1829-1831 Το πλούσιο, αλλά ελλιπέστατο ιστορικό υλικό, γύρω, από τις συνομωσίες, κυρίως, των Άγγλων, κατά του Ιωάννη Καποδίστρια, ενώ τα αρχεία του βρετανικού Foreign Office, παραμένουν απόρρητα, 194 χρόνια, μετά την δολοφονία του. 1900. Η Σμύρνη. 1921. Ο Νέστωρ Μάχνο και οι αναρχικοί, στον αγώνα τους, κατά του μπολσεβίκικου μαρξιστικού εχθρού. 1922-1923. Η μικρασιατική προσφυγιά και οι αιχμάλωτοι Έλληνες στρατιώτες, που επέστρεψαν.14-9-1944. Γερμανοί και ταγματασφαλίτες, σφάζουν, στα Γιαννιτσά. 13-16/9/1944. Η μάχη και η σφαγή, στον Μελιγαλά. 4-11-1944. Η μάχη και η σφαγή, στο Κιλκίς. 1955. Η απαράμιλλη Αλεξάνδρα Λαδικού. 25-8-1973. Ο λογοτέχνης Ηλίας Πετρόπουλος, που διέσωσε ένα σημαντικό κομμάτι του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού του κοινωνικού περιθωρίου. 1970. Ο Μάνος Χατζηδάκις και ο Μίκης Θεοδωράκης. 1974-1975. Πρίγκηπος. Ο Κάρολος Κουν (1908-1987). Το Παλαιό Εθνικό Τυπογραφείο (1835-2025) και μετέπειτα (178).

 




Ιωάννης Καποδίστριας (Κέρκυρα 10/2/1776 - Ναύπλιο 27/9/1831). Κυβερνήτης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους (26/1/1828 - 27/9/1831) και υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (1815 - 1822). Υπήρξε ο αφανής αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας.

“Οι Γάλλοι δολοφόνησαν με εντολή του Ρότσιλντ τον Καποδίστρια.

Οι Γάλλοι δολοφόνησαν, με εντολή του Ρότσιλντ τον Καποδίστρια, για να ιδρύσει την τράπεζα τοου. Τράπεζα της Ελλάδος, που κατέχει και σήμερα.

Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους των Αθηνών και της Κέρκυρας υπάρ­χουν πλήθος εγγράφων, για τις συνωμοτικές ενέργειες του Άγγλου και του Γάλλου αντιπρέσβεων, εναντίον του Κυβερνήτου Ιωάννη Καποδίστρια και των πολλών άλλων ξένων προξένων, αξιωματικών και ναυάρ­χων και δύο αυτών χωρών, οι οποίοι υποκινούσαν τους αντικαποδιστριακούς Έλληνες αρχηγούς να στασιάσουν, εναντίον του Κυβερνήτου.

1. Από τον μεγάλο αυτό αριθμό των εγγράφων – πηγών, που αποδει­κνύουν, με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο, την ενοχή των δύο αυτών ξέ­νων δυνάμεων, τόσο, στα στασιαστικά κινήματα και τις ανταρσίες των Ελλήνων, όσο και στην τραγική τελευταία πράξη της δολοφονίας του Καποδίστρια, αναφέρω, στην παρούσα ανακοίνωσή μου, μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα και πληροφορίες, από τις αδιάψευστες αυ­τές ιστορικές πηγές, που αφορούν αποκλειστικά, στις ενέργειες των Άγγλων, για τους οποίους οι πάντες έγραφαν - κυρίως, οι νεώτεροι - ότι δεν υπάρχουν στοιχεία αποδεικτικά. Καταβάλλεται, δε, προσπά­θεια να φανερώσουν την χρονολογική εξέλιξη.

Μία από τις παλαιότερες ειδήσεις, για την στάση των ξένων εκπρο­σώπων - κυρίως, της Γαλλίας και Αγγλίας -, που είχαν καταφθάσει, στον Πόρο, τον Ιούνιο του 1828, για την περιβόητη συνδιάσκεψη του Πόρου, είναι οι συζητήσεις, που θα είχαν, με τον Κυβερνήτη και τους άλλους Έλληνες αρμοδίους, για το θέμα της διαμορφώσεως των συνόρων του ελληνικού κράτους.

Ο Γάλλος συνταγματάρχης Theophile Feburier, σε έκθεσή του, στις 28 Αυγούστου 1828, προς τον Γάλλο κόμη Rayneval, που αντικαθι­στούσε, προσωρινά, τον επίσημο αντιπρόσωπο της Γαλλίας, στον Πόρο, de la Ferronays, του έκανε σαφή λόγο, για την αντίδραση, που οργανωνόταν, στα σκοτεινά, από τους Άγγλους και Γάλλους εκπροσώπους, εναντίον του Καποδίστρια.

Ο Γάλλος στρατηγός την προηγούμενη ημέρα, μάλιστα, είχε δεχθεί την επίσκεψη δύο μελών της οικογενείας Μαυρομιχάλη, οι οποίοι καταφέρθηκαν, με πάθος, εναντίον του Κυβερνήτη και έθεσαν τους εαυτούς τους, στην διάθεση των Γάλλων και Άγγλων, για κάθε τους αντικυβερνητική ενέργεια[1].

Ακόμη πιο σαφής και κατηγορηματικός, για την στάση των Άγγλων εκπροσώπων, στην συνδιάσκεψη του Πόρου, εναντίον του Καποδί­στρια είναι ο Ρώσος εκπρόσωπος, ο διπλωμάτης J. Ribeaupierre, που ήταν παρών και αυτόπτης μάρτυς όλων αυτών των μακρών συζητήσεων και αντιδράσεων, που κράτησαν έξι ολόκληρους μήνες. Γράφει, στα Ιστορικά Απομνημονεύματά του[2]:

«Η εποχή εκείνη υπήρξε, λίαν κοπιώδης, εις εμέ.

Η Αγγλία απηρνείτο το ίδιον αυτής δημιούργημα, ο δε Canning, επισταμένως, προσεπάθει να ελαττώσει τα όρια των συνόρων της δυστήνου Ελλάδος, ίνα μη δυνηθεί και αναπτύξει τας θαλασσί­ους αυτής δυνάμεις. 

Εζήτει πάσαν πρόφασιν να εγείρει, εις τον κόμητα Καποδίστριαν, προσκόμματα, να εξεγείρει τους εχθρούς της τάξεως και παρείχε, εις τον Κυβερνήτην, πάσαν δυσχέρειαν. 

2. Στον Πύργο της Ηλείας, η Αγγλία είχε τοποθετήσει, ως αντιπρόξενό της, τον Αναστάσιο Πασχουάλη, όπως αναφέρεται, στα έγγραφα, τα, εξαιρετικώς, πολλά, που σχετίζονται, με την κατασκοπευτική του δράση και τις σκοτεινές ενέργειές του. 

Σε έγγραφο της Γραμματείας της Επικρατείας, προς τον, επί των Εξωτερικών, Γραμματέα της Κυβερνήσεως, της 17 Ιουλίου 1829, από το Άργος [3], αναφέρεται ότι ο, κατά την Ελλάδα, έκτακτος Επίτροπος κατήγγελε «στασιώδεις τινάς πράξεις», που γίνονταν, στον Πύργο της Ηλείας. Και βεβαίωνε ότι «οι πρωταίτιοι αυτών των πράξεων συγκρο­τούσαν, νυκτερινώς και μυστικώς, συνελεύσεις, εις του Αναστασίου Πασχουάλη, Αγγλικού Αντιπροξένου, την οικίαν, ήτις είναι, εν γένει, το καταφύγιον όλων, όσους καταδιώκει, δι’ ατοπήματα, η επιτόπιος αρχή». 

Δεν εκρίθη, όμως, αυτόν να τον συλλάβουν, πριν από την ενημέρωση του Άγγλου αντιπρέσβη Dawkins. 

Το υπουργικό Συμβούλιο ανέθεσε, στον, επί των Εξωτερικών, Γραμματέα, να επισημάνει, στον Άγγλο αντι­πρέσβη, ότι, αν, όντως, ήταν υπάλληλός του «να τον σωφρονίσει μόνος του, ειδεμή να ειδοποιήσει, περί του εναντίου, την Κυβέρνησιν, ήτις, τό­τε, θέλει λάβει η ιδία, περί αυτού, τα ανήκοντα μέτρα».

Από την, μέχρι τώρα. έρευνά μου, δεν μπόρεσα να εύρω πληροφορίες, για την απάντηση, ή τις ενέργειες του Dawkins. Το πιθανότερο είναι ότι δεν προέβη, σε καμιά αποφασιστική ενέργεια. 

Στις 6 Δεκεμβρίου 1829, ο Γενικός Αστυνόμος της Ήλιδος Ιωάννης Μανιατόπουλος, σε αναφορά του, προς την κυβέρνηση [4], ανέφερε ότι, στην οικία του «αγγλι­κού προξένου» στον Πύργο, συνεχίζονταν οι συγκεντρώσεις των «κα­κοβούλων» και ανέφερε και τα ονόματα των Ελλήνων, που συμμετεί­χαν: «Λυκούργος Κρεστενίτης, Παπαγεωργίου, Γαλάνης, Παπασχοινάς, Α. Αχόλου, Α. Ξυλάρης, Αναγνώστης Τσιτσίκας, Διονύσιος Σκούφος, Νικίας, Σλαϊδής, και Α. Παπασταθόπουλος».

Ο έκτακτος επίτροπος Αργολίδος Ν. Καλλέργης, σε έγγραφό του, προς τον Κυβερνήτη Καποδίστρια, από το Ναύπλιο, στις 2 Νοεμβρίου 1828, ανέφερε μια απίθανη και εξαιρετικά, σημαντική πληροφορία, για τον Άγγλο αντιπρέσβη Dawkins, ενδεικτική, για την, μετέπειτα, αντικαποδιστριακή στάση του [5]: 

«Έφθασε ενταύθα (στο Ναύπλιο), εκ Ζακύνθου, προ της εχθές το εσπέρας, επί του πλοίου του συνταγμα­τάρχου Κυρίου Θωμά Γόρδων, ο Κύριος Dawkins, Άγγλος, και σήμερον, προς το εσπέρας, ή αύριον το πρωΐ, εκκινεί, δια ξηράς, εις αντάμωσιν της Κυβερνήσεως. 

Μολονότι η ευγένειά του δεν εκοινοποίησε τίποτε, ούτε, δια τον ερχομόν του, ούτε, δια τον βαθμόν του υποκειμένου του, φημίζεται, όμως, ότι είναι πρέσβης απεσταλμένος, προς την ελληνικήν Κυβέρνησιν…». 

Ο Καλλέργης τον επισκέφθηκε, στην οικία του Γόρδων, όπου έμενε και του πρόσφερε τις υπηρεσίες του.

Για την συνεχή συνεργασία του Άγγλου αντιπροξένου Παχουάλη (ή Πασχουαλίνου), όπως αναφέρεται, με τον Λυκούργο Κρεστενίτη, υπάρχουν αρκετές επώνυμες καταθέσεις, όταν άρχισαν σχετικές ανακρίσεις. 

Σε κατάθεση ενός μάρτυρα, με δυσανάγνωστη υπογραφή, από την Αγουλινίτσα του Πύργου, της 29 Νοεμβρίου 1829 [6], αναφέρεται ότι ο Κρεστενίτης πληρωνόταν, από τους «Ιγγλέζους», προκειμένου να «βγαίνει, στο παζάρι και να λέγει, ότι οι Ιγγλέζοι είναι έθνος καλό και υπερασπίζονται τους φτωχούς Έλληνας και θα είδομεν το καλόν, από αυτούς. Και λείποντες αυτοί, είμεθα χαμένοι…».

Είχαν οργανώσει, στον Πύργο και μυστική Εταιρεία. Και όταν ο μάρτυς, προσποιούμενος, ζήτησε να γίνει «μέλος του φρονήματός της», του είπαν ότι ο Κρεστενίτης «μας είπεν ότι να παστρεύομεν τα τουφέκια μας και το περισσότερον τας μπιστόλες, διότι αυτές θα δουλεύουν, καλιότερα, διότι ο Καποδίστριας το παραχάλασε και εις ολίγας ημέρας, έρχεται πρίγκυψ Ιγγλέζος, ο οποίος είναι και συγγενής του βασιλέως και είναι και πλούσιος άνθρωπος. Ο οποίος, εις δέκα ημέρες, έρχεται και ο Καποδίστριας πάει την στράτα του, διότι άλλα υποσχέθηκε και άλλα κάνει και τους απάτησεν όλους. 

Και οι πληρεξούσιοι άνοιξαν τα μάτια τους και εμετανόησαν και τόσον είναι προκομένοι οι Ιγγλέζοι, όπου, δια 16 ημέρες, ήλθεν Ιγγλέζος, από την Λόνδραν και εκόνεψε σπίτι μου… κατ’ αίτησιν της Γε­νικής αστυνομίας του τμήματος της Ήλιδος, δίδω την παρούσαν μου μαρτυρίαν και υπογράφομαι…».

Παρόμοια κατάθεση έκαναν, την άλλη ημέρα, στις 30 Νοεμβρίου 1829, στο ίδιο αστυνομικό τμήμα και ο Αθανάσιος Φωτόπουλος και ο Αλέξης Κοτέρης  [7].

Στις 6 Δεκεμβρίου 1829, ο Γενικός Αστυνόμος της Ήλιδος Ιω. Μανιατόπουλος, σε αναφορά του, προς τον έκτακτον επίτροπον της ίδιας επαρχίας, έδινε, ακόμη, πιο συγκεκριμένες πληροφορίες, για την δράση του «κονσόλου της Βρεταννίας», στον Πύργο, Αν. Πασχαλινού. 

Στην οικία του, «εσυστήθη εταιρεία, η οποία σκοπόν έχουσα να αρχεύσουν οι Άγγλοι, εις την Ελλάδα και ο αρχηγός αυτής είναι ο διαληφθείς κονσό­λας, όστις υπόσχεται, εις εκείνους, οίτινες καταχηθώσιν μεγάλας υποσχέσεις και ότι θέλουν χαίρονται ευδαιμονίαν» οικονομικήν. 

Τις πλη­ροφορίες αυτές τις είχε, από τον Νικόλ. Πατρώνα, που είχε στενή φι­λία, με τον Άγγλο πρόξενο και οσάκις, τον επισκεπτόταν του «επαινού­σε τους Άγγλους και κατηγορούσε τον έξοχον Κυβερνήτην και να υπόσχεται μεγάλα πράγματα, εις εκείνους, οι οποίοι φρονούν, δια τους Άγγλους».

Ο Πατρώνας ανέφερε ακόμη ότι ο Άγγλος πρόξενος είχε κατατάξει και «τους αποστόλους, όπου έχει κατηχημένους, ως έπεται : 

Αη κλάσις: Λυκούργον Κρεστενίτην, ένθερμος ζηλωτής και κορυφαίος των αποστόλων. 

Βα: παπά Γεώργιος Οικονόμου, Γαλάνης, Παπασχινάς, Αλέξανδρος Άχολος, γαμβρός του κονσόλου. 

Γη: Αναστάσιος Ζηλάρας, Αναγνώστης Τζίτζικας, Διονύσιος Σκούφος, Νικίας Πιλαΐδης, επιστήθιος του Λυκούργου, Αθανάσιος Παπασταθόπουλος, ωσαύτως». 

Όλοι αυτοί «ομιλούν, πλαγίως, εις τους σχετικούς τους», προκειμένου να αυξήσουν τα μέλη της μυστικής αντικαποδιστριακής εταιρείας. 

Και όλοι προσπαθούσαν «να κινήσουν τον λαόν,,εις οχλαγωγίαν», εναντίον της κυβερνήσεως του Καποδίστρια. 

Ο Μανιατόπουλος προέτρεψε τον Πατρώνα «να υπάγει να κατηχηθεί, εις αυτήν την εταιρείαν, με ό,τι μέσα ημπορέσει, όπου να ανακαλύψωμεν αυτήν», έγραφε στην αναφορά του. 

Μετά τρεις ημέρες, στις 9 Δεκεμβρίου 1829, ο Μανιατόπουλος πλη­ροφορούσε τον έκτακτον Επίτροπον Ήλιδος ότι ένας φίλος του – που δεν τον ονομάζει – του είπε ότι η εταιρεία αυτή είχε επεκταθεί και στα χωριά και ένας κάτοικος του χωριού Καραμελέα Λακωνίας «ενεργεί, δια την γνωστήν σας, Εταιρείαν και υπόσχεται μισθούς και βαθμόν, εις εκείνους, οι οποίοι ήθελον τον ακολουθήσει»[8].

Τα γεγονότα αυτά ανησύχησαν την κυβέρνηση, η οποία ανέθεσε, στον Παναγ. Αναγνωστόπουλο να ερευνήσει, με κάθε προφύλαξη, την υπόθεση του Άγγλου προξένου, στον Πύργο. Ο Αναγνωστόπουλος, σε μακρά αναφορά του, προς τον Κυβερνήτην, από τον Πύργον, στις 15 Δεκεμβρίου 1829[9], τον ενημέρωνε, λεπτομερώς, για την ανησυχητική κατάσταση, που επικρατούσε, στην πόλη αυτή, λόγω των συνωμοτικών ενεργειών του Πασχαλινού. «Η πόλις αυτή, έγραφε, είναι η εστία όλων των κακών, ανεξαιρέτως - είναι συστημένη, υπό των εγωιστών εχθρών της Ελλάδος, φωλεά τις, δι’ ενός υπουργού του Πασχαλίγκου κονσό­λου… αυτός έχει όνομα και μορφήν άλλην, αλλά καρδίαν εγωϊστού και τίγρεως. Το σπίτι του είναι, ως μία λέσχη, όπου συναθροίζονται, συνεχώς, οι προσήλυτοι και εταίροι και συνομιλούν και σχεδιάζουν κινήματα τινά, δεικνύουν το πράγμα, εναργέστατα, ως μίαν εταιρείαν…».

Και σε άλλο σημείο αναφέρει : «Ο Πασχαλίγκος έλαβε, πρό τινων ημερών, επιστολήν τινά αξιωματι­κών, εξ Αγγλίας, ειδοποιητικήν των πιστών του και πολυειδών εκδουλεύσεων. Του προσδιορίζονται, εκ της (βασιλικής) Αυλής του, δια μισθόν ενιαύσιον,,δίστηλα χίλια και διακοσίας λίρας στερλίνας, δι’ αποζημίωσιν εξόδων του… Λέγει πολλά και μαινόμενος, κατά καθεστώτων και κατά της Σ(εβαστής) Κυβερνήσεως…».

Ο Αναγνωστόπουλος αναφέρει ακόμη ότι «πέντε άνθρωποι διορι­σμένοι, από την, ενταύθα, φωλεάν των εταίρων, θέλει υπάγουν τρεις ώρας, μακράν της Αγουλινίτσας, εις το χωρίον Ανεμοχώρι, δια να φυλάξουν, εκεί και πάρουν, εκ του ταχυδρομείου, τα γράμματα της Κυβερνήσεως». Και ζητούσε άμεση αποστολή στρατιωτικής ενισχύσεως. Πιστεύει ότι βασικός σκοπός όλων αυτών των ενεργειών του Άγγλου προξένου – σύμφωνα, με τις εντολές, που έχει πάρει από τις αρμόδιες αρχές της χώρας του – είναι να πείσει τις ευρωπαϊκές χώρες ότι ο ελληνικός λαός δεν θέλει τον Κυβερνήτη «ως μη φυλάξαντα όσα υπεσχέθη». Γι’ αυτό και σκοπεύουν να «εκδιώξωσι τας αρχάς (τις κρατικές) και να φέρουν την αναρχίαν και των μαχαιροφόρων την επικράτησιν», όπως και στο πρόσφατο παρελθόν[10].

Ο προσωρινός Διοικητής Λεβαδείας και Θηβών Αθανάσιος Λιδωρίκης, σε αναφορά του, προς τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή της Κυ­βερνήσεως, στις επαρχίες της Στερεάς Ελλάδος, Αυγουστίνο Καποδί­στρια, από την Αράχοβα, στις 7 Σεπτεμβρίου 1829, μεταξύ των άλλων πληροφοριών, που του έδινε, για τις μάχες,,στην Στερεά Ελλάδα, του ανέφερε ότι «οι Τούρκοι, εις Εύριπον, τρέφουν μεγάλας ελπίδας ότι αγγλικά πλοία μέλλουν να τους φέρουν τροφάς και να τους βοηθήσωσι», ποικιλοτρόπως[11].

Σε μακρά καταγραφή, κατά χρονολογική σειρά, των συνωμοτικών γεγονότων, ξένων και Ελλήνων, από τις αστυνομικές αρχές, στις 22 Μαρτίου 1831, ο Β. Μπουντούρης, αναφέρει[12]:

 «Οι κακόβουλοι περι­μένουν, ανυπομόνως, τον Μιαούλην. Συνήλθαν, εις το κατάστημα της Τυπογραφίας (στην ‘Υδρα) και ομίλησαν τί να κάμουν, αν ιδούν τινά ανά­γκην. Εσυμβουλεύθησαν και τους Κουντουριώτας, οίτινες τους ενεθάρ­ρυναν, υποσχόμενοι :

1ον: Ν’ ανοίξουν το θησαυροφυλάκιόν των, δια το γενικόν καλόν της Πατρίδος.

2ον: Είπαν,,εις τους πλοιάχους, να μην απελπίζονται ότι έχουν εξωτερικούς βοηθούς (Άγγλους και Γάλλους).

3ον: Προς τον Δώκινς και Ρουάν[13], πέμπουν. ανά 15 φύλλα του Απόλ­λωνος- και αυτοί ευχαριστηθέντες, υπεσχέθησαν να δώσουν βοήθειαν, εν χρεία και ναυτιλιακά έγγραφα.

4ον: Ότι, κατά τας ειδήσεις Μαυρο­κορδάτου και Τρικούπη, τα της Δυτικής Ελλάδος και Αιγαίου Πελά­γους υπάγουν, καλά, εις τον σκοπόν τους[14].

5ον: Ότι οι αντιπρέσβεις (Dawkins και Rouen) έπιασαν γράμματα του Κυβερνήτου, προς την Ρωσίαν, διαλαμβάνοντα ότι προσπαθεί να φέρει τα πράγματα της Ελλάδος, εις τον σκοπόν της Ρωσίας και επρόσθετε να μην επικυρώσει την έκτασιν των ορίων της Ελλάδος[15].

6ον: Ότι οι αυτοί αντιπρέσβεις τους υπόσχονται δάνειον, διανεμηθησόμενον, εις τους αντικυβερνήτας. Και δι’ όλα αυτά, κηρύττουν θάνατον (του Κυβερνήτου) αλλ’ ουχί παύσιν της εφημερίδος» (του Απόλλωνος).

Ο ίδιος ο Βασίλειος Μπουντούρης, σε άλλο σημείωμά του, στην ίδια αναφορά, γράφει, στις 3 Ιανουαρίου 1830, ότι «το πλοίον του Σ. Μπουντούρη ύψωσε την τρίχρουν σημαίαν (την γαλλική), με κανονιοβολισμούς». 

