Εκλογές 2015 : Πού πάει και πόσο αντέχει η Νέα Δημοκρατία; (Η επίτευξη της αυτοδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο ουσιαστικό ερώτημα των εκλογών, ενώ οι έντρομοι εραστές του καταρρέοντος "υπαρκτού ευρωπαϊσμού" μιλούν για ... πραξικόπημα)!
Πού πάει και πόσο αντέχει η Νέα Δημοκρατία;
Από τον Σεπτέμβριο του 2014 και ακόμη, πιο πίσω, πριν από τις ευρωεκλογές του περασμένου Μαΐου, είχε φανεί ότι η Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά βρισκόταν πίσω, από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, παρά τις ιδεολογικοπολιτικές του αγκυλώσεις, οι οποίες τον βάραιναν, κρατούσε μια σταθερή απόσταση ασφαλείας, από το παραδοσιακό κόμμα της συντηρητικής παράταξης, το οποίο, δεν μπορούσε να παρακολουθήσει την ανοδική πορεία αυτού του κόμματος της ριζοσπαστικοφανούς κομμουνιστικής και κομμουνιστογενούς αριστεράς, που αναδείχθηκε, σε πρωταγωνιστή της ελληνικής πολιτικής σκηνής, μετά την κατάρρευση του παραδοσιακού ελληνικού δικομματισμού και την ρευστοποίηση, σε σημείο βρασμού, του ΠΑΣΟΚ, που ήλθε, ως αποτέλεσμα της ελληνικής χρεωκοπίας του 2010 και της βαρύτατης οικονομικής κρίσης, που ακολούθησε, φθάνοντας την ελληνική κοινωνία, στα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης.
Παρά την, περίπου, ομόθυμη υποστήριξη της εντόπιας ολιγαρχίας, των ξένων δανειστών, που λειτουργούν, ως τα πραγματικά αφεντικά, στον τόπο μας και την λυσσώδη στήριξη της κυβέρνησης των σαμαροβενιζέλων, από τα διαπλεκόμενα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η κυβέρνηση αυτή έφαγε τα ψωμιά της και οδηγήθηκε, στο να κλείσει τον κύκλο της, μέσα, στην γενική αποδοκιμασία, όχι μόνο από τους αντιπάλους της, αλλά και από τους φίλους της.
Η ζημιά, που έχουν υποστεί, πρωτίστως, το ΠΑΣΟΚ, αλλά και η Νέα Δημοκρατία, δηλαδή τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης, όπως και η εξαερωμένη ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη, η οποία πλήρωσε το τίμημα της αχρείαστης εισόδου της, στην κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά, τον Ιούνιο του 2012, αλλά και της εξόδου της έναν χρόνο, αργότερα, καταγράφεται, πολύ παραστατικά, από τις, έως τώρα, δημοσκοπήσεις, τις οποίες παραθέτω, εδώ και τις οποίες έχει αξία να δούμε.
Date | Polling Firm | ND | SYRIZA | PASOK | ANEL | XA | DIMAR | KKE | Potami | Kinima | Others | Lead |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
17 Jan | Kapa Research[a] | 31.8 | 35.3 | 5.7 | 3.1 | 5.3 | 5.5 | 6.1 | 3.1 | 4.1 | 3.5 | |
17 Jan | E-Voice[a] | 30.6 | 33.9 | 4.5 | 4.2 | 6.4 | 5.6 | 5.5 | 2.8 | 6.5 | 3.3 | |
16 Jan | Metron Analysis | 30.8 | 35.4 | 4.2 | 3.0 | 5.4 | 5.1 | 7.1 | 2.7 | 6.3 | 4.6 | |
14–15 Jan | Rass[a] | 30.2 | 34.7 | 4.9 | 4.1 | 5.9 | 6.1 | 7.1 | 2.5 | 4.5 | 4.5 | |
14–15 Jan | Interview[a] | 33.0 | 35.2 | 4.1 | 2.1 | 5.8 | 0.8 | 4.7 | 5.9 | 2.3 | 6.1 | 2.2 |
12–15 Jan | Palmos Analysis | 29.0 | 34.5 | 4.0 | 3.0 | 6.5 | 5.5 | 9.0 | 8.5 | 5.5 | ||
10–15 Jan | Public Issue | 30.5 | 35.5 | 5.0 | 3.0 | 6.5 | 1.5 | 7.0 | 7.0 | 2.0 | 2.0 | 5.0 |
13–14 Jan | Pulse RC[a][b] | 31.0 | 34.5 | 6.5 | 3.5 | 6.5 | 5.0 | 7.0 | 3.0 | 3.0 | 3.5 | |
12–13 Jan | Metrisi[a] | 31.8 | 34.3 | 4.7 | 2.3 | 5.2 | 1.2 | 5.0 | 6.1 | 3.1 | 6.3 | 2.5 |
11–13 Jan | Alco[a] | 32.4 | 36.4 | 4.2 | 3.0 | 5.8 | 4.7 | 5.9 | 2.8 | 4.8 | 4.0 | |
11–12 Jan | Rass[a] | 32.1 | 35.6 | 4.2 | 3.2 | 5.7 | 5.2 | 6.8 | 2.7 | 4.5 | 3.5 | |
10–12 Jan | PaMak[a][b] | 29.5 | 34.5 | 3.5 | 3.5 | 6.5 | 0.5 | 6.5 | 7.0 | 2.0 | 6.5 | 5.0 |
9–11 Jan | Interview[c] | 32.2 | 34.5 | 5.0 | 1.8 | 6.2 | 0.2 | 4.9 | 6.5 | 2.0 | 6.7 | 2.3 |
9 Jan | MRB | 30.1 | 33.7 | 5.5 | 3.1 | 5.4 | 5.7 | 6.8 | 2.9 | 6.8 | 3.6 | |
7–9 Jan | Data RC | 29.5 | 35.3 | 4.1 | 2.7 | 5.2 | 6.0 | 7.1 | 2.6 | 7.5 | 5.8 | |
7–9 Jan | Alco[a] | 33.1 | 36.9 | 4.7 | 2.6 | 5.0 | 4.4 | 5.3 | 2.8 | 5.2 | 3.8 | |
7–9 Jan | Metrisi[a] | 31.6 | 34.4 | 5.5 | 2.5 | 5.9 | 1.4 | 5.2 | 5.8 | 3.3 | 4.4 | 2.8 |
6–9 Jan | Pulse RC[a][b] | 30.0 | 34.0 | 6.5 | 3.5 | 6.5 | 5.5 | 6.5 | 3.0 | 4.5 | 4.0 | |
2–9 Jan | Public Issue | 30.0 | 38.0 | 5.5 | 3.0 | 5.5 | 1.0 | 5.0 | 7.0 | 1.5 | 3.5 | 8.0 |
7–8 Jan | E-Voice[a] | 31.1 | 34.8 | 4.4 | 1.9 | 5.2 | 5.9 | 5.7 | 2.2 | 8.8 | 3.7 | |
7–8 Jan | Kapa Research[a] | 29.9 | 33.0 | 6.1 | 3.1 | 6.3 | 5.9 | 7.6 | 3.3 | 4.8 | 3.1 |
Λίγο - λίγο, οι ημέρες μαζεύονται. Χωρίς να το αντιληφθούμε, φθάσαμε, στην τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου των βουλευτικών εκλογών της ερχόμενης Κυριακής και η αλήθεια είναι ότι εκλογές δεν καταλάβαμε.
Το γιατί δεν καταλάβαμε εκλογές είναι, απολύτως, κατανοητό, μέσα στο γενικότερο κλίμα της εποχής, που βιώνει ο πληθυσμός της χώρας.
Από την μια, ο χειμώνας, αφού αυτές οι βουλευτικές εκλογές είναι οι πρώτες, μετά από πολλές δεκαετίες, που γίνονται, μέσα στον Ιανουάριο, με τελευταίες τις βουλευτικές εκλογές της 26/1/1936, δηλαδή, πριν από 79 χρόνια.
Από την άλλη η, εξαιρετικά, μικρή χρονική περίοδος της προεκλογικής περιόδου, αφού αυτή, τυπικά, μεν, ξεκίνησε, στις 31 Δεκεμβρίου 2014, με την επίσημη διάλυση της βουλής, αλλά, ουσιαστικά, άρχισε, όταν, στις 29 Δεκεμβρίου, η βουλή, που απήλθε, με την διεξαγωγή της τρίτης ψηφοφορίας, δεν εξέλεξε πρόεδρο του κράτους.
Σε αυτά τα χειροπιαστά δεδομένα, πρέπει να προσθέσουμε και την γενικότερη απαξίωση του πολιτικού κόσμου και ευρύτερα, της κοινωνικής και οικονομικής ελίτ, που οδήγησαν, εν χορδαίς και οργάνοις, την χώρα, στην χρεωκοπία και στην βαρύτερη οικονομική κρίση, σε ειρηνική περίοδο, από την εποχή του αγώνα της ανεξαρτησίας, γεγονός, το οποίο υποχρέωσε τον πολιτικό κόσμο να μην μπορεί και φυσικά, να μην τολμάει, να πραγματοποιήσει προεκλογικές εκστρατείες, ανάλογες του πρόσφατου παρελθόντος, αφού, ούτε χρήματα υπάρχουν, αλλά - και το κυριότερο -, ούτε και ικανός αριθμός οπαδών, που να είναι διατεθειμένοι να συμμετάσχουν, σε τέτοιου είδους πανηγύρια.
Και όμως, παρά το υποτονικό κλίμα, το οποίο βρίσκεται, στα όρια της κατατονίας, οι βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, είναι, πραγματικά, αυτό, που εννοούμε, όταν λέμε, κρίσιμες. Φυσικά και οι προηγούμενες διπλές βουλευτικές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου του 2012 ήσαν κρίσιμες, όπως θα είναι και οι επόμενες βουλευτικές εκλογές, αλλά αυτό που διακυβεύεται, τώρα, στις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής είναι πολύ σημαντικό, έως και καθοριστικό, διαφοροποιώντας τα δεδομένα, σε σχέση, με κάθε προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση.
Ο παραπάνω πίνακας των δημοσκοπήσεων, που έχουν διεξαχθεί, κατά την χρονική περίοδο 7 - 17 Ιανουαρίου, καταγράφει, έστω και περιορισμένα και πιθανότατα, στρεβλωμένα, τον λόγο, για τον οποίο αυτή η εκλογική αναμέτρηση είναι, εκ των πραγμάτων κρίσιμη. Ένα απλό διάβασμα του συνόλου των μετρήσεων αυτών, είναι αποκαλυπτικό.
Πέρα από τις όποιες σκοπιμότητές τους, αφού οι δημοσκοπήσεις - και πριν, αλλά και - πολύ περισσότερο, κατά την διάρκεια των προεκλογικών περιόδων, είναι, κυρίως, εργαλεία επηρεασμού και διαμόρφωσης των τάσεων του εκλογικού σώματος και δευτερευόντως, καταγραφής τους, αφού το σύνολο των εταιρειών αυτών διαπλέοκονται, με το κράτος, τις κυβερνήσεις, τα κόμματα και τα διάφορα επιχειρηματικά και άλλα συμφέροντα, που κρύβονται (λιγότερο, ή περισσότερο) πίσω τους, οι μετρήσεις αυτές δείχνουν την αιτία, για την οποία η παρούσα εκλογική αναμέτρηση καθίσταται κρίσιμη.
Η αιτία, που καθιστά κρίσιμη την εκλογική αναμέτρηση της 25ης Ιανουαρίου βρίσκεται, στην σφοδρότατη πιθανότητα να προκύψει, ως αποτέλεσμα των εκλογών αυτών, μια κυβέρνηση της αποκαλούμενης ριζοσπαστικής Αριστεράς, με δεδομένη την, περίπου, βεβαιότητα, που προκύπτει, από όλες τις έως τώρα, μετρήσεις όλων των δημοσκοπικών εταιρειών, που έχουν γίνει και όχι, μόνον, αυτές, που εμφανίζονται, στον πίνακα αυτόν, αλλά και σε όλες, όσες έχουν διεξαχθεί, μετά από τις ευρωεκλογές της 25/5/2014, ότι ο ριζοσπαστικοφανής κομματικός σχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα θα βρεθεί το βράδυ της Κυριακής να κόβει το νήμα της πρώτης θέσης, αφήνοντας, πίσω του και σε απόσταση ασφαλείας, την Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά.
Ίσως, μάλιστα και να αποσπάσει και την πλειοψηφία των 151 και πλέον, βουλευτών, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες είναι πολύπλοκες και έχουν να κάνουν, με τις ιδιαιτερότητες και τις ιδιορρυθμίες του εκλογικού νόμου, ο οποίος εξαρτά την επίτευξη, ή μη, αυτής της απόλυτης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του πρώτου κόμματος, όχι τόσο από την απόστασή του, από το δεύτερο κόμμα, αλλά, από το πόσα κόμματα δεν θα ξεπεράσουν το όριο του 3% των ψήφων, που απαιτείται, για να εισέλθουν, στην βουλή και από το άθροισμα των ποσοστών των εκτός βουλής κομμάτων, αφού, όσο μεγαλύτερο είναι αυτό το ποσοστό, τόσο αυξάνουν οι πιθανότητες, για την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος.
Μια τέτοια εξέλιξη, για την Ελλάδα, είναι πρωτοφανής. Εκ των πραγμάτων, αποτελεί πολιτικό σεισμό, αφού, ουδέποτε, στο παρελθόν, έχει συμβεί, κάτι τέτοιο.
Η Ελλάδα δεν έχει κυβερνηθεί, από την κομμουνιστική και την κομμουνιστογενή Αριστερά. Και όταν, μία φορά, στα μέσα της δεκαετίας του 1940, αμέσως, μετά την απελευθέρωση, από την τριπλή ξενική κατοχή, κάτι ανάλογο, ήταν πιθανό να συμβεί, αυτό, που ακολούθησε, ήταν ένας μακρύς και αιματηρός εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος, ανάμεσα, στα άλλα, ήταν, κυρίως, προϊόν του Ψυχρού Πολέμου, ο οποίος, μόλις, τότε, ξεκινούσε, με πρώτο πεδίο αναμέτρησης την Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1944.
Από, τότε, βέβαια, έχουν παρέλθει πολλά τέρμινα, αλλά η ελληνική κομμουνιστική αριστερά, είτε με το καλό, είτε, με το άγριο, έμεινε, εκτός εξουσίας. Κάποιες λίγες φορές (στην βραχεία περίοδο 1989 - 1990), με το Κ.Κ.Ε. του Χαρίλαου Φλωράκη, επί κεφαλής, συμμετείχε , ως ένα μη αναγκαίο παρακολούθημα, ως ... guest star, σε κυβερνήσεις, μαζύ με την Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, δηλαδή τα δύο αστικά πολιτικά κόμματα του θηριώδους παραδοσιακού δικομματισμού και πέραν τούτου, ουδέν.
Το γεγονός αυτό, μάλιστα, την έβλαψε, πολιτικά και την οδήγησε, στο να φυτοζωεί, μέσα στα πλαίσια του ελληνικού ατελούς δικομματισμού, ο οποίος ξεκίνησε, μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών και κυριαρχούσε, μέχρι την έλευση της ελληνικής χρεωκοπίας του Απριλίου του 2010. Και ο παλαιός "Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου", αλλά και η μετεξέλιξή του, στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ και το Κ.Κ.Ε., συρρικνώθηκαν. Πολύ περισσότερο, το Κ.Κ.Ε., το οποίο έπεσε, σε ποσοστά, πάντοτε, κάτω από το 10%. Και - κατά την διάρκεια όλης αυτής της περιόδου, που μεσολάβησε, από τότε - πολλές φορές, πολύ κάτω, από το 10%, μέχρι και κάτω από το 5%.
Και εκεί, που όλα έδειχναν ότι, για τον αστικό πολιτικό κόσμο και την οικονομική ελίτ του τόπου, όλα ήσαν under control, αυτή η παταγώδης έλευση της ελληνικής κρατικής χρεωκοπίας, άλλαξε όλα τα πολιτικά δεδομένα και την, περίπου, απαρασάλευτη συμπεριφορά του ελληνικού εκλογικού σώματος, κονιορτοποιώντας, σε χρόνο dt, τα δύο κόμματα του θηριώδους παραδοσιακού ελληνικού αστικού δικομματισμού της μεταπολίτευσης, την στιγμή, που, κατά την έναρξη της κρίσης και με την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου του Μαΐου του 2010, ουδείς (πλην ελαχίστων) πίστευε ότι αυτή η κρίση θα είχε την βαθύτητα και την μακροβιότητα, που επέδειξε και ότι, με τις μεθόδους και τις διαδικασίες, που αντιμετωπιζόταν, είχε έλθει, για να μείνει και να βαθύνει, ακόμη περισσότερο και όχι, για να ξεπεραστεί.
