Ο Μιχάλης Μπεζεντάκος και η τραγωδία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. Αυτός και πολλοί άλλοι, απέδρασαν, από τις φυλακές της Ασφαλείας, την δεκαετία του 1930, για να εκτελεσθούν, το 1938, στα πλαίσια της «Ελληνικής Επιχείρησης», από την НКВД, στην “Σοβιετική Ένωση”.
Δεκέμβριος 1937 Μόσχα. Ο Μιχάλης Μπεζεντάκος (1908 - 11/4/1938) φωτογραφημένος, από την Народный комиссариат внутренних дел СССР (НКВД), που τον συνέλαβε, στα πλαίσια της “Греческая Операция”, δηλαδή της «ελληνικής επιχείρησης», ως κατάσκοπος, υπονομευτής της “ΕΣΣΔ” και τροτσκιστής.
Το σημερινό δημοσίευμα αφορά μια, από τις τραγωδίες, του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, μέσα, στην δεκαετία του 1930.
Ο Μιχάλης Μπεζεντάκος, ο Ανδρόνικος Χαϊτάς ο Κώστας Ευτυχιάδης, ο Γιώργος Κολοζώφ και άλλοι δεν είναι πρόσωπα, με τα οποία ασχολούμαι, για πρώτη φορά, σήμερα. Κάθε άλλο. Ήδη, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, μετά την πτώση της δικτατορίας της 21/4/1967, στις συζητήσεις, με τους νεαρούς, τότε, κομμουνιστές, πολύ γρήγορα, έγινε λόγος για τα πρόσωπα αυτά και την τύχη τους, στην “Σοβιετική Ένωση”.
Μέσα από τις πολλές και ποικίλες παρέες, που είχα, γεγονός το οποίο με βοήθησε, στο να έχω μια συνολικότερη εικόνα, για τα δεδομένα, μέσα στην ελληνική πολιτική σκηνή και φυσικά, και στον κομμουνιστικό χώρο, πληροφορήθηκα, για πολλά ζητήματα του παρελθόντος, τα οποία, όμως, σκίαζαν το παρόν.
Φυσικά αυτό αφορά όχι, μόνο, τον κομμουνιστικό χώρο, αλλά και τον χώρο της δεξιάς και του κέντρου. Όσον αφορά τον κομμουνιστικό χώρο, όμως, αυτόν τον αντιμετώπισα, με δεδομένη την δυσπιστία μου, απέναντι στην “Σοβιετική Ένωση” και το λεγόμενο, τότε, σοσιαλιστικό στρατόπεδο, το οποίο, άλλωστε, είχε διασπαστεί, με την σύγκρουση των κομμουνιστικών κομμάτων της “Σοβιετικής Ένωσης” και της Κίνας. Αυτή η δυσπιστία, η οποία οφειλόταν, στο γεγονός ότι ήταν ορατό, σε κάθε ψύχραιμο παρατηρητή, που ήθελε να δει, νηφάλια, τα δεδομένα της διεθνούς πολιτικής, ο οποίος αντιλαμβανόταν, ευθύς εξαρχής, ότι οι διακηρυκτικές αρχές, πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η “σοβιετική” προπαγάνδα, ουδεμία σχέση είχαν, με την πραγματικότητα, ως προς την κοινωνική ζωή των πολιτών του “σοβιετικού” κράτους, ενώ, για μένα, ήταν σαφές, επίσης, ότι την “Σοβιετική Ένωση” την διοικούσε μια κλειστή γραφειοκρατική ομάδα, που συγκεντρώνονταν, στους ηγέτες του Κρεμλίνου και στην βάση του κυβερνώντος κομμουνιστικού κόμματος, ενώ οι, παρακάτω, από αυτούς, είχαν τον απλό ρόλο του κομπάρσου.
Η τύχη του Μιχάλη Μπεζεντάκου - που είχε γίνει διάσημος, από το παλιό τραγούδι, στο οποίο γίνεται αφήγηση της δραπετεύσής του, από τις φυλακές Συγγρού, την δεκαετία του 1930 και το οποίο τραγούδι επανέφερε, στην δημοσιότητα, το 1975, αμέσως, μετά την μεταπολίτευση, ο γνωστός τραγουδιστής Πάνος Τζαβέλας και το οποίο τραγούδι έκανε πάταγο και μεγάλη επιτυχία - ήταν φυσικό να οδηγήσει κάποιους, από τους νέους εκείνης της εποχής, να ψάξουμε να βρούμε ποιός ήταν ο Μιχάλης Μπεζεντάκος. Και τελικά, μέσα από τις δικές μου αναζητήσεις, έμαθα, από διάφορους περιθωριακούς πολιτικούς κύκλους του κομμουνιστικού χώρου, ιδιαίτερα από τους τροτσκιστές, αλλά και από τους αναρχικούς, ότι ο Μιχάλης Μπεζεντάκος εκτελέστηκε, την εποχή των δικών της Μόσχας, στα τέλη της δεκαετίας του 1930.
