Δύο κείμενα θα υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση με τους ξένους δανειστές. Ένα μεσοπρόθεσμο και ένα Μνημόνιο. (Η προπαγανδιστική αυταπάτη των ξένων επενδύσεων, οι αιτίες της κατακρήμνισης των αποταμιεύσεων, των επενδύσεων και της κατανάλωσης, μετά το 2000 και η αδήριτη αναγκαιότητα επιστροφής στην δραχμή).
Τα συγκριτικά στοιχεία, που, σε αυτόν τον πίνακα, παρουσιάζονται, αποτελούν, για το 2017, μια "μαγική εικόνα". Δεν είναι, μόνο το γεγονός ότι είναι προσωρινά και ότι θα υποστούν αναθεώρηση (προς τα κάτω). Είναι και το γεγονός ότι αντιφάσκουν και ως προς τις τάσεις της ελληνικής οικονομίας, στην οποία η κατανάλωση εμφάνισε, περαιτέρω, πτώση (ή, στην καλύτερη περίπτωση, στασιμότητα). Άλλωστε, τον Μάρτιο του 2018, το ελληνικό δημόσιο χρέος έχει φθάσει, στα 343,7 δισ. €, επειδή οι ξένοι δανειστές και η ελληνική κυβέρνηση θέλουν να εξασφαλίσουν την ύπαρξη ενός "μαξιλαρακίου", ύψους 20 δισ. €, περίπου, προκειμένου το ελληνικό δημόσιο να μπορεί να πορευτεί, μετά τον Αύγουστο του 2018, δηλαδή μετά την λήξη του 3ου Μνημονίου. Ως εκ τούτου, όλα αυτά είναι στον αέρα. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που, σύμφωνα, με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος του Γιάννη Στουρνάρα, το ελληνικό ΑΕΠ, κατά την περίοδο, που ακολούθησε την ελληνική κρατική χρεωκοπία του 2010, είναι υποεκτιμημένο, κατά, τουλάχιστον 40%...
Με δεδομένο το γεγονός ότι, παρά τα όσα λέγονται, υποστηρίζονται και διαδίδονται, η χώρα βαδίζει, προς την υπογραφή του 4ου Μνημονίου, είναι χρήσιμη η, υπό τις παρούσες συνθήκες, διερεύνηση των υπαρχουσών προοπτικών, για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η άρχουσα ελίτ, η οποία έχει παραδοθεί, πλήρως, στις υπαναπτυξιακές επιλογές των ξένων δανειστών, έχει οδηγήσει την χώρα και τον πληθυσμό της, σε μια μακροχρόνια διαδικασία παρακμής και δεν έχει σκοπό να αλλάξει πορεία.
Αντιθέτως, η άρχουσα "ευρωπαϊστική" ελίτ είναι, απολύτως, διατεθειμένη να επιμείνει, στην πολιτική στρατηγική της εμμονικής οικονομικής και κοινωνικής προσκόλλησης, στον, παγκοσμιοποιητικής λογικής, νεοσυντηρητικό οικονομισμό των ευρωζωνιτών, αδιαφορώντας, για το γεγονός ότι, με αυτόν τον τρόπο καταστρέφεται η ελληνική παραγωγή και η ελληνική οικονομία, ενώ, ταυτόχρονα, διαβρώνεται και αποδιοργανώνεται, ταχύτατα ο κοινωνικός ιστός της χώρας μας.
Παρά ταύτα, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα οδεύει, χωρίς πολλές κουβέντες, στην υπογραφή και στην ψήφιση, με την πλειοψηφία, που διαθέτει στην βουλή, δύο κειμένων, υπακούοντας, στις εντολές των ξένων δανειστών. Ένα "μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα", που θα φτάνει, μέχρι το 2023 και ένα Μνημόνιο, που θα (ψευτο)ρυθμίζει το ελληνικό δημόσιο χρέος.
Αυτή είναι η πικρή και σκληρή αλήθεια, που η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να αποφύγει και στην οποία οδηγείται, χωρίς να μπορεί να πράξει διαφορετικά, από την στιγμή, που, τον Ιούλιο του 2015, έλαβε την μοιραία απόφαση και επέλεξε να υποταχθεί, στις αξιώσεις των ξένων δανειστών, αντί να βγάλει την χώρα μας, από το ευρώ και την ζώνη του.
Όπως πολλές φορές έχουμε γράψει, το ελληνικό δημόσιο χρέος, σε συνδυασμό με την εισαγωγή του ευρώ, ήταν και παραμένει η αιτία της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας. Το χρέος αυτό, ανεξάρτητα, από το ύψος του - όπως αποδεικνύει, για μια, ακόμη φορά, η τωρινή χρεωκοπία της Αργεντινής του Mauricio Macri, η οποία καταφεύγει, στο Δ.Ν.Τ., με ένα δημόσιο χρέος της τάξεως του 50% του ΑΕΠ, ύστερα από την επιστροφή της, από το 2015, στις πολιτικές της νομισματική ορθροδοξίας, που οδήγησαν, στην τωρινή νέα χρεωκοπία, αφού η ενίσχυση του δολλαρίου και η άνοδος των αμερικανικών επιτοκίων πυροδότησαν την βίαιη αύξηση του αργεντίνικου εμπορικού ελλείμματος και κατακρήμνισαν το πέσο -, ήταν αδύνατο να εξυπηρετηθεί, από τις εισπράξεις του ελληνικού δημοσίου (βέβαια, το γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν, ούτως ή άλλως, υψηλό διευκόλυνε την χρεωκοπία), αφού ήταν εκφρασμένο σε ένα νόμισμα - το ευρώ -, το οποίο ήταν και είναι πολύ υπερτιμημένο, σε σχέση με τις ασθενικές εξαγωγικές επιδόσεις και την, κατά βάση, κλειστή δομή της ελληνικής οικονομίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των μη εμπορεύσιμων αγαθών.
Με αυτόν τον τρόπο, το ελληνικό κράτος και μαζύ του, η ελληνική οικονομία, με την ένταξή τους, στην νεοφιλελεύθερη και νεοσυντηρητική κατασκευή της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, εγκλωβίστηκαν, σε μια πρωτοφανή διαδικασία παρατεταμένου ασφυκτικού θανάτου, η οποία, παρά τις όποιες στάσεις, δεν έχει καμμία προοπτική εξόδου, από αυτήν. Το ευρώ, ως ξένο νόμισμα, που είναι, αφού δεν ελέγχεται, ως προς την έκδοση και την κυκλοφορία του, από το ελληνικό κράτος και τους θεσμούς του, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ως εργαλείο νομισματοποίησης του δημόσιου χρέους της χώρας μας και ως εκ τούτου, θα συνεχίσει να πνίγει την ελληνική οικονομία και κοινωνία, αφού παραμένει, σταθερά, υπερτιμημένο, όσον αφορά τον ελληνικό παραγωγικό μηχανισμό, παρά την συντριπτική διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης, η οποία έχει αποδιαρθρώσει τον ελληνικό παραγωγικό ιστό.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση και όλος ο "ευρωπαϊστικός" πολιτικός κόσμος της χώρας επιθυμούν να επιτύχουν μια κάποια "καθαρή έξοδο", από το 3ο Μνημόνιο και να αποφύγουν την υπογραφή ενός 4ου. Κατανοητή η επιθυμία, αλλά, στην πράξη, είναι άνευ αντικειμένου, αφού οι περιστάσεις, που συγκροτούν την μεγάλη εικόνα των δεδομένων της ελληνικής οικονομίας και την οποία εικόνα, μόλις περιγράψαμε, ουδόλως, βοηθούν, σε ένα τέτοιο εγχείρημα.
Ένα από τα τεράστια "επιτεύγματα" των μνημονιακών πολιτικών είναι η κατάρρευση των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία η οποία παρουσιάζει ένα παράδοξο φαινόμενο μιας στασιμότητας, η οποία προσπαθεί να κερδίσει το χαμένο έδαφος, χωρίς, όχι μόνο, την απαραίτητη χρηματοδότηση, αλλά και χωρίς καμμία δυνατότητα χρηματοδότησης, ήτοι συστηματική αρνητική καθαρή αποταμίευση, περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησης από την ελληνική μπατιροτραπεζοκρατία και φυσικά, διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός της κατάρρευσης των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία. Αυτή η εξέλιξη είναι αποτέλεσμα της αντίστοιχης κατάρρευσης των εγχώριων αποταμιεύσεων, που προέκυψε, ως απόρροια της κατάργησης της δραχμής και της αντικατάστασης της, το 2002, από το ευρώ, όπως προκύπτει από τα τηρούμενα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών, τα οποία δείχνουν ότι, από την δεκαετία του 1960, έως το 2000, οι καθαρές αποταμιεύσεις, στην ελληνική οικονομία, ήσαν θετικές, για να μετατραπούν, σε αρνητικές, από το 2000 και μετά.
