Η κοινωνική ασφάλιση και ο e-ΕΦΚΑ, οδηγούνται, προς συγκεκαλυμμένη ιδιωτικοποίηση και διάλυση : Η αντισυνταγματικότητα των νόμων 4808/2021, 4826/2021 και 4892/2022 του Κωστή Χατζηδάκη.
Το ότι ο Κωστής Χατζηδάκης ήλθε, ως υπουργός, στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, προκειμένου να μπαχαλοποιήσει την κοινωνική ασφάλιση και να την παραδώσει, ανοικτά, ή συγκεκαλυμμένα, στα ιδιωτικά συμφέροντα, όπως έπραξε και σαν υπουργός Ενέργειας, στην περίπτωση της Δ.Ε.Η. και γενικότερα, της παροχής ενέργειας, στο καταναλωτικό κοινό, ήταν και είναι κάτι το αναμενόμενο. Δεν μπορούσε να περιμένει κανείς τίποτε άλλο, από το συγκεκριμένο πολιτικό πρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο, σαφέστατα, εκφράζει αυτό, που - καλώς, ή κακώς - αποκαλείται νεοφιλελευθερισμός.
Για να είμαστε, όμως, ειλικρινείς, πρέπει να αναφέρω ότι το πρόβλημα, στην συγκεκριμένη μορφή και δομή του κοινωνικοασφαλιστικού ζητήματος, στην Ελλάδα, δηλαδή η μπαχαλοειδής ενοποίηση όλων των παλαιών αυτοτελών και ανεξάρτητων ασφαλιστικών ταμείων, υπό την ομπρέλα του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑ/ΕΤΕΑΕΠ, είτε αυτά ήσαν ταμεία κύριας ασφάλισης, είτε ήσαν ταμεία επικουρικής ασφάλισης, είναι έργο της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα και ειδικότερα της γνωστής τριάδας, στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, την οποία αποτελούσαν οι, τότε, εναλλαχθέντες υπουργοί Γιώργος Κατρούγκαλος και Έφη Αχτσιόγλου και ο, τότε, υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων Τάσος Πετρόπουλος, ο οποίος έμεινε, σε αυτή την νευραλγική θέση, από τον Σεπτέμβριο του 2015, μέχρι τις βουλευτικές εκλογές της 7/7/2019.
Τα πράγματα στο ελληνικό κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα χειροτέρευσαν, το 2020, όταν η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, επί υπουργίας Γιάννη Βρούτση, στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, προχώρησε στην ένταξη του ΕΤΕΑΕΠ, στον ΕΦΚΑ, τον οποίο μετονόμασε, σε e-ΕΦΚΑ (Ηλεκτρονικό Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης), προφανώς, χρησιμοποιώντας μια οργουελλιανή έκφραση (αφού αυτός ο φορέας, μόνο, ηλεκτρονικός δεν είναι), διότι αυτή η ενοποίηση υπήρξε μια νέα αποτυχία, που προστέθηκε, στην χαοτική και βιαστική δημιουργία του ΕΦΚΑ.
Αλλά οι κακές προθέσεις της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας, απέναντι στην ελληνική κοινωνική ασφάλιση, φάνηκαν, αμέσως, μόλις σχηματίστηκε η κυβέρνηση αυτή, τον Ιούλιο του 2019, με την μετονομασία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σε υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Είναι προφανές ότι αυτή η μετονομασία δεν υπήρξε, καθόλου, τυχαία και ήταν, απολύτως, σκόπιμη και ενδεικτική των προθέσεων της νέας κυβέρνησης της νέας κυβέρνησης των νεοσυντηρητικών να αποδιοργανώσουν την κοινωνική ασφάλιση και να την παραδώσουν, στα ιδιωτικά συμφέροντα αναγκαστικώς, συγκεκαλυμμένα, διότι η βούλησή τους αυτή προσέκρουε, στις σχετικές διατάξεις του άρθρου 25 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει ότι η κοινωνική ασφάλιση είναι δημόσιο αγαθό και δεν επιτρέπει την ιδιωτικοποίησή του.