Όταν απευθύνθηκα, με τα σχετικά ερωτήματα, στα μέλη του ΚΚΕ και τους κνίτες, υπήρχε σιγή. Στην αρχή, προφανώς, δεν γνώριζαν και οι ίδιοι το τί είχε συμβεί, με τον Μιχάλη Μπεζεντάκο και τους άλλους, αλλά, μέσα από μια διαδικασία συνεχών ερωτημάτων και επειδή η σιγή δεν είναι, πάντα, η καλύτερη λύση, τα μέλη του ΚΚΕ αλλά και ο μαοϊκός χώρος, στην Ελλάδα άρχισαν να λένε διάφορα μισόλογα, για να καταλήξουν ότι ο Μιχάλης Μπεζεντάκος και διάφοροι άλλοι, από την “Σοβιετική Ένωση”, που είχαν καταφύγει, μετά την απόδραση τους, από τις ελληνικές φυλακές, πήγαν, στην Ισπανία και έλαβαν μέρος, στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, όπου και ο Μιχάλης Μπεζαντάκος σκοτώθηκε.
Επρόκειτο για ψέμα. Αυτό το ψέμα, όμως, τότε, βρήκε αρκετά ευήκοα ώτα, διότι υπήρχε έλλειψη πληροφόρησης (μπορώ να πω τεράστια έλλειψη πληροφόρησης και, ομοίως, τεράστια παραπληροφόρηση), όμως, μετά την αυτοδιάλυση της “Σοβιετικής Ένωσης” και του λεγόμενου σοσιαλιστικού στρατοπέδου, στην ανατολική Ευρώπη, την καταιγιστική περίοδο 1989 - 1991, αρχίσαμε να μαθαίνουμε αυτά τα οποία λίγοι, από εμάς, ξέραμε, από το 1975, αλλά, φυσικά, δεν μπορούσαμε να τα αποδείξουμε.
Τώρα, πια, υπάρχουν και τα στοιχεία, που αποδεικνύουν αυτή την τραγωδία του ΚΚΕ και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος.
Ας παρακολουθήσουμε, όμως, την απόδραση του Μιχάλη Μπεζεντάκου, από τις φυλακές Συγγρού, την Παρασκευή 4 Μαρτίου 1932 και κατόπιν, θα φθάσω, στην εξόντωση του ίδιου και όχι λίγων στελεχών του ΚΚΕ, που, μέσα στην δεκαετία του 1930 (αλλά και νωρίτερα), τους δόθηκε καταφύγιο, στην “Σοβιετική Ένωση” του Ιωσήφ Στάλιν, αλλά, προς τα τέλη εκείνης της δεκαετίας, στα πλαίσια της ειδικής «Ελληνικής Επιχείρησης», που διοργάνωσε και έφερε, εις πέρας, η НКВД, υπό τον Νικολάι Γιέζωφ, το τέλος αυτών των ανθρώπων υπήρξε πολύ κακό. Τραγικό.
Προς το ξημέρωμα εκείνης της ημέρας, οι δρόμοι, γύρω από τις φυλακές, ήσαν λασπωμένοι, λόγω της κακοκαιρίας, που επικρατούσε. Στην μία πλευρά των φυλακών, ένας περαστικός προχωρούσε, βιαστικά. Ξαφνικά, σταματάει, βλέποντας μια μεγάλη τρύπα, στον τοίχο της φυλακής, δύο μέτρα από το έδαφος, κάτι, που του έκανε εντύπωση και στάθηκε και την χάζευε. Μέχρι που ο φύλακας, από το φυλάκιο, τον είδε, του φώναξε :
– Τι χαζεύεις πατριώτη, άντε πάρε δρόμο!
Ο περαστικός σήκωσε, τότε, το δεξί του χέρι και έδειξε, στον φύλακα, τον τοίχο.
– Την τρύπα!
– Ποια τρύπα;
– Να, αυτήν στον τοίχο!
