1972 - 2017 : Από την αντισοβιετική "Τριγωνική Διπλωματία" του Richard Nixon, στην σύγχρονη αντικινεζική "Τριγωνική Διπλωματία" του Donald Trump. (Η αμερικανική στρατηγική, για την περικύκλωση της Κίνας, η Ρωσία, ως μπαλαντέρ και οι θανάσιμοι κίνδυνοι, για την γερμανική "Ευρώπη").
Ο παραπάνω χάρτης, που δείχνει τις στρατηγικές κινήσεις της αμερικανικής υπερδύναμης είναι, απολύτως, χαρακτηριστικός και αποκαλυπτικός, ως προς τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της Ουάσινγκτων. Σταδιακά, με αργούς, αλλά και επιταχυνόμενους ρυθμούς, οι Η.Π.Α. αποπειρώνται να ολοκληρώσουν και να σφραγίσουν, ερμητικά, έναν κλοιό γύρω από την Κίνα. Σύμφωνα, με τον αναθεωρημένο και επικαιροποιημένο στρατηγικό σχεδιασμό, που εξυπηρετεί τα μακροπρόθεσμα αμερικανικά συμφέροντα, τα οποία συγκεκριμενοποιούνται, στην διατήρηση της πλανητικής πρωτοκαθεδρίας των Η.Π.Α., η περικύκλωση, η σταδιακή αποδυνάμωση, η ανάσχεση και η πλήρης εξουθένωση του ανερχόμενου κινεζικού γίγαντα είναι απαραίτητες.
Οι ραγδαίες εξελίξεις και οι ρηγματικές μεταβολές της γεωπολιτικής ισχύος, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί, κατά την διάρκεια και εξ αιτίας της παγκοσμιοποίησης, οδηγούν την Κίνα, στο να βρεθεί στην θέση, που βρισκόταν η, αλήστου μνήμης, "Σοβιετική Ένωση", πριν από την αυτοκατάργησή της, καθ' όλη την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Πρέπει, λοιπόν, να τεθεί, σε κλοιό, προκειμένου να ανασχεθεί.
Αυτή είναι η κυρίαρχη διαπίστωση και το κρίσιμο συμπέρασμα, που επικρατεί στην Ουάσινγκτων. Από εκεί και πέρα, όμως, αρχίζουν οι εσωτερικές διαφωνίες, οι οποίες δεν είναι, καθόλου μικρές, ούτε και ασήμαντες. Αντιθέτως, είναι βαθύτατες και διχαστικές και έχουν εξελιχθεί, σε έντονες έριδες, παρά το γεγονός ότι οι αμερικανικές ελίτ συμφωνούν, ως προς το γενικό πλαίσιο, που, μόλις περιγράψαμε.
Όσο περνάει ο καιρός η αλήθεια είναι ότι, παρά την πείσμονα αντίσταση και τις παιδαριώδεις αντιδράσεις της, πρόσφατα, ηττημένης παραδοσιακής και εμφανιζόμενης, ως φιλελεύθερης πολιτικοοικονομικής ελίτ, που κατοικοεδρεύει στην Ουάσινγκτων και η οποία επιδεικνύει μία έντονη και επίμονη ψυχοπαθητική συμπεριφορά, απειλώντας τον Donald Trump, με καθαίρεση, από το προεδρικό αξίωμα, αρνούμενη να αποδεχθεί την ... περηφανή (αλλά και απρόσμενη και ως εκ τούτου, ταπεινωτική) ήττα της, στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, οι αδυσώπητες νέες πραγματικότητες, που έχουν διαμορφωθεί, στον πλανήτη μας, έχουν αλλάξει, άρδην και ανεπίστρεπτα, τις παγκόσμιες ισορροπίες.
Ο παλαιός Ψυχρός Πόλεμος ανήκει, εκ των πραγμάτων, στο παρελθόν, όσο και αν το βαθύ αμερικανικό κράτος και οι ελίτ, που το εκφράζουν, εξακολουθούν να επιμένουν, στην πολιτική της ανάσχεσης της Ρωσίας, ως ένα πρώτο βήμα, το οποίο, στην συνέχεια, υποτίθεται ότι θα οδηγήσει στην αποικιοποίηση της. Η πολιτική αυτή, παρά τους, περί του αντιθέτου, ισχυρισμούς των ηγετών της αμερικανικής υπερδύναμης, σε όλη την προηγούμενη περίοδο, που ξεκίνησε, αμέσως μετά την αυτοδιάλυση της "Ε.Σ.Σ.Δ.", βρισκόταν, μέσα στον σκληρό πυρήνα των επιδιώξεων των Αμερικανών και της Δύσης, αλλά, παρά τις σημαντικές επιτυχίες, που είχε, κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990, έως τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000, τελικά, εξάντλησε το σύνολο των αποθεμάτων της, με αποτέλεσμα να καταστεί αναποτελεσματική.