Το διασκεδαστικό, μάλιστα στην όλη υπόθεση, είναι ότι οι διατάξεις αυτές του Συντάγματος ψηφίστηκαν, το 1975, από την ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που είχε η Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή (και αναθεωρήθηκαν, του 2001, στην τωρινή μορφή τους και με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας του Κώστα Καραμανλή) και οι οποίες διατάξεις εμποδίζουν την ονομαζόμενη, ως νεοφιλελεύθερη, πτέρυγα του κυβερνητικού κόμματος να ιδιωτικοποιήσει, πλήρως, την κοινωνική ασφάλιση και θα έλεγα, ουσιαστικά, να την καταργήσει, όπως επιθυμεί η παρούσα ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας· παρά το γεγονός ότι δεν δύναται να το πραγματοποιήσει, ανοικτά και απροκάλυπτα.
Το πρώτο βήμα για την ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης ξεκίνησε με την ψήφιση του Ν. 4808/2021, με τον οποίον δόθηκε η αρμοδιότητα, σε - υποτίθεται - εκπαιδευμένους λογιστές και δικηγόρους, να μπορούν να εκδίδουν συνταξιοδοτικές αποφάσεις. Εννοείται, βέβαια, ότι η υποτιθέμενη εκπαίδευση όσων επαγγελματιών αυτού του είδους εκδήλωσαν ενδιαφέρον και συμμετείχαν, στα βραχυχρόνια σεμινάρια του e-ΕΦΚΑ, στα θέματα της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας και τις αρμοδιότητες, που τους αναθέτει ο νόμος, υπήρξε πρόχειρη και φυσικά, απολύτως, ελλιπής. Στην πράξη, αυτό που έγινε, ήταν ότι ο αριθμός των ενδιαφερομένων λογιστών και δικηγόρων για εκπαίδευση για έκδοση συνταξιοδοτικών απόφαση υπήρξε μικρός. Αυτό συνέβη, διότι οι αμοιβές των λογιστών και των δικηγόρων, για να κάνουν τη δουλειά αυτή, είναι ελάχιστες και προφανώς, εκρίθησαν, ως ασύμφορες, για τους πολλούς δικηγόρους και λογιστές, που δεν έχουν οργανωμένα γραφεία, με υπαλλήλους, για να διεκπεραιώσουν αυτές τις υποθέσεις.
Αλλά ο αριθμός των συμμετοχόντων στην διαδικασία της έκδοσης συντάξεις όπως τους ορίζει ο Ν. 4808/2021 δεν είναι το βασικό πρόβλημα στην όλη υπόθεση. Το πρόβλημα είναι ότι οι συγκεκριμένες διατάξεις νόμου αυτού είναι αντισυνταγματικές, διότι προσκρούουν και αφορούν τον σκληρό πυρήνα της άσκησης της κρατικής εξουσίας, στον χώρο της κοινωνικής ασφάλισης και απονέμουν αρμοδιότητες συνταξιοδοτικής φύσεως, σε ανθρώπους, οι οποίοι δεν έχουν την ιδιότητα του μόνιμου, ή του αορίστου χρόνου δημοσίου υπαλλήλου και φυσικά, στερούνται του δικαιώματος της υπογραφής τέτοιας φύσεως δημοσίων εγγράφων, που αφορούν την συνταξιοδότηση όσων ασφαλισμένων επιθυμούν να συνταξιοδοτηθούν.
