Από τον συναρθρωμένο διεθνισμό των πατρίδων, όπως προσδιορίζεται, από τον αείμνηστο Μιχαήλ Μπακούνιν, στην 11η θέση του Karl Marx, για τον Ludwig Feuerbach και στον κοσμοπολιτικό διεθνισμό του εκλεκτού των υπερεθνικών γραφειοκρατικών καπιταλιστικών ελίτ Richard Nikolaus von Coudenhove-Kalergi.


Μιχαήλ Αλεκσάντροβιτς  Μπακούνιν (30/5/1814 - 1/7/1876).




Richard Nikolaus Eijiro von Coudenhove-Kalergi (16/11/1894 - 27/7/1972).


Ο Ιούλιος ήταν και εξακολουθεί, πάντα, να είναι ο μήνας του Μιχαήλ Μπακούνιν. Είναι ο μήνας, στην αρχή του οποίου ο ακούραστος Ρώσος αντιεξουσιαστής επαναστάτης, άφησε την τελευταία του πνοή, σε ένα νοσοκομείο, στην Βέρνη της Ελβετίας, αφού, προηγουμένως, αν και είχε, πολιτικά, ηττηθεί, προς το τέλος του βίου του, τελικά, κατάφερε, μέσα, σε, ιστορικά, αντίξοες συνθήκες, να περάσει, στην Ιστορία, ως μια πολύ σημαντική προσωπικότητα του ευρύτερου κοινωνικού απελευθερωτικού κινήματος, που αναγνωρίζει και υποδεικνύει, χωρίς περιστροφές και μισόλογα, την εξουσία, ως ανειρήνευτο αντίπαλο και πηγή υπαρξιακών κινδύνων, για αυτό, που αποκαλούμε ανθρωπότητα και ο οποίος υπήρξε, είναι και θα παραμείνει, από γενιά, σε γενιά, ως αυθεντικός εκφραστής των επαναστατικών ριζοσπαστικών ιδεών και πρακτικών του διεθνούς και του παγκόσμιου αντιεξουσιαστικού/αναρχικού χώρου, που, παρά τις επιθυμίες των αντιπάλων του, επέζησε, επιζεί και θα ζήσει, ακριβώς, επειδή δεν είναι μια απλή πλάνη, μια ανεκπλήρωτη ουτοπία και μια ιδεολογική σέκτα, όπως επιθυμούσαν, επιθυμούν και αρέσκονται να λένε οι ποικίλης εσοδείας αντίπαλοί του και στα χρόνια, που εκείνος ζούσε, αλλά και οι μετέπειτα, από αυτόν, μέχρι τις ημέρες μας, αλλά και στο διηνεκές μέλλον, μετά από την δική μας φθαρτή και πεπερασμένη παρουσία, στον κόσμο αυτόν.

Ένα κεντρικό κομβικό, κρίσιμο και καθοριστικό σημείο, στην μπακουνινική επεξεργασία και ανάλυση, που, παρά τα όσα, αντιθετικά, λέγονται, επιβίωσε, ως ένα χρήσιμο εργαλείο κοινωνικής μηχανικής και τεχνολογίας, είναι η, φαινομενικώς, αναπάντεχη και παράδοξη συμβίωση, στην πράξη, της διεθνιστικής κοινωνίας των εθνών, στην οποία οι λεγόμενες πατρίδες, όχι, απλώς, συνυπάρχουν, αλλά συναρθρώνονται, ως βάση και στήριξη της δεδομένης, συγκροτημένης και υπάρχουσας κοινής πανανθρώπινης κοινωνίας, που, κατά αυτόν τον τρόπο της ύπαρξης, όπως και του σχηματισμού και της δόμησής της, νοείται, είναι και ζει, ως μια, προφανώς, προβληματική και με τεράστιες και χαώδεις δυσχέρειες και διαφοροποιήσεις, πολυεθνική κοινωνία, η οποία, κατά έναν αντιφατικό τρόπο, δημιουργεί μια ελλιπέστατη, μεν, αλλά και υπό επιτρεπτική δυναμική κατασκευή και προς εξελικτική ύπαρξη, διεθνιστική κοινωνία, όσον αφορά την, εν δυνάμει, προοπτική της, ως συγκρότηση. 

Δεν ήσαν έτσι, τα πράγματα, στο μακραίωνο παρελθόν των ανθρωπίνων κοινωνιών. 

Προφανώς, αυτή η, εγγενώς, αντιφατική και δυσχερέστατη εξελικτική δυναμική είναι προϊόν της διαδικασίας της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά αυτό το γεγονός δεν σημαίνει ότι η εξέλιξη αυτή ήταν δεδομένη και μοιραία. Κάθε άλλο. Και φυσικά, η εξέλιξη αυτής της διαδικασίας της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που έφερε, στο προσκήνιο της ανθρώπινης Ιστορίας, την έννοια της ανθρωπότητας, όχι ως φιλοσοφική, ή θρησκευτική/θεοκρατική έννοια, αλλά ως υπαρκτή πραγματικότητα, δεν σημαίνει ότι αυτή η πραγματικότητα προϊδέαζε μια, έστω και απόμακρη, ιεραρχική κατάταξη, που να υπόκειται, σε κάποια κανονιστική δικαιοκρατία, η οποία να ενέχει μια κάποια ισορροπία, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις, ή και να οδηγεί, σε διεθνικές, ή πολυεθνικές συγχωνεύσεις. Και βέβαια, ούτε, καν, στον διεθνισμό. 