Ο έκτακτος επίτροπος Αργολίδος Γ. Ράδος, στις 22 Δεκεμβρίου 1829, στο ίδιο έγγραφο, αναφέρει ότι «πολλοί ραδιούργοι φλυαρούν, ασυστόλως, κατά της Κυβερνήσεως. 

Η περιοδεία τον Γόρδων (του Άγγλου στρατηγού), εις την Πελοπόννησον δίδει υποψίας ταραχής. 

Η υπόσχεσις του Λη (George Lee, Άγγλος πράκτορας) και του Μάσσων, δια μερικόν δάνειον (στους αντικυβερνητικούς) αγνοείται, εις τί απο­βλέπει». Επίσης, ο Ράδος έστελνε, στην αστυνομία «ονόματα Άγγλων εχόντων σχέσεις, με τους Δεληγιάννηδες, Παπαλεξόπουλον, Σπηλιωτόπουλον κ.λ.π.»[16].

Στις 30 Απριλίου 1831, ο ναύαρχος Κων. Κανάρης, σε επιστολή του προς τον αδελφό του Κυβερνήτη Βιάρο Καποδίστρια, μεταξύ άλλων πληροφοριών, για την τραγική κατάσταση της Ελλάδος, γράφει[17]: 

«… Η πρόοδος του καιρού δίδει αιτίας εμψυχώσεως, εις την ραδιουργίαν και τα ποικιλόχρωα χρώματα των ξένων συνοπαδών της[18], δια των οποίων παριστάνουσιν, εις τους μωρούς, την αθανασίαν, έκαμαν τους ανόητους να λατρεύουν, ως ημιθέους, τους αρχηγούς της. Κατάσκοποι πληροφορίαι αναφέρουν και περί της αλώσεως του Ιω. Γρηγορακόγκονα· ήδη, ούτε και τους πιστούς Σπαρτιάτας, ούτε, εις τινα εξ αυτών, εμπορεί τινάς να πιστεύσει, ή να επιχειρισθεί φιλανθρωπικάς ενεργείας. Όλοι διε­φθαρμένοι (από τους ξένους). 

Άλλος από τας ανεξαλήπτους καταχρή­σεις των, άλλος από την αλλαγή της τύχης του (εννοεί, με τα χρήματα που έλαβε), την οποίαν κολακεύεται να ελπίσει, από την ανωμαλίαν και άλλος να πραγματεύεται την Σ. Κυβέρνησιν και να καταχράται το επιχεόμενον, εις την αχαριστίαν, άφθονον έλεός της, και άλλος, άλλως. 

Δεν μένει, πλέον, ίχνος ελπίδος, δια να θεραπευθεί η πληγή, με έμπλαστρα μαλακτικά · αυτά, ίσως, επαπειλούν, εις την γάγκρεναν!»

Ο προσωρινός Διοικητής των επαρχιών Νησίου, Ανδρούσης, Εμπλακίων και Λεονταρίου Σταμάτης Σεραφείμ, σε επιστολή του, προς τον Κυβερνήτη, από το Νησί της Καλαμάτας, στις 20 Μαΐου 1829, ανέφερε, μεταξύ άλλων[19] : Κατά την περιοδεία, που έκανε, στις επαρ­χίες, που διοικούσε, διεπίστωσε ότι τα πνεύματα των κατοίκων ήταν πολύ ταραγμένα, εξαιτίας «λόγων διασπαρέντων… από Ναύπλιον και Τριπολιτσάν… Οι λόγοι αυτοί είναι ότι, εκ των συμμαχικών δυνάμεων, απεφασίσθη ηγεμών τις, δια την διοίκησιν της Ελλάδος, εκ των, εν Γερ­μανία, πριγκίπων, και ότι, δια να έλθει, δεν μένει, παρά να δείξουν κά­ποιον θέλησιν, κατά τούτο, οι Έλληνες. Τοιούτους λόγους… διεκήρυξεν, ως πληροφορούμαι, εις Τριπολιτζάν ο Άγγλος Γ. Λις… όστις φοβηθείς, από ενδεχόμενα, εναντίον του, των κατοίκων κινήματα, έφυγεν, δια νυ­κτός, εκείθεν, ως γράφει η Δημογεροντία της επαρχίας Τριπολιτζάς».

Ο Καποδίστριας του απάντησε, από το Άργος, στις 7 Ιουλίου 1829, ότι του εστάλθηκε, ήδη, «εικοσιπενταρχία της εκτελεστικής δυνάμεως, από τον προσωρινόν Διοικητήν των Μεσσηνιακών φρουρίων», προκει­μένου να ηρεμήσουν τους κατοίκους της επαρχίας του, «από την απάτην, εις την οποίαν τους έρριψεν η κακόνοια και η ραδιουργία τινών…»[20].

Ο διοικητής Σταμάτης Σεραφείμ, σε μεταγενέστερη επιστολή του, προς την Γραμματείαν της Επικρατείας, από το Νησί, στις 18 Δεκεμ­βρίου 1829, έδινε συγκλονιστικές πληροφορίες, για την αναταραχή, που επικρατούσε, στην επαρχία του, από τις διαδόσεις, που διέσπειραν «ραδιούργοι», παρακινούμενοι, από ξένους και κυρίως, Άγγλους πρά­κτορες[21]:

 «Κατ’ αυτάς, ελθόντες τινές, από Τριπολιτζάν, ετάραξαν την κοινήν ησυχίαν των πολιτών, διασπείραντες… ότι ο Γρίβας εισπήδησεν νυκτός, εις Ναύπλιον, με δώδεκα χιλιάδας στρατιώτας, εκυρίευσεν το φρούριον, τα δε μέλη της Κυβερνήσεως και τον Αρχηγόν (τον Κυβερνήτην) επέρασεν, εν στόματι, μαχαίρας, ότι, εις το Άργος, εσκόρπισεν και επέρασεν, εις Σπέτζας και άλλους τοιούτους λόγους, οι οποίοι επροξένησαν τόσην ταραχήν, ώστε ολίγον έλειψεν οι ήσυχοι κάτοικοι των χω­ρίων να απαρατήσουν τας κατοικίας των και να καταφύγουν, εις τα όρη…».

Ο έκτακτος επίτροπος Αργολίδος Κων. Ράδος, σε αναφορά του, προς τον Κυβερνήτη, από το Ναύπλιο, στις 30 Δεκεμβρίου 1829 [22], του έδινε, ακόμη, πιο σαφείς πληροφορίες, για τις συνωμοτικές ενέργειες των ξένων και κυρίως, του Άγγλου στρατηγού Γκόρντων:

«Διάφοροι ξένοι περιφερόμενοι, εις τας διαφόρους επαρχίας του κράτους και συ­χνά, μεταβαίνοντες, από Αίγιναν, εις Άργος και Ναύπλιον και ενταύθα, εις τα, εκείσε, κοινολογούν, ακαταπαύστως, τόσους δημεγερτικούς λόγους και πλαστάς ειδήσεις, ώστε είναι απορίας άξιον, πώς μέχρι τούδε το αποτέλεσμά των δεν διέγειρε τους λαούς, εις παντελή απειθαρχίαν διότι σιμά, εις τας αποτροπαίους φλυαρίας των, κατά των καθεστώτων, ότι είναι παράνομα, κηρύττουν, υπό το πρόσχημα θετικών ειδήσεων, εις τας συναναστροφάς των, και δια των ομοφρονούντων των, προς απαντάς, ότι η Κυβέρνησίς μας είναι αποδεδοκιμασμένη, από τας τρεις συμμάχους δυνάμεις και ότι, τούτου ένεκα, εδιώρισαν (οι ξένες δυνά­μεις) άλλην αρχήν, δια να δώσει και σύνταγμα, εις την Ελλάδα, το οποί­ον της αφαίρεσεν η καθεστώσα αρχή και άλλα παρόμοια ανατρεπτικά της ησυχίας, κακοβούλως, διασπέρνουν και τα οποία, μ’ όλην την αφοσίωσιν των λαών και ευχαρίστησίν των, εις την καθεστώσαν Κυβέρνησιν, κατά φυσικόν λόγον, είναι αδύνατον, αν δεν περισταλεί η τόλμη των, μέχρι τέλους, να μη κατασπαραχθεί, η μετά τοσούτους κόπους και ιδρώτας, ευτυχής εισαχθείσα πειθαρχία και αρμονία».

Ο Ράδος, στην συ­νέχεια, αναφέρει τις αντικαποδιστριακές ενέργειες του Άγγλου πρά­κτορα Thomas Gordon, τον οποίον ξένοι συγγραφείς τον χαρακτηρί­ζουν, ως θαυμαστή του Metternich και τουρκόφιλο, ο οποίος, μαζί με άλλους Άγγλους τον G. Lee, τον Finlay και τον Church, αποτελούσαν τους πιο σημαντικούς πράκτορες της Αγγλίας, στην Ελλάδα, και παρακινούσαν τους αντικαποδιστριακούς Έλληνες, που είχαν ιδρύσει το «πατριωτικόν κόμμα», όπως το ονόμαζαν, σε αντιδραστικές ενέργειες, εναντίον του Κυβερνήτη[23]:

«Μ’ όλον ότι παρασιωπώ ήδη τα ονόματα των όσοι ανεδέχθησαν το ολέθρων τούτο έργον δια να μας φέρουν εις την φρικτήν ανωμαλίαν, εκ της οποίας μόλις ηρχίσαμεν να ανασάνωμεν πώς, (και εννοεί τα ονό­ματα των Άγγλων πρακτόρων) ημπορεί κανείς να εκλάβει με αδιαφορίαν την εις Πελοπόννησον περιοδείαν του κυρίου Γόρδωνος, και τι εζήτει εις Πάτρας και μάλιστα εις Καλάβρυτα; 

Διατί όλοι οι τοιούτοι (εννοεί τους Έλληνες) έχουν σχέσεις και συναναστροφάς με τους εγνωσμένους δυσαρέστους; Και διατί οι τελευταίοι, μετά την αντάμωσίν των (με τον Gordon) διασπείρουν μυρίας απευκταίας ψευδολογήσεις; Και τι δηλοί το μερικόν δάνειον, το οποίον εδοκίμασαν να προ­βάλλουν κρυφίως εις μερικούς πολίτας οι κύριοι Λι και Μάσσων, και περί του οποίου εγκαίρως ειδοποιηθεί η Σεβαστή Κυβέρνησις; 

Αναμφι­βόλως εκ τούτων μόνον δύναται έκαστος να γνωρίσει, ότι υποκρύ­πτουν (οι Άγγλοι) ραδιουργικόν πνεύμα, επισκοπώ να δυνηθούν υπό διάφορα προσχήματα να εφελκύουν ει δυνατόν κόμμα του Έθνους και τελευταίον να ενεργήσουν την σκοπουμένην ανατροπήν των καθεστώ­των, δια να μας καταστήσουν και αύθις έρμαιον και παρανάλωμα της τρομερός αναρχίας…».

Ο πρώην προεστός της Λεβαδείας Νικόλαος Νάκος, σε αναφορά του προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια, από το Μεσολόγγι, στις 15 Ια­νουαρίου 1830[24], του έγραφε ποιος ήταν ο λόγος των επωνύμων Ελλή­νων, που ήσαν αντικυβερνητικοί: «… τον πειρασμόν τον έχουσιν εν όσω δεν απολαμβάνουν τα βεζιριέτια[25] τους, δηλαδή τας μακαρίτισας αυ­θαιρέτους εξουσίας των…». Και στη συνέχεια αναφέρεται στην περί­πτωση του Άγγλου Gordon: «Ο κύριος Παύλος Πονσιέρ, όστις έγινε προσήλυτος της ευθυδρομίας μου, αυθόρμητος ελθών μυστικώς μ’ είπεν ότι ο παγκάκιστος Γόρδων και ο Ρόμπινσον, προλαβόντως είχαν γράψει προς τους οπλαρχηγούς της Στερεάς Ελλάδος ερεθιστικός επιστολάς, πλήρεις αισχρολογιών και δημηγερσιών δια να μη δεχθούν τον νέο διοργανισμόν, ως αντιβαίνοντα την ελευθερίαν και την λαμπρότη­τα των θυσιών των αλλ’ όπως δύνανται να επιμένουσιν εις τα δίκαιά των και εις τας απαιτήσεις των, διότι εντός ολίγου τα πράγματα λαμβάνουσι μορφήν και ότι μετ’ ολίγον θέλει διαβώσιν ενταύθα (στο Ναύ­πλιο) και συνομιλήσωσιν… 

Αλλ’ όταν ήκουσαν ότι εδώ βασιλεύει ευνο­μία, ησυχία κ.τ.λ. φαίνεται να ήλλαξαν σχέδιον και ούτω μελετούν να απεράσουν εις Μύτικα και Δραγομέστον, όπου προσκαλέσαντες τους αποδοκιμασμένους αρχηγούς και στρατιώτας», τους παρακινούσαν να 

«κάμουν και αυτοί τας μυαράς συνδιαλέξεις των».

Μαυρομιχάλης Κωνσταντίνος, ελαιογραφία, Ελένη Προσαλέντη, 1899, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Στις 25 Μαρτίου του 1831 ο Ν. Παγκαλάκης, σε επιστολή του, από το Μαραθονήσι της Μάνης, προς τον Κυβερνήτη, του έγραφε ότι από πληροφορίες που του έδωσαν, τις οποίες όμως δεν μπόρεσε να εξα­κριβώσει, η οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων συνέχιζε την συνωμο­σία της [26], «… η φιλαργυρία και η φιλαρχία έκαμε τους μικρούς Μαυρομιχάλας να επιμείνωσι μέχρι τάδε εις τον ολέθριον σκοπόν των… Η εντεύθεν απελπισία των τους ηνάγκασε να προσφύγουν εις το σύνηθες καταφύγιόν των, τη νηπιότητα του εν Λιμένι όχλου και ακολουθούντες τα διαγεγραμμένα ίχνη της περισινής γενικής συνωμοσίας, ύψωσαν τας σημαίας των, διέσπειραν βοηθήματα Άγγλων, χρήματα εκ ζακύνθου, συνενόησιν με την’Υδραν και Σπέτσας και άλλα παρόμοια».

Ο Ιωάννης Μελάς, σε επιστολή του προς τον Αυγουστίνο Καποδί­στρια, από την Πάτρα, στις 4 Ιουλίου 1831, μεταξύ άλλων του έγραφε ότι η φοβερή αντικυβερνητική εφημερίδα του Πολυζωίδη «ο Απόλλων, με την ταραχοποιόν του λύραν, ταράττει και τας ενταύθα ακοάς και την λύραν αυτήν την χρεωστούμεν του ενταύθα προξένου της Μ. Βρετανίας. 

Μολονότι αυτή η βρομολύρα δεν αμφιβάλλω ότι κινείται από εξωτερικούς εχθρούς της Ελλάδος ελπίζω εις την θείαν Πρόνοιαν… να την συντρίψω…».

Ο Δ. Χοϊδάς, σε επιστολή του προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια 27], από την Τρίπολη, στις 10 Αυγούστου 1831, ανάμεσα σε πολλές άλλες σημαντικές πληροφορίες για την τραγική κατάσταση που επικρατούσε σε όλη τη χώρα, του έγραφε ότι οι Υδραίοι έλεγαν ότι «την φρεγάδαν (Ελλάς)[28] την έκαυσαν δι ‘ αδείας του πρέσβεως της Αγγλίας, όστις τους υπεσχέθη ότι τους δίδει άλλην» και η αστυνομία του Ναυπλίου είχε πλη­ροφορίες «ότι οι δύο πρέσβεις (Αγγλίας και Γαλλίας) έλαβαν μέρος με τους Υδραίους και ότι έγραψαν εις τον Ρίκορδ[29] να παύσει από τας κατ’ αυτών εχθροπραξίας του έως ότου να έλθει ο παρά των τριών δυνάμεων απεστελλόμενος πληρεξούσιος, όστις είναι ο ναύαρχος Άγγλος, της μοί­ρας τον Αιγαίον πελάγους…». 

Και πρόσθετε ότι στην ‘Υδρα είχαν κα­ταφθάσει «δύο πλοία γαλλικόν και αγγλικόν… και οι δύο ναύαρχοι (ο Άγγλος και ο Γάλλος) με τρόπον προσφέρουσι βοηθήματα εις την Ύδραν και τους λέγουσι να επιμένουν εις τον σκοπόν των και να μη φοβώνται διόλου, διότι επιτυγχάνουσι το ποθούμενον…»29α.

Ο διοικητής του Πόρου, σε αναφορά του προς τον Κυβερνήτην, της 22 Ιουλίου 1831, τον πληροφορούσε για την κατάσταση που επικρα­τούσε στο νησί, από τις ενέργειες του Μιαούλη, για την ετοιμαζομένη ανατίναξη των ελληνικών πολεμικών πλοίων και κυρίως της ναυαρχίδος «Ελλάς»[30]. 

Ο Ρώσος ναύαρχος Ρίκορδ προσπάθησε ματαίως να πείσει τον Μιαούλη να μην ανατινάξει το ιστορικό δίκροτο[31]. Και πρό­σθετε: «Ο Μιαούλης συνέρχεται συνεχώς μετά των προκρίτων του Πό­ρου και τους διδάσκει εις την γλώσσαν των. Κηρύττεται δε αναφανδόν ότι αι δύο άλλαι δυνάμεις – Αγγλία, Γαλλία – υπερασπίζονται τους επαναστάτας και η Κυβέρνησις κοπιάζει εις μάτην με τους Ρώσους». Ο Λάζαρος Κουντουριώτης, σε επιστολή του προς τους αντικαποδιστριακούς Ν. Γκίκα και Χ. Μέξη – τον Ιούλιον 1831, χωρίς ημερομη­νία – τους έγραφε ότι οι δυο αντιπρέσβεις της Αγγλίας και της Γαλλίας «εδέχθησαν τον αδελφόν του (Γεώργιον) και τους λοιπούς (αντικαποδιστριακούς) με φιλικά αισθήματα και εδικαίωσαν τα εύλογα ζητήμα­τά των… 

Η Κυβέρνησις εδυσαρεστήθη και εσκληρύνθη έτι μάλλον από τας προς αυτούς δεξιώσεις των αντιπρέσβεων, των υπερασπιστών τον Απόλλωνος…»[32].

 Ο Λεόντιος Καμπάνης, σε επιστολή του προς τον πρόεδρον του Ορφανοτροφείου, από την Αίγινα στις 31 Ιουλίου 1831, του έγραφε ότι όταν πήγε στη Σύρο [33], ο Αμβρόσιος Σκαραμαγκάς τον «προσκάλε­σε κατ’ ιδίαν και του είπεν ότι ο Κυβερνήτης είναι πεσμένος εντός του μηνός… και ότι και αν ακόμη δεν τον βλέπεις πεσμένον, ημείς εκλέγομε ιδικούς μας πληρεξουσίους και εις την πρώτην σννεδρίασιν της Συνε­λεύσεως πίπτει… 

Ο Λεοπόλδος όστις δεν εδέχθη τον θρόνον του Βελγί­ου θέλει έλθει εις την Ελλάδα και έως ου φθάσει, οι πρέσβεις των Δυνά­μεων (Αγγλίας-Γαλλίας) οίτινες επρότρεψαν τούτο το κίνημα θα λά­βουν τας ηνίας της Κυβερνήσεως εωσού φθάσει ο Λεοπόλδος!… 

Οι Υδραίοι χωρίς την σύμπραξίν των δεν ήθελαν κινηθεί…».

Ο αστυνόμος Αίγινας Γ. Φωτόπουλος, στις 4 Αυγούστου 1831, γρά­φει στον Κυβερνήτη, ότι αμέσως μετά την ανατίναξη των πολεμικών πλοίων από τον Μιαούλη στον Πόρο «υπήγαν έξω της Ύδρας δύο φρεγάται, αγγλική και γαλλική και εν βρίκιον και υπήγαν εις αυτάς οι πρό­κριτοι (της Ύδρας) και εκ των Ψαριανών ο Ν. Αποστόλου και Μοναρχίδης, ο Κοντόσταυλος και οι Ποριώτες και έμειναν μέσα πολλήν ώρα…».

Στις 5 Αυγούστου 1831, ο Θεόδωρος Ξένος, γράφει από τη Σύρο ότι «οι Υδραίοι έλαβαν αρκετάς ώρας συνδιάλεξιν εις Πόρον με τους ναυ­άρχους Άγγλον και Γάλλον…».

Στις 8 Αυγούστου 1831, ο Διοικητής Τήνου προς τον Κυβερνήτην, του έγραφε ότι μόλις έφθασε στο λιμάνι του νησιού ένα υδραίικο πλοίο οι αντιπρόξενοι της Αγγλίας, Γαλλίας και Ολλανδίας το χαιρέ­τισαν «δια της υψώσεως της σημαίας των, την οποίαν είχον υψωμένην μέχρις εσπέρας…». 

Πρόσθετε δε ότι είχε ακριβείς πληροφορίες «πως οι αντιπρόξενοι ούτοι συνήργουν όσα μυστικώς ηδύναντο, εις το να πείθωσι τον λαόν ότι το κίνημα των Υδραίων είναι ενεργούμενον δι ‘ άλ­λον δακτύλον…»[34].

Οι μαρτυρίες για την συνενοχή και των Άγγλων – εκτός από τους Γάλλους – δεν τελειώνουν εδώ. Αυτές που αναφέρθηκαν, όλες από τις ανέκδοτες πρωτογενείς πηγές, είναι τόσο σαφείς και κατηγορηματι­κές, ώστε δεν αφήνουν κενά και αμφιβολίες. Σαν επίλογο και επισφράγισμα, σε όσα αναφέρθηκαν καταγράφω μια επιγραμματική φράση του Λεοπόλδου, όπου κατηγορηματικά δήλωσε γιατί δεν αποδέχθηκε τον θρόνο της Ελλάδος. 

Όταν το 1863 ο νεοεκλεγμένος βασιλιάς της Ελλάδος Γεώργιος ταξίδευε για την Ελλάδα σταμάτησε στις Βρυξέλλες και επισκέφθηκε τον Λεοπόλδο. 

Ο Λεοπόλδος αποτεινόμενος στους Έλληνες, που αποτελούσαν τη συ­νοδεία του νέου βασιλέως, τους είπε: «Μία των κυριωτέρων αιτιών, δια τας οποίας απεποιήθην το στέμμα της Ελλάδος ήτο η πεποίθησίς μου ότι δεν θα ημπορούσα να πράξω ό,τι σκεπτόμουν αγαθόν εις τον τόπον σας… 

Η Αγγλία τότε δεν είχε απολύτως καμμίαν αγαθήν προαίρεσιν δια την Ελλάδα. Ακριβώς η τοιαύτη της Αγγλίας δυσμένεια με ηνάγκασε να αποποιηθώ της Ελλάδος»[35].

