15/2/1999 Ο Κώστας Σημίτης παραδίδει τον Abdullah Öcalan, στα χέρια της CIA και της MIT. (Ανασκόπηση των γεγονότων μιας θλιβερής και επαίσχυντης περιόδου της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, 17 χρόνια, μετά).
Στις 2 Φεβρουαρίου 1999, ο Abdullah Ocalan έχει μεταφερθεί, από την Αθήνα, στην Κέρκυρα και από εκεί, στο Ναϊρόμπι της Κένυας. Παρά, τα όσα παραπειστικά λέγονται, στο βίντεο, όλοι οι "ενδιαφερόμενοι" (Τούρκοι, Αμερικανοί, Κενυάτες και άλλοι) είχαν πλήρη γνώση των όσων είχαν συμβεί και εξελίσσονταν. Το θύμα είχε σταλεί, εκεί, που οι εν λόγω "ενδιαφερόμενοι" είχαν συμφωνήσει, με τον Κώστα Σημίτη. Εκεί θα διοργανωθεί η παράδοσή του, στην CIA και από αυτό το "ευαγές ίδρυμα", θα παραδοθεί, στην MIT. Η αλήθεια είναι ότι βρήκαν αρκετές δυσκολίες, στην ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι, όπου ο Abdullah Ocalan - σύμφωνα με τον, τότε, αρχηγό της τουρκικής μυστικής υπηρεσίας Şenkal Atasagun - "είχε κλειδωθεί στο έδαφος". Όμως, παρά τις δυσκολίες, τελικά, ο στόχος όλων των "ενδιαφερόμενων" και των, εν Ελλάδι, συνεργατών τους, επετεύχθη. Ο Abdullah Ocalan έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Και παραμένει, στα χέρια τους, μέχρι σήμερα...
Όταν, πριν, από 17 χρόνια, η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη παρέδιδε τον Abdullah Ocalan, μέσω των κενυατικών μυστικών υπηρεσιών, στα χέρια των πρακτόρων της CIA και από εκεί, στο κλιμάκιο της τουρκικής Milli İstihbarat Teşkilatı (MIT), που είχε, προ πολλού, ειδοποιηθεί και πέταξε, με αεροπλάνο, από το Έντεμπε της Ουγκάντας, στο Ναϊρόμπι της Κένυας, προκειμένου να παραλάβει τον κρατούμενο Κούρδο ηγέτη του PKK, η κυβέρνηση του μακαρίτη, πλέον Mustafa Bülent Ecevit, το βαθύ τουρκικό κράτος και η νεοοθωμανική (κεμαλική και ισλαμιστική) ελίτ της γειτονικής χώρας πανηγύριζε, με ξέφρενους ρυθμούς, όχι, μόνο, για τον - καθόλου, πρωτοφανή - δημόσιο διασυρμό και τον πλήρη εξευτελισμό της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά για την σύλληψη του μισητού "bölücübaşı" (του, κατά το τουρκικό κράτος, "αρχηγού της συμμορίας των ληστών") και κυρίως, για την (υποτιθέμενη, ως βέβαιη) διάλυση του PKK (του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν) και τον, επίσης, υποτιθέμενο τερματισμό του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Κούρδων της Τουρκίας.
Ανοησίες.
Οι εξελίξεις, που ακολούθησαν, από τότε, που ο Κώστας Σημίτης παρέδωσε τον Κούρδο ηγέτη, με την διαμεσολάβηση των, πανταχού, παρόντων Αμερικανών της CIA (η οποία, φυσικά, εκτελούσε τις οδηγίες της κυβέρνησης του προέδρου Bill Clinton, η οποία, στην Αθήνα είχε ως εκφραστή των θέσεών της και ως συντονιστή των ενεργειών, που έπρεπε να γίνουν, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στην MIT, τον, τότε, πρεσβευτή των Η.Π.Α., στην Αθήνα Nicholas Burnes), στους δεσμώτες του, έδειξαν ότι, παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό και την προσωρινή επιχειρησιακή αποδυνάμωση, που υπέστη το PKK, ως αποτέλεσμα της σύλληψης και του εγκλεισμού του Abdullah Ocalan, στις φυλακές του Ιμραλί, η εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση των Κούρδων της Τουρκίας, συνήλθε, σχετικά, γρήγορα και δεν τερμάτισε την δράση της, σε όλη την διάρκεια των 17 χρόνων, που πέρασαν, από τότε.
Το PKK συνεχίζει τον αγώνα του, για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και έχει επιτύχει, μακροπρόθεσμα, να θέσει, στην πράξη και να καταφέρει να γίνουν αποδεκτά, πολλά και σημαντικά ζητήματα, που αφορούν την αναγνώριση του κουρδικού λαού, ως ξεχωριστής πολιτισμικής και εθνικής οντότητας και τα οποία, μέχρι πρόσφατα, το τουρκικό κράτος, τα αντιμετώπιζε, σαν θέματα, εκτός συζητήσεως και απολύτως, απαγορευμένα, ενώ το κουρδικό κόμμα HADEP, από πέρυσι το καλοκαίρι, βρίσκεται, στα έδρανα της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, με ένα ποσοστό, άνω του 10%, παρά τις (και αιματηρές) προβοκάτσιες των νεοοθωμανών του προέδρου Recep Tayyip Erdoğan, του ισλαμιστικού κόμματος AKP και της MIT, του Hakan Fidan.
Ακόμη, χειρότερα, για το τουρκικό κράτος και την πανικόβλητη νεοοθωμανική ελίτ, οι εξελίξεις των τελευταίων ετών, στην Συρία, με τον εμφύλιο πόλεμο, που εκεί, μένεται και ειδικότερα, μετά την ρωσική στρατιωτική επέμβαση, η οποία, έχοντας ως επακόλουθο την αδρανοποίηση των Δυτικών και του τουρκικού παράγοντα, ως ενεργών, επί του εδάφους, παικτών, ανέτρεψε τους συσχετισμούς των δυνάμεων, υπέρ του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσσαντ και εις βάρος των συμμάχων της Άγκυρας, των Η.Π.Α. και της Δύσης, ενδυνάμωσαν, σε πολύ σημαντικό βαθμό, το PKK και τις άλλες κουρδικές οργανώσεις, που δρουν, στην Τουρκία, στην Συρία και το Ιράκ, με αποτέλεσμα την ένταση του παρατεταμένου έρποντος πολέμου, στο τουρκικό Κουρδιστάν και την τοποθέτηση, στην ημερήσια διάταξη, του παλαιού εφιάλτη του εδαφικού διαμελισμού της Τουρκίας. Έναν εφιάλτη, ο οποίος είναι παρών και κατατρέχει, διαχρονικά, όλες τις τουρκικές ελίτ, που διοικούν την χώρα αυτή, από την εποχή των Νεότουρκων και του Mustafa Kemal.
Βέβαια, στις 15 Φεβρουαρίου 1999, όταν ο Abdullah Ocalan παραδινόταν, από τους πράκτορες της CIA, στα χέρια της τουρκικής MIT, όλα αυτά μπορούσαν να ηχούν - και εάν εκστομίζονταν, όντως, θα ηχούσαν - στα αυτιά του τουρκικού πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου, ως σενάρια επιστημονικής φαντασίας, αφού ο ηγέτης των Κούρδων ανταρτών βρισκόταν, επί τέλους, στα χέρια των διωκτών του.
Η τουρκική ηγεσία είχε, κάθε δίκιο να πανηγυρίζει. Μπορεί αυτοί οι πανηγυρισμοί να ήσαν υπερβολικοί, ως προς τις προσδοκίες, που είχαν καλλιεργηθεί, αλλά, εκ του αποτελέσματος, το οποίο, η σύλληψη του Abdullah Ocalan καθιστούσε άμεσο και χειροπιαστό, ήσαν δικαιολογημένοι. Το τουρκικό κράτος είχε καταφέρει, με την βοήθεια των συμμάχων του, να φέρει σε πέρας, ένα επιτυχές και πολύ σημαντικό πλήγμα, στον κουρδικό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Σε αυτήν την επιτυχία της τουρκικής πολιτικοστρατιωτικής ελίτ και στα γεγονότα, που εκτυλίχθηκαν, οδηγώντας, στην παράδοση του Abdullah Ocalan, από το ελληνικό κράτος, στο τουρκικό, με την πρόθυμη και πλήρως εξυπηρετική, ως προς τον συντονισμό, την διαμεσολάβηση και την διεκπεραίωση της σύλληψης του ηγέτη του PKK, συμμετοχή του αμερικανικού κράτους, θα αποπειραθώ να αναφερθώ και αυτή θα προσπαθήσω να ανασκοπήσω, με το παρόν κείμενο.
Στην υπόθεση αυτή, υπήρξε επίσημη και άμεση ελληνική κυβερνητική εμπλοκή, με ανάμειξη του ίδιου του Κώστα Σημίτη, όπως
φαίνεται και από το, παραπάνω βίντεο, το οποίο αναφέρεται, στην
συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού, με τον, τότε, πρωθυπουργό της
Τουρκίας Mesut Yilmaz,
που έγινε, στις 12/10/1998, στην Αττάλεια και ως ένα πολύ σημαντικό
αντικείμενό της είχε το ζήτημα της αναζήτησης χώρας παροχής ασύλου, από
τον Abdullah Ocalan, αφού την εποχή εκείνη η Συρία, κάτω από την πίεση της Τουρκίας, αλλά και της Ρωσίας του Μπορίς Γέλτσιν, έπαυε να του παρέχει διαμονή.
Με δεδομένη την πληροφόρηση, που έχει προκύψει όλα αυτά τα 17 χρόνια, γύρω από την σύλληψη του Abdullah Ocalan, στο αεροδρόμιο του Ναϊρόμπι της Κένυας, αλλά και με μόνο οδηγό την μνήμη των όσων, τότε, συνέβησαν, δεν είναι καθόλου δύσκολο να καταλήξουμε, ως προς τον καταλογισμό της ευθύνης, για το κεντρικό πρόσωπο, που πήρε επάνω του και διέταξε την παράδοση του Κούρδου ηγέτη, στα όργανα ασφαλείας της κενυατικής κυβέρνησης, γνωρίζοντας ότι, βγάζοντας έξω, τον Abdullah Ocalan, από την ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι, στην οποία βρισκόταν, με ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης, οι Κενυάτες θα τον παρέδιδαν, στους Αμερικανούς της CIA και εκείνοι, στους Τούρκους της MIT.
Αυτός, που πήρε την απόφαση, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στα χέρια των Τούρκων πρακτόρων, σε πλήρη συνεννόηση, με την αμερικανική κυβέρνηση, δεν είναι άλλος από τον πρωθυπουργό της χώρας, εκείνη την εποχή.
Ο Κώστας Σημίτης προέβη, προκάλεσε και συμμετείχε, αυτοπροσώπως, σε όλες εκείνες τις διαβουλεύσεις, που αφορούσαν την έλευση και την φύλαξη, στην Ελλάδα του Κούρδου ηγέτη, καθώς και την μεταφορά του, στην ελληνική πρεσβεία, στην Κένυα, έχοντας, ως άμεσο συνεργάτη του, τον Σωκράτη Κοσμίδη, ο οποίος τον ενημέρωνε, με κάθε λεπτομέρεια, για τις εξελίξεις, στην υπόθεση αυτή, η οποία δεν ήταν μια υπόθεση, η οποία εμφανίστηκε, ξαφνικά, ούτε και ήταν μια ιστορία, η οποία εκτυλίχθηκε γρήγορα. Ήταν μια υπόθεση, η οποία, στην τελική της φάση κράτησε, τουλάχιστον, 15 ημέρες, αλλά, ουσιαστικά, εξελισσόταν, επί πολλούς μήνες προηγουμένως, αφού, επί πολύ καιρό, ο Abdullah Ocalan αναζητούσε καταφύγιο, γεγονός το οποίο ήταν γνωστό τοις πάσι, σε όλον τον κόσμο.
Πέρα από τις όποιες επίσημες δηλώσεις των δύο πρωθυπουργών (που έγιναν 3 ημέρες, μετά την άρνηση του Κώστα Σημίτη να δεχθεί τον Abdullah Ocalan, όταν αυτός έφθασε αεροπορικώς, στην Αθήνα, ερχόμενος, από την Δαμασκό της Συρίας), είναι προφανές ότι, κατά την διάρκεια των συνομιλιών τους, η τουρκική πλευρά κατέστησε σαφές, στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι η, υπό οποιαδήποτε μορφή, παροχή ασύλου, στον Abdullah Ocalan, από την Ελλάδα, δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί και ότι δεν θα γινόταν αποδεκτή, από την τουρκική πλευρά. Και επίσης, προφανές είναι ότι ο Κώστας Σημίτης θα πρέπει να έδωσε τις σχετικές διαβεβαιώσεις. Οι, εκ των προτέρων και εκ των υστέρων, πράξεις του αποτελούν ασφαλέστατες ενδείξεις, για αυτό.
Ο Κώστας Σημίτης, επίσης, ήταν εκείνος, που πήρε και την οριστική απόφαση, για την, με κάθε τρόπο, έξωση του Abdullah Ocalan, από την ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι και την παράδοσή του στην CIA και από εκεί, στην MIT. Ο Κώστας Σημίτης πήρε την απόφαση αυτή, επειδή ήταν ο μόνος αρμόδιος, ως πρωθυπουργός της χώρας, να την πάρει. Ως εκ τούτου, είναι, τουλάχιστον κωμική οποιαδήποτε απόπειρα παρουσίασης οποιουδήποτε σεναρίου, το οποίο θέλει να γίνει πιστευτή η εκδοχή, περί άγνοιας των γεγονότων, από τον, τότε, πρωθυπουργό της χώρας.
Το ζήτημα της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στα χέρια των Τούρκων, ήταν πολύ σοβαρό, για να αφεθεί και να χρεωθεί, σε κάποιους πράκτορες της ΕΥΠ, σε κάποιους αστυνομικούς, ή αερολιμενάρχες, ή σε έναν πρεσβευτή. Η υπόθεση αυτή ήταν, που αφορούσε την εθνική ασφάλεια της χώρας, δεν μπορούσε να αφεθεί και να φορτωθεί (μόνον), ούτε στους ώμους κάποιου, ή κάποιων υπουργών της κυβέρνησής του, όπως επιχείρησε, μετά την δημόσια κατακραυγή, να πράξει ο, πάντοτε, μικροπρεπής, ευθυνόφοβος και άφιλος Κώστας Σημίτης.
Η υπόθεση της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος, ήταν μια υπόθεση, που αφορούσε τον πρωθυπουργό. Έτσι, ο Κώστας Σημίτης, ως πρωθυπουργός, είναι εκείνος, που έλαβε την σχετική απόφαση. Και αυτή την απόφαση ο, τότε, πρωθυπουργός, δεν περίμενε να την λάβει, εκείνο το βράδυ της 15ης Φεβρουαρίου 1999, που ο ηγέτης του PKK, οδηγήθηκε, εν πλήρη συνειδήσει και επί σκοπώ, στα χέρια της CIA και της MIT. Αυτή την απόφαση, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στα χέρια των διωκτών του, ο Κώστας Σημίτης την είχε λάβει, πολύ πριν.
Το μόνο ουσιαστικό ζήτημα, που έχει να κάνει με τον ρόλο, τότε, πρωθυπουργού της χώρας, δεν αφορά το εάν πήρε την απόφαση να παραδώσει τον Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος. Η λήψη της απόφασης αυτής, από τον Κώστα Σημίτη, είναι δεδομένη και εκτός συζητήσεως. Αυτό που αξίζει διερευνήσεως, είναι το εάν είχε καταλήξει, σε αυτή την απόφαση, ευθύς εξ αρχής, ή ενδιάμεσα, κατά την πολύμηνη εξέλιξη της προσπάθειας, για τον εντοπισμό και την συναφή καταδίωξη του Κούρδου ηγέτη, από το τουρκικό κράτος.
Πιθανώς, ο Κώστας Σημίτης να ήθελε να αποφύγει μια τέτοια εξέλιξη, αλλά, πέραν τούτου, είναι σαφές ότι κατά την συμμετοχή του Έλληνα πρωθυπουργού, στις διαβουλεύσεις, με την τουρκική κυβέρνηση, το ζήτημα της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στις τουρκικές διωκτικές αρχές, όταν η Ελλάδα θα αντιμετώπιζε ένα αίτημα, από τον ηγέτη του PKK, είχε τεθεί, από την τουρκική πλευρά.
Η ελληνική κυβέρνηση, προφανέστατα, τέθηκε, ενώπιον δύο εναλλακτικών επιλογών :
Ή θα απέρριπτε το αίτημα του Abdullah Ocalan, για είσοδό του, στην ελληνική επικράτεια.
Ή θα αποδεχόταν το αίτημα αυτό και θα παρέδιδε, με οποιονδήποτε τρόπο, τον Κούρδο ηγέτη, στο τουρκικό κράτος.
Με αυτά τα δεδομένα, καθίσταται σαφές ότι ο Κώστας Σημίτης δεν περίμενε να αποφασίσει την τελευταία στιγμή, για το τί θα έπρατε, όταν ο Abdullah Ocalan θα ερχόταν, με τον τρόπο, που ήλθε - δηλαδή και με την βοήθεια των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών -, από την Ρωσία, στην Ελλάδα. Ήταν αποφασισμένος να παραδώσει, στους διώκτες του, τον Κούρδο ηγέτη. Και για τον λόγο αυτόν, αποδέχτηκε την είσοδο του Abdullah Ocalan και των συνεργατών του, στην χώρα μας.
Δεν είναι, μόνο, το γεγονός ότι οι Τούρκοι και οι Αμερικανοί ήσαν ενημερωμένοι, για την άφιξη, στις 29 Ιανουαρίου 1999, του ηγέτη του PKK, στην Αθήνα, με αποτέλεσμα, η τουρκική πρεσβεία να ρωτήσει το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, για το θέμα και την επόμενη ημέρα να προβεί σε διάβημα, που πιστοποιεί ότι οι προθέσεις του Κώστα Σημίτη ήσαν αυτές, που περιγράφω. Στον Έλληνα πρωθυπουργό δόθηκε μια εναλλακτική λύση, από τον υπουργό Εσωτερικών Αλέκο Παπαδόπουλο, η εφαρμογή της οποίας θα μπορούσε να εκτονώσει την κατάσταση. Ο Αλέκος Παπαδόπουλος πρότεινε την σύλληψη του Abdullah Ocalan, την προφυλάκισή του και την παραπομπή του σε δίκη, για παράνομη είσοδο, στην χώρα, πλην, όμως, η πρότασή του απορρίφθηκε, χωρίς πολλά λόγια.
Τοιουτοτρόπως, μέσα στα πλαίσια μιας σειράς αλυσιδωτών γεγονότων, ο Κώστας Σημίτης αποδέχτηκε την πρόταση του, τότε, πρεσβευτή των Η.Π.Α. Nicholas Burnes, να μεταφερθεί ο Abdullah Ocalan, σε μια αφρικανική χώρα (στην Κένυα), αφήνοντας, από εκεί και πέρα, την υπόθεση, στα χέρια των Αμερικανών, οι οποίοι θα αναλάμβαναν τον χειρισμό της. Έτσι, ο Abdullah Ocalan, στις 2 Φεβρουαρίου 1999, βρέθηκε, στην ελληνική πρεσβευτική κατοικία, στο Ναϊρόμπι της Κένυας.
Με δεδομένη την πληροφόρηση, που έχει προκύψει όλα αυτά τα 17 χρόνια, γύρω από την σύλληψη του Abdullah Ocalan, στο αεροδρόμιο του Ναϊρόμπι της Κένυας, αλλά και με μόνο οδηγό την μνήμη των όσων, τότε, συνέβησαν, δεν είναι καθόλου δύσκολο να καταλήξουμε, ως προς τον καταλογισμό της ευθύνης, για το κεντρικό πρόσωπο, που πήρε επάνω του και διέταξε την παράδοση του Κούρδου ηγέτη, στα όργανα ασφαλείας της κενυατικής κυβέρνησης, γνωρίζοντας ότι, βγάζοντας έξω, τον Abdullah Ocalan, από την ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι, στην οποία βρισκόταν, με ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης, οι Κενυάτες θα τον παρέδιδαν, στους Αμερικανούς της CIA και εκείνοι, στους Τούρκους της MIT.