Κάπως έτσι, όπως είναι φυσικό και το ισοζύγιο των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία, μετατράπηκε, από θετικό, που ήταν, στην περίοδο 1960 - 2000, σε αρνητικό, από το 2000 και στο εξής. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα της δραχμής μπορούσε να συγκρατεί τα εξωτερικά ελλείμματά της, σε λογικά και ελεγχόμενα επίπεδα, μέσα από την διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της παραγωγής της, με εργαλείο την αναγκαία, κατά περίπτωση, διαφοροποίηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών της δραχμής, με τα ξένα νομίσματα.
Όπως, άλλωστε, είναι γνωστό, η σχέση της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας, με την συναλλαγματική ισοτιμία και την ισορροπία, ανάμεσα στις αποταμιεύσεις και τις επενδύσεις, είναι, απολύτως, καθοριστική, αφού, αν αφαιρέσουμε τις επενδύσεις, από τις αποταμιεύσεις, αυτό που θα προκύψει είναι το μέγεθος του εξωτερικού πλεονάσματος, ή άντίστοιχα, του εξωτερικού ελλείμματος.
Πράγματι, η είσοδος της Ελλάδας, στην ευρωζώνη και η αντικατάσταση του εγχώριου νομίσματος, από το ευρώ, πυροδότησε την διαδικασία της εξαφάνισης των θετικών αποταμιεύσεων, στην ελληνική οικονομία. Από τότε, οι αποταμιεύσεις είναι αρνητικές, όχι επειδή "άλλαξε η κουλτούρα του μέσου Έλληνα", όπως θέλει να προπαγανδίζει η άρχουσα ελίτ και οι ξένοι δανειστές, αλλά επειδή, απλούστατα, με την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη, καταργήθηκε κάθε συναλλαγματικός έλεγχος και περιορισμός, με αποτέλεσμα, τις ημέρες "των παχειών αγελάδων" (2002 - 2009) να φυγαδευτούν, στο εξωτερικό, ποσά, τα οποία φθάνουν και ξεπερνούν, τα τρία ΑΕΠ της χώρας (όταν το ελληνικό ΑΕΠ έφθανε, το 2009, στα 240 δισ. €).
Και φυσικά, δεν ήταν ο "μέσος Έλληνας" αυτός που έβγαλε τις αποταμιεύσεις του, στο εξωτερικό. Κάθε άλλο, παρά αυτοί, που αντιπροσωπεύουν τον μέσο Έλληνα, ήσαν εκείνοι, που προέβησαν, σε αυτή την μαζική ενέργεια της διαρκούς φυγάδευσης των κεφαλαίων τους, στην Γερμανία, στην Ελβετία και αλλού. Αυτοί, που έβγαλαν τα κεφάλαιά τους, στο εξωτερικό, ήσαν, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η εντόπια επιχειρηματική ελίτ και οι ξένες επιχειρήσεις.
Έτσι, παρά την προπαγανδιστική παραφιλολογία, για την έλευση των ξένων επενδύσεων, στην πραγματικότητα, καμμία χώρα - και φυσικά, η Ελλάδα δεν εξαιρείται από τον κανόνα αυτόν - δεν έχει μέλλον χωρίς τις εντόπιες επενδύσεις, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι είναι απαραίτητο το ισοζύγιο των αποταμιεύσεων να είναι θετικό.
Αν η ελληνική οικονομία δεν αποκτήσει θετικό ισοζύγιο εσωτερικών αποταμιεύσεων, δεν έχει κανένα μέλλον, αφού σε κάθε φυσιολογική εθνική οικονομία, το 90% των επενδύσεων είναι εγχώριες. Αυτό είναι το ουσιαστικό εργαλείο, για την ποθούμενη ανάπτυξη. Η επιχειρηματική ελίτ της χώρας είναι αυτή, που πρέπει να επενδύσει. Και για να επενδύσει χρειάζονται προοπτικές πωλήσεων, στην εσωτερική αγορά. Αυτές οι προοπτικές, απλούστατα, δεν υπάρχουν, διότι, όσο η χώρα μας έχει ως νόμισμα το ευρώ, δεν πρόκειται να υπάρξει άνοδος της εσωτερικής κατανάλωσης, ενώ οι εξωτερικές αγορές καταλαμβάνουν μικρό μερίδιο, στην όλη οικονομική διαδικασία και παραμένουν, από αβέβαιες, έως αρνητικές.
