Ελληνική οικονομία 2025 : Δραματική επιδείνωση όλων των μακροοικονομικών μεγεθών. Τεράστια πτώση των πραγματικών μισθών και του κόστους εργασίας, συνδυασμένα, με την αύξηση του δημόσιου χρέους, στα 417 δισεκ. €, του ιδιωτικού χρέους, στα 333,4 δισεκ. €, του εμπορικού ελλείμματος, στα 34,6 δισεκ. €, του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, στα 15,1 δισεκ. €, µε παραγωγικότητα της εργασίας, λόγω της διαδικασίας αποεπένδυσης, στο 45% του μέσου όρου της “E.E.” και υψηλά ολιγοπωλιακά κέρδη, στο 50,2%, που είναι πολύ υψηλότερα, από τον μέσο όρο της “E.E.”, ο οποίος φθάνει, στο 42%.
Με την κάκιστη κατάσταση, στην οποία βρίσκεται η ελληνική οικονομία, ασχολούμαι, στο σημερινό δημοσίευμα και το, παραπάνω, βίντεο, που γύρισα, προχθές, Δευτέρα 21 Απριλίου 2025, είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, σε αυτήν την προσπάθεια, και αξίζει το αναγνωστικό κοινό να το παρακολουθήσει, αφού είναι αναλυτικό και πλούσιο, ως προς την τεκμηρίωση και την παρουσίαση των κρίσιμων μακροοικονομικών στοιχείων, που τεκμηριώνουν τα επιχειρήματα, που προβάλλω. Και πετάγματος, η κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία, είναι, ανυπόφορα, άσχημη, γι’ αυτό και οι βαρύτατα, αρνητικές επιπτώσεις, στην εικόνα της κυβέρνησης, υποχρέωσε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να προβεί, αμέσως, μετά το Πάσχα, σε έκτακτες ανακοινώσεις παροχών (επιστροφή ενός μηνιαίου ενοικίου, κάθε Νοέμβριο, στους ενοικιαστές, και μια παροχή ενός έκτακτου δώρου, σε 1.500.000 συνταξιούχους, με εισοδηματικά κριτήρια, τα οποία θα καθοριστούν και θα ανακοινωθούν, ενώ το συνολικό κόστος των νέων μέτρων, που που ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε, μαζί με την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, κατά 500.000.000 ευρώ, φθάνει, στο 1,1 δισεκ. ευρώ, με ένα θηριώδες πρωτογενές πλεόνασμα, στον κρατικό προϋπολογισμό, ίσο, με 11,4 δισεκ. ευρώ και 4,8% του ΑΕΠ, φέρνοντας, σε αδιέξοδο την πραγματική οικονομία), προϊδεάζοντας, για την έναρξη μιας μακράς προεκλογικής εκστρατείας, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η δραματική πτώση των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας.
Και πράγματι, μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, το ωριαίο κόστος εργασίας, μετρημένο σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης, εξισώνοντας, δηλαδή τα επίπεδα των τιμών, που επικρατούν, σε κάθε χώρα, οδηγεί την Ελλάδα, όπως προκύπτει, από το, παραπάνω αρχικό σχήμα, στην τρίτη, από το τέλος, θέση, με 20,1 μονάδες, πάνω, μόλις, από την Λετονία, που έχει 19,6 μονάδες και την Βουλγαρία, με 19,1 μονάδες, με την τρέχουσα δυναμική των εξελίξεων να οδηγήσει, σε σύντομο χρονικό διάστημα, αυτές οι δύο χώρες να ξεπεράσουν την Ελλάδα και να την ρίξουν, στην τελευταία θέση της κατάταξης, στην οποία το ωριαίο μισθωτικό κόστος κυμαίνεται, από 19,1 μονάδες, στην Βουλγαρία, έως 40,7 μονάδες, στην Νορβηγία, με υπολογισμό βάσης τις τιμές του 2023, για την πραγματική κατανάλωση, κατ’ άτομο.
Το κόστος εργασίας αναφέρεται, στις δαπάνες που πληρώνουν οι εργοδότες, για την απασχόληση εργαζομένων και, συμπεριλαμβάνουν τα λεγόμενα μη μισθολογικά κόστη, τα οποία είναι, κυρίως, οι κοινωνικές εισφορές και οι φόροι, που πληρώνονται, με την απασχόληση.
Η αιτία της χαμηλής παραγωγικότητας της εργασίας οφείλεται, στο μεγάλο κενό των επενδύσεων, αφού η διαδικασία της αποεπένδυσης, στην ελληνική οικονομία, συνεχίζεται, όπως συμβαίνει, από την εποχή της ελληνικής χρεωκοπίας, τον Απρίλιο του 2010 και συνεχίζεται και φυσικά, θα συνεχίζει την πορεία της και στο ορατό μέλλον. Σε κάθε περίπτωση η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα, με βάση το ΑΕΠ ανά εργαζόμενο, αυξήθηκε ελάχιστα (από 38.800 σε 39.100 €) μεταξύ 2019 και 2023, με την Ελλάδα να τοποθετείται, στην προτελευταία θέση της “ΕΕ”, αφήνοντας πίσω της, μόνον, την Βουλγαρία. Μάλιστα, οι οικονομικοί δείκτες της Ελλάδας είναι, σε πολύ χειρότερη κατάσταση, σε σχέση με το 2010 διότι η ελληνική χρεωκοπία προέκυψε, με δημόσιο χρέος 299 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ σήμερα έχει υπερβεί τα 417 δισεκατομμύρια ευρώ, με πολύ υψηλότερο πραγματικό ΑΕΠ, το 2010, όταν ήταν αμελητέο το κόκκινο ιδιωτικό χρέος με υγιή ιδιωτικό τομέα, ενώ, σήμερα, υπερβαίνει τα 220 δισεκατομμύρια ευρώ, κλπ.
