14/3/1883-14/3/2025 : 142 χρόνια, μετά τον Karl Marx. Μια κριτική παρουσίαση των θέσεων του Γερμανού κοινωνιολόγου, οικονομολόγου, φιλόσοφου και πολιτικού γραφειοκράτη, για την πάλη των τάξεων και την “αταξική κοινωνία”, μέσα από τις επιστολές του, της 5-3-1852, προς τον Joseph Weydemeyer και της 30-7-1862, προς τον Friedrich Engels. (Ο λενινισμός και ο σταλινισμός, ως ολοκληρωτικά φαινόμενα, δεν είναι αυτοφυείς).
Δυσκολεύτηκα, αλλά, τελικά, αποφάσισα και σήμερα, δημοσιεύω το παρόν κείμενο, με την ευκαιρία των 142 χρονών, από τον θάνατο του Κarl Marx. Και φυσικά, δημοσιεύω, παράλληλα, και το αναλυτικότατο σημερινό βίντεο, που γύρισα και το οποίο είναι απαραίτητο να παρακολουθήσουν οι αναγνώστες. Και τα το παρόν κείμενο και το σημερινό βίντεο, αφορούν τις θέσεις του Κarl Marx, για την πάλη των τάξεων, την δικτατορία του προλεταριάτου και την αντικατάσταση της τελευταίας, από την αταξική κοινωνία, που, ιδιαίτερα οι δύο τελευταίες, αποδείχτηκαν άστοχες και ουδόλως, ρεαλιστικές, εξεταζόμενες, ως αναμενόμενες ιστορικές εξελίξεις, που οδηγούσαν - υποτίθεται, στην κοινωνική ισότητα και σε μη εξουσιαστικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης, δηλαδή, στην αντιεξουσιαστική κοινοκτημοσύνη.
Ο Karl Marx υπήρξε ένας αντιφατικός διανοούμενος και σκληροπυρηνικός πολιτικός γραφειοκράτης. Προς απόδειξη αυτού του ισχυρισμού παραθέτω δύο επιστολές του.
Η μια επιστολή είναι αυτή της 5/3/1852, προς τον Αμερικανό Joseph Weydemeyer, στην Νέα Υόρκη, όπου καταπιάνεται, με τις έννοιες και το περιεχόμενο της πάλης των τάξεων, την δικτατορία του προλεταριάτου και την αταξική κοινωνία, θεωρώντας ότι η δική του κοινωνιολογική και ιστορική του συνεισφορά αφορούν τις δυο τελευταίες έννοιες, δηλαδή της δικτατορίας του προλεταριάτου και της αταξικής κοινωνίας, που είναι διατυπωμένες, ως νόμοι της κίνησης της Ιστορίας.
Η δεύτερη επιστολή αφορά ένα απόσπασμα, από μια επιστολή, που έγραψε ο Karl Marx, 10 χρόνια, αργότερα, στον Friedrich Engels, στις 30/7/1862, όπου ελεεινολογεί τον Γερμανό σοσιαλιστή και συνδικαλιστή Ferdinand Lassale, χρησιμοποιώντας, ρατσιστική συμπεριφορά.
Ας δούμε και αυτά τα δύο κείμενα :
Το Γράμμα του Karl Marx, στον Jοseph Weydemeyer, στην Νέα Υόρκη.
(Πάλη των τάξεων και Δικτατορία του Προλεταριάτου).
«Λονδίνο, 5 Μαρτίου 1852.
Αγαπητέ μου Weymy [J. Weydemeyer],
Φοβάμαι ότι έγινε κάποια σύγχιση, γιατί having misunderstood the last letter (μη έχοντας καταλάβει το τελευταίο σου γράμμα), ανέγραψα, στα δυο μου τελευταία γράμματα, μιαν ανακριβή διεύθυνση : «Office of the Revolution, 7, Chamberstreet, Box (κουτί) 1817».
Η σύγχιση προέρχεται, από αυτή την ιερή «box 1817», παίρνοντας υπ’ όψη, ότι μου είχες γράψει πως πρέπει να προσθέσω αυτή την διευκρίνιση: «Στην παλιά διεύθυνση», χωρίς να υποδείχνεται, αν πρόκειται, για την πρώτη, ή για την δεύτερη. Ελπίζω, ωστόσο, ότι η υπόθεση θα έχει ξεκαθαριστεί, προτού φτάσει αυτό το γράμμα, και τόσο περισσότερο, όσο η επιστολή της τελευταίας Παρασκευής περιείχε το πολύ ογκώδες κεφάλαιο του έργου μου*. Αυτή τη βδομάδα δε μπόρεσα να τελειώσω το έκτο και τελευταίο κεφάλαιο... Αν η εφημερίδα σου έχει ήδη ξαναρχίσει να εκδίδεται, αυτή η αργοπορία δε θα προκαλέσει την παραμικρή καθυστέρηση γιατί και χωρίς αυτό το κεφάλαιο έχεις υλικό περισσότερο απ’ όσο χρειάζεσαι...