Αυτός ο στρατηγικός σχεδιασμός, που, στην πρώτη μετασοβιετική εποχή, φάνηκε ότι προχωρούσε προς την βαθμιαία και με την πάροδο του χρόνου, προοδευτική υλοποίηση του, ανατράπηκε, όταν η ρωσική ηγεσία, κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών της εποχής του Μπόρις Γέλτσιν, αντιλήφθηκε, στην πράξη, τα αδιέξοδα, στα οποία είχε οδηγηθεί, από το γεγονός ότι οι Η.Π.Α. και οι δυτικές ελίτ επέμεναν, στην πολιτική της περικύκλωσης της Ρωσίας, με αποτέλεσμα την παράδοση της εξουσίας στον Βλαντιμίρ Πούτιν, προκειμένου να συμμαζέψει την χώρα και να ανασυγκροτήσει την παρακμάζουσα ρωσική ισχύ.
Βεβαίως, η ανάδειξη του Βλαντιμίρ Πούτιν, στην ηγεσία της Ρωσίας, ήταν μία αναγκαία συνθήκη, για την ανατροπή του αμερικανικού σχεδιασμού, για την περικύκλωση και την αποικιοποίηση της Ρωσίας, αλλά δεν ήταν ικανή, για την ολοκλήρωση αυτής της ανατροπής. Για να περαιωθεί αυτή η ανατροπή, η περικύκλωση της Ρωσίας και ο ασφυκτικός κλοιός, που την περιέβαλε, από τα ευρωπαϊκά της σύνορα, μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού, έπρεπε να διαρραγεί. Ο κλοιός, έπρεπε να σπάσει.
Αυτή η εξέλιξη, τελικά, μετά την πτώση της "Ε.Σ.Σ.Δ." και όσο περνούσαν τα χρόνια, ήταν περισσότερο εύκολη, από όσο φαινόταν, παρά το γεγονός ότι η Ουάσινγκτων είχε καταστήσει σαφές ότι η Ρωσία, παρά την ουσιαστική της αποδυνάμωση, ως παγκόσμιου ανταγωνιστικού παίκτη, παρέμενε να είναι - λόγω του τεράστιου πυρηνικού της οπλοστασίου, με την χρήση του οποίου μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να εξαφανίσει τις Η.Π.Α., από τον παγκόσμιο χάρτη - ο κύριος αντίπαλός της, ο οποίος βρισκόταν, υπό ασφυκτικό έλεγχο και στενή επιτήρηση και στις δύο, περίπου, δεκαετίες, κατά την διάρκεια των οποίων επικράτησε η παγκοσμιοποίηση, ως κυρίαρχη πολιτική των Η.Π.Α. και η οποία αποσκοπούσε στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ελίτ, που απαρτίζουν τον σκληρό πυρήνα της αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής υπερδύναμης και πρώτ' απ' όλα, στην διατήρηση της πλανητικής τους κυριαρχίας.
Η σταδιακή ανάδειξη της Κίνας, ως του επόμενου νέου αντίπαλου των Η.Π.Α. και της Δύσης και διεκδικητή της παγκόσμιας κυριαρχίας, ο οποίος, προοπτικά και σε μεσομακροπρόθεσμη βάση, θα είναι αδύνατον να αντιμετωπισθεί, από την αμερικανική υπερδύναμη και τους συμμάχους της, χωρίς μια καθαρή και γρήγορη ανάσχεση, διευκόλυνε και οδήγησε, στην διάρρηξη της θηλιάς, που είχε επιβληθεί, στην "Ε.Σ.Σ.Δ." και στην μετασοβιετική Ρωσία, ως ένα μέτρο της αμερικανικής πολιτικής, η οποία αποσκοπούσε στην ανάσχεση της ρωσικής ισχύος.
Αυτή η πολιτική της αποκαλούμενης "Τριγωνικής Διπλωματίας", που ακολουθήθηκε από την Ουάσινγκτων, με στόχο την κατίσχυση, επί της "Σοβιετικής Ένωσης" και των πολλών και ποικίλων πολιτικοιδεολογικών και λοιπών συμμάχων και δορυφόρων της, στον παγκόσμιο χάρτη (είτε αυτοί είχαν κατακτήσει την κρατική εξουσία, στις χώρες τους, είτε όχι), ομολογουμένως, υπήρξε, εξαιρετικά, επιτυχής, αφού οδήγησε - με δεδομένη την, προφανώς, καθοριστική επίδρασή της, στην διαμόρφωση του πολιτικού και ιδεολογικού πλαισίου, που οδήγησε την ύστερη "σοβιετική" ελίτ, στο να αποδεχθεί, ως αναγκαίες και ως, εκ των πραγμάτων, μοιραίες, τις παιδαριώδεις ανοησίες του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ και της ύστερης "μεταρρυθμιστικής" ηγεσίας του Κ.Κ.Σ.Ε. -, στην πτώση της "Σοβιετικής Ένωσης" και του "υπαρκτού σοσιαλισμού", στην Ανατολική Ευρώπη, η οποία εκχωρήθηκε, βλακωδώς και με ανταλλάγματα, τα οποία ήσαν λιγότερα του βιβλικού πινακίου φακής, στον αμερικανοδυτικό συνασπισμό.