 Ελένη Ε. Κούκου

 Ομ. Καθηγήτρια του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Οι περιγραφές και οι πληροφορίες, που περιέχονται, στο παραπάνω, ιστορικό αφήγημα είναι σοβαρές και αξιόλογες και δείχνουν την κατεύθυνση και τους υποκινητές της δολοφονίας του Ιωάννη Καποδίστρια. Όμως, υπάρχει, πάντα, μια σημαντική εκκρεμότητα, η οποία αφορά το γεγονός ότι τα αρχεία του βρετανικού Foreig Office, για την του Ιωάννη Καποδίστρια, παραμένουν, εδώ και σχεδόν, δύο αιώνες να είναι αδημοσίευτα, επειδή οι βρετανικές κυβερνήσεις θεωρούν απόρρητο το πληροφοριακό υλικό, που υφίσταται, από εκείνη την πολύ μακρινή εποχή. Και αυτό συμβαίνει, μέχρι σήμερα και άγνωστο, έως πότε.




1900 (δεκαετία); Σμύρνη. Η ακριβής θέση, στην προκυμαία της πόλης, της οικίας Σεφεριάδη, όπως ήταν το πραγματικό επώνυμο του νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη. Στην φωτογραφία, φαίνεται το μεγάλο μπαλκόνι του σπιτιού, που κοιτούσε την θάλασσα να ξεχωρίζει, ανάμεσα, στο γαλλικό προξενείο και την διασημότερη μπυραρία της Σμύρνης, την «Αλάμπρα», (οι πληροφορίες, από την  έρευνα των Γ. Πουλημένου και Αχ. Χατζηκωνσταντίνου) 

Η Ιωάννα Τσάτσου, στο βιβλίο της «Ο αδελφός μου Γιώργος Σεφέρης», δίνει την περιγραφή : 

«Ένα μεγάλο σπίτι, με τρία πατώματα, με πλατιά μαονένια σκάλα. Στα υπόγεια, οι αποθήκες. Εκεί, έμπαιναν οι σοδιές της χρονιάς. Στο πρώτο πάτωμα, προθάλαμος, το χωλ, η τραπεζαρία, με τα πορτρέτα των παππούδων και τις βαθιές πολυθρόνες, η σάλα, το σαλόνι. Ήταν και μια υπαίθρια μικρή αυλή, με την φανταχτερή γλυσίνα, την γούρνα και την βρύση της. Στο δεύτερο πάτωμα, το δωμάτιο των εικονισμάτων, οι κρεβατοκάμαρες. Μια μεγάλη κάμαρα, με το κλειστό μπαλκόνι, προς τον δρόμο, προς την θάλασσα, όπου τα τρία παιδιά παίζαμε».

Το περιβάλλον χαρακτηριζόταν,  από έντονη θρησκευτικότητα, καθώς όλο το σπίτι μοσχοβολούσε θυμίαμα, ενώ για τα «κονίσματα», υπήρχε ιδιαίτερη κάμαρα, πράγμα, όχι σπάνιο, στην κοινωνία της Σμύρνης, που αγαπούσε και σεβόταν τις κατ’ οίκον εκκλησίες. Ο ίδιος ο Σεφέρης αποκαλούσε το σπίτι, φυλακή. Τα παιδικά του χρόνια σημαδεύουν οι καβγάδες των γονιών και κυρίως, η καταπίεση· ο πατέρας του απαιτούσε να είναι τέλειος μαθητής (δεν ήταν), φθάνοντας στο σημείο να του σκίζει τις εκθέσεις. Το φθινόπωρο του 1913, εξαιτίας των Βαλκανικών Πολέμων, ο Σεφέρης φοβόταν, ακόμη και να κυκλοφορήσει, έξω, κρατώντας ελληνικά βιβλία, γιατί οι Τούρκοι, σε σταματούσαν και τα κατέστρεφαν. Το καλοκαίρι του 1914, θα αδειάσουν το σπίτι, συσκευάζοντας τα πάντα, σε κάσες και θα μετακομίσουν, στην Αθήνα. Πριν φύγουν, η Τσάτσου γράφει ότι ο αδελφός της έκαψε, στην μικρή αυλή, τα σχολικά βιβλία, βγάζοντας το άχτι του. (Ήσαν τουρκικά).

Οι δικοί του επέστρεψαν, για λίγο, στα χρόνια, που ήσαν οι Έλληνες, στην Σμύρνη (1919-1922), όμως, το σπίτι είχε, πια, πωληθεί. Αν και κανείς τους δεν έζησε, από κοντά την Καταστροφή του 1922 και την φωτιά, που το κατέκαψε, βίωσαν την κατοπινή ανέχεια, εξαιτίας της απώλειας της περιουσίας τους.




1904. Άρτα. Ο Αμυντικός Στρατώνας, με δύο ευζώνους.






Κάρολος Κουν του Ερρίκου (Προύσα, 13 Σεπτεμβρίου 1908 - Αθήνα 14 Φεβρουαρίου 1987). Ήταν Έλληνας θεατρικός σκηνοθέτης, εβραϊκής καταγωγής. Ο Κάρολος Κουν γεννήθηκε, στην Προύσα της Μικράς Ασίας,  Φοίτησε στη Ροβέρτειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης και σπούδασε αισθητική, στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Το 1929, διορίστηκε καθηγητής αγγλικών, στο Κολλέγιο Αθηνών. Η πρώτη του εμφάνιση, ως σκηνοθέτη, ήταν, στο τέλος του ταξιδιού του Σέριφ και με μαθητές του, από το Κολλέγιο, παρουσίασε έργα του Αριστοφάνη (Όρνιθες, Βάτραχοι, Πλούτος) και του Σαίξπηρ (Όνειρο Θερινής Νυκτός). Ίδρυσε την Λαϊκή Σκηνή (1934-36) και συνεργάστηκε, με διάφορους θιάσους (Κατερίνας, Κοτοπούλη, κ.ά.). Το 1942, ίδρυσε το Θέατρο Τέχνης, όπου και ανέβασε Ίψεν, Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, Πιραντέλλο και μετά την απελευθέρωση, για πρώτη φορά, στην Ελλάδα, Λόρκα, Τένεσι Ουίλιαμς, Μίλερ κ.ά. Επίσης, το ίδιο έτος (1942) ίδρυσε την Δραματική Σχολή του θεάτρου του, στην οποία μαθήτευσαν οι σημαντικότεροι σκηνοθέτες και ηθοποιοί της μεταπολεμικής γενιάς. Οικονομικές, όμως, δυσχέρειες ανάγκασαν το Θέατρο Τέχνης να διαλυθεί (1949), το οποίο άνοιξε, πάλι, το 1954, σε μορφή κυκλικού θεάτρου. Την περίοδο εκείνη (1950-53) ο Κουν συνεργάστηκε, με το Εθνικό Θέατρο, σκηνοθετώντας Τσέχωφ (Ο θείος Βάνιας, Οι τρεις αδερφές), Πιραντέλο (Ερρίκος Δ΄), κλπ. Με μαθητές της Δραματικής Σχολής του, όταν συγκρότησε και πάλι, το 1954, το Θέατρο Τέχνης, με την μορφή κυκλικού θεάτρου, εκτός τους παλαιούς συγγραφείς, ο Κουν παρουσίασε τα καινούργια ρεύματα του ξένου μεταπολεμικού θεάτρου (Μπρεχτ, Ιονέσκο, Μπέκετ, Πίντερ, Ντάριο Φο, Αραμπάλ κ.ά.) και παράλληλα, παρουσίασε έργα πολλών νέων Ελλήνων προικισμένων συγγραφέων - Σεβαστίκογλου, Καμπανέλλη, Κεχαΐδη, Σκούρτη, Αναγνωστάκη και Ευθυμιάδη, επιστρέφοντας, σε έργα των αρχαίων τραγικών και του Αριστοφάνη. Από το 1957, ανεβάζει αρχαίο δράμα, αρχικά, στο θέατρό του, παρουσίασε τον Πλούτο και το 1959, τους Όρνιθες του Αριστοφάνη, που θεωρήθηκε παράσταση - σκάνδαλο, λόγω της πρωτοποριακής της μορφής, και στην, συνέχεια, στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, για να συνεχίσει, στο "Θέατρο των Εθνών" του Παρισιού, Λονδίνο, Ζυρίχη, Μόναχο, Μόσχα, Λένινγκραντ, Βαρσοβία, Βενετία, Φεστιβάλ Βιέννης, Διεθνές θεατρικό Φεστιβάλ Βελιγραδίου, Ελληνική Εβδομάδα του Ντόρτμουντ, Φεστιβάλ Φλάνδρας και σκανδιναβικές πρωτεύουσες, με τα έργα "Όρνιθες", "Πέρσες (Αισχύλου)", "Επτά επί Θήβας", "Αχαρνής", "Οιδίπους Τύραννος", "Λυσιστράτη", "Βάκχες" και "Ειρήνη". Επίσης, παρουσίασε έργα ξένων συγγραφέων, όπως των Ουάιλντερ (Μικρή μας πόλη), Σαρτρ (Κεκλεισμένων των θυρών), Πάτρικ (Αυγουστιάτικο φεγγάρι), Ουίλιαμς (Ξαφνικά, πέρσι το καλοκαίρι, Τριαντάφυλλο, στο στήθος, Καλοκαίρι και καταχνιά), Μπρεχτ (Ο κύκλος, με την κιμωλία, Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν), Ιονέσκο (Ρινόκερος), Μίλερ (Ο θάνατος του εμποράκου), Ο' Νιλ (Ο παγοπώλης έρχεται), Μπέκετ (Περιμένοντας τον Γκοντό), Πίντερ, Άλμπι, Αραμπάλ, Ζενέ, Βάις, κ.ά. Οι περισσότεροι, μάλιστα, απ' αυτούς τους συγγραφείς πρωτοπαρουσιάστηκαν, στην Ελλάδα, από το Θέατρο Τέχνης. Παράλληλα, σκηνοθέτησε έργα νέων Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων, όπως των Καμπανέλλη, Κεχαΐδη, Σκούρτη, Σεβαστίκογλου, Αρμένη, Λ. Αναγνωστάκη (Η αυλή των θαυμάτων, Αγγέλα, Η πόλη, Βαβυλωνία, κλπ.). Από τα έργα, που σκηνοθέτησε, τα τελευταία χρόνια ξεχωρίζουν : Το παιχνίδι της σφαγής του Ε. Ιονέσκο (1970-71), Τρωίλος και Χρυσηίδα του Σαίξπηρ (1972-73), Ο τρόμος και η αθλιότητα του Γ΄ Ράιχ του Μπ. Μπρεχτ (1974-75), Τρεις αδερφές του Α. Τσέχοφ (1975-76), Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, του Κ. Βάρναλη (1976-77), Ο αυτόχειρ, του Ν. Έρντμαν (1977-78), Τα τέσσερα πόδια του τραπεζιού, του Ι. Καμπανέλλη (1978-79), Δάφνες και Πικροδάφνες, των Δ. Κεχαΐδη - Ε. Χαβιαρά (1979-80), Το σόι, του Γ. Αρμένη (1980-81), Το Πιστοποιητικό, του Ν. Έρντμαν (1981-82), Το Πανηγύρι, του Δ. Κεχαΐδη (1982-83), Θαμμένο παιδί, του Σ. Σέπαρντ (1983-84), Ούτε κρύο, ούτε ζέστη, του Φ. Κρετς (1984-85), Ριχάρδος Γ΄, του Σαίξπηρ (1985-86), Εσωτερικές φωνές, του Ε. ντε Φιλίππο (1986-87), Ο ήχος του Όπλου, της Λ. Αναγνωστάκη (1986-87). Το Θέατρο Τέχνης συμμετείχε, σε πολλά ελληνικά (Αθηνών, Επιδαύρου, Φιλίππων κ.ά.) και ξένα (Λονδίνου, Παρισιού, Μονάχου, Βιέννης κ.ά.) Φεστιβάλ. Το 1984, το ελληνικό κράτος παραχώρησε έναν χώρο, στην Πλάκα, για την ανέγερση του θεάτρου Κ. Κουν. Τιμήθηκε, με το παράσημο Φοίνικα, το Αργυρό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών και το βραβείο Θεάτρου των Εθνών. Με την διαθήκη του, που δημοσιεύτηκε, λίγες ή μέρες, μετά τον θάνατό του, τον Φεβρουάριο του 1987, κληροδότησε τον τίτλο Θέατρο Τέχνης, στους Γ. Λαζάνη, Μ. Κουγιουμτζή και Γ. Αρμένη, με την προτροπή να συνεχίσουν την συνεργασία τους, στο Θέατρο Τέχνης Κ. Κουν. Έγραψε τις μελέτες «Η αρχαία τραγωδία - κωμωδία» και «Ο σκηνοθέτης και το αρχαίο δράμα». Υπήρξε γεγονός πως, ως σκηνοθέτη, τον Κουν απασχολούσε το σύγχρονο νεοελληνικό έργο, η νεοελληνική θεατρική παράσταση, το αρχαίο δράμα και το κλασσικό θέατρο, σε σύγχρονη απόδοση. Ο Κάρολος Κουν ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών (οδό Λυκαβηττού) και μιλούσε, επίσης, αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Προς τιμήν του, θεσμοθετήθηκαν τα Βραβεία Κάρολος Κουν.



1917. Θεσσαλονίκη. Στην οδό Κ. Μελενίκου. Στο βάθος, διακρίνεται ο μιναρές του τζαμιού Ικι Λουλέ.



1921. Ο Νέστωρ Μάχνο, αριστερά. 

Στις 28 Αυγούστου 1921, ο Νέστωρ Μάχνο διασχίζει, οριστικά, τα σύνορα και καταφεύγει, στο εξωτερικό, για να είναι ασφαλής. Από τον Νοέμβριο του 1920, δηλαδή, σχεδόν ενός έτους και μόλις, ο ο μοναρχικός στρατός του στρατηγού Βράνγκελ ηττήθηκε, σχεδόν, από το πλήρες έργο των αναρχικών Μαχνοβιτών, ο στρατός  των Μπολσεβίκων διεξήγαγε μια, εντελώς, άνιση μάχη εναντίον των στρατευμάτων του Μάχνο, που ήσαν εξαντλημένοι, από την μάχη εναντίον του Βράνγκελ. Τον Νοέμβριο του 1920, οι Μπολσεβίκοι είχαν, ήδη, αναπτύξει μια επιβλητική δύναμη, στην Ουκρανία, για να συντρίψουν τους αναρχικούς. Μέχρι τον Μάιο του 1921, μετά την σφαγή των ναυτών, στην εξέγερση  της Κροστάνδης, που πραγματοποιήθηκε, τον Μάρτιο του 1921, ο Νέστωρ Μάχνο τραυματίστηκε, στο ένα πόδι και παρενοχλήθηκε, από τις δυνάμεις των Μπολσεβίκων, για να τον δολοφονήσουν, πάση θυσία. Ο Νέστωρ Μάχνο κατάφερε να επιφέρει αρκετές ήττες, στις δυνάμεις των Μπολσεβίκων, αλλά ο αριθμός τους ήταν τόσο μεγάλος, που η μάχη ήταν, μεταξύ εντελώς, άνισων δυνάμεων.ητοι 3.000 Μαχνοβιστές, εναντίον ενός στρατού 150.000 στρατιωτών Μπολσεβίκων.

Μέχρι τον Ιούλιο του 1921 οι δυνάμεις του Νέστωρ Μάχνο αγωνίστηκαν και τον Αύγουστο του 1921, σε μια άνιση μάχη και με όλα τα στρατεύματά του εξαντλημένα, εναντίον του μαρξιστικού εχθρού, ο Νέστωρ Μάχνο καταφέρνει να περάσει, στο εξωτερικό πυροβολισμός στο κεφάλι, πληγή, από σπαθί, στο πρόσωπο, σπασμένος αστράγαλος και έξι μικροτραυματισμοί, στο ένα πόδι. Ο Νέστωρ Μάχνο δεν θα μπορεί, πλέον, να επιστρέψει, στην Ουκρανία, αλλά, εκεί, η μνήμη του παραμένει, όπως ήταν : ο αδερφός, που υπερασπίστηκε την ελευθερία του λαού, απέναντι στους εχθρούς του, τα στρατεύματα των μοναρχικών Γκριγκόριεφ, του Ντενίκιν, του Βράνγκελ και φυσικά του μαρξιστικού εχθρού,  του στρατού του Λεβ Νταβίντοβιτς Τρότσκυ.





1922. Έλληνες τραυματίες στρατιώτες, με ακρωτηριασμενα πόδια, έχουν επιστρέψει, στην κυρίως Ελλάδα. Η κυβέρνηση των βασιλοφρόνων τους υποσχέθηκε, πως αν προελάσουν εναντίον της Άγκυρας και την καταλάβουν, ο Μουσταφά Κεμάλ θα παραδοθεί.  Μάταια, όμως. Πολέμησαν, με όλες τους τις δυνάμεις, το 1921, μέσα από την Αλμυρά έρημο, αλλά η κυβέρνηση δεν είχε εφόδια να τους στείλει, για να ολοκληρώσουν το έργο τους. Παρέμειναν άπραγοι έναν ολόκληρο χρόνο, έως το 1922, περιμένοντας την καταστροφή.



1923. Έλληνες στρατιώτες αιχμάλωτοι των Τούρκων, σε άθλια κατάσταση, κατά την επιστροφή τους, στην, κυρίως, Ελλάδα, από την Μικρά Ασία, μετά την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης της Λωζάνης. Οι Τούρκοι όσους Έλληνες στρατιώτες αιχμαλώτισαν, τους έβαλαν να δουλέψουν, σε καταναγκαστικά έργα, για να "χτίσουν, όσα κατέστρεψαν, στην Τουρκία". Περίπου. 20.000 υπολογίζονται οι Έλληνες αιχμάλωτοι στρατιώτες, με μόνο τους μισούς, περίπου, να επιστρέφουν, στην Ελλάδα, μετά το 1923. Οι Τούρκοι, στην ερώτηση, που είναι οι άλλοι μισοί, απλά, απάντησαν πως: "Αυτοί είναι, δεν υπάρχουν άλλοι". Χιλιάδες πέθαναν, από τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης, ή από εκτελέσεις.




1922. Θεσσαλονίκη. «Δεκαπέντε μέρες μείναμε στα βαπόρια. Έπειτα φτάσαμε στον Πειραιά. Απ' τον Πειραιά μόνο τα σύρματα ξέρω. Στα σύρματα είκοσι μέρες μας κρατήσανε. Αμάν, πολύ μας ρεζιλέψανε, πολύ μας βασανίσανε. Μας βάλαν στη σειρά. Τα μικρά και τις γριές απ' τη ρίζα μας κουρεύανε. Έκλαιγα, φώναζα: — Ψάξε με, δες με, δεν έχω ψείρες! Με το ζόρι με κουρέψανε. Σαν κολοκύθι με κάνανε. Πολύν καιρό έπειτα ντρεπόμουνα να βγω στην αγορά να ψουνίσω. 

      Μας γδύσανε. Ό,τι φορούσαμε στον κλίβανο, άντε, τα βάλανε. Παπούτσια δεν είχαμε έπειτα να φορέσουμε. Μας δίνανε να φάμε. Είχαμε και μαζί μας. Όμως στην καραντίνα μεγάλο ρεζιλίκι, μεγάλο σεφιλίκι [=κακοπάθεια] ήτανε. Είκοσι μέρες κράτησε.

      Από τον Αι-Γιώργη, απ' τον Πειραιά, μας βάλανε στο βαπόρι, στη Θεσσαλονίκη μας φέρανε. Μας βγάλανε και μας αφήσανε. Στα σοκάκια της Θεσσαλονίκης μας αφήσανε. Στα σοκάκια της Θεσσαλονίκης πεταμένοι ήμαστε. Έτσι ξαπλωμένοι, μέσα στα σοκάκια. Περνούσε κόσμος και μας έβλεπε. Αμάν, ρεζιλίκι!

      Πέρασε ένας άντρας, ένας τρανός. Μας πέταξε μια πεντάρα. Έπιασα την πεντάρα, φώναζα, έκλαιγα: —Εμείς έχομε λεφτά! Εμείς έχομε να φάμε! Αφήσαμε τα σπίτια μας, τόσα αμπέλια αφήσαμε! Δεν είμαστε ζητιάνοι εμείς! — Άσε την πεντάρα. Ησύχασε έλεγε η μητέρα μου. Η μάνα μου άρρωστη ήταν. Ένα κουβάρι μαζεμένη καθότανε. 

      Περνούσε ο κόσμος. Μας βλέπανε από μακριά. Δεν ερχόντανε κοντά μας: 

      — Προσφυγιά! προσφυγιά! λέγανε και περνούσανε»....


(Μαρτυρία Καλλισθένης Καλλίδου, από τo χωριό Φερτέκι της Καππαδοκίας, κοντά, στην Νίγδη).

«Προσφύγων μνήμες».







1933, Αθήνα. Στην πλατεία Κάνιγγος. Βλέπουμε τις αφετηρίες των λεωφορείων , προς τα βόρεια προάστια. Η αλάνα-χώρος στάθμευσης λεωφορείων βρισκόταν, στην γωνία Χαλκοκονδύλη και Τζώρτζ. Το τμήμα αυτό της Χαλκοκονδύλη, μεταξύ Κάνιγγος και Τζώρτζ, έχει σήμερα καταργηθεί και ο χώρος έχει ενσωματωθεί στην πλατεία.

Τα δύο κτίρια, αριστερά της αλάνας, θακατεδαφιστούν, μέσα σε μια πενταετία, από τη λήψη αυτής της φωτογραφίας, για να ανεγερθεί το κτίριο του πρώην Υπ. Εμπορίου, πο ολόκληρο το τετράγωνο. Η κατασκευή του ξεκίνησε, κάπου, μεταξύ 1938 και 1940, αλλά διακόπηκε σε πρώιμο στάδιο από τον πόλεμο. Η ανέγερση του κτιρίου του Υπουργείου Εμπορίου, στην πλατεία Κάνιγγος, ξεκίνησε  βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Κριεζή (1880-1947), απόφοιτου της σχολής του Μονάχου, πρώιμου εκφραστή μιας τάσης που επιδιώκει τη λειτουργικότητα και την αξιοποίηση των μοντέρνων δομικών υλικών, σε συνδυασμό με την αναζήτηση μιας "ελληνικότητας". Η ανέγερσή του ολοκληρώθηκε μεταπολεμικά (1946-1949), ενώ επακολούθησαν και άλλες επεμβάσεις (1960-1962, δεκαετία 1970), με τροποποιήσεις και προσθήκες ορόφων.Το νεοκλασικό αριστερά από την οδό Κάνιγγος με την ωραιότατη βεράντα στον τελευταίο όροφο καταστράφηκε στα Δεκεμβριανά.


Πηγή: αρχείο των ΗΕΜ-ΗΛΠΑΠ. Περιλαμβάνεται, στο λεύκωμα "ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΜΦΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΜΕΤΡΟ-170 ΧΡΟΝΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΑΘΗΝΩΝ-ΠΕΙΡΑΙΩΣ-ΠΕΡΙΧΩΡΩΝ"(εκδόσεις ΜΙΛΗΤΟΣ).