Το άρθρο σου ενάντια στον Heinzen, που ο Ένγκελς δυστυχώς μου το έστειλε πολύ αργά, είναι πολύ καλό, σύγχρονα βίαιο και λεπτό, ακριβώς αυτό που χρειάζεται για μιαν αληθινή πολεμική. Το έδειξα στον E. Jones κι εσωκλείω εδώ την επιστολή που σου απευθύνει για να δημοσιευτεί. Έχοντας όμως για δοσμένο ότι ο Jones γράφει κατά τρόπο απόλυτα αδιάβαστο, με συντομεύσεις, και καθώς υποπτεύομαι ότι δεν έγινες ακόμα ένας out-and-out (πέρα για πέρα) τέλειος Βρετανός, επισυνάπτω στο πρωτότυπο ένα αντίγραφο γραμμένο από την γυναίκα μου, καθώς και την γερμανική του μετάφραση, για να μπορέσεις να δημοσιεύσεις, σύγχρονα, το πρωτότυπο και την μετάφραση. Μπορείς, ακόμη, να προσθέσεις αυτό το σημείωμα, στο γράμμα του Jones : για ό,τι αφορά τον George Julian Harney, που είναι, επίσης, μια αυθεντία, για τον κ. Heinzen, και που δημοσίευσε, στην Red Republican του, την αγγλική μετάφραση του Κομμουνιστικού μας Μανιφέστου, με την μνεία ότι είναι «the most revolutionary document ever given to the world» (το πιο επαναστατικό ντοκουμέντο, που εκδόθηκε ποτέ), και που μετάφρασε, στην Democratic Review του, τους αγροίκους αστεϊσμούς, που «ανασκευάστηκαν» από τον Heinzen – τα άρθρα μου, πάνω στην Γαλλική επανάσταση, της Revue der Neuen Rheinischen Zeitung. Σε ένα άρθρο, για τον Luis Blanc, αναφέρεται, σε αυτά τα άρθρα, σαν να αποτελούν μιαν «αψευδή κριτική» των γαλλικών γεγονότων. Είναι αλήθεια ότι, στην Αγγλία, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται κανείς, αποκλειστικά, σε εκείνους της «άκρας αριστεράς». Εδώ, όταν ένα μέλος του Κοινοβουλίου γίνεται υπουργός, πρέπει να ξαναεκλεγεί και βλέπουμε τον Ντισραέλι, τον νέο καγκελάριο-λόρδο του Θησαυροφυλακίου να γράφει d.d. (de dato) την 1η Μαρτίου, στους εκλογείς του:
«Θα προσπαθήσουμε να θέσουμε ένα τέρμα, σε αυτήν την πάλη των τάξεων, που όλα αυτά τα χρόνια, είχε μια τόσο αξιοθρήνητη επίδραση, στην ευημερία του βασιλείου μας».
Σχετικά με αυτό το θέμα, οι “Times” της 2 Μαρτίου παρατηρούν: «Αν υπάρχει κάτι, στην χώρα μας, που μπορεί να διαιρέσει τις τάξεις, ως ένα σημείο, που η επανασυμφιλίωση να είναι αδύνατη και που δεν θα υπάρχει, πια, η δυνατότητα μιας δίκαιης και έντιμης ειρήνης, είναι οι εισαγωγικοί δασμοί, στο ψωμί».