Με δεδομένη την σαρωτική πτώση της κατανάλωσης, στην ελληνική οικονομία, οι προοπτικές παραμένουν σκοτεινές και δυσοίωνες, αφού η χώρα έχει μπει σε μια μακρά διαδικασία αποεπένδυσης και τούτο διότι, τώρα πιά δεν υπάρχει ο εξωτερικός δανεισμός, που υπερκάλυπτε την απώλεια των αποταμιεύσεων, κατά την, αμέσως, προ της κρίσης του 2009 - 2010, χρονική περίοδο, που ξεκίνησε από το 2002 και έφθασε, μέχρι την κρατική χρεωκοπία του 2010.
Με δεδομένο το γεγονός ότι, παρά τα όσα λέγονται, υποστηρίζονται και διαδίδονται, η χώρα βαδίζει, προς την υπογραφή του 4ου Μνημονίου, είναι χρήσιμη η, υπό τις παρούσες συνθήκες, διερεύνηση των υπαρχουσών προοπτικών, για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η άρχουσα ελίτ, η οποία έχει παραδοθεί, πλήρως, στις υπαναπτυξιακές επιλογές των ξένων δανειστών, έχει οδηγήσει την χώρα και τον πληθυσμό της, σε μια μακροχρόνια διαδικασία παρακμής και δεν έχει σκοπό να αλλάξει πορεία.
Αντιθέτως, η άρχουσα "ευρωπαϊστική" ελίτ είναι, απολύτως, διατεθειμένη να επιμείνει, στην πολιτική στρατηγική της εμμονικής οικονομικής και κοινωνικής προσκόλλησης, στον, παγκοσμιοποιητικής λογικής, νεοσυντηρητικό οικονομισμό των ευρωζωνιτών, αδιαφορώντας, για το γεγονός ότι, με αυτόν τον τρόπο καταστρέφεται η ελληνική παραγωγή και η ελληνική οικονομία, ενώ, ταυτόχρονα, διαβρώνεται και αποδιοργανώνεται, ταχύτατα ο κοινωνικός ιστός της χώρας μας.
Παρά ταύτα, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα οδεύει, χωρίς πολλές κουβέντες, στην υπογραφή και στην ψήφιση, με την πλειοψηφία, που διαθέτει στην βουλή, δύο κειμένων, υπακούοντας, στις εντολές των ξένων δανειστών. Ένα "μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα", που θα φτάνει, μέχρι το 2023 και ένα Μνημόνιο, που θα (ψευτο)ρυθμίζει το ελληνικό δημόσιο χρέος.
Αυτή είναι η πικρή και σκληρή αλήθεια, που η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να αποφύγει και στην οποία οδηγείται, χωρίς να μπορεί να πράξει διαφορετικά, από την στιγμή, που, τον Ιούλιο του 2015, έλαβε την μοιραία απόφαση και επέλεξε να υποταχθεί, στις αξιώσεις των ξένων δανειστών, αντί να βγάλει την χώρα μας, από το ευρώ και την ζώνη του.
Όπως πολλές φορές έχουμε γράψει, το ελληνικό δημόσιο χρέος, σε συνδυασμό με την εισαγωγή του ευρώ, ήταν και παραμένει η αιτία της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας. Το χρέος αυτό, ανεξάρτητα, από το ύψος του - όπως αποδεικνύει, για μια, ακόμη φορά, η τωρινή χρεωκοπία της Αργεντινής του Mauricio Macri, η οποία καταφεύγει, στο Δ.Ν.Τ., με ένα δημόσιο χρέος της τάξεως του 50% του ΑΕΠ, ύστερα από την επιστροφή της, από το 2015, στις πολιτικές της νομισματική ορθροδοξίας, που οδήγησαν, στην τωρινή νέα χρεωκοπία, αφού η ενίσχυση του δολλαρίου και η άνοδος των αμερικανικών επιτοκίων πυροδότησαν την βίαιη αύξηση του αργεντίνικου εμπορικού ελλείμματος και κατακρήμνισαν το πέσο -, ήταν αδύνατο να εξυπηρετηθεί, από τις εισπράξεις του ελληνικού δημοσίου (βέβαια, το γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν, ούτως ή άλλως, υψηλό διευκόλυνε την χρεωκοπία), αφού ήταν εκφρασμένο σε ένα νόμισμα - το ευρώ -, το οποίο ήταν και είναι πολύ υπερτιμημένο, σε σχέση με τις ασθενικές εξαγωγικές επιδόσεις και την, κατά βάση, κλειστή δομή της ελληνικής οικονομίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των μη εμπορεύσιμων αγαθών.