21/2/1972 Πεκίνο : Οι Mao Zedong και Richard Nixon εκκινούν την σχεδιασμένη, από το επιτελείο του Αμερικανού προέδρου - στο οποίο η συμμετοχή του Henry Kissinger υπήρξε καθοριστική - στρατηγική πολιτική της "Τριγωνικής Διπλωματίας", με σκοπό την περικύκλωση της "Σοβιετικής Ένωσης" και την στήριξη ενός ικανού ανταγωνιστικού πολιτικού, ιδεολογικού και στρατιωτικού πόλου, απέναντι στον "σοβιετικό"/ρωσικό ηγεμονισμό.
Αυτή η αμερικανική πολιτική της "Τριγωνικής Διπλωματίας", η οποία, όπως είπαμε, άκρως, επιτυχής, δεν περιείχε κανένα μυστήριο. Ήταν ωμή, αδυσώπητη και ως εκ τούτου, υπήρξε απλούστατη, ως προς τον σχεδιασμό της, από το επιτελείο του προέδρου Richard Nixon, στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Βλέποντας τις παραδοχές της, ο παραπάνω ισχυρισμός καθίσταται αυτονόητος.
Η πυρηνική ισχύς των Η.Π.Α. μπορεί - και ήταν - να ήταν αποτρεπτική και να συγκρατούσε μια αιφνιδιαστική επίθεση της "Σοβιετικής Ένωσης", αλλά δεν ήταν επαρκής, για μια αιφνιδιαστική επίθεση των Αμερικανών και των συμμάχων τους, για ένα καθοριστικό πρώτο πλήγμα, το οποίο θα εκμηδένιζε τους "Σοβιετικούς". Το κέρδος από την διεξαγωγή ενός πυρηνικού πολέμου δεν θα ήταν, απλώς, μηδενικό. Θα ήταν, απόλυτα, καταστροφικό, αφού το πυρηνικό οπλοστάσιο της Μόσχας ήταν, πλέον, τεράστιο και ως εκ τούτου, ήταν αδύνατο να αντιμετωπισθεί.
Με ακαταμάχητη την πυρηνική ισχύ της "Ε.Σ.Σ.Δ.", η Ουάσινγκτων έπρεπε να βρει άλλους τρόπους, για την αντιμετώπιση του αντιπάλου της. Η πολιτική της αποτροπής και της κατίσχυσης έπρεπε να αλλάξει περιεχόμενο, με την εύρεση ενός νέου διεθνούς παίκτη, ο οποίος, ως ένας άτυπος, αλλά και ουσιαστικός σύμμαχος των Η.Π.Α., θα άλλαζε τους παγκόσμιους συσχετισμούς της ισχύος, υπέρ της αμερικανικής υπερδύναμης, με κύριο εργαλείο την ολοκλήρωση της περικύκλωσης των "Σοβιετικών" και των συμμάχων τους.
Αυτός ο νέος στρατηγικός παίκτης και συνεργάτης των Η.Π.Α., στην διεθνή σκακιέρα, ήταν η Κίνα του Mao Zedong, η οποία, από την ίδρυσή της, το 1949, υπήρξε πιστός σύμμαχος της Μόσχας, σε όλη την διάρκεια της ύστερης σταλινικής εποχής, μέχρι και τα πρώτα χρόνια της πρώτης μετασταλινικής περιόδου.
Όμως, ο θάνατος του Ιωσήφ Στάλιν, ο οποίος υπήρξε μια πατρική ιδεολογική και πολιτική φιγούρα, για τον Mao Zedong και την λοιπή ηγεσία των Κινέζων κομμουνιστών, αφού και ο ίδιος ο Mao, όπως και οι άλλοι (Chen Duxiu, Deng Zhongxia, Zhou Enlai, κ.α.), ουσιαστικά, υπήρξαν, μέσω της Komintern (και) δικά του δημιουργήματα, έφερε, όπως ήταν φυσικό, στην επιφάνεια και σε αντιπαράθεση, τα διαφορετικά συμφέροντα των κρατικών και κομματικών γραφειοκρατιών των δύο κομμουνιστικών χωρών.
Η ρήξη, στις σχέσεις των δύο κομμουνιστικών κρατών, η οποία, πολύ γρήγορα, στα χρόνια, που ο Νικήτα Χρουστσώφ αναδείχθηκε, ως ηγέτης της "Σοβιετικής Ένωσης", οριστικοποιήθηκε, μετα την αποτροπή του σχεδιαζόμενου φιλοσταλινικού πραξικοπήματος (το οποίο ήταν και φιλομαοϊκό, αφού, κατά το κατηγορητήριο του Μιχαήλ Σουσλώφ, η κινεζική ηγεσία βρισκόταν, σε συνεννόηση, με τους επίδοξους πραξικοπηματίες), από τους Γκιόργκι Μαλένκωφ - Βιάτσεσλαβ Μολότωφ - Λαζάρ Καγκάνοβιτς και την απομάκρυνσή τους, τον Ιούλιο του 1963, από την ηγεσία του Κ.Κ.Σ.Ε., οδήγησε την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας και του κινεζικού κράτους, στην αναζήτηση νέων διεθνών συμμαχιών, παρά την αντικατάστασή του Νικήτα Χρουστσώφ, τον Οκτώβριο του 1964, από τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ.