Την ίδια πεποίθηση είχαν και σχεδόν, όλοι όσοι εκινούντο, στον χώρο της κομμουνιστικής και της κομμουνιστογενούς αριστεράς, με εξαιρέσεις, βεβαίως-βεβαίως, οι οποίες βρίσκονταν, μέσα στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και ίσως κάποια στελέχη, του ΣΥΡΙΖΑ και του Κ.Κ.Ε. Παρά την όποια πολιτική ρητορεία, η οποία ήταν - και ορθώς ήταν - δριμεία και την οποία εξαπέλυαν οι κομματικές ηγεσίες των κοινοβουλευτικών κομμάτων της κομμουνιστικής αριστεράς , ουδείς, εκ της μεγίστης πλειοψηφίας των στελεχών του χώρου αυτού, μπορούσε να εκτιμήσει την σαρωτική έκταση της καταστροφής, που θα προξενούσε, στο ελληνικό αστικό πολιτικό σύστημα, η, ομοίως, σαρωτική έκταση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, που επέφερε η ελληνική χρεωκοπία.
Ήταν η εποχή, που οι πλείστοι, στον χώρο της δεξιάς, του κέντρου και της αριστεράς, πίστευαν ότι, η έλευση της τρόϊκας των δανειστών του ελληνικού κράτους (Δ.Ν.Τ. - Commission - Ε.Κ.Τ.) και το πρόγραμμά τους, θα επανέφεραν το ελληνικό δημόσιο, στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, τον Απρίλιο του 2011 και έτσι, οι όποιες ζημιές θα ήσαν ελεγχόμενες, προσωρινές και ανατάξιμες, για τον αστικό πολιτικό κόσμο της χώρας και τα κόμματά του.
Τα πράγματα, όμως, όπως, εδώ και πολύν καιρό, ξέρουμε, δεν εξελίχθηκαν, έτσι. Η πραγματικότητα ακολούθησε άλλες, πολύ πιο δύσβατες και οδυνηρές διαδρομές, αφού ουδείς καταπιάστηκε, με το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η Ελλάδα - δηλαδή, την ένταξή της, στην ευρωζώνη, την κατάργηση του εθνικού της νομίσματος και την απώλεια κάθε δυνατότητας άσκησης εθνικής νομισματικής πολιτικής, που την οδήγησαν, αρχικά, στην άτυπη και εν συνεχεία και στην ουσιαστική της χρεωκοπία, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να ασκήσει και εθνική δημοσιονομική πολιτική -, και το οποίο πρόβλημα αφέθηκε, στην κακή του τύχη, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί, εις το έπακρον, να κακοφορμίσει, να καταστεί χρόνιο και χωρίς θεραπεία.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η ρευστοποίηση του ελληνικού αστικού πολιτικού και κομματικού συστήματος, με πρώτο "θύμα" το ΠΑΣΟΚ και τον ΓΑΠ, που διαχειρίστηκαν, με τον αθλιότερο δυνατό τρόπο, το οξύ ελληνικό δημοσιονομικό πρόβλημα, μετατρέποντάς το, σε χρεωκοπία, για να ακολουθήσουν, στην συνέχεια, η Νέα Δημοκρατία και ο Αντώνης Σαμαράς, που εγκατέλειψαν, άρον-άρον, την αντιμνημονιακή ρητορεία, για να ενταχθούν, στο club των φανατικών υποστηρικτών των καταστροφικών πολιτικών των υπαλλήλων της τρόϊκας των δανειστών, στηρίζοντας την κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου και υπογράφοντας το δεύτερο, στη σειρά, Μνημόνιο, μετά την αποτυχία του πρώτου.
Έτσι, οι βουλευτικές εκλογές της 5ης Μαΐου 2012, όχι μόνο, σάρωσαν τον παραδοσιακό αστικό δικομματισμό, αλλά και ανέδειξαν, από το πουθενά, ως δεύτερη πολιτική δύναμη, τον ΣΥΡΙΖΑ, την στιγμή, που ουδείς ανέμενε κάτι τέτοιο και ενώ το Κ.Κ.Ε., ουδέποτε διεκδίκησε έναν ανάλογο ρόλο, αφού επέτρεψε, στον Αντώνη Σαμαρά να διαπράξει την απίστευτη λαθροχειρία και ενώ το κόμμα του, η Νέα Δημοκρατία, συμμετείχε, στην κυβέρνηση Παπαδήμου, να παρουσιάζεται, ως ο αρχηγός της ... αξιωματικής αντιπολίτευσης(!), "απέναντι", σε αυτήν την κυβέρνηση, στην οποία ο ίδιος, μαζύ με τον ΓΑΠ, τον Ευάγγελο Βενιζέλο και τον Γιώργο Καρατζαφέρη του ΛΑΟΣ, συναποφάσιζε, για τα διαλυτικά και προδοτικά πεπραγμένα της, τα οποία ήσαν προϊόντα των θελήσεων των ξένων δανειστών, ακόμη και στην πιο μικρή τους λεπτομέρεια.
Η απειρία, η ανετοιμότητα, αλλά και ο προβληματισμός των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, μπροστά στις τεράστιες ευθύνες, τελικά, επέτρεψαν, κακήν-κακώς, στα ερείπια του ελληνικού αστικού δικομματισμού, δηλαδή, σε ό,τι απέμεινε στην Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, να σχηματίσουν μια, ούτως επείν, κυβέρνηση συνεργασίας, μαζύ με τον καμικάζι Φώτη Κουβέλη και την ΔΗΜΑΡ, που προσκολλήθηκαν, σαν αχρείαστη τσόντα, στην κυβέρνηση, που σχημάτισε ο Αντώνης Σαμαράς, μετά τις δεύτερες βουλευτικές εκλογές της 17/6/2012 και η οποία, φυσικά, συνέχισε, με ακραίο τρόπο και πιστά, την σκληρή και πλήρως, εκθεμελιωτική πολιτική της λιτότητας και της αποδιοργάνωσης του κράτους, της κοινωνίας και της οικονομίας του τόπου αυτού, παρά τις φρούδες προεκλογικές διαβεβαιώσεις των κυβερνητικών εταίρων ότι επρόκειτο να "επαναδιαπραγματευθούν" το Μνημόνιο, με τους δανειστές.
Ακριβώς, επειδή οι διαβεβαιώσεις αυτές των κυβερνητικών εταίρων, ως προς την αλήθεια του περιεχομένου τους, είχαν την αξία των ψεμμάτων του θρυλικού βαρώνου Μυνχάουζεν, για τον λόγο αυτόν και η απερχόμενη κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά, η οποία όταν σχηματίσθηκε, φαινόταν πανίσχυρη, ενώ κάθε άλλο, παρά ήταν, έτσι όπως παρουσιαζόταν και όπως η βαρωνεία της ελληνικής οικονομικής ολιγαρχίας θέλησε να κάνει πιστευτό [κάτι, που, από, τότε, είχα επισημάνει, σε ένα πάρα πολύ καλό δημοσίευμά μου, εκείνης της εποχής, που η κυβέρνηση αυτή αναλάμβανε την εξουσία - δείτε το : Ο "παντοδύναμος" Αντωνάκης (που θα πάει άκλαυτος), οι καμικάζι του ευρώ και η κακή τους μοίρα. (Ένα καυστικό κείμενο που έκοψε η λογοκρισία των σαμαροφυλάκων του ANTINEWS) ], οδηγήθηκε, στα τραγικά, γι' αυτήν, αδιέξοδα, τα οποία, πλέον, φάνηκαν, κατά το τελευταίο εξάμηνο.