Απρίλιος 1941. Θεσσαλονίκη. Γερμανός στρατιώτης φωτογραφίζεται, ανάμεσα σε δύο Έλληνες στρατιώτες. Το σημείωμα, στο πίσω μέρος της φωτογραφίας, λέει τα εξής: "Νοσοκόμος Καραγκούνης Νικόλαος, χωριόν Λειβαδοχώριον, Επαρχίας Νιγρίτης, Σέρρες". Και στα Γερμανικά: Saloniki, Griechenland". Πιθανότατα, οι στρατιώτες αυτοί γνωρίστηκαν, μεταξύ τους, με αποτέλεσμα μια αναμνηστική φωτογραφία.





12/9/1943. Η επιτυχημένη Επιχείρηση «Δρυς», με την οποία απελευθερώθηκε o Βenito Mussolini, που εικονίζεται, μετά την απελευθέρωσή του, με τον Γερμανό αξιωματικό των καταδρομικών δυνάμεων των Waffen SS Otto Skorzeny, που τον έβγαλε, από την φυλακή, όπου τον είχαν κλεισμένο. Η photo τραβήχτηκε, στο ξενοδοχείο Campo Imperatore, που βρίσκεται, στο ομώνυμο οροπέδιο, στο κέντρο του Γκραν Σάσσο.








14/9/1944 Γιαννιτσά. "Να σκάψετε έναν λάκκο, που να χωράει 500 άτομα" : Οι Γερμανοί και ταγματασφαλίτες με επικεφαλής το δήμιο των SS Fritz Schubert και τον ναζιστή συνεργάτη των κατακτητών Γεώργιο Πούλο, κυκλώνουν την πόλη και δολοφονούν 104 ανθρώπους, αφού, προηγουμένως, τους έβαλαν να σκάψουν τον λάκκο. 

Νωρίς το πρωί, μπήκαν, στην πόλη και μέσα, σε λίγες ώρες, πραγματοποίησαν την σφαγή. Είχε προηγηθεί η σφαγή, στον Χορτιάτη Θεσσαλονίκης. Τα θύματα δολοφονήθηκαν, μετά απο φρικτά βασανιστήρια. Οι ναζιστές του , Σούμπερτ και οι ταγματασφαλίτες του Πούλου τους έβαλαν να σκάψουν τάφους, πριν τους εκτελέσουν. Ο αρχιδολοφόνος ναζί Fritz Schubert είχε συγκροτήσει την "Καταδιωκτική Ομάδα Schubert" (Jagdkommando Schubert), ειδικό στρατιωτικό σώμα, για καταδίωξη ανταρτών. Πολλοί ήσαν Έλληνες κατάδικοι, για βαριά εγκλήματα, που αποφυλακίστηκαν, με αντάλλαγμα την συμμετοχή τους, στην ομάδα του Schubert. 

Οι δολοφόνοι του Schubert έδρασαν, σε Κρήτη και Μακεδονία. Στο τέλος του πολέμου, προσπάθησε να διαφύγει, το κατάφερε, αλλά επέστρεψε, με ψεύτικο όνομα, όμως, τον αναγνώρισαν και  τον συνέλαβαν. Εκτελέστηκε, το 1947. Αλλά, σχεδόν όλοι οι "πατριώτες" ταγματασφαλίτες της, υπεύθυνης, για αμέτρητα εγκλήματα, "Jagdkommando Schubert¨, έμειναν  ατιμώρητοι, από το ελληνικό κράτος. Κάποιοι διέφυγαν, στο εξωτερικό, άλλοι κατέφυγαν, στο Άγιο Όρος, ενω άλλοι εκτελέστηκαν, απο συγγενείς των θυμάτων τους. 

Ο Γεώργιος Πούλος ήταν απόστρατος αντιβασιλικός αξιωματικός, φανατικός χιτλερικός, με μεγάλη ιστορία εγκληματικής δράσης. Συμμετείχε, στο στρατιωτικό κίνημα του Πάγκαλου, το 1925. Μετά το αποτυχημένο Βενιζελικό κίνημα του 1935, αποτάχθηκε, από το στράτευμα. Υπήρξε στέλεχος της φασιστικής οργάνωσης ΕΕΕ (Εθνική Ένωσις Ελλάς), που πρωτοστάτησε, με την βοήθεια του επίσημου κράτους, σε επιθέσεις, κατά του εργατικού κινήματος, φτωχών Εβραίων (εμπρησμός του Κάμπελ το 1931) κ.α. Με την φασιστική δικτατορία της 4ης Αυγούστου, η ΕΕΕ ενσωματώθηκε και τυπικά, στον κρατικό μηχανισμό.

Όταν οι Γερμανοί μπήκαν, στην Ελλάδα, εμφανίστηκε, με νέο όνομα, καθαρά χιτλερικό : "Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα Ελλάδος". Ο Πούλος ήταν ενταγμένος, στην οργάνωση. Το 1943, ίδρυσε και δική του ένοπλη δωσιλογική οργάνωση, με την ονομασία "Εθελοντικό Τάγμα Πούλου"("Poulos Verband"), που εξοπλίστηκε, από τους Γερμανούς, απέκτησε γερμανικές στολές, με τα διακριτικά ΕΕΣ ("Εθνικός Ελληνικός Στρατός") και συμμετείχε. σε διάφορες επιχειρήσεις του γερμανικού στρατού Κατοχής, στην Μακεδονία. Την περίοδο 1943-1944 το "Τάγμα Πούλου" πρωτοστάτησε, σε λεηλασίες, εμπρησμούς, δολοφονίες και ξυλοδαρμούς, εναντίον Ελλήνων, δρώντας, μόνο του, ή, σε συνεργασία, με τους Γερμανούς. Ο Πούλος, επειδή έβγαζε λόγους, στα χωριά, για ναζιστική προπαγάνδα, απέκτησε το ψευδώνυμο "Φον Πούλος". Τέτοια αποβράσματα ήσαν οι "εθνικόφρονες", απο το "Τάγμα Πούλου", που, ακόμη και υπηρεσίες των Γερμανών σημείωναν ότι "καταφθάνουν πληροφορίαι ότι ο Πούλος χρηματίζεται, ασυστόλως, λεηλατών και αυτάς ακόμη τας προίκας κορασίδων, εις τα χωρία, όπου δρώσι τα τμήματά του. Το Τμήμα Τύπου  υπηρεσίας βομβαρδίζεται, παρ’ αυτού και με διάφορα άρθρα. Δεν είναι δημοσιεύσιμα".  Σύμφωνα, με Βρετανική έκθεση, ο Πούλος ήταν ένας "από τους χειρότερους δωσίλογους του στρατού, στην Ελλάδα". Αρχές του 1943, περιγράφεται ως "αρχηγός των Ελλήνων πρακτόρων, στην γερμανική υπηρεσία κατασκοπείας της Θεσσαλονίκης”. Όταν οι Γερμανοί έφυγαν, από την Ελλάδα, ο Πούλος τους ακολούθησε, με το τάγμα του και συμμετείχε, μαζί τους, σε μάχες, εναντίον των ανταρτών του Τίτο, στην Σλοβενία. Τελικά, εγκαταστάθηκε, στην Αυστρία και συμμετείχε, με άλλους Έλληνες ναζιστές, στη ναζιστική "κυβέρνηση" Τσιρονίκου, συνεχίζοντας την ναζιστική προπαγάνδα. Συνελήφθη και εκδόθηκε, στην Ελλάδα. Τον Οκτώβριο του 1945, έφθασε, στις εφημερίδες της Θεσσαλονίκης, η είδηση ότι, περίπου, 200 άνδρες του Πούλου είχαν μεταφερθεί, από την Γερμανία και βρίσκονταν, στην Πάτρα. Πολύ γρήγορα (13 Δεκεμβρίου 1945), το Τμήμα Μεταγωγών της Αθήνας απελευθέρωσε 70 και λίγο αργότερα (15 Δεκεμβρίου), το Τμήμα Μεταγωγών του Πειραιά απελευθέρωσε άλλους 15! Όλα έγιναν, με απόφαση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος διατήρησε προφυλακιστέους, μόνο αυτούς, για τους οποίους είχαν βγει εντάλματα σύλληψης, από τον Ειδικό Επίτροπο Δωσιλόγων Θεσσαλονίκης. Οι περισσότεροι εγκληματίες Πουλικοί, εκμεταλευόμενοι το ανέλπιστο δώρο, που τους προσφέρθηκε, έσπευσαν να εξαφανιστούν. Ο ναζιστής Γεώργιος Πούλος οδηγήθηκε, σε δίκη, το 1947, υποστηρίζει ότι είναι ... πατριώτης, που πολέμησε τον κομμουνισμό και αθωώνεται, με συντριπτική πλειοψηφία (4-1)! Ακολουθεί δεύτερη δίκη, στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων Θεσσαλονίκης, όπου καταδικάζεται, σε θάνατο. Τελικά, εκτελέστηκε τον Ιούνιο του 1949. Όμως, σχεδόν, όλοι οι συγκατηγορούμενοί του κατάφεραν να γλιτώσουν, με πολύ ελαφρύτερες ποινές. Οι περισσότεροι (ακόμη και περιπτώσεις, που είχαν καταδικαστεί, σε 20 χρόνια κάθειρξη) κυκλοφορούσαν ελεύθεροι 1-3 χρόνια, μετά την δίκη!

Πηγές:"14/9/1944 : Η σφαγή στα Γιαννιτσά - Εθνική Αντίσταση-ΔΣΕ. "αστικός κόσμος και οι ταγματασφαλίτες", “Ριζοσπάστης”,"Ο ναζιστής Πούλος και η εγκληματική του δράση, στην Μακεδονία”, «Φάρος του Θερμαϊκού. Γερμανική στολή στη ναφθαλίνη : Επιβιώσεις δωσιλογισμού, στην Μακεδονία». Σ. Δορδανάς.



Οκτώβριος 1944. Λαμία. Ελασίτισσες, με τον οπλισμό τους.




13 - 16 Σεπτεμβρίου 1944. Μελιγαλάς. Η μάχη και η σφαγή των αιχμαλώτων και των αμάχων.

Οι ταγματασφαλίτες αναδιπλώθηκαν, σχεδιασμένα, μετά την μάχη της Καλαμάτας, από όλες τις βάσεις (με εξαίρεση την περιοχή των Γαργαλιάνων) και έσπευσαν να οχυρωθούν, στον Μελιγαλά, ορισμένοι και με τις οικογένειές τους. Μέχρι να φτάσουν, στο «άντρο» τους, προβαίνουν, σε δολοφονίες πατριωτών. Η μάχη έγινε, πλέον, αναπόφευκτη, καθώς οι ταμπουρωμένοι αρχηγοί των ταγματασφαλιτών επέμεναν, στην σύγκρουση, απορρίπτοντας κάθε μεσολαβητική προσπάθεια. Ο Σπύρος Ξιάρχος γράφει, για το θέμα αυτό, στο βιβλίο του «Η αλήθεια για το Μελιγαλά»: «Το απόγευμα της παραμονής της επίθεσης φθάνει, στον Μελιγαλά, ο αρχιμανδρίτης Ιωήλ Γιαννακόπουλος (αδελφός του συνταγματάρχη διοικητή του ΕΣ), μαζί με το Βρετανό ταγματάρχη Willis, αργότερα, βουλευτή του Εργατικού Κόμματος και το λοχαγό Gibson και προτείνουν, στους ταγματασφαλίτες, να παραδώσουν την πόλη και να μεταφερθούν, με εγγύηση των Άγγλων αξιωματικών, σε στρατόπεδο, για να παραδοθούν στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος, η οποία θα αποφάσιζε, για την τύχη τους.

Δυστυχώς, οι προτάσεις αυτές απορρίφθηκαν, με πρωταγωνιστές τους, περί τον Νομάρχη Δ. Περρωτή και τον λοχαγό Θεφάνους, οι οποίοι είχαν φθάσει, εκεί, μετά την μάχη της Καλαμάτας, δια της σιδηροδρομικής γραμμής. Αργότερα, γυναίκες, από τα γύρω χωριά, Ανθούσα, Σολάκι, Ζευγολατιό, στάλθηκαν, στον Μελιγαλά, να πείσουν τους άνδρες και τους συγγενείς τους, να εγκαταλείψουν την πόλη και τους δόθηκαν εγγυήσεις, για την ζωή τους, τονίζοντας ότι, σε λίγες ημέρες, θα αρχίσει η επίθεση και ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Η απάντηση ήταν αρνητική».

Για την οχύρωση του Μελιγαλά, ο Σπ. Ξιάρχος γράφει: «Ο Μελιγαλάς ήταν κλεισμένος, με μάντρα, γύρω-γύρω και κατά διαστήματα, είχε ημικυκλικά ταμπούρια, μέσα, στα οποία είχαν εγκατασταθεί φωλιές πολυβόλων. Φωλιές πολυβόλων (οπλοπολυβόλα) είχαν εγκατασταθεί και σε πολλά σπίτια, γύρω, από τον Άγιο Λιά.

Υπήρχε καλή ορατότητα, γύρω από την οχύρωση, γιατί είχε γίνει αποψίλωση και είχαν γκρεμιστεί όλες οι μάντρες. Το ύψωμα του Αγίου Λιά ήταν, καλύτερα, οχυρωμένο και υπήρχαν, γύρω συρματοπλέγματα. Την παραμονή της μάχης, έξω από την οχύρωση, πίσω από τα δέντρα, ή πτυχώσεις του εδάφους, που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν, από τους επιτιθέμενους, τοποθετήθηκαν αυτοσχέδιες νάρκες (δυναμίτιδα, μέσα σε κουτιά, από γάλα), για τις οποίες δεν είχαν πληροφορίες οι επιτιθέμενοι».

Η επίθεση εκδηλώθηκε, γύρω στις 5 το πρωί της 13ης Σεπτεμβρίου 1944. Με την έναρξη της επίθεσης, ένας αντάρτης πάτησε, μια, από τις νάρκες, πάνω στον δρόμο, προς Ανθούσα. Την έκρηξη ακολούθησαν πυροβολισμοί, αλλά ο Βαλσαμάκης, με το τμήμα του, επιτέθηκε και έφθασε, μέχρι τα σπίτια. Σύμφωνα, με τον Σπ. Ξιάρχο, το τμήμα, κατά λάθος, δέχθηκε πυρά, από πυροβολαρχία του ΕΛΑΣ, η οποία ενίσχυε το προγεφύρωμα, μια επίθεση των ταγματασφαλιτών το βγάζει, από τα σπίτια και στην υποχώρηση πέφτει, στο ναρκοπέδιο, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν και να τραυματιστούν, σοβαρά, 17 αντάρτες. Οι ταγματασφαλίτες, που αντεπιτέθηκαν, αποτελείωσαν τους τραυματίες, με μαχαίρια.

Η επίθεση συνεχίζεται, τμήματα του ΕΛΑΣ έχουν φθάσει, στα Ρεκέικα, από την πλευρά του Νεοχωρίου και προσπαθούν να εκπορθήσουν πολυβολείο, που έχει στηθεί, μπροστά, από σπίτι. Αλλά τμήματα πιέζαν τον Άγιο Λιά και ένα τάγμα του 8ου, υπό τον Κανελλόπουλο, επιτέθηκε, στο φυλάκιο του σιδηροδρομικού σταθμού, αναγκάζοντας τους ταγματασφαλίτες να υποχωρήσουν και να οχυρωθούν, στα μπεζεστένια, όπου κρατούσαν φυλακισμένους πολλούς αντιστασιακούς της περιοχής.

Το μεσημέρι σίγησε, το βαρύ πολυβόλο θέσης, που είχε εγκατασταθεί, από τους ταγματασφαλίτες, στο ρολόι του Αγίου Λιά, καθώς, ήδη, υπήρχαν δύο νεκροί, από τα καταιγιστικά πυρά πολυβόλου του ΕΛΑΣ, ενδεχομένως, μετακινήθηκε η θέση του. Οι ταγματασφαλίτες, όμως, κρατούσαν, ακόμη, το οχυρό του Αγίου Λιά. Η μεγάλη μάχη ήταν, σε εξέλιξη, σε όλα τα μέτωπα.

Σύμφωνα, με τον Σπ. Ξιάρχο, μέχρι το μεσημέρι της 14ης Σεπτεμβρίου, οι απώλειες είναι σοβαρές, από πλευράς ανταρτών. Στους νεκρούς, που έχουν καταγραφεί, μέχρι τώρα, από την έναρξη της μάχης, έχουν προστεθεί, ακόμη, 19 νεκροί, από το 2ο Τάγμα του 9ου Συντάγματος (που έχει, ακόμη, πολλούς τραυματίες, μεταξύ των οποίων και τον διοικητή του Τάσο Αναστασόπουλο). Το 3ο Τάγμα, που μάχεται, στο μέτωπο του Αγίου Λιά, έχει νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Στους 3, υπολογίζονται οι νεκροί του 8ου Τάγματος, υπό τον Κ. Κανελλόπουλο, ενώ έχει, ακόμη, 11 τραυματίες. Οι ταγματασφαλίτες είχαν 9 νεκρούς και 23 τραυματίες. Το ηθικό είναι πεσμένο και υπολογίζεται ότι το 1/3, περίπου, της δύναμης δεν πολεμούσε και κρυβόταν, στα σπίτια, σύμφωνα και με ταγματασφαλίτικες πηγές.

Γύρω στις 11.30, μια ομάδα 30 ανταρτών επιχείρησε, κατά του οχυρού, στον Άγιο Λιά. Πέταξαν μεγάλες νάρκες, για να κόψουν τα συρματοπλέγματα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν τραυματισμοί, από τα καταιγιστικά πυρά των ταγματασφαλιτών. Σε λίγο, τα πυρά σταμάτησαν, καθώς ο Κώστας Μπασακίδης, με 5-6 αντάρτες, βρίσκονταν, πάνω, στον Άγιο Λιά και χτυπούσαν, με χειροβομβίδες και αυτόματα. Από την πλευρά των ταγματασφαλιτών, επικεφαλής της άμυνας ήταν ο μόνιμος υπαξιωματικός Π. Μπένος, που προβάλει σθεναρή αντίσταση, αντεπιτέθηκε και καταφέρε να απωθήσει το αντάρτικο τμήμα, που δεν μπορεί να υποστηριχθεί, με πυρά, από τα άλλα τμήματα. Η επιχείρηση απέτυχε, αλλά είχαν, πλέον, δημιουργηθεί ρήγματα, στην οχύρωση της περιοχής, από την οποία κρινόταν, ουσιαστικά και η έκβαση της μάχης. Οι επιχειρήσεις, στα διάφορα μέτωπα, συνεχίζονταν όλη μέρα, οι επιτελείς του ΕΛΑΣ ετοιμάζαν την μεγάλη επίθεση και οι ταγματασφαλίτες είχαν καταληφθεί, από πανικό και έχουν φθάσει, σε αδιέξοδο, χωρίς να συζητούν κανένα σχέδιο παράδοσης.

Η ηγεσία των ταγματασφαλιτών προσπάθησε να βρει οδό διαφυγής και στις 9 το πρωί της 15ης Σεπτεμβρίου 1944, έγινε σύσκεψη. Ο ταγματάρχης Διον. Παπαδόπουλος, που διοικούσε, ουσιαστικά ,το Τάγμα Μελιγαλά, εισηγήθηκε, για δεύτερη φορά, την λύση της «εξόδου» και της διαφυγής, μέσω του ορεινού όγκου, στους Γαργαλιάνους, που είχε μετακινηθεί ο Στούπας, με σαφή επιδίωξη να κερδίσουν χρόνο. Στην σύσκεψη, πήραν μέρος ο Νομάρχης Δ. Περρωτής, ο ταγματάρχης Π. Καζάκος, οι Περ. Μπούτος, Λυκ. Λατζούνης και Παπά Πούλος Παπαδόπουλος, ο πρόεδρος της Κοινότητας δικηγόρος Αλκ. Παπαδόπουλος και ο ταγματάρχης Χωροφυλακής Ι. Φραγκουδάκης.

Ο Περρωτής είχε κοινολογήσει το μυστικό της εξόδου, σε ορισμένους έμπιστους, αλλά διαδόθηκε, με αποτέλεσμα να επικρατήσει πανικός, καθώς πολλοί είχαν πάει, στον Μελιγαλά, με τις οικογένειές τους, ενώ άλλοι ήταν τραυματίες και δεν μπορούσαν να μετακινηθούν. Τελικά, αποφασίστηκε να επιχειρηθεί η έξοδος την νύχτα, προκειμένου να υπάρχει χρόνος να φθάσουν, μέχρι τους Γαργαλιάνους, από τον ορεινό όγκο.

Δεν πρόλαβαν, όμως, καθώς, στις 11.30 το πρωί, εκδηλώθηκε γενικευμένη επίθεση όλων των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Ένα τμήμα εθελοντών, υπό τον Κώστα Μπασακίδη, με βοηθό τον ανθυπολοχαγό Πυροβολικού Γιάννη Διακουμογιαννόπουλο, με αυτόματα και χειροβομβίδες, κάνει επίθεση, στον Άγιο Λια, αφού προηγήθηκαν καταιγιστικά πυρά πολυβόλων και οπλοπολυβόλων, προς το οχυρό. Τάγμα του 8ου, υπό τον Κανελλόπουλο, κινήθηκε, προς την περιοχή του ναού των Ταξιαρχών.

Ο επιλοχίας Π. Μπένος, που κράταγε το ύψωμα, μαζί με τον Θεοφάνους (το γνωστό διοικητή του λόχου Καλαμάτας), εγκαταλείπουν την κορυφή του Αγίου Λια και επιχειρούν να οργανώσουν μια γραμμή άμυνας, σε μάντρα, στην ανατολική πλευρά. Στην μάχη, σκοτώνεται ο Μπένος και εξαφανίζεται ο Θεοφάνους. Από τον Άγιο Λια, πλέον, η ομάδα Μπασακίδη έβαλε, κατά θέσεων των ταγματασφαλιτών, στο εσωτερικό του Μελιγαλά.

Με τις πρώτες ριπές, στην περιοχή των Ταξιαρχών, οι ταγματασφαλίτες, σε κατάσταση πανικού, σήκωσαν λευκή σημαία.

Τμήμα ταγματασφαλιτών, υπό τον ταγματάρχη Καζάκο, βγήκε, στον κάμπο και επιχείρησε να διαφύγει, προς Αρκαδία. Κάποιοι σκοτώθηκαν, στην Μερόπη, από σύγκρουση, με δυνάμεις του εφεδρικού ΕΛΑΣ και μια ομάδα 60-70 ατόμων έφτασε, νωρίς το απόγευμα, ανάμεσα, στην Τσακώνα και το Δερβένι.