Αυτός, που πήρε την απόφαση, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στα χέρια των Τούρκων πρακτόρων, σε πλήρη συνεννόηση, με την αμερικανική κυβέρνηση, δεν είναι άλλος από τον πρωθυπουργό της χώρας, εκείνη την εποχή.
Ο Κώστας Σημίτης προέβη, προκάλεσε και συμμετείχε, αυτοπροσώπως, σε όλες εκείνες τις διαβουλεύσεις, που αφορούσαν την έλευση και την φύλαξη, στην Ελλάδα του Κούρδου ηγέτη, καθώς και την μεταφορά του, στην ελληνική πρεσβεία, στην Κένυα, έχοντας, ως άμεσο συνεργάτη του, τον Σωκράτη Κοσμίδη, ο οποίος τον ενημέρωνε, με κάθε λεπτομέρεια, για τις εξελίξεις, στην υπόθεση αυτή, η οποία δεν ήταν μια υπόθεση, η οποία εμφανίστηκε, ξαφνικά, ούτε και ήταν μια ιστορία, η οποία εκτυλίχθηκε γρήγορα. Ήταν μια υπόθεση, η οποία, στην τελική της φάση κράτησε, τουλάχιστον, 15 ημέρες, αλλά, ουσιαστικά, εξελισσόταν, επί πολλούς μήνες προηγουμένως, αφού, επί πολύ καιρό, ο Abdullah Ocalan αναζητούσε καταφύγιο, γεγονός το οποίο ήταν γνωστό τοις πάσι, σε όλον τον κόσμο.
Πέρα από τις όποιες επίσημες δηλώσεις των δύο πρωθυπουργών (που έγιναν 3 ημέρες, μετά την άρνηση του Κώστα Σημίτη να δεχθεί τον Abdullah Ocalan, όταν αυτός έφθασε αεροπορικώς, στην Αθήνα, ερχόμενος, από την Δαμασκό της Συρίας), είναι προφανές ότι, κατά την διάρκεια των συνομιλιών τους, η τουρκική πλευρά κατέστησε σαφές, στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι η, υπό οποιαδήποτε μορφή, παροχή ασύλου, στον Abdullah Ocalan, από την Ελλάδα, δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί και ότι δεν θα γινόταν αποδεκτή, από την τουρκική πλευρά. Και επίσης, προφανές είναι ότι ο Κώστας Σημίτης θα πρέπει να έδωσε τις σχετικές διαβεβαιώσεις. Οι, εκ των προτέρων και εκ των υστέρων, πράξεις του αποτελούν ασφαλέστατες ενδείξεις, για αυτό.
Ο Κώστας Σημίτης, επίσης, ήταν εκείνος, που πήρε και την οριστική απόφαση, για την, με κάθε τρόπο, έξωση του Abdullah Ocalan, από την ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι και την παράδοσή του στην CIA και από εκεί, στην MIT. Ο Κώστας Σημίτης πήρε την απόφαση αυτή, επειδή ήταν ο μόνος αρμόδιος, ως πρωθυπουργός της χώρας, να την πάρει. Ως εκ τούτου, είναι, τουλάχιστον κωμική οποιαδήποτε απόπειρα παρουσίασης οποιουδήποτε σεναρίου, το οποίο θέλει να γίνει πιστευτή η εκδοχή, περί άγνοιας των γεγονότων, από τον, τότε, πρωθυπουργό της χώρας.
Το ζήτημα της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στα χέρια των Τούρκων, ήταν πολύ σοβαρό, για να αφεθεί και να χρεωθεί, σε κάποιους πράκτορες της ΕΥΠ, σε κάποιους αστυνομικούς, ή αερολιμενάρχες, ή σε έναν πρεσβευτή. Η υπόθεση αυτή ήταν, που αφορούσε την εθνική ασφάλεια της χώρας, δεν μπορούσε να αφεθεί και να φορτωθεί (μόνον), ούτε στους ώμους κάποιου, ή κάποιων υπουργών της κυβέρνησής του, όπως επιχείρησε, μετά την δημόσια κατακραυγή, να πράξει ο, πάντοτε, μικροπρεπής, ευθυνόφοβος και άφιλος Κώστας Σημίτης.
Η υπόθεση της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος, ήταν μια υπόθεση, που αφορούσε τον πρωθυπουργό. Έτσι, ο Κώστας Σημίτης, ως πρωθυπουργός, είναι εκείνος, που έλαβε την σχετική απόφαση. Και αυτή την απόφαση ο, τότε, πρωθυπουργός, δεν περίμενε να την λάβει, εκείνο το βράδυ της 15ης Φεβρουαρίου 1999, που ο ηγέτης του PKK, οδηγήθηκε, εν πλήρη συνειδήσει και επί σκοπώ, στα χέρια της CIA και της MIT. Αυτή την απόφαση, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στα χέρια των διωκτών του, ο Κώστας Σημίτης την είχε λάβει, πολύ πριν.
Το μόνο ουσιαστικό ζήτημα, που έχει να κάνει με τον ρόλο, τότε, πρωθυπουργού της χώρας, δεν αφορά το εάν πήρε την απόφαση να παραδώσει τον Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος. Η λήψη της απόφασης αυτής, από τον Κώστα Σημίτη, είναι δεδομένη και εκτός συζητήσεως. Αυτό που αξίζει διερευνήσεως, είναι το εάν είχε καταλήξει, σε αυτή την απόφαση, ευθύς εξ αρχής, ή ενδιάμεσα, κατά την πολύμηνη εξέλιξη της προσπάθειας, για τον εντοπισμό και την συναφή καταδίωξη του Κούρδου ηγέτη, από το τουρκικό κράτος.
Πιθανώς, ο Κώστας Σημίτης να ήθελε να αποφύγει μια τέτοια εξέλιξη, αλλά, πέραν τούτου, είναι σαφές ότι κατά την συμμετοχή του Έλληνα πρωθυπουργού, στις διαβουλεύσεις, με την τουρκική κυβέρνηση, το ζήτημα της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στις τουρκικές διωκτικές αρχές, όταν η Ελλάδα θα αντιμετώπιζε ένα αίτημα, από τον ηγέτη του PKK, είχε τεθεί, από την τουρκική πλευρά.
Η ελληνική κυβέρνηση, προφανέστατα, τέθηκε, ενώπιον δύο εναλλακτικών επιλογών :
Ή θα απέρριπτε το αίτημα του Abdullah Ocalan, για είσοδό του, στην ελληνική επικράτεια.
Ή θα αποδεχόταν το αίτημα αυτό και θα παρέδιδε, με οποιονδήποτε τρόπο, τον Κούρδο ηγέτη, στο τουρκικό κράτος.
Με αυτά τα δεδομένα, καθίσταται σαφές ότι ο Κώστας Σημίτης δεν περίμενε να αποφασίσει την τελευταία στιγμή, για το τί θα έπρατε, όταν ο Abdullah Ocalan θα ερχόταν, με τον τρόπο, που ήλθε - δηλαδή και με την βοήθεια των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών -, από την Ρωσία, στην Ελλάδα. Ήταν αποφασισμένος να παραδώσει, στους διώκτες του, τον Κούρδο ηγέτη. Και για τον λόγο αυτόν, αποδέχτηκε την είσοδο του Abdullah Ocalan και των συνεργατών του, στην χώρα μας.
Δεν είναι, μόνο, το γεγονός ότι οι Τούρκοι και οι Αμερικανοί ήσαν ενημερωμένοι, για την άφιξη, στις 29 Ιανουαρίου 1999, του ηγέτη του PKK, στην Αθήνα, με αποτέλεσμα, η τουρκική πρεσβεία να ρωτήσει το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, για το θέμα και την επόμενη ημέρα να προβεί σε διάβημα, που πιστοποιεί ότι οι προθέσεις του Κώστα Σημίτη ήσαν αυτές, που περιγράφω. Στον Έλληνα πρωθυπουργό δόθηκε μια εναλλακτική λύση, από τον υπουργό Εσωτερικών Αλέκο Παπαδόπουλο, η εφαρμογή της οποίας θα μπορούσε να εκτονώσει την κατάσταση. Ο Αλέκος Παπαδόπουλος πρότεινε την σύλληψη του Abdullah Ocalan, την προφυλάκισή του και την παραπομπή του σε δίκη, για παράνομη είσοδο, στην χώρα, πλην, όμως, η πρότασή του απορρίφθηκε, χωρίς πολλά λόγια.
Τοιουτοτρόπως, μέσα στα πλαίσια μιας σειράς αλυσιδωτών γεγονότων, ο Κώστας Σημίτης αποδέχτηκε την πρόταση του, τότε, πρεσβευτή των Η.Π.Α. Nicholas Burnes, να μεταφερθεί ο Abdullah Ocalan, σε μια αφρικανική χώρα (στην Κένυα), αφήνοντας, από εκεί και πέρα, την υπόθεση, στα χέρια των Αμερικανών, οι οποίοι θα αναλάμβαναν τον χειρισμό της. Έτσι, ο Abdullah Ocalan, στις 2 Φεβρουαρίου 1999, βρέθηκε, στην ελληνική πρεσβευτική κατοικία, στο Ναϊρόμπι της Κένυας.
Εννοείται, βέβαια, ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι είχαν ενημερωθεί και για την τελευταία λεπτομέρεια των όσων συνέβαιναν, στην Αθήνα, αφού ο, τότε, αρχηγός της MIT Şenkal Atasagun και η τουρκική κυβέρνηση είχαν ενημερωθεί, σχετικά, προφανώς, όχι, μόνο, από τους Αμερικανούς και ανά πάσα, στιγμή ήξεραν το που πήγαινε και κατόπιν, πού κρυβόταν ο Abdullah Ocalan. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστική η δήλωση του επί κεφαλής της MIT, στους δημοσιογράφους, την ίδια ημέρα, που ο ηγέτης του PKK έφθανε, στο Ναϊρόμπι, ότι "θα συλλάβουμε τον Apo. Έχει κλειδωθεί, στο έδαφος".
Χωρίς την βοήθεια του Κώστα Σημίτη, ο Abdullah Ocalan (ο "Apo" - ο "θείος" - των Κούρδων) δεν θα είχε "κλειδωθεί".
Αλλά και η δήλωση του Τούρκου πρωθυπουργού Bülent Ecevit, την επόμενη ημέρα της παράδοσης του Κούρδου ηγέτη, είναι, απολύτως αποκαλυπτική, αφού όταν ρωτήθηκε, σχετικά, είπε ότι "Δεν μπορώ να πω ποιοι είναι αυτοί που μας βοήθησαν. Πρέπει να τους προστατέψω, να μην τους φέρω σε δύσκολη θέση". Όμως, στην ουσία, ο γηραιός πολιτικός, που δεν είναι, πια, στην ζωή, τους έδειξε, με τον δικό του - πάντα, κακεντρεχή - τρόπο.
Η πικρή αλήθεια είναι ότι η τουρκική πολιτικοστρατιωτική ελίτ και οι Η.Π.Α. "κρατούν", στα χέρια τους αιχμαλωτισμένο όλο το πολιτικό και λοιπό προσωπικό της ελληνικής πλευράς, που, εκείνη την εποχή, έπαιξε τον ρόλο του συνεργάτη του τουρκικού κράτους, στην παράδοση του Abdullah Ocalan.
Άλλωστε, η τουρκική και η αμερικανική πλευρά, είχαν συμφωνήσει, για την παράδοση του Κούρδου ηγέτη - τον οποίο η αμερικανική πλευρά, προφανώς, θεωρούσε δεδομένο ότι θα παραλάβει - στο τουρκικό κράτος και μάλιστα, είχαν υπογράψει και πρωτόκολλο, το οποίο επισφράγισε την συμφωνία αυτή, με μόνη υποχρέωση της τουρκικής κυβέρνησης να τον δικάσει και να μην τον εκτελέσει. Όπερ και εγένετο.
Αυτό, που δεν γνωρίζουμε, είναι το εάν ένα ανάλογο πρωτόκολλο υπέγραψαν οι Αμερικανοί και με την ελληνική πλευρά, καθώς και το ποια ανταλλάγματα αυτή πήρε. Κάποια στιγμή, στο άγνωστο μέλλον, είναι δεδομένο ότι θα μαθευτούν πολύ περισσότερα, από όσα, τώρα, γνωρίζουμε.
Κατόπιν τούτων, δεν είναι, καθόλου, δύσκολο να καταλάβουμε, για ποιόν λόγο, ήδη, από τις 6/2/1999 (και νωρίτερα), η τουρκική κυβέρνηση είχε αρχίσει να ετοιμάζει την φυλακή, στο Ιμραλί, αφού θεωρούσε δεδομένο ότι η ελληνική πλευρά, που είχε τον Abdullah Ocalan, στην ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι, θα τον παρέδιδε εκεί, που έπρεπε να τον παραδώσει.
Για τον ίδιο λόγο, η MIT έστειλε, από τις 7 Φεβρουαρίου 1999, με την μεσολάβηση της CIA, στην κυβέρνηση της Ουγκάντας, τους πράκτορές της, στο Έντεμπε, με ιδιωτικό αεροπλάνο, περιμένοντας την άμεση παράδοση του Abdullah Ocalan (κάτι που, όμως, καθυστέρησε), προφανώς, επειδή ο πράκτορας της ΕΥΠ Σάββας Καλεντερίδης και ο πρεσβευτής Γεώργιος Κωστούλας και οι άλλοι, μέσα στην ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι της Κένυας, θα υπάκουαν, στις εντολές του υπουργού Εξωτερικών Θεόδωρου Πάγκαλου και του, τότε, αρχηγού της ΕΥΠ Χαράλαμπου Σταυρακάκη και θα έβγαζαν τον ηγέτη του PKK, έξω από την πρεσβεία.
Το αστείο είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι, που ήθελαν να εμπλακούν, στην υπόθεση Ocalan, ήσαν περισσότεροι από όσους, μέχρι τώρα, αναφέραμε. Και τούτο, επειδή, η βρετανική MI6, ζήτησε, από τον πρόεδρο της Ουγκάντας, την άδεια, για να σταθμεύσει, στο αεροδρόμιο του Έντεμπε, μια άλλη ομάδα παλαιών Βρετανών καταδρομέων, που είχαν μισθωθεί, από όλα τα "καλά παιδιά" της παρέας (Αμερικανούς, Τούρκους, Βρετανούς), με στόχο την εμπλοκή τους, στην υπόθεση Ocalan, αλλά, με αδιευκρίνιστο έργο. Ο Σάββας Καλεντερίδης ισχυρίζεται ότι αυτοί προετοιμάζονταν, για τον ίδιο και την δική του ομάδα, αλλά αυτό δεν είναι, απολύτως, βέβαιο. Ίσως να είναι και έτσι, αλλά είναι, επίσης, πιθανό αυτή η δεύτερη ομάδα να ήταν ενταγμένη, μέσα στα πλαίσια ενός εναλλακτικού σχεδίου, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος, ή και την δολοφονία του, εάν ο πρώτος σχεδιασμός αποτύγχανε. Πάντως, αυτή η ομάδα υποτίθεται ότι δεν είχε καμμία συμμετοχή, επειδή ο πρόεδρος της Ουγκάντα Yoweri Kaguta Museveni, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, δεν έδωσε την άδειά του, για την παραμονή της.
Το αστείο είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι, που ήθελαν να εμπλακούν, στην υπόθεση Ocalan, ήσαν περισσότεροι από όσους, μέχρι τώρα, αναφέραμε. Και τούτο, επειδή, η βρετανική MI6, ζήτησε, από τον πρόεδρο της Ουγκάντας, την άδεια, για να σταθμεύσει, στο αεροδρόμιο του Έντεμπε, μια άλλη ομάδα παλαιών Βρετανών καταδρομέων, που είχαν μισθωθεί, από όλα τα "καλά παιδιά" της παρέας (Αμερικανούς, Τούρκους, Βρετανούς), με στόχο την εμπλοκή τους, στην υπόθεση Ocalan, αλλά, με αδιευκρίνιστο έργο. Ο Σάββας Καλεντερίδης ισχυρίζεται ότι αυτοί προετοιμάζονταν, για τον ίδιο και την δική του ομάδα, αλλά αυτό δεν είναι, απολύτως, βέβαιο. Ίσως να είναι και έτσι, αλλά είναι, επίσης, πιθανό αυτή η δεύτερη ομάδα να ήταν ενταγμένη, μέσα στα πλαίσια ενός εναλλακτικού σχεδίου, για την παράδοση του Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος, ή και την δολοφονία του, εάν ο πρώτος σχεδιασμός αποτύγχανε. Πάντως, αυτή η ομάδα υποτίθεται ότι δεν είχε καμμία συμμετοχή, επειδή ο πρόεδρος της Ουγκάντα Yoweri Kaguta Museveni, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, δεν έδωσε την άδειά του, για την παραμονή της.
Φαίνεται ότι η αλήθεια είναι ότι τα συμβάντα, στην ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι, καθυστέρησαν, πολύ, την εκτέλεση του αρχικού σχεδιασμού. Δεν την απέτρεψαν, μεν, αλλά την καθυστέρησαν, αφού η αρχική συμφωνία προέβλεπε ότι οι Έλληνες πράκτορες, που θα στέλνονταν, από την Κέρκυρα, που βρισκόταν, μετά από μια ενδιάμεση αποτυχημένη απόπειρα να μεταβεί, στην Ολλανδία, μέσω του αεροδρομίου του Μίνσκ της Λευκορωσίας - ο πρόεδρος της χώρας αυτής Αλεκσάντρ Λουκασένκο, σε συνεννόηση, με τους Ρώσους και τους Αμερικάνους, δεν επέτρεψε την πραγματοποίηση τη πτήσης αυτής -, στο Ναϊρόμπι, θα υπάκουαν, στην κυβερνητική εντολή ("πετάξτε έξω τα μουνόπανα") και θα τύλιγαν, με ένα σεντόνι τον Ocalan, αφήνοντάς τον, έξω, από κάποιο ξενοδοχείο της κενυατικής πρωτεύουσας.
Τελικά, τα πράγματα εξελίχθηκαν, διαφορετικά και σε ένα, μετέπειτα, χρονικό διάστημα, από τον αρχικό σχεδιασμό. Ο πρεσβευτής Γεώργιος Κωστούλας υποχρεώθηκε, από την κενυατική κυβέρνηση να συμφωνήσει, για την έξοδο του Abdullah Ocalan, από την πρεσβεία, στις 15 Φεβρουαρίου 1999, με αποτέλεσμα να τον δώσουν στις κενυατικές μυστικές υπηρεσίας και αυτές, καθ' οδόν, προς το αεροδρόμιο να τον παραδώσουν, στην CIA.
Από εκεί και πέρα, η τύχη του Abdullah Ocalan ήταν προκαθορισμένη. Η CIA τον παρέδωσε, στους πράκτορες της MIT, οι οποίοι το μόνο, που έκαναν, ήταν να πετάξουν, με το αεροπλάνο, από το Έντεμπε, στο Ναϊρόμπι και απλώς, να παραλάβουν τον ηγέτη του PKK, από τους Αμερικανούς και να τον μεταφέρουν, στην Τουρκία.
23/10/1998 Ο κλοιός γύρω από τον Abdullah Ocalan σφίγγει, οι φυλακισμένοι μαχητές του PKK, διοργανώνουν ταραχές και αυτοπυρπολούνται, για να του συμπαρασταθούν. Μάταιος κόπος...
Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να πούμε, είναι ότι ένα, όχι ασήμαντο, αλλά, πάντως, μικρό κομμάτι των γεγονότων, που οδήγησαν τον Abdullah Ocalan, στο Ναϊρόμπι της Κένυας, αλλά και όλα όσα πολύ σημαντικά και χαρακτηριστικά των προθέσεων και των επιδιώξεων του Κώστα Σημίτη και της κυβέρνησής του, συνέβησαν, στην πρεσβεία, μέχρι το βράδυ της 15ης Φεβρουαρίου 1999, που οι ελληνικές αρχές, με σαφή εντολή της ελληνικής κυβέρνησης, έβγαλαν έξω από αυτήν και παρέδοσαν, οδεύοντας, προς το αεροδρόμιο, τον ηγέτη του PKK, στις κενυατικές και τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και από εκεί, στους πράκτορες της MIT, περιγράφονται, γλαφυρότατα και με, άκρως, παραστατικό τρόπο, στην εκτενέστατη αναφορά, που συνέταξε, στις 21/2/1999, ο πρεσβευτής της Ελλάδας, στην Κένυα, Γεώργιος Κωστούλας και την οποία απέστειλε, στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Μπορεί αυτή η αναφορά να είναι μακροσκελής, αλλά είναι χρήσιμο να διαβαστεί, για να γίνει κατανοητό το μέγεθος του, εν ψυχρώ, προμελετημένου εγκλήματος, που διέπραξε, μετά από συνεννόηση, με τον Αμερικανό πρέσβη, στην Αθήνα, Nicholas Burnes, ο Κώστας Σημίτης, στέλνοντας τον Abdullah Ocalan, στην Κένυα.
Ας δούμε το περιεχόμενό της :
Κρυπτό Ναϊρόμπι 21 Φεβρουαρίου 1999
ΑΠ 1847Β/5/ΑΣ 162
Από: Πρεσβεία Ναϊρόμπι
Προς: Γραφείο ΑΝΥΠΕΞ (για κ. ΑΝΥΠΕΞ)
Κοιν.: Γραφείο Υπουργού (για κ. Υπουργό) Γραφείο Γενικού Γραμματέα (για κ. Γενικό)
WWWW Ζ01, Ζ02, Ζ05
Άκρως απόρρητο - ειδικού χειρισμού άμεση επίδοση
Θέμα: Υπόθεση Οτσαλάν
Σχετ.: τηλ/μά σας ΑΠ ΕΧ ΑΣ 01/20.2.99
Α. Συμφώνως προς οδηγίες σας, πρεσβεία παραθέτει ό,τι γνωρίζει για υπόθεση Οτσαλάν:
ΔΕΥΤΕΡΑ, 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Περί ώρα 13.00, διευθυντής διπλωματικού γραφείου υπουργού κ. Βασίλης Παπαϊωάννου επεκοινώνησε τηλεφωνικά με πρεσβεία και εζήτησε υπογράφοντα.
Υπογράφοντος απουσιάζοντος σε UNEP (σημείωση: από 1 έως και 5 Φεβρουαρίου, συνεδρίασε σε Ναϊρόμπι Εκτελεστικό Συμβούλιο UNEP - Ναϊρόμπι είναι έδρα UNEP και Habitat, οποίων προΐσταται βοηθός γενικός γραμματέας ΟΗΕ κ. Κλάους Τόπφερ, Γερμανός), κ. Παπαϊωάννου συνομίλησε με συνεργάτη μου κ. Διακοφωτάκη, γραμματέα πρεσβείας Α', και του είπε εξής:
«Ό, τι ακολουθεί είναι ειδικού χειρισμού. Πρόσεχε. Σημείωνε ό,τι λέω. Θα έρθει ένα αεροπλάνο. Μεριμνήσετε για παραλαβή του. Δεν γνωρίζομε ώρα αφίξεως, ειδοποιηθεί αμέσως πρέσβυς».
Συνεργάτης μου ερώτησε περί τίνος πρόκειται και έλαβε απάντηση ότι «αν γνωρίζετε τι συμβαίνει πέριξ της Ιταλίας, θα καταλάβετε». κ. Παπαϊωάννου είπε, τέλος, ότι θα καλέσει εκείνος εκ νέου πρεσβεία, ευθύς ως έχει νεώτερα.
Συνεργάτης μου επικοινώνησε αμέσως μαζί μου με ασύρματη επικοινωνία. Έτσι διέκοψα συμμετοχή μου σε εργασίες UNEP και επέστρεψα σε πρεσβεία περί ώρα 14.00.
Μαζί με συνεργάτη μου εκτιμήσαμε ότι αεροπλάνο επρόκειτο μεταφέρει κάποιον αξιωματούχο Σέρβο ή Σερβοβόσνιο, οποίος αντιμετώπιζε προβλήματα. Σημειώνω ότι ημέρες εκείνες, σύμφωνα με διεθνή Τύπο, επέκειτο βομβαρδισμός Κοσσυφοπεδίου από ΝΑΤΟ.
κ. Παπαΐωάννου επεκοινώνησε εκ νέου με πρεσβεία περί ώρα 16.00 και είπε σε υπογράφοντα εξής:
«Αεροπλάνο πρόκειται αφιχθεί Ναϊρόμπι μεταξύ 00.00 και 01.00 πρωινή, επομένης 2 Φεβρουαρίου. Αεροσκάφος είναι τύπου Falcon 900, call sign 9 Μ ΒΑΒ. Ονόματα επιβατών έχουν ως εξής:
1 Κος Αρίστος Αριστείδου, κάτοχος υπ' αριθμόν C 110226 κυπριακού διαβατηρίου, ημερομηνία γεννήσεως 10.6.1949.
2 Κος Ayaz Ibrahim, κάτοχος υπ' αριθμόν 76315983 σουηδικού διαβατηρίου, ημερομηνία γεννήσεως 1.1.1959.
3 Κος Berivan Gungor, κάτοχος γερμανικής ταυτότητος υπ' αριθμόν 5031665406, γεννηθείς 3.12.1981.
4 Κος Μαύρος Λάζαρος, γεννηθείς 9.8.1953, κάτοχος υπ' αριθμόν C 015918 κυπριακού διαβατηρίου.
5 Κος Σάββας Καλεντερίδης, κάτοχος υπ' αριθμόν Κ 392127 ελληνικού διαβατηρίου.
κος Καλεντερίδης δεν πρόκειται αποβιβασθεί αλλά επιστρέψει αμέσως Ελλάδα.
Μεριμνήσατε για παραλαβή τους σε επίπεδο γραμματέως πρεσβείας καθώς και για φιλοξενία τους, περίπου μία εβδομάδα για σαφάρι. Κανονίστε τους λιοντάρια και τίγρεις, έξοδα σας αποσταλούν».
Υπογράφων ερώτησε αν στοιχεία αυτά επαρκούσαν για αποστολή ρηματικής διακοινώσεως σε εδώ ΥΠΕΞ για άδεια υπερπτήσεως, κλπ. κ. Παπαϊωάννου απήντησε ότι θα επικοινωνούσε εκ νέου με πρεσβεία και ό,τι εν πάση περιπτώσει πρεσβεία έπρεπε ενεργήσει ταχύτερο δυνατόν για εξασφάλιση άδειας υπερπτήσεως, προσγειώσεως, κλπ. Κατά γνώμη του και γνώμη μας, λόγω προκεχωρημένης ώρας και εδώ ρυθμών εργασίας, διακοίνωση έπρεπε γίνει ταχύτερο δυνατόν. Επιφυλάχθηκε μας δώσει πλείονα στοιχεία αργότερα.
Σε συνέχεια επικοινωνίας αυτής, πρεσβεία απέστειλε ρηματική διακοίνωση (ΑΠ 1069/1/ΑΣ 103/1.2.99) σε εδώ ΥΠΕΞ ζητώντας άδεια υπερπτήσεως προσγειώσεως, κλπ, βάσει ανωτέρω στοιχείων και προβάλλουσα ως λόγο ταξιδίου τουρισμό.
ΤΡΙΤΗ, 2 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Υπογράφων και συνεργάτης του συμφώνησαν συναντηθούν ώρα 23.00 προκειμένου μεταβούν ίδιοι σε αεροδρόμιο με δύο αυτοκίνητα.
Περί ώρα 22.00, υπογράφων δέχεται σε κατοικία του τηλεφώνημα κ. Παπαϊωάννου, οποίος τον πληροφορεί ότι αεροσκάφος πρόκειται φθάσει τελικώς περί ώραν 06.00 πρωινή.
Υπογράφων συνεννοείται εκ νέου με συνεργάτη του σχετικά.
Περί ώρα 03.00, υπογράφων δέχεται τηλεφώνημα από κ. Υπουργό, οποίος του λέγει ότι «επισκέπτες σας θα καθυστερήσουν».
Νεώτερο τηλεφώνημα κ. Παπαϊωάννου αλλάζει εκ νέου ώρα αφίξεως αεροσκάφους και την τοποθετεί μεταξύ 09.00 και 10.00 ώρα, 2 Φεβρουαρίου. Υπογράφων συνεννοείται εκ νέου με συνεργάτη του.
Υπογράφων και συνεργάτης του μεταβαίνουν αεροδρόμιο περί ώρα 09.30. Σύστημα ασύρματης επικοινωνίας επιτρέπει σε κ. Διακοφωτάκη, οποίος εισήλθε σε χώρους transit αεροδρομίου, να επικοινωνεί συνεχώς με υπογράφοντα.
Μέχρι ώρα 10.45, αεροσκάφος δεν είχε εμφανισθεί. Μέσω πρεσβείας κ. Παπαϊωάννου ειδοποιήθηκε σχετικά και είπε ότι 11.30, αεροσκάφος επρόκειτο εισέλθει σε εναέριο χώρο Κένυα.
Τελικώς, εντελώς τυχαία, λόγω τηλεφωνικής επικοινωνίας πρεσβείας με πύργο ελέγχου, πληροφορηθήκαμε ότι αεροσκάφος είχε μόλις προσγειωθεί (περίπου 11.00).
κ. Διακοφωτάκης εμερίμνησε για παραλαβή αφιχθέντων, διεκπεραίωση τελωνειακών διατυπώσεων, παραλαβή αποσκευών, κλπ., σε συντομώτατο χρονικό διάστημα.
Σημειώνομε ότι άπαντες οι επιβάτες εισήλθαν νομιμώτατα εντός Κένυα με σφραγίδα θεωρήσεως σε διαβατήριό τους και συμπλήρωση κάρτας εισόδου. κ. Καλεντερίδης παρέμεινε διότι, όπως μας είπε, εν τω μεταξύ οδηγίες του είχαν αλλάξει.
Σημειώνομε, επίσης, ότι:
Α Οτσαλάν εισήλθε σε Κένυα με πλαστό κυπριακό διαβατήριο και όνομα Λάζαρος Μαύρος.
Β Κος Berivan Gungor ήταν κα Melsa Deniz, οποία εισήλθε σε Κένυα με γερμανική ταυτότητα, οποία ανήκε σε άλλο πρόσωπο. Πρόκειται για μοναδικό επιβάτη αεροσκάφους, οποίος, λόγω ελλείψεως διαβατηρίου, δεν φέρει σφραγίδα εισόδου σε έγγραφά του.
Άμα τη παραλαβή των επιβατών, αναχωρήσαμε αμέσως για κατοικία. Σημειώνω ότι άφησα Κενυάτη οδηγό πρεσβείας σε αεροδρόμιο διότι χώρος αυτοκινήτων δεν επαρκούσε για μεταφορά αφιχθέντων.
Μέχρι στιγμή εκείνη πρεσβεία ουδέν εγνώριζε για ταυτότητα επισκέπτη. Υπογράφων, πάντως, ανεγνώρισε αμέσως Οτσαλάν ενώ συνεργάτης του λίγο αργότερα.
Σε κατοικία κατέλυσε σύνολο ταξιδιωτών. Ενημερώσαμε αμέσως κ. Παπαϊωάννου για ασφαλή άφιξη και παραλαβή τους. Σε κ. Παπαϊωάννου ελέχθη μέσω υπαλλήλου πρεσβείας ότι «κος πρέσβυς ευχαριστεί θερμώς για φάρμακα που του στείλατε». Κος Παπαϊωάννου απήντησε «εγώ τον ευχαριστώ που τα παρέλαβε».
Ταξιδιώτες είναι άπαντες κατάκοποι και άγρυπνοι. Μετά μεσημεριανό φαγητό σπεύδουν για ύπνο, εξαιρέσει κ. Καλεντερίδη.
Απόγευμα κ. Καλεντερίδης αναχωρεί με κ. Διακοφωτάκη από κατοικία με κατεύθυνση πρεσβεία. Κος Καλεντερίδης επιθυμεί αποστείλει μήνυμα σε υπηρεσία του και μεταβιβάσει μήνυμα κ. Αριστείδου σε γυναίκα του ότι είναι καλά.
κ. Διακοφωτάκης συνεννοείται τηλεφωνικώς με κ. Παπαϊωάννου, οποίος τον συμβουλεύει αποστείλει σε γραφείο υπουργού δύο χωριστά τηλεγραφήματα ειδικού χειρισμού, εκ των οποίων υπηρεσιακό να είναι προσωπικό για κ. υπουργό. Όπερ και εγένετο.
Δυσκολία κρυπτό επικοινωνίας αναγκάζει κ. Διακοφωτάκη συνεννοηθεί με ακόλουθο κα Βεβέ, οποία ήταν βάρδια σε γραφείο υπουργού, και αποστείλει δύο φορές εν λόγω σήματα.
ΤΕΤΑΡΤΗ, 3 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
κ. Διακοφωτάκης επικοινωνεί με κ. Παπαϊωάννου, οποίος του μεταφέρει ότι κατ' εντολήν υπουργού, εφεξής επικοινωνία με γραφείο υπουργού θα γίνεται μόνο προφορικά, δηλαδή από τηλεφώνου.
Πρεσβεία πληροφορείται από κ. Καλεντερίδη ότι έχει οδηγίες αναχωρήσει ταχύτερο δυνατόν για Νότιο Αφρική προκειμένου συνεννοηθεί με εκεί αρχές για παροχή ασύλου και κανονικού διαβατηρίου σε Οτσαλάν. Πληροφορείται, επίσης, ότι κ. Αριστείδου πρέπει αναχωρήσει ταχύτερο δυνατόν διότι «αποστολή του έληξε, χωρίς να αποκλείεται επιστροφή του σε Κένυα». Αναχώρησή τους προγραμματίζεται για επομένη. Τέλος, ότι εντός προσεχών ημερών, πρόκειται αφιχθούν σε Κένυα συνεργάτες Οτσαλάν για να μεριμνήσουν για φύλαξή του.
Σημειωτέον ότι κ. Καλεντερίδης ευρίσκετο σε συνεχή επικοινωνία με αρχηγό υπηρεσίας του.
Απόγευμα, γενικός γραμματέας (permanent secretary) εδώ ΥΠΕΞ κ. Καθουρίμα ζητά επικοινωνήσει με κ. πρέσβυ επομένη.
ΠΕΜΠΤΗ, 4 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Κενυατική εφημερίδα The Nation δημοσιεύει σε στήλες διεθνών ειδήσεων άρθρο περί Οτσαλάν καθώς και φωτογραφία του. Πρεσβεία αποστέλλει σχετικό δημοσίευμα κεντρική υπηρεσία (Α4 δ/νση) με υπ' αριθμόν ΑΠ 1841/29/ΑΣ 120/4.2.99).
Ώρα 08.45, Αμερικανός γραμματέας πρεσβείας ζητά κ. Διακοφωτάκη και δηλώνει ότι επιθυμεί τον συναντήσει. Περίεργη πρωινή ώρα αναγκάζει κ. Διακοφωτάκη τον ρωτήσει αν συμβαίνει τίποτα. Αμερικανός απαντά αρνητικά και συμφωνείται συναντηθούν επομένη σε οικογενειακό περιβάλλον.
Υπογράφων μεταβαίνει σε εδώ ΥΠΕΞ περί ώρα 10.000, ενώ κ. Αριστείδου και κ. Καλεντερίδης έρχονται σε πρεσβεία και αναμένουν επιστροφή πρέσβεως ώστε ενημερωθούν και, εν συνεχεία, αναχωρήσουν για αεροδρόμιο.
κ. Καθουρίμα ερωτά υπογράφοντα τι γνωρίζει περί αεροσκάφους και επιβατών του. Υπογράφων απαντά πως ελάχιστα γνωρίζει καθ' ότι γραμματεύς πρεσβείας είχε φροντίσει σχετικά.
κ. Καθουρίμα επιδεικνύει σε υπογράφοντα δημοσίευμα εφημερίδος The Nation και τον ερωτά κατά πόσον γνωρίζει εν λόγω άτομο, «οποίο φέρνει σε δύσκολη θέση Ελλάδα».
Υπογράφων απαντά πως όχι και προφασίζεται δυσκολίες για ανάγνωση άρθρου, λόγω ελλείψεως γυαλιών πρεσβυωπίας.
Μετά πέρας συναντήσεως, υπογράφων, πληροφορείται από συνεργάτη του μέσω ασυρμάτου ότι συνεργάτης του συνοδεύει κ. Καλεντερίδη και κ. Αριστείδου σε αεροδρόμιο. Αναχωρεί και αυτός για αεροδρόμιο, όπου συναντώνται όλοι.
κ. Καλεντερίδης μεριμνά για έκδοση εισιτηρίου του προς Νότιο Αφρική με Κένυα Airways και ώρα αναχωρήσεως 12.00. Κος Αριστείδου μεριμνά για αναχώρησή του για Ζυρίχη με Swissair, περί ώρα 12.30.
Υπογράφων και συνεργάτης του αποχαιρετούν ταξιδιώτες και επιστρέφουν πρεσβεία. Εκεί πληροφορούνται ότι Αμερικανός συνάδελφος είχε εν τω μεταξύ επικοινωνήσει εκ νέου και, προφασιζόμενος προσωπική του εργασία σε κέντρο πόλεως, εζήτησε συναντηθεί με κ. Διακοφωτάκη. Δεδομένου ότι αυτός ήταν σε αεροδρόμιο, Αμερικανός δεν επέμεινε και είπε ότι πρόκειται ισχύσει καθορισμένο ραντεβού.
Συνομιλία με Καθουρίμα, περίεργο τηλεφώνημα Αμερικανού και αναχώρηση δύο επισκεπτών αναφέρονται αμέσως σε κ. Παπαΐωάννου, οποίος λέγει ότι θα τα μεταφέρει σε «μεγάλο τραγουδιστή», δηλαδή κ. υπουργό, και αναλαμβάνει υποχρέωση «να μας τραγουδήσει, αφού ακούσει τραγούδι μεγάλου τραγουδιστή».
Περί ώρα 14.00, κ. Καλεντερίδης τηλεφωνά σε πρεσβεία και αναφέρει ότι υπήρχε πρόβλημα σε αναχώρησή του και ότι είχε κρατηθεί με ευγενικό τρόπο, για περίπου μία ώρα, από αρχές ασφαλείας αεροδρομίου με συνέπεια να χάσει την πτήση του.
Σημειώνεται ότι σε διαβατήριό του εμφαίνεται σφραγίδα εξόδου από χώρα και υπάρχει κάρτα επιβιβάσεως αχρησιμοποίητη.
κ. Διακοφωτάκης αναχωρεί εκ νέου για αεροδρόμιο προκειμένου τον παραλάβει. Σε χώρους αεροδρομίου αντιλαμβάνεται μεγάλη παρουσία λευκών, οποίοι δεν μοιάζουν για ταξιδιώτες και παρατηρούν κινήσεις του. Αναζητά αλλά δεν βρίσκει κ. Καλεντερίδη και επιστρέφει εκ νέου σε πρεσβεία. Εν τέλει κ. Καλεντερίδης επιστρέφει σε πρεσβεία με ταξί.
Εξελίξεις αναφέρονται σε κ. Παπαϊωάννου από υπογράφοντα και αρχηγό ΕΥΠ από κ. Καλεντερίδη.
κ. Καλεντερίδης λαμβάνει εντολή από αρχηγό ΕΥΠ αναχωρήσει ταχύτερο δυνατόν από Κένυα και οδεύσει προς Νότιο Αφρική. κ. Καλεντερίδης ζητά από αρχηγό του εξετάσει δυνατότητα αποστολής άλλου ατόμου σε Νότιο Αφρική καθόσον αναχώρηση ιδίου δεν ήταν ούτε βέβαιη ούτε γρήγορη, λόγω προηγουμένης εμπλοκής του σε αεροδρόμιο.
