Είναι κράτος η αποκαλούμενη “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”; Ως προέκταση του τουρκικού κράτους, ναι, το κατοχικό αυτό μόρφωμα (Kuzey Kıbrıs Türk Cumhuriyeti, KKTC) αποτελεί ένα, εν τοις πράγμασι, sui generis, κράτος, χωρίς νομική διεθνή αναγνώριση, αλλά, λόγω των ανοησιών, με την κατάρτιση, το 2004, του σχεδίου Kofi Annan, με μερική διεθνή πολιτική αναγνώριση. (Παρακολουθώντας τον Γλαύκο Κληρίδη και την ελλαδική προδοσία τον Αύγουστο του 1974).

 

Η σημαία της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου”.



Πιθανότατα, χωρίς να το θέλει, ο νεοεκλεγείς, μόλις χθες, με άνετη πλειοψηφία, Ελληνοαμερικανός πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης μίλησε, στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου γύρου των εσωκομματικών εκλογών, για τουρκοκυπριακό κρατίδιο, αναφερόμενος, στο κατοχικό καθεστώς, που, ουσιαστικά εγκαθίδρυσε η Τουρκία, τον Αύγουστο του 1974, στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, που κατέλαβε, με την εισβολή της, στην μεγαλόνησο, στις 20/7/1974, με αφορμή το, προφανέστατα, προδοτικό πραξικόπημα, κατά του, τότε, προέδρου της Κύπρου αρχιεπισκόπου Μακαρίου, στις 15/7/1974, στο οποίο προχώρησε το ελλαδικό δικτατορικό καθεστώς του Δημητρίου Ιωαννίδη, με την σαφή παραίνεση της αμερικανικής  CIA.

Βέβαια, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης επανόρθωσε την αρχική του δήλωση και αποκάλεσε την λεγόμενη “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”, ψευδοκράτος, όπως συνηθίζεται να αποκαλείται, στην νότια Κύπρο και στην Ελλάδα, αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία του προβλήματος, που έθεσε.

Αποτελεί κράτος αυτό το κατοχικό μόρφωμα, που εγκαθίδρυσε η Άγκυρα, μετά την τουρκική εισβολή και την επακόλουθη κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου;

Απάντηση υπάρχει και είναι ναι, αποτελεί ένα, εν τοις πράγμασι, sui generis κράτος, ως προέκταση του τουρκικού κράτους, αλλά, δοθείσης της ευκαιρίας, είναι απαραίτητο να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω, 49 χρόνια πριν, όταν, στην Γενεύη, τις ημέρες του Αυγούστου του 1974, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών James Callaghan, η ελλαδική πλευρά (ο υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του Κωσταντίνου Καραμανλή Γεώργιος Μαύρος), η ελληνοκυπριακή πλευρά (ο προεδρεύων και πρόεδρος της βουλής της Κύπρου Γλαύκος Κληρίδης) και από την άλλη πλευρά, ο Turan Güneş, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του Bulent Ecevit και ο αντιπρόεδρος της Κύπρου και ηγέτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας Rauf Denktaş διαπραγματεύονταν, για το μέλλον της Κύπρου, υπό το συντριπτικό βάρος της τουρκικής εισβολής και της, σιγά-σιγά, διευρυνόμενης τουρκικής ζώνης κατοχής, παρά την προφανέστατη προδοτική συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, που είχε συμφωνηθεί, τηλεφωνικά, μεταξύ του (πράκτορα της CIA) αρχηγού του ΓΕΝ ναυάρχου Πέτρου Αραπάκη και του Αμερικάνου υπουργού Εξωτερικών Henry Kissinger, στις 23/7/1974, μια ημέρα, πριν από τον σχηματισμό της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και την οποία συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, στην Κύπρο, όταν, ακόμη, το σχηματισθέν τουρκικό προγεφύρωμα, στην περιοχή της Κυρήνειας ήταν μικρό και ασταθές αποδέχτηκε, στα λόγια και όχι στην πράξη η τουρκική πλευρά.