Αυτά τα αδιέξοδα, τα οποία, αν και κρύβονταν, όπως-όπως, στα δύο πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης, αναδείχτηκαν, αμέσως, μετά τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου 2014 και άφησαν, χωρίς, περαιτέρω, καύσιμα, δηλαδή χωρίς πολιτική και κοινωνική υποστήριξη, την κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά και του Ευάγγελου Βενιζέλου, η οποία ήταν φυσικό επόμενο να σκοντάψει, στην πρώτη πραγματική θεσμική δοκιμασία, που θα είχε να αντιμετωπίσει μπροστά της και η οποία ήταν η προγραμματισμένη εκλογή προέδρου του κράτους, από την βουλή.
Το δυστύχημα, για τους σαμαροβενιζέλους, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ήταν ότι ήσαν, πλέον, έρμαιο του οποιουδήποτε. Και αυτός δεν ήταν άλλος από τον, πάντοτε, απρόβλεπτο και εκδικητικό ΓΑΠ, ο οποίος βρήκε την ευκαιρία να βάλει εμπρός το σχέδιό του, για την διάσπαση του ΠΑΣΟΚ, που θα συμπαρέσυρε και την κυβέρνηση, στην οποία ο πρώην πρωθυπουργός διαμήνυσε, με εύσχημο τρόπο, ο οποίος, όμως, ήταν καθαρός και αναμφισβήτητος, ότι πρέπει να παραιτηθεί.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η κυβέρνηση αυτή δεν μπορούσε να παραμείνει, στην εξουσία, με δεδομένο ότι ήταν υποχρεωμένη να υπογράψει ένα νέο Μνημόνιο, το οποίο, ούτε η ίδια άντεχε, πολιτικά, ούτε οι δανειστές ήσαν έτοιμοι να υπογράψουν, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε, urbi et orbi, ότι δεν πρόκειται να το αναγνωρίσει.
Τέλος, όπως αποδείχτηκε, ούτε η ενισχυμένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών, που απαιτείτο, για την εκλογή νέου προέδρου του κράτους, ήταν διατεθειμένη να στηρίξει την παραμονή της κυβέρνησης αυτής. Έτσι, η αυλαία, γι' αυτήν την κυβέρνηση της συμφοράς, του ψεύδους και της απάτης, έπεσε, άδοξα, χωρίς να την κλάψει κανείς, πλην των κυβερνητών και των παρατρεχάμενων.
Από την αρχή του Ιανουαρίου του 2015, με την επίσημη έναρξη της προεκλογικής περιόδου, ήταν φανερό ότι η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δεδομένη και θα είναι άνετη, αφού, όπως είπαμε, δεν υπάρχει ούτε ένα δημοσκοπικό δείγμα, το οποίο να αφήνει το ενδεχόμενο, να μην συμβεί κάτι τέτοιο και το οποίο, ενδεχόμενα, να αμφισβητεί την πρώτη θέση του ΣΥΡΙΖΑ και να επιτρέπει την διεκδίκηση της πρωτιάς, από την Νέα Δημοκρατία.
Πέρα από τις δημοσκοπήσεις και τα στοιχήματα, που ξεκίνησαν, αμέσως, μετά την προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών, έδειξαν, ευθύς εξ αρχής, την συντριπτική υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ, απέναντι στην Νέα Δημοκρατία, σε όλα τα επίπεδα. Ο παραπάνω πίνακας με τους, επί μέρους, στοιχηματισμούς, που αφορούν την έναρξη της προεκλογικής περιόδου, μέχρι σήμερα, δεν έχει διαφοροποιηθεί, σημαντικά και η όποια μικρή διαφοροποίησή του ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ, η πρωτιά του οποίου αποδίδει, κατά τι λιγότερο, από τον παρουσιαζόμενο πίνακα, γεγονός, που δείχνει ότι η πεποίθηση, για την άνετη νίκη του, έχει παγιωθεί, σχηματίζοντας και διευρύνοντας αυτό, που οι δημοσκόποι αποκαλούν "παράσταση νίκης", η οποία, μέχρι τώρα, σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις, δεν έχει διαψευσθεί και η οποία, με συντριπτική διαφορά, δείχνει ότι, στην κοινωνία έχει στερεοποιηθεί η πεποίθηση ότι, ούτως, ή άλλως, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ο νικητής.
Τελικά, αυτό, που μένει εκκρεμές, ως άξιο λόγου ερώτημα, στις παρούσες βουλευτικές εκλογές, είναι το εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα κατακτήσει - εκτός από την πρωτιά - και την αυτοδυναμία. Δηλαδή, εάν θα κερδίσει, με την προσθήκη του bonus των επιπρόσθετων εδρών, που ο εκλογικός νόμος χαρίζει, στο πρώτο κόμμα, την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η οποία επιτυγχάνεται, με την εκλογή, τουλάχιστον, 151 βουλευτών. Αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα και το ουσιώδες ερώτημα των τωρινών βουλευτικών εκλογών και το οποίο θα απαντηθεί το βράδυ της 25ης Ιανουαρίου.
Όσον αφορά, τα ποσοστά των κομμάτων, μια πρώτη εκτίμηση έχω, ήδη, κάνει, σε προηγούμενο δημοσίευμα, σε αυτό, εδώ, το μπλογκ, στις 9 Ιανουαρίου [δείτε το :
Από την Ιρλανδία του 2011, στην Ελλάδα του 2015 : Το δικαίωμα της, κατά βούληση, κοπής χρήματος (ευρώ), από τις εθνικές Κεντρικές Τράπεζες των χωρών της ευρωζώνης και η αποδοχή του από την Ε.Κ.Τ. (Ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν σχηματίσει κυβέρνηση, ας ετοιμάζεται να θέσει, σε πλήρη λειτουργία, τα εκτυπωτικά μηχανήματα, για την κοπή μαζικών ποσοτήτων ευρώ. Αλλιώς)... ].
Το περιεχόμενο αυτής της εκτίμησης δεν έχει αλλάξει, αυτές τις ημέρες, που πέρασαν, από τότε, αν και οι δημοσκοπήσεις άλλα δείχνουν, τουλάχιστον, ως προς το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας, στο οποίο αξίζει να σταθούμε, είτε δεχθούμε αυτό, που προκύπτει από την εικαζόμενη δυναμική του, έτσι όπως αυτή φαίνεται, από τις εκτιμήσεις των δημοσκόπων, είτε δεχθούμε ότι θα φθάσει, στα επίπεδα, που εκτιμώ εγώ και τα οποία πιστεύω ότι, δύσκολα, θα ξεπεράσουν το 25% των ψήφων του εκλογικού σώματος της ερχόμενης Κυριακής.
Ο Αντώνης Σαμαράς και το "ανοιξιάτικο" επιτελείο του, γνωρίζουν την δεινή θέση, στην οποία έχει περιέλθει το κόμμα τους. Γνωρίζουν ότι βρίσκονται, πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, αλλά ελπίζουν ότι μπορούν να περιορίσουν την ζημιά και να καταστήσουν την ήττα διαχειρίσιμη. Κάποιοι από αυτούς, ίσως και να ελπίζουν ότι μπορεί να επιτευχθεί και η ολική ανατροπή, όπως λέει και το εικονιζόμενο, παραπάνω, δημοσίευμα του "ΝΕΟΔΗΜΟΚΡΑΤΗ" - αν και μόνον, αιθεροβάμονες μπορούν να έχουν μια τέτοια ελπίδα. Η πραγματικότητα, όμως, είναι σκληρή και υπό κανονικές συνθήκες, το κλίμα των εκλογών αυτών δεν αλλάζει.
Η Νέα Δημοκρατία θα ηττηθεί.
Η μόνη ελπίδα και επιδίωξη του Αντώνη Σαμαρά είναι ο περιορισμός, όσο το δυνατόν περισσότερο, της απόστασης της Νέας Δημοκρατίας, από τον προπορευόμενο ΣΥΡΙΖΑ και η, πάση θυσία, αποφυγή της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας του κόμματος του Αλέξη Τσίπρα, με στόχο τον μετεκλογικό εγκλωβισμό του, είτε, σε ένα βραχύβιο και θνησιγενές κυβερνητικό σχήμα, το οποίο θα καταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση συνεργασίας, την οποία θα σχηματίσει, μια σύντομη "αριστερή παρένθεση", η οποία θα ακολουθηθεί, από κυβερνητικά σχήματα, στα οποία θα κυριαρχεί η Νέα Δημοκρατία, είτε, σε κυβερνητικό αδιέξοδο, με αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης και νέες βουλευτικές εκλογές, τις οποίες το επιτελείο του Αντώνη Σαμαρά θεωρεί ότι μπορεί να τις κερδίσει το κόμμα της συντηρητικής παράταξης και να σχηματίσει δική του κυβέρνηση, με συμμαχίες.