Με αυτόν τον τρόπο, το ελληνικό κράτος και μαζύ του, η ελληνική οικονομία, με την ένταξή τους, στην νεοφιλελεύθερη και νεοσυντηρητική κατασκευή της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, εγκλωβίστηκαν, σε μια πρωτοφανή διαδικασία παρατεταμένου ασφυκτικού θανάτου, η οποία, παρά τις όποιες στάσεις, δεν έχει καμμία προοπτική εξόδου, από αυτήν. Το ευρώ, ως ξένο νόμισμα, που είναι, αφού δεν ελέγχεται, ως προς την έκδοση και την κυκλοφορία του, από το ελληνικό κράτος και τους θεσμούς του, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ως εργαλείο νομισματοποίησης του δημόσιου χρέους της χώρας μας και ως εκ τούτου, θα συνεχίσει να πνίγει την ελληνική οικονομία και κοινωνία, αφού παραμένει, σταθερά, υπερτιμημένο, όσον αφορά τον ελληνικό παραγωγικό μηχανισμό, παρά την συντριπτική διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης, η οποία έχει αποδιαρθρώσει τον ελληνικό παραγωγικό ιστό.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση και όλος ο "ευρωπαϊστικός" πολιτικός κόσμος της χώρας επιθυμούν να επιτύχουν μια κάποια "καθαρή έξοδο", από το 3ο Μνημόνιο και να αποφύγουν την υπογραφή ενός 4ου. Κατανοητή η επιθυμία, αλλά, στην πράξη, είναι άνευ αντικειμένου, αφού οι περιστάσεις, που συγκροτούν την μεγάλη εικόνα των δεδομένων της ελληνικής οικονομίας και την οποία εικόνα, μόλις περιγράψαμε, ουδόλως, βοηθούν, σε ένα τέτοιο εγχείρημα.
Ένα από τα τεράστια "επιτεύγματα" των μνημονιακών πολιτικών είναι η κατάρρευση των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία η οποία παρουσιάζει ένα παράδοξο φαινόμενο μιας στασιμότητας, η οποία προσπαθεί να κερδίσει το χαμένο έδαφος, χωρίς, όχι μόνο, την απαραίτητη χρηματοδότηση, αλλά και χωρίς καμμία δυνατότητα χρηματοδότησης, ήτοι συστηματική αρνητική καθαρή αποταμίευση, περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησης από την ελληνική μπατιροτραπεζοκρατία και φυσικά, διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Έτσι οι ιδιωτικές και οι δημόσιες επενδύσεις κατέρρευσαν, στα επίπεδα των 22 δισ. €, από τα, περίπου, 60 δισ. €, που ήσαν το 2009 -, ειδικά, μάλιστα, οι δημόσιες επενδύσεις κατέρρευσαν στα επίπεδα των 8 δισ. €, το 2017 και φυσικά, άφησαν το ξέσπασμα της κρίσης να έλθει χωρίς κανέναν φραγμό - και υπέστησαν μια θηριώδη μείωση, από το 2009, κατά 70%, περίπου, γκρεμίζοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, μέσα και από την τεχνολογική της υστέρηση, με αποτέλεσμα την δημιουργία ενός τεράστιου ετήσιου επενδυτικού κενού, το οποίο φθάνει, στα 12% του ΑΕΠ.
Και όλα αυτά συμβαίνουν την στιγμή, που οι επενδυτικές ανάγκες της χώρας, για την επίτευξη μιας πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης, της τάξεως του 3%, κατ' έτος, απαιτούν κάπου 215 δισ. €, μέσα στην επόμενη πενταετία και ενώ οι ροές χρηματοδότησης των προβλεπόμενων επενδύσεων φθάνουν, μόλις, στα 100 δισ. €, δημιουργώντας, τοιουτοτρόπως, ένα κενό της τάξεων των 115 δισ. € (και όλα αυτά, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αφού, το 2017, το σύνολο των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία, μόλις ξεπέρασαν τα 22 δισ. €, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις ήσαν λίγο μεγαλύτερες, από τα 8 δισ. € και μειωμένες, κατά 800 εκατομμύρια ευρώ, σε σχέση, με το 2016).
Και όλα αυτά συμβαίνουν την στιγμή, που οι επενδυτικές ανάγκες της χώρας, για την επίτευξη μιας πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης, της τάξεως του 3%, κατ' έτος, απαιτούν κάπου 215 δισ. €, μέσα στην επόμενη πενταετία και ενώ οι ροές χρηματοδότησης των προβλεπόμενων επενδύσεων φθάνουν, μόλις, στα 100 δισ. €, δημιουργώντας, τοιουτοτρόπως, ένα κενό της τάξεων των 115 δισ. € (και όλα αυτά, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αφού, το 2017, το σύνολο των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία, μόλις ξεπέρασαν τα 22 δισ. €, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις ήσαν λίγο μεγαλύτερες, από τα 8 δισ. € και μειωμένες, κατά 800 εκατομμύρια ευρώ, σε σχέση, με το 2016).
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός της κατάρρευσης των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία. Αυτή η εξέλιξη είναι αποτέλεσμα της αντίστοιχης κατάρρευσης των εγχώριων αποταμιεύσεων, που προέκυψε, ως απόρροια της κατάργησης της δραχμής και της αντικατάστασης της, το 2002, από το ευρώ, όπως προκύπτει από τα τηρούμενα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών, τα οποία δείχνουν ότι, από την δεκαετία του 1960, έως το 2000, οι καθαρές αποταμιεύσεις, στην ελληνική οικονομία, ήσαν θετικές, για να μετατραπούν, σε αρνητικές, από το 2000 και μετά.
Κάπως έτσι, όπως είναι φυσικό και το ισοζύγιο των επενδύσεων, στην ελληνική οικονομία, μετατράπηκε, από θετικό, που ήταν, στην περίοδο 1960 - 2000, σε αρνητικό, από το 2000 και στο εξής. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα της δραχμής μπορούσε να συγκρατεί τα εξωτερικά ελλείμματά της, σε λογικά και ελεγχόμενα επίπεδα, μέσα από την διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της παραγωγής της, με εργαλείο την αναγκαία, κατά περίπτωση, διαφοροποίηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών της δραχμής, με τα ξένα νομίσματα.
Όπως, άλλωστε, είναι γνωστό, η σχέση της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας, με την συναλλαγματική ισοτιμία και την ισορροπία, ανάμεσα στις αποταμιεύσεις και τις επενδύσεις, είναι, απολύτως, καθοριστική, αφού, αν αφαιρέσουμε τις επενδύσεις, από τις αποταμιεύσεις, αυτό που θα προκύψει είναι το μέγεθος του εξωτερικού πλεονάσματος, ή άντίστοιχα, του εξωτερικού ελλείμματος.
Πράγματι, η είσοδος της Ελλάδας, στην ευρωζώνη και η αντικατάσταση του εγχώριου νομίσματος, από το ευρώ, πυροδότησε την διαδικασία της εξαφάνισης των θετικών αποταμιεύσεων, στην ελληνική οικονομία. Από τότε, οι αποταμιεύσεις είναι αρνητικές, όχι επειδή "άλλαξε η κουλτούρα του μέσου Έλληνα", όπως θέλει να προπαγανδίζει η άρχουσα ελίτ και οι ξένοι δανειστές, αλλά επειδή, απλούστατα, με την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη, καταργήθηκε κάθε συναλλαγματικός έλεγχος και περιορισμός, με αποτέλεσμα, τις ημέρες "των παχειών αγελάδων" (2002 - 2009) να φυγαδευτούν, στο εξωτερικό, ποσά, τα οποία φθάνουν και ξεπερνούν, τα τρία ΑΕΠ της χώρας (όταν το ελληνικό ΑΕΠ έφθανε, το 2009, στα 240 δισ. €).
Και φυσικά, δεν ήταν ο "μέσος Έλληνας" αυτός που έβγαλε τις αποταμιεύσεις του, στο εξωτερικό. Κάθε άλλο, παρά αυτοί, που αντιπροσωπεύουν τον μέσο Έλληνα, ήσαν εκείνοι, που προέβησαν, σε αυτή την μαζική ενέργεια της διαρκούς φυγάδευσης των κεφαλαίων τους, στην Γερμανία, στην Ελβετία και αλλού. Αυτοί, που έβγαλαν τα κεφάλαιά τους, στο εξωτερικό, ήσαν, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η εντόπια επιχειρηματική ελίτ και οι ξένες επιχειρήσεις.
Έτσι, παρά την προπαγανδιστική παραφιλολογία, για την έλευση των ξένων επενδύσεων, στην πραγματικότητα, καμμία χώρα - και φυσικά, η Ελλάδα δεν εξαιρείται από τον κανόνα αυτόν - δεν έχει μέλλον χωρίς τις εντόπιες επενδύσεις, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι είναι απαραίτητο το ισοζύγιο των αποταμιεύσεων να είναι θετικό.
Αν η ελληνική οικονομία δεν αποκτήσει θετικό ισοζύγιο εσωτερικών αποταμιεύσεων, δεν έχει κανένα μέλλον, αφού σε κάθε φυσιολογική εθνική οικονομία, το 90% των επενδύσεων είναι εγχώριες. Αυτό είναι το ουσιαστικό εργαλείο, για την ποθούμενη ανάπτυξη. Η επιχειρηματική ελίτ της χώρας είναι αυτή, που πρέπει να επενδύσει. Και για να επενδύσει χρειάζονται προοπτικές πωλήσεων, στην εσωτερική αγορά. Αυτές οι προοπτικές, απλούστατα, δεν υπάρχουν, διότι, όσο η χώρα μας έχει ως νόμισμα το ευρώ, δεν πρόκειται να υπάρξει άνοδος της εσωτερικής κατανάλωσης, ενώ οι εξωτερικές αγορές καταλαμβάνουν μικρό μερίδιο, στην όλη οικονομική διαδικασία και παραμένουν, από αβέβαιες, έως αρνητικές.
Με δεδομένη την σαρωτική πτώση της κατανάλωσης, στην ελληνική οικονομία, οι προοπτικές παραμένουν σκοτεινές και δυσοίωνες, αφού η χώρα έχει μπει σε μια μακρά διαδικασία αποεπένδυσης και τούτο διότι, τώρα πιά δεν υπάρχει ο εξωτερικός δανεισμός, που υπερκάλυπτε την απώλεια των αποταμιεύσεων, κατά την, αμέσως, προ της κρίσης του 2009 - 2010, χρονική περίοδο, που ξεκίνησε από το 2002 και έφθασε, μέχρι την κρατική χρεωκοπία του 2010.
Έτσι, αφού η εντόπια "ευρωπαϊστική" ελίτ και οι πολιτικοί της υπηρέτες, έχουν επιλέξει την, πάση θυσία, παραμονή, στο ευρώ και την ζώνη του, η πιο "λογική" λύση θα ήταν να παραμείνει, η χώρα, εκτός των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών, για πολλά χρόνια, ακόμη, αφού ο δανεισμός από αυτές είναι ακριβός και εάν επιχειρηθεί, θα φουσκώσει το, ήδη υψηλό χρέος του ελληνικού δημοσίου. Ουσιαστικά, λοιπόν, η εντός ευρωζώνης, "λογική" των "ευρωπαϊστών" μας οδηγεί, σε μια παρατεταμένη κρίση, χωρίς τελειωμό.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι η έξοδος, από το ακριβό ευρώ και η επαναφορά του εγχώριου νομίσματος, αφού για να υπάρξει ανάπτυξη, πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις. Αλλά, για να υπάρξουν επενδύσεις, πρέπει να υπάρξει εισόδημα, το οποίο να κατευθυνθεί, προς την κατανάλωση και την αποταμίευση. Για να συμβεί, όμως, αυτό, πρέπει η χώρα να ξεφορτωθεί το άγος του μη δυνάμενου να πληρωθεί δημόσιου χρέους και να διορθωθεί η υψηλή και σκληρή συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματος, με την εισαγωγή συναλλαγματικών περιορισμών, την προστασία της εσωτερικής παραγωγής και την παράλληλη αύξηση της αγοραστικής δύναμης του πληθυσμού.
Αλλά, για να γίνουν όλα αυτά, μία είναι η αδήριτη αναγκαιότητα της εποχής μας. Η επιστροφή, στο εγχώριο νόμισμα. Στην δραχμή.
Αυτό, όμως, δεν είναι αποδεκτό από την εντόπια "ευρωπαϊστική" ελίτ, η οποία εξακολουθεί να ομνύει τυφλή πίστη, στο ευρώ. Αλλά, πέρα από την ελίτ της χώρας και ο ελληνικός πληθυσμός έχει, ακόμη, τις αυταπάτες του - για την ακρίβεια : έχει απογοητευθεί και φαίνεται να έχει παραδοθεί και να έχει αφεθεί στην φορά των εξελίξεων - μετά την τραγική ιστορία του δημοψηφίσματος της 5/7/2015 και την προδοσία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία χρησιμοποίησε το δημοψήφισμα, όχι για να εκβιάσει τους ευρωζωνίτες, αλλά για να ξεφορτωθεί την εσωκομματική της αντιπολίτευση.
Η πραγματικότητα, όμως, πέρα από τις προθέσεις των "ευρωπαϊστών", τις διαθέσεις του πληθυσμού και τις αντίστοιχες επιδιώξεις των ξένων δανειστών, που θέλουν να εισπράξουν τα δανεικά και να ισοσκελίσουν τους ελληνικούς προϋπολογισμούς, με διαρκή πρωτογενή πλεονάσματα, έως το 2060, δεν πρόκειται να αλλάξει.