Ένα άλλο τμήμα προσπάθησε να διαφύγει, προς Ανθούσα, αλλά, στην μάχη, που γίνεται, έχει 2 νεκρούς. Μια άλλη ομάδα που έφτασε, στα υψώματα της Ανθούσας, έπεσε πάνω σε δύναμη του 11ου Συντάγματος, στην διμοιρία του Πέρδικα. Στη μάχη, που ακολούθησε, οι αντάρτες είχαν 2 νεκρούς και οι ταγματασφαλίτες 8-9, ενώ κάποιοι κατάφεραν να διαφύγουν. Στα πρώτα σπίτια τη Ανθούσας συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, από ένοπλους πολίτες, δύο γνωστοί ταγματασφαλίτες. Γύρω από τον Αγιο Λιά, από τους ταγματασφαλίτες έπεσαν νεκροί, εκτός από τον πολυβολητή, που σκοτώθηκε, στο ρολόι, την πρώτη ημέρα και τον ταγματάρχη Γρουσουζάκο, ο ταγματάρχης Αντ. Σμυρλής και ο επιλοχίας Π. Μπένος. Στο μέτωπο του Αγίου Λια, λίγο πριν το τέλος της μάχης, έπεσαν νεκροί, από τον ΕΛΑΣ, ο ανθυπολοχαγός Γιάννης Διακουμογιαννόπουλος και ένας, ακόμη, αντάρτης. Δυό ταγματασφαλίτες ταμπουρωμένοι, σε σπίτι, μετά την μάχη του Αγίου Λια, πυροβόλησαν και σκότωσαν τον ιδιοκτήτη του και τραυμάτισαν έναν, ακόμη, άνθρωπο, που βρισκόταν, εκεί.

Μετά την πτώση του Αγίου Λια, έμειναν μεμονωμένες εστίες ταγματασφαλιτών, μέσα, σε σπίτια, που συνέχιζαν να πυροβολούν, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο.

Από το σημείο αυτό, αξίζει να παρακολουθήσουμε την αφήγηση του Σπ. Ξιάρχου, από το βιβλίο του :

«Κατά λάθος, σκοτώθηκε ο Θανάσης Σμυρνής τον οποίο οι αντάρτες νόμισαν ότι ήταν ο ταγματάρχης Σμυρλής.

Θύματα της έξαψης των παθών, που αποκορυφώθηκαν, κατά την τριήμερη μάχη, οι δύο αδερφές Ρόη και Μαρία Γ. Μπένου. Σκοτώθηκαν, στο Νιχώρι,,μετά την μάχη, από γυναίκα, που εκδικήθηκε τον σκοτωμό πρωτοξαδέρφου της, τον οποίο είχε σκοτώσει (όπως ισχυρίστηκε) ο αδελφός τους Π. Μπένος, ως διοικητής ταγματασφαλίτικου λόχου Κοπανακίου. Πρόκειται, καθαρά, για περίπτωση αντεκδίκησης, γιατί τα δύο κορίτσια δεν είχαν καμία σχέση, με τα Τάγματα Ασφαλείας.

Μέσα, στον Μελιγαλά, επίσης, σκοτώθηκε, από Ιθωμήτες, η Βασίλω Πανούση, από τα Ζερμπίσια, γιατί είχε προβεί, σε καταδόσεις.

Θύματα αδέσποτων σφαιρών, η γυναίκα του Γρηγόρη Σπανάκου, η Θεοδώρα θυγατέρα Στ. Μπέστα, ο έμπορος Γ. Κανελλόπουλος, ή Κουτσαβίτης.

Πέρα από μερικά σπίτια (δεν ξεπερνούν τα 5-6), που κάηκαν, στην Κάτω Ρούγα και γύρω, από τον Άγιο Ταξιάρχη και τα Ρεκέικα, άλλα τόσα σπίτια, μεταξύ των οποίων και της Σούλας Τζαβάρα (που ο γιός της λοχίας του αντάρτικου, σφάχτηκε τραυματισμένος την πρώτη ημέρα της μάχης), στην Νιφορούγα, κάηκαν, από μια ομάδα ανταρτών του 8ου Συντάγματος, που την καθοδηγούσε ο κουρέας Γιάννης Παναγόπουλος ταγματασφαλίτης, από το Μελιγαλά. Ο Παναγόπουλος πιάστηκε και αργότερα, εκτελέστηκε.

Μια διμοιρία του 8ου Συντάγματος, που κινείται, στον κεντρικό δρόμο, που, από τα Μαυροζούμενα, καταλήγει, στα Δορκοφικέικα, στον Κάτω Μελιγαλά, σκοτώνουν 5-6, περίπου, μετά την πτώση του Μελιγαλά. Οι χιλιάδες άμαχων χωρικών, που έχουν συγκεντρωθεί, γύρω, από το Μελιγαλά και με κραυγές, καλούν τους ταγματασφαλίτες να παραδοθούν, μπαίνουν, στον Μελιγαλά και αρχίζουν άγρια λεηλασία. Μια λεηλασία, που για τον προσεκτικό παρατηρητή, δεν αποβλέπει στην αρπαγή ειδών, αλλά, στην εκδίκηση (στο σημείο αυτό, αναφέρει δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα).



Ο δικηγόρος Βασίλης Μπράβος, επικεφαλής του στρατοδικείου του ΕΛΑΣ, που αποφάσισε τις εκτελέσεις αιχμαλώτων, στην «πηγάδα».


Πολλά έχουν γραφτεί και γράφονται και πολλά θα γραφτούν, ακόμη, για τα γεγονότα, που ακολούθησαν την μάχη. Ούτε, μέσα στο Μελιγαλά, ούτε, στον ομαδικό τάφο της Πηγάδας, υπάρχουν κατακρεουργημένοι. Μια αδιάψευστη μαρτυρία, προκειμένου, περί της Πηγάδας, αποτελεί η ιατροδικαστική έκθεση, η οποία συνετάγη, το 1945, από συνεργείο Βρετανών γιατρών, που έστειλαν τα Βρετανικά Εργατικά Συνδικάτα και την οποία προσυπογράφει ο, τότε, Πρωτοδίκης Πρινόπουλος. Η έκθεση αναφέρει ότι όλοι οι, εντός του ομαδικού τάφου της Πηγάδας, έχουν φονευθεί, δια πυροβόλου όπλου.

Οι μοναδικές εκτελέσεις, που έγιναν με μαχαίρια και ρόπαλα, ήταν εκείνες του Σπ. Καραγεώργη, από τη Λάμπαινα και του Κ. Μαρούλη, από τον Ανεμόμυλο (στην συνέχεια, ο συγγραφέας αναφέρεται, σε συγκεκριμένες δολοφονίες, με πρωταγωνιστές αυτούς)».

Όπως σημειώνeι ο Σπ. Ξιάρχος, αμέσως, μετά την εισβολή των αμάχων, εγκαταστάθηκε, μέσα, στον Μελιγαλά, το Φρουραρχείο του ΕΛΑΣ, έβγαλε περιπόλους, μέσα, στην πόλη και τοποθέτησε φρουρές, στις εξόδους, απαγορεύοντας να βγει κανένας, με ζώα, ή πράγματα, αν δεν υπήρχε σφραγίδα του Φρουραρχείου : «Οι περίπολοι προσπαθούσαν να σταματήσουν την αιματοχυσία, αλλά το έργο τους ήταν πολύ δύσκολο, γιατί οι πολίτες, που είχαν μπει αφηνιασμένοι, στον Μελιγαλά, ήταν συγγενείς εκτελεσμένων, από τα τάγματα και τους Γερμανούς, συγγενείς, ή γνωστοί ανταρτών και δεν φοβόντουσαν τους αντάρτες. Μια γυναίκα ακούστηκε να λέει, εκεί, δίπλα, στο καφενείο του Πάνια : «Οι ταγματασφαλίτες σκοτώσανε τον άντρα μου, σκοτώστε κι εσείς εμένα, να πάω, κοντά του. 



Τελικά, γύρω στις 4 το απόγευμα, αποκαταστάθηκε η τάξη, στον Μελιγαλά. Εκείνη, ακριβώς, την ώρα, έφθασε, στον Μελιγαλά και ο Αρης Βελουχιώτης, με τους μαυροσκούφηδες.

Πολίτες και ένοπλοι, η πλειoνότητα του πληθυσμού, που βρέθηκε, στον Μελιγαλά, συγκεντρώθηκε, στα ισόγεια του παλιού Γυμνασίου, στο Ειρηνοδικείο, στα Δρουτσέικα σπίτια, τα Δορκοφικαίικα, τα Καραβιτέικα και το παράστημα του γυμνασίου, που βρισκόταν, απέναντι, από το μπεζεστένι.

Εκεί, από αυτούς τους χώρους, έγινε ένα πρώτο ξεκαθάρισμα, από το οποίο 1.200, περίπου, στρατιώτες και πολίτες κλείστηκαν, στο μπεζεστένι, μέχρι το απόγευμα της πρώτης ημέρας και άρχισε η εγγραφή τους, σε καταλόγους. Οι άλλοι 8-9 χιλιάδες, περίπου, αφέθηκαν ελεύθεροι να πάνε, στα σπίτια τους, ή στα χωριά τους».

Στις 16 Σεπτεμβρίου 1944, έγινε, στον ναό του Αγίου Ιωάννου, η κηδεία των 38 ανταρτών, που σκοτώθηκαν, στην μάχη και θάφτηκαν όλοι, στο νεκροταφείο Μελιγαλά, σύμφωνα, με τον Σπ. Ξιάρχο, ο οποίος αναφερόμενος, στο κρίσιμο ζήτημα των εκτελέσεων, γράφει: «Λίγο μετά την κηδεία των ανταρτών, άρχισαν οι εκτελέσεις ταγματασφαλιτών. Μια επιτροπή εγκαταστάθηκε, σε σπίτι, κοντά στα Νοφορέικα και άρχισε να εξετάζει τους καταλόγους, με τα ονόματα των κρατουμένων. Κανείς δεν μπόρεσε να μάθει πώς συγκροτήθηκε αυτή η επιτροπή, ούτε τίνος εντολή». Ο συγγραφέας έζησε την ιστορία, από κοντά, γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα και στην συνέχεια, αναφέρει δύο ιστορίες, με παρεμβάσεις δικηγόρων, που ανήκαν, στο ΕΑΜ, προκειμένου να μην εκτελεστούν κατηγορούμενοι, ενώ σημειώνει ότι, «σε μια, από τις πρώτες συνοδείες, που πήγαιναν, για εκτέλεση, ήταν και ο γέρο Γιάννης Λατζούνης, πατέρας του πρώην βουλευτή Μίμη Λατζούνη. Ο Αρης Βελουχιώτης βρέθηκε, στην συμβολή, ακριβώς, του κεντρικού δρόμου, που διασχίζει τον Μελιγαλά και του δρόμου Ζευγολατειό-Μελιγαλά-Σκάλα. Καθώς είδε τον γέρο δεμένο, στην γραμμή, διέταξε να τον λύσουν και να τον αφήσουν να πάει σπίτι του. Ο Άρης, ούτε γνώριζε ποιος είναι αυτός, που ελευθέρωνε, ούτε ρώτησε το όνομά του».

Και συνεχίζει : «Ο αριθμός των εκτελεσθέντων δεν είναι γνωστός, πάντως, οι έρευνες, που κάμαμε και που κράτησαν ολόκληρα χρόνια, οδηγούν, στο συμπέρασμα ότι οι σκοτωμένοι, στην μάχη, εκείνοι, που σκοτώθηκαν, από αδέσποτες, όπως κι εκείνοι. που σκοτώθηκαν, αμέσως, μετά την κατάληψη του Μελιγαλά, καθώς και οι εκτελεσθέντες, πρέπει να προσεγγίζουν τους 400. Από αυτούς, 120, περίπου, πρέπει να είναι οι φονευθέντες, κατά την μάχη, ή, αμέσως, μετά την κατάληψη του Μελιγαλά, ή από αδέσποτες. Οι εκτελεσθέντες στην Πηγάδα, δεν ξεπερνούν τους 280, με 350».

Στην εργασία του, «Τα Γερμανικά αντίποινα, τα Τάγματα Ασφαλείας και ο ΕΛΑΣ», ο Μιχάλης Π. Λυμπεράτος γράφει, για το θέμα των εκτελέσεων : «Στον Μελιγαλά, πέρα από τους νεκρούς της μάχης (1), αρκετοί φόνοι έγιναν, εξ αιτίας της εσκεμμένης πλημμελούς φύλαξης των αιχμαλώτων (2), απόρροια της οργής, που προκαλούσαν, στους μαχητές του ΕΛΑΣ και τους συγγενείς τους, τα νέα θύματα του ΕΛΑΣ, στις συγκρούσεις αυτές. Πάντως και στην περίπτωση αυτή, τα οργανωμένα τμήματα του ΕΛΑΣ, στην μεγάλη τους πλειοψηφία, πειθάρχησαν και δεν ενεπλάκησαν, στα αντίποινα αυτά, και ήταν άμαχοι  – όχλο τους ονόμαζαν οι Βρετανοί πράκτορες –, που επιτίθεντο, κατά των συλληφθέντων (3) και τους σκότωναν, ή τους λιντσάριζαν (4).

Όπως διαβεβαίωσε τους προϊσταμένους του, ο Βρετανός αξιωματικός σύνδεσμος λοχαγός Gibson, αυτοί, που ευθύνονταν, για την μαζική σφαγή ομήρων, στον Μελιγαλά, ήταν το άτακτο πλήθος και όχι οι ένστολοι του ΕΛΑΣ (5). […]

[…] Στην πραγματικότητα, οι όποιες υπερβάσεις προκλήθηκαν, κυρίως, εξ αιτίας του κλίματος αντεκδικήσεων, που επικρατούσε, του γενικότερου μένους, κατά των προδοτών (6), σε μια περιοχή, που επλήγη, ιδιαίτερα, από τα αντίποινα (7), αλλά και των αντικειμενικών δυσκολιών, που αντιμετώπιζε ο μηχανισμός περιστολής του φαινομένου των καταδοτών. Κυρίως, όμως, εξ αιτίας της προσπάθειας των ιδίων των Ταγμάτων να διατηρήσουν την δύναμη και τον οπλισμό τους (8), γεγονός, που ενίσχυσε τον φόβο των διοικήσεων του ΕΛΑΣ, ότι δηλαδή τα Τάγματα, που διέθεταν τον καινούργιο οπλισμό, που τους είχαν αφήσει οι Γερμανοί, ήταν πολύ πιθανόν να χρησιμοποιηθούν, κατά του ΕΛΑΣ (9), ώστε να διευκολυνθούν οι Γερμανοί, κατά την αναχώρησή τους (10). Αλλωστε, εκτός αυτού, ήταν γνωστό ότι υπήρχαν εντολές, από την Κατοχική κυβέρνηση να παραμείνουν τα Τάγματα, στις θέσεις τους και να «προστατεύσουν», δια τις βίας τις πόλεις, από τον κομμουνισμό (11). Μάλιστα, εν σχέσει, με αυτές τις προθέσεις, ακόμη και ο Στρατιωτικός Διοικητής Αττικής, Π. Σπηλιωτόπουλος, που είχαν διορίσει η κυβέρνηση Παπανδρέου και οι Βρετανοί (12), παρότι ο ίδιος αντικομμουνιστής, απειλούσε ότι, αν τα Τάγματα δεν συμμορφώνονταν να παραδώσουν τον οπλισμό τους, θα αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει, εναντίον τους, σκληρά μέτρα (13)».

[Στο τέλος του κειμένου, ακολουθούν οι σημειώσεις, από την εργασία, που έχει δημοσιευτεί, στον συλλογικό τόμο «Νότια Πελοπόννησος 1935-1950» του Συνδέσμου Φιλολόγων Μεσσηνίας, λόγω του εξαιρετικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζουν, τόσο οι σημειώσεις, όσο και οι πηγές, τις οποίες θα ήθελε να ερευνήσει κάποιος].

Το απόσπασμα, που προαναφέρθηκε δίνει μια ψύχραιμη αποτίμηση των γεγονότων, που οδήγησαν, στον θάνατο, όχι, μόνον, ταγματασφαλίτες, αλλά και άμαχους, κάτω από το κράτος της ενστικτώδους επιθυμίας, για αντεκδίκηση. Κρατώντας, ως μεγάλο ερωτηματικό, για την πατρότητα και την σκοπιμότητα της απόφασης, για εκτελέσεις, με συνοπτικές διαδικασίες, αφού κανένας, εκ των πρωταγωνιστών, δεν μίλησε γι’ αυτή την ιστορία (εξαιρουμένων εκείνων, που «μίλησαν», για να γλυτώσουν την ζωή τους και ως εκ τούτου, μόνον, έγκυρη δεν μπορεί να θεωρηθεί η μαρτυρία τους*), θα πρέπει να απαντηθεί, προηγουμένως, ένα άλλο μεγάλο ερώτημα : Μπορούσε να αποφευχθεί η μάχη και η αιματoχυσία;

Η απάντηση είναι αναμφίβολα «ναι» και την δίνει ο Σπ. Ξιάρχος, στο βιβλίο του «Η αλήθεια για το Μελιγαλά». Εκεί, αναφέρει ότι, μόλις, οι ταγματασφαλίτες, από την Καλαμάτα, κουβαλήθηκαν, στο Μελιγαλά, η τοπική ηγεσία ανησύχησε και πρωτοστατούντος του Περικλή Μπούτου, του γιατρού Αλκιβιάδη Λατζούνη, του δικηγόρου Χρ. Μπένου και του Γιάννη Θεοφίλη κατέληξαν, στην απόφαση, να ζητηθεί, από την ηγεσία του τάγματος, να εγκαταλείψει τον Μελιγαλά, μετακινούμενο, προς Τρίπολη, ή προς Γαργαλιάνους. Και συνεχίζει ο Σπ. Ξιάρχος : «Εάν υπάρχουν κάποιοι, που θέλουν να φύγουν, μαζί, κανείς δεν μπορεί να τους εμποδίσει, δήλωσαν οι, παραπάνω, με την προσθήκη ότι αυτοί, που έμεναν, στον Μελιγαλά, για να προστατέψουν τους αμάχους και εάν οι αντάρτες θέλουν μερικές ζωές, είναι πρόθυμοι να δώσουν τις δικές τους.

Ο Περ. Μπούτος βασιζόταν, στην φιλελεύθερη πολιτική του τοποθέτηση, ο Γιάννης Θεοφίλης, σε δεσμούς, που είχε, αξ αγχιστείας, με στελέχη του ΕΑΜ, ο Χρ. Μπένος, στις σχέσεις του, με τους δικηγόρους Ηλ. Δεδούση και Πανταζή Φράγκο, που κατείχαν σημαντικές θέσεις, στον ΕΑΜικό χώρο και ο Αλκιβιάδης Λατζούνης, στην αγάπη, που του περιέβαλαν όλοι οι κάτοικοι της περιοχής, αδιακρίτως,παρατάξεως.

Η πρόταση έγινε δεκτή, από τον διοικητή του τάγματος ταγματάρχη Διον. Παπαδόπουλο, αλλά αποκρούστηκε, από τον Νομάρχη Περρωτή και την παρέα του, αλλά και το γυμνασιάρχη Π. Τσίτουρα.

Δεύτερη προσπάθεια του Μπούτου και της τοπικής ηγεσίας, για να γλυτώσει ο Μελιγαλάς την αιματοχυσία, έγινε, αμέσως μετά, την έναρξη της πολιορκίας. Αλλά και αυτή προσέκρουσε, στην αδιαλλαξία των, περί τον Περρωτή. Ο Περρωτής, με τους ενόπλους του, από την Καλαμάτα, συμπεριφέρονταν, στον Μελιγαλά, ως κατακτητές. Αμέσως, ανάλαβαν τον έλεγχο του Φρουραρχείου και των φυλακίων και διέδιδαν, περί σφαγών, στην Καλαμάτα. Ενήργησαν, δε και κρατήσεις «υπόπτων» ταγματασφαλιτών.

Ας σημειωθεί ότι η αποστολή του Αρχιμανδρίτη Ιωήλ Γιαννακόπουλου και του Αγγλου λοχαγού Gibson, δεν μπήκε στον Μελιγαλά. Δεν της επέτρεψε ο Περρωτής να μπει, στον Μελιγαλά. Συναντήθηκαν, μόνον, με τον ίδιο, με τον Εισαγγελέα Γαλόπουλο και τον ταγματάρχη Γρουσουζάκο και απέρριψαν κάθε ιδέα, για συζήτηση, περί παραδόσεως, υπό όρους.

Ο Περρωτής αναμιγμένος, στις εκτελέσεις εκατοντάδων Ελλήνων, που έγιναν, στο Σύνταγμα και θάφτηκαν, στα σφαγεία, δεκάδων που, δύο φορές, εκτελέστηκαν, στην όχθη του Νέδοντα, δεμένος, με αίμα, με μερικούς φονιάδες του περιβάλλοντός του, γνώριζε, για την τύχη, που τον περίμενε και αντιδρούσε, σε κάθε προσπάθεια, για μια συνδιαλλαγή. Είχε φέρει, μαζί του, από την Καλαμάτα και μια δύναμη «σκληρών», αδιάλλακτων. Αλλά και στον Μελιγαλά υπήρχε μια τέτοια ομάδα, που, μέχρι τέλους Ιουλίου, την εκπροσωπούσε ο αξιωματικός Σταμάτης Δημητρακόπουλος, από την Μουζούστα, ο Γ. Κούκης, από το Βασιλικό, ο Θανάσης Καστανάς, από το Νιχώρι, ο Δημ. Πολίτης (Μιμ. Αρις), από τον Αρη, ο Φώτης Ζαμπάρας από την Ρεμματιά, αλλά και ο γυμνασιάρχης Π. Τσίτουρας».

Η άρνηση των ταγματασφαλιτών να εγκαταλείψουν τον Μελιγαλά και στην συνέχεια, κάθε συζήτηση να παραδοθούν, υπό όρους, οδήγησε, στην μάχη, την κατάληψη της κωμόπολης και τις εκτελέσεις ταγματασφαλιτών και αμάχων, καθώς φούντωνε η λαϊκή οργή και η απαίτηση, για εκδίκηση, με κάθε τρόπο, επηρεάζοντας και τη στάση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, παρά την κεντρική γραμμή**.

Σημειώσεις

*Ολη η προπαγάνδα, σχετικά, με τον Μελιγαλά, στηρίζεται, ακόμη και σήμερα, σε δύο βιβλία που έγραψε ο δικηγόρος (από την Καλαμάτα) Γιάννης Καραμούζης, με τίτλο «Να γιατί σας πολεμώ» (1949) και «Πατριώτες και προδότες στο Μοριά» (1950). Ο Καραμούζης ήταν δικηγόρος, ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ και αντιπρόσωπος της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, στον εμφύλιο. Συνελήφθη, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων, στον Ταΰγετο, τον Μάιο του 1949 («Θάρρος» 20/5/1949) και λίγες ημέρες, αργότερα, καταδικάζεται, τετράκις σε θάνατο. Απολογούμενος, αποκήρυξε τον κομμμουνισμό και την προηγούμενη δράση του («Θάρρος» 27/5/1949). Σε αντάλλαγμα, για τις υπηρεσίες, που προσέφερε, στην προπαγάνδα των νικητών του εμφυλίου, δεν εκτελέστηκε και άρχισε να περιοδεύει την Πελοπόννησο, με χαρακτηριστική την «υποδοχή», από το «Θάρρος» (20/9/1949): «Δι’ ημάς και δια τους ακροατάς του Ιωαν. Καραμούζη, σημασίαν έχει το γεγονός ότι ένα δυναμικό στέλεχος του κομμουνιστοσυμμοριτισμού της Πελοποννήσου, έστω και αργά, αντελήφθη την πλάνην του και είναι διατεθειμένος να επανέλθη, εις την εθνικήν οικογένειαν, την οποίαν, μετά τόσης μανίας, επολέμησε, επί έτη ολόκληρα». Οι «διαλέξεις», όμως, δεν έφθαναν, στο καθεστώς, που εγκαταστάθηκε, μετά το τέλος του εμφυλίου και έτσι, έγραψε, απανωτά, δύο βιβλία. Ένα μικρό απόσπασμα, από το «Θάρρος» (28/12/1949), για την αξιοπιστία του Καραμούζη : «Οπως είχε προαναγγελθεί, την Κυριακήν των Χριστουγέννων ωμίλησε, εις την πλατείαν Βασιλέως. Γεωργίου Β’, ο πρώην επίτροπος Ταϋγέτου Ιω. Καραμούζης ή,  συναγωνιστικώς, Καραμουζόγιαννης. Αν και το κρύο ήταν τσουχτερό, πλήθος κόσμου συνεκεντρώθη και ήκουσε τον, τέως, τρόφιμον του Μπούλκες, αφηγούμενον τα συμμορίτικα όργια».