κ. Παπαϊωάννου επικοινωνεί με υπογράφοντα και μεταφέροντας οδηγίες κ. υπουργού τονίζει ότι πρέπει πάντοτε αρνούμεθα οιαδήποτε σχέση με Οτσαλάν ενώπιον κενυατικών αρχών.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 5 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Πρωινές ώρες, κ. Καθουρίμα επικοινωνεί με υπογράφοντα και τον ερωτά για τύχη επιβατών αεροσκάφους.
Υπογράφων απαντά ότι δεν γνωρίζει πού ευρίσκονται τρεις εξ αυτών, γνωρίζει ότι ένας ανεχώρησε και ότι ένας εκρατήθη από αρχές αεροδρομίου άνευ λόγου και ότι εξακολουθεί ευρίσκεται Ναϊρόμπι.
κ. Καθουρίμα ζητά να δει διαβατήριο παραμείναντος, δηλαδή κ. Καλεντερίδη. Υπογράφων απαντά ότι λόγω προβλήματος υγείας, δεν δύναται μεταβεί σε ΥΠΕΞ και κ. Καθουρίμα προτείνει όπως δευτέρα γραμματεύς πρεσβείας προσκομίσει διαβατήριο σε γραφείο του.
Ανωτέρω αναφέρονται σε κ. Παπαϊωάννου, οποίος επιμένει σε οδηγίες «Μεγάλου τραγουδιστή», κατά οποίες υπογράφων πρέπει «Να είναι τσομπάνος και να σφυρά αμέριμνα, σε σχέση με θέμα».
κ. Καλεντερίδης αναφέρει γεγονότα σε αρχηγό ΕΥΠ, οποίος του λέγει αναχωρήσει τάχιστα από Κένυα. Τούτο δεν είναι δυνατόν καθόσον πρέσβυς ανέλαβε υποχρέωση επιδείξει διαβατήριό του σε κ. Καθουρίμα.
Ανωτέρω αναφέρονται σε κ. Παπαϊωάννου, οποίος τα μεταφέρει σε κ. υπουργό. Τελικά δίδεται εντολή από αρχηγό ΕΥΠ σε κ. Καλεντερίδη παραμείνει σε Ναϊρόμπι.
κ. Καλεντερίδης επαναλαμβάνει σε αρχηγό ΕΥΠ πρότασή του όπως τρίτο άτομο υπηρεσίας του οδεύσει προς Νότιο Αφρική.
Περί ώρα 14.00 μ.μ., κ. Παπαϊωάννου επικοινωνεί με πρεσβεία και εντέλλει υπογράφοντα μεταφέρει με «δεσποινίδα Κατεχάκη», δηλαδή κ. Καλεντερίδη, σε Οτσαλάν ότι πρέπει ταχύτερο δυνατόν απομακρυνθεί από «εθνικά χρώματα». Σε ερώτησή μου «και να πάει πού;», κ. Παπαϊωάννου απαντά ως εξής:
«Μεγάλος τραγουδιστής έχει εκνευρισθεί. Κάναμε μια εξυπηρέτηση. Μην μας την βγάζουν από την μύτη. Να πάει σαφάρι. Να πάει όπου θέλει. Μακριά από εθνικά χρώματα».
Σε σχετική ερώτησή μου απέκλεισε και μεταφορά του σε χώρους Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Υπογράφων, κ. Καλεντερίδης και κ. Διακοφωτάκης συσκέπτονται σε πρεσβεία περί του πρακτέου, προτείνεται ιδέα όπως μερίμνη πρεσβείας, Οτσαλάν μεταφερθεί σε χώρους ΟΗΕ και εκεί, εμφανιζόμενος, ενώπιον αναπληρωτού γενικού γραμματέα κ. Τόπφερ, παραδοθεί και ζητήσει προστασία και άσυλο από ΟΗΕ.
Πρόταση αυτή μεταφέρεται σε κ. Παπαϊωάννου αλλά απορρίπτεται και ζητείται από πρεσβεία μη ολιγωρεί πλέον και ζητήσει από Οτσαλάν άμεση απομάκρυνσή του από «εθνικά χρώματα».
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης μεταβαίνουν σε κατοικία και κοινοποιούν σε Οτσαλάν με πλέον κατηγορηματικό τρόπο απόφασή μας για απομάκρυνσή του από κατοικία.
Οτσαλάν δεν πείθεται. Όντας έξυπνος και αποφασισμένος αντιλαμβάνεται αμέσως κίνδυνο. Σηκώνεται από κάθισμά του, χαιρετά στρατιωτικά και αναφέρει σε υπογράφοντα ότι ζητά πολιτικό άσυλο από Ελλάδα και μας εγχειρίζει αίτηση ασύλου προς ελληνική κυβέρνηση, συντεταγμένη ιδιόχειρα σε τουρκική γλώσσα.
Υπογράφων του τονίζει ότι ελληνική κυβέρνηση έχει αποφασίσει για σοβαρώτατους λόγους να μην του χορηγήσει άσυλο. Και ότι για λόγο αυτόν ευρίσκεται εδώ, δηλαδή σε Κένυα, με δική του συναίνεση.
Τότε Οτσαλάν λέγει εξής:
«Ναι, είχα δεχθεί σε Αθήνα μεταφερθώ εκτός πρεσβευτικής κατοικίας αλλά από σήμερα είμαι σίγουρος ότι οποιοδήποτε βήμα εκτός αυτού του χώρου, χωρίς επίσημη διασφαλισμένη εγγύηση οποιασδήποτε χώρας, θα ισοδυναμεί με φυσική καταστροφή μου. Να ζητήσετε προστασία από Ελλάδα και τοπικές αρχές. Απόρριψη ασύλου μας γνωστοποιηθεί μέσα από επίσημες και θεσμοθετημένες διαδικασίες ελληνικών αρχών.
Επίσης, ζητώ από Ελλάδα λάβει απαραίτητα μέτρα για ασφάλειά μου και ζητήσετε από τοπικές αρχές περιφερειακή ασφάλεια κατοικίας».
κ. Καλεντερίδης, άριστος γνώστης τουρκικής, μεταφράζει πρόχειρα κείμενο αιτήσεως ασύλου. Εν συνεχεία, μαζί με υπογράφοντα επανέρχονται σε πρεσβεία.
Κατάσταση περιγράφεται σε κ. Παπαϊωάννου και αρχηγό ΕΥΠ. Μετά από λίγο αρχηγός ΕΥΠ επικοινωνεί και ζητά από κ. Καλεντερίδη μεταπείσει Οτσαλάν, τονίζοντας «ότι αν το θέλεις, θα τα καταφέρεις». κ. Καλεντερίδης εκθέτει εκ νέου κατάσταση σε αρχηγό του και υπογραμμίζει αποφασιστικότητα Οτσαλάν.
Υπογράφων, συνεργάτης του και κ. Καλεντερίδης συσκέπτονται περί του πρακτέου. Αποφασίζεται διαβίβαση αιτήσεως ασύλου σε γραφείο υπουργού με έγγραφο ειδικού χειρισμού και έκτακτο διπλωματικό ταχυδρομείο (βλ. έγγραφό μας ΑΠ 1841/28/ΑΣ 119/5.2.99).
Έκτακτο ταχυδρομείο μεταφέρει εμπειρογνώμων ΥΠΕΞ κ. Καμπίτσης, οποίος ήρθε σε Ναϊρόμπι για παρακολούθηση εργασιών UNEP. κ. Καμπίτσης αναχωρεί για Γενεύη και λαμβάνει οδηγίες από υπογράφοντα παραδώσει διπλωματικό ταχυδρομείο σε πρέσβυ ΜΑ Γενεύης κ. Καραϊτίδη, ώστε μέσω αυτού και χωρίς να ανοιχθεί, να παραδοθεί σε γραφείο υπουργού, εις χείρας κ. Παπαϊωάννου.
Ανωτέρω αναφέρονται σε κ. Παπαϊωάννου, οποίος αναλαμβάνει ενημερώσει κ. υπουργό. Εντολή, κατά οποία Οτσαλάν όφειλε εγκαταλείψει «εθνικά χρώματα» επιβεβαιώνεται και πρέπει εκτελεσθεί αμέσως. Ζητείται όπως συνεννοήσεις γίνουν απ' ευθείας από κ. Καλεντερίδη, χωρίς μεσολάβηση ή συμμετοχή σε συζήτηση υπογράφοντος.
Ανωτέρω μεταφέρονται σε Οτσαλάν, οποίος αρνείται ακολουθήσει οδηγίες μας. Δύο συνεργάτες του ζητούν να μην πιέζεται αρχηγός τους και απειλούν αυτοπυρποληθούν σε κήπο κατοικίας.
Σημειωτέον ότι, σε χρόνο άσχετο με Οτσαλάν, είχε προγραμματισθεί αναχώρηση κ. Διακοφωτάκη Αθήνα με διπλωματικό ταχυδρομείο. Αναχώρηση αυτή ματαιούται.
κ. Διακοφωτάκης αποστέλλει οικογένειά του Αθήνα και παραμένει για υποβοήθηση χειρισμού υποθέσεως. Σύζυγός του ουδέν εγνώριζε για όλο θέμα.
ΣΑΒΒΑΤΟ, 6 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Νέες άκαρπες συνεννοήσεις και προσπάθειες τόσο κ. Καλεντερίδη όσο και υπογράφοντος με Οτσαλάν μεταφέρονται σε κ. Παπαϊωάννου και αρχηγό ΕΥΠ. Τελευταίος ζητά από κ. Καλεντερίδη εγκαταλείψει ταχύτερο δυνατόν Κένυα.
Από κ. Παπαϊωάννου πληροφορούμεθα ότι επομένη αναχωρεί «εκτός συνόρων» και ότι «επικοινωνία μαζί του θα είναι δύσκολη». Ζητείται εκ νέου «άμεση απομάκρυνση από εθνικά χρώματα».
Υπογράφων, εκμεταλλευόμενος φιλίες του με Έλληνα επιχειρηματία, εφεξής «Πάνος», καθώς και άριστο κλίμα διμερών σχέσεων με Σεϋχέλλες, και έχοντας κατά νου οικονομικές δυσχέρειες χώρας αυτής, προτείνει σε κ. Παπαϊωάννου να γίνουν σχετικές κρούσεις σε κ. Πάνο.
Πρόταση δεν γίνεται αμέσως δεκτή. Όμως, λίγο αργότερα, περί ώρα 16.00, κ. Παπαϊωάννου λέγει ότι εδόθη σχετική έγκριση και ζητείται από υπογράφοντα υποδείξει τρόπο επικοινωνίας. Αίτημα είναι έκδοση ισχυρού, γνήσιου και, ει δυνατόν, διπλωματικού διαβατηρίου από Σεϋχέλλες επ' ονόματι Οτσαλάν με πραγματικό του όνομα. Δηλαδή πλήρης πολιτογράφησή του ως πολίτου Σεϋχελλών ή, τουλάχιστον, παραμονή του σε χώρα αυτή για κάποιο διάστημα.
Συνεννοήσεις με κ. Πάνο αναλαμβάνει ΕΥΠ και φαίνεται ότι δημιουργούν συγχύσεις καθόσον αρμόδιοι ΕΥΠ παρουσιάζουν σε κ. Πάνο γνήσιο διαβατήριο Πορτογαλίας με φωτογραφία Οτσαλάν και άλλο όνομα για μεσολάβηση προς έκδοση θεωρήσεως. κ. Πάνος απήντησε ότι πορτογαλικά διαβατήρια δεν έχουν ανάγκη θεωρήσεως σε Σεϋχέλλες.
Περί ώρα 18.00, κ. Διακοφωτάκης, οποίος ευρίσκεται μόνος σε πρεσβεία δέχεται τηλεφώνημα από κ. Αριστείδου, οποίος του λέγει «είμαι κάπου στην Ευρώπη και Δευτέρα - Τρίτη θα έρθω σε σας». Ερωτά για υγεία φιλοξενουμένων και υπόσχεται ότι γίνονται απαραίτητες προσπάθειες για ασφαλή και γρήγορη επίλυση κρίσεως.
Βραδυνές ώρες, εδώ συνεργάτιδα Οτσαλάν πληροφορήθηκε από Ευρώπη ότι δύο συνεργάτες του ταξιδεύουν ήδη προς Ναϊρόμπι και ότι πρέπει μεριμνήσωμε για παραλαβή τους.
ΚΥΡΙΑΚΗ, 7 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Ημέρα κυλά ήρεμα, Οτσαλάν αρνούμενου εγκαταλείψει κατοικία.
Αρχηγός ΕΥΠ επικοινωνεί με κ. Καλεντερίδη και του λέγει ότι «κάποιος θα έρθει και θα φέρει κάτι».
κ. Καλεντερίδης αναζητά συνεργάτες Οτσαλάν αλλά δεν τους ευρίσκει. Αργότερα πληροφορείται ότι συνεργάτες αυτοί ήταν κάτοχοι ελληνικών προσφυγικών διαβατηρίων και ότι δεν τους είχε επιτραπεί είσοδος σε Κένυα.
κ. Παπαϊωάννου επικοινωνεί με υπογράφοντα και του λέγει ότι «Δεσποινίδα πρέπει κάνει δουλειά της όσο πιο γρήγορα γίνεται», δηλαδή πείσει Οτσαλάν εγκαταλείψει κατοικία. Μας επισημαίνει ότι λόγω ταξιδιού του εκτός συνόρων θα υπάρχει πρόβλημα επικοινωνίας και ζητά του δίδονται μηνύματα μέσω γραφείου υπουργού.
Πληροφορούμεθα όλως τυχαίως ότι κ. υπουργός αναχωρεί αυθημερόν για βαλκανική περιοδεία και ότι πρόκειται επιστρέψει Αθήνα βράδυ προσεχούς Τετάρτης.
ΔΕΥΤΕΡΑ, 8 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Κατ' εντολήν υπογράφοντος, κ. Διακοφωτάκης, περί ώρα 15.00 μεταβαίνει σε ΥΠΕΞ Κένυα προκειμένου συναντηθεί με γενικό γραμματέα κ. Καθουρίμα και του επιδείξει διαβατήριο κ. Καλεντερίδη.
Σε γραφείο γενικού γραμματέα, ευρίσκονται επίσης επικεφαλής υπηρεσίας πρωτοκόλλου και έτερο άτομο, οποίος συνεργάτης μου δεν γνωρίζει και οποίο δεν συστήνεται. κ. Διακοφωτάκης εικάζει ότι είτε επρόκειτο για κάποιο στέλεχος αστυνομίας ή ασφάλειας, ή για άτομο προεδρικού περιβάλλοντος.
Σε κ. Διακοφωτάκη τίθενται εξής ερωτήματα:
1 Πού είναι αυτοί που ήρθαν.
Απάντηση: Τρεις δεν γνωρίζω, ένας έφυγε, ένας είναι εδώ κι αυτό είναι διαβατήριό του.
2 Ποιος ήταν τύπος αεροσκάφους.
Απάντηση: Δεν γνωρίζω από αεροπλάνα.
Άγνωστος συνομιλητής επιμένει ότι ήταν Falcon.
3 Ποιος έδωσε άδεια υπερπτήσεως και προσγειώσεως.
Απάντηση: Άδεια ζητήθηκε με ρηματική διακοίνωση. Δεν γνωρίζω συνέχεια από πλευράς αρμοδίων υπηρεσιών (πύργος ελέγχου κ.λπ.).
Διευθυντής πρωτοκόλλου επιμένει ότι άδεια έπρεπε δοθεί γραπτώς και ερωτά κατά πόσον μας εδόθη γραπτή άδεια. Απάντηση αρνητική.
4 Πώς βγήκαν ταξιδιώτες από αεροδρόμιο.
Απάντηση: Όπως κάθε άλλος επιβάτης.
Διευθυντής πρωτοκόλλου αρνείται εκδοχή αυτή, οποία είναι πέρα για πέρα αληθής, και επιμένει ότι ταξιδιώτες βγήκαν κρυφά από αεροδρόμιο, μάλλον από χώρο υποδοχής VIP (Vice - President Lounge), οποίο ανοίγει μόνο για υποδοχή υπουργών.
κ. Διακοφωτάκης εξηγεί όλη διαδικασία, οποία ακολουθείται σε περιπτώσεις αφίξεως σε διεθνές αεροδρόμιο Ναϊρόμπι αλλά δεν γίνεται πιστευτός. Κενυάτες αδυνατούν αντιληφθούν πώς ετέθησαν θεωρήσεις σε διαβατήρια, πώς συμπληρώθηκαν δελτία εισόδου, οποία προφανώς είχαν απολέσει.
κ. Διακοφωτάκης επιδεικνύει διαβατήριο κ. Καλεντερίδη, σε οποίο εμφαίνεται σφραγίδα εισόδου και θεώρηση.
κ. Καθουρίμα ζητά άδεια κρατήσει διαβατήριο 24 ώρες. κ. Διακοφωτάκης τον παρακαλεί συνεννοηθεί με κ. πρέσβυ. κ. Καθουρίμα δεν επιμένει και ζητά από άγνωστο άτομο φωτοτυπήσει διαβατήριο.
5 Τι δουλειά κάνουν τα άτομα που ήρθαν.
Απάντηση: Δεν ξέρω. Νομίζω ότι ήταν επιχειρηματίες.
6 Τα άτομα αυτά είχαν εντεταλμένη υπηρεσία από ελληνική κυβέρνηση επιθεωρήσουν χώρους πρεσβείας. Ήρθαν σε πρεσβεία.
Απάντηση: Όχι, άτομα αυτά δεν έχουν καμμία απολύτως σχέση με ελληνική κυβέρνηση και ούτε ήρθαν σε χώρο πρεσβείας για οποιαδήποτε εργασία πλην κ. Καλεντερίδη, οποίος διαμαρτύρεται για κράτησή του σε αεροδρόμιο Ναϊρόμπι χωρίς λόγο.
Διευθυντής πρωτοκόλλου ερωτά αν διαβατήριο αυτό είναι πλαστό και συνεργάτης μου απαντά αρνητικά. Επιμένει ότι υπάρχει κι άλλο ελληνικό διαβατήριο εντός Κένυα με τα αυτά στοιχεία και τον ίδιο αριθμό.
κ. Διακοφωτάκης επαναλαμβάνει ότι διαβατήριο δεν είναι πλαστό και ότι του προξενεί εντύπωση ύπαρξη πλαστού διαβατηρίου με τον αυτόν αριθμό.
Διευθυντής πρωτοκόλλου επιμένει και λέγει ότι γίνονται έρευνες για θέμα πλαστού διαβατηρίου.
7. Ποιος παρέλαβε επιβάτες αεροσκάφους.
Απάντηση: Εγώ.
8. Πρέσβυς ήταν σε αεροδρόμιο.
Απάντηση: Ναι, αλλά δεν ήταν σε παραλαβή τους.
Σημειώνω ότι λόγω υπηρεσιακού αυτοκινήτου, παρουσία μου σε αεροδρόμιο ήταν γνωστή.
Εντύπωση επροκάλεσε σε συνεργάτη μου ότι δεν ηρωτήθη πού μετεφέρθησαν ταξιδιώτες καθώς και ότι δεν επέμειναν για λοιπούς τρεις.
Ανωτέρω αναφέρθηκαν από κ. Καλεντερίδη σε αρχηγό ΕΥΠ, οποίος του είπε να περιμένει άφιξη «φίλου». Προσπαθήσαμε επικοινωνήσωμε με κ. Παπαϊωάννου, μέσω γραφείου υπουργού (κ. Τσαούσης, κα Θεοφίλη) αλλά εν τέλει δεν κατέστη δυνατό.
ΤΡΙΤΗ, 9 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Ημέρα αυτή κυλά χωρίς εξελίξεις. Αδυνατούμε επικοινωνήσωμε με κ. Παπαϊωάννου.
Οτσαλάν εξακολουθεί ευρίσκεται σε κατοικία. Ενημερώνεται από τουρκικό Τύπο, μέσω Ιντερνέτ, οποίον του προμηθεύει κ. Καλεντερίδης καθημερινώς.