(Και φυσικά, δεν υπεισέρχομαι, στην διαδικασία των δωσοληψιών, που, αναπόφευκτα, θα υπάρξουν, ανάμεσα, στους υποψήφιους συνταξιούχους, με τους πιστοποιηθέντες ιδιώτες λογιστές και δικηγόρους και το έξτρα κόστος, που, πιθανότατα, θα κληθούν να πληρώσουν οι ενδιαφερόμενοι, για την συνταξιοδότησή τους, προκειμένου, οι, εκ του νόμου, αρμόδιοι και αμειβόμενοι ιδιώτες να εκδώσουν, ταχέως, τις συνταξιοδοτικές βεβαιώσεις, που τους έχουν ανατεθεί και οι οποίες μπορεί ο νόμος να ορίζει ότι πρέπει να υπογράφουν και από τους αρμόδιους υπαλλήλους του e-ΕΦΚΑ, αλλά, παράλληλα, ορίζει ο ίδιος νόμος ότι αυτές οι εκδοθείσες συνταξιοδοτικές βεβαιώσεις επέχουν θέση συνταξιοδοτικών αποφάσεων, εάν περάσει ένας μήνας, από την έκδοσή τους, χωρίς να έχουν υπογράφει, από την αρμόδια Υπηρεσία Συντάξεων του e-ΕΦΚΑ).
Το δεύτερο βήμα, για την συγκεκαλυμμένη ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης, ξεκίνησε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με την ψήφιση του Ν. 4826/2021, με τον οποίον ίδρυσε το Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ), διασπώντας την κοινωνική επικουρική ασφάλιση, η οποία είχε ενταχθεί, στον ΕΦΚΑ, καθορίζοντας ότι, από 1/1/2022, όσοι εισέρχονται, στην επικουρική ασφάλιση, για πρώτη φορά, εντάσσονται, σε αυτό το νέο ταμείο, του οποίου η δουλειά, που κάνει, είναι να τοποθετεί, σε λεγόμενα επενδυτικά ταμεία, τράπεζες και λοιπούς ιδιωτικούς και δημόσιους οργανισμούς, στην Ελλάδα, ή στο εξωτερικό, τις επικουρικές ασφαλιστικές εισφορές, που υποχρεούνται να πληρώνουν όσοι είναι, επικουρικώς, ασφαλισμένοι, στο ΤΕΚΑ.
Επίσης σημασία έχει το γεγονός ότι το ταμείο αυτό, αν και το παρουσιάζουν, στον νόμο, ως δημόσιο, το εκχωρούν, στην πράξη, στην ιδιωτική πρωτοβουλία, παρά το ότι λένε ότι, εάν οι επενδύσεις των επικουρικών ασφαλιστικών εισφορών δεν πάνε καλά, τότε, το κράτος θα εγγυηθεί την καταβολή των επικουρικών συντάξεων, με βάση τα ποσά που θα έχουν καταβληθεί, από τους ασφαλισμένους. Αλλά αυτά είναι, απλώς, λόγια, που εκστόμισε ο υφυπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων Παναγιώτης Τσακλόγλου, ήτοι χωρίς ουσιαστική σημασία, όταν θα γίνει το μπαμ και καταρρεύσουν αυτές οι επενδύσεις των επικουρικών ασφαλιστικών εισφορών.
Ακόμη, ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι το ΤΕΚΑ δεν χαρακτηρίζεται, ως ταμείο κοινωνικής ασφάλισης, αλλά ως ταμείο κεφαλαιοποιητικής επικουρικής ασφάλισης και αυτό δημιουργεί προβλήματα αντισυνταγματικότητας του νόμου 4826/2021, αφού το Σύνταγμα, σαφέστατα, κάνει λόγο, για το ότι η ασφάλιση, στην Ελλάδα, είναι κοινωνική και φυσικά, δημόσια· δηλαδή αποτελεί δημόσιο αγαθό.