Αυτό ήταν η κλασική καπιταλιστική αποικιοκρατία, κυρίως, των Μεγάλων ευρωπαϊκών Δυνάμεων, που, σε εκείνη την πολυαίωνη κλασική μορφή της, κατάρρευσε, χωρίς, όμως, να αφανισθεί, οριστικά, μέσα, από μια μακροχρόνια, επίπονη και αιματηρή διαδικασία, από το 1776, με την επανάσταση και τον πόλεμο της ανεξαρτησίας των βρετανικών βορειοαμερικανικών αποικιών και σχεδόν, ολοκληρώθηκε, στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, αφού, προηγουμένως, είχαν μεσολαβήσει οι μεγάλοι ευρωπαϊκοί πόλεμοι, από την ναπολεόντεια εποχή, έως τον λεγόμενο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, που, σε πολύ σημαντικό βαθμό, αποδυνάμωσε, τις αποικιοκρατικές δυνάμεις, οι οποίες, όμως, δεν παραδόθηκαν εύκολα. Κάθε άλλο.


Η αποικιοκρατία υποτίθεται ότι παρήλθε, όμως, στην πραγματικότητα, εξακολουθεί να επιδεικνύεται, με περισσή αυθάδεια και προκλητικότητα.


Και - κακά τα ψέμματα - η, όχι ολοκληρωμένη, κατάργηση της κλασικής αποικιοκρατίας, έχει αντικατασταθεί, σε σημαντικό βαθμό, από την νεοαποικιοκρατία, που επιτρέπει, πχ, στον πρόεδρο της Γαλλίας Emmanuel Macron, να ποζάρει, ενώπιον, των αποθεμάτων των 2.436 τόνων του χρυσού του γαλλικού κράτους, το οποίο είναι 4ο στον κόσμο, στα αποθέματα χρυσού, στην επικράτεια του οποίου δεν υπάρχει, ούτε ένα χρυσωρυχείο, ενώ, αντίθετα, το Μάλι, στην Αφρική, το οποίο ήταν παλαιά γαλλική αποικία, που διαθέτει 860 χρυσωρυχεία, με ετήσια παραγωγή 50 τόνων χρυσού, έχει μηδενικά αποθέματα, σε χρυσάφι.

Έτσι, λοιπόν, η ανθρωπότητα, ως υπαρκτή πραγματικότητα και όχι, ως φιλοσοφική ή θεολογική κατασκευή, υπήρξε προϊόν της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Δεν ήταν αναγκαίο αυτό να συμβεί, αλλά, τώρα, δεν χρειάζεται οποιαδήποτε αντιμαχία, ή επιχειρηματολογία, που να στηρίζει αυτόν τον ισχυρισμό, ο οποίος, απλούστατα, βρίσκεται, ως πρακτική ανθρώπινη δημιουργία, μπροστά μας και αφού βρίσκεται μπροστά μας, είναι ανούσια και ανώφελη η συζήτηση για το θέμα αυτό και ως εκ τούτου, οφείλουμε να θεωρήσουμε τον ισχυρισμό, ως δεδομένο και όχι να φιλοσοφήσουμε, γύρω από αυτόν. 

Σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι, που ισχύει η κλασική ρήση του Karl Marx, ο οποίος, στην πασίγνωστη 11η θέση, για τον Ludwig Feuerbach, προβάλει τον ισχυρισμό ότι “οι φιλόσοφοι εξηγούσαν, με διάφορους τρόπους, τον κόσμο. Το ζήτημα είναι να τον μεταβάλουμε/αλλάξουμε”.

[Ναι, η 11η θέση, για τον Feuerbach, περιέχει ένα σημαντικό επαναστατικό απελευθερωτικό προωθητικό στοιχείο, στην μαρξική θεωρητική ανάλυση, διότι, κυριαρχικά, θέτει, στην καθημερινή επικαιρότητα, το δεδομένο της πράξης της αλλαγής της κοινωνίας. 

Όμως, αυτό το κοινωνικοαπελευθερωτικό επαναστατικό στοιχείο μένει ημιτελές, όσο δεν διαυγάζουμε (δεν προσδιορίζουμε) τον συγκεκριμένο οδικό χάρτη των απαιτούμενων πράξεων, όπως και τις ίδιες τις πράξεις, που απαιτούνται και εφόσον δεν έχουμε προϋπολογίσει τις επιπτώσεις των πράξεων, στις οποίες θα προβούμε και που θα προσδιορίσουν τον ίδιο τον οδικό χάρτη, τον οποίο θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι βαδίζουμε. 

Και φυσικά, αυτό το ηράκλειο έργο δεν μπορεί να είναι προϊόν, ή κατασκευή μιας ομάδας. Οφείλει να είναι προϊόν και διαρκής κατασκευή και ανακατασκευή της κοινωνικής πλειοψηφίας, σε εθνικό και διεθνικό/παγκόσμιο επίπεδο. 