Κάπως έτσι ο Mao Zedong, ο Zhou Enlai και η υπόλοιπη ηγεσία της κομμουνιστικής Κίνας αποφάσισαν, ήδη από το 1969, να επαναπροσανατολίσουν, ριζικά, την εξωτερική πολιτική του κράτους τους και να παίξουν το αμερικανικό χαρτί, στέλνοντας τα κατάλληλα μηνύματα στην Ουάσινγκτων.
Φυσικά, η αμερικανική υπερδύναμη πήρε τα μηνύματα αυτά και με αρχιτέκτονα τον Henry Kissinger, ο οποίος, τότε, ήταν ειδικός σύμβουλος του προέδρου Richard Nixon, ολοκληρώθηκε η πολιτική της ανάσχεσης της "Σοβιετικής Ένωσης", με την οικοδόμηση της στρατηγικής της "Τριγωνικής Διπλωματίας", με την οποία η ρωσική υπερδύναμη, στην "σοβιετική" της εκδοχή, περικυκλώθηκε, από τις ανταγωνιστικές και εχθρικές, προς αυτή, δυνάμεις.
Αυτή η πολιτική του ασφυκτικού κλοιού, η οποία, εκείνη την εποχή, δεν φαινόταν ικανή να δαμάσει τον "σοβιετικό" δυναμισμό, απέδωσε, για την αμερικανική υπερδύναμη (αλλά και για την "Λαϊκή Δημοκρατία" της Κίνας), πολύ περισσότερα από τα αναμενόμενα.
Στην εποχή μας, όμως, τα δεδομένα έχουν αλλάξει και κατ' ουσίαν, έχουν αντιστραφεί. Η "Σοβιετική Ένωση" δεν υπάρχει, πλέον, ενώ η Ρωσία, όντας αποδυναμωμένη, σε σχέση, με την παλαιά "σοβιετική" εκδοχή της, μπορεί, ως ανερχόμενη υπερδύναμη, η οποία, όμως, έχει πεπερασμένες δυνατότητες, στην παγκόσμια σκηνή, να αποτελέσει τον αντίστοιχο μπαλαντέρ, που θα επιτρέψει στις Η.Π.Α., να αποκρούσουν τον, ακάθεκτα, ανερχόμενο σύγχρονο κινεζικό δυναμισμό, ο οποίος, προφανέστατα, εξελίσσεται, στο να μετατραπεί, από έναν περιφερειακό ηγεμονισμό, σε μια παγκόσμια δύναμη, η οποία, πολύ γρήγορα, θα διεκδικήσει, από την αμερικανική υπερδύναμη, την παγκόσμια ηγεμονία, χωρίς να μπορεί, από ένα χρονικό σημείο και μετά, να αντιμετωπισθεί, εάν αφεθεί χωρίς να ανασχεθεί.
Με αυτά τα αμείλικτα δεδομένα, είναι προφανές ότι η αμερικανική και η ρωσική ελίτ μπορούν να αντιμετωπίζουν, ως ήσσονος σημασίας, τις παλαιές και τις σύγχρονες διαφορές και αντιπαραθέσεις τους, σε σχέση με τις αντίστοιχες αντιπαραθέσεις τους, με την, ταχύτατα, ανερχόμενη Κίνα.
Η Ουάσινγκτων επιθυμεί να διατηρήσει την πλανητική πρωτοκαθεδρία της, την οποία δεν θέλει, τώρα, να την μοιραστεί, ούτε και αργότερα, να την παραδώσει, στην Κίνα και φυσικά, δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει, χωρίς ανάσχεση, τις παρούσες φιλοδοξίες της κινεζικής ηγεσίας να κυριαρχήσει, στην θάλασσα της νότιας Κίνας και στην ευρύτερη περιοχή του ανατολικού Ειρηνικού Ωκεανού. Μια κινεζική κυριαρχία θα δορυφοροποιούσε τους συμμάχους των Η.Π.Α., στην περιοχή (Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Αυστραλία) και θα οδηγούσε, στην αγκαλιά του Πεκίνου, όλες τις άλλες χώρες της περιοχής.
Και φυσικά, η Ουάσινγκτων δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί την εντεινόμενη διείσδυση της Κίνας, σε όλη την περιοχή που εκτείνεται από τα αφρικανικά παράλια, στον Ατλαντικό Ωκεανό, μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό και την θάλασσα της Ωκεανίας. Όπως, επίσης, η αμερικανική ελίτ δεν θα αφήσει την κινεζική διείσδυση στην "Ευρωπαϊκή Ένωση", χωρίς να την ανακόψει.
