Προς αμερικανορωσική πολεμική αντιπαράθεση, στην Συρία (με guest star την Κίνα); Καθόλου απίθανο, αλλά και δύσκολα, πιθανό. (Τί έχουν να αντιμετωπίσουν οι Αμερικανοί, εάν πράξουν αυτό, που δεν πρέπει να πράξουν. Όλα του γάμου δύσκολα κι' η νύφη γκαστρωμένη).
Η διαφαινόμενη αμερικανορωσική (με την, επισήμως, αφανή, αλλά, σημαντικά, ενδεικτική συμμετοχή της Κίνας) αντιπαράθεση, στον χώρο της Συρίας και της Μέσης Ανατολής, μπορεί να είναι - και είναι - ανησυχητική, αλλά δεν αποτελεί το τέλος του κόσμου. Η παρούσα συριακή κρίση, που έχει αφορμή την, σφοδρότατα, πιθανή χρήση αερίων χλωρίου, σε βάρος των ισλαμιστών ανταρτών, στα τελευταία προπύργιά τους, στα προάστια της Δαμασκού - τα οποία προπύργια, άλλωστε, έπεσαν στα χέρια του στρατού του Μπασάρ αλ Ασάντ - προκαλείται από την απελπισία των Η.Π.Α. και της Δύσης, που βλέπουν ότι οι δυνάμεις, τις οποίες στήριξαν, εναντίον του συριακού καθεστώτος, έχουν πλέον, καταρρεύσει και έτσι η πορεία του συριακού πολέμου να οδηγείται, στην νίκη και στην επικράτηση του Ασάντ και των συμμάχων του, με αποτέλεσμα η Ρωσία και το Ιράν να έχουν τον πρώτο λόγο, στον χώρο της Μέσης Ανατολής.
Το επιτελείο της Ουάσινγκτων βλέπει ότι τα πράγματα, στο έδαφος έχουν, αναπότρεπτα, διαμορφωθεί, εις βάρος των αμερικανικών σχεδίων και συμφερόντων και φυσικά, δεν μπορεί να προσαρμοσθεί σε αυτά τα δεδομένα, με αποτέλεσμα να αντιδρά σπασμωδικά, ακολουθώντας την παλαιά πολιτική των κανονιοφόρων. Μόνο, που "time is over". Αυτή η πολιτική δεν περνάει, πιά. Έχει φάει τα ψωμιά της.
Η πολιτική των στρατιωτικών επεμβάσεων, όπως αυτή, στην Γιουγκοσλαβία, το 1999, ή εκείνη των δύο πολέμων του Κόλπου το 1991 και το 2003, έχει εξαντλήσει τα ψωμιά της. Οι Η.Π.Α. και η Δύση δεν μπορούν να νικήσουν, σε αυτού του είδους τους πολέμους. Δεν είναι μόνες. Έχουν παύσει να μην έχουν αντίπαλο. Έχουν αντίπαλο. Και αυτός δεν είναι, μόνο, η Ρωσία.
Προφανώς, ο κίνδυνος της γενίκευσης μιας πολεμικής αντιπαράθεσης, ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις είναι, άμεσα, πιθανός, παρά τον εφησυχασμό, που επικρατεί, στις ανθρώπινες κοινωνίες (όχι όλες, διότι η ρωσική κοινωνία είναι περισσότερο προετοιμασμένη, από την αμερικανική και τις αντίστοιχες κοινωνίες του υπόλοιπου κόσμου της Δύσης, που ζουν σαν βρίσκονται, σε άλλον πλανήτη), αλλά ο Donald Trump και ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν είναι τρελοί και είναι σαφές ότι μετρούν το τί λένε - περισσότερο ο δεύτερος, αν και όσα λέγονται, από τον πρώτο, αποσκοπούν στην ψυχολογική καταπτόηση του αντιπάλου και ως εκ τούτου, υπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες - και το τί πράττουν.
Μπορεί οι ηγέτες των δύο υπερδυνάμεων, για λόγους τακτικής, να μην σηκώνουν το τηλέφωνο να μιλήσουν, μεταξύ τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μια γενικευμένη σύρραξη, στην παρούσα φάση, είναι αναπότρεπτη. Κάθε άλλο. Μπορεί, επίσης, να μην είναι αναπότρεπτη και η αποφυγή της γενικευμένης σύρραξης, ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις (οι Δυτικοί κολαούζοι των Η.Π.Α. δεν λαμβάνονται υπόψη, ως μέγεθος άξιον λόγου, διότι αποτελούν, στρατιωτικά, αμελητέα ποσότητα - άλλωστε, έτσι και αλλιώς, είναι χεσμένοι πάνω τους, από τον φόβο, που τους διακατέχει, με πρώτη και χειρότερη την Theresa May, η οποία έχει κάθε λόγο να ανησυχεί, για την τύχη των βρετανικών βάσεων, στην Κύπρο, αλλά και για την ενδοχώρα της Βρετανίας. Την Βρετανίδα πρωθυπουργό ακολουθεί, επίσης και ο λιλιπούτειος Emmanuel Macron, στον οποίο οι Ρώσοι κάνουν πλάκα στοχοποιώντας την φρεγάτα του, την "Aquitaine"), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν κλείσει όλα τα κανάλια επικοινωνίας. Δεν έχουν κλείσει.