Ο φύλακας δυσκολεύτηκε να δει και φώναξε έναν υπάλληλο και τον επικεφαλής της στρατιωτικής φρουράς. Κατέβηκαν, στον δρόμο και κοίταγαν την τρύπα. Δεν σήμαναν συναγερμό, γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν το πώς έγινε η τρύπα, αλλά και διότι, σε αυτό το σημείο, ήταν το πλυσταριό, ενώ τα κελιά ήσαν, από την άλλη πλευρά. Δεν σκέφτηκαν κάποια δραπέτευση και λογομαχούσαν, αν η τρύπα, υπήρχε, ήδη, ή όχι, μέχρι που έφτασαν, στο σημείο και οι διευθυντές της φυλακής, ο Νίκου και ο Γιάνναρος, που ήσαν, πιο έμπειροι και έδωσαν εντολή, αμέσως, να μετρηθούν οι κρατούμενοι. Και όμως, μία ώρα πριν, στο πρωινό προσκλητήριο, ήσαν όλοι παρόντες!
Η εντολή ήταν σαφής :
«Να μετρηθούν ξανά!»
Στην νέα μέτρηση, έλειπε ένας· ο Μιχάλης Μπεζεντάκος. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ήταν ένας επικίνδυνος κομμουνιστής, μπλεγμένος, ως επικεφαλής, στην δολοφονία του αστυφύλακα Γυφτοδημόπουλου, που είχε σκοτωθεί, πριν έναν χρόνο, σε συμπλοκή, στην Δραπετσώνα.
Για τον φόνο, κατηγορήθηκε ο Μιχάλης Μπεζεντάκος, ως αρχηγός του «κόκκινου εκτελεστικού αποσπάσματος» και σε τρεις ημέρες, την Δευτέρα 7 Μαρτίου 1932, θα γινόταν η δίκη του. Ο Μιχάλης Μπεζεντάκος, διέφυγε, αλλά είχαν συλληφθεί οι άλλοι πέντε σύντροφοί του, για την ίδια υπόθεση, όμως, ο Μπεζεντάκος ήταν ο υπεύθυνος της ομάδας, οπότε η κατηγορία προέβλεπε θάνατο.
Στον τόπο της δολοφονίας, ήσαν ο Αβραάμ Δερβίσογλου και οι Κώστας Σαρίκας, Εμμανουήλ Βοσνάκης, Μόσχος Δουλγέρης, Γ. Καλογερίδης και Λ. Δημητριάδης, που συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν, για ανθρωποκτονία. Ο Μιχάλης Μπεζεντάκος συνελήφθη μερικές ημέρες, αργότερα, σε μια σκηνή, στο Μαρούσι, όπου κρυβόταν. Στις ανακρίσεις, που έγιναν, ο Μιχάλης Μπεζεντάκος ομολόγησε ότι αυτός πυροβόλησε τον Γυφτοδημόπουλο και αντέκρουσε τους ισχυρισμούς της αστυνομίας ότι και άλλοι, από τους συλληφθέντες, είχαν πυροβολήσει τον αστυνομικό, αναλαμβάνοντας, πλήρως, όλη την ευθύνη. Παρά ταύτα, ο Αβραάμ Δερβίσογλου καταδικάστηκε, σε 14 χρόνια φυλάκιση, μαζί με τους Σαρίκα, Βοσνάκη και Δουλγέρη και κλείστηκαν, στις φυλακές της Αίγινας.
Οι κατηγορούμενοι, βασανίστηκαν, για να ομολογήσουν, τους κρέμαγαν, ανάποδα και τους έσερναν, όλοι, όμως, είχαν αρνηθεί ότι συμμετείχαν, στην δολοφονία του αστυφύλακα, υποστηρίζοντας πως τέτοιες ατομικές ενέργειες ήσαν αντίθετες, με την ιδεολογία τους.
Τελικά, η προοπτική της εκτέλεσης του Μιχάλη Μπεζεντάκου οδήγησε το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ να σχεδιάσει την απόδρασή του. Ύστερα από προσεκτική κατόπτευση των φυλακών, αποφασίστηκε πως η δραπέτευση θα γίνει, από το πλυσταριό, γιατί ο τοίχος του έβλεπε, στον δρόμο, προς την μεριά της Καλλιθέας, ήταν μακριά, από τα κελιά, ενώ είχε και τρία μεγάλα ντεπόζιτα, πίσω από τα οποία μπορούσε κάποιος να κρυφτεί.
Περιστοιχιζόμενος, από τους τρεις συντρόφους του, κατάφερε να γλιστρήσει, στο πλυσταριό και κρύφτηκε, πίσω από τα ντεπόζιτα. Υπολογίζεται πως έμεινε κρυμμένος 6 ώρες και κατά τις 11 το βράδυ, βγήκε, από την κρυψώνα του. Άρχισε πρώτα, με τους σουγιάδες, να σκαλίζει τον τοίχο, ενώ, παράλληλα, έριχνε νερό, από τα ντεπόζιτα. Μετά, πήρε τα άλλα εργαλεία, για να αφαιρέσει τις πέτρες. Προσπαθούσε να μην κάνει θόρυβο και ακουστεί κάτι, μέσα στην ησυχία της νύχτας. Ο καιρός ήταν με το μέρος του, γιατί εκείνο το βράδυ έβρεχε, καταρρακτωδώς και μία πέτρα, που, από λάθος του, έπεσε, στον δρόμο, δεν την αντελήφθη κανείς. Το πάχος του τοίχου ήταν 35 εκατοστά και η τρύπα είχε άνοιγμα 50 εκατοστά. Μέσα στην βροχή και τον αέρα, έβγαλε το κεφάλι του, κοίταξε προσεκτικά, δεξιά και αριστερά, δεν φαινόταν άνθρωπος να είναι έξω τέτοια ώρα και με τέτοιον παλιόκαιρο. Ο φρουρός, για να δει αυτή την πλευρά του τοίχου, έπρεπε να σκύψει, κάτι, που δεν έκανε. Ο Μιχάλης Μπεζεντάκος πήδησε, στον δρόμο και λίγα μέτρα, πιο κάτω, τον περίμενε ένα αυτοκίνητο, στο οποίο μπήκε μέσα και όλοι μαζί οι επιβάτες του εξαφανίστηκαν.
Ο Μπεζεντάκος έμεινε, για λίγο, στην Ελλάδα και μετά, φυγαδεύτηκε, στην Σοβιετική Ένωση. Οι άλλοι 5 συγκατηγορούμενοί του καταδικάστηκαν, από 5 έως 20 χρόνια, φυλάκισης. Οι 3 από τους 5, μετά από τρία χρόνια, θα δραπετεύσουν, από τις φυλακές της Αίγινας. Η απόδρασή του έδωσε θάρρος και χαροποίησε τους συντρόφους του, φυλακισμένους και ελεύθερους. Κυκλοφόρησε το τραγούδι «οι αστοί τρομάξανε», που το τραγούδησε, αργότερα, ο Πάνος Τζαβέλας και αφορούσε την δραπέτευση του Μιχάλη Μπεζεντάκου. Σύμφωνα με μαρτυρία του Κώστα Γκριτζώνα, το τραγούδι - μουσική και στίχους - το έγραψε ο Ζωρζέτος, σοβιετικός πολίτης, από την Γεωργία, που είχε έλθει, στην Ελλάδα, από το 1924.
«Οι αστοί τρομάξανε
και κάστρα φτιάξανε
να κλείσουν τα παιδιά των εργατών,
μ’ αυτοί με μια γροθιά
σπάζουνε τα δεσμά
τα κάστρα καταργούνε των αστών!
Και μες στο καρναβάλι
οι αστοί την πάθαν πάλι,
ο Μπεζεντάκος μάς άφησε γεια!
Παντού τρεξίματα
τελεγραφήματα,
πάλι ραπίσματα απ’ την εργατιά.
Τον είχανε κλεισμένο
διπλομανταλωμένο
να τον δικάσουνε σε θάνατο,
μ’ αυτός τρυπάει τον τοίχο
χωρίς κανέναν ήχο
και βρίσκουν κούτσουρο στο θάλαμο.
Στ’ άχυρα ψάχνουνε
ψύλλους για να ’βρουνε
ζητούν τον ένατο και τους οχτώ
μ’ αυτοί είναι μακριά,
εβίβα βρε παιδιά,
Ζήτω το κόμμα μας το εργατικό»!