Και για να μη φανταστεί ένα αμόρφωτο πρόσωπο της κατηγορίας του Heinzen ότι οι αριστοκράτες είναι, υπέρ και οι αστοί, εναντίον του νόμου, για το ψωμί, αφού οι πρώτοι αγωνίζονται, υπέρ του μονοπωλίου και οι δεύτεροι, υπέρ της ελευθερίας – γιατί, για έναν ενάρετο φιλισταίο, οι αντιθέσεις, δεν υπάρχουν, παρά, μόνον, κάτω από αυτή την ιδεολογική μορφή –, πρέπει να σημειώσουμε ότι, στον 18ο αιώνα, οι αριστοκράτες της Αγγλίας ήσαν, υπέρ της «ελευθερίας» (του εμπορίου) και οι αστοί υπέρ του «μονοπωλίου», με άλλα λόγια, ότι κατείχαν μια θέση, όμοια με εκείνην, που οι δυό αυτές τάξεις κατέχουν, τώρα, «στην Πρωσία, απέναντι, στους νόμους, για το ψωμί». Η Neue Preussische Zeitung είναι ο θερμότερος freetrader (οπαδός της ελεύθερης ανταλλαγής). Τέλος, αν ήμουν ο εαυτός σου, θα παρατηρούσα στους κ.κ. δημοκράτες, en generale (γενικά), ότι θα κάνουν καλύτερα, να εξοικειωθούν οι ίδιοι, με την αστική φιλολογία, πριν επιτρέψουν, στον εαυτό τους, να γαβγίζουν, ενάντια σε εκείνο, που είναι, ακριβώς, το αντίθετο. Θα έπρεπε π.χ. αυτοί οι κύριοι να μελετήσουν τα έργα των Thierry, Guizot, John Wade κ.λπ., και κάπως, να φωτισθούν, σχετικά, με «την ιστορία των τάξεων», στο παρελθόν. Θα έπρεπε να εξοικειωθούν, με τα στοιχεία της πολιτικής οικονομίας, προτού να έχουν την αξίωση να επιδοθούν, στην κριτική της πολιτικής οικονομίας. Αρκεί π.χ. να ανοίξεις το μεγάλο έργο του Ricardo για να πέσεις, απ’ την πρώτη κιόλας σελίδα, στις γραμμές, με τις οποίες αρχίζει ο πρόλογος : The produce of the earth- all that is derived from its surface by the united application of labour, machinery and capital, is divided among three classes of the community; namely, the proprietor of the land, the owner of the stock or capital necessary for its cultivation, and the labourers by whose industry it is cultivated». (Το προϊόν της γης – όλο το κέρδος, που μπορεί να αποσπαστεί από την επιφάνειά της, με την συντονισμένη εφαρμογή της εργασίας, των μηχανών και του κεφαλαίου – μοιράζεται, ανάμεσα σε τρεις τάξεις της κοινωνίας, δηλαδή : τον ιδιοκτήτη του εδάφους, τον κάτοχο των κεφαλαίων, που απαιτεί η καλλιέργειά του και τους εργάτες που, με την τέχνη τους, καλλιεργούν αυτό το έδαφος). Σε ποιό βαθμό η αστική κοινωνία, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στερείται, ακόμη, της αναγκαίας ωριμότητας, για να καταστήσει την πάλη των τάξεων αισθητή και κατανοητή, είναι αυτό που αποδεικνύει, κατά το φαεινότερο τρόπο ο C.H. Garey (από την Φιλαδέλφεια), ο μόνος σημαντικός οικονομολόγος της Αμερικής του Βορρά. Επιτίθεται, ενάντια, στον Ρικάρντο – τον κλασικό αντιπρόσωπο (εκφραστή) της αστικής τάξης και τον πιο στωικό αντίπαλο του προλεταριάτου –, σαν, σε έναν άνθρωπο, που τα έργα του θα χρησίμευαν, σαν οπλοστάσιο, στους αναρχικούς, στους σοσιαλιστές και σε όλους τους εχθρούς της αστικής κοινωνίας. Και δεν επιτιμά, μόνον, αυτόν, αλλά, ακόμη, τους Malthus, Mill, Say, Torrens, Wakefield, Mac Culloch, Sencor, Whately, R. Jones κ.λπ., όλους αυτούς τους αρχηγούς της οικονομικής επιστήμης, στην Ευρώπη, που τους κατηγορεί ότι διαιρούν την κοινωνία και προετοιμάζουν τον εμφύλιο πόλεμο, με το να αποδεικνύουν ότι οι οικονομικές βάσεις των διαφόρων κοινωνικών τάξεων δεν μπορούν, παρά να προκαλούν, μεταξύ τους, ένα αναγκαίο και συνεχώς, αναπτυσσόμενο ανταγωνισμό. Προσπαθεί να τους ανασκευάσει, όχι, ασφαλώς, όπως αυτός ο ηλίθιος d’ Heinzen, συνδέοντας την ύπαρξη των τάξεων, με την ύπαρξη των πολιτικών προνομίων και των μονοπωλίων, αλλά προσπαθώντας να αναπτύξει ότι οι οικονομικές συνθήκες: πρόσοδος (έγγειος ιδιοκτησία), κέρδος (κεφάλαιο) και μισθός (μισθωτή εργασία), μακριά από το να αποτελούν προϋποθέσεις πάλης και ανταγωνισμού, αποτελούν περισσότερο προϋποθέσεις συνένωσης και αρμονίας. Φυσικά, το μόνο, που κατορθώνει να αποδείξει, είναι ότι οι σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών «που, ακόμη, είναι, ανεπαρκώς, αναπτυγμένες», αντιπροσωπεύουν, στα μάτια του, «κανονικές σχέσεις».