Το γιατί ο Αντώνης Σαμαράς και οι νεοδημοκράτες πιστεύουν ότι μπορούν να κερδίσουν τις πιθανές νέες βουλευτικές εκλογές, εάν δεν σχηματισθεί κυβέρνηση, από τις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής, είναι απορίας άξιον, αφού η δυναμική των πολιτικών πραγμάτων θα έχει αλλάξει φορά και στρατόπεδο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι, έστω και χωρίς αυτοδυναμία, ουσιαστικά, κυρίαρχος στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό και ως πρώτο κόμμα θα έχει τον πρώτο λόγο, στην δεύτερη αναμέτρηση. Η Νέα Δημοκρατία και ο Αντώνης Σαμαράς θα υποστούν την μοίρα τους, σε τυχούσες δεύτερες βουλευτικές εκλογές.
Και η μοίρα αυτή είναι η μοίρα του ηττημένου, με, ακόμη περισσότερο διευρυμένη απόσταση, από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, άλλωστε, μπορεί, σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας, να σχηματίσει μια βραχύβια κυβέρνηση, η οποία θα οδηγήσει την χώρα, σε νέες βουλευτικές εκλογές, μέσα στην άνοιξη, ή το καλοκαίρι, έχοντας τον κρατικό μηχανισμό, στα χέρια του και όλες τις δυνατότητες επηρεασμού της ελληνικής κοινωνίας, μέσα από την κρατική και την κυβερνητική δραστηριότητα.
Ο Αντώνης Σαμαράς, βέβαια, μπορεί να έχει τις αυταπάτες του και να ελπίζει, σε ό,τι θέλει και ότι τον συμφέρει. Μπορεί να "κλέβει", μάλιστα, από τους πρώην συνεταίρους του, κανιβαλίζοντας το σώμα του ψυχομαχούντος ΠΑΣΟΚ, την πρώην καλλονή Άντζελα Γκερέκου, για να αποσπάσει μια χούφτα ψήφους, αλλά ό,τι και να κάνει, θα βρεθεί πίσω, από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Βέβαια, ουδείς μπορεί να απαγορεύσει, σε αυτόν, που έχει ανάγκη, να ελπίζει, ακόμη και σε ένα θαύμα. Προφανώς, θαύμα δεν πρόκειται να γίνει, αλλά η αλήθεια είναι ότι κάποια πράγματα μπορεί να τα επιτύχει ο Αντώνης Σαμαράς. Μπορεί να επιτύχει, δηλαδή, να ανακόψει την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, προς την απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και αυτός είναι ένας ρεαλιστικός στόχος, με την βοήθεια του εκλογικού νόμου, ακόμη και εάν η απόσταση της Νέας Δημοκρατίας, από τον ΣΥΡΙΖΑ φθάσει και στις 10 ποσοστιαίες μονάδες, εάν όλα τα μικρά κόμματα, που συμμετέχουν, στις εκλογές αυτές (και τώρα, βρίσκονται, γύρω από το όριο του 3% των ψήφων, το οποίο είναι απαραίτητο, για να εισέλθουν, στην βουλή), τελικά, εισέλθουν, στην επόμενη βουλή, έχοντας συγκεντρώσει, αθροιστικά, ένα μεγάλο ποσοστό (10%, ή 12%, ή 15%).
Επίσης, ο Αντώνης Σαμαράς μπορεί να καταφέρει να κάνει διαχειρίσιμη την ήττα της Νέας Δημοκρατίας, περιορίζοντας την απόσταση του κόμματός του, από τον ΣΥΡΙΖΑ, σε επίπεδα τέτοια, που να του επιτρέπουν την πολιτική επιβίωση του ιδίου και της ομάδας του. Αυτό μπορεί να είναι περισσότερο δύσκολο, από την αποφυγή της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί, αν και οι ιδιορρυθμίες του εκλογικού νόμου είναι τέτοιες, που μια μικρής έκτασης ήττα της Νέας Δημοκρατίας μπορεί, κάλλιστα, να συνδυασθεί και με την επίτευξη μιας κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Βέβαια, δεν είναι, μόνο, το ζήτημα της μετεκλογικής πολιτικής επιβίωσής του, που απασχολεί τον Αντώνη Σαμαρά. Είναι και ο πιθανός ορυμαγδός, από τις δικαστικές εκκρεμότητες, που θα προκύψουν, όταν η, όποιας συνθέσεως, πιθανή αυριανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα στείλει, για ποινική διερεύνηση, μια μακρά σειρά, από δύσοσμες υποθέσεις, που αφορούν τον ίδιο τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας και υπηρεσιακό, πλέον, πρωθυπουργό, όπως, επίσης και τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου της περιόδου 2012 - 2014.
Ο Αντώνης Σαμαράς και όλοι αυτοί χρειάζονται αναχώματα και ασπίδες προστασίας, απέναντι, σε τέτοιες εξελίξεις και φυσικά, η υλοποίηση όλων των, παραπάνω, επιδιωκόμενων στόχων του νεοδημοκρατικού εκλογικού επιτελείου, που συνθέτουν το σενάριο της μικρής και διαχειρίσιμης ήττας, που θα συνδυάζεται, με την αποφυγή της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ, θα είναι, απολύτως, διευκολυντική.
Όμως, πέρα από όλα αυτά, εκείνο, που έχει μια πολύ σημαντική πολιτική σημασία, είναι άλλο. Αυτό το άλλο έχει να κάνει, με μια εξέλιξη, την οποία είναι αλήθεια ότι δεν περίμενα.
Αυτή η εξέλιξη αφορά το ποσοστό των ψήφων, που φαίνεται να κατευθύνεται, στην Νέα Δημοκρατία και το οποίο εμφανίζει, μια αξιοπρόσεκτη ανθεκτικότητα. Και αυτή η ανθεκτικότητα γίνεται, ακόμη, σημαντικότερη, εάν συγκριθεί, με την ταχεία κατάρρευση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, μέσα σε κάτι λίγο παραπάνω, από δύο χρόνια, από την ελληνική χρεωκοπία (Απρίλιος 2010 - Ιούνιος 2012) κατέρρευσε εκλογικά, από το 43,9%, στο 12,3%, για να κατρακυλίσει, τώρα, σε ποσοστά, τα οποία θα είναι αξιοσημείωτα, εάν φθάσουν και ξεπεράσουν το 4%, με δεδομένο το ότι δεν είναι, καθόλου, βέβαιη η παρουσία του, στην επόμενη βουλή.
Πεποίθησή μου ήταν, μέχρι πρόσφατα, ότι η Νέα Δημοκρατία θα ακολουθούσε, με διαφορά χρονικής φάσης, το ΠΑΣΟΚ και ότι, μετά την ακραιφνή μνημονιακή μεταστροφή του Αντώνη Σαμαρά, τα ποσοστά της. από το 29,66% των βουλευτικών εκλογών της 17/6/2012, θα κατέρρεαν, με δεδομένο το σχετικό δείγμα, που είχε καταγραφεί, στις βουλευτικές εκλογές της 6/5/2012, οπότε τα ποσοστά της ναυαρχίδας της συντηρητικής παράταξης είχαν κατρακυλίσει, στα πρωτοφανή επίπεδα του 18,9%.
Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα, σε σχέση, με την εκλογική επιρροή της Νέας Δημοκρατίας δεν εξελίσσονται, σε αυτή την κατεύθυνση, που υπολόγιζα.
Η Νέα Δημοκρατία εμφανίζει πολύ σημαντικές αντοχές, γεγονός το οποίο φάνηκε και στις ευρωεκλογές της 25/5/2014, στις οποίες το ποσοστό του κόμματος του Αντώνη Σαμαρά, παρά την χαλαρότητα της ψήφου, που, παραδοσιακά, υπάρχει, στις εκλογές, για την ευρωβουλή, έφθασε, στο 22,7%.