Σε αντίθετη περίπτωση, το δημιουργούμενο κοινωνικό κενό καλύπτεται, πέραν των όποιων υπαρκτών καλών προθέσεων, από κάποια νεοφανή κοινωνική τάξη (πχ, όπως συνέβη, στην “Σοβιετική Ένωση” και όπως, σήμερα, συμβαίνει, στην “Λαϊκή Δημοκρατία” της Κίνας).

Οι «Θέσεις για τον Φόιερμπαχ» γράφηκαν, από τον Karl Marx, την άνοιξη του 1845, στις Βρυξέλλες, μόλις τέλειωσε, μαζί με τον Engels, την “Άγια Οικογένεια”. Ήσαν γραμμένες, σε ένα σημειωματάριο του Marx, με τις χρονολογίες 1844-47 και έχουν την επικεφαλίδα «1. ad Feuerbach». Δημοσιεύτηκαν, για πρώτη φορά, από τον Engels, το 1888, πέντε χρόνια, μετά τον θάνατο του Marx, σαν προσθήκη, στην έκδοση του έργου του : Ludwig Feuerbach.  Ο Engels, στην προσθήκη αυτή, δεν έδωσε τις «Θέσεις» όπως, ακριβώς, τις εγραψε ο Marx, αλλά έκανε μερικές διορθώσεις, για να γίνουν πιο κατανοητές, στους αναγνώστες. Εδώ, την 11η θέση την παρουσιάζω, σε διπλή απόδοση, έτσι όπως ήταν γραμμένη, πριν την διορθώσει ο Engels και έτσι όπως αυτός την τροποποίησε. Γι’ αυτό και αυτή η διπλή αναφορά, στο “μεταβάλουμε”, που χρησιμοποίησε ο Marx και στο “αλλάξουμε”, που χρησιμοποίησε ο Engels· μια διαφοροποίηση, η οποία, ειρήσθω, εν παρόδω, δεν υπήρξε καθόλου τυχαία.

Τότε, βέβαια, το 1845, η έννοια της μεταβολής και η έννοια της αλλαγής είχαν μικρή διαφορά, η οποία φαινόταν, ως ανεπαίσθητη, λόγω της επικράτησης, στις ευρωπαϊκές σχέσεις των σκληρών κανόνων της Ιεράς Συμμαχίας. Στην εποχή, όμως, που ο Engels έκανε την σημαντική διόρθωση, στις λέξεις, που χρησιμοποίησε ο Marx, δηλαδή της μεταβολής, αντί της αλλαγής, τα πράγματα, με την εμφάνιση, στο ιστορικό προσκήνιο και την κατακόρυφη άνοδο της, εκ των πραγμάτων, αναθεωρητικής ενοποιημένης Γερμανίας, αλλά και την εμφάνιση του κοινωνικού προλεταριακού στοιχείου, υπό την πρωτόλεια καθοδήγηση μιας, αστικής προελεύσεως, νέας ιστορικής κοινωνικής δύναμης, αυτήν της γραφειοκρατίας, οι διαφοροποιήσεις, ανάμεσα, στο περιεχόμενο της μεταβολής και της αλλαγής, δεν φαίνονταν, ως σημαντικές.

Μέσα στο διάβα του ιστορικού χρόνου, όμως, τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν, διότι η έννοια της μεταβολής ταυτίστηκε, κυρίως, με τον πολιτικό και κοινωνικό μεταρρυθμιτισμό της σοσιαλδημοκρατίας και σε αντιπαράθεση, η έννοια της αλλαγής προσδιόρισε - υποτίθεται - την επαναστατική κοινωνική εξέλιξη. 

Σήμερα, βέβαια και οι δύο έννοιες της μεταβολής και της αλλαγής, έχουν χάσει, κάθε επαναστατικό και κυρίως, κοινωνικοαπελευθερωτικό περιεχόμενο. Ως εκ τούτου, η συζήτηση, για την κοινωνικοαπελευθερωτική μεταβολή και αλλαγή αποκτά άλλο περιεχόμενο και φυσικά, χρειάζεται ένα διαφορετικό λεξιλόγιο, που να προσδιορίζει το περιεχόμενο αυτό. Αν και επί του πρακτέου, δεν είναι οι λέξεις αυτές, που έχουν σημασία.

Σε έναν μεγάλο βαθμό, ο Μιχαήλ Μπακούνιν προσπάθησε και μπορώ να πω ότι, στο μέτρο του δυνατού, κατάφερε να προσδιορίσει αυτό το κοινωνικοαπελευθερωτικό επαναστατικό στοιχείο, εντοπίζοντας το πρόβλημα, εκεί που, υφίσταται. Δηλαδή, στο κράτος και την εξουσία, ως τέτοια, διατηρώντας έτσι, στην επικαιρότητα, ως συμπληρωματικά στοιχεία τις έννοιες της μεταβολής και της αλλαγής].