Τώρα, για ό,τι με αφορά, δεν ανήκει σ’ εμένα η τιμή ότι ανακάλυψα την ύπαρξη των τάξεων, στην σύγχρονη κοινωνία, όπως και την πάλη, που διεξάγουν, ανάμεσά τους. Πολύ πριν από μένα, αστοί ιστορικοί είχαν εκθέσει την ιστορική ανέλιξη αυτής της πάλης των τάξεων και αστοί οικονομολόγοι είχαν περιγράψει την οικονομική της ανατομία. Το νέο, που έφερα, είναι:
1ο) ότι απόδειξα πως η ύπαρξη των τάξεων είναι συνδεδεμένη, με καθορισμένες ιστορικές φάσεις της ανάπτυξης της παραγωγής.
2ο) ότι η πάλη των τάξεων οδηγεί, αναγκαστικά, στην δικτατορία του προλεταριάτου.
3ο) ότι η ίδια αυτή δικτατορία δεν αντιπροσωπεύει, παρά μια μετάβαση, προς την κατάργηση όλων των τάξεων και προς μια κοινωνία, χωρίς τάξεις.
Αμόρφωτοι ηλίθιοι, όπως Heinzen, που δεν αρνούνται, μόνον, την πάλη των τάξεων, αλλά και με την ίδια την ύπαρξή τους, ακόμη, δείχνουν, μόνον, ότι, παρά το ματωμένο τους σάλιο, παρά τα τσιρίγματά τους, που θέλουν να τα περάσουν, για ανθρωπιστικές δηλώσεις, θεωρούν τις κοινωνικές συνθήκες, ανάμεσα, στις οποίες η αστική τάξη εξασφαλίζει την κυριαρχία της, για το έσχατο αποτέλεσμα, για την τελευταία λέξη της ιστορίας. Αποδεικνύουν ότι δεν είναι, παρά οι υπηρέτες της αστικής τάξης, δουλοπρέπεια, τόσο πιο αποκρουστική, όσο λιγότερο καταλαβαίνουν, αυτοί οι ηλίθιοι, το παροδικό μεγαλείο και την αναγκαιότητα αυτού του ίδιου του αστικού καθεστώτος...
Από τις προηγούμενες παρατηρήσεις μου, μπορείς να διαλέξεις ό,τι κρίνεις καλό. Άλλωστε, ο Heinzen μας δάνεισε την «συγκεντροποίηση», σε αντικατάσταση της «ομοσπονδιακής του δημοκρατίας». Την εποχή, που οι ταξικές αντιλήψεις, που διαδίδουμε, σήμερα, θα έχουν γίνει κοινές, ένα απλό συνηθισμένο εργαλείο, για «μέση ανθρώπινη διανοητικότητα», τότε, αυτός ο ηλίθιος θα τις κηρύξει, σαν το πιο μοντέρνο προϊόν «της δικής του πολυμάθειας» και θα αρχίσει να ουρλιάζει, ενάντια, στην κατοπινή τους ανάπτυξη, από μας. Κατά τον ίδιο τρόπο, στηριζόμενος, αποκλειστικά, στην «δική του πολυμάθεια», ο Heinzen πολεμούσε την φιλοσοφία του Χέγκελ, όσο αυτή η τελευταία ήταν προοδευτική. Να τον, όμως, τώρα, που τρέφεται, από αυτά τα ψίχουλα, τα πολύ λίγο ορεκτικά, που τα έφτυσε ο Ruge, γιατί δεν μπόρεσε να τα χωνέψει.
Σου αποστέλλω, εσώκλειστα, το τέλος της ουγγρικής αλληλογραφίας. Αν το φύλλο σου εκδίδεται, ακόμη, κοίταξε να την χρησιμοποιήσεις, τόσο περισσότερο, που ο Szemere, πρώην πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, μου υποσχέθηκε να γράψει, για σένα, από το Παρίσι, ένα αναλυτικό άρθρο, που θα είχε και την υπογραφή του.