Έτσι, όπως φαίνεται και από τις δημοσκοπήσεις, η Νέα Δημοκρατία, παρά την λαίλαπα των μέτρων λιτότητας, την εκτόξευση της ανεργίας, στα επίπεδα του 27% και την καταβαράθρωση της εντόπιας παραγωγής και του εθνικού εισοδήματος, κατά τα τελευταία δυόμισυ χρόνια, πάνω από 20%, αντέχει και βρίσκει ένα εκλογικό ακροατήριο, το μέγεθος του οποίου, προφανώς, είναι συρρικνωμένο, σε σχέση, με τα επίπεδα, ακόμη και των βουλευτικών εκλογών της 4/10/2009, αλλά κρατάει σημαντικές δυνάμεις, οι οποίες, σύμφωνα, με τις δικές μου εκτιμήσεις, δύσκολα, θα ξεπεράσουν το 25%, πλην όμως, δεν μπορούν, ως προς το μέγεθός τους, να αγνοηθούν.
Πολύ περισσότερο, που οι εταιρείες δημοσκοπήσεων φθάνουν να δίνουν, στο κόμμα της συντηρητικής παράταξης, ακόμη και ποσοστά, τα οποία ξεπερνούν το επίπεδο του 29,66%, που είχε λάβει, στις προηγούμενες εκλογές και το οποίο το εκλογικό επιτελείο του Αντώνη Σαμαρά πασχίζει να ανεβάσει όσο περισσότερο μπορεί επιστρατεύοντας κάθε τεχνική και κάθε πρόσωπο (σαν την Νόνη Δούνια, το ωραίο μοντέλο της δεκαετίας του 1990, η οποία, παραπάνω, εικονίζεται, σε επαγγελματική φωτογράφηση εκείνης της εποχής), που θα μπορούσε να κατευθύνει, προς την Νέα Δημοκρατία, την ψήφο οποιωνδήποτε ειδικών κοινών, τα οποία θα μπορούσαν να προσελκυσθούν.
Ο λόγος, που η Νέα Δημοκρατία δεν κονιορτοποιήθηκε, από την λαίλαπα της κρίσης εντοπίζεται, στην ανθεκτικότητα των συντηρητικών στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Και για να είμαστε αντικειμενικοί, σε κάθε κοινωνία, τα συντηρητικά στρώματα του πληθυσμού είναι, πάντοτε ανθεκτικά, αφού η ανθεκτικότητα και η υπεράσπιση του υπάρχοντος, αποτελούν φαινόμενα, τα οποία είναι εγγεγραμμένα, μέσα στην ιδιοσυστασία των συντηρητικών ανθρώπων και των συντηρητικών πολιτικών και κοινωνικών χώρων.
Για τον λόγο αυτόν, η πολιτική και η κοινωνική βάση της Νέας Δημοκρατίας υπήρξε και είναι πολύ περισσότερο ανθεκτική, από την αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ, το οποίο, ως κοινωνικός, πολιτικός και κομματικός χώρος, συνετρίβη και κυριολεκτικά, κονιορτοποιήθηκε, σε αντίθεση, με την Νέα Δημοκρατία, η οποία, παρά τα βαρύτατα πλήγματα, που εδέχθη, κατάφερε να εμφανίσει έναν ευάριθμο σκληρό πυρήνα κοινωνικής βάσης, ο οποίος αποδείχτηκε ανθεκτικός.
Αλλά, εκτός από το κομμάτι εκείνο της παραδοσιακής συντηρητικής βάσης της ελληνικής δεξιάς, που έμεινε προσκολλημένο, στο παραδοσιακό κόμμα της συντηρητικής παράταξης, η αλήθεια είναι ότι ένα μέρος από τις πολύ σημαντικές απώλειες, που υπέστη η Νέα Δημοκρατία, κατά την τελευταία τετραετία, αναπληρώθηκε, από τους αυτοαποκαλούμενους "ευρωπαϊστές" ψηφοφόρους άλλων πολιτικών χώρων του κέντρου και της αριστεράς, οι οποίοι, με την λογική της "προστασίας της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας", στρέφονται, προς την Νέα Δημοκρατία, επειδή αυτή η "ευρωπαϊκή προοπτική" κινδυνεύει, από τον ΣΥΡΙΖΑ, η πολιτική του οποίου οδηγεί, στην έξοδο από την ευρωζώνη και στην επιστροφή, στην δραχμή.
Η αλήθεια είναι ότι οι "ευρωπαϊστές" όλων των πολιτικών χώρων, με τις απρόσμενες, για τους ίδιους, εξελίξεις της τελευταίας πενταετίας, που σηματοδοτούν την έμπρακτη κατάρρευση του μύθου του "υπαρκτού ευρωπαϊσμού", ο οποίος οδηγείται, στο να έχει την κακή τύχη του αλήστου μνήμης "υπαρκτού σοσιαλισμού", έχουν πάθει την πλάκα τους. Αναλογιζόμενοι την ρεαλιστική πιθανότητα η διακυβέρνηση της χώρας, από τον ΣΥΡΙΖΑ, να οδηγήσει την Ελλάδα, εκτός ευρωζώνης, οι "ευρωπαϊστές" της δεξιάς, του κέντρου και της αριστεράς οδηγούνται, σε παραλογισμούς και σε αρρωστημένες πολιτικές φαντασιώσεις, που ταυτίζουν οποιαδήποτε πιθανή συμφωνία μιας αυριανής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, με τους ευρωζωνίτες, για έξοδο της Ελλάδας, από την ευρωζώνη και την επιστροφή της, στην δραχμή, με την πραγματοποίηση πραξικοπήματος!
Ένας παλιός γνωστός μου, από τα φοιτητητικά χρόνια, ο, τότε, πασπίτης συνδικαλιστής Γιάννης Τσαμουργκέλης, με άρθρο του ( Πραξικόπημα κατά της δημοκρατίας η έξοδος από το ευρώ ), χαρακτήρισε, ως πραξικόπημα, μια αυριανή συμφωνία, για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, για να πει, κιόλας, ότι οι πολίτες δικαιούνται να υπερασπίσουν το ... Σύνταγμα (!), εννοώντας, φυσικά, ότι μια τέτοια συμφωνία αποτελεί συνταγματική εκτροπή!
Ας "απολαύσουμε" το κείμενο του άρθρου αυτού και τον πανικό του αρθρογράφου κ. Γιάννη Τσαμουργκέλη, ο οποίος, τότε, τον παλιό εκείνο τον καιρό, άλλα μας έλεγε - και είχε δίκιο, τότε, που τα έλεγε και φυσικά, έχει άδικο, τώρα, που λέει τα, εντελώς, αντίθετα, από αυτά, που έλεγε, τότε :
"Το κόστος της εξόδου από το ευρώ για την οικονομία είναι ήδη αυταπόδεικτα τεράστιο και μόνο από τις συνέπειες των υπονοιών. Πολύ περισσότερο για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που θα βιώσουν την απόλυτη κατάπτωση έως και διάλυση του παραγωγικού και βιοτικού τους επιπέδου. Ωστόσο, μια έξοδος από το ευρώ έχει και τεράστιες πολιτικές συνέπειες με διαστάσεις καθεστωτικής παρέμβασης.
Η αλλαγή του νομίσματος μιας χώρας δεν είναι ένα απλό τεχνικό ζήτημα. Το νόμισμα είναι η βασική συνιστώσα της διασύνδεσης τη χώρας με τις άλλες χώρες. Στις εμπορικές συναλλαγές, στην συγκριτική αποτίμηση της αξίας αγαθών και υπηρεσιών. Συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια για την διεθνική συνολοκλήρωση της οικονομίας, ανά κλάδο και ειδικότητα. Στην επαφή των επιχειρήσεων με προμηθευτές και δίκτυα πωλήσεων στις διεθνείς αγορές. Στην παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων και των καινοτομιών. Στην εκπαιδευτική ή επαγγελματική συνέχεια αυτών που επιθυμούν να μεταναστεύσουν. Στην ελκυστικότητα προς ξένους εργαζόμενους. Στην ευκολία της πρόσβασης και ανταλλαγής τουριστικών ρευμάτων. Στην ειρηνική συνύπαρξη μέσα από το σεβασμό των εμπορικών και οικονομικών εταίρων. Στην σύζευξη των πολισμών κάτω από ενιαίες αρχές. Το νόμισμα είναι το διεθνικό πρόσωπο και το διαβατήριο του οικονομικού και κοινωνικού πολιτισμού της κάθε χώρας.