κ. Καλεντερίδης μας ενημερώνει ότι ένα άρθρο εφημερίδος Χουριέτ ισχυρίζεται ότι εντός προσεχών ημερών Οτσαλάν πρόκειται συλληφθεί.
Σημειώνω, επίσης, ότι από 2 Φεβρουαρίου, ανά διήμερο, συνεργάτις Οτσαλάν Melsa Deniz έρχεται σε πρεσβεία προκειμένου τηλεφωνήσει και διαβεβαιώσει κάποια υψηλόβαθμα στελέχη ΡΚΚ σε Ευρώπη πως Οτσαλάν είναι καλά και είναι ασφαλής. Επικοινωνία γίνεται μόνο σε ελληνική γλώσσα και υπό στενή επιτήρηση κ. Καλεντερίδη.
ΤΕΤΑΡΤΗ, 10 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Περί ώρα 11.00, έρχεται σε πρεσβεία κ. Πάνος. Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης, ευρισκόμενοι σε κατοικία, ειδοποιούνται από κ. Διακοφωτάκη έρθουν αμέσως σε πρεσβεία.
κ. Πάνος αναφέρει συνεννοήσεις του με ΕΥΠ σε Αθήνα. Κατόπιν οδηγιών ΕΥΠ επεκοινώνησε με Σεϋχέλλες και είχε θετική ανταπόκριση. Αρμόδιοι Σεϋχελλών δέχονται φιλοξενήσουν και δώσουν διαβατήριο σε Οτσαλάν, οποίου όμως αγνοούν ταυτότητα. κ. Πάνος υποστηρίζει ότι Σεϋχέλλες ζητούν 15 εκατομμύρια δολλάρια και ότι ήδη κ. Αριστείδου προσπαθεί εξασφαλίσει κάποιο ποσό ως προκαταβολή και, εν συνεχεία, αναχωρήσει για Σεϋχέλλες.
κ. Πάνος ήρθε σε πρεσβεία εφοδιασμένος με τηλέφωνο Panafon a la carte, οποίο του επρομήθευσε αρχηγός ΕΥΠ προς επίλυση σοβαρώτατου προβλήματος τηλεπικοινωνιών αρχής μας, μέσω ανοικτών γραμμών.
Δυστυχώς, όμως, για πρεσβεία, σύστημα κινητής τηλεφωνίας Κένυα δεν είναι συμβατό με ελληνικό. Ως εκ τούτου, τηλέφωνο ήταν άχρηστο.
Υπογράφων δέχεται τηλεφώνημα από ΜΑ Γενεύης. κ. Καραϊτίδης ζητά πληροφορηθεί περιεχόμενο διπλωματικού φακέλου και ερωτά γιατί δεν μπορεί να το ανοίξει. Υπογράφων τον παρακαλεί αποστείλει φάκελο αμέσως σε Αθήνα και γραφείο υπουργού.
Ακολούθησε σύσκεψη περί του πρακτέου. Αρχίσαμε επεξεργαζόμαστε σενάρια για ασφαλή αναχώρηση Οτσαλάν σε Σεϋχέλλες. Μεταξύ άλλων, σκεφθήκαμε μεταφορά του σε αγρόκτημα και αναχώρησή του από Κένυα προς Σομαλία ή Τανζανία με μικρό δικινητήριο αεροπλάνο, οποίο θα αναχωρούσε από έναν από χωμάτινους διαδρόμους (air strips), οποίοι αφθονούν σε Κένυα. Συζήτηση δεν κατέληξε, ελλείψει επικοινωνίας με ΥΠΕΞ και άγνοια εξελίξεων θέματος σε Αθήνα.
Περί ώρα 17.30, υπογράφων δέχεται τηλεφώνημα από άγνωστο, οποίο ακούν συνεργάτης μου, κ. Πάνος και κ. Καλεντερίδης.
Άγνωστος ισχυρίζεται ότι είναι δημοσιογράφος Βήματος Νίκος Μαράκης και ότι έμαθε πως Οτσαλάν ευρίσκεται σε Κένυα και ζητά πληροφορηθεί κατά πόσον αυτό είναι αληθές. κ. Διακοφωτάκης αντιλαμβάνεται ξενικό χαρακτήρα προφοράς και ότι ομιλών δεν είναι Νίκος Μαράκης. Υπογράφων διαψεύδει τα περί Οτσαλάν. Τηλεφώνημα λαμβάνει τέλος.
Κος Καλεντερίδης επικοινωνεί με αρχηγό του, σε οποίον αναφέρει περιστατικό καθώς και ότι Πάνος ευρίσκεται Ναϊρόμπι. Περιστατικό αναφέρει και υπογράφων σε κ. Παπαϊωάννου.
Κος Αριστείδου επικοινωνεί με κ. Καλεντερίδη, σε οποίον αναφέρει ότι δύο συνεργάτες Οτσαλάν ταξιδεύουν ήδη προς Ναϊρόμπι. Κατά συνομιλητή του, κίνηση τελεί εν γνώσει ΕΥΠ.
Υπογράφων προσπαθεί επικοινωνήσει με γραφείο υπουργού. Πληροφορείται ότι αεροσκάφος κ. υπουργού ευρίσκεται εν πτήσει προς Αθήνα, προερχόμενο από βαλκανική χώρα.
Περί ώρα 21.30, επικοινωνούμε με κ. Παπαϊωάννου, οποίος μόλις έχει προσγειωθεί και κατευθύνεται σε οικία του. Αναλαμβάνει μας ενημερώσει ταχύτερο δυνατόν.
Επισημαίνω ότι, από μεσημεριανές ώρες Κυριακής έως βραδυνές ώρες Τετάρτης, πρεσβεία ουδεμία είχε επικοινωνία με κ. Παπαϊωάννου ή άλλο πρόσωπο ΥΠΕΞ για συγκεκριμένο θέμα.
Βραδυνές ώρες έρχονται σε πρεσβεία δύο συνεργάτιδες Οτσαλάν, οποίες ενημερώνονται για κατάσταση και ζητούν δουν αμέσως Οτσαλάν.
Υπογράφων, κ. Πάνος, κ. Καλεντερίδης και δύο συνεργάτιδες Οτσαλάν αναχωρούν για κατοικία. Εκεί γίνεται σύσκεψη και κ. Πάνος εξηγεί κατάσταση σε Οτσαλάν με αντικειμενικό σκοπό να πεισθεί και να επιλέξει λύση Σεϋχελλών. Εξαίρεται επαναστατικό παρελθόν Σεϋχελλών καθώς και νυν Προέδρου Δημοκρατίας καθώς και κακές σχέσεις τους με ΗΠΑ. Τονίζεται ασφαλές περιβάλλον νήσων για παραμονή του εκεί.
Οτσαλάν φαίνεται να πείθεται, λέγοντας μάλιστα πως «αν είναι όπως μου τα λέτε, να πάμε εκεί και να κάνωμε και επενδύσεις».
ΠΕΜΠΤΗ 11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Περί ώρα 10.00, άγνωστος τηλεφωνά σε πρεσβεία, ισχυριζόμενος ότι είναι δημοσιογράφος UPI και ότι ζητά πρέσβυ προκειμένου τον ερωτήσει κατά πόσον αληθεύει πως Οτσαλάν ευρίσκεται Κένυα. Τηλέφωνο απαντάται από διοικητικό υπάλληλο, οποίος λέγει ότι κ. πρέσβυς δεν είναι σε πρεσβεία και ότι ουδέν γνωρίζει σχετικά.
Περί ώρα 12.00, κ. Αριστείδου μας πληροφορεί ότι εξεύρεση χρημάτων δεν είναι δυνατή σε Αθήνα κι ότι αναχωρεί για Ευρώπη προς εξεύρεσή τους, μέσω ΡΚΚ.
Υπογράφων αναφέρει ανωτέρω σε κ. Παπαϊωάννου. Τελευταίος επαναλαμβάνει ανάγκη αμέσου απομακρύνσεως Οτσαλάν από «εθνικά χρώματα».
Υπογράφων μαζί με κ. Καλεντερίδη μετέβησαν αμέσως σε κατοικία προκειμένου ενημερώσουν Οτσαλάν και του ζητήσουν για μια ακόμη φορά άμεση αποχώρησή του από κατοικία και μεταφορά του σε άλλο χώρο. Τότε μας επανέλαβε θέση του ότι θα φύγει μόνον εάν παρασχεθούν απαραίτητες εγγυήσεις, διαφορετικά είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης επιστρέφουν σε πρεσβεία. Αναφέρουν τελευταίες εξελίξεις σε κ. Παπαϊωάννου και αρχηγό ΕΥΠ. κ. Παπαϊωάννου αναφέρει ότι «μεγάλος τραγουδιστής ζητά πάραυτα άμεση απομάκρυνσή τους από κονάκι» και μεταφορά τους οπουδήποτε, «εν ανάγκη στη χριστιανοσύνη», δηλαδή εδώ εδρεύουσα Ορθόδοξη Μητρόπολη.
Περί ώρα 20.00, λαμβάνει χώρα σύσκεψη σε πρεσβεία με συμμετοχή κ. Πάνου και κ. Διακοφωτάκη. Εξετάζεται ενδεχόμενο αναχωρήσεως οδικά για Τανζανία με δυο αυτοκίνητα, οποία θα οδηγούντο από υπογράφοντα και κ. Διακοφωτάκη. Πρόταση προέβλεπε αναχώρηση 04.00 επομένης και διέλευση συνόρων περί ώρα 06.00.
Πρόταση μεταβιβάζεται σε κ. Παπαϊωάννου, οποίος αναλαμβάνει την μεταφέρει σε «μεγάλο τραγουδιστή» και μας «τραγουδήσει» αναλόγως. Μετά από λίγο, κ. Παπαϊωάννου μας καλεί και ζητά διευκρινίσεις ως προς αυτοκίνητα (πρεσβείας ή μη), συμμετοχή μας κ.λπ.
Του ελέχθη πως άλλος τρόπος μεταφοράς δεν υπάρχει. Τα μεταβιβάζει σε κ. υπουργό, οποίος εν τέλει αποδέχεται πρόταση, αν και είναι εμφανές, με κάποιους δισταγμούς.
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης μεταβαίνουν εκ νέου σε κατοικία. Οτσαλάν, όμως, είναι αμετακίνητος σε αποφάσεις του.
Ώρα είναι περί 01.00 πρωινή.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 12 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Περί ώρα 09.30, υπογράφων δέχεται τηλεγράφημα από κ. Καθουρίμα, οποίος τον παρακαλεί συναντηθεί μαζί του. Κος πρέσβυς, προφασιζόμενος ασθένεια, μεταθέτει συνάντηση για επόμενη εβδομάδα.
Περί 10.00, κ. Καλεντερίδης επικοινωνεί με αρχηγό του. Τελευταίος μόλις έχει πληροφορηθεί τα περί αιτήσεως ασύλου και εξαγριωμένος απαντά ως εξής:
«Να του πεις ότι είναι ηλίθιος. Διέπραξε αθλιότητα. Αυτό που έκανε δεν είναι τίποτα. Δεν ισχύει. Να του πεις να τσακιστεί να φύγει γρήγορα και να πάει όπου θέλει. Εμείς δεν του τάξαμε τίποτα. Πέτα τον έξω, ρε Σάββα, να τελειώνομε. Σε παρακαλώ, παιδί μου».
Υπογράφων και κ. Διακοφωτάκης υπήρξαν αυτήκοοι μάρτυρες περιστατικού.
Περί ώρα 10.30, κ. Καλεντερίδης πληροφορήθηκε άφιξη κ. Αριστείδου σε Σεϋχέλλες. Εν συνεχεία, πήρε από αρχηγό του τηλεφωνικό αριθμό και επικοινώνησε μαζί του σε Σεϋχέλλες. Εκεί, κ. Αριστείδου, όπως μας είπε, προσπαθεί πείσει Σεϋχελλέζους αποδεχθούν Οτσαλάν, οποίου απεκάλυψε ταυτότητα. Πάντως, ανέφερε ότι κατ' αρχάς θα τον δεχθούν αν αφιχθεί σε νησί με ξένο διαβατήριο και εν συνεχεία θα γίνει προσπάθεια να εκδοθεί διπλωματικό διαβατήριο σε όνομά του.
Κος Καλεντερίδης του είπε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να βγει αυθημερόν διαβατήριο γιατί Οτσαλάν το θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση για αποχώρησή του από κατοικία και αναχώρησή του εκεί. Τότε κ. Αριστείδου μας είπε ότι είναι πιθανόν να στείλει διαβατήρια με ένα άτομο εμπιστοσύνης του. Περί ώρα 07.30 επομένης.
Μετά από αυτό, τόσο κ. Παπαϊωάννου όσο και αρχηγός ΕΥΠ ζήτησαν με απόλυτα επιτακτικό τρόπο μετεγκατάσταση Οτσαλάν εντός της ημέρας σε Ορθόδοξη Εκκλησία Ναϊρόμπι. Αρχηγός ΕΥΠ είπε σε κ. Καλεντερίδη «να πας να του τα πεις, κι αν δεν τον πείσεις να του πεις ότι θα σηκωθείς να φύγεις». Αρχηγός ΕΥΠ δίνει εντολή σε κ. Καλεντερίδη αναχωρήσει από Ναϊρόμπι, συντομώτερο δυνατόν.
Περί ώρα 12.00, έρχεται σε πρεσβεία μας χαιρετίσει μητροπολίτης Κένυα κ. Σεραφείμ, οποίος προηγουμένη είχε φθάσει από Αθήνα.
Υπογράφων και συνεργάτης του τον απομονώνουν σε ένα γραφείο και του λένε ότι για εθνικούς λόγους τον παρακαλούν όπως βράδυ ίδιας ημέρας δεχθεί σε ιεραποστολή Ριρούτα ένα ζευγάρι. Του τονίζουν ότι δεν του ζητούν προσωπική χάρη, αλλά ότι αυτό επιβάλλεται για το καλό της Ελλάδος.
Μητροπολίτης Σεραφείμ δεν αντιλαμβάνεται περί τίνος πρόκειται. Όμως, με ύφος χαρμόσυνο, ελπιδοφόρο και συνωμοτικό μας ερωτά:
«Είναι εδώ ο Κωνσταντίνος;».
Υπογράφων και συνεργάτης του μόλις μπόρεσαν κρατήσουν ψυχραιμία τους. Μητροπολίτης, πάντως, δέχεται.
Εν τω μεταξύ, πληροφορούμεθα από συνεργάτες Οτσαλάν ότι Έλληνας δικηγόρος πρόκειται έλθει σε Ναϊρόμπι και ότι πρόκειται ακολουθήσουν και άλλοι, Ιταλοί, Ολλανδοί, κλπ. Μία συνεργατών Οτσαλάν, κα Simsi Kilic, διατηρεί συνεχείς τηλεφωνικές επαφές με συντρόφους της Ευρώπη, εξέρχεται κατοικίας και τηλεφωνά με τηλεφωνικές κάρτες. Αθήνα ενημερώνεται σχετικά με συνθηματικό ότι «επίκειται άφιξη πολλών Λυκουρέζων, Ελλήνων και άλλων».
Κος Πάνος, εν τω μεταξύ, επροσπαθούσε εξασφαλίσει πλαστές σφραγίδες εισόδου και θεωρήσεως ώστε αυτές επιτεθούν σε πορτογαλικό διαβατήριο Οτσαλάν, και τούτο ώστε καταστεί δυνατή αναχώρηση Οτσαλάν εκείνο το βράδυ για Σεϋχέλλες.
Εξελίξεις αυτές αναφέρονται σε Αθήνα, κ. Παπαϊωάννου ζητά άμεση απομάκρυνση Οτσαλάν από κατοικία.
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης μετέβησαν προς αναγνώριση χώρου εκκλησίας, αντελήφθησαν παρουσία αστυνομικών με πολιτικά και επέστρεψαν σε πρεσβεία.
Ανέφεραν γεγονός και υπογράφων επρότεινε συνεννόηση με αρχές Κένυα ώστε, με βοήθεια εντοπίων, καταστεί δυνατή αναχώρηση Οτσαλάν σε Σεϋχέλλες με αεροπλάνο γραμμής.
Πρόταση απερρίφθη ασυζητητί από κ. Παπαϊωάννου, ενώ συνεχίσθηκε προσπάθεια για ασφαλή έξοδο Οτσαλάν από Κένυα.
Αρχηγός ΕΥΠ τηλεφωνά κ. Καλεντερίδη. Του λέγει ότι κ. Αριστείδου ήταν σε Σεϋχέλλες και του ζήτησε όπως κα Nucan, δεύτερη συνεργάτις Οτσαλάν, οποία αφίχθηκε 10 Φεβρουαρίου και είναι υπεύθυνη ΡΚΚ για Κύπρο, επικοινωνήσει με κ. Αριστείδου, οποίον εγνώριζε προσωπικά ώστε πεισθεί από τον ίδιο για ασφαλή αναχώρησή του σε Σεϋχέλλες, όπου θα τον υποδεχόταν ο ίδιος.
Τηλεφώνημα εγένετο, αποτελέσματα οποίου ήταν μάλλον πενιχρά. Τότε κ. Αριστείδου ανέφερε ότι πήρε εντολή από αρχηγό ΕΥΠ να ευρίσκεται Ναϊρόμπι 03.00 Σαββάτου, 13 τρέχοντος, για να πείσει Οτσαλάν αναχωρήσει για Σεϋχέλλες.
Κος Αριστείδου είπε σε κ. Καλεντερίδη ότι δεν κατανοεί λόγο νέας επισκέψεώς του Ναϊρόμπι, αφού ό,τι είχε να πει το είχε πει ήδη σε Nucan.
Με προοπτική αφίξεως κ. Αριστείδου, υπογράφων και κ. Καλεντερίδης μετέβησαν σε κατοικία, περί ώρα 20.00, για να πείσουν εκ νέου Οτσαλάν αναχωρήσει για Σεϋχέλλες. Αυτός, όμως, και πάλι αρνείται, αφού θεωρεί ότι δεν έχει καμμιά εγγύηση. Όταν του ανεφέρθη ότι κ. Αριστείδου είτε θα φέρει ο ίδιος είτε θα στείλει διαβατήριο, απήντησε ότι θα δεχόταν έξοδό του από κατοικία μόνο εφ' όσον είχε γνήσιο διαβατήριο Σεϋχελλών και θα επήγαινε σε χώρα αυτή, μέσω τρίτης χώρας, οποία άφηνε σε διακριτική ευχέρεια πρεσβείας.
Προκειμένου μεθοδευθεί αναχώρησή του από κατοικία και ταξίδι του σε Σεϋχέλλες, υπογράφων εξασφάλισε από κ. Παπαϊωάννου άδεια ώστε συνεννοηθεί με ιδιώτη επιχειρηματία, οποίος δραστηριοποιείται σε τουριστικό τομέα.
Ιδιώτης αυτός υποσχέθηκε φιλοξενία Οτσαλάν, οποίου δεν εγνώριζε ταυτότητα, εκτός Ναϊρόμπι σε απομονωμένο τουριστικό περίπτερο. Υποσχέθηκε επίσης αποστείλει αυτοκίνητα σε κατοικία. Επομένη, ώρα 09.00 τέλος, είπε ότι θα εξετάσει ενδεχόμενο συνεννοήσεώς του με Ιταλό πιλότο, οποίος διέθετε κατάλληλο αεροσκάφος και, έναντι αδρής αμοιβής, θα εμεθόδευε αναχώρηση Οτσαλάν από Κένυα.
Ανωτέρω αναφέρονται σε Αθήνα περί ώρα 01.00 πρωινή. κ. Παπαϊωάννου και αρχηγός ΕΥΠ συμφωνούν απολύτως και παύουν να πιέζουν για αναχώρησή του αμέσως από κατοικία.
Σημειώνω ότι περί ώρα 18.00, κ. Διακοφωτάκης δέχεται σε πρεσβεία τηλεφώνημα από «δημοσιογράφο UPI», οποίος τον ερωτά αν αληθεύει ότι Οτσαλάν ευρίσκεται σε Κένυα και πού είναι. Συνεργάτης μου διακωμωδεί λεχθέντα, δημοσιογράφος του λέγει ότι «αν μέχρι Δευτέρα δεν έχω απάντηση από πρέσβυ σας, τότε θα πάω στον εκδότη μου».