**Ο ταγματάρχης John Malgan, ως επίσημος εκπρόσωπος της Συμμαχικής Αποστολής, στην Ελλάδα, στις 26 Αυγούστου 1944, προειδοποιεί τους ταγματασφαλίτες : «Σας δηλώνω, εξ ονόματος της ΣΣΑ, η οποία συνεργάζεται, με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, ότι καμιά προστασία δεν θα δοθεί, σε εκείνους, που εξακολουθούν να βοηθούν τους Γερμανούς. Η μόνη σωτηρία σας είναι να εγκαταλείψετε τους Γερμανούς, τώρα και να καταθέσετε τα όπλα, με τους εξής όρους : δυνάμεθα να σας υποσχεθούμε ότι θα ζήσετε, αλλά εκείνοι, που θα εξακολουθήσουν να μάχονται, κατά της Ελλάδος και των συμμάχων της, δεν έχουν καμιά ελπίδα σωτηρίας». Την έκκληση επαναλαμβάνει και ο Σαράφης, στις 3 Σεπτεμβρίου 1944, δεσμεύεται, δημοσίως, έναντι των Ταγμάτων, ότι, εφόσον παραδοθούν, χωρίς αντίσταση, «ο ΕΛΑΣ εγγυάται, εις όλους, ανεξαιρέτως, ασφάλειαν ζωής, ελευθερίαν επανόδου εστίας». 

Παραπομπές :

(1) Οι μάχες αυτές ήσαν σύμφωνες και με τις οδηγίες του R. Scobie, προς τον Σπηλιωτόπουλο ΓΕΣ/ΔΙΣ Φορς 133, μέσω Σμύρνης, Δια Στρατηγό Σπηλιωτόπουλο, από Σκόμπυ – Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου.

(2) Στ. Κανναβός «Η απελευθέρωση της Μεσσηνίας» - Περιοδικό Εθνική Αντίσταση, τεύχος 21, 1979.

(3) Σύμφωνα, με έκθεση, στα αρχεία του ΚΚΕ, ήταν ο πληθυσμός του χωριού Σκάλα, που είχαν κάψει οι Γερμανοί, που κατέσφαξε τους ταγματασφαλίτες αιχμάλωτους, στον Μελιγαλά. ΑΣΚΙ, Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 426, φ. 26/2/20/ Έκθεση Θ. Ασούρα.

(4) FO 371/43693, R 16026, Boxshall to Laskey, 30 Σεπτεμβρίου 1944.

(5) FO 371/43693, R16026 , Boxshall to Laskey, 30 Σεπτεμβρίου 1944.

(6) Η (αθηναϊκή) «Ελευθερία» έγραφε ότι «η κάθαρσις και ο κολασμός των πρακτόρων του κατακτητού είναι ζήτημα τιμής, δια την ελληνικήν κοινωνίαν», «Ελευθερία» 12/9/1944.

(7) Και οι Βρετανοί συμμερίζονταν την απαίτηση των Ελλήνων, για εκδίκηση. Απλώς, τους καλούσαν να την συνδέσουν, με την απονομή δικαιοσύνης FO 371/43708, R13212, PWE Weekly Directive, 15 Σεπτεμβρίου 1944.

( 8 ) Σε διάγγελμά του ο Γ. Παπανδρέου, στις 29 Σεπτεμβρίου 1944 ζητούσε, από τα Τάγματα Ασφαλείας, να εγκαταλείψουν, αμέσως, τις θέσεις τους και εφόσον εξακολουθούν να τις διατηρούν, θα αντιμετωπίζονται, ως εχθροί «Ελευθερία» 30/9/1944.

(9) ΑΣΚΙ, Αρχείο ΚΚΕ, κουτί 496, φ. 30.4.146, Γ. Σ του ΕΛΑΣ, κλιμάκιο Πελοποννήσου, Επιτ. Γραφείο ΙΙΙ, αρ. 31/5/1944.

(10) Ακόμη και οι Γερμανοί εκδήλωναν την έκπληξή τους, για τη μαχητικότητα και το πάθος, που επέδειξαν τα Τάγμαta Ασφαλείας, ειδικά, στην Πελοπόννησο, για να προστατεύσουν την Wehrmacht, κατά την αποχώρησή τους, από την Ελλάδα, von Grewenitz, προς Neubacher, 9 Σεπτεμβρίου 1944, Γερμανικά Ντοκουμέντα.

(11) ΓΕΣ/ΔΙΣ Εκθεσις καταστάσεως Επαρχίας Κορινθίας, υπό επιτροπής, 25 Σεπτεμβρίου 1944, Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου.

(12) Ευθύνες, για τα γεγονός ότι τα Τάγματα δεν παραδόθηκαν, πρέπει να αποδοθούν και στην επαμφοτερίζουσα στάση των Βρετανών, που ερωτοτροπούσαν, με την ιδέα να τα ενσωματώσουν, σε έναν εθνικό στρατό, που θα στρεφόταν, κατά του ΕΑΜ, μετά την απελευθέρωση, P. Papastratis, British Foreign Polisy towards Greece during tha Second Word War 1941-1944 / J. L. Hondros «Η Μεγάλη Βρετανία και τα Ελληνικά Τάγματα Ασφαλείας», Η Ελλάδα 1936-1944, Πρακτικά Διεθνούς Ιστορικού Συνεδρίου, Αθήνα 1989/L. Bearentzen «Η απελευθέρωση της Πελοποννήσου», Σεπτέμβριος 1944, στο «Η Ελλάδα την δεκαετία 1940-1950, ένα έθνος σε κρίση».

(13) ΓΕΣ/ΔΙΣ φακ. 10/Α/110, Στρατιωτικός Διοικητής Αττικής, Α. Π 195, Διαταγή 11 Οκτωβρίου 1944. Αρχεία Εμφυλίου Πολέμου.



Στην φωτογραφία, δευτεροετής, στην Σχολή Ευελπίδων, ο Κώστας Μπασακίδης, πρωταγωνιστής, στην μάχη, για την κατάληψη του Μελιγαλά.  Ο Κώστας Μπασακίδης γεννήθηκε, στην Βρωμόβρυση Μεσσηνίας, Αμφιθέα σήμερα. Τελείωσε την Ευελπίδων, το 1940. Πολέμησε, ηρωικά, στην Αλβανία, ως ανθυπολοχαγός. Από το καλοκαίρι του 1943, υπηρέτησε στον ΕΛΑΣ, διοικητής λόχου του 2ου Τάγματος του 9ου Συντάγματος. Πήρε μέρος, σε πολλές μάχες, εναντίον των κατακτητών και των συνεργατών τους (Καζάρμας, Ανδρούσας, Παραδεισίων, Μεσσήνης, Μελιγαλά, Βουρλιά κλπ.). Με την έναρξη της «λευκής τρομοκρατίας», τον Μάρτιο του 1945, αντιμετώπισε παλληκαρίσια, την δράση του παρακράτους της δεξιάς που στράφηκε, ιδιαιτέρως, εναντίον της οικογένειάς του και σκότωσε τα αδέρφια του Φάνη και Σπύρο. Αλλά και τις πιέσεις, που άσκησαν, στους μόνιμους αξιωματικούς, οι κρατικοί μηχανισμοί, για να τους στρέψουν, εναντίον του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ. Το καλοκαίρι του 1946, η ΚΕ του ΚΚΕ ανέθεσε, στον Κώστα Μπασακίδη, την αποστολή, για την ανασυγκρότηση των οργανώσεων της Μεσσηνίας, που είχαν διαλυθεί, κατά την διάρκεια της «λευκής τρομοκρατίας», μέσα, σε ένα εγκληματικό όργιο των συμμοριών του Μαγγανά. Δύσκολη αποστολή, γιατί, από την τακτική της παθητικής αντίστασης, που στοίχισε πολλά θύματα, θα έπρεπε οι οργανώσεις να περάσουν, στον ένοπλο αγώνα, για να υπερασπίσουν, ακόμη και την ζωή τους. Οξυδερκής και μαχητικός, ήταν ένας από εκείνους, που έθεσαν τα θεμέλια, για την συγκρότηση του Δημοκρατικού Στρατού, στην νοτιοανατολική Πελοπόννησο και στην συνέχεια, στην κεντρική και βόρεια περιοχή της. Τον Φεβρουάριο του 1947, όταν ο Δημοκρατικός Στρατός άρχισε να εδραιώνεται, στην κεντρική και βόρεια Πελοπόννησο, ο Κώστας Μπασακίδης ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής του Αρχηγείου Πελοποννήσου (πολιτικός ο Βαγγέλης Ρογκάκος και Καπετάνιος ο Λυκούργος Γιαννούκος). Αργότερα, ανέλαβε διοικητής του Αρχηγείου Αχαΐας – Ηλείας και όταν ανασυγκροτήθηκε η 3η Μεραρχία του Δημοκρατικού Στρατού, διηύθυνε το 1ο Γραφείο επιχειρήσεων. Στις 13 Μαρτίου 1949, στην διάρκεια σκληρής μάχης, μεταξύ τμήματος του Δημοκρατικού Στρατού και ισχυρής δύναμης κυβερνητικοού Στρατού, στο ύψωμα «Δρακοβούνι» της Αρκαδίας, έπεσε μαχόμενο, όταν είχαν εξαντληθεί, ακόμη και οι σφαίρες, από το πιστόλι του. *Πληροφορίες από το βιβλίο του Αρ. Καμαρινού «Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο».

Είναι σαφές ότι οι ευθύνες του Κώστα Μπασακίδη, για την σφαγή των αμάχων και των αιχμαλώτων, στον Μελιγαλά, είναι βαρύτατες. Όπως, φυσικά και του Άρη Βελουχιώτη, που μπήκε, στην κωμόπολη, αμέσως, μόλις έληξαν οι σφαγές.




 

4/11/1944. Η μάχη και η σφαγή, στο Κιλκίς. 

Καθώς, οι Γερμανοί υποχωρούν, προς βορρά με τεθωρακισμένο σιδηροδρομικό συρμό και τμήμα καταστροφών, με την βοήθεια των εντόπιων συνεργατών τους, κατέστρεψαν ό,τι είχε απομείνει, από τις βασικές υποδομές. Οι συνεργάτες τους, ήσαν οι λεγόμενοι “εθνικόφρονες”, που ήσαν δωσιλογική τμήματα της ΠΑΟ,  ηγεσία της οποίας διέγραψε τους αρχηγούς των ομάδων αυτών (τ/χης Σπύρος Σπυρίδης, Κυριάκος – Κισάμπατζακ – Παπαδόπουλος), αλλά αυτοί την αγνοούν επιδεικτικά και ο χαρακτηρισμός «παοτζής» γίνεται συνώνυμος του δωσίλογου, αφού αυτά τα τμήματα της αντιστασιακής ΠΑΟ, που αυτοδιαλύθηκε, στις αρχές του 1944, οι κατακτητές τα εξόπλισαν και πλήθος, από τα μέλη της και που αργότερα την ονόμασαν ΕΕΣ (Εθνικός Ελληνικός Στρατός) τα ελληνικά ΕΣ - ΕΣ του Κώστα Παπαδόπουλου, του Κυριάκου Παπαδόπουλου ή Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδης),του Παπαδόγγονα μαζί με τους ληστοσυμμορίτες του Πούλου και του Δάγκουλα, και τους ΕΑΣΑΔίτες της Θεσσαλίας βοηθούσαν την υποχώρηση των αφεντικών τους.

Μετά την φυγή των Γερμανών, από την Θεσσαλονίκη, στις 30/10/1944, περίπου, 9.000 ταγματασφαλίτες, αφού βοήθησαν τους Γερμανούς να συμπτυχθούν στην Γιουγκοσλαβία, συγκεντρώθηκαν και οχυρώθηκαν, καλά, στην πόλη του Κιλκίς, με βάση το ύψωμα 371 του Αγίου Γεωργίου, τους Στρατώνες, το νεόκτιστο Νοσοκομείο, τις αποθήκες καπνού Σιδηρόπουλου, τα σχολεία κλπ. Ήσαν καλά εξοπλισμένοι και είχαν αρκετό εφεδρικό οπλισμό, κυρίως ιταλικό, στις αποθήκες Σιδηρόπουλου. Σκοπός των συνεργατών ήταν να αμυνθούν, στο Κιλκίς, μέχρι να έλθουν οι Βρετανοί. Ο Άγγλος αξιωματικός και αργότερα, βουλευτής του βρετανικού Εργατικού Κόμματος, Wilkis, το 1946, στην επιθεώρηση «Νέος πολιτικός και Έθνος», στο άρθρο του, με τίτλο : “ΕΛΑΣ - ΓΕΡΜΑΝΟΙ - ΑΓΓΛΟΙ”, έγραφε : «Όταν έφυγα, από το Κάιρο, τον Ιούλη 1944, η γνώμη εκείνων, που χειρίζονταν τα Ελληνικά πράματα ήταν ότι τα Τάγματα Ασφάλειας ήσαν φιλοβρετανικότερα, από τον ΕΛΑΣ. Και γι' αυτό έπρεπε να τα υποστηρίξουμε. Παράλληλα, πιστεύαμε ότι θα μπορούσαν να εξοντώσουν τον ΕΛΑΣ και επομένως, θα ήσαν οι μόνες δυνάμεις, που θα βρίσκαμε, μόλις, φθάναμε στην Ελλαδα».

Έτσι, δέκα πέντε τάγματα (6000 άνδρες) του ΕΛΑΣ, από τις μεραρχίες της Μακεδονίας, περισφίγγουν το Κιλκίς, αξιώνοντας την παράδοση των ταγματασφαλιτών, προκειμένου να φυλακιστούν και να δικαστούν, ως δωσίλογοι, από την μετακατοχική κυβέρνηση. Προηγουμένως, ο ΕΛΑΣ τους κάλεσε να παραδοθούν, με ρητή εγγύηση, για την ζωή τους. Οι οπλαρχηγοί τους, όπως οι Κ. Παπαδόπουλος, Κισά Μπατζάκ, Καζαμίας, Τσαμκιράνης, Δάγκουλας κ.λπ, απέρριψαν την πρόταση. 

Η ημέρα  της επίθεσης των ελασιτών ήταν το Σάββατο 4 Νοεμβρίου και ώρα 5:30 πρωί. Τα τμήματα όλα βρίσκονταν, στις θέσεις εφόδου. Δόθηκε το σύνθημα και άρχισε η επίθεση. Σφοδρή και πεισματώδης μάχη, που άλλαξε, σε ορισμένα σημεία, πολλές φάσεις. Τελικά, ο ΕΛΑΣ επικράτησε και μπήκε στην πόλη, όπου γίναν πολλές οδομαχίες. Χαρακτηριστικό γεγονός η μάχη στο νοσοκομείο. Το νοσοκομείο στέκει το τελευταίο οχυρό των ταγματασφαλιτών, οπότε, αργά το απόγευμα, οι περίπου χίλιοι οχυρωμένοι σηκώνουν λευκές σημαίες – ένδειξη παράδοσης. Ο ταγματάρχης Αριανός και μία διμοιρία του 28ου Συντάγματος προχωρά, προς το νοσοκομείο και μόλις έφθασε, σε ακτίνα βολής, δέχεται τα πυρά των «παραδιδόμενων», με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τα περισσότερα μέλη της διμοιρίας και να τραυματιστεί βαριά ο ίδιος ο Αριανός. Μετά απο αυτό, τα μπαζούκας του ΕΛΑΣ ξεκαθάρισαν την κατάσταση, στο Νοσοκομείο.

Σκοτώθηκαν πολλοί άνθρωποι, στο Κιλκίς, στην μάχη και στις, αμέσως, επόμενες ημέρες. Έγιναν εκτελέσεις αιχμαλώτων δωσίλογων και αμάχων, από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Σε ουδεμία περίπτωση - εκτός, από τους αμάχους που σκοτώθηκαν - οι δολοφονημένοι, μετά την μάχη, ήσαν πρόσωπα «αθώα» ή «άσχετα», με την πολιτική έννοια της λέξης. Επρόκειτο, για ένα πλήθος στρατευμένοων, στην υπόθεση της ναζιστικής Νέας Τάξης, αλλά και ιδεολογικούς αντιπάλους του ΚΚΕ. Η μάχη του Κιλκίς κράτησε, από τις 5:30 το πρωί, έως τις 4:30. Ο ΕΛΑΣ είχε 126 νεκρούς και 230 τραυματίες. Η άλλη πλευρά μέτρησε 1500 νεκρούς.

Στις δικογραφίες, που παρέδωσε, μετά την Συμφωνία της Βάρκιζας, το δικαστικό τμήμα του ΕΛΑΣ, στις αρμόδιες, πλέον, δικαστικές υπηρεσίες - δυστυχώς οι περισσότερες από αυτές - κακώς - καταστράφηκαν - διακρίνεται η σχέση, που είχαν οι ένοπλοι, στην υπηρεσία του κατακτητή, με τους οικονομικά ισχυρούς, μερικούς μεγαλογαιοκτήμονες αλλά, κυρίως, μεγαλέμπορους της μαύρης, ή της άσπρης αγοράς, προμηθευτές του στρατού Κατοχής, εργολάβους, πλοιοκτήτες, μεταφορείς και βιομηχάνους.

Ας δούμε τέσσερεις περιπτώσεις δωσίλογων οπλαρχηγών του λεγόμενου εθνικιστικού χώρου :



1) Κυριάκος Παπαδόπουλος : Γνωστός και ως Κισά Μπατζάκ ( Κοντόποδαρος), ήταν Πόντιος οπλαρχηγός, δωσίλογος, κατά την Κατοχή. Ο Στράτος Δορδανάς έψαξε, για τους δωσίλογους της Θεσσαλονίκης και το αποτέλεσμα είναι το βιβλίο «Έλληνες εναντίον Ελλήνων», Εκδόσεις επίκεντρο, 2006.

Λέει, για τον Κισά Mπατζάκ : “Εδώ τα πράγματα σοβαρεύουν. Γιατί, αν όλοι οι προηγούμενοι, υπηρέτησαν τους Γερμανούς, με την θέλησή τους, σε ένα συνδυασμό απατεωνίστικου καιροσκοπισμού και ιδεολογίας, ο Κισά Μπατζάκ (Κοντοπόδαρος) τους προσέγγισε, κάτω από την αδήριτη ανάγκη της σύγκρουσής του, με τον ΕΛΑΣ. Είναι αστείο ακόμη και να ειπωθεί ότι ο τουρκόφωνος αυτός επαγγελματίας πολεμιστής (ήταν οπλαρχηγός, στον Πόντο) είχε την παραμικρή ροπή, προς τον εθνικοσοσιαλισμό, τον οποίο, πιθανότατα, δεν καταλάβαινε. Είναι γεγονός, όμως, ότι, ενόψει, του μείζονος (κατ’ αυτόν) καθήκοντος, δηλαδή της αντιπαράθεσης, με τον ΕΛΛΑΣ, συνεργάστηκε, με τους Γερμανούς και μάλιστα, λίαν επωφελώς, γι’ αυτούς, καθώς δεν ήταν στρατηλάτης της φακής, όπως ο Πούλος, ή ο Βήχος, αλλά πραγματικός, σκληροτράχηλος πολεμιστής. Επέκτεινε, έτσι, την προσωπική του τραγωδία, σε χιλιάδες τουρκόφωνους (κυρίως) Πόντιους, που τον ακολούθησαν και σφαγιάστηκαν, στο Κιλκίς, ακολουθώντας, πιστά, τις επιλογές των αρχηγών τους και κυρίως, τις δικές του. Το καλοκαίρι του ’44 ο Κισά Μπατζάκ, αδιαμφισβήτητος πλέον αρχηγός των αντιεαμικών δυνάμεων που συνεργάζονταν με τους Γερμανούς, μετέφερε την έδρα του στη Θεσσαλονίκη και από εκεί διηύθυνε τον πόλεμο κατά του ΕΛΑΣ σε ολόκληρη την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία. Παράλληλα, βρέθηκε χρόνος για μια επίσκεψη στη Βιένη (!) και, φυσικά, για συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Χίτλερ, μετά την απόπειρα δολοφονίας του. Αλλά, οι Γερμανοί αποχωρούσαν. Έτσι, το τέλος του καλοκαιριού βρήκε τον Κισά Μπατζάκ να διαπραγματεύεται την ένταξή του, στον ΕΔΕΣ, προκειμένου να σώσει την κατάσταση : ο ΕΛΑΣ περίμενε έτοιμος να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς και η κυβέρνηση του Καΐρου είχε καταδικάσει, απερίφραστα, τους συνεργάτες των Γερμανών. Οι διαπραγματεύσεις, με τον ΕΔΕΣ, παραλίγο να πετύχουν, αλλά απέτυχαν και ο βασικός λόγος ήταν η συμμετοχή του ΕΑΜ, στην κυβέρνηση Παπανδρέου, η οποία, ως μείζων πολιτικός στόχος, επέβαλε, στους Άγγλους την (καιροσκοπική και ανειλικρινή) καταδίκη των “Ταγμάτων”. 