Η τελευταία στροφή του τραγουδιού αναφέρεται στα στελέχη του ΚΚΕ, που ήσαν οι :
1) Ανδρόνικος Χαϊτάς (στην “ΕΣΣΔ”, ονομάστηκε Αντρέι Φιόντοροβιτς Σιφναίος, Андрей Фёдорович Сифнеос Τραπεζούντα 7/12/1897 - σκοπευτήριο Κομμουνάρκα, έξω από την Μόσχα, 11/2/1938). Ήταν Έλληνας Πόντιος, υπήρξε ηγετικό στέλεχος του ΣΕΚΕ/ΚΚΕ και διετέλεσε Γραμματέας του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, κατά την περίοδο 1927 - 1931. Μετά την απόδρασή του από τις φυλακές Συγγρού, το 1931, εστάλη, στην “Σοβιετική Ένωση”. Στην Μόσχα, μαζί με τον Κώστα Ευτυχιάδη, λογοδότησε, στην Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς, για την λεγόμενη φραξιονιστική πάλη, στην οποία υπήρξαν ηγέτες, κρίθηκαν ένοχοι και καθαιρέθηκαν, από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ. Στην Μόσχα, σπούδασε στο “Ινστιτούτο Κόκκινων Καθηγητών” και έγινε καθηγητής, στην “Μαρξιστική Λενινιστική Σχολή”. Στην συνέχεια, έγινε καθηγητής πολιτικής οικονομίας, στο πανεπιστήμιο του Κούιμπισεφ και θα δραστηριοποιηθεί, στους κόλπους της ποντιακής κοινότητας. Στις 26 Δεκεμβρίου του 1937, θα συλληφθεί και κατηγορήθηκε, ως κατάσκοπος της Ελλάδας, της Γερμανίας και της Ιαπωνίας και επίσης, για σύσταση τρομοκρατικής ομάδας, με σκοπό την ανατροπή της “σοβιετικής” κυβέρνησης. Δικάστηκε, στις 9 Φεβρουαρίου 1938 και καταδικάστηκε, σε θάνατο, με την κατηγορία της συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση, του κατασκόπου της Ελλάδας και της αντισοβιετικής δράσης. Εκτελέστηκε, στις 10 Φεβρουαρίου 1938, στο σκοπευτήριο της Κομμουνάρκα, νοτίως, της Μόσχας. Αποκαταστάθηκε, τον Μάιο του 1957.
2) Κώστας Ευτυχιάδης, (ψευδώνυμο του Κονσταντίν Στιλιάνοβιτς Καρακοζώφ, Константин Стилианович Каракозов, Καρς 1902 - Σκοπευτήριο Μπούτοβο, έξω από την Μόσχα 8/3/1938) ήταν Έλληνας της Ρωσίας, αξιωματικός του Κόκκινου Στρατού και ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ. Στη Μόσχα, μαζί με τον Χαϊτά, λογοδότησε, στην Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς, για την λεγόμενη φραξιονιστική πάλη, στην οποία είχαν πρωτοστατήσει και κρίθηκαν ένοχοι, για να καθαιρεθούν, καθαιρέθηκαν, από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ. Κατά την παραμονή του, στην “Σοβιετική 'Ενωση”, παντρεύτηκε και τοποθετήθηκε, σε διάφορες πόλεις ( Σεργκίεφ, Σαράτοβ, Σούροβο), σε τοπικές Κομματικές Επιτροπές του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκων) - έτσι λεγόταν, τότε, το Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης - ως πολιτικός καθοδηγητής. Στις 10/9/1937 διαγράφηκε από το ΠΚΚ(μπ), ως "αμετανόητος διπρόσωπος τροτσκιστής" και απολύθηκε, από την εργασία του, ως προϊστάμενος, σε γραφείο εξόρυξης χαλικιού, στην λεκάνη Μόσχοβας-Οκά. Συνελήφθη, στα πλαίσια της «Ελληνικής Επιχείρησης», στις 3/1/1938, με την οδηγία 50215/11-12-1937 της НКВД με την κατηγορία του κατασκόπου της Ελλάδας, της Γερμανίας και της Ιαπωνίας και για σύσταση τρομοκρατικής ομάδας, μαζί με τον Χαϊτά, με σκοπό την υπονόμευση του έργου της “ΕΣΣΔ” και την ανατροπή της “σοβιετικής” κυβέρνησης και δικάστηκε, για να καταδικαστεί, σε θάνατο, στις 23/2/1938 και να εκτελεστεί, στις 8 Μαρτίου 1938.
