Το σύγχρονο ρωσικό υπόδειγμα, ο δυτικός χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός και η γεωστρατηγική πραγματικότητα. (Το έλλειμμα της πραγματικής εμπορευματικής παραγωγής οδηγεί, στις σύγχρονες και μακροχρόνιες ελλείψεις αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και στον πληθωρισμό, επειδή καταρρέει η πεποίθηση, που η Δύση έχει επιβάλει και αφορά το ανόητο και εξωπραγματικό δόγμα ότι “οικονομία = χρήμα”).
Πραγματικά, στις ημέρες που ζούμε και αυτό όχι μόνο με αφορμή τον ρωσοουκρανικό πόλεμο, αλλά από την εποχή της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης του Σεπτεμβρίου του 2009, αλλά και την εποχή του COVID 2019, αυτό, που καταρρέει, δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο, από την ανόητη και εξωπραγματική πεποίθηση, που έχει επιβάλει, παγκοσμίως, η Δύση ότι η πραγματική οικονομία ισούται, με το χρήμα.
Φυσικά, η πραγματικότητα, ακόμη και τότε, που αυτό δεν φαινόταν, ήταν και είναι, εντελώς, διαφορετική, αφού, στην ουσία, αυτό, που έχει σημασία, δεν είναι η χρηματοπιστωτική διαδικασία και το φούσκωμα της λεγόμενης οικονομικής δραστηριότητας, αλλά το πώς κινείται η πραγματική οικονομία και η κατάσταση, που επικρατεί, στην εμπορευματική και μη εμπορευματική παραγωγική διαδικασία.
Στα πλαίσια αυτά, γίνονται κατανοητοί οι λόγοι, για τους οποίους ο οικονομικός πόλεμος, που έχει επιβληθεί, στην Ρωσία, από την Δύση, καθίσταται αναποτελεσματικός Και φυσικά, είναι η Μόσχα, που, επί του παρόντος, κερδίζει αυτόν τον οικονομικό και εμπορικό πόλεμο, που της έχουν κηρύξει Δυτικοί και τούτο διότι οι σαρωτικές κυρώσεις, εναντίον της Μόσχας, λειτουργούν, στο περιορισμένο πεδίο των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών της, με την Δύση, σε μια εποχή όπου, μέσα από την διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, που ξεκίνησε, από το 1990 και μετά, έχουν αναδειχθεί πολλές άλλες μεγάλες και σημαντικές δυνάμεις, στον παγκόσμιο χώρο, που πολύ απλά, αγνοούν και αδιαφορούν, για τις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές κυρώσεις της Δύσης, στην Ρωσία και φυσικά, συνεχίζουν την χρηματοπιστωτικές, εμπορικές και παραγωγικές τους συναλλαγές με το Κρεμλίνο, σαν να μη συμβαίνει τίποτα.