Ο Γιώργος Κρήτος (“καπετάν Θαλής”), εκπρόσωπος, τότε, του ΕΑΜ, στο 50ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ περιγράφει την κατάσταση, για τον Κισά Mπατζάκ :

«[…] Μητρική του γλώσσα η Τουρκική. Και παρόλο που από το ’22 ήλθαν στην Ελλάδα, οι γεροντότεροι εξακολουθούν να μην ξέρουν γρι ελληνικά. Είναι φανατισμένοι χριστιανοί. Τους διακρίνει ένα είδος μοιρολατρίας και σπαρτιάτικης πειθαρχίας που την επιτείνει το χαμηλό μορφωτικό τους επίπεδο. Υπακούνε στον αρχηγό τους τυφλά. Ο,τι πει αυτός. Πως μπορεί να μην είναι σωστό αυτό που θα πει ο αρχηγός; Εχουν όμως και ένα προσόν που δεν το έχουν οι άλλοι και κανένας δεν μπορεί να τους το αρνηθεί. Είναι άριστοι πολεμιστές, φημισμένοι σκοπευτές, ατρόμητοι πάνω στη μάχη, σωστά παλικάρια. Και ήταν όντως άφθαστα τα παλικάρια του Κισά Μπατζάκ στο σημάδι, στο μαχαίρι και στις λεηλασίες! Κι έτσι τους κέρδισε η ΠΑΟ στις γραμμές του οποίου εντάχθηκε ως αξιωματικός ο Κισά Μπατζάκ διότι όπως δήλωσε ο ίδιος “ουδεμία εμπιστοσύνην έχομεν εις την ηγεσίαν του ΕΛΑΣ. Αυτού ηγούνται σεσημασμένοι κομμουνισταί σκοπούντες επέκτασιν Σλαύων και όχι απελευθέρωσιν Πατρίδος”. Η στάση του Κισά Μπατζάκ απέναντι στους “σεσημασμένους κομμουνιστές” προκάλεσε όπως είναι φυσικό και το ενδιαφέρον των Γερμανών. Η πρώτη επαφή των δυνάμεων Κατοχής, με τους κατοίκους του Κούκου και τον Κισά Μπατζάκ, έγινε την άνοιξη του 1943, με την ευκαιρία εκκαθαριστικής επιχείρησης, στην περιοχή του Ολύμπου και την εξόντωση των, εκεί, αντάρτικων ομάδων του ΕΛΑΣ. Τότε, μπήκαν και οι βάσεις συνεργασίας των δύο πλευρών. Το πλαίσιο αυτής της συνεργασίας περιγράφεται, σε έκθεση του Επιτελικού Γραφείου 1c του Γερμανού στρατιωτικού Διοικητή Θεσσαλονίκης - Αιγαίου :
«Οι εν Κούκω, και ιδίως, ο αρχηγός τους Κουτσαμπασάκ, είχαν αποδείξει, ήδη, τότε, μίαν, απολύτως, γερμανόφιλον στάσιν. Εξ αιτίας της στάσεως αυτής, η, κατά τον παρελθόντα Μάρτιον επιχείρησις, εναντίον της περιοχής του Ολύμπου, είχε λάβει, προσωπικώς, από την Υπηρεσίαν 1c, την εντολήν να φεισθή, οπωσδήποτε, του τόπου Κούκος. Ωσαύτως, είχε δοθεί η εντολή να μη γίνουν, εις τον, εν λόγω, τόπον έρευναι, δια την ανακάλυψιν όπλων, δια να χρησιμοποιήσωμεν τον Κούκον και περαιτέρω, ως μίαν φωλέαν αντιστάσεως». Για την καλή τους διαγωγή, οι άντρες του Κούκου εκπαιδεύτηκαν, από τους Γερμανούς, με ευθύνη του Υπολοχαγού Φραντς Κράουτσμπέργκερ, ο οποίος είχε, ήδη, στρατολογήσει 4045 τουρκόφωνους, από την περιοχή της Βέροιας, καθώς και 200, περίπου, ρουμανίζοντες Βλάχους, η πλειοψηφία των οποίων ήσαν οπαδοί του Ζελέα Κοντρεάνου, αρχηγού της ρουμανικής, γερμανόφιλης «Σιδηράς Φρουράς». Ολες αυτές οι ομάδες εκπαιδεύτηκαν και έδρασαν, στην Θεσσαλονίκη και την κεντρική Μακεδονία και βέβαια προστάτευαν χωριά, όπως ο Κούκος.
Με αυτό τον τρόπο, ο Φραντς Κράουτσμπέργκερ έβαλε τις βάσεις, για τον εξοπλισμό του Κούκου και άλλων χωριών και την συμμετοχή τους, στην δημιουργία του Εθνικού Ελληνικού Στρατού. Πριν την ανοιχτή συνεργασία, με τους Γερμανούς, ο Κισά Μπατζάκ είχε άλλα στηρίγματα. Τον συντοπίτη του δεσπότη Κατερίνης, τους καπνέμπορους και τσιφλικάδες της περιοχής, όπου κατέθεσε τα διαπιστευτήρια του. Στην συνέχεια, ήλθε η ώρα των Γερμανών να ασχοληθούν, με την περίπτωσή του. Στο πρόσωπό του, έβλεπαν έναν σπάνιο σύμμαχο, με σημαντικό έρεισμα, σε ορισμένους κατοίκους της περιοχής, που θα μπορούσε να σταθεί πολύτιμος, στην εξόντωση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Μετά την μάχη του Κιλκίς, κατάφερε να διαφύγει και να αναζητήσει την σωτηρία του, επιστρέφοντας, στην Θεσσαλονίκη. Στην πορεία αυτή, επικεφαλής 800, περίπου, ανδρών του, εγκλωβίζεται, σε ένα φαράγγι, όπου εξοντώνεται, από την Ταξιαρχία Ιππικού του Μπουκουβάλα. Μια άλλη εκδοχή υποστηρίζει ότι αυτοκτόνησε, προκειμένου να μην πέσει, στα χέρια του ΕΛΑΣ.



2) Κώστας Παπαδόπουλος. Δωσίλογος, συνεργάτης των Γερμανών, είχε ένοπλη ομάδα, εναντίον του ΕΛΑΣ, στην περιοχή του Κιλκίς. Στην μάχη του Κιλκίς δεν πήρε μέρος, ή απέφυγε να πάρει. Όταν ο Χίτλερ γλίτωσε, από την απόπειρα, εναντίον του, τον Ιούλιο του 1944, υπέγραψε και αυτός συγχαρητήριο τηλεγράφημα. Μετά την μάχη του Κιλκίς, έφθασε στην Θεσσαλονίκη, για να ζητήσει προστασία, από τους Άγγλους, συνελήφθη, από τον ΕΛΑΣ, αλλά αφέθηκε ελεύθερος. Με πορεία, κατέληξε, με 400 άνδρες του, στο Μπέλες, καταδιωκόμενος, από τον ΕΛΑΣ. Μετά τον πόλεμο, δικάστηκε, για δωσιλογισμό,, αλλά αθωώθηκε, εν μέσω εμφυλίου πολέμου και έγινε βουλευτής διαφόρων κομμάτων της Δεξιάς (Λαϊκό Κόμμα, ΕΡΕ, Ελληνικός Συναγερμός του του Αλέξανδρου Παπάγου, ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ΚΑΕ). Το 1955, χειροδίκησε, εναντίον του βουλευτή του ΔΚΕΛ, Στυλιανού Αλλαμανή, λόγω τοποθέτησης του τελευταίου, υπέρ του ΕΑΜ. Το 1963, επιτέθηκε στον βουλευτή της ΕΔΑ Αντώνη Μπριλάκη αλλά γρονθοκοπήθηκε, από τον Γρηγόρη Λαμπράκη και έπεσε κατά γης. Πάντως, υπήρξε η ελαφρύτερη περίπτωση δωσίλογου.



3) Αντώνης Δάγκουλας : Ήταν συνεργάτης των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής, ο οποίος έμεινε γνωστός, για την εγκληματική του δράση, στην Θεσσαλονίκη, που του απέφερε το παρωνύμιο ο “Δράκος της Θεσσαλονίκης”. Ο Δάγκουλας και οι άνδρες του, όπως και πλήθος άλλων ταγματασφαλιτών, καταφεύγουν, στο Κιλκίς, όπου, στην μάχη, με τον ΕΛΑΣ, ο Δάγκουλας συλλαμβάνεται τραυματισμένος, με μια βαλίτσα λίρες, στο πλευρό του,» και μεταφέρεται, στο Δημοτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης (σημερινό «Γ. Γεννηματάς»). Εκεί, το ανακριτικό του ΕΛΑΣ του παίρνει την μοναδική κατάθεση, που διαθέτουμε, ενώ εκατοντάδες πολίτες είχαν μαζευτεί, έξω, για να τον λιντσάρουν. Τελικά, «γλύτωσε» διότι πέθανε, «από ουραιμία, κατόπιν ακρωτηριασμού» (μια πολύ προβληματική διάγνωση. Ήταν, μόλις, 36 ετών. Το πτώμα του δόθηκε, στο έξαλλο πλήθος (προφανώς και Ελασιτών και διαπομπεύτηκε, στους δρόμους της πόλης, πάνω, σε ένα κάρο, για να καταλήξει, σε ένα μικρό ρέμα, όπου πετάγονταν σκουπίδια, στον σημερινό σταθμό λεωφορείων της οδού Λαγκαδά.



Γεώργος Πούλος : Αξιωματικός, του Ελληνικού Στρατού και κατά την διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής της Ελλάδας, συνεργάτης των Γερμανικών δυνάμεων. Ήταν ιδρυτής του Ελληνικού Εθελοντικού Σώματος Κρύας Βρύσης, γνωστού, επίσης, ως “Εθελοντικό Τάγμα Πούλου” ή “Poulos Verband”. Ήταν υπεύθυνος  για εγκλήματα πολέμου, έναντι Ελλήνων αμάχων. Στα τέλη του 1943 και καθ' όλο το διάστημα του 1944, μέχρι την αποχώρηση των Γερμανών, από την Ελλάδα, ο Πούλος, με το τάγμα του, πρωτοστάτησε, σε βιαιοπραγίες, λεηλασίες, εμπρησμούς και δολοφονίες, κατά Ελλήνων, δρώντας μόνος του, ή σε συνεργασία, με γερμανικές δυνάμεις. Για την δράση του, έλαβε και το ψευδώνυμο "Φον Πούλος". Μικρός αριθμός ενόπλων του Πούλου παρέμενε, εντός της Θεσσαλονίκης, όπου συνελάμβανε και βασάνιζε «κομμουνιστάς», οι οποίοι, στην συνέχεια οδηγούνταν, στο στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» και εκτελούνταν. Την άνοιξη του 1944, ο Πούλος εγκαταστάθηκε, στην Κρύα Βρύση του νομού Πέλλας, την οποία μετέτρεψε, σε προπύργιό του. Τον Απρίλιο του 1944 γερμανικές δυνάμεις, σε συνεργασία, με το Σώμα Πούλου προέβησαν, σε πυρπολήσεις, λεηλασίες και θηριωδίες, εναντίον των κατοίκων των χωριών Πύργοι, Μεσόβουνο και Ερμακιά Εορδαίας. Εκτέλεσαν, πάνω από 600 άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1944, οι άνδρες του Πούλου περικύκλωσαν τα Γιαννιτσά. Μαζί ήταν και μονάδα των "Σουμπερτιανών", πλαισιωμένη από τουρκόφωνους χωρικούς της, γύρω, περιοχής. Εισήλθαν, στην πόλη και προέβησαν, σε σφαγές αμάχων. Περίπου, 120 άνθρωποι βρήκαν τραγικό θάνατο. Πολλές γυναίκες κακοποιήθηκαν, πολλά σπίτια κάηκαν, ενώ τραγικό τέλος περίμενε τους άνδρες, που ξεψύχησαν, μέσα στον λάκκο, που άνοιξαν, υπό την απειλή των όπλων, τα ίδια τους τα παιδιά. Τον Νοέμβριο του 1944, ο Πούλος και οι άνδρες του, ακολούθησαν συντεταγμένοι τους αποχωρούντες Γερμανούς και πολέμησαν, για λογαριασμό του Τρίτου Ράιχ ,σε βορειότερα κλίματα. Δεν εγκλωβίστηκε, στο Κιλκίς. Ωστόσο, ο Πούλος δεν κατάφερε να αποφύγει την σύλληψη. Συνελήφθη, στο Κίτσμπιλ (Kitzbühel) της Αυστρίας, στις 19-5-1945, από τους Αμερικανούς. Κρατήθηκε, σε στρατιωτικές φυλακές, έξω από την Στουτγάρδη. Καταδικάστηκε και εκτελέστηκε, ως δωσίλογος, στις 11 Ιουνίου 1949, στο Γουδή. Ήταν η χειρότερη περίπτωση δωσίλογου.




30/3/1950. Αθήνα, πλατεία Συντάγματος. Οι τέσσερις πρώτοι βουλευτές της Δωδεκανήσου στο ελληνικό κοινοβούλιο (από αριστερά, Κωτιαδης, Χατζησταυρής, Ιωαννιδης και Ζίγδης), μετά την Ενσωμάτωση, γονατιστοί, μπροστά στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Είχε προηγηθεί κατάθεση στεφάνου.




1950 (μέσα δεκαετίας). Θεσσαλονίκη. Η είσοδος της Δ.Ε.Θ., όταν ήταν, στην Λεωφόρο Στρατού. Οι γραμμές του τραμ υπάρχουν ακόμη. Το κρεμαστό φανάρι ρύθμισης της κυκλοφορίας, με την φίρμα της Φιλίπς, ήταν, μάλλον, διαφημιστικό, γιατί, όταν καθιερώθηκαν, την δεκαετία του 1960, ήσαν διαφορετικά. Σίγουρα, όμως, προϊδέαζε, για το μέλλον, που θα ερχόταν.




1955; Αθήνα. Η Αλεξανδρα Λαδικού  (92 ετών, σήμερα), με τον, τότε, σύζυγό της και τα δυο τους αγόρια. 


“Έζησα μια εφηβεία ως μικρομέγαλη. Απ' τα δεκάξι μου ήμουν - ας πούμε - αρραβωνιασμένη. Τ' αγόρι μου, πολύ όμορφος κι από καλή οικογένεια, αλλά παθολογικά ζηλιάρης. 

Δεν ήθελε να πηγαίνω στα Γαλλικά, δεν ήθελε να κυκλοφορώ μόνη μου και τέτοια. 

Όταν έφερνα τους γονείς μου προ τετελεσμένου γεγονότος δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Έτσι όταν έφυγα για τα καλλιστεία στο Λονδίνο, είχα φάει ένα μεγαλοπρεπές χαστούκι απ' τον πατέρα μου - που είχε γυρίσει απ' την Αργεντινή - και μ' είχε πειράξει πάρα πολύ. 

Απ' το Λονδίνο λοιπόν, έστειλα γράμμα στ' αγόρι μου, λέγοντάς του ότι θέλω να παντρευτούμε, γιατί δεν ήθελα να ξαναγυρίσω στο πατρικό μου. Κι έτσι βρέθηκα δεκαεννιά ετών, παντρεμένη κι έγκυος στον πρώτο μου γιο. 

Μετά από λίγο ήρθε κι ο δεύτερος γιος. 

Ο σύζυγός μου υπέροχος, μου στάθηκε σε πολλά ζητήματα, αλλά αποδείχτηκε κάπως "ζωηρός". Είχε εξωσυζυγικές σχέσεις. 

Από αντίδραση αποφάσισα να σπουδάσω υποκριτική. 

Με τον πρώτο μου γιο δεκατριών μηνών και τον άλλο νεογέννητο όλα αυτά...

Μέναμε τότε σε μια ωραία μονοκατοικία στη Λεωφόρο Συγγρού, στο ύψος της Καλλιθέας κι είχα τη μητέρα μου να προσέχει τα παιδιά. 

Πήρα το λεωφορείο, πήγα στον Μάνο Κατράκη για να μου κάνει προετοιμασία κι έδωσα εξετάσεις στη σχολή του Κατσέλη. Ενθουσιάστηκε ο Κατσέλης και μ' έβαλε κατευθείαν στο δεύτερο έτος - πράγμα καθόλου σύνηθες. 

Ο άντρας μου όμως είχε αντιρρήσεις. 

"Να πας στον Κουν, κι αν σε πάρει, τότε ναι, να σπουδάσεις", μου είπε. 

Πάω στον Κουν, δίνω εξετάσεις και πάλι, ο Κουν ενθουσιάζεται και με βάζει κατευθείαν στο δεύτερο έτος. Ε, εκεί πια δεν μπορούσαν να πουν τίποτα.

Μετά από είκοσι χρόνια γάμου με τον σύζυγό μου, καταλάβαμε ότι δεν πήγαινε άλλο.

 Έπειτα έκανα μια μακρόχρονη σχέση - επτά χρόνια. Λένε ότι μετά από επτά χρόνια σχέση, πρέπει ν' αποφασίσεις τι θα κάνεις. Κι εμείς αποφασίσαμε να μη συνεχίσουμε”...

(Ιδέα δημοσίευσης, επιμέλεια κειμένου και  αναζήτηση πηγής : Ioannis Messinis).



1955. Τα λουτρά Έδεμ, με την εξέδρα, για βουτιές. Στο κέντρο, στο βάθος, το λευκό κτίριο είναι το Εστιατόριο - Αναψυκτήριο - Καφέ EDEM, που υπάρχει και σήμερα. Αριστερά, για πρώτη φορά, βλέπουμε, μετά την γέφυρα της Πικροδάφνης, το γνωστό νυκτερινό κέντρο ο Φάρος, λίγο πριν το σημερινό βενζινάδικο. Δεξιά, στο βάθος, στην θάλασσα, στα 200-300 μέτρα, φαίνεται το μικρο βραχώδες Νησάκι, με τον μικρο φάρο. Πίσω, από την εξέδρα, βλέπουμε τις βάρκες και τα κανό του Ντίνου Δρακόπουλου. Και αριστερά, πίσω από τις βάρκες, τα τραπεζοκαθίσματα, κάτω από τις τέντες, με τις ψαροταβέρνες των Κόκκαλη-Σαρωνικού-Μαστροκώστα-Δίχτυ, γεμάτα πελάτες, που έρχονταν, από όλη την Αττική, για μπάνιο και βουτιές, στα ολοκάθαρα νερά, τότε και να δοκιμάσουν το φρεσκότατο και περίφημο μαριδάκι Φαλήρου και πολλά άλλα φρέσκα θαλασσινά.






1957. Εδιμβούργο, Σκωτία. Μια σπάνια συνάντηση : Ο φακός απαθανατίζει, για μια και μοναδική φορά, την Μαρία Κάλλας - που έφυγε, από την ζωή, στις 17/9/1977 - και την Μελίνα Μερκούρη - μελαχρινή, καθώς, τότε, γύριζε την ταινία «Τσιγγάνα και ο Τζεντλμαν» - στο Εδιμβούργο το 1957. Μαζί τους και ο διεθνής Έλληνας βαθύφωνος Νίκος Ζαχαρίου «Αυτό  που παραμένει εκθαμβωτικό σ’αυτήν την μεγάλη τραγουδίστρια, είναι ο επαγγελματισμός της, που την βοήθησε να γίνει μια από τις πιο μεγάλες ηθοποιούς της εποχής της» είχε πει η Μελίνα, για την Κάλλας, το 1982.





12/9/1961. Λωζάνη, Ελβετία. Ο αρραβώνας της Σοφίας, με τον Juan Carlos, τον ορισμένο από το δικτάτορα Francisco France, ως διάδοχο του ισπανικού θρόνου, Χουάν Κάρλος.

Στην Αθήνα γίνεται χαμός, πρωθυπουργός είναι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η βασίλισσα Φρειδερίκη τον πιέζει, ασφυκτικά, για το ποσό, που θα δινόταν, από τον κρατικό προϋπολογισμό ως προίκα, να ήταν, όσο γινόταν μεγαλύτερο, αλλά και αφορολόγητο. Ολόκληρη η αντιπολίτευση είναι, στα κάγκελα. Στις 15 Μαρτίου 1962, η πλειοψηφία της, τότε, βουλής ψήφισε, κατ' απαίτηση της βασίλισσας Φρειδερίκης, νόμο “περί συστάσεως προικός, για την πριγκίπισσα Σοφία”. Το ποσό, που επιβάρυνε τον δημόσιο προϋπολογισμό, ορίστηκε, σε 300.000 δολάρια. Αλλά διετέθησαν πολλαπλάσια του ποσού αυτού, για τις δαπάνες του γάμου, που χαρακτηρίστηκε «ο γάμος του αιώνα». Ο γάμος της Σοφίας με τον Ισπανό πρίγκιπα Δον Χουάν Κάρλος  υπήρξε το πιο πολυτελές, φανταχτερό και πολυδάπανο πανηγύρι, που έγινε, στην Ευρώπη και στην Αμερική, κατά τον εικοστό αιώνα. Κατά την εφημερίδα «Daily Mail» του Λονδίνου : «Aι Αθήναι έδιναν την εντύπωση γιγαντιαίου καρναβαλιού». Ο απεσταλμένος της ίδιας εφημερίδας υπολόγισε τις δαπάνες του γάμου, σε 2.800.000 δολάρια, που, φυσικά, πληρώθηκαν, από το δημόσιο ταμείο.

Μερικές χαρακτηριστικές λεπτομέρειες : Στον γάμο, εκλήθησαν και παρέστησαν 32, εν ενεργεία, βασιλείς και πρίγκιπες και 109 εστεμμένοι. ή πρίγκιπες έκπτωτοι. (Μεταξύ αυτών ήταν και κάποιος διεκδικητής του μη υπάρχοντος θρόνου της Βραζιλίας). Επίσης, 3.000 Ισπανοί αριστοκράτες.

Για την μεταφορά της νύφης και του πατέρα της, που την συνόδευσε, στην εκκλησία, χρησιμοποιήθηκε χρυσή άμαξα, συρόμενη, από έξη χρυσοντυμένα λευκά άλογα. Για την διακόσμηση των δυο ναών (ορθόδοξου και καθολικού), χρειάσθηκαν 80.000 τριαντάφυλλα και γαρίφαλα. Για την εκμαίευση πλούσιων δώρων, απλώθηκε ένα πυκνό και πιεστικό δίχτυ, εντός και έκτος της Ελλάδας. Οργανώσεις, ιδρύματα, τράπεζες, οργανισμοί, σχολεία, ορφανοτροφεία, γηροκομεία, βρεφοκομεία, νοσοκομεία υποχρεώθηκαν να αποστείλουν δώρα. Όλοι επίσης οι προσκληθέντες γαλαζοαίματοι (έκπτωτοι και εν ενεργεία), εφοπλιστές, βιομήχανοι και άλλοι, χάρισαν ένα πραγματικό βουνό, από κοσμήματα και πολύτιμους λίθους. Η Αγγλίδα δημοσιογράφος κ. Red έγραψε ότι : «Τα δώρα, που απεστάλησαν, στους νεόνυμφους, ήσαν τόσα πολλά, ώστε να τους διατηρήσουν βαθύπλουτους, σε όλη τους την ζωή».

Μερικές εβδομάδες, πριν από τους γάμους, η βασίλισσα Φρειδερίκη, με την Σοφία, πήγαν στο Παρίσι και στο Λονδίνο, για «ψώνια». Όταν γύρισαν, κάποιος αδιάκριτος δημοσιογράφος, στο αεροδρόμιο, είχε την υπομονή να μετρήσει 120 βασιλικές αποσκευές. Και επειδή έγινε θόρυβος, στον τύπο, εξεδόθη ανακοίνωση του βασιλικού αυλαρχείου, που διευκρίνιζε ότι οι 120 βαλίτσες περιείχαν δώρα ομογενών (εφοπλιστών) του Λονδίνου, προς την μελλόνυμφη πριγκίπισσα.

Γράφει ο πιο έγκυρος μελετητής εκείνης της περιόδου Γιάννης Κάτρης : “Την ίδια εποχή γυμνασιάρχης ακριτικής περιοχής, στην βόρεια Ελλάδα, απηύθυνε δραματική έκκληση, προς το παγκόσμιο συμβούλιο εκκλησιών, επισημαίνοντας ότι «οι μαθηταί του γυμνασίου κατέστησαν πραγματικοί σκελετοί, εκ της πείνης»”.