Αν η εφημερίδα σου επανάλαβε την έκδοσή της, στείλε μου τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό αντιτύπων, για να την κάνω, όσο το δυνατό πιο γνωστή.
Δικός σου.
K Marx».
Στο αρχικό βίντεο του παρόντος δημοσιεύματος, περιγράφω, λεπτομερώς, την ιστορική αστοχία του Karl Marx, που υπήρξε προϊόν μιας πίστης, η οποία έλαβε δογματικό χαρακτήρα και περιεχόμενο, διατυπωμένη, ως μια επιστημονικοφανή, αλλά κενή, ιστορικού και πραγματικού περιεχομένου, θεωρία, η οποία, στην ουσία της, υιοθέτησε όλα τα στοιχεία μιας θεολογικής πίστης, έστω και αν αυτή η συγκεκριμένη πίστη εκδηλώθηκε και εκφράστηκε, ως αθεϊστική.
Ας δούμε, τώρα, το απόσπασμα της δεύτερης επιστολής του Karl Marx, της 30/7/1862 στον Friedrich Engels, όπου, με μια απροκάλυπτη ρατσιστική γραφή. ελεεινολόγησε τον Ferdinand Lassale, το οποίο έχει ως εξής :
«Ο Εβραίος νέγρος Lassale που, χαίρομαι, που το λέω, φεύγει, στο τέλος της εβδομάδας, έχασε, ακόμη, 5.000 τάλαρα, σε μια λάθος κερδοσκοπία του. Ο τύπος προτιμά να πετάξει τα χρήματά του, στα σκουπίδια, από το να τα δανείσει, σε έναν ‘φίλο’, ακόμη και όταν οι τόκοι και το κεφάλαιο είναι εγγυημένοι. [...] Μου είναι, πλέον, απολύτως, ξεκάθαρο - όπως φανερώνει, άλλωστε, το σχήμα του κεφαλιού του και ο τρόπος, με τον οποίο μεγαλώνουν τα μαλλιά του - ότι κατάγεται, από τους νέγρους, που συνόδευσαν τον Μωυσή, στην φυγή, από την Αίγυπτο (εκτός κι αν η μητέρα του, ή η γιαγιά του, από την πλευρά του πατέρα του, επιμείχθηκαν, με κάποιον νέγρο). Αυτό, λοιπόν, το μείγμα Εβραϊκότητας και Γερμανικότητας, από την μια μεριά και βασικών χαρακτηριστικών νεγροειδούς, από την άλλη, αναγκαστικά, θα δώσει ένα ιδιαίτερο προϊόν. Και η φορτικότητα αυτού του τύπου είναι και αυτή νέγρικη».
Όταν ο Μαρξ έγραψε το ενοχοποιητικό αυτό γράμμα, ήταν θυμωμένος, με τον δημοκράτη σοσιαλιστή «φίλο» του Ferdinand Lassalle, γιατί είχε αρνηθεί να του δανείσει χρήματα. Ο Λασσάλ ήταν Εβραίος και δεν είχε μαύρους προγόνους. Ο Μαρξ φαίνεται ότι πίστευε/επιθυμούσε να θεωρεί ότι είχε. Παραδόξως, ο ίδιος ο Μαρξ ήταν Εβραίος και τα παιδιά του, τον αποκαλούσαν, λογοπαικτικά, “Μαυριτανό”.
Απλώς, ο Karl Marx ήταν ένας άνθρωπος της εποχής του και συνεπώς, πρέπει να ληφθούν, υπόψη, οι ιστορικές περιστάσεις.
Ο Karl Marx δεν έζησε τόσο πολύ, ώστε να προλάβει να τον καταβροχθίσουν οι σύντροφοί του, όπως συνήθως συμβαίνει. Η Γαλλική Επανάσταση, με τον Ροβεσπιέρο και τις εκκαθαρίσεις της περιόδου της Τρομοκρατίας και η Ρωσική Επανάσταση, με τους πολυάριθμους “αντεπαναστάτες” σύντροφους του Ιωσήφ Στάλιν αποτελούν δραματικά παραδείγματα.
Έτσι, γίνεται σαφές ότι ο δογματισμός και ο λενινιστικός και σταλινικός ολοκληρωτισμός δεν υπήρξαν αυτοφυείς…
Σχόλια