Κάπου εδώ, υπεισέρχεται η, πρακτικώς, προσδιοριζόμενη έννοια του διεθνισμού, ως συνάρθρωσης του πατριωτισμού, σαν κοινωνική δημιουργία και όχι, απλώς, ως φιλοσοφική, ή θρησκευτική αναζήτηση, με δυο εκφάνσεις, που, φαινομενικά, περιέργως, έχουν, ως κοινωνική αφετηρία, τα τελευταία απομεινάρια του ευρωπαϊκού φεουδαλισμού και κυρίως, του νεοφανούς αστισμού, τον 19ο αιώνα. 

Η πρώτη έκφανση του διεθνισμού, ως συνάρθρωσης του πατριωτισμού, αφορά τα κινήματα, για την κοινωνική απελευθέρωση. Έτσι, στον Μιχαήλ Μπακούνιν, ο διεθνισμός και ο ποικιλόμορφος, ακόμη και ο πολυφυλετικός εθνισμός, νοούμενος, ως πατριωτισμός και όχι, ως φυλετισμός, όχι, απλώς, συνυπάρχουν, αποδεχόμενοι, ο ένας τον άλλον, αλλά συναρθρώνονται, με αποτέλεσμα, η διεθνιστική, η παγκόσμια κοινωνία να συγκροτείται και να έχει, ως βάση εκκίνησης, τις πατρίδες, νοούμενες, ως συγκεκριμένες κοινωνικές οντότητες, που, συνήθως (αν και όχι, απαραίτητα), ζουν, σε έναν γεωγραφικό χώρο, σε ομοσπονδιακή βάση, που θυμίζει τον μουτουαλισμό του Pierre Joseph Proudhon και δεδομένου του γεγονότος ότι ο Μιχαήλ Μπακούνιν υπήρξε αντικρατιστής, όχι, ως κρατικές οντότητες.

Ας αφήσουμε τον ίδιο να μιλήσει, για αυτήν την μορφή του διεθνισμού των πατρίδων : 

«Το κράτος δεν είναι η πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την πατρίδα τους. Αλλ’ αυτό είναι μια φυσική πραγματική αγάπη. Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα, αλλά γεγονός… Η πατρίδα, η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό ταυτόχρονα. Δεν είναι μια θεωρητική αρχή. Δεν μπορούμε να ονομάσουμε ανθρώπινη αρχή, παρά μόνο ότι είναι καθολικό, κοινό σ’ όλους τους ανθρώπους. Η εθνικότητα τους χωρίζει. Δεν είναι λοιπόν αρχή. Αλλά αυτό που είναι η αρχή, είναι ο σεβασμός που ο καθένας πρέπει να έχει για τα φυσικά, πραγματικά ή κοινωνικά γεγονότα. Η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα από τα γεγονότα αυτά. Οφείλουμε λοιπόν να την σεβόμαστε. Η καταπίεση της είναι έγκλημα,… και η εθνικότητα γίνεται ιερή αρχή, κάθε φορά, που απειλείται, ή καταπιέζεται. Γι’ αυτό λοιπόν, αισθάνομαι, ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη, κάθε καταπιεσμένης πατρίδας». «Η πατρίδα αντιπροσωπεύει το αδιαφιλονίκητο και ιερό δικαίωμα, κάθε ανθρώπου, ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, περιοχών, να ζουν, να σκέφτονται, να θέλουν και να δρουν, κατά τον τρόπο τους, που γεννήθηκε, ως αποτέλεσμα της μακρόχρονης ιστορικής εξέλιξης. Υποκλίνομαι, λοιπόν, εμπρός, στην παράδοση και στην ιστορία των λαών, γιατί είναι το αίμα και η σάρκα, η σκέψη και η θέληση κάθε λαού. Γι αυτό, ειλικρινά, είμαι ο πατριώτης όλων των καταπιεσμένων πατρίδων».

Αυτός ο συναρθρωμένος διεθνισμός των πατρίδων του Μιχαήλ Μπακούνιν μπορούμε, σήμερα, να πούμε ότι είναι, απείρως, ρεαλιστικότερος, από τον άπατρι και για την ακρίβεια, αρνησίπατρι διεθνισμό του Karl Marx και των μαρξιστών. 

Ο μαρξιστικός διεθνισμός οικοδομήθηκε, επάνω, στην ρήση : «Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα», η οποία, ως σύνθημα, αν και έχει αξία, στην ουσία της, είναι εσφαλμένη· και είναι εσφαλμένη, διότι συνδέει και συγχέει την έννοια της πατρίδας, με το κράτος, του οποίου η ύπαρξη είναι, αφ’ εαυτής, ταξική και ως εκ τούτου, ελέγχεται από και εξυπηρετεί την καπιταλιστική κυρίαρχη τάξη και την ελίτ της.

Πράγματι, στην συνείδηση της μεγάλης πλειοψηφίας των ανθρώπων, έχει επικρατήσει η ταύτιση της πατρίδας, με το κράτος, ως εξουσία. Όμως, χωρίς να παύουμε να την αντιμετωπίζουμε, ως μια εγκαθιδρυμένη πραγματικότητα, πρέπει να τονίσω ότι αυτή η εξυπηρετική, για τα συμφέροντα των καπιταλιστικών ελίτ, πραγματικότητα της ταύτισης της έννοιας της πατρίδας, με το εθνικό κράτος, έχει σαθρές βάσεις και είναι πλαστή, χωρίς αυτή η πλαστότητα να την καθιστά, ως κοινωνική δύναμη, μη πραγματική. 