1960 (δεκαετία). Ο Αριστοτέλης Ωνάσης διασκεδάζων, μετά αλλοδαπούς καλλονής.




1960 (τέλος δεκαετίας). Καλλιθέα Τζιτζιφιές. Η οδός Θησέως, λίγο πριν την παραλιακή.




25/8/1973. Τρίκαλα. Ο Ηλίας Πετρόπουλος, στο καφενείο του Κίτσου Τσιτσάνη.

 “ΑΓΑΠΩ ΤΑ ΤΣΟΓΛΑΝΙΑ και τους χασίκλες, τους κλέφτες, τις πουτάνες, τους ρεμπέτες και τους πούστηδες γιατί μάχονται κάθε μορφή εξουσίας και τους αγαπώ, πιο πολύ, γιατί τα καταφέρνουν και επιζούν, κόντρα, στην αστυνομία, κόντρα στον ποινικό νόμο, κόντρα, στην απαίσια ηθική των μικροαστών, κόντρα, στον φλογερό εαυτό τους. Η αστική κοινωνία αυτοθαυμάζεται. Ο δολοφόνος, ο πούστης, ο κλέφτης, η πουτάνα, σπάνε τον καθρέφτη”!

Είναι ένας συγκλονιστικός Έλληνας λογοτέχνης («ο κυνισμός, δεν αποκλείει την αγάπη», «επιζείς, στην Ελλάδα, μόνον, αν σε κατέχει ο διάβολος»), ο αυτοεξόριστος, στο Παρίσι (αφού, εδώ, υπέστη διώξεις, φυλακίσεις, απαγορεύσεις βιβλίων) ερευνητής, μελετητής του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας, δημοσιογράφος, σκιτσογράφος, φωτογράφος και συλλέκτης, Ηλίας Πετρόπουλος (Αθήνα, 26 Ιουνίου 1928 – Παρίσι, 3 Σεπτεμβρίου 2003), έσωσε, κυριολεκτικά, ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού, που τα πανεπιστήμια θα το είχαν αφήσει να ξεχαστεί, για πάντα.

Σε όλη του την ζωή, θα περιφρονεί το κατεστημένο και την καθεστηκυία τάξη. Συναναστρεφόταν και πήρε συνεντεύξεις, από ρεμπέτες, αλήτες, μάγκες, πόρνες, ομοφυλόφιλους, φυλακισμένους και καταδιωκόμενους, που έγιναν οι ήρωες των βιβλίων του. Εγραψε 83 βιβλία και δημοσίευσε περισσότερα, από χίλια άρθρα. Κατέγραψε, ανέλυσε και διέσωσε τεκμήρια, για πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα, από την κυρίαρχη ιστορική αφήγηση. Ήταν ο πρώτος (ερασιτέχνης) λαογράφος, στην Ελλάδα, που ασχολήθηκε, συστηματικά, με το θεωρούμενο, ως κοινωνικό περιθώριο.

Σύμφωνα, με την τελευταία επιθυμία του, την οποία υλοποίησε η σύντροφός του, Μαίρη Κουκουλέ, η σορός του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες πετάχτηκαν, σε υπόνομο του Παρισιού. «Να κάψεις το κουφάρι μου και να ρίξεις τις στάχτες, στον υπόνομο. Τέτοια είναι η διαθήκη μου». 





1970 (μετά τα μέσα της δεκαετίας). Αθήνα.Τα 2Μ του Ελληνικού Πολιτισμού, ο Ψηλός και ο Χοντρός,  αφηγείται  ο Μίκης:  «Θυμάμαι σαν και τώρα,  όταν αρχίσαμε να επισκεπτόμαστε ο ένας το σπίτι του άλλου, αυτός να έρχεται στη Νέα Σμύρνη κι εγώ στο Παγκράτι, τα καυτά μεσημέρια του θέρους  του 1946, μόνοι μας στα τελευταία καθίσματα του λεωφορείου που ανέβαινε τη Συγγρού. Κάθε μεσημέρι η μητέρα μου μας έκανε το τραπέζι και μετά πηγαίναμε για σπουδές ή για το μεροκάματο, εκείνος  δούλευε  στου Fix, στο εργοστάσιο πάγου κι εγώ εφημεριδοπώλης, η αλήθεια είναι ότι ο δικός μου πατέρας μού εξασφάλιζε το καθημερινό πιάτο,  ενώ ο Μάνος ήταν ο ίδιος πατέρας, γιος και αδελφός, έπρεπε  να δουλέψει για να ζήσει την οικογένεια του, κάτι που θα τον απομακρύνει από τη μεγάλη του αγάπη, τη συμφωνική μουσική, είχε  μια από τις καλύτερες δισκοθήκες στον κόσμο, χιλιάδες δίσκοι, κυρίως «κλασικοί». Και το σπουδαιότερο: τους άκουγε όλους!  κανείς στην Ελλάδα (πέραν των κλασικών ) δεν γνώριζε καλύτερα τη μουσική του 20ού αιώνα  τους  ερμηνευτές, τις ορχήστρες, τις μουσικές σχολές  από τον Μάνο, μού μιλούσε ασταμάτητα  για τους πιο απίθανους συνδυασμούς οργάνων που θα χρησιμοποιούσε π.χ, τρία τρομπόνια και δύο άρπες για το ένα, ορχήστρα πνευστών με σόλο τσέλο για το άλλο... Ο  Μάνος εμπιστευόταν το ένστικτο και την ιδιοφυΐα του, εγώ εργάσθηκα σκληρά για να αποκτήσω τεχνική, χρησιμοποίησε το μπουζούκι, μόνο, στα τραγούδια κινηματογραφικών ταινιών, που δεν τα «υπέγραφε», αντιθέτως στα έργα, που υπέγραφε, εμπιστευόταν  «λόγια» όργανα, όπως το βιολοντσέλο και το πιάνο. Όταν είδα την «Στέλλα»,  μέθυσα, κυριολεκτικά, με τις μελωδίες του, πήγα και ξαναπήγα, έως ότου τις μάθω, καλά, για να τις παίζω, στο πιάνο. Στο σπίτι του στο Παγκράτι, με έκρυβε, ενώ ήμουν, στην παρανομία, μετά την  μουσική ακολουθούσε  συζήτηση για τα πολιτικά, ανταλλάσσαμε απόψεις και όνειρα, επιθυμίες και σχέδια, εγώ ήμουν φανατισμένος, δεν ήθελα να δω την πραγματικότητα, που μου ανέλυε, με την τετράγωνη λογική του, ο Μάνος, όμως, αυτές οι διαφωνίες μας έφερναν, πιο κοντά,  ο Μάνος αποδείχτηκε, τελικά, περισσότερο ρεαλιστής, απέναντι, στην έννοια «Λαός», από μένα. που εγώ  την αντιμετώπιζα, με ρομαντική διάθεση, σαν απόλυτη ηθική και πολιτιστική αξία.  Προσωπικός φίλος του Καραμανλή, δεν δίσταζε να  υποστηρίζει θέσεις, πιο τολμηρές και ριζοσπαστικές, από αυτές των  επισήμων απόψεων της Αριστεράς».

Η σχέση τους περιπετειώδης, οι τσακωμοί τους παροιμιώδεις, μια φορά τους άκουσε όλος ο « Μαγεμένος Αυλός», το αγαπημένο εστιατόριο του Μάνου, σε διπλανό τραπέζι, καθόταν η Ελένη Αρβελέρ, σηκώθηκε, από την θέση της και τους μάλωσε «δεν ντρέπεστε, είστε τα ινδάλματα όλης της Ελλάδας και τσακωνόσαστε, σαν μαθητούδια». Τα πειράγματα, μεταξύ τους, πολλά, μόλις, ο Μάνος πρωτο-παρουσίασε τις «Μπαλάντες της οδού Αθηνάς», του λέει ο Μίκης, σε μια ταβέρνα, «καλά τί σόι τραγούδι ειν' αυτό, που πήγες κι έγραψες…πονούν οι ρώγες μου, θα' χεις τα πόδια σου ανοιχτά κλπ" (στο τραγούδι «Ερωτική άσκηση, για τέσσερις»), του απαντά ο Μάνος, «αυτά, σε πείραξαν, δεν κοιτάς την δική σου σαχλαμάρα ; Ποιά; ρωτάει ο Μίκης έκπληκτος Ε, δεν ξέρεις,  "Να τη πετιέται, από ψηλά κι αγριεύει και θεριεύει κλπ.". Έλεγε, όταν ήταν θυμωμένος, «Με τον Μίκη, δεν έχομε καμία σχέση, παρά μόνο την κατάληξη –ακης, στο επίθετο μας, για αυτό και εγώ είπα να την γράφω, με ι, Χατζιδάκις», πέρναγε μια εβδομάδα και του πέρναγε ο θυμός, όταν τον ξαναρωτούσαν έλεγε «όχι, μωρέ,  άλλαξα την κατάληξη, γιατί το η, Χατζιδάκης, με παχαίνει»!

Συνεχίζει ο Μίκης : «Ανεξάρτητα, από τις περιπέτειες των σχέσεων μας, ένιωθα, πάντα, μια απέραντη τρυφερότητα, για τον ευάλωτο Χατζιδάκι, που προσπαθούσε, με κάθε τρόπο, να κρύψει την αγάπη, που στερήθηκε, μου άρεσε να τον ακούω να μιλάει, δεν τον διέκοπτα, ποτέ, όταν μιλούσε, διατύπωνε, τόσο άρτια, με τόσο άψογα Ελληνικά και τόσο τέλεια τεκμηριωμένα ο,τιδήποτε έθιγε, που σε έπειθε, χωρίς δεύτερη σκέψη, σε καθήλωνε, μονάχα, με ένα βλέμμα, ήταν ένας γόης, ως άνθρωπος, ως διανοούμενος και ως συνθέτης. Ένα δώρο των Θεών, στην χώρα μας».

15 Ιουνίου του 1994,  μας άφησε το «δώρο των Θεών, στην χώρα μας», ο Μίκης σπεύδει,  στο Νεκροτομείο  του Ευαγγελισμού και παρακαλεί την Διευθύντρια να τους αφήσει μόνους τους, ο Μάνος γυμνός, στο τραπέζι του νεκροτομείου, είχε χάσει πολλά κιλά,  από την περιπέτεια της υγείας του και ήταν πανέμορφος,  έμεινε, μαζί του, περίπου, μισή ώρα, χαϊδεύοντάς  του το κεφάλι, μιλώντας του, τρυφερά, όλα όσα δεν του είχε πει ολόκληρες δεκαετίες, στο τέλος «του έκλεισα τα μάτια και του είπα, Καλή Αντάμωση Μάνο μου, και έφυγα  δακρυσμένος».



1974. Πρίγκηπος. Το περίπτερο της Μαρίας Βερβέρογλου, γνωστής και ως "Μαρίκα, η Πατάτα".



1975. Πρίγκηπος. Το καφενείο του Χρήστου Νάνου, στέκι των ψαράδων του νησιού. Εικονίζεται ο ίδιος να συνομιλεί, με έναν πελάτη του, στην είσοδο. Φωτογραφία του Ακύλα 
Μήλλα. Ο Ακύλας Μήλλας γεννήθηκε, στην Πόλη, στα 1934 και είναι γιατρός, ιστοριοδίφης και συγγραφέας. Στα περίφημα βιβλία του, αποτυπώνεται μια πλούσια συλλογή κτιρίων, ενσφράγιστων εγγράφων και εντύπων, μικρασιατικών, κυρίως, κοινοτήτων και ενοριών, τεκμηριωμένη, με φωτογραφικό υλικό και σκίτσα. Δημιουργώντας ένα σημαντικό αρχείο του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αλλά και γενικότερα, του διεθνούς και ετεροδόξου μόνιμου πληθυσμού της, ο Ακύλας Μήλλας αναδεικνύει, τόσο το υψηλό πνευματικό και πολιτισμικό επίπεδο των κατοίκων της Πόλης, όσο και τα ιδιαίτερα και άγνωστα, σήμερα, στους περισσότερους, στοιχεία της καθημερινότητάς τους. Η Ακαδημία Αθηνών τον έχει τιμήσει με το Χαλκούν Μετάλλιο, για την προσφορά του.





1970 (δεκαετία). Λεμεσός.

   



Ιανουάριος 2004. Αβάνα, Κούβα. Ο Robert Redford συναντά τον Fidel Castro, στο ξενοδοχείο Nacional. O Robert Redford βρέθηκε, στην Κούβα, για την πρεμιέρα της ταινίας "The Motorcycle Diaries", εμπνευσμένη, από την ζωή του Che Guevara, της οποίας ο Redford ήταν ο εκτελεστικός παραγωγός.





2025. Αθήνα. Το Παλαιό Εθνικό Τυπογραφείο. Το κτίριο, στην αρχική μορφή του, κτίστηκε, στα μέσα της δεκαετίας του 1830. Πιθανώς, το 1835 ήταν έτοιμο και λειτουργούσε, ως Βασιλικό. αρχικά και μετέπειτα, Εθνικό Τυπογραφείο και Λιθογραφείο. Ηταν μια αναγκαιότητα του νέου κράτους, που αναζητούσε, όπως-όπως, να οργανώσει μια στοιχειώδη υποδομή. Σε ένα μακρινό οικόπεδο, στην οδό Σταδίου, όταν υπήρχε, ακόμη, τάφρος, κτίστηκε, βιαστικά, ένα άχαρο κτίριο, το οποίο αποδίδεται, στον αρχιτέκτονα Γιόζεφ Χόφερ.  Η πρόσοψη του Παλαιού Εθνικού Τυπογραφείου, που βλέπουμε, επί της οδού Σταδίου, είναι το αποτέλεσμα της ολικής αναμόρφωσης του 1932, με σχέδια του αρχιτέκτονα Φοίβου Ζούκη, ο οποίος διάνοιξε κεντρική είσοδο, επί της Σταδίου, με νεοκλασικό θύρωμα και νέα χρωματική και αισθητική διάταξη, με ερυθρές μετόπες στον όροφο. Είναι ένα κτίριο – παλίμψηστο, από τα χρόνια του , ώς την εποχή μας, συνδεόμενο, με την ιστορία της πόλης, την ιστορία της γραφειοκρατίας, την ιστορία του ελληνικού δικαστικού συστήματος. Ως ιστορικό κτίριο, είναι πολύτιμο.


Οι περιπέτειες του κτιρίου, στις επόμενες δεκαετίες, υπήρξαν πολλές και καμία, από αυτές, δεν είχε κάτι θετικό. Οταν κτίστηκε το νέο Εθνικό Τυπογραφείο, το 1906, στην οδό Καποδιστρίου, άρχισε, σταδιακά, η εγκατάσταση υπηρεσιών του Πρωτοδικείου (η Αθήνα δεν είχε Δικαστικό Μέγαρο, για, παραπάνω, από 120 χρόνια) και στον Μεσοπόλεμο το κτίριο άλλαξε, πλήρως.

Η τελευταία εξέλιξη, που επαναφέρει το Παλαιό Εθνικό Τυπογραφείο, στην δημοσιότητα, είναι η παραχώρηση του κτιρίου, από τον Δήμο Αθηναίων, στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Η πράξη αυτή, επί της ουσίας, ακυρώνει όσα είχαν ανακοινωθεί, επισήμως, τον Απρίλιο του 2023, όταν, επί δημαρχίας Κώστα Μπακογιάννη, το Παλαιό Εθνικό Τυπογραφείο είχε παραχωρηθεί, στον δήμο Αθηναίων, από το υπουργείο Δικαιοσύνης, με προγραμματική σύμβαση, που είχε τότε υπογραφεί και από το ΥΠΠΟ και την Περιφέρεια Αττικής. Το κτίριο είχε παραχωρηθεί, δωρεάν, για 25 χρόνια, με την υποχρέωση, εκ μέρους του Δήμου Αθηναίων, να το αποκαταστήσει (δαπάνη, περί τα 2.500.000 ευρώ) και να το μετατρέψει, σε χώρο πολιτισμού με πρόβλεψη και για “Μουσείο της Ιστορίας της Ελληνικής Δικαιοσύνης”.


Η πρόσφατη εξέλιξη αλλάζει και πάλι, την προοπτική του κτιρίου, που θα στεγάζει, πλέον, υπηρεσίες του ΣτΕ. Το ίδιο το κτίριο έχει τη μορφή, που έλαβε, μετά τις εκτενείς παρεμβάσεις, σε όλο το οικοδομικό τετράγωνο, στην διάρκεια της δεκαετίας του 1980, όταν αφαιρέθηκαν προσθήκες και απελευθερώθηκε ο, προς την Πανεπιστημίου, χώρος, με την κατεδάφιση σειράς διώροφων νεοκλασικών, απλών κτισμάτων, με καταστήματα, στο ισόγειο. Ετσι, προέκυψε η πλατεία Δικαιοσύνης, που ουδέποτε σχεδιάστηκε, σωστά και παραμένει, επί 40 χρόνια, μαύρη τρύπα. Θα αναζωογονηθεί, προσεχώς και σε συνάρτηση, με την λειτουργία του γειτονικού γαστρονομικού πολυχώρου, στο Νέο Αρσάκειο.






15/9/2025. Προβοκάτσια της ηγεσίας της Ουκρανίας, τα 19 drones, που έφθασαν, στην Πολωνία; Μπορεί.
 

Η Πολωνία ανακοίνωσε ότι, λόγω ''καιρικών συνθηκών'', τα νατοϊκά ραντάρ έκαναν λάθος. Δεν υπήρξαν ρωσικά drones, που παραβιάσαν τα πολωνικά σύνορα. Σήμερα ο Πολωνός υπουργός εξωτερικών πηγε, στο Κίεβο. Συναντήθηκε, με τον Βολοντιμίρ Ζελένσκι και δήλωσε : « Όποιος θέλει, ας πάει να πολεμήσει, με την Ρωσία». Έκανε παρατήρηση, ότι, εάν οι Ουκρανοί στελνουν drones, στην Πολωνία, για να προκληθεί πόλεμος Ρωσίας - ΝΑΤΟ, η κάθε οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, προς το Κιέβο, θα σταματήσει να περνάει, από την Πολωνία. 






15/9/2025. ΟΠΕΚΕΠΕ: Δέσμευση της περιουσίας της Νεοδημοκράτισσας Πόπης Σεμερτζίδου, του γκόμενου της και οικογενειακών προσώπων, για τα εκατομμύρια των επιδοτήσεων, που έλαβαν. Ferrari, Porsche, 11 ακίνητα, χρήματα κλπ. “Αφήστε μας ήσυχους”, λέει η ίδια.





16/9/2025. Άφησε, στην άκρη, τις τσιριμόνιες και τα προσχήματα ο παλαιός σταλινικός, Ανδρέας Λοβέρδος (ναι· στα νειάτα του, ήταν στέλεχος της ΚΝΕ και της Πανσπουδαστικής, που προσχώρησε, στο ΠΑΣΟΚ, έγινε υπουργός στις κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη, του Γιώργου Παπανδρέου και του Λουκά Παπαδήμου, έφυγε, από το ΠΑΣΟΚ, έκανε δικό του κόμμα - την ΡΙΚΣΣΥ -, το 2013, ίδρυσε το κόμμα Συμφωνία για τη Νέα Ελλάδα, το οποίο συμμετείχε, στις ευρωεκλογές του 2014, στον συνασπισμό κομμάτων Ελιά - Δημοκρατική Παράταξη, κατόπιν επέστρεψε, στο ΠΑΣΟΚ και έγινε υπουργός, στην κυβέρνηση των σαμαροβενιζέλων, στην συνέχεια, διεκδίκησε, μάλιστα και την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, το 2015 και το 2021 και μετά την εσωκομματική ήττα του και την αποτυχία του να εκλεγεί βουλευτής, ξαναέφυγε, από το ΠΑΣΟΚ, ιδρύοντας νέο δικό του κόμμα, τους Δημοκράτες, που, τελικά, έγιναν … νεοδημοκράτες) και προσχώρησε και επίσημα, στην Νέα Δημοκρατία, όπου τον υποδέχθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Καλωσορίζουμε στη Νέα Δημοκρατία τον καθηγητή Ανδρέα Λοβέρδο και στελέχη των Δημοκρατών. Ο ίδιος δεν χρειάζεται συστάσεις, καθώς έχει ήδη μακρά πορεία στην πολιτική. Ενώ η παράταξή μας έχει αποδείξει ότι κρατά ανοιχτές τις πόρτες της σε κάθε δύναμη που πιστεύει στην ισχυρή, σύγχρονη, δημοκρατική και ευρωπαϊκή Ελλάδα. Μακριά από ταμπέλες και δόγματα, λοιπόν, ενώνουμε τις προσπάθειές μας για μια καλύτερη ζωή των πολιτών και ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα. Ιδίως σε μία διεθνή συγκυρία αβεβαιότητας που επιβάλλει ενότητα, συνεργασία και εσωτερική πολιτική σταθερότητα. Ανδρέα, καλή αρχή και καλή δύναμη», είπε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρόεδρος του υπουργικού συμβούλιου. Από την πλευρά του ο κ. Λοβέρδος σημείωσε: «Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία, πατριωτικά, μεταρρυθμιστικά, φιλελεύθερα». Άγιο είχε το ΠΑΣΟΚ…





2025 - 2026. Παναθηναϊκός. Άστα να πάνε στο διάολο…





1974. Σκίτσο του Αρχέλαου.



1976. Σκίτσο του Αρχέλαου.




1977. Σκίτσο του Νίκου Ζήκου.



10/9/2025. Σκίτσο του Στάθη Σταυρόπουλου.




11/9/2025. Σκίτσο του Γιώργου Μικάλεφ.




12/9/2025. Σκίτσο του Κώστα Μητρόπουλου.



14/9/2025. Σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου.




15/9/2025. Σκίτσο του Ιάκωβου Βάη.



15/9/2025. Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η Ουκρανία βαδίζει, σε πολιτικοστρατιωτικό αδιέξοδο, καθώς ηττάται, από ένα μικρό και ανεπαρκές ρωσικό εκστρατευτικό σώμα. (Μάιος - Ιούνιος 2022 : Η συνθηκολόγηση είναι η μόνη λύση, αλλά)…

Ουκρανία : Ο, επί σειρά ετών, εμφανιζόμενος, ως “πολέμαρχος”, κατά του Κρεμλίνου και συμπεριφερόμενος, ως «ποντίκι, που βρυχάται», Emmanuel Macron τηλεφώνησε, ξαφνικά, στις 30-6-2025, στον Βλαντιμίρ Πούτιν αποδεχόμενος, εν τοις πράγμασι, την στρατηγική ήττα της Δύσης.

14/12/1944 : Ο ΔΗΜΗΤΡΩΦ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΗΝ ΑΣΥΡΜΑΤΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ ΣΤΟΝ ΣΙΑΝΤΟ. (Η γελοιοποίηση των ισχυρισμών του σταλινικού 'βαρώνου Μυνχάουζεν' KillKiss)!