3) Περικλής Καρασκόγιας, (στην “ΕΣΣΔ” Γκεόργκι Ντμίτριεβιτς Ράφτης, Георгий Дмитриевич Рафтис) ήταν συνδικαλιστής, μέλος του ΚΚΕ και συντάκτης του εντύπου κομματικού οργάνου, της εφημερίδας «Ριζοσπάστης». Μετά την απόδραση του, από τις φυλακές Συγγρού, στάλθηκε, στην “Σοβιετική Ενωση”. Συνελήφθη, τον Δεκέμβριο του 1937, με την οδηγία 50215/11-12-1937 της НКВД, στην «Ελληνική Επιχείρηση», με τις κατηγορίες του κατασκόπου και του υπονομευτή της “Σοβιετικής Ενωσης”. Καταδικάστηκε, σε θάνατο και εκτελέστηκε, στις αρχές του 1938.
4) Γιώργος Κολοζώφ (στην “ΕΣΣΔ”, ονομάστηκε Γκεόργκι Ντμίτριεβιτς Λεονίντας, Георгий Дмитриевич Леонидас, Αλεξανδρούπολη 1903 - Μόσχα 15/2/1938) Ο Κολοζώφ ήταν Έλληνας δικηγόρος, γραμματέας της ΟΚΝΕ και ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, φοίτησε, στο ΚΟΥΤΒ, στην “Μαρξιστική Λενινιστική Σχολή” και έγινε μέλος του ΠΚΚ(Μπ). Το 1934, διεγράφη, από το ΚΚΕ, γιατί παραβίασε τους κανόνες συνωμοτικότητας, στέλνοντας δύο επιστολές, στην πρώην σύζυγό του Δόμνα Παπάζογλου, στην Ελλάδα, οι οποίες έπεσαν στα χέρια της Ασφάλειας, όταν η Παπάζογλου συνελήφθη. Η Δόμνα Παπάζογλου είχε, ήδη, παντρευτεί, από το 1932, τον Γιάννη Ιωαννίδη, που ήταν, τότε, ανερχόμενο ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και μετέπειτα, οργανωτικός γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής. Το 1935, με απόφαση του ΠΚΚ (μπ.), οι Έλληνες, που φοιτούσαν, στα διάφορα κομματικά ιδρύματα και ζούσαν, στην Μόσχα, στάλθηκαν, στην Μεσημβρινή Ρωσία, για να αναλάβουν την καθοδήγηση της ελληνικής κοινότητας, που ζούσε, εκεί. Ο Κολοζώφ έγινε καθηγητής, στην Παιδαγωγική Σχολή της Μαριούπολης, αλλά έναν χρόνο, αργότερα, αποβλήθηκε, από την Σχολή και έγινε δάσκαλος, σε ελληνικό σχολείο, στο Νοβοροσίσκ. Παράλληλα, είχε την επιμέλεια της έκδοσης, στα ελληνικά, του περιοδικού «Κομμουνιστής», για την ελληνική κοινότητα. Το 1936, διαγράφηκε και από το ΠΚΚ(μπ), με την κατηγορία του "σκοτεινού παρελθόντος" και του "υμνητή της δυτικοευρωπαϊκής κουλτούρας". Συνελήφθη, στις 13/12/1937, με την οδηγία 50215/11-12-1937 της НКВД, στα πλαίσια της «Ελληνικής Επιχείρησης», με τις κατηγορίες του κατασκόπου και του υπονομευτή της “ΕΣΣΔ”. Καταδικάστηκε, σε θάνατο, στις 15/2/1938 και εκτελέστηκε, αλλά, στο σχετικό αρχείο, δεν αναγράφεται η ημερομηνία της εκτέλεσής του. Πάντως, η 10η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, τον Γενάρη του 1967, που αποφάσισε να αποκαταστήσει, ηθικά και κομματικά, 13 μέλη του ΚΚΕ, που έπεσαν θύματα την περίοδο των σταλινικών εκκαθαρίσεων, στην “Σοβιετική Ένωση”, συμπεριέλαβε και τον Γιώργο Κολοζώφ, που ήταν ο πατέρας του Ορέστη Κολοζώφ.
5) Μάρκος Μαρκοβίτης (στην “ΕΣΣΔ”, Κονσταντίν Βασίλιεβιτς Οτσάλις, Константин Васильевич Очалис, 1905 Νάουσα - 10/3/1938, σκοπευτήριο Κομμουνάρκα, έξω από την Μόσχα). Ο Μαρκοβίτης ήταν Έλληνας φοιτητής νομικής, στέλεχος της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ. Μετά την απόδρασή του, από τις φυλακές Συγγρού, το 1931, εγκαταστάθηκε, στην “Σοβιετική Ένωση”. Στην, συνέχεια, η δραστηριότητα του Μαρκοβίτη είναι άγνωστη. Τον Ιανουάριο του 1938, συνελήφθη, στα πλαίσια της «Ελληνικής Επιχείρησης», με την κατηγορία "εχθρός του λαού" και φυλακίστηκε, στις φυλακές Μπουτίρκα, στην Μόσχα. Από τη φυλακή, ο Μαρκοβίτης έστειλε δύο επιστολές, προς τον Στάλιν, με τίτλο "Όχι δεν είμαι εχθρός του Λαού σύντροφε Στάλιν" . Στην δίκη, που έγινε, καταδικάστηκε, από στρατοδικείο, σε θάνατο, ως κατάσκοπος της ελληνικής κυβέρνησης και υπονομευτής της έργου της “σοβιετικής” κυβέρνησης και εκτελέστηκε, στις 19 Μαρτίου 1938, στο σκοπευτήριο της περιοχής Κομμουνάρκα, στα νότια περίχωρα της Μόσχας. Ο Μαρκοβίτης αποκαταστάθηκε, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ, στην συνεδρία της 6ης Ιουνίου 1957 (Απόφαση Νο. 4-021346/56), η οποία, σύμφωνα με νεώτερα στοιχεία, διαπίστωσε την αθωότητα του Μαρκοβίτη και το αβάσιμο της καταδίκης του και ακύρωσε την αρχική καταδίκη του. Η 10η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, τον Ιανουάριο του 1967, αποφάσισε να αποκαταστήσει, ηθικά και κομματικά, 13 μέλη του ΚΚΕ, που έπεσαν θύματα την σταλινική περιοδο, στην “Σοβιετική Ένωση”. Μεταξύ αυτών, ήταν και ο Μάρκος Μαρκοβίτης. Όμως, η απόφαση αυτή δεν δημοσιεύτηκε, στον κομματικό τύπο και έγινε γνωστή, το 2002, με την καταχώρησή της, στα "Επίσημα Κείμενα του ΚΚΕ" (2002), σελ. 735-736.
6) Λευτέρης Αποστόλου, ήταν αδελφός της Ηλέκτρας Αποστόλου και επέστρεψε, στην Ελλάδα, το 1934.
7) Βασίλης Ασίκης, που, στα τέλη του 1935, επέστρεψε, στην Ελλάδα.
8) Ορφέας Οικονομίδης, ο οποίος επέστρεψε, στην Ελλάδα, το 1936.
9) Δημήτρης Παπαρήγας. Επέστρεψε, αργότερα, στην Ελλάδα.
10) Γρηγόρης Γρηγοριάδης. Μαζί τους, έφυγε και ο ένατος, ο δεκανέας της φρουράς, που βοήθησε, στην απόδραση και ήταν μέλος της ΟΚΝΕ. Ο Γρηγοριάδης, στην “Σοβιετική Ένωση”, πήρε το όνομα Μιχαήλ Κονσταντίνοβιτς Τράντος, Михаил Константинович Трандос και φοίτησε, στο “Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Εθνικών Μειονοτήτων της Δύσης”. Στην συνέχεια, σπούδασε, σε Παιδαγωγική Ακαδημία και το 1935 διορίστηκε δάσκαλος, στο Σοχούμ, ενώ, παράλληλα, δούλευε και σαν συντάκτης της τοπικής ελληνικής εφημερίδας, με τον τίτλο "Κόκινος καπνάς". Τον Δεκέμβριο του 1937, την περίοδο της «Ελληνικής Επιχείρησης», συνελήφθη, από την НКВД, στην Κρίμσκαγια και οδηγήθηκε, στις φυλακές του Σοχούμ, ως κατάσκοπος της ελληνικής κυβέρνησης. Αποφυλακίστηκε, ύστερα από δύο χρόνια και φοίτησε και πάλι, σε μια Σχολή για ένα ακόμη χρόνο. Τα επόμενα χρόνια εγκαταστάθηκε, με την οικογένειά του, στην Μόσχα και ήταν εκφωνητής της ελληνικής εκπομπής, στον ραδιοσταθμό της πόλης. Πέθανε, εκεί, τον Φεβρουάριο του 1979, ενώ πριν λίγα χρόνια, το 1976, είχε επισκεφθεί την Ελλάδα, για πρώτη και μοναδική φορά, ύστερα από 45 χρόνια. Ηταν ο μόνος, που κατάφερε - άγνωστο πώς - να γλυτώσει το εκτελεστικό απόσπασμα.
Γυρνώντας, τώρα, πίσω, στον Μιχάλη Μπεζεντάκο, αυτός, με την εγκατάστασή του, στην Μόσχα, έλαβε το όνομα Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς Μπέντας (Георгий Константинович Бендас) και φοίτησε, στο ΚΟΥΤΒ, ενώ εργαζόταν, μέχρι το 1936, σε εργοστάσιο αυτοκινήτων. Το 1933 παντρεύτηκε, με Ρωσίδα, της οποίας το όνομα ήταν Αλεξάνδρα και το 1934, γεννήθηκε η κόρη του Λαρίσα Γεωργίεβνα Μπέντας (Лариса Георгиевна Бендас), η οποία, αργότερα, έγινε μοναχή, με το όνομα Ελισάβετ.
Στην «Ελληνική Επιχείρηση» (Греческая Операция), με τις σταλινικές διώξεις, εναντίον των Ελλήνων, που ήταν μια οργανωμένη μαζική καταδίωξη των πολιτών ελληνικής καταγωγής και Ελλήνων πολιτών, που ζούσαν στην “Σοβιετική Ένωση”, η οποία διατάχθηκε, από τον Ιωσήφ Στάλιν, ως τμήμα της γενικότερης “μεγάλης εκκαθάρισης” και τέθηκε, σε εφαρμογή, από το Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσεων, την НКВД (που, αργότερα, ονομάστηκε Комитет государственной безопасности - КГБ), αρχηγός του οποίου ήταν ο Νικολάι Γιεζώφ, ο Μιχάλης Μπεζεντάκος, τον Δεκέμβριο του 1937, με την οδηγία 50215 της 11/12/1937, που εξέδωσε η НКВД, συνελήφθη, με την κατηγορία του κατασκόπου, υπονομευτή της “ΕΣΣΔ” και τροτσκιστή και δικάστηκε, στις 11 Φεβρουαρίου 1938, όπου καταδικάστηκε, σε θάνατο. Εκτελέστηκε, στις 11 Απριλίου 1938, στο σκοπευτήριο της περιοχής Μπούτοβο, έξω από την Μόσχα, μαζί με τον παλιό του σύντροφο Αβραάμ Δερβίσογλου. Αποκαταστάθηκε, από το ΚΚΕ, το 2002.
Αφού τον ανέφερα, ας γράψω, τώρα και για τον Αβραάμ Δερβίσογλου. Αυτός γεννήθηκε, στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, το 1910. Ήλθε, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, με την οικογένειά του, στην Ελλάδα, το 1924 και εγκαταστάθηκε στην Δραπετσώνα. Εργαζόταν, σε μηχανουργείο, ως τορναδόρος και από νεαρή ηλικία, εντάχθηκε στην ομάδα των Αρχειομαρξιστών. Συνελήφθη, στην Δραπετσώνα, την 1η Αυγούστου 1931, για την δολοφονία του αστυφύλακα Γυφτοδημόπουλου, που διέπραξε ο Μιχάλης Μπεζεντάκος. Αφού, στάλθηκε, στην “ΕΣΣΔ”, όταν ξεκίνησε η «Ελληνική Επιχείρηση» της НКВД, συνελήφθη. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, μαζί με τον Μπεζεντάκο, τον Δουλγέρη, τον Σαρίκα και αρχηγό τον Γιάννη Τσαγκαράκη (Τόμωφ) είχαν ιδρύσει τρομοκρατική ομάδα, η οποία, σε ενδεχόμενη επίθεση δυτικών καπιταλιστικών χωρών, κατά της Σοβιετικής Ένωσης, θα κατέστρεφε υποδομές των εργοστασίων, που εργαζόταν και θα βοηθούσαν, στην κατάλυση της “σοβιετικής” εξουσίας. Η δίκη έγινε, στις 27 Μαρτίου 1938 και καταδικάστηκε, σε θάνατο. Ο Δερβίσογλου, σε όλη τη διάρκεια των ανακρίσεων και στο δικαστήριο, αρνήθηκε, κατηγορηματικά, τις κατηγορίες, που του αποδίδονταν. Δεν γλύτωσε.
Αυτό είναι ένα, από τα δράματα, του ΚΚΕ και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος.
Και δεν είναι καθόλου μικρό…
Σχόλια