Οι Αμερικανοί στρατηγικοί αναλυτές βλέπουν ότι η Κίνα οδηγείται, στο να υποκαταστήσει τις Η.Π.Α., στην παγκόσμια κυριαρχία και υπό την σημερινή της μορφή, αποτελεί ένα πρόπλασμα (με ιδιότυπα και ιδιότροπα αυταρχικά πολιτικά χαρακτηριστικά, που είναι αποτέλεσμα της πρόσφατης, αλλά και της παλαιότατης ιστορίας του κινεζικού κοινωνικού σχηματισμού) των ίδιων των Η.Π.Α., όπως αυτές ήσαν, στις αρχές του 20ου αιώνα.
Από την άλλη πλευρά, η Μόσχα, λόγω των πεπερασμένων δυνατοτήτων, που έχει, εξ αιτίας της περιορισμένης οικονομικής της δυναμικής, αλλά και της δημογραφικής ατροφίας της, έναντι της Κίνας, η οποία διεισδύει, με γοργούς ρυθμούς, στην παλαιά αυλή της Ρωσίας, στα κράτη της Κεντρικής Ασίας, που ανεξαρτητοποιήθηκαν, μετά την αυτοδιάλυση της "Ε.Σ.Σ.Δ.", έχει κάθε λόγο να διαπραγματευθεί, με τους Αμερικανούς, μια συμφέρουσα μακροπρόθεσμη στρατηγική, η οποία να αλλάζει τα παγκόσμια δεδομένα, εγκλωβίζοντας την Κίνα, σε έναν ανάλογο κλοιό, με εκείνον, στον οποίο είχε παγιδευθεί η "Σοβιετική Ένωση", αλλά και η Ρωσία της πρώτης μετασοβιετικής περιόδου.
Ως εκ τούτου, η "Τριγωνική Διπλωματία" αλλάζει κατεύθυνση και προσανατολισμό.
Ίσως, να έχει έλθει η ώρα αυτή την ίδια πολιτική, την οποία συνδιαμόρφωσαν προπάτορες της, να την γευθεί και να την υποστεί η παρούσα κινεζική ηγεσία. Η κυβερνώσα ελίτ των Η.Π.Α. σχεδιάζει και σταδιακά, υλοποιεί την περικύκλωση και την ανάσχεση του αναδυόμενου κινεζικού ηγεμονισμού, ο οποίος, λόγω του, καταθλιπτικά (για τους αντιπάλους της Κίνας) τεράστιου μεγέθους του πληθυσμού της χώρας αυτής, αποτελεί μια μέλλουσα υπερδύναμη, η οποία, προϊόντος του χρόνου, θα υπερκεράσει όλους τους αντιπάλους της.
Αλλά, για να ολοκληρωθεί αυτή η στρατηγική πολιτική της περικύκλωσης της Κίνας, θα πρέπει η αμερικανική ελίτ να σταματήσει τις έντονες εσωτερικές της έριδες, ως προς το πώς αυτό θα επιτευχθεί. Η λυσσώδης αντιπαράθεση, ανάμεσα, στην παραδοσιακή αμερικανική ελίτ, που επιμένει, στο να θεωρεί ότι προέχει η ανάσχεση ρωσικής υπερδύναμης και η μεταγενέστερη αποικιοποίηση της Ρωσίας και στην υποτιθέμενη, ως "αντισυμβατική" αμερικανική ελίτ, που εκφράζεται, από τον πρόεδρο Donald Trump, που βλέπει, ως αδιέξοδη, την συνέχιση αυτής της πολιτικής και προσανατολίζεται, προς την σύμπηξη μιας νέας, αντικινεζικού χαρακτήρα και περιεχομένου, συμμαχίας με την Ρωσία, με σκοπό την δημιουργία ενός ασφυκτικού κλοιού, εντός του οποίου θα εγκλωβιστεί και θα πνιγεί ο κινεζικός πλανητικός ηγεμονισμός, καλά κρατεί.
Αυτή η αντιπαράθεση, η οποία δραματοποιείται, στο έπακρο, δεν είναι εύκολο να υπερκερασθεί, στον βαθμό, που η τεχνοδομή των πολυεθνικών αντιδρά στην διαμόρφωση μιας αντικινεζικής στρατηγικής, λόγω των επενδυμένων συμφερόντων, που έχει, στην Κίνα - πολύ περισσότερο, μάλιστα, που ο Κινέζος πρόεδρος Xi Jinping και η λοιπή ηγεσία της κινεζικής κομματικής και κρατικής γραφειοκρατίας εμφανίζονται, ως διατεθειμένοι να ηγηθούν της παγκοσμιοποίησης, την οποία, σκοπίμως και με απώτατο στόχο την ανακοπή των ρυθμών της οικονομικής ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας, υπονομεύουν οι Η.Π.Α.
Όμως, παρά τις εσωτερικές έριδες της αμερικανικής ελίτ, η αλήθεια είναι ότι η ανάδειξη, στην εξουσία του Donald Trump και της ομάδας, που τον περιστοιχίζει, έχει θέσει, χωρίς περιστροφές, με έναν ανοικτό τρόπο, το κινεζικό ζήτημα και έχει ωθήσει τις εξελίξεις, προς αυτή την κατεύθυνση, η οποία, φυσικά, είναι η συνέχιση της αμερικανικής στρατηγικής πολιτικής, με την απαραίτητη αλλαγή αντιπάλου και φυσικά, με ανάλογη αλλαγή μπαλαντέρ.
