης”, με ποσοστό το 64,6% του μέσου όρου της “ΕΕ”, μένοντας πίσω, από, σχεδόν, όλες τις χώρες του τέως “υπαρκτού σοσιαλισμού”, που εισήλθαν, στην “Ε.Ε”, μετά την κατάργηση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και την οικειοθελή αυτοδιάλυση της “Σοβιετικής Ένωσης”, στα χρόνια δηλαδή, που ακολούθησαν, στις τρεις τελευταίες δεκαετίες, αφήνοντας πίσω της, μόνο, την Βουλγαρία, στην 27η και τελευταία θέση.
Όπως υπολογίζεται, για να μπορέσει να φθάσει η ελληνική οικονομία, στο 80% του, κατά κεφαλήν, ΑΕΠ του μέσου όρου του ΑΕΠ των 27 χωρών της “Ευρωπαϊκής Ένωσης”, απαιτούνται ρυθμοί μεγέθυνσης υψηλότεροι, τουλάχιστον, κατά 2,2 ποσοστιαίες μονάδες, από τους αντίστοιχους της ΕΕ-27, για να είναι δυνατόν να πούμε ότι πρόκειται να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, μέσα σε μια δεκαετία (δηλαδή το 2033) και2,7 ποσοστιαίες μονάδες αν η Ελλάδα επιθυμεί να φθάσει, στο 80% των χωρών της ευρωζώνης.
Εννοείται ότι αυτοί οι στόχοι, με τα ρεαλιστικά δεδομένα, που υπάρχουν και που πρέπει να λαμβάνουμε, υπόψη μας, δηλαδή τους περιορισμούς που αντιμετωπίζει ο, πραγματικά, υφιστάμενος παραγωγικός συντελεστής της εργασίας, με δεδομένη την υψηλή δημογραφική συρρίκνωση του ελληνικού πληθυσμού και την μεγάλη φυγή των νέων εξειδικευμένων εργαζόμενων, στο εξωτερικό, η επίτευξη των στόχων αυτών προϋποθέτει μια μεγάλη - τεράστια λέω εγώ - αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας, κάτι το οποίο αποτελεί ένα άπιαστο μακρινό όνειρο και μια καλλιεργούμενη ψευδολόγα αυταπάτη, από τους υπηρέτες της προπαγάνδας της εντόπιας ολιγαρχίας και συγκεκριμένα, απο την ελληνική μπατιροτραπεζοκρατία.
Αλλά και να γίνουν επιτευκτοί αυτοί οι υπερφιλοδοξοι στόχοι, οι οποίοι, με κανένα ρεαλιστικό σενάριο, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αλλά και από την ωμή καθημερινή πραγματικότητα, δεν είναι, ούτε εκ του μακρόθεν επιτεύξιμοι και φυσικά, οι ρυθμοί αυτοί πρόκειται, σε καμμία περίπτωση, στα ελληνικά νοικοκυριά.
Τελικά όπως προκύπτει, εκ των πραγμάτων και εκ του αποτελέσματος, το ΚΚΕ και ο Ανδρέας Παπανδρέου (της δεκαετίας του 1970) είχαν, απόλυτα, δίκιο. Η Ελλάδα, σε καμμία περίπτωση, βέβαια, δεν έπρεπε να ενταχθεί στην ευρώ στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, το 1981 και φυσικά, πολύ περισσότερο, δεν έπρεπε, επίσης, σε καμμία περίπτωση και πάση θυσία, να ενταχθεί, το 2002, στην ευρωζώνη, η οποία, ευθύς εξαρχής, την οδήγησε σε μία αφανή, υπόκωφη και κεκαλυμμένη χρεωκοπία, λόγω της αντικατάστασης της δραχμής, του εθνικού νομίσματος της χώρας, από το ευρώ, μέσω μιας ληστρικής ισοτιμίας και κυριότατα, επειδή μετέτρεψε το, ήδη, τεράστιο ελληνικό δημόσιο χρέος, που ξεπερνούσε το 103% του ΑΕΠ της χώρας μας, αλλά, κατά βάση, ήταν, εύκολα, διαχειρίσιμο και αντιμετωπίσιμο, αφού ήταν εκφρασμένο, κατά 85%, περίπου, σε δραχμές και, μόλις, σε 15%, περίπου, σε ξένα νομίσματα.