Στην πραγματικότητα, όπως προαναφέραμε, η Ουάσινγκτων αυτό, που θέλει είναι να αλλάξει την πορεία του συριακού πολέμου και να ανατρέψει το καθεστώς. Αλλά δεν αρκείται, μόνο, σε αυτό. Όπως πολλές φορές έχουμε γράψει, η Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, τα τελευταία χρόνια και πολύ περισσότερο, μετά την ουκρανική κρίση του 2014, ασκεί μια επιθετική πολιτική τρομοκρατίας και καταπτόησης, απέναντι, στις Η.Π.Α. και την Δύση, στηριζόμενη, στο, ομολογουμένως, ακαταμάχητο πυρηνικό οπλοστάσιό της.
Αυτή η πολιτική, προφανώς, έχει έναν αποτρεπτικό χαρακτήρα και αποσκοπεί, στην ανάσχεση της δυτικής επιθετικότητας, η οποία έχει εκφραστεί, με την περικύκλωση της Ρωσίας, από τις Η.Π.Α. και το ΝΑΤΟ, αλλά έχει, ως περιεχόμενό της, μια απίστευτη ωμότητα, η οποία προσδιορίζεται, από το νέο ρωσικό αμυντικό δόγμα, που έχει, ως κέντρο βάρους του, την χρήση πυρηνικών όπλων, ως πρώτο πλήγμα, εάν και όταν (η ρωσική ηγεσία εκτιμήσει ότι θα) χρειασθεί και η οποία συγκεκριμενοποιείται, επί του παρόντος, από την χρήση των όπλων του χημικού πολέμου, από το ίδιο το ρωσικό κράτος, στην περίπτωση του Αλεκσάντρ Λιτβινένκο, παλαιότερα και του Σεργκέϊ Σκριπάλ, τώρα - και μάλιστα, σε βρετανικό έδαφος -, αλλά και από τον σύμμαχο των Ρώσων συριακό στρατό, στα πεδία των μαχών, ο οποίος, προφανώς, δεν λειτουργεί, αυτοβούλως, όταν χρησιμοποιεί χημικά όπλα, κατά των αντιπάλων του.
Έτσι ο Donald Trump, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, θέλει να αντιμετωπίσει και αυτό το ιδιότυπο bullying του Βλαντιμίρ Πούτιν και η ηχηρότητα των τόνων των tweets, που δημοσιεύει, έχουν την δική τους σημασία, αφού είναι προφανές ότι ο Αμερικανός πρόεδρος, μέσα από την ιδιοτυπία του χαρακτήρα του, θέλει να απαντήσει, με την άσκηση του δικού του προσωπικού bullying, στον Βλαντιμίρ Πούτιν, αν και ο Ρώσος πρόεδρος, ως παλαιός καγκεμπίτης, χαρακτηρίζεται από μια δεδομένη και εξ επαγγέλματος προσωπική ψυχρότητα και προφανώς, δεν καταλαβαίνει, από αυτά, αφού ό,τι είναι να πράξει, θα το πράξει και αφού είναι εκείνος, που έχει κερδίσει το παιχνίδι, στον συριακό πόλεμο.
Με αυτά τα δεδομένα, το ζήτημα δεν είναι το τί θα πράξει ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Αυτός γνωρίζει το τί θα πράξει, σε κάθε περίπτωση. Το ζήτημα είναι το τί θα πράξει ο Donald Trump, καθώς είναι ζητούμενο το εάν ξέρει το τί θα αντιμετωπίσει. Μπορεί ο γνωστός και μη εξαιρετέος John Bolton, ο νέος σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου να αφρίζει, από το κακό του, αλλά είναι αμφίβολο, εάν γνωρίζει το τί έχουν να αντιμετωπίσουν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, στον χώρο της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Πιθανότατα, να το υποψιάζεται, αλλά αυτό δεν αρκεί.