Και αν παλαιότερα η Δύση, σαν οικονομικός χώρος ήταν τεράστιος και επικρατούσε, στον πλανήτη, τώρα, πλέον, δεν είναι παρά μόνον ένας σημαντικός, μεν, παράγοντας, ο οποίος, όμως, αποτελεί έναν αξιοσημείωτο χώρο, στην παγκόσμια οικονομία, η οποία, πλέον, είναι πολυκεντρική και έτσι η Μόσχα μπορεί να κινείται, άνετα, στον παγκόσμιο χώρο, χωρίς να την ενδιαφέρει το τι αποφασίζει και το τι επιθυμεί η Δύση και κυρίως, το ποιες είναι οι απαιτήσεις της, όσον αφορά την διεθνή στάση και την τοποθέτηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Βέβαια, ο αγώνας, ανάμεσα, στην Δύση και στην Ρωσία, πρόκειται να είναι μακροχρόνιος και θα έχει σκαμπανεβάσματα, αλλά όπως φαίνεται, η Ρωσία, παρά το μικρό, σχετικά, μέγεθος της οικονομίας της, όσον αφορά το παγκόσμιο ΑΕΠ, στο οποίο η συμμετοχή της Μόσχας ισούται, κάπου, ανάμεσα στο 2% και 3% του παγκόσμιου ΑΕΠ, έχει τις απαιτούμενες αντοχές, λόγω του γεγονότος ότι αποτελεί, ανάμεσα στα άλλα, και μια αυτάρκη οικονομική δύναμη και όχι μόνο μπορεί να αντέξει τις δυτικές οικονομικές κυρώσεις, αλλά, στην παρούσα φάση, και μπορεί να επικρατεί των Δυτικών, οι οποίοι έχουν εμπλακεί, σε μία εντεινόμενη, διευρυνόμενη και χρονικά μεγάλη εσωτερική οικονομική τελμάτωση και κρίση, τις οποίες οι δυτικές κοινωνίες, ενώπιον του αυξανόμενου στασιμοπληθωρισμού και της μείωσης των οικονομικών δραστηριοτήτων, λόγω της αποδιοργάνωσης των εφοδιαστικών αλυσίδων, που κατευθύνονται, στον δυτικό κόσμο, δεν μπορούν και δεν φαίνονται να είναι διατεθειμένες, επί μακρόν, να αντέξουν και να υπομείνουν, όπως αποδεικνύουν τα παθήματα του Emmanuel Macron, στις πρόσφατες γαλλικές εκλογές, αλλά και η κατάρρευση της κυβέρνησης του Boris Johnson, σήμερα, στην Βρετανία, όπως, επίσης και η αναμενόμενη συντριβή του αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος και των υποψηφίων, που υποστηρίζουν τον πρόεδρο Jo Biden, στις επερχόμενες ενδιάμεσες εκλογές, για το αμερικανικό κογκρέσο, τον Νοέμβριο του 2022.
Στην Ευρώπη, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα και τούτο διότι οι ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να δημιουργήσουν τα απαραίτητα στρατηγικά αποθέματα, σε ενέργεια, κατά την διάρκεια του επερχόμενου δύσκολου χειμώνα, διότι, ακόμη και αν οι ΗΠΑ αρχίσουν τις παραδόσεις του υγροποιημένου φυσικού αερίου, το οποίο είναι πάρα πολύ ακριβό και θα ακριβύνει ακόμα περισσότερο, το αποτέλεσμα, που πρόκειται να συμβεί είναι ότι οι παραδιδόμενες ποσότητες θα είναι, άκρως, ανεπαρκείς και απλούστατα, οι τιμές του φυσικού αερίου ναι εκτιναχθούν, σε δυσθεώρητα ύψη.
Έτσι, καθίσταται προφανές ότι, με τόσο ακριβό κόστος ενέργειας, οι Ευρωπαίοι ηγέτες και οι ευρωπαϊκές ελίτ δεν θα μπορούν να διατηρήσουν και να επαναφέρουν την κατάσταση της παραγωγής των οικονομιών τους και την οικονομική τους δραστηριότητα, στα επίπεδα που υπήρχαν, πριν την έλευση του COVID 2019 και θα υποχρεωθούν να προχωρήσουν σε πρωτοφανή μέτρα λιτότητας, τα οποία είναι σαφές ότι θα αποσταθεροποιήσουν πολύ περισσότερο την κοινωνική και την πολιτική κατάσταση στις ευρωπαϊκές χώρες και είναι πολύ πιθανόν, να οδηγήσουν, σε κοινωνικές εξεγέρσεις.