Η διαφορά, με το 2010, είναι οι μακροπρόθεσμες δόσεις του χρέους, με αντάλλαγμα την υποθήκευση των πάντων, υπό το αγγλικό δίκαιο και το ξεπούλημα της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας. Μάλιστα, τώρα, εξυπηρετούνται, μόλις, τα 310 δισεκατομμύρια ευρώ του δημοσίου χρέους, από τα 417 δισεκατομμύρια ευρώ, επειδή Με το τέταρτο κρυφό μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα τον Αύγουστο του 2018 η πληρωμή των 96 δισεκατομμυρίων ευρώ των δανείων του EFSF και οι τόκοι, που υπολογίζονται στα 25 δισεκατομμύρια ευρώ, θα αρχίσει μετά το 2032, οπότε θα κληθεί το ελληνικό Δημόσιο να εξυπηρετεί 120 δισεκατομμύρια ευρώ, παραπάνω.
Ομως, οι οικονομικοί δείκτες έχουν επιδεινωθεί, αφού το εμπορικό έλλειμμα, που, το 2019 ήταν 21,72 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2024 ανέβηκε, στο ύψος των στα 34,6 δισεκατομμυρίων ευρώ, ήτοι, στα επίπεδα του 2010, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που το 2019 ήταν στα 2,73 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2024 έχει πολλαπλασιασθεί, στα 15,1 δισεκατομμύρια ευρώ, γεγονότα, που προσδιορίζουν την μεγάλη πτώση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, την ίδια στιγμή, που το ιδιωτικό χρέος, από 333,4 δισεκατομμύρια το 2019, αυξήθηκε στα 372,9 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2023.
Από την άλλη πλευρά, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 του 4,8% του ΑΕΠ, των 11,4 δισεκατομμυρίων ευρώ οφείλεται, στην υπερφορολόγηση και μέσω του πληθωρισμού, όπως και στα τεκμήρια κερδοφορίας των ελευθέρων επαγγελματιών, προκειμένου, κυρίως, να πληρωθούν οι ευρωθεσμικοί δανειστές.
Για να γίνει κατανοητό, το τί συμβαίνει, πρέπει να τονίσω ότι το πραγματικό ελληνικό ΑΕΠ, το 2019, ήταν, στα 184,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ, το 2014, βρίσκεται, στα 201,5 δισεκατομμύρια ευρώ, με αποτέλεσμα, σε όλα αυτά τα χρόνια, που παρήλθαν, με τη σπατάλη, περίπου, 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, με δανεικά και με το Ταμείο Ανάκαμψης, το πραγματικό ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε, μόλις, κατά 17 δισεκατομμύρια ευρώ, κατά την τελευταία πενταετία, ενώ βρίσκεται, πολύ πίσω, από τα επίπεδα του 2010, που ήταν, στα 265 δισεκατομμύρια ευρώ, με έτος βάσης, το 2019.
Το πληθωρισμένο ονομαστικό ελληνικό ΑΕΠ, από 185,1 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2019, αυξήθηκε στα 237,5 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2024, ήτοι, κατά 52,4 δισεκατομμύρια ευρώ, συνολικά, ή κατά 36 δισεκατομμύρια ευρώ, μόνον, από τον πληθωρισμό και με δεδομένο ότι, οι φόροι του ελληνικού Δημοσίου έφθασαν, στο 28% του ΑΕΠ, μόνο, ο πληθωρισμός αύξησε το φορολογικό αποτέλεσμα, άνω των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ, ποσόν, το οποίο αποτελεί νέα φορολογική αφαίμαξη.
Τέλος, όσον αφορά τώρα τους μισθωτούς, λίγο πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, στις 31/5/2019, ο μέσος μισθός βρισκόταν, στα 1.217,37 ευρώ, ενώ, το 2024, έφτασε στα 1.342,10 ευρώ, με όπως προκύπτει , από την ΕΡΓΑΝΗ, δηλαδή έχει αυξηθεί κατά 10%, όταν ο πληθωρισμός αυξήθηκε, από τότε, κατά 20% γεγονός, που είναι, πραγματικά, αφοπλιστικός αφού δείχνει ότι ο πραγματικός μισθός έχει συρρικνωθεί, δραματικά, ενώ τα κέρδη των μεγάλων ολιγοπωλιακών επιχειρήσεων βρίσκονται, σε μεγάλη άνοδο.
Η χώρα δεν έφθασε, επομένως, τυχαία, στην τωρινή της κατάντια…
Σχόλια