Υπ' αυτές τις συνθήκες, αυτό που θέλει να πράξει η αμερικανική κυβέρνηση, είναι το να τσακίσει και το να ανατρέψει το καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασάντ. Αλλά, για να επιτύχει κάτι τέτοιο, πρέπει οι Αμερικανοί στρατιωτικοί να γνωρίζουν το τί θα βρουν, απέναντί τους. Φυσικά, το γνωρίζουν, ή το υποψιάζονται. Και αυτό, που θα βρουν, δεν είναι αντιμετωπίσιμο, τόσο εύκολα, όπως, στον πόλεμο, κατά του Σαντάμ Χουσεΐν, ή του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Για την ακρίβεια, δεν είναι καθόλου, εύκολο να αντιμετωπισθεί.
Οι αμερικανονατοϊκές δυνάμεις αντιμετωπίζουν το φάσμα της ήττας, η οποία είναι δεδομένη, αφού, μεσομακροπρόθεσμα, η Ρωσία δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την Συρία και δεν είναι διατεθειμένη να την μοιραστεί, με την Δύση.
Βέβαια, οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις θα έχουν, στο πλευρό τους και το γνωστό κακοποιό κράτος, όπως και τον μεσαιωνικό τους εταίρο, στην περιοχή. Μιλώ, για το Ισραήλ και την Σαουδική Αραβία, αλλά και αυτών η παρουσία είναι αναξιόλογη - και ειδικά, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου προειδοποιήθηκε, από τον Βλαντιμίρ Πούτιν ότι το ισραηλινό κράτος δεν θα έχει την γαλαντόμα αντιμετώπιση, που είχε, έως τώρα, στηριζόμενο και στα κόκκαλα των νεκρών του Ολοκαυτώματος -, όπως και των Δυτικών συμμάχων των Η.Π.Α. Τα υπόλοιπα αραβικά κράτη δεν είναι, καθόλου, πρόθυμα να συμμετάσχουν, σε αυτή την σχεδιαζόμενη σύγκρουση, ενώ το Ιράν και η Χεζμπολλάχ μπορούν να αντιμετωπίσουν τους Ισραηλινούς, την ίδια στιγμή, που οι Σαουδάραβες αποτελούν μια ανορθογραφία, με την οποία ασχολούνται οι Χούτι της Υεμένης και το Ιράν.
Δεν αποτελεί αυθαιρεσία η διαπίστωση ότι οι Αμερικανοί θα ηττηθούν (έχουν, ήδη, ηττηθεί, στα πεδία των μαχών του συριακού εμφυλίου πολέμου και οι Ρώσοι δεν πρόκειται να τους κάνουν καμμία χάρη, όσους tomahawk και αν εκτοξεύσουν, στην συριακή επικράτεια, που ελέγχεται, πλέον, κατά 75%, από τον συριακό στρατό), ό,τι και αν επιχειρήσουν, στην Συρία. Το πρόβλημά τους θα παραμείνει, διότι η Ρωσία δεν πρόκειται να φύγει, από εκεί. Θα μείνει εκεί και θα ορίζει το παιχνίδι, στην Μέση Ανατολή, αφού οι δυνάμεις, που έχει αναπτύξει, στην χώρα αυτή, είναι ακαταμάχητες.
Έτσι, πέρα από τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, που είναι αναπτυγμένες, στην Συρία, οι Αμερικανοί έχουν να αντιμετωπίσουν τα πιό σύγχρονα οπλικά συστήματα, τα οποία βρίσκονται, στην ίδια την Ρωσία και μπορούν να κτυπήσουν, από εκεί, στόχους, στην ίδια την Συρία και στην περιβάλλουσα, την χώρα περιοχή, χωρίς να είναι απαραίτητη η μεταφορά αυτών των οπλικών συστημάτων, εκτός του ρωσικού εδάφους. Αρμόδια, για τα σχετικά κτυπήματα, είναι η ρωσική στρατιωτική διοίκηση του Καυκάσου της νότιας Ρωσίας, η οποία βρίσκεται, στην κατάσταση της απαραίτητης πολεμικής ετοιμότητας, εδώ και πολύ καιρό, αφού ένα είδος αμερικανικής επίθεσης, στην Συρία, αναμενεται εδώ και πολύ καιρό.
Αλλά και στο ίδιο το έδαφος της Συρίας, όπως είναι γνωστό έχουν αναπτυχθεί οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες δεν είναι ευκαταφρόνητες. Και φυσικά, οι δυνάμεις αυτές δεν βρίσκονται, μόνο, στην Συρία, αλλά και στην ανατολική Μεσόγειο. Πέρα από τα αντιπυραυλικά συστήματα S-400, υπάρχουν οι ρωσικές ναυτικές και αεροπορικές βάσεις και το ρωσικό πολεμικό ναυτικό, με πλοία επιφανείας και υποβρύχια, τα οποία μπορούν να κτυπήσουν οποιονδήποτε στόχο, οπουδήποτε και αν αυτός βρίσκεται. Τα νατοϊκά πλοία, ουσιαστικά, δηλαδή τα αμερικανικά, το αντιτορπιλλικό "Donald Cooke" και το αεροπαλανοφόρο "Harry S. Truman", καθώς και τα άλλα πλοία επιφανείας (αλλά και τα υποβρύχια) θα αντιμετωπίσουν θανάσιμο κίνδυνο, ενώ εάν πλησιάσουν, στα χωρικά ύδατα της Συρίας - που έχουν έκταση 35 μιλλίων, από την συριακή ακτογραμμή - θα βρεθούν, απέναντι στα ρωσικά, που θα περιμένουν τον αμερικανονατοϊκό στόλο, στον οποίο, ήδη, επιδεικνύουν τους κινδύνους που διατρέχουν, με, σαφώς, απειλητικές υπερπτήσεις, σε πολύ χαμηλά ύψη, πάνω και γύρω από πλοία, του στόλου αυτού.
Τέλος, όπως είπαμε, η Ρωσία δεν πρόκειται να είναι μόνη της, στην όποια πολεμική αντιπαράθεση, με τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Και δεν θα είναι, μόνο, το Ιράν, που είναι σύμμαχός της. Είναι - και αυτό δεν το γνωρίζουν πολλοί - και η Κίνα, που συμμαχεί, με την Ρωσία, στην συγκεκριμένη αντιπαράθεση, αφού δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί το πέρασμα της Συρίας και του Ιράν, στην αμερικανική επιρροή.
Έτσι η Κίνα έχει δεχθεί την πρωτοκαθεδρία της Ρωσίας, στο πεδίο των πολεμικών επιχειρήσεων και με εντολή του προέδρου Σι Τζινπίνγκ και της κομματικής και της στρατιωτικής ηγεσίας του Πεκίνου, ο κινεζικός στόλος, που βρίσκεται, στην Μεσόγειο, έχει ενταχθεί, υπό την ρωσική στρατιωτική διοίκηση, όσο διαρκεί και όσο μέλλει να διαρκέσει η αμερικανορωσική αντιπαράθεση, στην περιοχή. Και φυσικά, η κινεζική ηγεσία παράσχει και θα εξακολουθήσει να παράσχει κάθε απαραίτητη βοήθεια, στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις.
Το ίδιο πράττει και η πολιτικοθρησκευτική ηγεσία του Ιράν, η οποία παράσχει και αυτή κάθε βοήθεια, στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις και επιτρέπει την υπέρπτηση των ρωσικών πολεμικών αεροπλάνων, από τον Βόρειο Καύκασο, στον εναέριο χώρο της χώρας, με σκοπό την κατεύθυνση, προς την Συρία, ενώ στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας αυτής βρίσκονται, προ πολλού, στα συριακά εδάφη και φυσικά, το Ιράν πρόκειται να συμμετάσχει, στις όποιες στρατιωτικές επιχειρήσεις λάβουν χώρα, στην περιοχή, αντιμετωπίζοντας το Ισραήλ και αν χρειασθεί, την Σαουδική Αραβία.
Ως εκ τούτου, τα πράγματα δεν είναι καθόλου - μα καθόλου, - εύκολα, για τις Η.Π.Α. και την Δύση. Είτε αυτό αρέσει, είτε δεν αρέσει, στον Donald Trump, στον John Bolton και στο αμερικανικό επιτελείο, θα πρέπει να βρουν έναν τρόπο εξόδου από την κρίση, που έχει δημιουργηθεί και την οποία επιδίωξαν και να βρουν έναν modus vivedi, με την Μόσχα και το Πεκίνο.
Και αυτό πρέπει να το πράξουν, πριν αρχίσουν να έρχονται τα φέρετρα, στις Η.Π.Α. και στην Δύση. Και πριν να καταστεί απαραίτητο να δοθούν οι απαντήσεις και οι απαιτούμενες εξηγήσεις, για τους λόγους, που τα φέρετρα αυτά θα είναι γεμάτα, από τα πτώματα των ανθρώπων, που πήραν μέρος, στην αμερικανορωσική πολεμική αντιπαράθεση.
Και πριν, φυσικά, μια τέτοια πολεμική αντιπαράθεση γενικευθεί και επεκταθεί, πέραν των ορίων της Συρίας, αφού ο πλανήτης, πλέον, είναι μικρός και τα Βαλκάνια, η Βαλτική, η Ουκρανία, η Κορέα και η Ιαπωνία δεν είναι μακράν. Καθόλου μακράν.
Αλλά, ας περιμένουμε να δούμε τις εξελίξεις. Και κυρίως, να μην τις προδικάζουμε...
Σχόλια