1826, η πρώτη φωτογραφία, στον πλανήτη, στην Saint-Loup-de-Varennes της Γαλλίας, ο άγνωστος Νίκος Βέλμος (Βογιατζάκης 1890 - 1930), ο παραβατικός αναρχοχριστιανός και αυτοδίδακτος ανανεωτής της νεοελληνικής τέχνης, η βενιζελική δικτατορία, το πραξικόπημα του στρατηγού Κορνίλωφ και η κατάληψη της εξουσίας, στην επαναστατημένη Ρωσία, από τους Μπολσεβίκους του Β. Ι. Λένιν, το 1917, το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας (δεκαετία του 1900), η Σμύρνη, το 1909, η Αθήνα (1900 - 1989), η Μικρά Ασία και ο ξεριζωμός του ελληνισμού (1921-1922), ο δημόσιος εξευτελισμός των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, την 7-7-1942, ο ΠΑΟ την περίοδο 1975-1976, οι Κωνσταντίνος και Κυριάκος Μητσοτάκης, το 1986, στο Άγιο Όρος, η κυβέρνηση Τζαννή Τζαννετάκη (Νέα Δημοκρατία, ΚΚΕ, ΕΑΡ), στις 9-7-1989 και μετέπειτα (162).
1826. Saint-Loup-de-Varennes, Γαλλία. Αυτή είναι η πρώτη φωτογραφία, στην Ιστορία. Τραβήχτηκε, με κάμερα, η οποία έχει διατηρηθεί, μέχρι και σήμερα, από τον Joseph Nicéphore Niépce. Ο τίτλος της φωτογραφίας είναι : «Η θέα από το παράθυρο στο Le Gras». Στην φωτογραφία, φαίνονται τμήματα κτηρίων και ο περιβάλλον χώρος.
Η φωτογραφική μηχανή.Πιστεύεται πως ο, παρακάτω, εικονιζόμενος Joseph Nicéphore Niépce έφτιαξε την φωτογραφία, χρησιμοποιώντας, σε σκοτεινό θάλαμο, ένα μικρό δίσκο καλυμμένο, με ένα ειδικό φωτοευαίσθητο μείγμα. Με την έκθεση, στο φως, το μείγμα σκλήρυνε, ενώ τα κομμάτια, που δεν εκτέθηκαν ,παρέμειναν υδατοδιαλυτά και μπορούσαν να ξεπλυθούν, με ένα μείγμα πετρελαίου και ελαίου λεβάντας.
Μετά την 8ωρη έκθεση, οι ακτίνες του ήλιου «φώτισαν» τα κτήρια, στις δύο πλευρές της εικόνας. Παρά το επίτευγμά του, ο Niépce δεν κατάφερε να τραβήξει την προσοχή της Britain’s Royal Society, για την διαδικασία που ο ίδιος ονόμασε «Ηλιογραφία» και έτσι, έδωσε την φωτογραφία, στον Βρετανό βοτανολόγο Francis Bauer.
1880. Σύρος.
1900 (δεκαετία). Γήπεδο Λεωφόρου Αλεξάνδρας, ο Ναός του Ελληνικού ποδοσφαίρου. Το γήπεδο, μέσα στο οποίο γεννήθηκε και αναπτύχθηκε το ελληνικό ποδόσφαιρο. Για δεκαετίες, έδρα των περισσότερων ομάδων της Αττικής και της Εθνικής Ελλάδος.
23/4/1909 (σφραγίδα ταχυδρομείου). Σμύρνη.
1910 Αθήνα. Μια πολύ όμορφη νέα κοπέλα (κάτω των 18 ετών), η δεσποινίς Λέκκα-Ιακωβίδη, με φορεσιά Αμαλίας.
1912 Ελληνικό νόμισμα 10 λεπτών.
1916. Θεσσαλονίκη. Πλήθος κόσμου μαζεμένο, έξω, από το αρτοποιείο «Η ΗΠΕΙΡΟΣ». Οι ημέρες ήσαν, εξαιρετικά, δύσκολες.
14/7/1917 Αθήνα. Η οδός Ερμού σημαιοστολισμένη, για την γαλλική εθνική εορτή. (Οι βενιζελικοί έχουν επικρατήσει, στην μάχη των Νοεμβριανών του 1916, με την πολεμική ανάμειξη της Αντάντ, η βασιλική παράταξη έχει ηττηθεί, ο Κωνσταντίνος Α’ έχει φύγει και βασιλιάς είναι ο γιος του Αλέξανδρος Α’. Το καθεστώς είναι, πλέον, μια βενιζελική δικτατορία).
1917. Επαναστατημένη Ρωσία. Ο στρατηγός Λαβρ Κορνίλωφ, που επεχείρησε, τον Σεπτέμβριο του 1917, να ανατρέψει την προσωρινή κυβέρνηση του Αλεκσάντρ Κερένσκι, αλλά απέτυχε.
25/10/1917 Πέτρογκραντ, Ρωσία.Ο δρόμος, για την κατάληψη της εξουσίας, από τους Μπολσεβίκους του Β. Ι. Λένιν, ήταν ανοικτός και ο ηγέτης τους, τους έδωσε την εντολή να καταλάβουν την εξουσία. Όπερ και έπραξαν, παρά τις εσωκομματικές διαφωνίες.
1920 (δεκαετία). Αθήνα. Ο άγνωστος αναρχοχριστιανός και Νίκος Βέλμος (Βογιατζάκης). "Μοναχά ένα γομάρι μπορεί να είναι ευτυχισμένο, άμα, σε κάθε βήμα του, σκοντάφτει, σε πεινασμένους, σ’ αδικημένους, σ’ αρρώστους", έλεγε χαρακτηριστικά ο ίδιος ο Βέλμος. Το ''άγιο'' ρεμάλι. Ο ευλογημένοs Αλήτηs. Το πιο ερεβώδεs Φώs.
Γράφει ο εξαίρετος Σαμσών Ρακάς :
Πώς αρχίζεις το αφιέρωμα σε έναν άνθρωπο που,,από φυλακόβιος, έγινε ανανεωτής της νεοελληνικής τέχνης; Πώς αρχίζεις να πλησιάζεις μια ιδιόρρυθμη ποιητική φιγούρα, που μετέφραζε Σαίξπηρ, από το πρωτότυπο, χωρίς να έχει τελειώσει το δημοτικό; Αλήθεια, πώς αρχίζεις να μιλάς, για τον άνθρωπο, που μετέτρεψε, το 1928, το σπίτι του, σε καλλιτεχνικό «Άσυλο», ενάντια, στην εμπορευματοποιήση της τέχνης, στο οποίο έκανε, μεταξύ άλλων, την πρώτη του εμφάνιση ο Τσαρούχης; Πώς επιχειρείς να ξεκλειδώσεις το σύμπαν ενός αλκοολικού αναρχοχριστιανού, που πολεμούσε την χλιαρότητα του εκκλησιαστικού θεσμού; Πώς γίνεται να σιμώσεις το σύμπαν ενός, sui generis, ουτοπιστή, που τόλμησε να αμφισβητήσει την ελληνικότητα των πλουσίων, προτάσσοντας την ελληνικότητα των φτωχών και περιφρονημένων; Πώς ξεκινάς να μιλάς, για τον πλακιώτη εκδότη του ιστορικού περιοδικού «Φραγκέλιο», ενός πολυμέτωπου οργάνου τιμωρίας του πολιτικού και καλλιτεχνικού κατεστημένου; Πώς ξεκινάς να παρουσιάζεις έναν θαμώνα του Α’ Νεκροταφείου Αθηνών και αυτοδίδακτου εμπειρογνώμονα της κοιμητηριακής γλυπτικής, που, στο τέλος, τον έκλαψαν οι ζητιάνες του Νεκροταφείου; Τελικά, πώς πλησιάζεις, σε τόσο μηχανιστικούς καιρούς, έναν εξτρεμιστή του λυρισμού, έναν ευλογημένο αλήτη. Σαββατόβραδο-5 Ιουλίου 1930, ο Νίκος