Όμως, για να ευδοκιμήσει αυτή η πολιτική της σύγχρονης "Τριγωνικής Διπλωματίας", για την περικύκλωση και την ανάσχεση της επιταχυνόμενης δυναμικής του κινεζικού ηγεμονισμού, δεν αρκεί η βούληση της Ουάσινγκτων. Μπορεί η αμερικανική υπερδύναμη να θέλει, αλλά, εάν η Ρωσία δεν αποδεχθεί τον ρόλο του μπαλαντέρ, σε μια συνδυασμένη στρατηγική ανάσχεσης του κινεζικού γίγαντα, η όλη υπόθεση καθίσταται κενή περιεχομένου.
Αλλά, για να δεχθεί η ρωσική ελίτ μια τέτοια συμμαχία, με τις Η.Π.Α., θα πρέπει να λάβει εκείνα τα ανταλλάγματα, που θα ήσαν ικανά να την πείσουν ότι αξίζει τον κόπο να συμμετάσχει, σε μια αντικινεζική στρατηγική. Και φυσικά, αυτού του είδους τα ανταλλάγματα είναι που συζητούνται, πίσω από τις κλειστές πόρτες των διάφορων φανερών και μυστικών επαφών του Κρεμλίνου, με τον Λευκό Οίκο.
Όμως, τα ενδιαφέροντα της Ρωσίας είναι πολύ συγκεκριμένα και εντοπίζονται, στον ευρωπαϊκό χώρο και στην Μεσόγειο. Και αυτή η συγκεκριμένη στόχευση της ρωσικής ελίτ είναι που καθιστά την όποια επίτευξη μιας αμερικανορωσικής συμμαχίας, δύσκολη, αφού οι Η.Π.Α. θα πρέπει να αφήσουν στην άκρη - δηλαδή να παραδώσουν, στην Ρωσία - την Ουκρανία και κάποιους από τους συμμάχους τους, στην Βόρεια Ευρώπη, στην κεντρική και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια.
Αλλά, παράλληλα, με την παράδοση της Ουκρανίας, στην Ρωσία, όπως επίσης και κάποιων χωρών, που είναι σύμμαχες με τις Η.Π.Α., ή φιλικές με αυτές, οι Αμερικανοί θα πρέπει να βλάψουν και κάποιους άλλους, με προεξάρχοντες τους Γερμανούς (που, άλλωστε, ήδη, βλάπτονται, από την συστηματική πολιτική της επιβράδυνσης της παγκοσμιοποίησης, που ακολουθεί η Ουάσινγκτων), από τους οποίους αντιμετωπίζουν έναν συνεχή εμπορικό ανταγωνισμό, ο οποίος θεωρείται ότι είναι (και είναι) αθέμιτος.
Και φυσικά, πρέπει να βλάψουν και την, υπό γερμανική καθοδήγηση, "Ευρωπαϊκή Ένωση" - κάτι, που άλλωστε, ήδη, έχει αρχίσει να γίνεται -, η οποία, μέσω της ευρωζώνης, αποτελεί το κύριο εργαλείο του γερμανικού οικονομικού δυναμισμού, που στηρίζεται, στο, επίμονο και διαρκές dumping, μέσω του, υπερβολικά, υποτιμημένου, για τα γερμανικά οικονομικά δεδομένα, ευρώ.
Και φυσικά, αυτή την αντιγερμανική πολιτική είναι που ακολουθεί ο Donald Trump, έχοντας ένα ανοικτό μέτωπο, με τις γερμανικές ελίτ, τις οποίες φροντίζει να κατατρομοκρατήσει και να πτοήσει το ηθικό τους, προκειμένου να υποταχθούν, στις θελήσεις του, με τελευταία έκφραση αυτής της ρητορικής πολεμικής, που ακολουθεί, όταν αναφέρεται, στο Βερολίνο, αυτή την απίθανη δήλωσή του, ότι "οι Γερμανοί είναι κακοί, πολύ κακοί".
Ως εκ τούτου, ο γεωπολιτικός χώρος της Δυτικής Ευρώπης, έτσι όπως αυτός διαμορφώθηκε, μετά την κατάρρευση του αποκληθέντος "υπαρκτού σοσιαλισμού" και την ενσωμάτωση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής, στο ΝΑΤΟ και τους λοιπούς θεσμούς του Δυτικού Κόσμου, βρίσκεται, σε μία διαδικασία αναμόρφωσης, αναδιάταξης και φυσικά αντιμετωπίζει, άμεσα, την απειλή μιας σταδιακής διάσπασης και ενός κατακερματισμού, η οποία, ανάλογα, με τις ευρύτερες εξελίξεις, μπορεί να επιταχυνθεί, μέσα από μία πιθανή νέα Γιάλτα, που μπορεί να προκύψει, ως αποτέλεσμα της σύγχρονης "Τριγωνικής Διπλωματίας", για την οποία μιλάμε.