Το ευρώ είναι η νομισματική απεικόνιση της πολιτικής απόφασης της ειρηνικής συνύπαρξης των ευρωπαϊκών χωρών μετά από 2 παγκόσμιους πολέμους και δεκάδες διακρατικές διαμάχες. Μιας συνύπαρξης κάτω από κοινές αρχές και αξίες που εκκινούν από το διαφωτισμό, το σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα, στην ελευθερία των ιδεών και της έκφρασης, τη διασφάλιση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και την ελευθερία του επιχειρείν. Αρχές και αξίες που ειδικά στην Ευρώπη, έχουν επηρεαστεί καταλυτικά από τις έννοιες της κοινωνικής αλληλεγγύης, του κοινωνικού κράτους και των ίσων ευκαιριών, ενώ έχουν σφυρηλατήσει ένα αναβαθμισμένο επίπεδο δημοκρατικής διεθνικής συνύπαρξης σε δύσκολες συγκυρίες, όπως αυτή της πρόσφατης κρίσης. Η χρήση του ευρώ διασφαλίζει την ευρωπαϊκή πολιτισμική προοπτική, τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την οικονομική ελευθερία, τη διεθνοποίηση της χώρας και την τοποθέτηση της ανάμεσα στην ομάδα των αναπτυγμένων ως μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού δικαίου. Το ευρώ είναι μια κατάκτηση και μια παρακαταθήκη. Ένα δικαίωμα των μελλοντικών γενιών που ΚΑΝΕΝΑΣ δεν έχει το δικαίωμα να τους αποστερήσει. Ακόμα περισσότερο εάν η αμφισβήτηση του είναι αποτέλεσμα πολιτικής αβελτηρίας ή ιδεολογικής αγκύλωσης μη εγκριμένης από την πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Ο οποιοσδήποτε έχει κάθε δικαίωμα να διεκδικήσει το δικό του μέλλον στο δημοκρατικό καθεστώς και το πλαίσιο οικονομικής ελευθερίας που αντιπροσωπεύει και εγγυάται η συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολύ δε περισσότερο, ο καθένας έχει το δικαίωμα να προσπαθήσει να αλλάξει την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όμως κανείς δεν έχει το δικαίωμα να εγείρει έμμεσα ή άμεσα αμφισβήτηση για αυτή την Ευρωπαϊκή συνέχεια της χώρας μέσα από τα αποτελέσματα μιας κοινής εκλογικής διαδικασίας -όσο κρίσιμη και εάν είναι αυτή- και να τη μεταθέσει σε μια περιφερειακή και απομονωμένη «τύπου δημοκρατία», με αμφισβητούμενες αρχές και κανόνες δικαίου. Θα είναι ανοικτό πραξικόπημα κατά της δημοκρατίας και του συντάγματος που θα προκαλέσει την ευθύνη των πολιτών για την υπεράσπιση τους.
Το τετελεσμένο (τυχαίο ή μη), της εφαρμογής των προθέσεων των υποκρυπτόμενων (ή φιλοξενούμενων), εραστών της δραχμής που από καιρό υποσκάπτουν σταθερά τη συμμετοχή μας στο ευρώ, θα ισοδυναμεί με αναπόφευκτη σύγκρουση για την υπεράσπιση της δημοκρατίας".
Εννοείται, βέβαια, ότι όλα αυτά, όταν λέγονται, από τον παλαιό πασπίτη Γιάννη Τσαμουργκέλη, προξενούν, θυμηδία, σε όσους τον γνωρίζουν, από εκείνη την εποχή της δεκαετίας του 1980.
Τελικά, ένα όχι ασήμαντο κομμάτι των "ευρωπαϊστών" νέας και παλαιάς κοπής, όλου αυτού του συρφετού των οπαδών του "υπαρκτού ευρωπαϊσμού" οδηγείται, βαδίζοντας, προς τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου, στο να βγάλει το συμπέρασμα ότι πρέπει να ψηφίσει την Νέα Δημοκρατία του Αντώνη Σαμαρά, ως μόνο σοβαρό ανάχωμα, για την απόκρουση της επέλασης του επίφοβου ΣΥΡΙΖΑ, προς την κυβερνητική εξουσία.
Αυτή είναι και η ελπίδα του Αντώνη Σαμαρά, για να μείνει, μέσα στο πολιτικό παιχνίδι και μετά τις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής. Σε αυτό το τμήμα των ψηφοφόρων είναι, που ελπίζει και θα επιδιώξει νέα προσφυγή, στις κάλπες, εάν οι πολιτικοί συσχετισμοί, που θα διαμορφωθούν, μετεκλογικά, του το επιτρέψουν.
Παρά τα όσα λέγονται, με τα οποία επιδιώκεται να τεκμηριωθεί ότι η προεκλογική εκστρατεία του Αντώνη Σαμαρά έχει πάρει λάθος δρόμο, με αποτέλεσμα να δυσκολεύει την Νέα Δημοκρατία, στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει την επέλαση του ΣΥΡΙΖΑ, η αλήθεια είναι ότι, με δεδομένες τις συνθήκες, μέσα στις οποίες γίνεται η εκλογική μάχη, η εκλογική τακτική του επιτελείου του Αντώνη Σαμαρά είναι και ορθή και ενδεδειγμένη και αποδοτική.
Η προεκλογική ατζέντα του Αντώνη Σαμαρά δεν είναι, μόνον, ακροδεξιά, όπως, συνήθως, λέγεται. Προφανώς, η ατζέντα αυτή απευθύνεται, στην δεξιά και στην ακροδεξιά, στον βαθμό, που οι εκλογικές απώλειες της Νέας Δημοκρατίας προέρχονται από τα δεξιά της, με αποδέκτες την Χρυσή Αυγή των νεοναζιστών του Νίκου Μιχαλολιάκου, τους Ανεξάρτητους Έλληνες των δεξιών πατριωτών του Πάνου Καμμένου και εσχάτως, τον ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη, που ελκύει ένα ιδιότυπο μικρό, αλλά αξιοπρόσεκτο, από άποψη μεγέθους, κοινό ακροδεξιών συντηρητικών. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, αφού η μείωση της απόστασης, που χωρίζει την Νέα Δημοκρατία, από τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να επιτευχθεί, χωρίς την δραστική συρρίκνωση των εκλογικών ακροατηρίων αυτών των πολιτικών σχηματισμών.
Όμως, η εκλογική τακτική του επιτελείου της Νέας Δημοκρατίας δεν εξαντλείται, στον χώρο της ακροδεξιάς. Έχει διεμβολίσει και τον χώρο των κεντρώων και των κεντροαριστερών οπαδών του "υπαρκτού ευρωπαϊσμού", μέσα από την καλλιέργεια του φόβου, για την έξοδο της Ελλάδας, από την ευρωζώνη και την επιστροφή, στην δραχμή. Με δεδομένο, μάλιστα ότι ο φόβος αυτός δεν είναι εικονικός, αλλά έχει πραγματική βάση και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πιθανό να οδηγηθεί, εκ των πραγμάτων, να βγάλει την χώρα, από την ευρωζώνη και να επαναφέρει το παλαιό εθνικό νόμισμα, η Νέα Δημοκρατία ελπίζει ότι θα μπορέσει να προσελκύσει ένα μέρος, από αυτόν τον χώρο, ο οποίος ευρίσκεται, σε πλήρη σύγχυση και σε μια ανεξέλεγκτη διαλυτική περιδίνηση.
Έτσι, η προσωπική μου γνώμη είναι ότι η προεκλογική τακτική του επιτελείου του Αντώνη Σαμαρά δεν είναι εσφαλμένη. Είναι ορθή και απευθύνεται εκεί, που μπορεί να απευθυνθεί, κρατώντας τις ισορροπίες, ανάμεσα, στην άμεση και επιτακτική ανάγκη της προσέλκυσης ψήφων, από τα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας και στην αντίστοιχη προσέλκυση των ψήφων του αποκαλούμενου "ευρωπαϊστικού" χώρου, όπου, όσο περνούν οι ημέρες και ο προεκλογικός αγώνας φθάνει, στο τέρμα του, μια μάζα ψηφοφόρων, που κινείται, σε αυτόν, συνειδητοποιεί ότι η Νέα Δημοκρατία αποτελεί, για την σύνθεση, τους στόχους και τους φόβους των μελών αυτού του συνόλου, μια επιλογή, η οποία μπορεί να είναι μη επιθυμητή, αλλά, παρ' όλ' αυτά, καθίσταται αναγκαία.