Βέλμος, ένας εξτρεμιστής των τεχνών, με έναν βίο, εξ ολοκλήρου, παραδομένο, στην μεγάλη παρόρμηση, πεθαίνει, πρόωρα, σε ένα νεκροκρέβατο, εντός του «Ασύλου Τέχνης» του. Η είδηση έσκασε, σαν βόμβα, στην Αθήνα. Οι φιλεξούσιοι άνθρωποι του πνεύματος, που ταλαιπωρούν, ακόμη και σήμερα, τον τόπο, ανακουφίστηκαν, από τον θάνατό του, καθότι απαλλάχτηκαν από την σκληρή κριτική που τους ασκούσε, μέσω του «Φραγκέλιού» του. Πρόκειται, για ένα περιοδικό άμοιαστο, αναρχοχριστιανικό, το μοναδικό καλλιτεχνικό όργανο υπεράσπισης των φτωχών και απόκληρων, που έχει, ουσιαστικά, υπάρξει. Και γι’ αυτό, σε πείσμα του ψευτόκοσμου, οι ζητιάνες του νεκροταφείου συντετριμμένες, έτρεξαν, αμέσως, στο σπίτι του, για να τον κλάψουν. Το γεγονός επιβεβαιώνει ο φίλος του Στρατής Δούκας, ο οποίος ήταν μάρτυρας και είδε τον Βέλμο, όταν άφησε την τελευταία του πνοή «να σουρώνει, σαν ένα πουλί, ώσπου έσβησε». Και η ευρυμαθής Βίκυ Δερμάνη συμπληρώνει :
Νίκος Βέλμος, (ψευδώνυμο του Νίκου Βογιατζάκη).
Κρητικής καταγωγής, αλλά γέννημα, θρέμμα Πλακιώτης, γεννήθηκε, το 1890, στην οδό Ναυάρχου Νικοδήμου 21. Από φτωχούς γονείς, ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης και είχε άλλα έξι αδέλφια. Συγγραφέας, ηθοποιός, φιλότεχνος, αθηνολάτρης, επαναστάτης, με τον τρόπο του, είχε, πάντα, την αίσθηση του κάλλους της ζωής, που την ήθελε αγνή, απλή, ατόφια και χωρίς ψευτιά. Η δική του ζωή ήταν ένας συνεχής αγώνας, για τους αδικημένους. Μικροκλοπές και χασίς τον οδηγούν, στην φυλακή. Χωρίς - λόγω της αλητείας του - να 'χει τελειώσει το δημοτικό, κατόρθωσε, με συνεχή αυτομόρφωση (μετέφραζε Σαίξπηρ απ' το πρωτότυπο!) ν’ ασχοληθεί, μ' επιτυχία, με πολλά είδη τέχνης, όπως το θέατρο, την πεζογραφία, την ζωγραφική, αλλά και την δημοσιογραφία. Το 1905, έφηβος, ανεβαίνει, στο σανίδι, με το θίασο της Αικατερίνης Βερώνη. Σύντομα, βρίσκεται, στον θίασο του Θωμά Οικονόμου, ο οποίος ενθαρρύνει την αυτομόρφωσή του. Μετά τον θάνατο του Οικονόμου, παίζει, σε παραστάσεις, με την Μαρίκα Κοτοπούλη και την Κυβέλη. Περιοδεύει, με πολλούς θιάσους, σε νησιά του Αιγαίου, στην Σμύρνη και στην Αίγυπτο, αποκομίζοντας εμπειρίες, που ανοίγουν τον κόσμο, στα μάτια του. Με την τέχνη καταπιάνονται και οι αδελφές του Αριάδνη και Τατιανή. Στο σανίδι, παραμένει, κυρίως, μέχρι το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1920. Άλλοι λένε ότι έχει μεγάλο ταλέντο ως ηθοποιός, άλλοι, πως έχει μέτριο. Την δεκαετία