Έτσι και οι σχετικές διατάξεις του Ν. 4892/2022, που αφορούν την συγκρότηση της υπηρεσιακής υπαλληλικής ιεραρχίας, σε ανώτερο και ανώτατο επίπεδο, είναι αντισυνταγματικές, διότι, στην περίπτωση της επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων, ήτοι των Γενικών Διευθυντών, αλλά και των απλών Διευθυντών, δεν δικαιολογείται η απόκλιση, από την αρχή της αξιοκρατίας, αφού ουδείς λόγος δημοσίου συμφέροντος μπορεί, ενόψει της φύσεως και των σκοπώ, που επιτελούν, να δικαιολογήσει την πρόσληψη, στον e-ΕΦΚΑ, Γενικών Διευθυντών και Διευθυντών, από τον ιδιωτικό τομέα, όπως προβλέπεται, στον νόμο του Κωστή Χατζηδάκη.
Αυτό, που κάνει ο νόμος αυτός, δεν έχει καμία σχέση με την συνήθη διαδικασία πρόσληψης μετακλητών υπαλλήλων, οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση, με την υπαλληλική ιεραρχία του Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, αφού οι μετακλητοί υπάλληλοι δεν διορίζονται, δε θέσεις Γενικών Διευθυντών, Διευθυντών και Τμηματαρχών και φυσικά, δεν έχουν δικαίωμα υπογραφής, αφού προσλαμβάνονται, ως επιστημονικοί συνεργάτες, ή σύμβουλοι των υπουργών, ή των διοικήσεων των διοικήσεων των ΝΠΔΔ και όχι, ως τακτικοί δημόσιοι υπάλληλοι (ή υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου).
Ως εκ τούτου, αυτό που κάνει ο Ν. 4892/2022, είναι η εισαγωγή μιας πρωτοφανούς διαδικασίας τοποθετήσεως Γενικών Διευθυντών και Προϊσταμένων Διευθύνσεων, στον e-ΕΦΚΑ και αυτή η εισαγωγή αποτελεί την ουσιαστική και σημαίνουσα διαφορά, σε σχέση με το καθεστώς της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας, που προβλέπει το άρθρο 103 του Συντάγματος.
Αυτό σημαίνει ότι το νέο καθεστώς, που εγκαθιδρύει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, πρόκειται να δημιουργήσει πολλά προβλήματα στις υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ και είναι βέβαιο ότι θα υποστεί και τον απαραίτητο συνταγματικό έλεγχο, από τα ελληνικά δικαστήρια.
Έτσι, με το άρθρο 3 του Ν. 4892/2022, αλλάζει, δραματικά, όπως προανέφερα, η διαδικασία επιλογής των Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων του e-Ε.Φ.Κ.Α., ώστε υποψήφιοι να είναι δυνατόν να είναι ιδιώτες και δημόσιοι υπάλληλοι, ή λειτουργοί, ή εργαζόμενοι, σε άλλους φορείς του δημοσίου τομέα. Με αυτόν τον τρόπο, οι Γενικοί Διευθυντές και οι λοιποί Διευθυντές του ασφαλιστικού αυτού φορέα δεν είναι όργανα της διοίκησής του, αλλά υπάλληλοι του, εν λόγω, ΝΠΔΔ και υπόκεινται, στις διατάξεις του άρθρου 103 του Συντάγματος.