Και φυσικά, δεν πρόκειται να αλλάξουν και οι αναγκαιότητες της ελληνικής οικονομίας...
Στην πραγματικότητα, βέβαια, η μόνη ρεαλιστική λύση είναι η έξοδος, από το ακριβό ευρώ και η επαναφορά του εγχώριου νομίσματος, αφού για να υπάρξει ανάπτυξη, πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις. Αλλά, για να υπάρξουν επενδύσεις, πρέπει να υπάρξει εισόδημα, το οποίο να κατευθυνθεί, προς την κατανάλωση και την αποταμίευση. Για να συμβεί, όμως, αυτό, πρέπει η χώρα να ξεφορτωθεί το άγος του μη δυνάμενου να πληρωθεί δημόσιου χρέους και να διορθωθεί η υψηλή και σκληρή συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματος, με την εισαγωγή συναλλαγματικών περιορισμών, την προστασία της εσωτερικής παραγωγής και την παράλληλη αύξηση της αγοραστικής δύναμης του πληθυσμού.
Αλλά, για να γίνουν όλα αυτά, μία είναι η αδήριτη αναγκαιότητα της εποχής μας. Η επιστροφή, στο εγχώριο νόμισμα. Στην δραχμή.
Αυτό, όμως, δεν είναι αποδεκτό από την εντόπια "ευρωπαϊστική" ελίτ, η οποία εξακολουθεί να ομνύει τυφλή πίστη, στο ευρώ. Αλλά, πέρα από την ελίτ της χώρας και ο ελληνικός πληθυσμός έχει, ακόμη, τις αυταπάτες του - για την ακρίβεια : έχει απογοητευθεί και φαίνεται να έχει παραδοθεί και να έχει αφεθεί στην φορά των εξελίξεων - μετά την τραγική ιστορία του δημοψηφίσματος της 5/7/2015 και την προδοσία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία χρησιμοποίησε το δημοψήφισμα, όχι για να εκβιάσει τους ευρωζωνίτες, αλλά για να ξεφορτωθεί την εσωκομματική της αντιπολίτευση.
Η πραγματικότητα, όμως, πέρα από τις προθέσεις των "ευρωπαϊστών", τις διαθέσεις του πληθυσμού και τις αντίστοιχες επιδιώξεις των ξένων δανειστών, που θέλουν να εισπράξουν τα δανεικά και να ισοσκελίσουν τους ελληνικούς προϋπολογισμούς, με διαρκή πρωτογενή πλεονάσματα, έως το 2060, δεν πρόκειται να αλλάξει.
Και φυσικά, δεν πρόκειται να αλλάξουν και οι αναγκαιότητες της ελληνικής οικονομίας...
Σχόλια
Αμα δουμε το νεο Δελτιο Δημ χρεους για Μαρτιος 2018
http://www.pdma.gr/attachments/article/1458/%CE%94%CE%B5%CE%BB%CF%84%CE%AF%CE%BF%20%CE%9D%CE%BF_89.pdf
φαινεται πολύ καθαρα οτι το χρεος εχει ανεβει μεσα σε ενα τριμηνο 15 δις απο 328 σε 343 δις δηλ 15 δις διαφορα που ειναι 5,1 η εκταμιευση, περιπου 3 δις η εκδοση ομολογων και έχει γινει μια αυξηση στα repos περιπου 7,5 δις δηλ πηγαμε απο 14.9 στα 22.5 που δεν εχει ξαναγινει κατι ανάλογο....τα repos διατηρουνταν στα 14-15 περιπου..τωρα προφανως εχουμε διαλυσει ολα τα αποθεματικα ταμειων και φορεων για να φτιαξουμε αυτο το μαξιλαρακι των 20 δις....Δηλ να ξαναπαμε παλι το χρεος στα 343 ενω πριν το PSI ειχε φτασει 370...δηλ αντι να μειωνεται το χρεος αυξάνεται....για να έχουμε λεει μαξιλαρακι...Μιλαμε για ρεσιτάλ αποτυχίας και ασχετοσύνης των Συριζαίων...αδιανόητα πράγματα....
ΝΙΚΟΣ
https://www.protothema.gr/economy/article/790377/agonia-gia-to-hreos-sto-simerino-eurogroup/
σκουπίζουμε τα αποθεματικά των ταμείων και τα ταμειακά διαθέσιμα για το περιβοητο μαξιλαράκι!!!
ΝΙΚΟΣ