Αυτή η σκληρή πραγματικότητα, στάθηκε δυνατόν να συγκαλυφθεί, λόγω της τεράστιας έκτασης της κερδοσκοπίας, που προϋπήρχε, αλλά έφθασε, σε δυσθεώρητα ύψη, κατά την δεκαετία του 2000, αλλά, μετά την έλευση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του Σεπτεμβρίου του 2008, την βαθιά παγκόσμια οικονομική ύφεση που ακολούθησε και την εσωτερίκευσή τους, στον θεσμικό χάρτινο πύργο της ασπόνδυλα ευρωζώνης, η κατάσταση αφέθηκε να σταθεί ανεξέλεγκτη, με αποτέλεσμα την γοργή έλευση της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας του Απριλίου του 2010, τα σαρωτικά, για την ελληνική οικονομία και κοινωνία Μνημόνια και τις μνημονιακές οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές, που εφαρμόζονται και θα εξακολουθήσουν, επ’ αόριστον, να εφαρμόζονται, την χώρα μας, όσο αυτή παραμένει, εντός της ζώνης του ευρώ και κατά δεύτερο λόγο, στην “Ευρωπαϊκή Ένωση”, με δεδομένο το ευρύ χάσμα της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, ανάμεσα, στην ελληνική οικονομία, από την μια πλευρά και στην ευρωζώνη και την “Ευρωπαϊκή Ένωση”, από την άλλη , στις δεκαετίες, που πρόκειται να έλθουν και η Ελλάδα εξακολουθήσει να παραμένει, αυτές τις δυο διακρατικές συλλογικές οντότητες.
Ως εκ τούτου, πρέπει, ευθαρσώς, να παραδεχθούμε, να κατανοήσουμε και να ομολογήσουμε ότι το ΚΚΕ, ανέκαθεν (έστω - αν και όχι, πάντα - και χωρίς αγαθούς σκοπούς) και ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ (την δεκαετία του 1970, μέχρι, που ανέλαβαν, τον Οκτώβριο του 1981, την κυβέρνηση και άλλαξαν τις πολιτικές τους θέσεις, τασσόμενοι, υπέρ της παραμονής της Ελλάδας, στην ΕΟΚ και αργότερα, υπέρ της καταστροφικής Συμφωνίας του Μάαστριχ, το 1992 και υπέρ της ένταξης της Ελλάδας, στην ευρωζώνη, επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη, το 2002) είχαν, απολύτως, δίκιο, όταν αντιστρατεύονταν και έδιναν τον δικό τους αγώνα, κατά της πολιτικής της, πάση θυσία, ένταξης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, στην ΕΟΚ, που υποστήριξαν, τότε και δυστυχέστατα, πέτυχαν, ο θανών Κωνσταντίνος Καραμανλής, η Νέα Δημοκρατία, η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Μαύρου, το ΚΚΕ (Εσωτερικού) του Λεωνίδα Κύρκου και του Μπάμπη Δρακοπούλου, καθώς και της ΕΔΑ του Ηλία Ηλιού.
Προφανώς, λοιπόν, εννοείται ότι η Ελλάδα πρέπει, πάση θυσία και οπωσδήποτε, να εξέλθει , από την ευρωζώνη και να ανακτήσει την νομισματική και κατά συνέπεια, την εθνική της κυριαρχία, το ταχύτερο δυνατόν· ει δυνατόν χθες. Άλλωστε, Ούτως ή άλλως η χώρα βαδίζει σε μια νέα χρεωκοπία εντός της ήδη υπάρχουσας χρεωκοπίας με ένα δημόσιο χρέος, που φθάνει, στα 425 δισεκατομμύρια € και με επιτόκια δανεισμού, για τα 10ετή ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, γύρω στο 4% με 5%.
Κατά δεύτερο λόγο, προφανώς, είναι αναγκαία και η έξοδος της Ελλάδας από την “Ευρωπαϊκή Ένωση”, έστω και αν αυτού του είδους η κίνηση δημιουργεί προφανή ζητήματα εθνικής ασφάλειας τα οποία, βέβαια, με την κατάλληλη πολιτική, που, πάντως, σε κάθε περίπτωση, είναι δύσκολη, μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Σχόλια
...αμετανόητος...
...Κι η προτελευταια παράγραφος θελει μικροφτιαξιμο...
Όποιος έχει κάτι άλλο, δηλαδή κάτι διαφορετικό και αντίθετο, απ’ όσα εκθέτω, μπορεί να το γράψει χωρίς κανένα εμπόδιο. Αλλά, δυστυχώς, δεν υπάρχει κανείς…