Εφόσον, λοιπόν, επιλεγούν για τις θέσεις αυτές, ιδιώτες ή πρόσωπα, που δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι, δημιουργείται, αυτομάτως, έννομη σχέση δημοσίου δικαίου και αυτοί, που διορίζονται, με αυτόν τον τρόπο, αποκτούν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, με συγκεκριμένη θητεία, η οποια μπορεί να ανανεωθεί, μια, μόνο, φορά. Ως προς τη δυνατότητα στελέχωσης της δημόσιας διοίκησης µε προσωπικό επί θητεία, έχει διαμορφωθεί πάγια νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την οποία, από τις διατάξεις του άρθρου 103 του Συντάγματος, συνάγεται ότι οι οργανικές θέσεις του προσωπικού των δημοσίων, εν γένει, υπηρεσιών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου κατ’ αρχήν, απαιτείται να πληρούνται µε τακτικούς υπαλλήλους, δεν αποκλείεται όμως και η πλήρωση αυτών, εξαιρετικώς, µε υπαλλήλους, επί θητεία, οι οποίοι, κατά την διάρκεια της θητείας τους, απολαμβάνουν όλων των εγγυήσεων της µμονιμότητας. Η παρέκκλιση, όμως, αυτή, από τον κανόνα, περί πληρώσεως των οργανικών θέσεων, µε τακτικούς υπαλλήλους, είναι ανεκτή, συνταγματικώς, εάν δικαιολογείται, από την ιδιάζουσα φύση, δηλαδή την συγκεκριμένη ειδική αποστολή και το περιεχόμενο των αρμοδιοτήτων ορισμένης υπηρεσίας, ή θέσης και όχι, γενικά, και αόριστα, γι’ αυτόν τον λόγο, πρέπει να ελέγχεται ο νομοθέτης, ως προς το συνταγματικό κύρος των σχετικών διατάξεων. Έτσι, καθίσταται δυνατή η απαραίτητη διασφάλιση της αδιατάρακτης λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας και στην συγκεκριμένη περίπτωση, των υπηρεσιών απονομής συντάξεων του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, που αποκαλείται e-ΕΦΚΑ και εξίσούται, νομικώς, με το Δημόσιο.
Υπό το φως των παραπάνω αναφερομένων, προφανώς, απαιτείται συγκεκριμένη και ειδική αιτιολόγηση της πλήρωσης κάθε μιας, ξεχωριστά, των θέσεων προϊσταμένων γενικών διευθύνσεων και διευθύνσεων του e-Ε.Φ.Κ.Α., σε σχέση, με την ιδιάζουσα φύση, την ειδική αποστολή και το περιεχόμενο των αρμοδιοτήτων ορισμένης υπηρεσίας ή θέσης, στοιχείο το οποίο, σύμφωνα, με όσα προαναφερω, υπόκειται, σε δικαστικό έλεγχο.
Αυτή είναι, περίπου, με απλά λόγια και η θέση της επιστημονικής επιτροπής της βουλής, η οποία κατηγορεί την κυβέρνηση, γιατί δεν εξηγεί και για ποιόν λόγο, προβλέπει, στον νόμο, την δυνατότητα στελέχωσης, από ιδιώτες, όλων γενικών διευθύνσεων και των διευθύνσεων του e-ΕΦΚΑ. Είναι όλες οι γενικές διευθύνσεις και οι διευθύνσεις προβληματικές και απαιτείται να στελεχωθούν, με ιδιώτες, από την αγορά; Ο e-ΕΦΚΑ στελεχώνεται, με πάνω από από 250, περίπου, διευθυντές και γενικούς διευθυντές. Υπάρχει αιτιολογική βάση, στην δυνατότητα όλες αυτές οι θέσεις να στελεχωθούν, με ιδιώτες;
Ποιά είναι η όποια ιδιάζουσα φύση των εργασιών των γενικών διευθύνσεων και των διευθύνσεων, που δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα εργασίας των τακτικών υπαλλήλων, ως γενικών διευθυντών και ως διευθυντών;
Αλλά υπάρχουν και άλλα συνταγματικά προβλήματα. Οι θέσεις Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Γενικών Διευθύνσεων αφορούν, καθαρά, δημοσιοϋπαλληλικά καθήκοντα, στο πλαίσιο της καθημερινής διοικητικής δράσης, που ασκούνται, πάντα, από τους μόνιμους, υπηρετούντες υπαλλήλους του e-ΕΦΚΑ. Τα καθήκοντα αυτά, λόγω της άμεσης σχέσης τους, με τις συνταγματικές αρχές της διοικητικής αντικειμενικότητας, πρέπει να ασκούνται, αποκλειστικά, από τους υπαλλήλους του συγκεκριμένου ΝΠΔΔ, που υποτίθεται ότι έχουν επιλεγεί, βάσει των αρχών του κράτους δικαίου, της ισότητας και της αξιολόγησης των τυπικών και ουσιαστικών τους προσόντων.
Οι θέσεις Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Γενικών Διευθύνσεων δεν βρίσκονται, εκτός της υπαλληλικής ιεραρχίας, ώστε να δικαιολογείται η στελέχωσή τους, με μετακλητούς υπαλλήλους. Έτσι, η πρόβλεψη, για την κάλυψη των θέσεων αυτών, που ανέκαθεν αποτελούν οργανικές θέσεις επιπέδου ιδιαίτερης ευθύνης, ευρισκόμενες, εντός της υπαλληλικής ιεραρχίας, από ιδιώτες μετακλητούς υπαλλήλους, έρχεται σε αντίθεση, με το άρθρο 103 του Συντάγματος, που προβλέπει, χωρίς περιστροφές, την στελέχωση των δημοσίων υπηρεσιών, από τακτικούς υπαλλήλους, που συνδέονται με έννομη σχέση δημοσίου δικαίου, με αυτές και όχι ιδιωτικού δικαίου.
Με τον τρόπο αυτόν, η παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 3 του Ν. 4892/2022, που ορίζουν ότι οι θέσεις Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Γενικών Διευθύνσεων θα καλυφθούν από μετακλητούς και ότι η επιλογή τους θα γίνει, ύστερα από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του e-Ε.Φ.Κ.Α., με την οποία θα καθοριστούν τα κριτήρια επιλογής και η μοριοδότηση των υποψηφίων, τα απαιτούμενα, για για την κάθε θέση, τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία αξιολόγησης και επιλογής υποψηφίων, συμπεριλαμβανομένης τυχούσας συνέντευξης, αντίκεινται στο άρθρο 103 παρ.1, 2, 3, 5 και 7 του Συντάγματος, αφού επιτρέπουν τον διορισμό μετακλητών υπαλλήλων, χωρίς διενέργεια διαγωνισμού, ή χωρίς η σχετική επιλογή να γίνει, μετά από έλεγχο ανεξάρτητης αρχής, οι οποίοι, ενόψει των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους, σε θεσμοθετημένες θέσεις ευθύνης, πρέπει να είναι τακτικοί (μόνιμοι) υπάλληλοι, ενώ οι υπάλληλοι, που θα διορισθούν, με αυτούς τους τρόπους, βρίσκονται, εντός της υπαλληλικής ιεραρχίας του e-ΕΦΚΑ.
Το άρθρο 3 του νόμου, λοιπόν, παραβιάζει, ανοικτά, την αρχή της αξιοκρατίας, της ισότητας και της διαφάνειας, αφού επιτρέπει την πρόσληψη ιδιωτών, ως υπηρετούντων υπαλλήλων, σε μόνιμες θέσεις ευθύνης, επιπέδου Γενικών Διευθύνσεων και Διευθύνσεων, χωρίς την διενέργεια διαγωνισμού, ή επιλογής, κατόπιν ελέγχου του ΑΣΕΠ.
Έτσι, το άρθρο 3 του Ν. 4892/2022 παραβιάζει και το σύστημα της, πολιτικά, ουδέτερης Διοίκησης, που κατοχυρώνεται στην παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Συντάγματος, βάσει της οποίας η στελέχωση των οργανικών θέσεων υποτίθεται ότι παρέχει τις εγγυήσεις αντικειμενικής εκτέλεσης της έννομης τάξης, συμφωνα, με την θεμελιώδη αρχή του λεγόμενου Κράτους Δικαίου.
Δηλαδή, με λίγα λόγια, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας πρόκειται να στελεχώσει τις θέσεις αυτές, με δικά της παιδιά, κυρίως, προερχόμενα, από τον ιδιωτικό τομέα, με αμοιβές, οι οποίες δεν είναι θα είναι καθόλου ευκαταφρόνητες, αφού θα είναι, κατά πολύ μεγαλύτερες, από τις αμοιβές, που λαμβάνουν, τώρα, οι τακτικοί υπάλληλοι, που στελεχώνουν τις θέσεις των γενικών διευθυντών και των διευθυντών.
Πρέπει να καταστεί γνωστό τοις πάσι ότι η υπάρχουσα αστική/καπιταλιστική οργάνωση της Διοίκησης στηρίζεται, στην οργανική θέση, ως ελαχίστου στοιχείου της Διοίκησης αυτής και ότι η έννοια της οργανικής θέσης είναι, ακατάτμητα, συνδεδεμένη, με αντίστοιχη διοικητική αρμοδιότητα, η οποία πρέπει να καλύπτει διαρκή ανάγκη του κράτους και φυσικά, οι οργανικές θέσεις οργανώνονται, σε ιεραρχία, που φθάνει μέχρι την κορυφαία διοικητική αρμοδιότητα, έως, δηλαδή, την ανώτατη διοικητική θέση, ενώ, στην ιεραρχία αυτή, διορίζονται και πραγματοποιούν την καριέρα τους μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, που είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν εξειδικευμένη επαγγελματική κατάρτιση και υπόκεινται, σε ειδικό καθεστώς δημοσίου δικαίου.
Τοιουτοτρόπως, η καθιερωμένη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων αποτελεί εγγύηση, που έχει τεθεί, για να δραστηριοποιούνται ανεξάρτητα, από τις κυβερνητικές αλλαγές και - υποτίθεται - ότι είναι απαλλαγμένοι, από κομματικές επιρροές και κομματικές επεμβάσεις, για να ενεργοποιηθεί η θεμελιώδης αρχή της συνεχούς λειτουργίας των διοικητικών υπηρεσιών.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, η υποτιθέμενη, ως απαρέγκλιτη, τήρηση της αρχής της αξιοκρατίας, κατά την διαμόρφωση οποιουδήποτε συστήματος επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων, είναι, συνταγματικά, επιβεβλημένη. Ο κοινός νομοθέτης μπορεί, βέβαια, να προσδιορίζει τις διαδικασίες, αλλά η ευχέρεια αυτή δεν είναι απεριόριστη. Ένα σύστημα επιλογής, το οποίο δεν διασφαλίζει την αξιοκρατία, αντίκειται, στο ισχύον Σύνταγμα, αφού οποιεσδήποτε παρεκκλίσεις πρέπει να αιτιολογούνται, συγκεκριμένα, από λόγους δημοσίου συμφέροντος.
Έτσι, στην συγκεκριμένη περίπτωση της επιλογής, γενικώς και μη αιτιολογημένα, από τις διατάξεις του Ν. 4892/2022, προϊσταμένων γενικών διευθύνσεων και διευθύνσεων, δεν δικαιολογείται απόκλιση από την αρχή της αξιοκρατίας, αφού ουδείς λόγος δημοσίου συμφέροντος μπορεί να την δικαιολογήσει.
Κατόπιν των παραπάνω, σαφώς, συνάγεται ότι όλοι αυτοί οι νόμοι του Κωστή Χατζηδάκη είναι αντισυνταγματικοί και θα ελεγχθούν και θα κριθούν, από το ελληνικό δικαστικό σύστημα, το οποίο πρέπει να κάνει την δουλειά του και να καταργήσει, στην πράξη, την εφαρμογή τους. Αυτό είναι κάτι, που, εάν θέλει, μπορεί να το πράξει.
Η αλήθεια είναι ότι, συνήθως, δεν πράττει αυτό που πρέπει και ως εκ τούτου δεν είμαι αισιόδοξος. Αλλά οι δικαστές είναι μια περίεργη επαγγελματική ομάδα και δεν μπορούμε να προβλέψουμε το τί θα πράξει, στις περιπτώσεις των νόμων, για την κοινωνική ασφάλιση, που, εδώ, εξέτασα. Χρειάζεται υπομονή, για να δούμε τα αποτελέσματα της δικαστικής διερεύνησης της αντισυνταγματικότητας των νόμων αυτών.
Θα δούμε...
Σχόλια