Όσον αφορά τα αποτελέσματα αυτού του εκλογικού σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας, οι μετρήσεις των δημοσκοπικών εταιρειών δείχνουν ότι φέρνει αποτελέσματα, τα οποία καταμετρώνται, με την άνοδο των ποσοστών της παραδοσιακής κομματικής ναυαρχίδας της συντηρητικής παράταξης, σε σχέση με τις ευρωεκλογές της 25/5/2014, αλλά και σε σχέση, με τις βουλευτικές εκλογές της 17/6/2012, όπως δείχνουν κάποιες, από αυτές τις δημοσκοπήσεις, οι οποίες δεν είναι και λίγες.
Απέναντι, σε αυτές τις δημοσκοπήσεις, προφανώς, είμαι δύσπιστος, διότι γνωρίζω, πολύ καλά, ότι αποτελούν, ανάμεσα στα άλλα και εργαλεία επηρεασμού του εκλογικού σώματος, αλλά δεν μπορώ να αγνοήσω την τάση, που καταγράφουν.
Αυτό, που μένει, βέβαια, είναι η τελική επιβεβαίωση και η διαπίστωση του μεγέθους αυτής της τάσης, που φαίνεται να υπάρχει, σε αυτούς τους χώρους του εκλογικού σώματος, στους οποίους απευθύνεται η Νέα Δημοκρατία. Αλλά αυτή η επιβεβαίωση και αυτή η διαπίστωση θα γίνει το βράδυ των εκλογών της Κυριακής.
Έτσι, η Νέα Δημοκρατία εμφανίζεται να έχει κοινωνικές και πολιτικές αντοχές, οι οποίες δεν μπορούν να αγνοηθούν. Αυτές τις αντοχές είναι που προσπαθούν να διευρύνουν, στο έπακρο και όσο μπορούν περισσότερο, ο Αντώνης Σαμαράς και το επιτελείο του. Και θα συνεχίσουν να το κάνουν, μέχρι την ημέρα των εκλογών, αλλά και μετά από αυτές.
Αλλά το τί θα γίνει μετά, από τις ερχόμενες εκλογές, είναι κάτι, που έπεται. Στην παρούσα φάση, αυτό, που πρέπει να κάνουμε, είναι να απολαύσουμε την εκλογική σφαλιάρα και τον καταποντισμό, που θα εισπράξουν τα κόμματα του απερχόμενου κυβερνητικού συνασπισμού.
Και η σφαλιάρα, αυτή, που έρχεται, θα είναι ηχηρή. Μα πάρα πολύ ηχηρή.
Ηχηρότατη...
Πάνω σε ποιά νομιμοποιητική βάση στέκεται και αυθαιρετολογεί, ασύστολα, αντί να πράξει το ελάχιστο, που οφείλει και να ζητήσει συγγνώμη, από τον πληθυσμό της χώρας, τον οποίο, βαρύτατα, έβλαψαν, με τα ολέθρια έργα τους οι "ευρωπαϊστές";
Έχουν, άραγε, αντιληφθεί ο ίδιος και οι λοιποί "ευρωπαϊστές" του γλυκού νερού, το απλούστατο γεγονός ότι δεν φροντίσαν να πράξουν αυτό, που – εάν διεκατέχοντο από ένα μίνιμουμ δημοκρατικής ευαισθησίας, την οποία, δυστυχώς, δεν επέδειξαν – είχαν στοιχειώδη υποχρέωση να πράξουν και το οποίο ήταν το να διοργανώσουν μια ευρεία και άνετη συζήτηση, τότε, που έπρεπε και να προκηρύξουν, στην συνέχεια, δημοψήφισμα, για το εάν έπρεπε, ή δεν έπρεπε, να ενταχθεί η χώρα μας, στην ευρωζώνη;
Προφανώς, ο κ. Τσαμουργκέλης και οι άλλοι "ευρωπαϊστές", δεν έχουν αντιληφθεί αυτό το βαρύτατο και εγκληματικό τους ατόπημα, για το οποίο η εντόπια ελίτ οφείλει να δώσει εξηγήσεις. Ή, το έχουν αντιληφθεί, αλλά, απλώς, κάνουν το κορόϊδο. Ως εκ τούτου, αδίκως, κουράζονται. Όλα όσα λένε, ως κύμβαλα αλαλάζοντα, μπορεί να βρίσκουν κάποια - όχι πολλά - ευήκοα ώτα, αλλά είναι, άνευ αντικειμένου.
Τον πληθυσμό, το εκλογικό σώμα της χώρας, ουδέποτε το ερωτήσαν, εάν συμφωνεί, ή όχι, με τα πεπραγμένα τους, σχετικά, με την ευρωζώνη – ίσως, επειδή, για την ελιτιστική τους αντίληψη, ο λαός είναι βλαξ – ή, έστω, αμαθής - και δεν πρέπει να ερωτάται. Ως εκ τούτου, λοιπόν, καλό και χρήσιμο είναι να μην κουράζονται να διδάσκουν και να αποφθεγματολογούν, για το τί πρέπει και το τί δεν πρέπει οι άλλοι να πράξουν.
Φρόνιμο, γι΄αυτούς, είναι να διδαχθούν, από τα πελώρια και τραγικά λάθη τους.
Αν μπορούν. (Που δεν μπορούν, ή, πολύ δύσκολα, μπορούν, αφού η κυρίαρχη ιδεολογία του "υπαρκτού ευρωπαϊσμού", τους έχει γεμίσει το κεφάλι, με απίστευτες ποσότητες, από κενολογήματα, τα οποία αξίζουν, όσο και τα σκατά)…
Το αστείο είναι ότι ο κ. Τσαμουργκέλης έχει πολύ περίεργους συλλογισμούς, για το τί είναι πραξικόπημα. Αλλά, τέτοιος ήταν, πάντα. Ό,τι δεν του άρεσε, ήταν κακό. Τώρα, θα αλλάξει;
Και όσον αφορά το παρελθόν, όπως είδε και με γουρλωμένα μάτια, διαπίστωσε, αυτό εκδικείται. Παίρνει την ρεβάνς. Και την παίρνει αυτή την ρεβάνς πλήρως και σε όλες της, τις διαστάσεις. Χωρίς εκπτώσεις. Γιατί αυτό, που αποκαλούμε και προσδιορίζουμε, ως "τώρα", δεν προέκυψε, από το κενό - όπως αρέσει στον κ. Τσαμουργκέλη να πιστεύει. Προέκυψε και από όσα έπραξαν, όλα αυτά τα χρόνια, ο ίδιος και η λοιπή "ευρωπαϊστική" κομπανία, που όλοι μαζύ, οδήγησαν την χώρα, στον γκρεμό.
Ως εκ τούτου, όσο και να θέλουν αυτός και οι όμοιοί του, να το ξορκίζουν, αυτό το παρελθόν, ακριβώς επειδή είναι τμήμα του παρόντος, θα κυνηγάει και τον ίδιο τον κ. Τσαμουργκέλη, για να του θυμίζει το τί ήταν και το τί πρέσβευε. Όπως και να θυμίζει, σε πολλούς από τους, στρατηγικά, αφελείς "ευρωπαϊστές" μας το τί ήσαν και το πού, πως και πόσο κατέπεσαν...
Έτσι, μαζύ, με την αναπόδραστη εγκατάλειψη της νεότητός του, ο κ. Τσαμουργκέλης εγκατέλειψε και τα όποια ιδεολογικά εργαλεία του εδιδάχθησαν. Στην συνέχεια, νόμισε ότι, εγκαταλείποντας την εθνικοαπελευθερωτική και αντινεοαποικιακή σοσιαλιστική ιδεολογία του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος, βρέθηκε στην σωστή πλευρά του ρου της Ιστορίας.
Αλλά, έχει ο καιρός γυρίσματα και τώρα, έντρομος βλέπει ότι, μάλλον, καβάλησε λάθος άλογο, αντιλαμβανόμενος ότι, τότε, είχε δίκιο και τώρα, άδικο. (Αυτό, βέβαια, δεν θα το ομολογήσει ποτέ).
Δεν πειράζει. Ας πρόσεχε...