Γι’ αυτό, άλλωστε και το Κρεμλίνο συντηρεί και έχει σκοπό να συντηρήσει, επί μακρόν, το πολεμικό μέτωπο, στον ουκρανικό χώρο, διότι αυτή η διαδικασία είναι που φθείρει, πρώτα απ’ όλα, την Δύση και όχι την Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο αυτό, διότι, όταν οι Δυτικοί επιβάλουν κυρώσεις, σε μια χώρα, σαν την Ρωσία, η οποία έχει, στα χέρια της, τις αναγκαίες, για το δυτικό κόσμο, πρώτες ύλες και κυρίως, την ενέργεια, είναι λογικό ότι αυτός που υφίστανται τις κυρώσεις θα αντιδράσει, με τον περιορισμό της εξαγωγής, στην Δύση, των πρώτων υλών και της ενέργειας, των οποίων το κόστος θα αυξηθεί, σε τέτοιο βαθμό, που θα ευνοήσει την Ρωσία, που κατέχει τις πρώτες ύλες και την ενέργεια και οι Δυτικοί, που έχουν ανάγκη αυτές τις πρώτες ύλες και την ενέργεια, θα είναι εκείνοι οι οποίοι, στο τέλος, θα παρακαλούν, για την απόσυρση των κυρώσεων αυτόν και την εύρεση ενός modus vivendi, ανάμεσα στα δύο αντίπαλα αυτά μέρη, παρά το γεγονός ότι ο λεγόμενος δυτικός κόσμος κατέχει μερίδιο, στο παγκόσμιο ΑΕΠ, πάνω από το 50%. Ως εκ τούτου, αν είχαμε να κάνουμε, με έναν πραγματικό πόλεμο, τότε το αποτέλεσμα θα ήταν προκαθορισμένο, υπέρ της Δύσης, αφού, στο παρελθόν, δεν υπάρχει αντίθετο προηγούμενο.
Όλα αυτά συμβαίνουν επειδή, απλούστατα, η Δύση έχει επιβάλει μια τεράστιων διαστάσεων χρηματοπιστωτική οφθαλμαπάτη. Αυτή η οφθαλμαπάτη συνίσταται, στο γεγονός, ή, μάλλον, στην πεποίθηση ότι η ισχύς εντοπίζεται στην οικονομία και ότι οικονομία είναι το χρήμα. Με βάση την πεποίθηση αυτή, όποιος διαθέτει τα περισσότερα χρήματα έχει και την μεγαλύτερη ισχύ. Αλλά αυτό, που μπορεί να ισχύει, στις οικονομικές συναλλαγές των καθημερινών ανθρώπων, όπως και των ξεχωριστών κρατών, είναι πολύ μακριά, από την οικονομική πραγματικότητα και τούτο διότι η πεποίθηση αυτή, στην οικονομική γεωπολιτική, δεν έχει έρεισμα και τούτο διότι, τώρα, εμφανίζεται το φαινόμενο, το οποίο αποκαλύπτει την πραγματική και περιορισμένη ισχύ του χρήματος, ως μέσου συναλλαγών και ως πηγής ισχύος.
Στην πραγματική οικονομία, το χρήμα έχει αξία, όσο υπάρχουν πραγματικά αγαθά και υπηρεσίες που τίθενται, εντός της εμπορευματικής διαδικασίας και των συναλλαγών. Έτσι, όταν τα πραγματικά αγαθά και υπηρεσίες σπανίζουν, ή δεν υπάρχουν, τότε η ύπαρξη του χρήματος χάνει την αξία της και δεν αποτελεί πηγή ισχύος.
Γι’ αυτό και η Δύση έχει εμπλακεί σε αυτήν την μακροχρόνια διαδικασία του στασιμοπληθωρισμού και τις περιορισμένης οικονομικής δραστηριότητας, απλούστατα, επειδή, με αυτόν τον τρόπο, το χρήμα μετατρέπεται, σε αυτό που πραγματικά είναι· δηλαδή όχι, σε ένα αγαθό με αξία, αλλά σε μια απλή ανθρώπινη σύμβαση, που απαξιώνεται και έχει απομακρυνθεί, συστηματικά, από την πραγματικότητα των υλικών αγαθών και υπηρεσιών, προκειμένου να την αντικαταστήσει, με την υποθετική δυνατότητα να τα αγοράζει, δηλαδή με το ύψος των διαθέσιμων χρημάτων, του κεφαλαίου.
Σχόλια