Άλλωστε, η απόφαση του προέδρου Donald Trump να γνωστοποιήσει απόρρητες πληροφορίες με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την λοιπή ρωσική κυβέρνηση, η οποία απόφαση αντιμετώπισε σφοδρότατες αντιδράσεις, από διάφορους κύκλους των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών και από την παραδοσιακή αμερικανική ελίτ, που νοσταλγεί τις ημέρες της διακυβέρνησης της χώρας, από τον Barack Hussein Obama, την Hillary Clinton και το επιτελείο τους, αποδεικνύει ότι, πίσω από τις κλειστές πόρτες των διαφόρων αμερικανορωσικών επαφών, επικρατεί ένα κλίμα μιας πρωτόγνωρης στενής συνεργασίας, ανάμεσα, στους δύο ηγέτες και στους συνεργάτες τους, ένα κλίμα, που είχε να εμφανιστεί, από την εποχή των Franklin Delano Roosevelt και Ιωσήφ Στάλιν, κατά την διάρκεια της διεξαγωγής του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Αυτή η Ευρώπη (και το ιδεολόγημά της, ο "υπαρκτός ευρωπαϊσμός"), που βρίσκεται, κάτω από μια ουσιαστική γερμανική χειραγώγηση, είναι αντιμέτωπη με μία διαδικασία οξείας εσωτερικής διαίρεσης, ήδη, περνάει μεγάλες δοκιμασίες, οι οποίες, συν τω χρόνω, θα καταστούν θεόρατες και πιθανότατα, διαλυτικές και καταστροφικές.
Η κατατρομοκρατημένη γερμανική ελίτ έχει, πλήρως, αντιληφθεί ότι έρχονται τα χειρότερα. Η χθεσινή δήλωση της Angela Merkel, που έγινε, μετά από τις μεγαλοπρεπείς αποτυχίες των διασκέψεων του ΝΑΤΟ και του G7, όπου ο Donald Trump, μαζύ με την περιγραφή των Γερμανών, ως πολύ κακών, ζήτησε και την επιστροφή πολλών δισεκατομμυρίων δολλαρίων από την Γερμανία, είναι χαρακτηριστική του πανικού, που επικρατεί, στο Βερολίνο, ενόψει των αναμενόμενων κακών εξελίξεων, στον ευρωπαϊκό χώρο. Ας απολαύσουμε αυτή την δήλωση της κ. Καγκελαρίου, μαζί με τον απύθμενο φόβο, που περικλείει :
"Εμείς οι Ευρωπαίοι" είπε η εκπρόσωπος του σοβαροφανούς σύγχρονου γερμανικού εθνικισμού "πρέπει πραγματικά να πάρουμε τις τύχες μας, στα χέρια μας, φυσικά με φιλικά αισθήματα, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, για την Βρετανία και να είμαστε καλοί γείτονες, όπου αυτό είναι δυνατόν, με τις άλλες χώρες, ακόμη και με την Ρωσία. Αλλά θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι πρέπει να αγωνιστούμε μόνοι, για το μέλλον μας, για την μοίρα μας, ως Ευρωπαίων. .... Η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να βασίζεται πλήρως στους συμμάχους της". Όπως είπε η καταπτοημένη κυρία Merkel, η εποχή αυτή "έχει τελειώσει, σε κάποιο βαθμό".
Αλλά όλα αυτά, προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας οριστικοποιημένης αμερικανορωσικής συμφωνίας, η οποία, αν και βρίσκεται, στην διαδικασία των διαπραγματεύσεων, στην πραγματικότητα, παραμένει εκκρεμής, διότι η Μόσχα αντιλαμβανόμενη την ουσιαστική ισχύ, που της δίνει η θέση της και η παρούσα, αλλά και η μέλλουσα κατάσταση, που αφορά τις γεωπολιτικές ισορροπίες, στον πλανήτη, ως ενός ισχυρού διεθνούς παίκτη, ο οποίος μπορεί να προσδιορίσει, σε μακροπρόθεσμη βάση, το status quo, ανάμεσα στις Η.Π.Α. και την Κίνα, στην παρούσα φάση παραμένει, άκρως, επιφυλακτική, απέναντι, στην αμερικανική ελίτ, αφού γνωρίζει ότι οι ομάδες, που συγκροτούν το βαθύ αμερικανικό κράτος παραμένουν διχασμένες, ως προς την στρατηγική, που επιθυμούν να ακολουθήσει, η πέραν του Ατλαντικού, υπερδύναμη.
Αυτό συμβαίνει, στον βαθμό, που ένα πολύ σημαντικό τμήμα των ομάδων αυτών, που σχεδιάζουν τις στρατηγικές κινήσεις της αμερικανικής υπερδύναμης, θέλει να πιστεύει ότι οι Η.Π.Α. και οι σύμμαχοι της Ουάσινγκτων, μπορούν να αντιμετωπίσουν, να ανασχέσουν και να περιορίσουν, εκ παραλλήλου και την κινεζική δυναμική, όπως και την επανακάμψασα Ρωσία, παρά την ακαταμάχητη πυρηνική της ισχύ.