του 1910, εκδίδει τις πρώτες ποιητικές συλλογές. Το πεζό "Η ιστορία ενός παιδιού", που γράφει, όταν φυλακίζεται, το 1916, μετά από πολιτικό καυγά, για τις σοσιαλιστικές του ιδέες, που αξίζουν μια ιδιαίτερη θέση, στην ιστορία της λογοτεχνίας. Ομοφυλόφιλος, ναρκομανής και αλκοολικός, αλλά χαρισματικός και πολυτάλαντος, υπήρξε ακάματος δημιουργός. Ήταν μία από τις πιο ιδιότυπες και κοινωνικά στιγματισμένες μορφές των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα. Ίδρυσε το "Άσυλο Τέχνης", όπου οργανώνονταν ενδιαφέρουσες συζητήσεις, για λογοτεχνικά, θεατρικά, ή κοινωνικά θέματα και γινόντουσαν, από καιρό, σε καιρό, ομαδικές, ή ατομικές εκθέσεις γνωστών καλλιτεχνών. Μετέτρεψε το μπροστινό μέρος της οικίας του, στην Πλάκα, που κοιτάζει, στην οδό Νικοδήμου 21, σε διώροφο εκθεσιακό χώρο, με δυο μικρές αίθουσες. Άνοιξε τις πόρτες του, στο κοινό, για πρώτη φορά, το απόγευμα της 18ης Απριλίου 1928, με τα εγκαίνια της έκθεσης Γιαννούλη Χαλεπά, που, ευθύς αμέσως, χαρακτηρίστηκε, ως καλλιτεχνικό γεγονός. Η έκθεση γνώρισε επιτυχία, προσελκύοντας μεγάλο αριθμό επισκεπτών, "κόσμο κάθε τάξεως", όπως σχολιάστηκε, στον Τύπο της εποχής. Μετέφερε, στην δημοτική γλώσσα, με πολύ σεβασμό, έργα του Παπαρρηγόπουλου και του Βασιλειάδη, κυκλοφόρησε πολλά βιβλία και εξέδιδε το "Φραγκέλιο", ένα εβδομαδιαίο φύλλο, που το έγραφε ολόκληρο ο ίδιος και το μοίραζε, μόνος του, στους συνδρομητές του. Στις λίγες σελίδες του έντυπου αυτού, ο Βέλμος σατίριζε και καυτηρίαζε, άλλοτε, έμμετρα και άλλοτε πεζά, τα, κακώς κείμενα της πολιτικής, κοινωνικής και καλλιτεχνικής ζωής. Μέσα από το περιοδικό του "Φραγκέλιο" (1926-29) κήρυξε, ως οργισμένο ξέσπασμα του ανθρωπισμού του, την "Επανάσταση των Φτωχών", με βάθρο την πεποίθησή του, πως όποιος δεν εξεγείρεται, εναντίον των πλουσίων, βλέποντας την δυστυχία των φτωχών, είναι κτήνος. "Μοναχά ένα γομάρι μπορεί να είναι ευτυχισμένο, άμα, σε κάθε βήμα του, σκοντάφτει, σε πεινασμένους, σ’ αδικημένους, σ’ αρρώστους", έλεγε, χαρακτηριστικά, ο ίδιος ο Βέλμος. Έγραψε τα:
Ποίηση: Σεβντάς (1911), Δύο αγάπες˙ Ξυλογραφίες πρωτότυπες σχεδιασμένες και σκαλισμένες, απ’ τον ζωγράφο Άγγελο Θεοδωρόπουλο (1923).
Πεζογραφία: Ο εργάτης όπαθος τραγουδιστής (1910), Ο πιστός της απελπισίας (από την ζωή ενός αφορισμένου) και μελέτη, για το θέατρο (1915), Στ’ αγιονόρος (1926).
Μελέτες: Το κοινωνικό βιβλίο (1921), Παλιά Αθήνα (1931), Ιστορία του παιδιού (1916).
Κατά μαρτυρία του Στρατή Δούκα, χτυπήθηκε το 1928, από την επιδημία του Δαγκείου, στα νεφρά. Χωρίς να υποπτεύεται τα επακόλουθα, συνέχισε να πίνει, με αποτέλεσμα οι συνέπειες της υποχρονίας νεφρίτιδας να εκδηλωθούν, ξαφνικά, μια εβδομάδα, πριν καταλήξει, οριστικά. Πέθανε, σε ηλικία 40 ετών, νύχτα του Σαββάτου 5 Ιουλίου, προς την Κυριακή 6 Ιουλίου του 1930. Η κηδεία του έγινε, την ίδια ημέρα, στις 17.30, με πομπή, από την οδό Νικοδήμου 21, στον ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στην Πλάκα. Μεταξύ των άλλων, που τον συνόδευσαν, ήσαν και μέλη του σωματείου ηθοποιών, καλλιτέχνες και λόγιοι. Η αγάπη του, για τον Σαίξπηρ, θα τον κάνει να αλλάξει το πατρικό επίθετο Βογιατζάκης, σε «Βέλμος», σε μια εκδοχή εκφοράς του William, με προφορά γερμανική. Στις 14 Ιουλίου 1930 έγινε η πρώτη σύσκεψη φίλων του καλλιτεχνών και κάθε ενδιαφερομένου, στο «Άσυλον Τέχνης», για να εκπληρώσουν την επιθυμία, που εξέφρασε στην επιθανάτια κλίνη : ήθελε να εκδοθεί το λεύκωμα, για την «Παληά Αθήνα», που σχεδίαζε να βγάλει ο ίδιος. Μερικούς τούς είχε επικρίνει και σατιρίσει, στο Φραγκέλιο. Το «κατεστημένο», εναντίον του οποίου καταφερόταν, συνέδραμε, οικονομικά, προκειμένου το ιστορικό, πολυσέλιδο και πολυτελές λεύκωμα μεγάλου μεγέθους «Παληά Αθήνα», πλέον, των 230 σελίδων και με πολλές εικόνες, να εκδοθεί : χορηγοί υπήρξαν ο ναύαρχος Κουντουριώτης, τέως πρόεδρος κράτους, ο Αντώνιος Μπενάκης, ο Δήμος Αθηναίων, η Εθνική τράπεζα, η τράπεζα Αθηνών, η Αγροτική, η ΕΛΠΑ, οι Αφοι Παπαστράτου, οι εταιρείες ΦΙΞ, Μακρή και Ανδρέα Καμπά. Νίκος Βέλμος. Ένας περιπλανώμενος αλήτης και παραβάτης του ποινικού νόμου, που έζησε, ως το τέλος της ζωής του, ως αληθινός μποέμ και κατά τα γραφόμενά του, τον μάγευαν το κρασί, ο έρωτας και ο πόνος.
Ένας άνθρωπος που έλαμψε, για όσους τον γνώριζαν, αλλά η "θυμησή" τον λησμόνησε. Σήμερα, λοιπόν, ας πέσει, πάνω του, η απαραίτητη μνήμη, για όσους αναρωτιούνται "Ποιός είναι αυτός ο Βέλμος;
8/7/1921 Εσκί Σεχίρ, Μικρά Ασία. Το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα επιτυγχάνει μια νίκη και προελαύνει, προς την Άγκυρα. Θα φθάσει 60 χλμ, έξω, από αυτήν και θα ηττηθεί. Η καταστροφή είναι, ακόμη μακριά. Απέχει έναν χρόνο και έναν μήνα…
1921. Εσκί Σεχίρ, Μικρά Ασία. Έλληνες στρατιώτες ποζάρουν, σε αναμνηστική φωτογραφία, πάνω, σε πλωτή γέφυρα,στον ποταμό Πουρσά. Το Εσκί Σεχίρ, ήταν το αρχαίο Δορύλαιον, φέρει το όνομα του Δορύλαου, γιου του Ηρακλή — απόγονος του Ημίθεου, γεννημένος για αγώνες και μνήμη. Εκεί, στις 6 Ιουλίου του 1921, οι μακρινοί απόγονοι του ήρωα, παιδιά μιας γενιάς γιγάντων, έφτασαν ξανά. Ύστερα από δέκα χρόνια θυσιών, από το 1912 έως το 1922, βάδισαν, προς την ελευθερία, με τα λάβαρα της Ιστορίας, στους ώμους. Δεν είναι, απλώς, μια πορεία στρατιωτική· είναι η επιστροφή της Ιστορίας, η ανάσα του Μύθου που διαπερνά τους αιώνες. Ερχόμαστε, από πολύ μακριά — και κουβαλάμε, μέσα μας, την ανάμνηση κάθε πέτρας, κάθε αίματος, κάθε προσευχής.
1922 Μικρά Ασία - Ελλάδα. Ο μεγάλος ξεριζωμός του ελληνισμού.
1930. Θεσσαλία. Νεαρή Σαρακατσάνα ή Βλάχα, που υφαίνει, στον αργαλειό, κάπου κάτω, στον θεσσαλικό κάμπο. (Φωτογραφία : National Geographic).
1930. Θεσσαλονίκη.
Σχόλια