Στην πραγματικότητα, η Άγκυρα είχε προαποφασίσει να σταθεροποιήσει και να επεκτείνει, κατά την διάρκεια της “εκεχειρίας”, το αρχικό τουρκικό στρατιωτικό προγεφύρωμα και να οδηγήσει τις εικονικές, εκ μέρους της, διαπραγματεύσεις, σε αδιέξοδο, με στόχο να πραγματοποιήσει, όταν θα ήταν, στρατιωτικά, επί του εδάφους, στην Κύπρο, έτοιμη, με μια αστραπιαία επίθεση, να κατακτήσει το βόρειο τμήμα του νησιού και πραγματοποιώντας εθνοκάθαρση, να εκδιώξει τον ελληνοκυπριακό πληθυσμό της περιοχής.

Έτσι, στις 13 Αυγούστου 1974, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών υπέβαλε ένα προσχηματικό σχέδιο δημιουργίας καντονίων, στην Κύπρο, απαιτώντας, από την ελλαδική και την ελληνοκυπριακή πλευρά να το αποδεχθούν, ως είχε. Ο Γεώργιος Μαύρος και ο Γλαύκος Κληρίδης ζήτησαν χρόνο, για να το μελετήσουν, πλην όμως, η Άγκυρα απέρριψε το αίτημα αυτό, εμμένοντας, στην άμεση αποδοχή και υπογραφή της τουρκικής πρότασης. Σε αυτό οι Γεώργιος Μαύρος και Γλαύκος Κληρίδης δεν ενέδωσαν, ενώ αμέσως, ο τουρκικός στρατός, στις 14/8/1974, με μια πλήρη επίθεση, σε όλα τα μέτωπα, στην μεγαλόνησο, κατέλαβε, εντός τριών ημερών, περίπου, το 37%-40% του εδάφους, στην βόρεια Κύπρο.

Το δυστύχημα είναι ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε ενημερώσει, ωμά και ψυχρά, τον Γλαύκο Κληρίδη ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά ήταν μόνη της και ότι καμμία στρατιωτική βοήθεια, σε οποιοδήποτε επίπεδο, δεν επρόκειτο να της παράσχει, το ελλαδικό κράτος. Προφανώς, αυτή η συμπεριφορά και αυτή η στάση του Ελλαδίτη πρωθυπουργού ήταν, ευθέως και απροσχημάτιστα, προδοτική.

Παρά ταύτα, ο Γλαύκος Κληρίδης, που έμεινε μόνος του, να λάβει την τελική απόφαση, αρνήθηκε να αποδεχθεί και να υπογράψει, το τελεσιγραφικά σχέδιο της τουρκικής πλευράς, που το έθεσε, με αυτόν τον τρόπο, για να απορριφθεί, απόντος του προέδρου Μακαρίου, ως προεδρεύων του κυπριακού κράτους.

Δηλαδή ο Γλαύκος Κληρίδης, μόνος, στην κυριολεξία και εγκαταλειφθείς, με σαφή ατιμωτικό και προδοτικό τρόπο, από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αποδέχτηκε το μοιραίο και σκληρό δεδομένο της επέκτασης της τουρκικής εισβολής και μπορούμε να πούμε ότι έσωσε την τιμή του κυπριακού ελληνισμού, παρά την σκληρή ήττα, που, δεδομένης της ελλαδικής προδοσίας, ήταν προδιαγεγραμμένη. 

Άλλωστε, ακόμη και αν ο Γλαύκος Κληρίδης δεχόταν να υπογράψει το ντοκουμέντο των τουρκικών τελεσιγραφικών απαιτήσεων, η τουρκική πλευρά θα προχωρούσε, ούτως, ή άλλως, στην δεύτερη φάση της εισβολής, διότι η ελλαδική απροθυμία να υπερασπισθεί το νησί, μέχρι την δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, επίτρεψε, στον τουρκικό στρατό να προχωρησει, σε αυτή την τελειωτική στρατιωτική ενέργεια.

Έτσι, το ερώτημα, που τίθεται, είναι απλό και ώμο :

Έπραξε σωστά ο Γλαύκος Κληρίδης, που δεν αποδέχτηκε να υπογράψει την τουρκική πρόταση;

Ναι, παρά την σίγουρη ήττα, λόγω και της προδοτικής στάσης της ελλαδικής κυβέρνησης και του ίδιου του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Γεωργίου Μαύρου, ο Γλαύκος Κληρίδης (επαναλαμβάνω, για να γίνει αυτό το γεγονός, απόλυτα, κατανοητό, όντας μόνος του και χωρίς ουσιαστική και πραγματική υποστήριξη, από ελλαδικής πλευράς) έπραξε, ορθότατα, που αρνήθηκε να υπογράψει το τελεσιγραφικά σχέδιο κατάτμησης της Κύπρου, σε καντόνια, διότι, αν υπέγραφε, θα νομιμοποιούσε την τουρκική εισβολή, την κατοχή και την παρουσία του τουρκικού στρατού, στην Κύπρο, με όλα όσα θα ακολουθούσαν αυτήν την νομιμοποίηση και τους νέους όρους, που επρόκειτο να επιβάλλει, στην πράξη, manu militari, η Άγκυρα, στο νησί, αφού θα καταλύονταν και οι (έτσι και αλλιώς) κάκιστες προβλέψεις των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου του 1959, που έφεραν την Τουρκία, στο νησί και τις οποίες, πάλι, κακή τη τύχη, συνομολόγησε, ως πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο μοιραίος, για την Κύπρο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με τον Τούρκο πρωθυπουργό Adnan Menderes, χωρίς να ερωτηθεί ο κυπριακός πληθυσμός των 450.000 Ελληνοκυπρίων και των 102.000 Τουρκοκυπρίων.

Ο ίδιος ο Γλαύκος Κληρίδης εξήγησε, με διεξοδικό τρόπο, ότι δεν αποδέχτηκε και δεν υπέγραψε την τουρκική πρόταση (παρά την ύπουλη και προδοτική στάση της ελλαδικής πλευράς, που τον άφησε ξεκρέμαστο και έρμαιο στις διαθέσεις της τουρκικής πλευράς), διότι, εάν την υπέγραφε, θα νομιμοποιούσε, με διεθνή συνθήκη, την τουρκική εισβολή και κατοχή, απονέμοντας τεράστια δικαιώματα, στην τουρκική πλευρά, τα οποία δεν είχε και που, έως σήμερα, εξακολουθεί να μην έχει, από άποψη διεθνούς δικαίου, διότι η Τουρκία παραμένει να είναι μια κατοχική δύναμη, γεγονός το οποίο εξακολουθεί να μην είναι, διεθνώς, νομικά, αποδεκτό. Και αυτό το γεγονός είναι το σοβαρότερο πρόβλημα, που, επί μισό, σχεδόν, αιώνα, αντιμετωπίζει και θα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η Άγκυρα.

Βέβαια, η αρνητική στάση του Γλαύκου Κληρίδη, στις εικονικές και παραπειστικές διαπραγματεύσεις της Γενεύης, τον Αύγουστο του 1974, θα έπρεπε να ενταχθεί, σε ένα άμεσο (ή, έστω, μακρόπνοο) και υλοποιήσιμο σχέδιο της ελληνικής (κυρίως, ελλαδικής, και δευτερευόντως, της ελληνοκυπριακές) πλευράς, για την εκδίωξη των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων, από την μεγαλόνησο, διότι, κακά τα ψέμματα, ο τουρκικός στρατός κατοχής θα φύγει, από την Κύπρο, έτσι όπως ήλθε. Δηλαδή, με την χρήση της στρατιωτικής βίας.

Δυστυχώς, τέτοιου είδους σχέδιο, άμεσα, τον Αύγουστο του 1974, δεν υπήρξε, αφού η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή άφησε, στην κακή τους τύχη τους Ελληνοκύπριους, δηλαδή έρμαια, στις τουρκικές διαθέσεις, ενώ ούτε κάποιος μακροπρόθεσμος σχεδιασμός καταστρώθηκε, όλες αυτές τις δεκαετίες, που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή και την δημιουργία του κατοχικού καθεστώτος της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου”, αρχικά, ως ομόσπονδο κράτος και από τον Νοέμβριο του 1983, ως ανεξάρτητο κράτος, ούτως ώστε, σε κάποια χρονική στιγμή, να επιχειρηθεί η βίαιη εκδίωξη του τουρκικού στρατού, από την Κύπρο (κάποιες προσπάθειες υπήρξαν, επί πρωθυπουργίας του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά ήσαν αποσπασματικές και στην συνέχεια, ουσιαστικά, έχουν, εδώ και πολλά χρόνια, εγκαταληφθεί).

Και μάλιστα, όχι μόνο αυτό, αλλά το 2004, καταρτίστηκε και το Σχέδιο του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Kofi Annan, το οποίο, όχι μόνο αναγνώριζε, νομικά, την “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”, ως ένα από τα δυο συνιστώ τα κράτη της νέας ομοσπονδιακής Κύπρου, αλλά και πέραν από την νομιμοποίηση όλων των άλλων κατοχικών τετελεσμένων, έδιδε, στον τουρκοκυπριακό πληθυσμό και επίσημα, την αναβάθμισή του, με την αναγνώρισή του, ως συνιστώντος λαού, της νέας ομόσπονδης (και στην πραγματικότητα, συ ομόσπονδης) Κύπρου και το δικαίωμα, περιοδικά, να εκλεγεί τον πρόεδρο του νέου κυπριακού κράτους, γεγονός, άκρως, επικίνδυνου, διότι, δι’ αυτού του τρόπου, η τουρκική πλευρά θα εμπλεκόταν, στα εσωτερικά θέματα των Ελληνοκυπρίων και θα μπορούσε, με πραξικοπηματικό τρόπο, να πράξει, σύμφωνα, με όσα επιθυμούσε η Άγκυρα και ο τουρκικός στρατός, ο οποίος υποτίθεται ότι θα αποχώρισε, έως το 2021, αλλά, στην πράξη, η τουρκική πλευρά θα εύρισκε τις κατάλληλες δικαιολογίες και προφάσεις να μην πράξει ποτέ κάτι τέτοιο, ενώ θα διατηρούσε το δικαίωμα να έχει 650 στρατιώτες, στο νησί.

Ας δούμε κάποια - όχι όλα - από τα κυρία σημεία του σχεδίου Kofi Annan, όπως τα παρουσιάζει η Wikipedia :



Ζήτημα Διαπραγμάτευσης
Πρόνοια του σχεδίου Ανάν
Πολιτιακό καθεστώς.Θα δημιουργούνταν μια Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, που στην ουσία ήταν ένα υβριδικό σύστημα ανάμεσα στην Ομοσπονδία (που παραδοσιακά ζητούσαν οι Ελληνοκύπριοι) και την Συνομοσπονδις (που παραδοσιακά ζητούσαν οι Τουρκοκύπριοι). Το μοντέλο του Βελγίου και της Ελβετίας ήταν τα εγγύτερα παραδείγματα.
Δύναμη κεντρικού Ομοσπονδιακού κράτουςΑδύναμη κεντρική κυβέρνηση.
ΚυριαρχίαΜια κυριαρχία, με ρητή απαγόρευση είτε της Ένωσης, που θέλανε παραδοσιακά οι Ελληνοκύπριοι, είτε του Ταξίμ (διχοτόμηση) που θέλανε παραδοσιακά οι Τουρκοκύπριοι.
αντιπροσώπευση
  • Προεδρία: Εναλλαγή προέδρων Ελληνοκύπριων/Τουρκοκύπριων ανά θητεία.
  • Άνω Βουλή, θα υπήρχε 50%-50% αντιπροσώπευση,
  • Κάτω βουλή, θα υπήρχε αναλογία πληθυσμού (όπως και στο υπουργικό συμβούλιο και στους κρατικούς θεσμούς)
Ζήτημα 3 ελευθεριών
  • Ελευθερία διακίνησης: Κανένας περιορισμός
  • Ελευθερία εγκατάστασης: Με περιορισμούς για να παραμείνει διζωνικό το νέο κράτος, μέχρι την πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη ή για Χ χρόνια.
  • Ελευθερία της ιδιοκτησίας: Με περιορισμούς για να παραμείνει διζωνικό το νέο κράτος, μέχρι την πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη ή για Χ χρόνια.
Αναλογία εδάφους72:28
ΣτρατόςΠαραμένουν 650 Τούρκοι και 950 Έλληνες στρατιώτες, όπως στην συνθήκη εγγυήσεων του 1960.
Εκτοπισμένοι και περιουσιακόΤο σχέδιο προνοούσε μια περίπλοκη φόρμουλα όπου ορισμένοι εκτοπισμένοι θα επανεγκατασταθούν στις οικίες τους, ενώ άλλοι είτε θα τους αποδοθεί η περιουσία τους, είτε θα είχαν οικονομική αποκατάσταση.
ΈποικοιΘα παρέμειναν 45.000 Τουρκοι έποικοι. Τα κριτήρια θα ήταν εάν ήταν παντρεμένοι, πόσα χρόνια κατοικούσαν στην Κύπρο, επάγγελμα κτλ. Μια παρόμοια λίστα θα υπήρχε και για τους 30.000 Έλληνες της Κύπρου που πληρούσαν τα ίδια κριτήρια.


Εννοείται ότι οι προβλέψεις του σχεδίου αυτού δεν επρόκειτο, με οποιοδήποτε πρόσχημα, να εφαρμοστούν, από την τουρκική πλευρά.

Το σχέδιο Annan, απορρίφθηκε, από την ελληνοκυπριακή πλευρά, στο δημοψήφισμα της 24/4/2004, με ποσοστό 76%, ενώ το αποδέχτηκε η τουρκική πλευρά, με ποσοστό 65% και ευτυχώς.

Και όπως, ορθότατα, είπε, τότε, ο πρόεδρος της Κύπρου Τάσσος Παπαδόπουλος :  «Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα».

 Αλλά και πάλι, ουδέν έγινε, έκτοτε, ως προς τον σχεδιασμό της απομάκρυνσης του τουρκικού στρατού, από το νησί.

Ως εκ τούτου, η μακροημέρευση του κατοχικού καθεστώτος, που αντιπροσωπεύει η “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”, που έχει τα απαιτούμενα στοιχεία του κράτους, όπως τα ορίζει ο κρατών, στο Συνταγματικό Δίκαιο, κλασικός ορισμός του Georg Jellinek, για το κράτος, δηλαδή η ύπαρξη λαού, που ασκεί πρωτογενή εξουσία, σε μια συγκεκριμένη εδαφική περιοχή, είναι, εν τοις πράγμασι, δεδομένη, με την σημαντική, βέβαια, διαφοροποίηση ότι αυτό το κράτος, που ασκεί εξουσία, με την εγκαθίδρυση ενεργών θεσμικών οργάνων και διαδικασιών (εκλογές, βουλή, κυβέρνηση, ημιπροεδρικό σύστημα διακυβέρνησης, δήμοι και κοινότητες, εκπαιδευτικό σύστημα, αστυνομία, στρατός - έστω και κατοχικός - κοινή ιστορία), δεν αποτελεί, νομικά, από απόψεως Διεθνούς Δικαίου, ένα ανεξάρτητο κράτος, αλλά είναι ένα, εν τοις πράγμασι, υποτελές κράτος, ως προέκταση του τουρκικού κράτους, του οποίου, άλλωστε, έχει υιοθετήσει και το νόμισμα.

Ως εκ τούτου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφασίσει ότι οι πράξεις της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου” δεν θεωρούνται, ως αυτοτελείς, αλλά είναι πράξεις της Τουρκίας, ως συστατικής κατοχικής αρχής, στα εδάφη της βόρειας Κύπρου, τα οποία έχει κατακτήσει.

Για τον λόγο αυτόν, η αποκαλούμενη “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” (Kuzey Kıbrıs Türk Cumhuriyeti, KKTC) δεν αναγνωρίζεται, νομικά, διεθνώς.

Όμως, δυστυχώς, η αποδοχή της κατάρτισης και της θέσης του σχεδίου Annan, σε δυο δημοψηφίσματα, έστω και αν η ελληνοκυπριακή πλευρά το απέρριψε, το γεγονός ότι η πλειοψηφία του τουρκικού εκλογικού σώματος, στην βόρεια Κύπρο, το απεδέχθη, έχει επιφέρει ένα πρώτο και όχι ασήμαντο ρήγμα, στο ζήτημα της μη διεθνούς αναγνώρισης του κατοχικού κράτους, στην βόρεια Κύπρο, αφού ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης, μετά το σχέδιο Annan, αναβάθμισε την εκπροσώπηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας (την οποία είχε, από το 1979, αναγνωρίσει ως μουσουλμανική κοινότητα-παρατηρητή), από το 2004,, σε τουρκοκυπριακό κράτος-παρατηρητή, σύμφωνα με το όνομα, που προέβλεπε το σχέδιο Annan, παρά το ότι, στο, εν λόγω, σχέδιο το συστατικό της προβλεπόμενης και “δημιουργικά, ασαφούς” κυπριακής ομοσπονδίας, τουρκοκυπριακό κράτος δεν ήταν ανεξάρτητο κράτος.

Αυτή είναι η πραγματικότητα, σχετικά, με το, εν τοις πράγμασι, τουρκοκυπριακό κράτος, το οποίο δεν έχει πλήρη (αλλά μερική) διεθνή αναγνώριση.

Στην περίπτωση αυτή, ταιριάζει η διαπίστωση ότι «η βλακεία, η εγωπάθεια, η μωρία, η γενική αναπηρία της ηγέτιδας τάξης, στην Ελλάδα, σε φέρνει στην ανάγκη να ξερασεις …. Είμαι βέβαιος πως τούτοι οι ελεεινοί δεν αντιπροσωπεύουν την ζωντανή Ελλάδα», όπως γράφει ο Γιώργος Σεφέρης, το 1945, στο Ημερολόγιό του.

Για την ηρωική εκείνη ελληνικη λαϊκή γενιά της δεκαετίας του 1940, είχε απόλυτο δίκιο. Για τις μετέπειτα ελληνικές ηγέτιδες τάξεις, ισχύουν οι ίδιες διαπιστώσεις, με ελάχιστες εξαιρέσεις.

Όμως, για την σημερινή Ελλάδα, εννοώντας την ποιότητα του πληθυσμού της, διατηρώ ισχυρές επιφυλάξεις.

Δυστυχώς…

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βουλευτικές εκλογές 25/6/2023 : Ο Αλέξης Τσίπρας, που, στις 8/6/2016, πούλησε, στον Λάτση, την έκταση στο Ελληνικό, με 92 € το τμ, ενώ το 2014 έλεγε ότι “αν υπογράψω ιδιωτικοποιήσεις στο Ελληνικό, τότε καλύτερα να ψηφίσετε Σαμάρα”, δεν δικαιούνται αυτός και η ηγετική ομάδα του ψευδεπώνυμου ΣΥΡΙΖΑ να ομιλούν, για την τωρινή εκλογική καταστροφή του κόμματος, που, φυσικά, πρόκειται να έχει και συνέχεια…

Μιλώντας, για “το στάδιο, στο οποίο δεν θα χρειάζεται να υπάρχουν αφεντικά και δούλοι, επειδή οι σαΐτες θα υφαίνουν μόνες τους”. Από αυτόν τον ορισμό του Αριστοτέλη, για το καθεστώς της ελεύθερης κοινωνίας (που νοείται ως αναρχική/αντιεξουσιαστική), στον μουτουαλισμό του Pierre-Joseph Proudhon και από την δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, που περίμενε ο John Maynard Keynes, στο σήμερα και στους μελλοντικούς καιρούς).

Αλέξης Τσίπρας και ΣΥΡΙΖΑ : “Τους ζυγούς λύσατε”! Πήραν, χεράκι-χεράκι, την ελληνική κοινωνία και την παρέδωσαν, στην δεξιά. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι την έβγαλαν, από την προεπαναστατική κατάσταση, στον οποία βρισκόταν, κατά την περίοδο 2011-2015 και την οδήγησαν, στην υποταγή, στην ολιγαρχία. (Η δεξιά και η ολιγαρχία, τελικά, τους χρωστούν μεγάλη χάρη. Πολύ μεγάλη χάρη)…