Όπως σχεδιάζει ένα τμήμα των αμερικανικών ελίτ, η παράλληλη ανάσχεση και η συνδυασμένη απομόνωση της Ρωσίας και της Κίνας, μπορούν να πραγματοποιηθούν, μέσα από έναν νέο πλανητικό διχασμό, που θα διαχωρίσει τον κόσμο μας, σε δύο χωριστά στρατόπεδα, ήτοι :
Από την μία πλευρά, στο στρατόπεδο της Δύσης και από την άλλη, στο στρατόπεδο όλων των άλλων, που θα ακολουθήσουν την Κίνα και την Ρωσία, οι οποίες, φυσικά, θα αποκοπούν, από το νέο δυτικό οικονομικό σύστημα και τις, εντός αυτού, διεξαγόμενες οικονομικές σχέσεις.
Έτσι, η ρωσική ηγεσία, στην παρούσα φάση, παρά το γεγονός ότι διεξάγει μυστικές και φανερές διαπραγματεύσεις, με την Ουάσινγκτων, κλείνει προς μια άτυπη συμμαχία, με την Κίνα, στην οποία παρέχει και μια μη ομολογημένη και άτυπη προστασία, από ένα αιφνιδιαστικό αμερικανικό πρώτο πυρηνικό πλήγμα, προκειμένου να κερδίσει τον απαραίτητο χρόνο, αλλά και ό,τι άλλο μπορεί να προκύψει, κατά την διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, που παραμένει ακαθόριστη και απροσδιόριστη, ως προς την εξέλιξή της και τις ισορροπίες, που θα προκύψουν, ως αποτέλεσμα.
Όλα αυτά συμβαίνουν, διότι, όπως είναι, εύκολα, κατανοητό, η αντισοβιετική/αντιρωσική στρατηγική πολιτική της "Τριγωνικής Διπλωματίας", που προώθησαν, στο παρελθόν, οι ηγέτες της Ουάσινγκτων, όπως και η σύγχρονη αντικινεζική εκδοχή της, που προωθεί η διοίκηση του Donald Trump, μπορεί, κάλλιστα και χωρίς καμμιά δυσκολία, να αποκτήσει ένα αντιαμερικανικό και αντιδυτικό περιεχόμενο και προσανατολισμό.
Ως εκ τούτου, οι εξελίξεις, που έρχονται, θα είναι, ούτως, ή άλλως καθοριστικές και κοσμογονικές, για τις τύχες της παγκόσμιας κοινότητας.
Και για τον λόγο αυτόν, είναι, καταφανώς, επικίνδυνες...
Σχόλια
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι δεν πρόκειται καμιά προσφορά της Αμερικής να βάλει την Ρωσία σε δεύτερες σκέψεις σε ότι αφορά τις σχέσεις της με την Κίνα, για μένα είναι αδιάρρηκτες ειδικά σε ότι έχει να κάνει με την αντιμετώπιση της Αμερικής, ούτως ή άλλως τα προσφερόμενα ανταλλάγματα επί ευρωπαϊκού εδάφους μπορεί να τα πάρει και μόνη της η Ρωσία, πράγμα που ήδη συμβαίνει με τη σύμφωνη γνώμη των υποκριτών Γερμανών, αυτών των δολοπλόκων Ιάγων
Αλλά, πέρα από το παρελθόν, υπάρχει και το παρόν και ο φόβος της αποικιοποιησης της Σιβηρίας, από κινεζικούς πληθυσμούς και της σταδιακής απόσπασης αυτής της περιοχής από την ρωσική επικράτεια, λόγω της δημογραφικής αναιμίας της Ρωσίας. Υπάρχουν και πολλά άλλα, που αφορούν τον ακατάσχετο δυναμισμό της κινεζικής οικονομίας - και όχι μόνο -, που αποτελούν πρόβλημα, για την ρωσική ελιτ, η οποία, προφανώς, σταθμίζει τα υπέρ και τα κατά και θα πράξει, σύμφωνα με τα εκτιμώμενα συμφέροντά της.
Με δεδομένες τις παρούσες ισορροπίες, κλίνει προς το πλευρό των Κινέζων, στους οποίους παρέχει μία άτυπη προστασία και από την άλλη πλευρά, περιμένει τους Αμερικανούς, τους οποίους προτιμά, ως μελλοντικούς συνεργάτες, διότι τους ξέρει, από το παρελθόν και γνωρίζει τα όρια των δικών τους δυνατοτητων.
Ως εκ τούτου, εάν η Ουάσινγκτων δεν δώσει όσα της ζητηθούν, η Μόσχα δεν θα αλλάξει την στάση της και φυσικά, η στρατηγική πολιτική της "Τριγωνικής Διπλωματίας", στα χέρια των Ρώσων και των Κινέζων, θα αποκτήσει έναν αντιαμερικανικό προσανατολισμό.
Θα δούμε...