Και τούτο διότι ένα έθνος και η πατρίδα, είναι έννοιες, που απηχούν και αποτελούν κοινωνικές πραγματικότητες και χωρίς την ύπαρξη του κράτους, ενώ, όσο και αν αυτό, σήμερα, ακούγεται, ως αναχρονιστικό, το κράτος υπάρχει, με αποκλειστική αναφορά, στην ύπαρξη του έθνους (ή την αναγκαστική κρατική συνένωση εθνών, σαν, πχ, το Βέλγιο, το οποίο αποτελεί ένα αναγκαστικό/υποχρεωτικό ενωσιακό κράτος των Γάλλων Βαλόνων και των Ολλανδών Φλαμανδών, προκειμένου να περιορισθεί, κατά τον 19ο αιώνα, η μεταναπολεόντεια Γαλλία, αν και αυτός ο αναγκαστικός “γάμος”, στην εποχή μας, εμφανίζει τάσεις διάλυσης) και της πατρίδας.  

Η ουσιαστική και η ανεκτίμητη ιστορική και κοινωνική συνεισφορά του Μιχαήλ Μπακούνιν είναι το πραγματικό γεγονός ότι, πάρα πολλά χρόνια πριν, συμβούν όσα ακολούθησαν, αν και αντιλήφθηκε ότι οι ιδέες και οι διανοητές, ως εργαζόμενοι, στην αποκαλούμενη διανοητική εργασία, έχουν να παίξουν έναν σημαντικό ρόλο στην διαδικασία της εθνικής και της διεθνιστικής κοινωνικής απελευθέρωσης, από τις εξουσίες των κυρίαρχων ελίτ, έχουν να παίξουν έναν βοηθητικό ρόλο στην εκπαίδευση και στην συνάρθρωση και στην διατύπωση των κοινωνικοαπελευθερωτικών  επιδιώξεων, προειδοποίησε για το ότι οι διανοούμενοι, ως ελίτ, δηλαδή ως μια μικρή ομάδα ανθρώπων, που θα καθοδηγήσει/πραγματοποιήσει μια κοινωνική εξέγερση, ή ένα πραξικόπημα, προς το (υποτιθέμενο) όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας, αν αποπειραθούν να καταλάβουν την εξουσία και να δημιουργήσουν μια υποτιθέμενη “δικτατορία του προλεταριάτου”, η κοινή λογική, ακόμη και αν αυτή η ομάδα έχει καλές προθέσεις, οδηγεί την κοινωνική μηχανική, στην δημιουργία νέων μηχανισμών εξουσίας αυτής της ελίτ. Έτσι, πολύ πριν την Ρώσικη Επανάσταση του 1917, προειδοποίησε, για την δημιουργία, από τους κομμουνιστές, μιας νέας τάξης διανοούμενων και ειδικών, που θα αντικαθιστούσε τους γαιοκτήμονες και τους κλασικούς καπιταλιστές και θα αποστερούσε την κοινωνία, από την ελευθερία της, δηλαδή, από την κοινωνική απελευθέρωση του προλεαριοποιημένου εργαζόμενου λαού. 

Και μάλιστα, ο Μιχαήλ Μπακούνιν, το 1873, προέβλεψε, με πληρη και απόλυτη ακρίβεια, ότι, κάτω από την “δικτατορία του προλεταριάτου” των οπαδών του Karl Marx, οι κομματικοί ηγέτες θα συγκέντρωναν, στα χέρια τους, στο κράτος, την εξουσία και θα διαιρούσαν τις μάζες στον αγροτικό και τον βιομηχανικό στρατό, κάτω από τις εντολές των κρατικών αξιωματούχων που θα διαμόρφωναν μια νέα προνομιούχα “επιστημονική” και πολιτική τάξη. 

 Ο  Μιχαήλ Μπακούνιν αντιλήφθηκε, σαφέστατα, όπως ο Λέων Τολστόι και πολλοί άλλοι, πριν από αυτούς, ότι η κυβέρνηση είναι το μέσο κυριαρχίας μιας μειοψηφίας. Όσο η πολιτική εξουσία σημαίνει την συγκέντρωση της εξουσίας, σε λίγα χέρια, ο Ρώσος επαναστάτης ξεκαθάρισε, ορθότατα, ότι πρέπει να καταστραφεί και πρέπει να αντικατασταθεί, από την κοινωνική απελευθέρωση, την οποία ορίζει, ως “κοινωνική επανάσταση”, που θα αλλάξει τις σχέσεις, μεταξύ των ανθρώπων και θα δώσει την εξουσία, στις μάζες, μέσω μιας ομοσπονδίας των εθελοντικών οργανώσεων, με την πλήρη κατάργηση, τόσο στις αρχές, όσο και στην πράξη, οποιασδήποτε “πολιτικής εξουσίας”, εθνικής ή διεθνιστικής όσο θα υπάρχουν διευθυντές και διευθυνόμενοι, ήτοι, εντέλει, καταπιεστές και καταπιεζόμενοι.

Αφήνοντας όμως, τώρα, τον μαζικό κοινωνικό διεθνισμό του Μιχαήλ Μπακούνιν, ας περάσουμε, στο ελιτίστικο σχέδιο  το οποίο η ευρωπαϊκή και η παγκόσμια ελίτ των γραφειοκρατικών καπιταλιστικών χωρών, σε όλα της τα επίπεδα, προσπαθεί να εγκαθιδρύσει, στην Ευρώπη και στον πλανήτη ολόκληρο και το οποίο σχέδιο μπορεί να ονομαστεί, ως ελιτίστικος διεθνισμός των καπιταλιστικών ολιγαρχιών της εποχής μας. 

Πρόκειται για το παλιό σχέδιο της “Paneuropa”, από το 1922, του Richard Nikolaus von Coudenhove-Kalergi, το οποίο απέκτησε βάση, στις καπιταλιστικές ελίτ, της Ευρώπης, στον Μεσοπόλεμο, αλλά καταστράφηκε, προσωρινά, από την άνοδο του γερμανικού ναζισμού, για να επανεμφανισθεί και θεσμικά, με την σημερινή μορφή της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας/“Ευρωπαϊκής Ένωσης”, αλλά και τους παγκοσμιοποιητικούς σχεδιασμούς της αμερικανικής και της ευρύτερης ελίτ της Δύσης, που η πικρή, γι’ αυτές, αλήθεια είναι πηγαίνουν πολύ άσχημα και οδηγούνται, σε ναυάγιο, λόγω της επανεμφάνισης, στο ιστορικό προσκήνιο, της τεράστιας ισχύος των μεγάλων κρατών, όπως, πρώτα από όλα, της Κίνας, της μετασοβιετικής Ρωσίας, της Ινδίας, αλλά και άλλων κρατών του παλαιού τρίτου κόσμου.



1932 : Σε ένα, προφανώς, φιλοναζιστικό γερμανικό περιοδικό, πριν από την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού, στην Γερμανία, δημοσιεύτηκε αυτό το κακόγουστο, ομολογουμένως, σκίτσο, στο οποίο ένα υποτίθεται, ως τελευταίο ζευγάρι λευκών Γάλλων παρουσιάζεται κλεισμένο, σε έναν ζωολογικό κήπο, στο Παρίσι, μετά από 100 χρόνια, στην Γαλλία, με την ταμπέλα να γράφει : “Δεν επιτρέπεται να τους ταϊζετε” και εκφράζει, παραστατικά, αυτό, το οποίο κάποια στιγμή, στο μακρινό παρελθόν, ο Adolf Hitler είχε πει ότι “αν η εξέλιξη, στην Γαλλία, συνεχιστεί, με τον σημερινό ρυθμό, για αλλά 300 χρόνια, τα τελευταία απομεινάρια του φραγκικού αίματος θα βυθιστούν, στο αναδυόμενο ευρωαφρικανικό μιγαδικό κράτος”.

Το σκίτσο, φυσικά, είναι, σαφέστατα ρατσιστικό, αλλά, μιλώντας, με ψυχρότητα, όσον αφορά την παρούσα και την μέλλουσα (εάν το φαινόμενο αυτό δεν ανασχεθεί) εξέλιξη των γεγονότων, στην Γαλλία και στην Ευρώπη και αργότερα, σε ολόκληρο τον πλανήτη, περιγράφει, με στρεβλό/διεστραμμένο τρόπο, τις επιδιώξεις και τις φιλοδοξίες της υπερεθνικής γραφειοκρατικής καπιταλιστικής ελίτ των πολυεθνικών εταιρειών, για το ευρωπαϊκό παρόν και το μέλλον, στα πλαίσια του παλαιού σχεδίου της “Πανευρώπης” του Richard Nikolaus Eijiro von Coudenhove-Kalergi (16/11/1894 – 27/7/1972), το οποίο ο ίδιος το έβλεπε, ως ένα σκαλοπάτι, προς την μεταγενέστερη παγκόσμια ελιτιστική διακυβέρνηση. 

Ο πατέρας του ήταν ο Αυστριακός διπλωμάτης Heinrich von Coudenhove-Kalergi, με καταγωγή, από την βυζαντινή οικογένεια των Καλλέργηδων και η μητέρα του η Γιαπωνέζα Mitsu Aoyama. Ο Richard Nikolaus Coudenhove-Kalergi, έχοντας στενές επαφές, με όλη την ευρωπαϊκή αριστοκρατία και τους Ευρωπαίους πολιτικούς, εξ αιτίας των διασυνδέσεων του αριστοκράτη διπλωμάτη πατέρα του, παρασκηνιακά και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, προσέλκυσε, στα σχέδιά του, τα πιο σημαντικά στελέχη της πολιτικής - και όχι μόνο - ελίτ, ως υποστηρικτές, στο λεγόμενο έργο της “ευρωπαϊκής ενοποίησης”, ιδρύοντας, το 1922, το ελιτιστικό κίνημα “Πανευρώπη”, στην Βιέννη, που, στο βάθος, αποσκοπούσε, στην δημιουργία μιας Νέας Παγκόσμιας Τάξης, βασισμένης, σε μια ομοσπονδία των εθνών υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία, με την ευρωπαϊκή  ελιτιστική ενοποίηση θα αποτελούσε το πρώτο βήμα, για την δημιουργία μιας παγκόσμιας κυβέρνησης. 

Μεταξύ των πρώτων οπαδών του, συγκαταλέγονται οι Τσέχοι πολιτικοί Tomáš Masaryk και Edvard Beneš καθώς και ο τραπεζίτης Max Warburg, ο οποίος διέθεσε τα πρώτα 60.000 μάρκα, ο Αυστριακός καγκελάριος Ignaz Seipel, ο Αυστριακός Karl Renner, οι Γάλλοι πολιτικοί Léon Bloum, Aristide Briand, ο Ιταλός πολικός Alcide De Gasperi και καθ’ ημάς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Νικόλαος Πολίτης, ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος, ο Λέων Μακκάς και άλλοι πολιτικοί. 




Με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος του μιλούσε “σαν παλιός φίλος, σχεδόν, σαν συμπατριώτης, αφού το επώνυμο Καλλέργης είχε ιδιαίτερα στενούς δεσμούς, με την Κρήτη”, ο Coudenhove-Kalergi είχε μια στενή συνεργασία, ιδίως, σε σχέση, με το ζήτημα της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, αφού ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μετά την προσέγγισή του, με τον Mustafa Kemal, το 1930, υποστήριζε ότι η Τουρκία θα πρέπει να αποτελέσει μέρος της Ευρώπης, ενώ ο Coudenhove-Kalergi πίστευε ότι η Τουρκία, ως χώρα ασιατική, δεν είχε καμία θέση, στην Ενωμένη Ευρώπη. Όμως, ο Βενιζέλος του επεσήμανε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να συνεργαστεί, με την πανευρωπαϊκή πολιτική του κίνηση, μόνο, εάν συμπεριλαμβανόταν και η Τουρκία και φαίνεται ότι τον έπεισε, αφού ο Coudenhove-Kalergi, σε μεταγενέστερο έργο του, συμπεριέλαβε και την Τουρκία, στην “Πανευρώπη”.

Η “Πανευρωπαϊκή Ένωση” είχε γραφεία και παραρτήματα, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και προχώρησε και στην διοργάνωση πανευρωπαϊκών συνεδρίων. Ο Coudenhove-Kalergi δεν στηρίχθηκε, στα εθνικά πολιτικά κόμματα, για την προώθηση της “Ενωμένης Ευρώπης”, ένα αδύναμο σκιαγράφημα της οποίας υποτίθεται ότι ζούμε, σήμερα, αλλά, ζήτησε την βοήθεια και την ενεργή συμμετοχή, μόνον, πολιτικών προσωπικοτήτων της Ευρώπης, πάντοτε, στο πλαίσιο μιας πολιτικής κίνησης, με υπερεθνικά ελιτίστικα πολιτικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά. 

Βέβαια, στο βάθος του χρόνου, σύμφωνα, με τον Coudenhove-Kalergi “O άνθρωπος του μέλλοντος θα είναι μικτής φυλετικής καταγωγής. Οι φυλές και οι τάξεις του σήμερα, θα εξαφανισθούν, σταδιακά, λόγω της εξάλειψης του χώρου, του χρόνου και της προκατάληψης. Η ευρωασιατική-νεγροϊδής φυλή του μέλλοντος, όμοια, στην εμφάνισή της, με τους αρχαίους Αιγύπτιους, θα αντικαταστήσει την διαφορετικότητα των λαών και την διαφορετικότητα των ατόμων”. Κάπου, εδώ, συναντάται, με τις ρατσιστικές θεωρίες του Adolf Hitler, γεγονός, το οποίο, για την Ιστορία και την Κοινωνιολογία, είναι αδιάφορο.

Και είναι αδιάφορο, επειδή και αυτοί οι πολυφυλετικοί πληθυσμοί του μακρινού μέλλοντος, εφόσον προκύψουν, θα έχουν αναφορά, στην πατρίδα τους, που τους ενιαιοποιεί κοινωνικά και αυτή η πατρίδα, φυσικά, πρόκειται να ορίζεται, από την κοινωνία και από τον τόπο, που θα διαβιούν.

Κλασικό παράδειγμα, γι’ αυτήν την εξέλιξη, αποτελεί, σήμερα, το ευρύτατο κοινωνικό πειραματικό χωνευτήρι, στην Βραζιλία των 214 δισεκ. ανθρώπων, όπου ανακατεύονται τόσες πολλές φυλές, που έχουν δημιουργήσει νέους ανθρωπολογικούς τύπους, οι οποίοι, σε κάθε βήμα, συναντώνται και όπου βρίσκονται μαύροι, με ξανθά μαλλιά, ή γαλανομάτες μιγάδες, που αποτελούν το 38% του πληθυσμού της χώρας και προσδιορίζονταιu, από τρεις κύριους εθνοτικούς τύπους: 

1) τους mulattos, ήτοι μιγάδες, από Ευρωπαίους και Αφρικανούς· 

2) τους mestizo, που είναι παιδιά Ευρωπαίων και Ινδών· 

3) τους Sambo, που είναι παιδιά Ινδών και Αφρικανών. 

Λόγω της ανάμειξης των φυλών, μαύρα ζευγάρια έχουν, συχνά, παιδιά, με λευκό δέρμα και το αντίστροφο. Μερικές φορές γεννιούνται παιδιά, μέσα σε μια οικογένεια, με διαφορετικό χρώμα δέρματος και διαφορετικούς φαινότυπους. Για την Βραζιλία, αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό.

Παρά την εκτεταμένη πολυφυλετικότητα και την ποικιλία των ανθρωπολογικών τύπων, η έννοια της πατρίδας, ουδέποτε εξέλιπε, ή εκλείπει, αφού  είναι χαρακτηριστικό ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι θεωρούν ότι είναι Βραζιλιάνοι. Και φυσικά, η βιωματική σχέση των ανθρώπων, με την πατρίδα τους, νοούμενης, ως της κοινωνίας και του τόπου, που οι άνθρωποι ζουν, δεν πρόκειται να αλλάξει, ποτέ.

Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κάποια σοβαρή αντίστιξη και αντιπαράθεση, ανάμεσα τον πατριωτισμό και τον διεθνισμό. Αυτό, που έχει σημασία, είναι να προσδιορίσουμε και να καταλάβουμε, για ποιόν πατριωτισμό και για ποιόν διεθνισμό μιλάμε, ακόμη και να αντιληφθούμε ότι το έθνος και η πατρίδα μπορούν και πρέπει να συναρθρώσουν την διεθνιστική κοινωνία, νοούμενη, ως ανθρωπότητα.

Φυσικά, ο ελιτιστικός διεθνισμός των γραφειοκρατικών καπιταλιστικών ελίτ, φαίνεται, ως ένα ρεαλιστικό σχέδιο, για την πορεία της ανθρωπότητας. Όπως ανέφερα, όμως, η πραγματοποίησή του καθίσταται δυσχερέστατη, από την άνοδο των μεγάλων εθνών, στην παγκόσμια ιστορία, γεγονός, το οποίο θα εκτρέψει την πορεία και την τύχη του ελιτιστικού διεθνισμού.

Και φυσικά, αυτό που έχει σημασία, είναι να επιλέξουμε εκείνον τον διεθνισμό, ο οποίος, ως συνάρθρωση των επιμέρους πατριωτισμών, ταιριάζει, στον καθένα, από εμάς.

Τον κοινωνικοαπελευθερωτικό διεθνισμό του Μιχαήλ Μπακούνιν, ή τον ελιτιστικό ελιτίστικο διεθνισμό του Coudenhove-Kalergi;

 Εννοείται ότι εγώ την επιλογή μου την έχω κάνει.

Αλλά αυτό δεν αρκεί. Η Ιστορία, ως κοινωνική δημιουργία, σε αυτά τα θέματα, πρόκειται να προσδιορίσει, αποφασιστικά, τις εξελίξεις επί του ζητήματος αυτού. 

Και οι διαφαινόμενες μελλοντικές εξελίξεις διαφαίνονται να είναι, εξαιρετικά, δυσμενείς…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βουλευτικές εκλογές 25/6/2023 : Ο Αλέξης Τσίπρας, που, στις 8/6/2016, πούλησε, στον Λάτση, την έκταση στο Ελληνικό, με 92 € το τμ, ενώ το 2014 έλεγε ότι “αν υπογράψω ιδιωτικοποιήσεις στο Ελληνικό, τότε καλύτερα να ψηφίσετε Σαμάρα”, δεν δικαιούνται αυτός και η ηγετική ομάδα του ψευδεπώνυμου ΣΥΡΙΖΑ να ομιλούν, για την τωρινή εκλογική καταστροφή του κόμματος, που, φυσικά, πρόκειται να έχει και συνέχεια…

Μιλώντας, για “το στάδιο, στο οποίο δεν θα χρειάζεται να υπάρχουν αφεντικά και δούλοι, επειδή οι σαΐτες θα υφαίνουν μόνες τους”. Από αυτόν τον ορισμό του Αριστοτέλη, για το καθεστώς της ελεύθερης κοινωνίας (που νοείται ως αναρχική/αντιεξουσιαστική), στον μουτουαλισμό του Pierre-Joseph Proudhon και από την δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, που περίμενε ο John Maynard Keynes, στο σήμερα και στους μελλοντικούς καιρούς).

Αλέξης Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ : “Τους ζυγούς λύσατε”! Πήραν, χεράκι-χεράκι, την ελληνική κοινωνία και την παρέδωσαν, στην δεξιά. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι την έβγαλαν, από την προεπαναστατική κατάσταση, στον οποία βρισκόταν, κατά την περίοδο 2011-2015 και την οδήγησαν, στην υποταγή, στην ολιγαρχία. (Η δεξιά και η ολιγαρχία, τελικά, τους χρωστούν μεγάλη χάρη. Πολύ μεγάλη χάρη)…