Σημειώνω, τέλος, ότι το πρωί, υπογράφων δέχθηκε τηλέφωνο από reporter «Free Lancer», οποίος απείλησε ότι επομένη, ώρα 09.00, θα τον επισκέπτετο σε κατοικία του για φωτογράφηση. Εν τέλει, πάντως, δεν ήρθε.
ΣΑΒΒΑΤΟ, 13 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Πρωινές ώρες Σαββάτου φθάνει Ναϊρόμπι Έλληνας δικηγόρος Οτσαλάν κ. Φαήλος Κρανιδιώτης. κ. Αριστείδου δεν φθάνει και κανείς δεν φέρνει αναμενόμενο διαβατήριο, οποίο ήταν προϋπόθεση για αναχώρηση Οτσαλάν από κατοικία.
Περί ώρα 09.00, δεχθήκαμε τηλεφώνημα από επιχειρηματία, με οποίον είχαμε συνεννοηθεί προηγουμένη, οποίος μας είπε ότι αυτοκίνητα ήταν έτοιμα για αναχώρηση σε απόσταση 500 μέτρων από κατοικία, σε πάρκινγκ Muthaiga Club.
Οτσαλάν αρνείται αποχωρήσει και ζητά συσκεφθεί ιδιαιτέρως με συνοδεία του και δικηγόρο Φ. Κρανιδιώτη. Μετά σύσκεψη, μας ανακοινώθηκε ότι ζητά από Έλληνα να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για προστασία ζωής του, αφού πλέον είναι σίγουρος ότι «κίνδυνος είναι πάρα πολύ κοντά». Ζήτησε δε από εμάς αιτηθούμε επισήμως μέτρα προστασίας από κενυατικές αρχές. Σε αυτές ανακοινώσωμε ότι εκκρεμεί αίτηση ασύλου και, μέχρι επίσημη απάντηση Ελλάδας, κρίνεται απαραίτητη προστασία ζωής του.
Σε φάση αυτή, Οτσαλάν ανέφερε ότι, ακόμη κι αν χώρα μας δεν του δώσει άσυλο, οφείλει τον δεχθεί, τον δικάσει και, εν ανάγκη, τον εκδώσει σε τουρκικές αρχές. Ζήτησε επιτακτικά σαν άνθρωπος πλέον, οποίου ζωή είναι σε κίνδυνο, και όχι ως αρχηγός ΡΚΚ ή πολιτικό ον, εφαρμογή ελληνικού και διεθνούς δικαίου και υποχρεώσεων χώρας μας βάσει διεθνών συμβάσεων, που έχει υπογράψει.
Ανωτέρω ξεκάθαρη θέση Οτσαλάν σε σχέση με εφαρμογή κανόνων δικαίου και σοβαρή απειλή κατά ζωής του αναφέρθηκε αμέσως και αναλυτικά σε Αθήνα. Δικηγόρος Κρανιδιώτης ήλθε σε πρεσβεία και είπε σε υπογράφοντα και σε κ. Καλεντερίδη ότι ως πληρεξούσιος δικηγόρος ζητά από πρεσβεία να προστατεύσει κατά νόμον τον πελάτη του.
Εν τω μεταξύ, πίεση Αθηνών για άμεση αποχώρηση Οτσαλάν από κατοικία ήταν αφόρητη.
Κος Καλεντερίδης δέχεται τηλέφωνο από αρχηγό ΕΥΠ, οποίος με οργίλο ύφος τον διατάσσει να πάει και να πετάξει αμέσως έξω από κατοικία Οτσαλάν διά της βίας. Κος Καλεντερίδης επικαλείται αδυναμία εκτελέσεως εντολής για πρακτικούς λόγους. Αρχηγός ΕΥΠ τον επιπλήττει και ουσιαστικά τον κατηγορεί ότι στηρίζει Οτσαλάν και δεν εφαρμόζει αποφάσεις υπηρεσίας του.
Μετ' ολίγον, κος Διακοφωτάκης απαντά σε τηλέφωνο, σε οποίο «κάποιος ονόματι Μιχάλης» ζητά κ. Καλεντερίδη.
Κος Καλεντερίδης προσέρχεται και σε ανοικτή ακρόαση λέγονται εξής:
«Σάββα άκουσέ με, είμαι ο Τζοβάρας, είναι εδώ τρεις υπουργοί και ο αρχηγός, κρέμονται τρεις υπουργοί από σένα, το καταλαβαίνεις; Να πας αμέσως και να τον πετάξεις έξω με τη βία».
Κος Καλεντερίδης απάντησε σε έντονο ύφος ότι δεν είναι δυνατόν να του ζητούν να κάνει τέτοια πράγματα. Συζήτηση ήταν εντονώτατη και προκάλεσε προσοχή δικηγόρου κ. Κρανιδιώτη, οποίος βρισκόταν σε διάδρομο και, ανοίγοντας πόρτα γραφείου, προσήλθε σε συνακρόαση.
Τζοβάρας συνεχίζει:
«Σε παρακαλώ Σάββα, πέτα τα έξω τα μουνόπανα να τελειώνομε. Μπορείς να το κάνεις. Πρόσεξε γιατί αν δεν το κάνεις, όταν έρθεις πίσω θα σε αποστρατεύσουν. Μπορείς να το κάνεις. Είναι τρεις υπουργοί εδώ».
Τελικώς συνομιλία έκλεισε με δηλωμένη θέση κ. Καλεντερίδη ότι αδυνατεί χρησιμοποιήσει βία.
Λίγο αργότερα, μας τηλεφωνεί κ. Παπαϊωάννου και ζητά να «ερευνήσωμε αγορά» ώστε εξευρεθούν ντόπιοι «φουσκωτοί», δηλαδή, μπράβοι, οποίοι αναλάβουν επιχείρηση βίαιης αποχωρήσεως Οτσαλάν και συνοδών του από κατοικία.
Υπογράφων απαντά ότι αυτό είναι αδύνατον.
Ύστερα, δεχθήκαμε τηλεφωνήματα από κ. Παπαϊωάννου και ΕΥΠ και μας έγινε γνωστό ότι Αθήνα αποφάσισε εδώ έλευση τεσσάρων «φουσκωτών», οποίοι αναλάβουν επιχείρηση βίαιης απομακρύνσεως.
Κος Παπαϊωάννου μάς είπε ότι θα έρθει «θίασος, ποδοσφαιρική ομάδα», οποία, εν ανάγκη «θα παίξει μπάλα». Είπε επίσης ότι στιγμή εκείνη είχε «πάνω από κεφάλι του τρεις τραγουδιστές και η κυρία Κατεχάκη», εννοώντας τρεις υπουργούς και διοικητή ΕΥΠ.
Τέλος, ότι λεπτομέρειες θα μας περιήρχοντο αργότερα.
Νέο τηλεφώνημα διοικητή ΕΥΠ πιέζει κ. Καλεντερίδη αναχωρήσει αμέσως από Ναϊρόμπι. Τελευταίος επισημαίνει σε αρχηγό ότι «αυτά δεν πρέπει να γίνουν, καλύτερα να τον παραδώσουμε. Όπως ζητά ο ίδιος, δηλαδή νόμιμα, παρά να γίνουν τέτοια πράγματα. Προσέξτε, πέστε στους υπουργούς ότι αυτά θα προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις. Μας βάζουν να παίξουμε σε άσχημο παιγνίδι, είναι μέρος σχεδίου για πολιτική αποσταθεροποίηση χώρας».
Αρχηγός ΕΥΠ δεν σχολιάζει και ζητά από κ. Καλεντερίδη επιστρέψει Αθήνα.
Κος Καλεντερίδης ετοιμάζει αποσκευές του και σκοπεύει επιστρέψει Αθήνα με κ. Κρανιδιώτη.
Κος Κρανιδιώτης λέγει ότι όλα αυτά είναι παράνομα και ανεπίτρεπτα και ότι προτίθεται επιστρέφοντας Αθήνα επιδιώξει συναντηθεί αμέσως με παράγοντες ΥΠΕΞ.
Ώρα ήταν πλέον περί 16.00. Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης επιστρέφουν σε κατοικία σε μια ύστατη προσπάθεια πείσουν Οτσαλάν εξέλθει αυτοβούλως από κατοικία προς όποια κατεύθυνση επιθυμούσε, μεταφέροντας σε αυτόν κλίμα μεγίστης εντάσεως, οποίο επικρατούσε Αθήνα.
Οτσαλάν παρέμεινε αμετακίνητος σε θέσεις του. Τότε, εκ νέου συνοδεία του απείλησαν αυτοπυρποληθούν εντός κατοικίας. Αμέσως, Οτσαλάν υπαγόρευσε κείμενο ανακοινώσεως, οποίο κα Kilic μετέδωσε τηλεφωνικά ή με φαξ σε Ευρώπη από τηλέφωνο εκτός πρεσβείας. Με ανακοίνωση αυτή, όπως πληροφορηθήκαμε, Οτσαλάν ζητούσε προστασία και άσυλο από Ελλάδα, Ιταλία και Ρωσία.
Επανήλθαμε όλοι σε πρεσβεία για ενημέρωση Αθηνών. Σε λίγο ήρθε και κα Kilic, οποία είπε ότι οιαδήποτε έξοδος Οτσαλάν από κατοικία δεν ήταν δυνατόν να λάβει χώρα χωρίς εγγυήσεις. Εζήτησε δε εξής:
1. Αεροπλάνο, οποίο αναχωρήσει από Ελλάδα και ακολουθήσει διαδρομή Σεϋχέλλες-Ναϊρόμπι-Σεϋχέλλες.
Αεροπλάνο όφειλε να μεταφέρει από Σεϋχέλλες σε Ναϊρόμπι κ. Αριστείδου με διαβατήριο Σεϋχελλών και γραπτές εγγυήσεις ότι τον δέχονται.
2. Έγγραφη εγγύηση ότι σε περίπτωση αποπομπής του από Σεϋχέλλες, Οτσαλάν θα κατέληγε σε Αθήνα. Ελλάδα όφειλε πληρώσει ποσό 15 εκατομμυρίων δολαρίων, οποίο ζητούσαν Σεϋχέλλες.
3. Εγγυήσεις από αρχές Κένυα για ασφαλή έξοδό του από χώρα.
4. Συνοδεία Οτσαλάν σε Σεϋχέλλες από υπογράφοντα.
Όροι κας Kilic μεταφέρθηκαν αμέσως σε κ. Παπαϊωάννου. Όπως ανεμένετο δεν έγιναν δεκτοί. Κος Παπαϊωάννου ανέφερε σε υπογράφοντα ότι «ποδοσφαιρική ομάδα είχε ήδη αναχωρήσει μέσω χώρας με μεγάλο αρχαίο πολιτισμό (σημείωση: Κάιρο), και ότι από αύριο θα έπρεπε «να είμαστε έτοιμοι να παίξωμε μπάλα».
κ. Διακοφωτάκης ερωτά κ. Παπαϊωάννου «πώς έρχονται». Αυτός απαντά «επίσημα», δηλαδή «έχουν επίσημη ιδιότητα, οποία επιδείξουν σε αεροδρόμιο».
Κος Διακοφωτάκης ερωτά «αν έχουν μπλε ή κόκκινα βιβλιαράκια», δηλαδή διπλωματικά ή κοινά διαβατήρια. Κος Παπαϊωάννου δεν γνωρίζει αλλά απαντά αργότερα ότι έχουν κοινά.
Πρεσβεία καλείται μεριμνήσει για παραλαβή τους από αεροδρόμιο. Κος Διακοφωτάκης προβάλλει αντιρρήσεις καθ' ότι σε αεροδρόμιο είχε μεταβεί κατ' επανάληψιν τελευταίες ημέρες και χώρος έβριθε περίεργων ξένων. Εν τέλει συμφωνείται παραλαβή τους από ξενοδοχείο, σε οποίο είχε καταλύσει συνοδεία κ. υπουργού κατά επίσκεψη τελευταίου Ναϊρόμπι (Νοέμβριος 1998), δηλαδή ξενοδοχείο Regency.
Κα Kilic αντελήφθη πίεση Αθηνών κατά πρεσβείας, καίτοι δεν γνωρίζει ελληνικά. Έβγαλε από τσάντα της περίστροφο και απείλησε να αυτοκτονήσει εντός πρεσβείας, σε περίπτωση που συνεχιζόταν μη αποδοχή όρων της και πίεση προς Οτσαλάν εγκαταλείψει κατοικία.
Μετ' ολίγον μεταπείθεται, αντιλαμβανόμενη ότι δεν έχουν εξαντληθεί περιθώρια και ότι πυροβολισμός θα έθετε σε συναγερμό ασφάλεια κτιρίου πρεσβείας. Μετά από αυτό, κα Kilic κλειδώνεται σε ένα από γραφεία πρεσβείας και απειλεί αυτοκτονήσει αν ενοχληθεί.
Επίσης, δηλώνει ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει πρεσβεία και ζητά επιμόνως απαντήσεις σε όρους της.
Ανωτέρω αναφέρονται σε Αθήνα, οποία δίδει εντολή παύσουν αμέσως συνομιλίες με Κούρδους και επιχειρηθεί κατευνασμός πνευμάτων μέχρις αφίξεως «θιάσου» ή «ποδοσφαιρικής ομάδας».
Ώρα είναι πλέον περί 22.00. Πλησιάζει ώρα αναχωρήσεως αεροσκάφους κ. Κρανιδιώτου και κ. Καλεντερίδη.
Υπογράφων αναφέρει σε κ. Παπαϊωάννου ότι «δεσποινίδα» έχει λάβει εντολή από «κυρία» αναχωρήσει αμέσως. κ. Παπαϊωάννου συνεννοείται αμέσως, προφανώς με κ. υπουργό και λέγει ότι «δεσποινίδα» οφείλει παραμείνει για κατευνασμό.
Ύστερα από λίγα λεπτά εντολή επιβεβαιώνεται από αρχηγό ΕΥΠ, οποίος λέγει σε κ. Καλεντερίδη ότι «αφού πλατεία λέει να μείνεις, να μείνεις. Αφού θέλουν αδιέξοδο ας γίνει αδιέξοδο».
Εν αναμονή ποδοσφαιρικής ομάδος, άπαντες αποχωρούν από πρεσβεία.
Κος Κρανιδιώτης αναχωρεί για αεροδρόμιο. Όπως μάθαμε επομένη, κενυατικές αρχές έψαξαν πράγματά του και κατέσχον μια κασέτα με μήνυμα Οτσαλάν, εξουσιοδότηση με οποία ορίζεται πληρεξούσιός του να ζητήσει για λογαριασμό του άσυλο σε χώρα μας και ένα άλλο έγγραφο, οποίο δεν γνωρίζομε τι ήταν.
ΚΥΡΙΑΚΗ, 14 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
Υπογράφων έρχεται πρωί σε πρεσβεία με κ. Καλεντερίδη.
Κος Διακοφωτάκης λαμβάνει εντολή από υπογράφοντα μεταβεί σε ξενοδοχείο Regency προς παραλαβήν τετράδος αστυνομικών. Σε ξενοδοχείο δεν ευρίσκονται. Υπογράφων του λέγει να μεταβεί σε αεροδρόμιο. Όπερ και εγένετο αλλά μάταια, καθόσον δεν ανευρίσκονται ούτε εκεί.
Τελικά, περί ώραν 11.00 αστυνομικοί, οποίοι είχαν ήδη φθάσει σε ξενοδοχείο, εκάλεσαν πρεσβεία και υπογράφων μετέβη εκεί για παραλαβή τους. Αστυνομικοί ήταν αγχωμένοι καθόσον είχαν υποστεί ταλαιπωρία και καθυστέρηση από αρχές ασφαλείας αεροδρομίου. Φθάσαμε σε πρεσβεία περί 13.00. Υπογράφων και αστυνομικοί αντιλαμβάνονται παρακολούθηση όχι μόνον από Κενυάτες αλλά και, κατά εκτίμήσή τους, και από Αμερικανούς.
Αστυνομικοί αυτοί ήταν Τμήματος Ασφαλείας ΕΥΠ:
1. Μπόμπος Ιωάννης, επικεφαλής.
2. Σπανιάς Αθανάσιος.
3. Ιωαννίδης Ιωάννης.
4. Στάθης....
Εν τω μεταξύ κ. Διακοφωτάκης είχε επιστρέψει πρεσβεία, περί ώρα 11.30. Παρουσία κ. Καλεντερίδη δέχεται τηλεφώνημα από κ. Παπαϊωάννου, οποίος του λέγει εξής: «Εντολές πρέπει εφαρμοσθούν αμέσως και κατά γράμμα. Σημείωνε ό,τι ακριβώς σου λέω. Γράφε.
1 Ποδοσφαιρική ομάδα λάβει οδηγίες ενεργήσει τάχιστα, εν ανάγκη και με βία.
2 Γιαγιά, δηλαδή Οτσαλάν, πρέπει απομακρυνθεί αμέσως.
3 Νοικιάστε του δωμάτια σε ξενοδοχείο.
4 Έστω και μέσα σε σεντόνι, να μεταφερθεί με συνοδεία του σε χώρο δίπλα σε ξενοδοχείο.
5 Να τους παρατήσετε εκεί, να φύγετε αμέσως και εφεξής καμία επικοινωνία.
6 Αν χρειασθεί αφήστε τους και λίγα λεφτά.
7 Μέχρι Δευτέρα πρωί, όλα πρέπει να έχουν τελειώσει.
Καλή τύχη, περιμένομε».
Κος Διακοφωτάκης σημειώνει κατά λέξιν ανωτέρω και ζητά από κ. Παπαϊωάννου όπως οδηγίες δοθούν αμέσως από αρμοδίους Αθηνών χωρίς ανάμειξη πρεσβείας.
Κος Παπαϊωάννου δεν εκφράζεται αλλά μάλλον συμφωνεί.
Αστυνομικοί έρχονται σε πρεσβεία. κ. Μπόμπος, απευθυνόμενος σε κ. Καλεντερίδη, ερωτά «Σάββα γιατί μας ταλαιπωρείς;». Κος Μπόμπος επιθυμεί πληροφορηθεί λεπτομέρειες για Οτσαλάν και συνοδεία του, διάρθρωση κατοικίας, τυχόν οπλισμό τους, κλπ.
Κος Καλεντερίδης εξηγεί, ως έχει υποχρέωση, επιχειρησιακά στοιχεία χώρου και προσώπων.
Κος Μπόμπος τηλεφωνά σε αρχηγό του και δέχεται οδηγίες, οποίες δεν ακούσαμε αλλά, όπως μας είπε αργότερα, ήταν ίδιες με εντολές κ. Παπαϊωάννου προς κ. Διακοφωτάκη.
Κος Μπόμπος είπε ότι αστυνομικοί είχαν έρθει άοπλοι και με ποσό 300 δολαρίων έκαστος. Τους είχε λεχθεί από υπηρεσία τους ότι πρεσβεία επρόκειτο τους διαθέσει όπλα και χρήματα.
Υπογράφων εξήγησε ότι πρεσβεία δεν διαθέτει οπλοστάσιο και ότι, ως προς χρήματα, πρεσβεία δεν είχε. Κατόπιν προφορικής εντολής κ. Παπαϊωάννου, είχε ήδη γίνει ανάληψη ποσού 12.000 δολαρίων από λογαριασμούς πρεσβείας, οποία είχαν εξαντληθεί ήδη, και είχε κατ' επανάληψιν ζητηθεί από κ. Παπαϊωάννου κατεπείγουσα αποστολή χρημάτων σε πρεσβεία.
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης λέγουν σε αστυνομικούς ότι Κούρδοι οπλοφορούν και ότι δεν γνωρίζουν ακριβώς τι είδος όπλα έχουν. Υπάρχει και μια ύποπτη μικρή βαλίτσα, τύπου Samsonite, οποία ενδεχομένως έκρυβε εκρηκτικό μηχανισμό και ήταν εξαιρετικά βαρειά.
Κος Μπόμπος συνεννοείται τηλεφωνικά με αρχηγό ΕΥΠ και του λέγει ότι «επιχείρηση δεν γίνεται. Φοβόμαστε νέα οδό Νιόβης».
Σε υπογράφοντα και κ. Καλεντερίδη λέγει, επίσης, ότι τέτοιου είδους επιχειρήσεις δεν γίνονται χωρίς γραπτές εντολές. Αποφασίζει αναχωρήσει ταχύτερο δυνατόν με ομάδα του για Αθήνα, ανεξαρτήτως οδηγιών. Μας είπε ότι «και να μου πουν να μείνω, εγώ παίρνω τα παιδιά και φεύγω με πρώτο αεροπλάνο».
Αστυνομικοί αναχωρούν από πρεσβεία και επιστρέφουν σε ξενοδοχείο τους.
Κατάσταση αναφέρεται σε κ. Παπαϊωάννου. Ζητείται άδεια ώστε Οτσαλάν επικοινωνήσει με Ιταλό βουλευτή-δικηγόρο, οποίος, όπως μας ελέχθη από κα Kilic, είχε φθάσει προηγουμένη σε Ναϊρόμπι και σκεφτόταν μεταφέρει Οτσαλάν σε εδώ ιταλική πρεσβεία.
Κος Παπαϊωάννου δίδει εντολή: «Μην μπλεχτείς καθόλου. Να τον πάρουν με ταξί από σπίτι κι ας τον πάνε όπου θέλουν. Καμιά επαφή με Ιταλό ή άλλους».
Περί ώρα 16.00, υπογράφων και κ. Καλεντερίδης αναχωρούν για κατοικία. Εκεί πληροφορούνται ότι Ιταλός βουλευτής κ. Πία είχε μεταβεί σε κατοικία, είχε συνεννοηθεί με Οτσαλάν και είχε αναχωρήσει για ξενοδοχείο του με σκοπό επιστρέψει σε χώρα του αυθημερόν, όπερ και εγένετο.
Σε πρεσβεία παραμένει κ. Διακοφωτάκης, δέχεται τηλεφώνημα από κ. Παπαϊωάννου, οποίος τον πληροφορεί ότι εντός ολίγου αναχωρεί για σύσκεψη σε «κα Κατεχάκη» και ζητά κατεπειγόντως έχει απόψεις κ. πρέσβεως περί του πρακτέου.
κ. Διακοφωτάκης του λέγει ότι χρονικά περιθώρια εξαντλούνται. Τονίζει ότι δεν έχει άμεση αντίληψη καταστάσεως σε κατοικία. Οτσαλάν, πάντως, αρνείται την εγκαταλείψει. Του λέγει ότι, κατά εκτίμησή του, πρέσβυς πρόκειται κληθεί επομένη σε ΥΠΕΞ.
κ. Παπαϊωάννου τον ερωτά «πώς θα έβλεπε προοπτική έρθει εδώ ένα άλλο πουλί για τη γιαγιά». κ. Διακοφωτάκης απαντά ότι «αυτό είναι θετικό αλλά ότι προϋποθέτει συνεννόηση με εντόπιες αρχές».
κ. Διακοφωτάκης καλεί κατεπειγόντως υπογράφοντα έλθει σε πρεσβεία προκειμένου επικοινωνήσει με κ. Παπαϊωάννου, πριν από έναρξη συσκέψεως.
Υπογράφων συνομιλεί με κ. Παπαϊωάννου σε πλαίσια προηγούμενης επικοινωνίας τελευταίου με κ. Διακοφωτάκη. Ζητά άδεια ομιλήσει σε κενυατικές αρχές και ζητήσει βοήθειά τους. Άδεια δεν δίδεται.
κ. Παπαϊωάννου ερωτά υπογράφοντα για υποχρεώσεις, οποίες είχαν αναληφθεί έναντι Σεϋχελλών από ΥΠΕΞ, σε άσχετο χρόνο με υπόθεση Οτσαλάν (επίσκεψη ΥΠΕΞ Σεϋχελλών Αθήνα, 24 Αυγούστου 1998). Υπογράφων τον ενημερώνει σχετικά. κ. Παπαϊωάννου ερωτά αν Οτσαλάν δέχεται παραδοθεί σε ΟΗΕ ή άλλο διεθνή οργανισμό. Υπογράφων απαντά καταφατικά.
Κατά διάρκεια συσκέψεως, κ. Παπαϊωάννου τηλεφωνά εκ νέου, ρωτώντας ακριβές ποσό οικονομικών υποχρεώσεών μας έναντι Σεϋχελλών.
Αποτελέσματα συσκέψεως δεν κοινοποιούνται σε πρεσβεία.
Απόγευμα, περί ώρα 17.00, κ. Διακοφωτάκης συναντάται με Αμερικανό συνάδελφό του, οποίος είχε από προηγούμενη εβδομάδα ζητήσει τον συναντήσει. κ. Διακοφωτάκης μεταβαίνει σε οικία του, αφού προηγουμένως ειδοποιεί σύζυγό του τηλεφωνικά.
Αμερικανός καταλαμβάνεται εξαπίνης. Συζήτηση είναι γενικής φύσεως και για επίμαχο ζήτημα ουδέν αναφέρεται από Αμερικανό. Τελευταίος, όμως, προτείνει σε κ. Διακοφωτάκη βγουν το βράδυ μαζί και πάνε σε εστιατόριο. Επικαλούμενος φόρτο εργασίας και ανάγκη μείνει λίγες ώρες με μητέρα του, οποία είναι μόνη της, κ. Διακοφωτάκης αρνείται και επιστρέφει σε πρεσβεία.
Περί ώρα 19.00, αστυνομικός κ. Μπόμπος τηλεφωνά σε πρεσβεία και ζητά όπως του διατεθεί αυτοκίνητο για να έρθει και τηλεφωνήσει Αθήνα. κ. Διακοφωτάκης μεταβαίνει σε ξενοδοχείο τους και φέρνει σε πρεσβεία κ. Μπόμπο και άλλον έναν. κ. Μπόμπος παραπονείται για συνεχή παρακολούθηση «στο ένα μέτρο» από Κενυάτες και Αμερικανούς, οποίοι οπλοφορούν και έχουν μέσα σε τσάντες αυτόματα, σχήμα οποίων διαγράφεται εμφανώς. Αναφέρει σε αρχηγό ΕΥΠ ότι «μας πάνε χέρι-πόδι».
Σε κάποια φάση παρουσίας αστυνομικών σε πρεσβεία (μεσημέρι ή βράδυ), ένας εξ αυτών είπε σε κ. Καλεντερίδη ότι έφεραν μαζί τους «σκονάκια», εννοώντας αναισθητικά φάρμακα για ροφήματα, οποία εξαφάνισε σε λεκάνη τουαλέτας ξενοδοχείου, φοβούμενος έρευνες κενυατικών αρχών.
κ. Διακοφωτάκης συνοδεύει δύο αστυνομικούς σε ξενοδοχείο και επιστρέφει, περί ώρα 22.00, σε οικία του.
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης επιστρέφουν σε κατοικία. Ατμόσφαιρα σε συνοδούς Οτσαλάν είναι μάλλον συγκεχυμένη. Παρατηρείται ηρεμία αλλά και αγωνία μαζί για τα μελλούμενα.
Οτσαλάν λέγει σε υπογράφοντα και κ. Καλεντερίδη ότι «αισθάνομαι πως τελείωσε μια φάση αυτής της ιστορίας».
Σημειώνω ότι αστυνομικοί αποφασίζουν αναχωρήσουν πρωία Δευτέρας, ώρα 07.30 με Egypt Air για Αθήνα μέσω Καΐρου.
ΔΕΥΤΕΡΑ, 15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999
κ. Διακοφωτάκης ευρίσκεται από 08.00 σε πρεσβεία. Δέχεται τηλεφώνημα από διευθυντή πρωτοκόλλου εδώ ΥΠΕΞ, οποίος τον πληροφορεί ότι πρέσβυς καλείται κατεπειγόντως από κ. Καθουρίμα.
κ. Διακοφωτάκης ενημερώνει αμέσως υπογράφοντα και κ. Παπαϊωάννου. Τελευταίος του δίδει εντολή όπως υπογράφων μη μεταβεί σε ΥΠΕΞ χωρίς λάβει προηγουμένως οδηγίες από Αθήνα.
Υπογράφων έρχεται σε πρεσβεία με κ. Καλεντερίδη, περί ώρα 09.30. Οδηγίες από Αθήνα δεν έχουν έρθει ακόμη.
Υπογράφων, συνεργάτης του και κ. Καλεντερίδης προσπαθούν από διαφορετικά τηλέφωνα επικοινωνήσουν με Αθήνα. Εις μάτην. κ. Καλεντερίδης το επιχειρεί και εκτός πρεσβείας. Εις μάτην και πάλι. Τηλεφωνικό black out με Ελλάδα διαρκεί από 09.00 έως απογευματινές ώρες, περί ώρα 14.00.
Περί ώρα 10.30, έρχεται σε πρεσβεία απροειδοποίητα επικεφαλής πρωτοκόλλου, οποίος ζητά από κ. Διακοφωτάκη να μιλήσει σε υπογράφοντα και του τονίζει ότι «ξέρομε πως είναι εδώ».
Υπογράφων συναντάται με διευθυντή πρωτοκόλλου και προσπαθεί τον καθυστερήσει. Του προσφέρεται καφές κλπ., ώστε λάβωμε εντολές από Αθήνα. Μάταια.
Τελικά περί ώρα 11.00, υπογράφων θεωρεί ότι χρονικά περιθώρια εξαντλούνται και μεταβαίνει με διευθυντή πρωτοκόλλου σε ΥΠΕΞ. Υπογράφων ζητά από συνεργάτη του τον συνοδεύσει. Διευθυντής πρωτοκόλλου το αρνείται, καθησυχάζει υπογράφοντα, λέγοντας ότι «κ. Καθουρίμα επιθυμεί σας συναντήσει κατ' ιδίαν, για λίγα λεπτά και μια φιλική κουβέντα».
Σε γραφείο Καθουρίμα υπογράφων συναντά κ. Καθουρίμα, πολιτικό διευθυντή, αρχηγό μυστικών υπηρεσιών και κάποιον άλλο, οποίο μου εσύστησαν με μικρό όνομα, οποίο δεν συνεκράτησα.
Μου ανέφεραν ότι θέλουν να μου μιλήσουν για συγκεκριμένη υπόθεση. Μου επέδειξαν φωτογραφίες Οτσαλάν και συνεργατών του σε χώρο κατοικίας και μου είπαν ότι άτομα Οτσαλάν περιφέρονται σε Ναϊρόμπι. Όταν τους είπα ότι όλα αυτά τα αγνοώ, με ερώτησαν αν γνωρίζω ότι υπάρχουν τέσσερα άτομα, που έχουν σταλεί από ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να μας δουν. Στιγμή εκείνη καταλαβαίνοντας ότι έχουν στοιχεία για τέσσερις αστυνομικούς και γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι ένας από αυτούς επέδειξε υπηρεσιακή ταυτότητα σε αεροδρόμιο, απήντησα ότι άνθρωποι αυτοί είχαν αποστολή από ελληνική κυβέρνηση για προστασία μου. Πλην, όμως, υποστήριξα σε κυβέρνησή μου ότι δεν συντρέχει πρόβλημα ασφάλειας και τους εζήτησα να αναχωρήσουν.
Τότε έβγαλαν διαβατήρια τεσσάρων αστυνομικών και τα άφησαν πάνω σε τραπέζι. Μου είπαν να μην ανησυχώ διότι ευρίσκοντο σε καλά χέρια και ότι είναι σε τελωνείο αεροδρομίου.
κ. Καθουρίμα μου είπε εξής:
1 Είναι γνωστό σε κενυατικές αρχές ότι Οτσαλάν είναι σε κατοικία Έλληνα πρέσβυ από αφίξεώς του.
2 Πρόθεση τους είναι συνεργασθούν με ελληνική πλευρά προκειμένου αναχωρήσει ταχύτερο δυνατόν από χώρα και αποφευχθεί οποιαδήποτε ζημιά σε Κένυα, οποία έχει ήδη πληγεί από βόμβα κατά πρεσβείας ΗΠΑ.
3 Διατίθενται προσφέρουν αεροσκάφος για ταχύτερη δυνατή αναχώρηση Οτσαλάν προς όποια χώρα επιθυμούσε.
4 Προϋπόθεση για συνεργασία με Ελλάδα είναι αυστηρή εχεμύθεια ελληνικής πλευράς, ώστε μην μαθευθεί ότι Οτσαλάν πάτησε ποτέ πόδι του σε Κένυα.
Απήντησα σε κ. Καθουρίμα ότι δεν μπορώ απαντήσω παρά μόνον αφού μιλήσω με Αθήνα.
Εν τω μεταξύ, κ. Παπαϊωάννου, μέσω ΟΤΕ, καλεί πρεσβεία και δίδει εξής οδηγίες σε κ. Διακοφωτάκη:
1 κ. πρέσβυς αρνηθεί οιαδήποτε γνώση περί Οτσαλάν τόσο ιδίου όσο και ελληνικής κυβερνήσεως.
2 Κ. πρέσβυς ισχυρισθεί ότι εγνώριζε μόνο επιχειρηματία, οποίος έχει ήδη αναχωρήσει, και όχι υπόλοιπους επισκέπτες.
3 Κ. πρέσβυς ζητήσει βοήθεια κενυατικών αρχών για έξοδο Οτσαλάν από χώρα».
κ. Διακοφωτάκης ενημερώνει κ. Παπαϊωάννου ότι υπογράφων ευρίσκεται ήδη σε ΥΠΕΞ και οδηγίες Αθηνών είναι πλέον άνευ αξίας καθόσον Κενυάτες γνωρίζουν πολλά.
Υπογράφων επικοινωνεί με συνεργάτη με ασύρματο, οποίος τον ενημερώνει για οδηγίες κ. Παπαϊωάννου. Υπογράφων ζητά τηλέφωνα γραφείου υπουργού και Κενυάτες του προσφέρουν δορυφορικό τηλέφωνο προκειμένου επικοινωνήσει με Ελλάδα. Κενυάτες ήθελαν απάντηση αμέσως και άφησαν εννοηθεί ότι προτιμούσαν παραμείνω σε ΥΠΕΞ για ταχύτερη συνεννόηση.
Με δορυφορικό τηλέφωνο ανέφερα κατάσταση σε κ. Παπαϊωάννου. Τελικά σε νεώτερη επικοινωνία μας, κ. Παπαϊωάννου έδωσε έγκριση «μεγάλου τραγουδιστή» για αποδοχή προτάσεων κενυατικής πλευράς.
Μεταφέρω σε κ. Καθουρίμα απάντηση Αθηνών. Αυτός μας δίνει διορία και παρακαλεί όπως Οτσαλάν εγκαταλείψει έδαφος Κένυα μέχρι ώρα 17.30. Υπογράφων ερωτά «αν προκύψει πρόβλημα αποδοχής από πλευράς Οτσαλάν, έχομε κάποιο μεγαλύτερο χρονικό περιθώριο».
κ. Καθουρίμα απαντά ότι πρότασή τους είναι και τελεσίγραφο.
Υπογράφων επιστρέφει πρεσβεία, περί ώρα 15.30. Εξηγεί κατάσταση σε κ. Διακοφωτάκη και κ. Καλεντερίδη, ως ανωτέρω. Αναχωρεί με κ. Καλεντερίδη για κατοικία αμέσως.
Σε κατοικία συναντηθήκαμε αμέσως με Οτσαλάν. Του αναφέραμε διάθεση συνεργασίας Κενυατών προκειμένου αναχωρήσει με ασφάλεια από Κένυα προς όποια κατεύθυνση επιθυμούσε.
Με κεντρική επιλογή Σεϋχέλλες, Οτσαλάν διερωτάται κατά πόσον είναι δυνατόν έρθει σε επικοινωνία με Ιταλία, οποία του είχε υποσχεθεί εξεύρεση λύσεως τρίτης χώρας σε μια από έξι χώρες Δυτικής Αφρικής. Λόγω στενότητος χρόνου, δεν κατέστη δυνατόν διερευνηθεί δυνατότητα λύσεως προς κατεύθυνση αυτή. Οτσαλάν αναφέρει κάτι για Ολλανδία, Φινλανδία ή και Γερμανία, ασχέτως εκκρεμούντος εις βάρος του εντάλματος συλλήψεως. Πίεση χρόνου και έλλειψη δυνατότητας απ' ευθείας επικοινωνίας του με δικούς του μηχανισμούς, του αφαίρεσε δυνατότητα εκτιμήσεως καταστάσεως. Λέγει, «δεν πάω πουθενά, θα μείνω εδώ».
Υπογράφων μεταφέρει απειλή Κενυατών ότι αν αρνηθεί αναχωρήσει, τότε δεν εγγυώνται για ασφάλειά του και τι είναι δυνατόν συμβεί την νύχτα. Οτσαλάν αναλογιζόμενος κατάσταση, λέγει σε υπογράφοντα ότι «δεν θέλει δημιουργήσει προβλήματα σε φίλους» και ζητάει όπως κ. Καλεντερίδης και πρέσβυς τον συνοδεύσουν μέχρι πέρας διαδρομής.
Πρέσβυς απαντά ότι έχει οδηγίες τον συνοδεύσει μέχρι αεροδρόμιο. Κατόπιν εντολής κ. Παπαϊωάννου, κ. Καλεντερίδης λαμβάνει εντολή τον συνοδεύσει σε Σεϋχέλλες, αλλά όχι σε ευρωπαϊκό προορισμό.
Σημειώνω ότι τηλέφωνο κατοικίας δεν λειτουργεί και ότι επικοινωνώ με συνεργάτη μου με ασύρματο.
Σε πρεσβεία, τηλεφωνική επικοινωνία με Αθήνα έχει αποκατασταθεί. κ. Παπαϊωάννου τηλεφωνά κ. Διακοφωτάκη και τον ερωτά πώς έχει κατάσταση. κ. Διακοφωτάκης τον ενημερώνει σχετικά. κ. Παπαϊωάννου λέγει πως «πρέπει τονισθεί σε Οτσαλάν πως δεν έχει δικαίωμα επιλογής και πως, εν ανάγκη, προκειμένου εξέλθει κατοικίας, να ζητηθεί συνδρομή κενυατικών αρχών». κ. Διακοφωτάκης κρατά ανοικτό τηλέφωνο, επικοινωνεί με ασύρματο και ζητά από κ. Παπαϊωάννου επαναλάβει οδηγίες του κατ' ευθείαν σε υπογράφοντα.
Ως άνω οδηγίες ακούγονται από υπογράφοντα, κ. Καλεντερίδη, Οτσαλάν και ομάδα του.
Υπογράφων επικοινωνεί εκ νέου με κ. Διακοφωτάκη και του ζητά λάβει έγκριση Αθηνών ώστε Οτσαλάν μεταβεί σε Ολλανδία.
κ. Διακοφωτάκης καλεί κ. Παπαϊωάννου και του θέτει ερώτημα. Σε φάση αυτή παρατηρείται ότι ενώ Κενυάτες ζητούσαν μυστικότητα, συγχρόνως, ήταν διατεθειμένοι μεριμνήσουν για ταξίδι Οτσαλάν οπουδήποτε.
κ. Παπαϊωάννου τηλεφωνά σε κ. Διακοφωτάκη και δίδει έγκριση για αναχώρηση Οτσαλάν προς Ολλανδία. Συγχρόνως, του ζητά επίμονα στοιχεία αεροσκάφους και πτήσεως διότι, όπως είπε, «να μην μας έρθει ξανά καπέλλο σε Αθήνα».
Περί ώρα 18.00, εισέρχεται σε κατοικία Κενυάτης από συνοδεία, οποίος ζητά συζητήσει με υπογράφοντα λεπτομέρειες μεταφοράς Οτσαλάν σε αεροδρόμιο.
Υπογράφων ζητά από Κενυάτη στοιχεία αεροσκάφους. Κενυάτης δεν γνωρίζει. Επικοινωνεί, όμως, από τηλεφώνου με κ. Καθουρίμα, οποίος, όπως μου μετεφέρθη, αγνοούσε και αυτός στοιχεία αεροσκάφους και ζήτησε από υπογράφοντα μη ολιγωρεί πλέον διότι «κάθε νέα καθυστέρηση θα είναι εις βάρος ζωής Οτσαλάν, αφού πέφτει νύκτα».
Ζητώ από Κενυάτη συνομιλητή μου αναμείνει μέχρις ότου συνεννοηθώ με Οτσαλάν. Λέγω σε Οτσαλάν ότι τα πάντα είναι έτοιμα αλλά ότι δεν μου δίδουν στοιχεία αεροσκάφους και πτήσεως. Οτσαλάν τότε λέγει ότι προτιμά μεταβεί Άμστερνταμ και όχι Σεϋχέλλες. Του ανέφερα ότι αυτό δεν είναι δική μου απόφαση και ότι πρέπει συνεννοηθώ με Αθήνα.
κ. Διακοφωτάκης αναφέρει τελευταίες εξελίξεις ως προς προορισμό. κ. Παπαϊωάννου δίνει και νέα έγκριση για Άμστερνταμ, επιμένοντας συνεχώς εφεξής δοθούν στοιχεία πτήσεως.
Κενυάτης επικοινωνεί εκ νέου με κ. Καθουρίμα. Τελευταίος επισημαίνει ότι αεροσκάφος έχει εμβέλεια πτήσεως 4.30 ώρες. Προτείνεται προσγειωθεί Κάιρο για ανεφοδιασμό.
Κενυάτης ερώτησε αν ελληνική κυβέρνηση ή Οτσαλάν είχε συνεννοηθεί σχετικά με ολλανδική κυβέρνηση. Απαντήσαμε ότι δεν γνωρίζομε.
Μέσω Κενυάτη, πληροφορούμεθα ότι, κατά κ. Καθουρίμα, υπογράφων αθετεί υπεσχημένα και ότι θα είναι υπεύθυνος «για ό,τι ήθελε συμβεί σε μερικές ώρες». Μετέφερα αυτά σε Οτσαλάν, οποίος δέχθηκε τελικά αναχωρήσει.
Έδωσα εντολή βάλουν αποσκευές του σε αυτοκίνητο πρεσβείας. Κενυάτες μας παρεκάλεσαν να διώξωμε οδηγό πρεσβείας για να μην υπάρχει μαρτυρία. Έδωσα εντολή σε οδηγό να φύγει. Εν συνεχεία, Κενυάτες δεν επιτρέπουν σε Οτσαλάν επιβιβασθεί σε αυτοκίνητο πρεσβείας. Επιμένουν ότι «δεν είναι δυνατόν μπει σε φάλαγγα υπηρεσιακών κενυατικών αυτοκινήτων αυτοκίνητο Έλληνα πρέσβυ».
Υπογράφων επιμένει αλλά Κενυάτες αρνούνται και επικαλούνται πάλι τον χρόνο και ό,τι επρόκειτο συμβεί μετά από λίγο. Συζήτηση υπογράφοντος με Κενυάτη ξέφυγε από κοσμιότητα. Κενυάτης τονίζει σε υπογράφοντα ότι «θα τον θεωρήσει προσωπικά υπεύθυνο για ό,τι πρόκειται συμβεί».
Σε είσοδο κατοικίας, υπογράφων συναντάται με άλλο Κενυάτη, οποίος συμμετείχε σε πρωινή συνάντηση σε γραφείο κ. Καθουρίμα. Αυτός ερωτά υπογράφοντα γιατί φέρνει αντιρρήσεις. Απειλεί μάλιστα ότι σε περίπτωση μη αναχωρήσεως Οτσαλάν, υπογράφων φέρει ακεραία ευθύνη και ίδιος πρόκειται ειδοποιήσει editors εφημερίδων έρθουν σε κατοικία.
Υπογράφων ερωτά πώς είναι δυνατόν έχει εμπιστοσύνη σε κενυατική πλευρά, αφ' ης στιγμής συμφωνηθέντα ένα μετά το άλλο δεν τηρούνται και στοιχεία αεροσκάφους δεν δίδονται.
Τότε Κενυάτης επιμένει ότι κενυατική κυβέρνηση έχει ευθύνη μεταφοράς και ότι μπορούμε επιβιβασθούμε σε κενυατικά οχήματα μέχρι αεροδρόμιο.
Ανέφερα ανωτέρω σε Οτσαλάν καθώς και ανησυχίες μου. Αυτός απαντά, λέγοντας ότι πρέπει να πάμε αφού «αρκετά προβλήματα προκάλεσα σε φίλους και εσάς προσωπικά και δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Δεν θέλω να σας θέσω σε κίνδυνο».
Γίνεται επιβίβαση σε αυτοκίνητα. Έξω από κατοικία ήταν πέντε αυτοκίνητα. Οτσαλάν επιβιβάζεται σε πίσω κάθισμα μεσαίου αυτοκινήτου, τύπου Toyota Land Cruiser, χρώματος μπλε. Κενυάτες αρνούνται σε υπογράφοντα και κ. Καλεντερίδη επιβίβαση σε ίδιο αυτοκίνητο.
Συνεργάτης του κα Kilic παρακαλεί Οτσαλάν κλαίγοντας να μην φύγει. Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης κρατούν ανοικτές πόρτες αυτοκινήτου διά της βίας ώστε αποτρέψουν αιφνίδια αναχώρηση αυτοκινήτου.
Εν τω μεταξύ, κ. Παπαϊωάννου επικοινωνεί με κ. Διακοφωτάκη και τον ερωτά πού ευρίσκεται θέμα. κ. Διακοφωτάκης τον ενημερώνει ότι ευρίσκονται άπαντες σε διαδικασία αναχωρήσεως από κατοικία. κ. Παπαϊωάννου εκφράζει δυσαρέσκειά του για καθυστέρηση και τονίζει ότι πρέπει να φύγει πάραυτα από κατοικία. Επιμένει πως πρέπει δοθούν ταχύτερο δυνατό στοιχεία αεροσκάφους. Αυτά μεταβιβάζονται σε υπογράφοντα από ασύρματο.
Όσο διαρκούσαν διαπραγματεύσεις για επιβίβαση συνοδών Οτσαλάν, υπογράφοντος και κ. Καλεντερίδη σε οχήματα πομπής, αναχώρησαν απότομα τρία πρώτα αυτοκίνητα. Πρώτο ουσιαστικό δείγμα του τι επρόκειτο ακολουθήσει. Αυτοκίνητο, σε οποίο επέβαινε υπογράφων και κ. Καλεντερίδης, έμεινε λίγο πίσω από προπορευόμενα τρία.
Διαδρομή προς αεροδρόμιο ήταν διαφορετική από συνήθη. Όπως μας ελέχθη, αυτό έγινε για λόγους ασφάλειας και ταχύτητα.
Σε αεροδρόμιο, συναντήσαμε συνοδούς Οτσαλάν, οποίες μας είπαν ότι αυτοκίνητο, οποίο τον μετέφερε, παρεξέκλινε πορείας και εισήλθε σε χώρο αεροδρομίου από ειδικό δρόμο, που χρησιμοποιούν οχήματα ασφάλειας. Συνοδοί Οτσαλάν επιμένουν ότι είδαν Οτσαλάν σε αεροδρόμιο. Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης δεν τον είδαν.
Αυτοκίνητα, οποία μας μετέφεραν, εστάθμευσαν σε χώρους αεροδρομίου, μας αποβίβασαν, έβαλαν αποσκευές όλων μας σε trailer και μετ' ολίγο σταδιακά εξαφανίσθηκαν.
Σε χώρο παρέμειναν υπογράφων, κ. Καλεντερίδης και τέσσερις συνοδοί Οτσαλάν. Επί δεκάλεπτο περίπου έγινε προσπάθεια επικοινωνίας με κάποιο υπεύθυνο. Φυσικά αυτές απέβησαν άκαρπες.
Ώρα ήταν περίπου 20.30. Υπογράφων αναφέρει καθέκαστα τηλεφωνικά σε κ. Διακοφωτάκη, οποίος ενημερώνει αμέσως κ. Παπαϊωάννου. Επίσης, τηλεφωνά σε εδώ ΥΠΕΞ και ζητά επικοινωνήσει αμέσως με κ. Καθουρίμα.
Τελευταίος δεν ανευρίσκεται. Αντ' αυτού, τηλεφωνά μετά από δεκάλεπτο περίπου κάποιος, οποίος είπε ότι είναι πολιτικός διευθυντής ΥΠΕΞ.
κ. Διακοφωτάκης ζητά μιλήσει με κ. Καθουρίμα. Συνομιλητής του λέγει ότι γνωρίζει πρόβλημά μας και ερωτά τι ζητούμε από αυτόν. κ. Διακοφωτάκης, οποίος δεν έχει πεισθεί για πραγματική ταυτότητα συνομιλητή του, ερωτά τί έγιναν αυτοκίνητα σε αεροδρόμιο.
Συνομιλητής ερωτά αν κ. Διακοφωτάκης περιμένει κάποια αντιπροσωπεία και ερωτά τί ώρα φθάνει αεροπλάνο.
κ. Διακοφωτάκης ζητά εκ νέου επικοινωνήσει με κ. Καθουρίμα. Συνομιλητής του λέγει ότι «You don't want to help yourself».
Ανωτέρω αναφέρονται αμέσως σε κ. Παπαϊωάννου και υπογράφοντα.
κ. Παπαϊωάννου δίδει εντολή σε κ. Διακοφωτάκη όπως υπογράφων και κ. Καλεντερίδης αναχωρήσουν αμέσως από χώρο αεροδρομίου, εγκαταλείψουν συνοδούς Οτσαλάν εκεί και επιστρέψουν πρεσβεία, κόβοντας κάθε περαιτέρω επαφή με συνοδούς Οτσαλάν.
κ. Διακοφωτάκης μεταβιβάζει εντολή σε υπογράφοντα, οποίος ζητά εντολή αυτή επιβεβαιωθεί εκ νέου. κ. Διακοφωτάκης πλησιάζει δύο διαφορετικά τηλέφωνα και υπογράφων ακούει κ. Παπαϊωάννου να επαναλαμβάνει εντολές του.
Υπογράφων και κ. Καλεντερίδης παραμένουν σε χώρο αεροδρομίου. Θεωρώ σκόπιμο όπως μην αναφέρω κλίμα, οποίο επικρατούσε μεταξύ συνοδών Οτσαλάν. Κι αν ήταν δυνατόν εκτελεσθεί παρόμοια εντολή.
Τελικά με ταξί, επιστρέψαμε όλοι σε κατοικία και από εκεί πήγαμε σε πρεσβεία για επικοινωνία με Αθήνα.
Μέχρι ώρα 02.00 προσπαθούσαμε επικοινωνήσουμε με αστυνομία για να πληροφορηθούμε τύχη τεσσάρων αστυνομικών. Τελικά μάθαμε ότι εκρατούντο σε κρατητήρια αεροδρομίου. Υπογράφων ζήτησε επίσκεψη την ίδια ώρα αλλά μας είπαν ότι αυτό ήταν αδύνατο.
Σημειώνω, τέλος, ότι κατά αρχηγό ΕΥΠ, «ζήτημα τεσσάρων αστυνομικών ήταν πιο σημαντικό από εξαφάνιση Οτσαλάν».
Β. Εν κατακλείδι, σημειώνω εξής:
1 Πρεσβεία ουδέν εγνώριζε περί αφίξεως Οτσαλάν, ουδείς την είχε ενημερώσει ή προϊδεάσει σχετικά.
2 Πρεσβεία, δηλαδή υπογράφων, συνεργάτης του και κ. Καλεντερίδης ενήργησαν πάντοτε κατόπιν σύμφωνου γνώμης κεντρικής υπηρεσίας. Ουδείς ενήργησε αυτοβούλως.
3 Οδηγίες γραφείου υπουργού και αρχηγού ΕΥΠ εσημειώνοντο για ασφαλή μεταφορά τους. Επίσης, λόγω κωδικών λέξεων και περιφραστικών εκφράσεων, επελέγη σε πολλές περιπτώσεις συνακρόαση, ως ασφαλεστέρα οδός ώστε αποφευχθούν λάθη ή παρανοήσεις.
4 Οδηγίες Αθηνών προς Οτσαλάν και συνεργάτες του μετεφέρθησαν αυτολεξεί και υποστηρίχθηκαν από πλευράς μας με κάθε δυνατά επιχειρήματα.
5 Διοικητικοί υπάλληλοι πρεσβείας ουδέν εγνώριζαν μέχρι 15 Φεβρουαρίου.
6 Υπογράφων θεωρεί πως ό,τι εζητήθη από πρεσβεία υπερέβαινε δυνατότητες πρεσβείας Ναϊρόμπι, αρμοδιότητες ΥΠΕΞ και εμπειρία υπαλλήλων σε τέτοιου είδους υποθέσεις. Και μάλιστα, χωρίς καμμία διοικητική και τεχνική υποστήριξη από Αθήνα (ανοικτά τηλέφωνα, έλλειψη χρημάτων, κ.λπ.).
7 Ζωή υπογράφοντος και συνεργάτου του ετέθη αδικαιολόγητα και κατ' επανάληψιν σε κίνδυνο.
Το ίδιο ισχύει και για κ. Καλεντερίδη.
Ευρισκόμενοι σε Ναϊρόμπι, δεν είμαστε σε θέση εκτιμήσωμε γενικώτερες επιπτώσεις υποθέσεως Οτσαλάν για χώρα μας. Όμως, όσον αφορά στάση πρεσβείας, υπογράφων εκτιμά ότι αυτή ήταν πάντοτε σύννομη, με σεβασμό και τήρηση ελληνικού Συντάγματος, ελληνικών νόμων, καθώς και κανόνων διεθνούς δικαίου.
Τέλος, αναφέρω ότι μεθεόρτια 15ης Φεβρουαρίου ακολουθήσουν με άλλο τηλεγράφημα και ότι ευχαριστώ κ. αναπληρωτή υπουργό διότι μας επετράπη γραπτή επικοινωνία με κεντρική υπηρεσία μετά από δεκαπέντε ημέρες κρίσεως και σιωπής.
ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ
Ύστερα, από την ανάγνωση αυτής της αναφοράς, που περιγράφει, εν μέρει, τα όσα απίστευτα συνέβησαν, ανάμεσα, στο κυβερνητικό κλιμάκιο, που χειριζόταν, σε εκείνο το στάδιο, την υπόθεση της παράδοσης του Abdullah Ocalan και στην ελληνική πρεσβεία, στο Ναϊρόμπι και σε συνδυασμό, με την δημόσια "απολογητική" (ορθότερα : απολογιστική) δημοσίευση, στην ιστοσελίδα της CIA, των θέσεών της, έτσι όπως αυτές - και με τον, ουδόλως ευθύ, τρόπο που - εκφράζονται από ένα άρθρο του κ. Μύρωνα Βαρουχάκη, (δείτε το, με τίτλο : Fiasco in Nairobi. Greek Intelligence and the Capture of PKK Leader Abdullah Ocalan in 1999.), δεν νομίζω ότι μένουν αμφιβολίες, για τον ρόλο του Κώστα Σημίτη, στην παράδοση του Abdullah Ocalan, στο τουρκικό κράτος.
Ο, τότε, πρωθυπουργός, ενσυνειδήτως, εν ψυχρώ και εκ προθέσεως, συμφώνησε, εκ των προτέρων, με την αμερικανική κυβέρνηση, στην παράδοση του ηγέτη του PKK, στην τουρκική κυβέρνηση και στα όργανά της. Το, πολύ-πολύ, το μόνο, που μπορεί να πέτυχε (και αυτό είναι, μόνο, μια υπόθεση, διότι είναι πιθανό, να μην το ζήτησε, καν), είναι να αποσπάσει την δέσμευση των Αμερικανών ότι θα εξασφάλιζαν ότι οι Τούρκοι δεν θα εκτελούσαν τον Abdullah Ocalan. Αλλά, είπαμε : Αυτό αποτελεί, μόνο, μια δική μου υπόθεση.
Εννοείται, βέβαια, ότι πολλά είναι αυτά, που πρέπει να διαλευκανθούν, αφού οι περισσότερες και οι σημαντικότερες πτυχές αυτής της βρώμικης και θλιβερής ιστορίας, η οποία είναι προϊόν της επονείδιστης και ατιμωτικής συμπεριφοράς, που επέδειξαν οι "εκσυγχρονιστές" του ΠΑΣΟΚ και ο αρχηγός τους (οι οποίοι κατέφυγαν, σε ένα άθλιο προπαγανδιστικό επιχείρημα, προκειμένου να δικαιολογήσουν, τα αδικαιολόγητα και το οποίο συνοψιζόταν, στο σύνθημα "Πρώτα η Ελλάδα"), παραμένουν άγνωστες. Κάποια στιγμή θα διαλευκανθούν.
Μπορεί να αργήσει αυτή η στιγμή. Και σίγουρα, θα αργήσει. Αλλά θα έλθει. Και τότε, ο Κώστας Σημίτης εάν, ακόμη, βρίσκεται, εν ζωή (που, μάλλον, δεν θα βρίσκεται, διότι, ήδη, είναι 80 ετών και η δημοσιοποίηση των στοιχείων, για όσα συνέβησαν τον Ιανουάριο - Φεβρουάριο του 1999, αλλά και νωρίτερα, γύρω από την άθλια ιστορία της παράδοσης του Abdullah Ocalan, στους διώκτες του, θα πάρει πολύ χρόνο), θα ντρέπεται να κυκλοφορήσει.
Και δεν θα είναι, μόνον, αυτός, που θα ντρέπεται...
Σχόλια
Ο ξεμωραμένος, με δυσκολία μπορούσε να μιλήσει, αν και το αποτόλμησε, θυμίζοντας τον κακό εαυτό του, τον οποίο η πάροδος του χρόνου, τον έχει κάνει, ακόμη, χειρότερο.
Εννοείται, βέβαια, ότι ο χρόνος, που πέρασε, του έχει κάνει και άλλες ζημιές, αφού, τώρα, είναι ακόμη, περισσότερο ιδεοληπτικός, από πριν, ενώ, παράλληλα, του έχει στερήσει την (ελάχιστη) ικανότητα, που είχε να διακρίνει την πραγματικότητα, από τις επιθυμίες του, οι οποίες ήσαν, πάντα, διαστροφικά, εξωπραγματικές.
Το δυστύχημα είναι ότι κυκλοφορεί ελεύθερος, παρά τα υπερμεγέθη εγκλήματα, που έχει διαπράξει και είναι γέρος και πιθανότατα, όταν θα έλθει η ώρα, θα έχει πεθάνει και θα αποφύγει να ζησει τον δημόσιο κατεξευτελισμό και την διαπόμπευση, που θα υποστεί, όταν αποκαλυφθούν ο πλήρης σχεδιασμός και οι λεπτομέρειες των ενεργειών του, κατά την τέλεση των εγκλημάτων του, εις βάρος του τόπου και του πληθυσμού της χώρας μας.
Δυστυχώς, ο μοιραίος αυτός άνθρωπος θα αποφύγει και αυτό, που θα του άξιζε να υποστεί. Θα γλυτώσει από μια πολύ χρήσιμη και άκρως, διδακτική (για τον ίδιο τον "κ. Καθηγητή", αλλά και για όλους μας) συνάντησή του, με τον Αμπντουλλάχ Οτσαλάν. Μακάρι, να επιβιώσει και να έλθει, ενώπιος, ενωπίω, με τον σημερινό φυλακισμένο, στο Ιμραλί.
Όμως, οι ελπίδες, για μια τέτοια συνάντηση, κατά την οποία ο ηγέτης του P.K.K. θα είχε και θα ασκούσε την δυνατότητα να "περιποιηθεί", τον ξεμωραμένο, καταλλήλως και όπως του αξίζει, είναι απειροελάχιστες, αφού ο "κ. Καθηγητής" είναι, σε προχωρημένη ηλικία και κυριολεκτικά, τρέμει ο κώλος του να βγει η ψυχή του.
Η ελπίδα, βεβαίως, πεθαίνει τελευταία, αλλά οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές...