Τάνια. (Θραύσματα ενός διηγήματος. Θραύσμα, νούμερο 1).
Όμορφη ήταν η Τάνια Ιακωβίδου. Με τα σπαστά καστανά, μακριά, κυματιστά μαλλιά της και με το ωραίο της πρόσωπο, δεν ήταν δυνατό να περνάει, στους δρόμους της Πάτρας, απαρατήρητη. Κλεφτές ματιές, σιγανά σφυρίγματα, επιφωνήματα και ανοιχτά πειράγματα, από διάφορους νεαρούς, την συνόδευαν, στις βόλτες της, στην παραλιακή και στα σοκάκια της πόλης.
Κοπέλα, στα 25 της χρόνια, νέα νοσοκόμα, οχυρωμένη πίσω από το αχνό χαμόγελο και τα χαμηλωμένα μάτια της, τα προσπερνούσε όλα αυτά, όσο κι αν ήθελε να ανταποκριθεί. Δεν ήταν προφανές, αλλά, όταν κάποιος, με έμπειρο μάτι, παρατηρούσε το θλιμμένο της βλέμμα, αντιλαμβανόταν, έστω και με κάποια δυσκολία, ότι κάτι βασάνιζε το κορίτσι, υποδεικνύοντας αυτό το απροσδιόριστο κάτι, ότι υπήρχε κάποιου είδους εσώτερο πρόβλημα.
Τον εντοπισμό αυτού του προβλήματος ήταν, που επιθυμούσε να αποφύγει η Τάνια. Κι αυτή η επιθυμία την οδηγούσε, εκ των προτέρων, να γίνει απόμακρη και απρόσιτη. Χαρακτήρας εσωστρεφής και αρκετές φορές κλειστός, δεν είχε και δεν έκανε στενές συναναστροφές, ανάμεσα στα άλλα, γιατί προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό της - και μερικές φορές τα κατάφερνε - ότι πρόβλημα δεν υπήρχε και ότι όλα όσα, εσωτερικά, ζούσε, αποτελούν αυτό, που ο πολύς κόσμος αποκαλεί, φυσιολογική ζωή.
Δεν την ταλαιπώρησε η καθημερινή ζωή την Τάνια. Με μοιρασμένο τον παιδικό και τον εφηβικό βίο της, ανάμεσα στην πελοποννησιακή επαρχία και το βιομηχανικό Παρίσι, μεγαλωμένη και καλομαθημένη, μέσα στο κουκούλι της οικογενειακής ζεστασιάς, δεν στερήθηκε τίποτε από όσα στερήθηκαν πολλοί νέοι και πολλές νέες της ηλικίας της. Ούτε αυτή, ούτε οι τρεις αδελφές της.
Παρ' όλα αυτά, από μικρή, όσο θυμόταν τον εαυτό της, ένα επίμονο και συνάμα βασανιστικό, σαράκι την έτρωγε. Το τί και γιατί την έτρωγε και την βασάνιζε, θα αργούσε πολύ να το μάθει. Και όταν, στην ηλικία των 24 ετών της, το έμαθε (έπασχε από ενδογενή κατάθλιψη/μελαγχολία), πέρα από και παρά την αναγκαστική κλασική φαρμακοθεραπεία της εποχής και τις συνεδρίες, με τον ψυχίατρό της, δεν μπορούσε να ανατρέψει, ή να αλλάξει τα χαρακτηρογενή δεδομένα του βασικού της προβλήματος.
Αυτός ήταν ο εαυτός της. Ένας, ελαττωματικά, κοινωνικοποιημένος μηχανισμός, λόγω της στρεβλωμένης εγκεφαλικής της νευροχημείας, με τον οποίο και την οποία πορευόταν κι έπρεπε να συνεχίσει να πορεύεται, αφού, μετά από μια οξεία κρίση του χρονίζοντος προβλήματος, με το οποίο είχε να κάνει, απέφυγε την αυτοκτονία, η οποία, ως έκφραση βούλησης και ως εσώτερη επιθυμία, την κατέκλυσε, για πρώτη φορά, έναν χρόνο νωρίτερα.
Πεταμένα λεφτά, θα έλεγαν και θα λένε πολλοί, επιδεικνύοντας έναν ωμό και αδίστακτο ρεαλισμό. Το κορίτσι αυτό δεν λειτουργεί, όπως πρέπει. Ως εκ τούτου, πέρα από μια εφήμερη σεξουαλική σχέση μαζί του, προχωράμε παρακάτω, αφήνοντάς το, στην συνέχεια του μίζερου βίου του. Όσο αυτός κρατήσει.
Δεν ήταν αυτή η συλλογιστική του Γιάννη Γεωργόπουλου, όταν, στα γεμάτα 42 του χρόνια, γνώρισε την Τάνια, σε αυτή την πρώτη μετακρισιακή φάση της ζωής της. Με την πείρα, που είχε αποκτήσει, καθώς είχε την εμμονή να ασχολείται και να εξερευνά τον ψυχικό κόσμο διαφόρων ωραίων αλλά και ψυχοσυναισθηματικά, ταραγμένων γυναικών, αντελήφθη, σχεδόν αμέσως, ότι η Τάνια αποτελούσε μια ενδιαφέρουσα περίπτωση, με την οποία μπορούσε να ασχοληθεί. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν η κοπέλα εξέφρασε την αποδοχή της σε κάτι τέτοιο.
Νομίζω ότι είναι κατανοητό ότι ο Γιάννης είχε και αυτός τα δικά του προβλήματα. Μια ζωή, ως νεαρός και τώρα μεσόκοπος άνθρωπος, σκάλιζε και ανίχνευε τον δικό του ψυχικό κόσμο, μέσω παρένθετων προσώπων. Πάντα, κατά προτίμηση, νεαρών γυναικών. Στο παρελθόν, αυτή η συμπεριφορά, αυτός ο τρόπος αναζήτησης ερωτικού συντρόφου είχε επιτυχίες. Όχι, πάντα, αλλά είχε.
Με την Τάνια, όμως, τί θα γινόταν; Η πρόγνωση φαινόταν καλή, αλλά η κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Και στην περίπτωση της Τάνιας, ήσαν πολλές.
Αυτό είναι, που θα δούμε, σε αυτή την διήγηση. Μαζί με την διαπίστωση ότι δεν είναι, πάντα, καλό να σκαλίζεις και να διερευνάς τον δικό σου ψυχικό κόσμο, βάζοντας, στον αναλυτικό καναπέ, τον ψυχικό κόσμο άλλων.
Πολλοί είναι οι δαίμονες, που μπορεί να ξεπεταχθούν, από μέσα σου. Τα πράγματα μπορεί να οδηγηθούν σε αδιέξοδο, όσο και αν ο Γιάννης θεωρούσε ότι ήσαν υπό έλεγχο.
Αυτό είναι που θα δούμε, στο επόμενο θραύσμα του διηγήματος. Αν αυτό υπάρξει...
Σχόλια
Τα πρόσωπα και τα γεγονότα του διηγήματος είναι προϊόντα φαντασίας και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα.