Θα θέσουν οι δανειστές, ως προαπαιτούμενη την παροχή ενυπόγραφων εγγυήσεων του ΣΥΡΙΖΑ, για την εφαρμογή του νέου 3ου Μνημονίου; Μετά την συνάντηση Αλέξη Τσίπρα και Jörg Asmussen, η ώρα της αλήθειας πλησιάζει.
Στις 18/9/2013 οι Αλέξης Τσίπρας και Jörg Asmussen, συμφώνησαν, μπροστά στις κάμερες, μετά το πέρας της συζήτησής τους, ότι διαφωνούν. Ο Γερμανός κεντροτραπεζίτης της Ε.Κ.Τ., ζήτησε, όμως, την πλήρη υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ, στο εφαρμοζόμενο πρόγραμμα της τρόϊκας των εκπροσώπων των δανειστών, το οποίο χαρακτήρισε, ως επιτυχημένο. Φυσικά, μια τέτοια στήριξη ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν την έδωσε. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι δανειστές, εν όψει του 3ου Μνημονίου, το οποίο βρίσκεται, υπό επεξεργασία, δεν θα επανέλθουν δριμύτεροι, στο αίτημά τους αυτό. Κάθε άλλο. Θα επανέλθουν και σκέπτονται να ζητήσουν ενυπόγραφες εγγυήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, για την εφαρμογή του προγράμματος, που θα τρέξει, στα πλαίσια του νέου Μνημονίου, σε συνέχεια του, ήδη εφαρμοζόμενου. Η ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαμηνύει ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν πρόκειται να υπογράψει τις εγγυήσεις, για τις οποίες γίνεται λόγος. Ως εκ τούτου, οι αναμενόμενες εξελίξεις, στα πλαίσια αυτής της διελκυστίνδας, θα είναι συναρπαστικές...
Και πριν προλάβει ο αλέκτωρ φωνήσαι τρις, σε σχέση με το, επικοινωνιακού χαρακτήρα, "πρωτογενές πλεόνασμα" που εξήγγειλαν οι Χρήστος Σταϊκούρας και Αντώνης Σαμαράς και ενώ ο πληθυσμός της χώρας μας βρίσκεται μέσα σε μια νέα σφοδρή επικονωνιακή καταιγίδα, που ξέσπασε, μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, από μια συμμορία χρυσαυγιτών, στο Κερατσίνι, με σκοπό να πεισθούν οι υπαρκτοί και οι εν δυνάμει ψηφοφόροι της "Χρυσής Αυγής", να επιστρέψουν και να παραμείνουν στην Ν.Δ., η γερμανική εφημερίδα "Die Zeit", ήλθε, με ένα, άκρως, αποκαλυπτικό δημοσίευμα, ενώ η ελληνική οικονομία βρίσκεται ενώπιον μιας νέας επιθεώρησης από την Τρόϊκα, που έρχεται στην Αθήνα και καταράκωσε την (ανύπαρκτη, ούτως, ή άλλως) αξιοπιστία του όλου εγχειρήματος, στο οποίο έχει επιδοθεί η κυβέρνηση Σαμαρά, αναφέροντας ότι, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα ο Γερμανός κεντροτραπεζίτης της Ε.Κ.Τ. Γεργκ Άσμουσεν βρέθηκε ενώπιον του αιτήματος, το οποίο έθεσε, απροσχημάτιστα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, για "αναδιοργάνωση των αριθμών του ελλείμματος", ούτως ώστε η διαφορά που υπάρχει, σε σχέση με τους στόχους, να μειωθεί, ή να μηδενιστεί. Ο μπουχέσας Βαγγέλης, βέβαια, έσπευσε, μετά από αυτή την δημόσια διαπόμπευση, που υπέστη από την γνωστή και έγκυρη γερμανική εφημερίδα, να διαψεύσει το δημοσίευμα και να ζητήσει την βοήθεια της Ε.Κ.Τ., η οποία βοήθεια του εδόθη, αφού η Ε.Κ.Τ. έβγαλε ανακοίνωση, με την οποία λέει ότι το δημοσίευμα δεν είναι ακριβές, όσον αφορά το συγκεκριμένο τμήμα του.
Αλλά, πέρα από τις διαψεύσεις του ίδιου του Βενιζέλου, οι οποίες έχουν αξία, μόνον, ως επιβεβαιωτικές ότι έπραξε, όσα αρνείται ότι έπραξε, ή, όσα λέει ότι δεν έπραξε, όπως, επίσης, πέρα από την επικοινωνιακή χείρα βοηθείας, που έδωσε η Ε.Κ.Τ., στον ίδιο και στην κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει, η ουσία της όλης υπόθεσης είναι ότι οι δανειστές, μέσω του Άσμουσεν, έδωσαν ένα σαφές μήνυμα στους εντόπιους "κυβερνήτες", οι οποίοι ασφυκτιούν, για κάποιες επικοινωνιακές ανάσες και παρακαλούν γονυπετείς για την μη λήψη νέων μέτρων.
Το περιεχόμενο αυτού του μηνύματος είναι ότι η κυβέρνηση Σαμαρά δεν πρέπει να ξεφύγει, στο ελάχιστο, από τις προβλέψεις του εφαρμοζόμενου προγράμματος και ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει, να έχει καμμία απαίτηση, για οποιαδήποτε χαλάρωση, τώρα, που το πρόγραμμα πετυχαίνει τους στόχους του, σύμφωνα, με τις αντιλήψεις, που επικρατούν στους κύκλους των δανειστών και με βάση τα όσα πιστεύουν οι μπατιροτραπεζίτες της Ε.Κ.Τ.
Για να είμαστε, μάλιστα, αντικειμενικοί, πρέπει να πούμε ότι το ίδιο, ακριβώς, μήνυμα έδωσε ο Γεργκ Άσμουσεν στον Αλέξη Τσίπρα, κατά την συνάντησή τους, πριν λίγες ημέρες, όπου επανέλαβε την διαπίστωση ότι, μπορεί, με τον ΣΥΡΙΖΑ, να διαφωνούν στους τρόπους και στα μέσα, αλλά το εφαρμοζόμενο ελληνικό πρόγραμμα είναι επιτυχές και ζήτησε την πλήρη στήριξη του προγράμματος αυτού, από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Βέβαια, ο Αλέξης Τσίπρας - ο οποίος κακώς, πήγε και είδε τον Άσμουσεν και τούτο επειδή, έτσι, κακομαθαίνει τους μπατιροτραπεζίτες της Ε.Κ.Τ. και τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών, οι οποίοι οφείλουν, ως υπάλληλοι, που είναι, να μάθουν να τηρούν το πρωτόκολλο και ως εκ τούτου, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να του στείλει, για ενημέρωση, κάποιον από το οικονομικό επιτελείο του κόμματος - δήλωσε, ενώπιον του Άσμουσεν, ότι διαφώνησαν, σε όλα και είπε, ότι έθεσε το θέμα της διαγραφής του ελληνικού δημόσιου χρέους, στα πρότυπα της διαγραφής του γερμανικού δημόσιου χρέους, το 1953.
Όμως, πέρα από τις δηλώσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η αλήθεια είναι ότι και αυτός πήρε, από την Ε.Κ.Τ., το ίδιο μήνυμα, με αυτό, που πήρε η κυβέρνηση. Και φυσικά, δια στόματος Άσμουσεν (τον οποίον, ορθά, είχε αγνοήσει ο Αλέξης Τσίπρας και δεν τον δέχτηκε, όταν ήταν στην Αθήνα), του ζητήθηκε η πλήρης στήριξη του εφαρμοζόμενου προγράμματος, το οποίο, επίσης, χαρακτηρίστηκε, ως επιτυχές. Έτσι, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι αγνοεί, ή ότι δεν αντελήφθη τις προθέσεις των δανειστών, οι οποίες είναι δεδομένες και οι οποίοι, φυσικά, δεν πρόκειται να διακινδυνεύσουν αυτό το οποίο θεωρούν, ως επιτυχία του εφαρμοζόμενου ελληνικού προγράμματος. Και γι' αυτό, προφανώς, αρνούνται να συναινέσουν στην διεξαγωγή εκλογών - τις οποίες, άλλωστε, ούτε και οι εντόπιοι κυβερνήτες θέλουν.
Και μπορεί, μεν, οι ευρωμπατιροτραπεζίτες της Ε.Κ.Τ. να έβγαλαν στην σέντρα και να γελοιοποίησαν, μέσω της εφημερίδας "Die Zeit", για μία, ακόμη, φορά, τον μπουχέσα Βαγγέλη (του οποίου δεν ιδρώνει το αυτί, από κάτι τέτοια, αφού ο βρεγμένος την βροχή δεν την φοβάται) και το έπραξαν αυτό, προφανώς, επειδή, πρόσφατα, είπε, δημόσια, ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει χωρίς νέο Μνημόνιο, αν της ζητηθούν νέα μέτρα, αλλά με την περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, τα πράγματα είναι, τελείως, διαφορετικά, αφού η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει δεσμευθεί, για τίποτε, έναντι των δανειστών.
Έτσι, με δεδομένη την υπογραφή ενός νέου Μνημονίου, το οποίο θα ανακυκλώσει, εντός ευρωζωνικών μηχανισμών και ίσως και του Δ.Ν.Τ., τα δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα, κυρίως - αλλά όχι μόνο - από τους ευρωμηχανισμούς, επειδή οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές δεν πρόκειται να δανείσουν, έστω και με ένα δύσκολα υποφερτό επιτόκιο το ελληνικό κράτος, ούτως ώστε το ελληνικό δημόσιο χρέος να αναμετακυλιθεί από τους θεσμούς της ευρωζώνης, στις διεθνείς επίσημες ή/και σκιώδεις τράπεζες (και τούτο επειδή, όπως έχουμε πει, το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι τόσο μεγάλο, που εξακολουθεί να θεωρείται και να είναι μη εξυπηρετίσιμο, όσο δεν το εγγυάται η Ε.Κ.Τ.), τίθεται, για τους ευρωζωνίτες, θέμα υποστήριξης του νέου αυτού Μνημονίου (το οποίο θα είναι το 3ο, κατά σειράν), των όρων που αυτό θα προβλέπει και του προγράμματος, που εφαρμόζεται και θα συνεχίσει να εφαρμόζεται, από τον ελληνικό πολιτικό κόσμο - τουλάχιστον στις βασικές του συνιστώσες, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί, μετά τις δύο βουλευτικές εκλογές του 2012.
Στην παρούσα φάση, αυτή η υποστήριξη του προγράμματος ζητείται, ανοικτά και δημόσια, από όλους τους εμπλεκόμενους. Και από την κυβέρνηση και από την αξιωματική αντιπολίτευση. Ο Άσμουσεν ήταν σαφής προς όλους, οι οποίοι πήραν το καθαρό μήνυμα. Και η μεν κυβέρνηση των στουρνοσαμαράδων και του μπουχέσα συγκυβερνήτη είναι δεδομένο ότι, παρά τις όποιες γκρίνιες, θα αποδεχθεί το 3ο Μνημόνιο και τις όποιες προβλέψεις επιβάλλουν οι δανειστές. Δεν είναι η κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου το πρόβλημα των δανειστών.
Το πρόβλημα των δανειστών είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για λόγους, που έχουν να κάνουν με τις ιστορικές του καταβολές και το αριστερό ακτιβιστικό παρελθόν και παρόν του, όντας ένα, εν πολλοίς νεολενινιστικό πολιτικό μόρφωμα, με σύνθετες νεοσταλινικές και νεοτροτσκιστικές αναφορές, μπολιασμένο και με τις παραδόσεις του ανδρεοπαπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, ένα σημαντικό μέρος του οποίου έχει ενσωματωθεί στο αριστερό αυτό κόμμα, δεν μπορεί - ακόμη και αν το θέλει η ηγεσία του - να ακολουθήσει τα θέσφατα των Βρυξελλών, της Φραγκφούρτης και του Δ.Ν.Τ. Αυτή η οχληρή πραγματικότητα έχει γίνει κατανοητή, από τους δανειστές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει γίνει και αποδεκτή από αυτούς.
Οι δανειστές, λοιπόν, έχουν περιέλθει σε δυσχερή θέση, αντιμετωπίζοντας τις προοπτικές του ελληνικού προγράμματος, για την επιτυχία του οποίου έχουν τόσο μοχθήσει και έχουν επενδύσει ποσά, τα οποία, ως σύνολο δανεισμού, προς μια χώρα, είναι πρωτοφανή και απίστευτα. Αυτό συμβαίνει, φυσικά, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι παρών και βρίσκεται, προ των πυλών της εξουσίας, με όλες τις προοπτικές να είναι, με το μέρος του, στον βαθμό, που η χρονική έκταση του ελληνικού προγράμματος λιτότητας είναι πολύ μεγάλη και ως εκ τούτου, υπάρχει η σφοδρή πιθανότητα, σε κάποια χρονική στιγμή, να απορριφθεί από τον πληθυσμό της χώρας, με την απομάκρυνση της παρούσας (ή κάποιας άλλης μελλοντικής, που κάποια μαγειρεία την ετοιμάζουν) κυβέρνησης, η οποία αποτελείται από μια συμμαχία πρόθυμων υποτακτικών να διεκπεραιώσουν τις εντολές των ξένων τοκογλύφων, οι οποίοι λειτουργούν, ως οι πραγματικοί εντολείς τους και ως νεοαποικιοκρατικοί αφέντες του τόπου.
Και ενώ η ελληνική πολιτικοοικονομική ελίτ ψάχνει, εναγωνίως, με αιχμή του δόρατος και με όργανο τον Φώτη Κουβέλη της αποψιλούμενης ΔΗΜΑΡ, να βρει ένα διάδοχο μνημονιακό κυβερνητικό σχήμα, το οποίο θα αντικαταστήσει, χωρίς την ενοχλητική προσφυγή, σε νέες βουλευτικές εκλογές, την παρούσα συγκυβένηση Σαμαρά - Βενιζέλου, η οποία έχει χάσει οποιοδήποτε αξιόλογο κοινωνικό έρεισμα, ο, εν πολλαίς αμαρτίαις πεσών, σοσιαλνεοφιλελεύθερος δημοσιογράφος, ο ευήθης Μιχάλης Γαργαλάκος αρθρογραφεί, στην εφημερίδα "ΤΟ ΠΑΡΟΝ", της 22/9/2013, προσπαθώντας να στηρίξει την ανύπαρκτη "κεντροαριστερά", που υποτίθεται ότι εκφράζει το ΠΑΣΟΚ, του μπουχέσα Ευάγγελου Βενιζέλου και υποστηρίζοντας το μάταιο αυτής της ζύμωσης, που γίνεται στα παρασκήνια της πολιτικής ζωής του τόπου. Μπορεί, γενικώς, επειδή αυτόν και τον χώρο, που εκπροσωπεί, να τους έχει πάρει η μπάλλα, από κάτω, να ανοησιολογεί και να αρλουμπολογεί, αλλά δεν έχει άδικο. Η μαγειρευόμενη λύση στα παρασκήνια, που θέλει να αντικαταστήσει, "αναίμακτα", την παρούσα κυβέρνηση, αποτελεί μια λύση απελπισίας, που στερείται προοπτικής και μέλλοντος, ακόμη και αν ο Αντώνης Σαμαράς αποδεχθεί μια ομαλή αποχώρησή του, από την πρωθυπουργία.
Προφανώς, λοιπόν, οι δανειστές χρειάζονται εγγυήσεις, για την ομαλή και απρόσκοπτη συνέχιση του επιτυχούς - κατ' αυτούς - προγράμματος και της εφαρμογής του νέου, του τρίτου, Μνημονίου, που έρχεται και κάποια στιγμή, η οποία πλησιάζει, θα πρέπει να συνομολογηθεί και να υπογραφεί. Η παρούσα κυβέρνηση - ή κάποια άλλη μνημονιακή κυβέρνηση, σαν αυτή που προπαγανδίζει και μαγειρεύει ο Φώτης Κουβέλης, στα παρασκήνια - δεν θα έχει καμμία αντίρρηση να δώσει κάθε εγγύηση, που θα της ζητηθεί. Ομοίως, θα πράξουν και τα κόμματα, που συγκυβερνούν, όπως έπραξαν και πριν από την υπογραφή του 2ου Μνημονίου, στις αρχές του 2012, όταν οι Σαμαράς - ΓΑΠ - Βενιζέλος υπέγραψαν επιστολή ότι θα εφαρμόσουν, πλήρως, το Μνημόνιο αυτό.
Αλλά οι εγγυήσεις, που πρόκειται να δώσει και όσα χαρτιά και αν υπογράψει, η κυβέρνηση αυτή, ή όποια άλλη, καθώς και τα κόμματα, που συγκυβερνούν, είναι άνευ αξίας. Και είναι άνευ αξίας, επειδή η εφαρμογή ενός μακροχρόνιου προγράμματος, σαν αυτό, που, τώρα, εφαρμόζεται και που θα συνεχιστεί, με το 3ο Μνημόνιο, απαιτεί και μακροχρόνιες δεσμεύσεις και εγγυήσεις, από εκείνους, που θα κληθούν να το εφαρμόσουν. Δηλαδή από την κυβέρνηση και τον ελληνικό πολιτικό κόσμο.
Αλλά η παρούσα κυβέρνηση, ή κάποια άλλη, που θα μπορούσε να προκύψει από το τωρινό κοινοβούλιο, όπως και η ίδια η Βουλή, που προέκυψε από τις βουλευτικές εκλογές της 17/6/2012, έχουν πεπερασμένα όρια, το αργότερο, τον Ιούνιο του 2016, ενώ, πέρα από τις ευρωεκλογές και τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές του Μαΐου του 2014, υπάρχει και ο σκόπελος της προεδρικής εκλογής του Μαρτίου του 2015, όπου δύσκολα θα μπορέσει το παρόν κυβερνητικό μπλοκ, με κάποιες ενισχύσεις, να βρει 180 ψήφους στο Κοινοβούλιο, για να εκλέξει νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στην θέση του Κάρολου Παπούλια, του οποίου η θητεία λήγει εκείνη την εποχή.
Το πρόγραμμα, λοιπόν, όπως και το 3ο Μνημόνιο, μαζύ με τα χρηματικά ποσά, που έχουν εκταμιευθεί, καθώς και εκείνα, που πρόκειται να εκταμιευθούν, από τους δανειστές, είναι στον αέρα. Ως εκ τούτου, οι δανειστές και τωρινοί αφέντες της αποικίας χρέους, που λέγεται Ελλάδα, είναι υποχρεωμένοι να αναζητήσουν ισχυρές εγγυήσεις και διαβεβαιώσεις, για την συνέχιση του προγράμματος. Και όπως είπαμε, αυτές τις εγγυήσεις και διαβεβαιώσεις, δεν μπορούν να τις δώσουν οι τωρινοί υποτακτικοί, οι οποίοι παριστάνουν την κυβέρνηση του τόπου και ενεργούν, έναντι του ελληνικού λαού, ουσιαστικά, ως μπράβοι των δανειστών.
Αυτές τις εγγυήσεις και τις αντίστοιχες διαβεβαιώσεις μπορεί να τις καταστήσει ενεργές και να τις δώσει, στην παρούσα φάση, μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, όμως, δεν μπορεί να τις δώσει - ακόμη και αν το ήθελε η ηγεσία του, η οποία, άλλωστε, δεν φαίνεται να θέλει να τις δώσει.
Παρ' όλ' αυτά, μέσα στα πλαίσια της συζήτησης, που γίνονται στους κόλπους των δανειστών, φαίνεται ότι υπάρχει μια ισχυρή τάση, η οποία επιθυμεί να ζητηθούν ενυπόγραφες εγγυήσεις και δεσμεύσεις, από τον ΣΥΡΙΖΑ, για την απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος, προκειμένου να μην χαθούν όσα οι δανειστές θεωρούν ότι πέτυχαν, καθώς και τα ποσά που έχουν καταβληθεί και θα καταβληθούν, μέσα στα πλαίσια των δύο διαδοχικών Μνημονίων, καθώς και του ετοιμαζόμενου 3ου Μνημόνιου.
Προς το παρόν, οι δανειστές δεν θέτουν, επισήμως, θέμα εγγυήσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ - φανερά, τουλάχιστον. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, όμως και όσα λέγονται, από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δείχνουν ότι οι δανειστές είναι πολύ πιθανό να θέσουν θέμα ενυπόγραφων εγγυήσεων από τον Αλέξη Τσίπρα, εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ. Από όσα αφήνονται να διαφανούν, η αξιωματική αντιπολίτευση αρνείται ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά αυτό πρέπει να το αφήσουμε να το δούμε, αφού οι δανειστές, ακόμη, δεν έχουν κατασταλάξει - ίσως και λόγω των γερμανικών εκλογών. Αν και από ό,τι φαίνεται, από τις επαφές Τσίπρα - Άσμουσεν, θα μπορούσαν να συζητήσουν, ακόμη και μια διαγραφή μέρους του ελληνικού δημόσιου χρέους, εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν διατεθειμένος να παράσχει εγγυήσεις και δεσμεύσεις ότι θα εφαρμόσει το πρόγραμμα, που οι ευρωμπατιροτραπεζοκρατία και οι λοιποί δανειστές θεωρούν επιτυχές.
Αλλά, γιατί οι δανειστές θεωρούν ότι το εφαρμοζόμενο πρόγραμμα είναι επιτυχημένο; Έχουν δίκιο, στην επίσημη διαπίστωση που κάνουν; Έχουν άδικο; Ή, η αλήθεια είναι κάπως διαφορετική; Και αν ναι, πόσο διαφορετική είναι;
Σε γενικές γραμμές, το πρόγραμμα, που εφαρμόζουν στην Ελλάδα οι δανειστές, δεν έχει επιτύχει αυτό, στο οποίο αποσκοπούσε. Και φυσικά, αυτό δεν ήταν κάτι μη αναμενόμενο, γι' αυτούς. Προφανώς, επιθυμούσαν να επιτύχει, αλλά αυτή τους η επιθυμία δεν τους έκανε να μην βλέπουν ότι το αντίθετο ενδεχόμενο ήταν πολύ περισσότερο πιθανό να πραγματοποιηθεί.
Η αποτυχία του εφαρμοζόμενου προγράμματος προκύπτει από το γεγονός ότι, ήδη, μιλούν και φυσικά, θα χρειασθούν ένα 3ο Μνημόνιο, το οποίο θα συνεχίσει το πρόγραμμα, ακριβώς επειδή λήγει το 2ο Μνημόνιο, χωρίς να λυθεί το ελληνικό πρόβλημα. Όμως, η αναγκαιότητα του 3ου Μνημονίου δεν αποτελεί έκπληξη, για τους δανειστές, αφού είχε ληφθεί, στα υπόψιν, όταν, τον Φεβρουάριο του 2012, αποφασιζόταν το 2ο Μνημόνιο. Όπως και τώρα, που συζητούν, για το 3ο Μνημόνιο, γνωρίζουν ότι θα χρειασθούν και ένα 4ο, καθώς και ένα 5ο Μνημόνιο, ευθύς μόλις λήξει το 3ο.
Σε τί αποσκοπούσαν, όμως, οι δανειστές, με το εφαρμοζόμενο ελληνικό πρόγραμμα, που στηρίχθηκε, στα δύο Μνημόνια του Μαΐου του 2010 και του Φεβρουαρίου του 2012;
Οι στόχοι τους ήσαν οι εξής :
1) Να επανέλθει, γρήγορα, το ελληνικό κράτος στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές ομολόγων, για δανεισμό, με ένα υποφερτό επιτόκιο δανεισμού.
2) Να ισορροπήσουν τα ελληνικά δημοσιονονομικά μεγέθη, σε τέτοιο επίπεδο, ώστε η Ελλάδα να παύσει να έχει ανάγκη πρωτογενούς δανεισμού και να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα, σε επίπεδα τέτοια, τα οποία να ανταποκρίνονται στην Συνθήκη του Μάαστριχτ ( έλλειμμα, έως 3% του ΑΕΠ) και ακόμη μικρότερο και με προοπτική πραγματοποίησης, εί δυνατόν, ακόμη και δημοσιονομικού πλεονάσματος.
3) Να σταθεροποιηθεί και να μειωθεί σταδιακά το ελληνικό δημόσιο χρέος, σε επίπεδα, που θα το αποκλιμακώσουν κοντά στο 120% του ΑΕΠ, στα πλαίσια, όμως, μιας οικονομίας, η οποία θα μπορεί, αυτοδύναμα, να το μειώσει, σε επίπεδα αντίστοιχα των συνθηκών του Μάαστριχτ, ή, έστω, κοντά, σε αυτά.
4) Να αλλάξει δομή και υπόδειγμα η ελληνική οικονομία, ούτως ώστε να παύσει να παράγει ελλείμματα.
Μέχρι τώρα, που γράφονται αυτές οι γραμμές και για αρκετό καιρό, μετά από αυτές, ουδείς, εκ των στόχων αυτών έχει επιτευχθεί.
Το ελληνικό δημόσιο δεν έχει και δεν προβλέπεται, στο οποιοδήποτε ορατό μέλλον, να επανέλθει στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές ομολόγων. Γι' αυτό, άλλωστε, θα συνομολογηθεί το 3ο Μνημόνιο, αφού ουδείς πρόκειται να δανείσει το ελληνικό κράτος. Ο στόχος των ευρωζωνιτών, για επαναμετακύλιση των πτωχευτικών ευρωδανείων στον διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα (private sector), δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί, διότι απλούστατα, δεν βρίσκονται, πλέον, κορόϊδα, στην σύγχρονη εποχή και ιδιαίτερα, μάλιστα, μετά την τραυματική εμπειρία της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και της κρίσης στην ευρωζώνη, που ακολούθησε, με τα δύο κουρέματα του ελληνικού δημόσιου χρέους, μέσα στο 2012, κρίση, η οποία συνεχίζεται ακάθεκτη, προοιωνίζοντας νέα κουρέματα. Έτσι, ο δανεισμός του ελληνικού κράτους, από την ευρωζώνη (και ίσως το Δ.Ν.Τ., εάν το Δ.Ν.Τ. παραμείνει στο πρόγραμμα), είναι η μόνη λύση.
Ακόμη και τώρα, τρισήμισυ χρόνια μετά, η Ελλάδα δεν έχει επιτύχει το περιβόητο πρωτογενές πλεόνασμα, ούτως ώστε να παύσει να έχει ανάγκη πρωτογενούς δανεισμού, γι' αυτό και μπουχέσας Βαγγέλης ζήτησε από τον Άσμουσεν να "αναδιοργανώσει τους αριθμούς", ώστε να μειωθεί και να μηδενιστεί η απόσταση, ανάμεσα στους αριθμούς και στους στόχους. Στο τέλος του έτους, μάλιστα, θα υποχρεωθούν, ή να πουν την αλήθεια, ή να καταφύγουν στην δημιουργική λογιστική, για να εμφανίσουν την ύπαρξη ενός κάποιου πρωτογενούς πλεονάσματος. Παράλληλα, το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας και το 2013 εξακολουθεί να είναι μεγάλο και να απέχει πολύ από τα κριτήρια του Μάαστριχτ, χωρίς να αποκλείεται να κυμανθεί στα περυσινά επίπεδα. Όλα αυτά δείχνουν ότι οι δανειστές θα αργήσουν να αρχίσουν να λαμβάνουν πίσω τα δανεικά και ότι θα εξακολουθήσουν να δανείζουν το ελληνικό δημόσιο, όχι μόνο για να ξεπληρώνει τα δανεικά, αλλά και για να μπορεί να λειτουργεί.
Το χειρότερο, είναι ότι το δημόσιο χρέος παραμένει ανεξέλεγκτο και με μια τεράστια δυναμική, η οποία το καθιστά αδύνατο να τεθεί, υπό διαχείριση. Οι κυβερνητικοί λένε ότι βρίσκεται στα επίπεδα των 321 δισ. € (γύρω στο 175% του ΑΕΠ), ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ μεγαλύτερο (υπερβαίνει τα 350 δισ. €, ήτοι 191% του ΑΕΠ) και εάν υπολογισθεί, σε αυτό και το ποσόν των εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου, τότε ξεπερνάει το ύψος των 420 δισ. €, ένα ποσόν, στο οποίο θα φθάσει στις αρχές του επόμενου έτους, εάν τα πράγματα αφεθούν, ως έχουν, τώρα.
Ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία, μπορεί να υφίσταται μια τεράστια εσωτερική υποτίμηση, μπορεί να διαλύεται ο ιστός της μικρομεσαίας παραγωγικής και εμπορικής δραστηριότητας και να προλεταριοποιείται το ανθρώπινο δυναμικό της, μπορεί να έχει χάσει, πάνω από 50 δισ. €, από την συνολική της παραγωγή, σε σχέση με το 2009 και οι συνολικές απώλειες να έχουν ξεπεράσει το 20% του ΑΕΠ της χώρας, πάντα σε σχέση με το 2009, αλλά δεν έχει αλλάξει υπόδειγμα, ούτε δομή, ούτε τρόπο λειτουργίας. Αυτό που έχει κάνει η ελληνική οικονομία είναι να έχει συρρικνωθεί, δραματικά και χωρίς ορατό τέλος, σε αυτήν την διαδικασία, αφού, τα κεφάλαια, που, εσωτερικά παράγονται, φεύγουν έξω από την χώρα, με κάθε δυνατό τρόπο, επενδύσεις από έξω δεν έρχονται, οι επιχειρήσεις φεύγουν στο εξωτερικό, η εσωτερική ζήτηση μειώνεται, δραματικά και η εσωτερική παραγωγή απαξιώνεται από την καταθλιπτική πίεση, που δέχεται, από το πανάκριβο και σκληρό ευρώ, το οποίο η χώρα έχει υιοθετήσει, ως νόμισμα, λόγω της επιδειχθείσας (παρ)αφροσύνης της πολιτικοοικονομικής της ελίτ.
Αλλά, αποτελεί αλήθεια επίσης και το γεγονός ότι ότι δεν απέτυχε σε όλους της τους στόχους η μπατιροτραπεζοκρατία της Ε.Κ.Τ. και η ευρύτερη συμμορία των τοκογλύφων δανειστών. Κάθε άλλο. Κάποιοι από τους στόχους της έχουν επιτευχθεί, ή βρίσκονται σε καλό - γι' αυτούς - δρόμο.
Το εφαρμοζόμενο πρόγραμμα των δανειστών απέτυχε, παταγωδώς, να αυξήσει τα δημόσια έσοδα, τα οποία μειώθηκαν, δραματικά, όλο αυτό το χρονικό διάστημα, από τον Μάϊο του 2010, έως σήμερα, λόγω της σφοδρής οικονομικής κρίσης, η οποία χρησιμοποιήθηκε, ως εργαλείο, για την εσωτερική υποτίμηση της ελληνικής οικονομίας, αλλά πέτυχε να μειώσει δραματικά τις πρωτογενείς δαπάνες του ελληνικού δημοσίου, οι οποίες, κυριολεκτικά, καταβαραθρώθηκαν.
Έτσι, παρά την αποτυχία της αύξησης των εσόδων του δημοσίου και παρά την πτώση των εσόδων αυτών, οι πρωτογενείς δαπάνες του κράτους μειώθηκαν πολύ περισσότερο και μάλιστα, σε τέτοιο επίπεδο, έτσι ώστε να εμφανίζεται, ως επιτεύξιμος στόχος, η ύπαρξη, στο ορατό μέλλον, ενός πρώτου πρωτογενούς πλεονάσματος, κατά το 2014, ή, ακόμη και το 2013, εάν μειωθούν, ακόμη περισσότερο οι δαπάνες δαπάνες. Γύρω από αυτό το θέμα, είναι που υφίσταται η κάποια αντιμαχία, ανάμεσα στους δανειστές και στους εντόπιους υποτακτικούς, οι οποίοι θέλουν και παρακαλούν, για την αποφυγή νέων μέτρων λιτότητας, με περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις, τις οποίες επιδιώκουν οι δανειστές, προκειμένου να επιτευχθεί, το γρηγορότερο, ο επιδιωκόμενος στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού.
Η επίτευξη του στόχου της δημιουργίας πρωτογενούς πλεονάσματος, στο κρατικό ισοζύγιο, που θεωρούν ότι είναι κοντά (ακόμη και το πλησίασμα αυτού του στόχου) δεν είναι χωρίς σημασία, για τους δανειστές. Είναι, όντως, μεγάλος και άκρως, σημαντικός στόχος, διότι :
α) Σηματοδοτεί την παύση δανεισμού της ελληνικής οικονομίας, για κάλυψη εσωτερικών αναγκών. Έτσι, ο δανεισμός του ελληνικού κράτους θα γίνεται, μόνο, για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του, για την αναχρηματοδότηση του χρέους του.
β) Ανοίγει την πόρτα, για την εκκίνηση της επιστροφής των δανεικών, που δίδονται, στα πλαίσια των Μνημονίων, από τους δανειστές, αφού, σύμφωνα, με όσα έχουν συμφωνηθεί στο 2ο Μνημόνιο, το πλεόνασμα αυτό, μέχρι το ύψος του 1,5% του ΑΕΠ, θα πηγαίνει, για την κάλυψη των δανείων, που έχουν δοθεί στο ελληνικό δημόσιο και από εκεί και πέρα, το όποιο ποσόν υπερβαίνει το ύψος του ποσοστού αυτού, θα πηγαίνει, κατά 30%, για την πληρωμή του χρέους, ενώ το υπόλοιπο 70% του υπερβάλλοντος το 1,5% του ΑΕΠ, πρωτογενούς πλεονάσματος του κρατικού προϋπολογισμού, θα κατευθύνεται, σε αναπτυξιακούς σκοπούς. (Από όλα αυτά, γίνεται αντιληπτό το μέγεθος της μυνχαουζενικής παραμυθολογίας, στην οποία επιδόθηκε ο Αντώνης Σαμαράς, πρόσφατα, στην ΔΕΘ, λέγοντας ότι το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα θα δοθεί, για την κάλυψη των αδικιών, που υπέστησαν οι συνταξιούχοι, οι ένστολοι και όσοι άλλοι είδαν τους μισθούς τους να μειώνονται. Κάτι τέτοιο, το οποίο παρακαλάει τους δανειστές να του το επιτρέψουν, απλούστατα, δεν πρόκειται να συμβεί).
γ) Ανοίγει, επίσης, μια χαραμάδα ελπίδας ότι, κάποια στιγμή, έστω και στο πολύ μακρινό μέλλον, οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές θα ανοίξουν την πόρτα του δανεισμού, για το ελληνικό κράτος.
Ας ξεκινήσουμε από το τελευταίο. Η επιστροφή της Ελλάδας, στις διεθνείς αγορές, για δανεισμό, δεν πρόκειται να συμβεί, όσο δεν διαγράφεται ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους. Αυτό έχει γίνει, πλέον, αποδεκτό από τους δανειστές, οι οποίοι έχουν, ήδη, αποφασίσει να προχωρήσουν, μετά την άνοιξη του 2014, σε 3ο Μνημόνιο και φαίνονται διατεθειμένοι να αποδεχθούν και ένα 4ο Μνημόνιο, εν όψει του γεγονότος ότι αντιλαμβάνονται πως οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, δεν πρόκειται να αναχρηματοδοτήσουν το ελληνικό δημόσιο χρέος, δανείζοντας την Ελλάδα, με ένα, έστω, υποφερτό επιτόκιο, αφού, σε κάθε περίπτωση, το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί, από την ελληνική οικονομία.
Ο σοσιαλνεοφιλελεύθερος Μιχάλης Γαργαλάκος συνεχίζει, ακάθεκτος την επίδειξη της αφελούς φαντασιοπληξίας, από την οποία διακατέχεται, αρθρογραφώντας, στην εφημερίδα "ΤΟ ΠΑΡΟΝ" της 15/9/2013 και περιγράφοντας, με γλαφυρό τρόπο, τα ανόητα σενάρια άσκησης θάρρους, τα οποία διαδίδει και στα οποία στηρίζεται η ετοιμόρροπη κυβέρνηση των στουρνοσαμαράδων και του μπουχέσα συγκυβερνήτη. Προφανώς, ο μυνχαουζενικός Μιχαλάκης δεν είχε πληροφορηθεί τα παρακάλια του Βαγγέλη Βενιζέλου, προς τον Jörg Asmussen, για "αναδιοργάνωση των αριθμών του ελλείμματος" του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού του 2013. Καλό είναι, λοιπόν, να απολαύσουμε τον χείμαρο των ανοησιών της γραφίδας του Μιχαλάκη., ο οποίος πήρε την ζωή του λάθος και συνεχίζει να την οδηγεί στο ίδιο μοτίβο, πολύ περισσότερο, τώρα, που αντιλαμβάνεται και βλέπει το λάθος αυτό...
Αυτήν την σκληρή πραγματικότητα είναι που θέλει να αποφύγει η κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου, η οποία επιθυμεί να κτίσει και να οχυρώσει την πολιτική της επιβίωση, με άξονα το τέλος της εποχής των Μνημονίων, από την άνοιξη του 2014. Ασφυκτιώντας, κάτω από την διαμορφωμένη πραγματικότητα, η κυβέρνηση των εντόπιων υποτακτικών των δανειστών παρακαλεί, για την βοήθεια των δανειστών, από τους οποίους ζητά να πείσουν τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές να δανείσουν την Ελλάδα και προφανώς, επιδιώκει όχι μόνο μια απλή αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, με περαιτέρω μείωση των επιτοκίων και με διεύρυνση του χρόνου αποπληρωμής του, πράγματα, τα οποία οι δανειστές είναι διατεθειμένοι να δώσουν, μετά τις σημερινές γερμανικές βουλευτικές εκλογές, αλλά και μια ευθεία διαγραφή ενός σημαντικού τμήματος του χρέους, προκειμένου να πεισθούν οι αγορές ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος μπορεί να χρηματοδοτηθεί. Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αποφύγει την υπογραφή ενός νέου Μνημόνιου, αφού οι αγορές ομολόγων δεν δανείζουν με μνημονιακούς όρους, αλλά μόνον με επιτόκια.
Βέβαια, στα πλαίσια της γερμανικής προεκλογικής εκστρατείας, που έληξε χθες, έχει ξεκαθαριστεί ότι η κυβέρνηση των Σαμαρά - Βενιζέλου δεν μπορεί να περιμένει οποιασδήποτε έκτασης διαγραφή του ελληνικού δημόσιου χρέους, γεγονός το οποίο αποκλείει, κάθε σκέψη, για σύντομη επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, για δανεισμό. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει οποιαδήποτε δυνατότητα, για δανεισμό της Ελλάδας, από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, όχι μόνο με ένα υποφερτό, αλλά, ακόμη και με ένα, απλώς, ακριβό επιτόκιο. Και αυτό το γεγονός είναι που καθιστά την θέση της κυβέρνησης τραγική.
Φυσικά, το ελληνικό δημόσιο θα μπορούσε να βγει για δανεισμό, στις αγορές, αλλά το επιτόκιο δανεισμού του, το οποίο, τώρα, κυμαίνεται, γύρω στο 10,6% είναι απαγορευτικό. Όχι γιατί δεν θα εύρισκε δανειστές. Πιθανότατα, δανειστές θα εύρισκε, αλλά το ελληνικό δημόσιο χρέος θα καθίστατο, ακόμη, περισσότερο ανεξέλεγκτο, από ό,τι είναι είναι σήμερα. Και φυσικά, αυτό το χρέος, εκφρασμένο στο ευρώ, δηλαδή στο σκληρό νόμισμα, το οποίο υιοθέτησε, αφρόνως, η χώρα μας, το 2002 (αντικαθιστώντας την μαλακή δραχμή, στην οποία ήταν εκφρασμένο το 85%, περίπου του συνολικού ελληνικού δημόσιου χρέους, το οποίο και τότε, υπερέβαινε το 100% του ελληνικού ΑΕΠ) δεν θα μπορεί να εξυπηρετηθεί. Η χώρα θα παραμείνει χρεωκοπημένη, ούτως ή άλλως και σύντομα, δεν θα μπορεί να βρει ούτε και τυχοδιώκτες διατεθειμένους να την δανείσουν.
[Καλό είναι να θυμίσω, εδώ, την τεράστια, την ανυπολόγιστη ζημιά, που έκανε στην Ελλάδα η ένταξή της στην ευρωζώνη, δηλαδή, σε μια ζώνη σκληρού νομίσματος, χάνοντας την δυνατότητά της να ασκήσει δική της νομισματική πολιτική και αντίστοιχη πολιτική διαχείρισης του δημόσιου χρέους της, φέρνοντας τα αντίστοιχα παραδείγματα χωρών, που κράτησαν το τοπικό τους νόμισμα. Έτσι η Τουρκία, η οποία έχει την δική της λίρα, ως νόμισμα, αντιμετωπίζει, στα 10ετή κρατικά ομόλογα, διεθνή επιτόκια δανεισμού της τάξης του 8,9%, ήτοι 681,3 μονάδες βάσης και δεν χρεωκοπεί, ενώ η Ελλάδα χρεωκόπησε, τον Απρίλιο του 2010, με 474 μονάδες βάσης. Επίσης, η Ρωσία, με επιτόκια δανεισμού, της τάξης του 7,1% και 521,3 μ.β., δεν έχει χρεωκοπήσει. Ομοίως, η Νότια Αφρική, με επιτόκια δανεισμού, 7,6% και 559,8 μ.β., δεν έχει χρεωκοπήσει. Όπως δεν χρεωκόπησαν, ούτε η Βραζιλία, με επιτόκια δανεισμού 11,6% και 949,3 μ.β., ούτε η Ινδία, με επιτόκια δανεισμού 8,6% και 662,9 μ.β. και ένα πλήθος άλλες χώρες, οι οποίες διατήρησαν τα τοπικά τους νομίσματα και τους μηχανισμούς της εσωτερικής τους χρηματοδότησης, μέσω των νομισμάτων τους, απευθυνόμενες στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, μόνο, για ένα μικρό και ελεγχόμενο κλάσμα των πιστωτικών αναγκών τους].
Αλλά, για να συμβούν, κατ' αρχήν, τα (α) και (β), δηλαδή η παύση του δανεισμού του ελληνικού δημοσίου και της ελληνικής οικονομίας, για τις εσωτερικές τους ανάγκες και η, έστω και στο μακρινό μέλλον, επιστροφή του ελληνικού δημοσίου, στις διεθνείς αγορές, για δανεισμό, υπάρχει μια απαραίτητη προϋπόθεση, η οποία δεν είναι, καθόλου, δεδομένη.
Η προϋπόθεση αυτή είναι ότι η επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος στον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό θα είναι, περίπου, διαρκής, χρονικά και μεγάλη ποσοτικά. Έχω γράψει ότι κάτι τέτοιο απαιτεί ένα σταθερό πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 7%, έως 8%, κάθε έτος, για μία 20ετία. Αυτό, φυσικά, θα είναι παγκόσμιο ρεκόρ, κάτι το οποίο η ελληνική οικονομία, δεν το αντέχει να το υλοποιήσει και δεν το μπορεί.
Αφήνοντας στην άκρη την επίτευξη ενός τέτοιου άπιαστου στόχου, οι ευρωζωνίτες δανειστές θα πρέπει να επιτύχουν, κάτι, το οποίο είναι πολύ λιγότερο φιλόδοξο και το οποίο - στα μάτια τους - φαίνεται πραγματοποιήσιμο. Δηλαδή, θα πρέπει να επιτύχουν την διατηρησιμότητα του πρωτογενούς πλεονάσματος, στους ετήσιους κρατικούς προϋπολογισμούς, για πάρα πολλα χρόνια, για πολλές δεκαετίες (με δεδομένο ότι δεν πρόκειται να αποδεχθούν κούρεμα του ελληνικού δημόσιου χρέους), λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 7% και του 8% του ελληνικού ΑΕΠ, τα οποία να μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν τα δάνεια, που έχει λάβει και θα λάβει, στο μέλλον, το ελληνικό δημόσιο και να μειώσουν, μακροπρόθεσμα, το ύψος του χρέους του ελληνικού κράτους.
Κάτι τέτοιο, όμως, είναι πολύ μακριά, από την παρούσα συζήτηση, παρά το γεγονός ότι οι δανειστές το θέτουν στο τραπέζι των συζητήσεων (αφού, εδώ, ακόμη, δεν έχει επιτευχθεί κάν ένα πρώτο, έστω και ισχνό πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ η παρούσα κυβέρνηση ομιλεί, παρασκηνιακά, για το ... κωλομπάρεμα των μακροοικονομικών μεγεθών, προκειμένου να παρουσιαστεί, δημόσια, ένα κάποιο εικονικό πλεόνασμα) και αποτελεί έναν, επίσης, εξαιρετικά, φιλόδοξο στόχο, ο οποίος φαίνεται να είναι - και είναι - και αυτός άπιαστος.
Μέσα από αυτήν την συλλογιστική, οι δανειστές δεν είναι διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν την υλοποίηση της επιτυχίας του προγράμματος, έτσι, όπως αυτοί προσεγγίζουν τον ορισμό αυτής της επιτυχίας, δηλαδή της πραγματοποίησης ενός πρωτογενούς πλεονάσματος στον κρατικό προϋπολογισμό, ένας στόχος, που, στα μάτια τους, είναι πολύ κοντά και ο οποίος πρέπει να αποκτήσει μια σταθερή διατηρησιμότητα, για πάρα πολλά χρόνια. Και για την απόκτηση αυτής της διατηρησιμότητας του πρωτογενούς πλεονάσματος, οι δανειστές σκοπεύουν να κάνουν τα πάντα, χωρίς να τους ενδιαφέρει, τόσο πολύ, το, εάν η εμφάνιση αυτού του πλεονάσματος δεν προκύψει, τώρα, ή, εάν έλθει το 2014, ή, έστω και αργότερα, το 2015. (Κάτι που ενδιαφέρει, όμως, τους εντόπιους υποτακτικούς τους).
Όλα τα άλλα, τα θεωρούν δευτερεύοντα, αφού αυτό, που τους ενδιαφέρει, είναι η έναρξη, το συντομότερο δυνατό και η οργάνωση, σε μόνιμη βάση, της επιστροφής των δανεικών, πίσω. Και φυσικά, δεν είναι, στις πρώτες προτεραιότητές τους, η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας, σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, στο μέτρο, που αυτό μπορεί να επιτευχθεί, με δανεικό χρήμα.
Έτσι, η οργάνωση της επιστροφής των δανεικών σημαίνει ότι αυτό, που προέχει, είναι η ετήσια επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων, στους ελληνικούς κρατικούς προϋπολογισμούς, ασχέτως, εάν αυτό γίνεται και θα γίνεται, στα πλαίσια μιας οικονομίας, που φθίνει. Από την έναρξη της κρίσης, άλωστε, η μπατιροτραπεζοκρατία της Ε.Κ.Τ. είχε, ρητά, διατυπώσει την άποψη, η οποία ήταν και διαπίστωση των οργάνων της Κεντρικής Τράπεζας, ότι η Ελλάδα θα υποχρεωθεί, για δεκαετίες, να ζει, με μια οικονομία, η οποία θα λειτουργεί, πολύ κάτω, από τις παραγωγικές της δυνατότητες, αφού θα πρέπει να επιστρέψει τα δανεικά και αφού δεν θα την δανείζει κανείς, με αποτέλεσμα να μην δύναται να αναχρηματοδοτήσει το δημόσιο χρέος της.
Αυτό είναι το διακύβευμα της επικείμενης συζήτησης, για το νέο - το 3ο - Μνημόνιο, που βρίσκεται, επί θύραις και τα προκαταρκτικά της έχουν τεθεί, πριν από την έναρξη της νέας επιθεώρησης της ελληνικής οικονομίας, από την τρόϊκα των εκπροσώπων των δανειστών, που αρχίζει σήμερα και θα κλιμακωθεί το επόμενο χρονικό διάστημα.
Η κατάσταση είναι τόσο κρίσιμη και αβέβαιη, που οι δανειστές, όσο και αν προσπαθούν να στηρίξουν την ετοιμόρροπη κυβέρνηση των στουρνοσαμαράδων και του συγκυβερνήτη μπουχέσα Βαγγέλη, δεν έχουν πολλά περιθώρια, για παραχωρήσεις, αφού γνωρίζουν, πολύ καλά, ότι, εάν δεχθούν την αναβολή της επίτευξης του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος, τώρα, λόγω της πολιτικής συγκυρίας, θα πιεσθούν και στο μέλλον, για κάτι ανάλογο, με αποτέλεσμα ο στόχος να μην επιτευχθεί και έτσι, να συνεχισθεί, χωρίς ορατό τέλος, η δανειστική χρηματοδότηση της Ελλάδας, για την κάλυψη των εσωτερικών της αναγκών, γεγονός το οποίο θα συνεχίσει να φουσκώνει το ελληνικό δημόσιο χρέος και φυσικά, θα αποδιοργανώσει τον μηχανισμό επιστροφής των δανεικών, τα οποία και αυτά θα διογκωθούν.
Πολιτική στήριξη, η οποία να στηρίζεται, σε καλά λόγια, οι δανειστές είναι διατεθειμένοι να παράσχουν στην κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου, χωρίς φειδώ, αλλά, μέχρι εκεί. Το κάνουν, άλλωστε, όλον αυτόν τον καιρό, χωρίς να αφήνουν τους υποτακτικούς τους να τρέφουν φρούδες ελπίδες, όμως, οι πολιτικές ισορροπίες στην Ελλάδα είναι, πλέον, τέτοιες, που η κυβέρνηση αυτή δείχνει ότι έχει εξαντλήσει όλο το πολιτικό της κεφάλαιο, γεγονός το οποίο κατέστη ορατό, με την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ, από αυτήν, τον περασμένο Ιούνιο. Το μόνο, που έχει απομείνει, πλέον, στην κυβέρνηση, είναι ο χρόνος, τον οποίον προσπαθεί να εκμεταλλευθεί, στηριζόμενη στην ισχνή κοινοβουλευτική της πλειοψηφία και σε περιστασιακές, ή μονιμότερου χαρακτήρα, βοήθειες, από την ΔΗΜΑΡ και κάποιους ανεξάρτητους βουλευτές.
Μέσα στα πλαίσια αυτά, γίνονται όλες οι απελπισμένες προσπάθειες, για την επικοινωνιακή υποστήριξη του παρόντος κυβερνητικού σχήματος, από το σύνολο, σχεδόν, των ΜΜΕ, των εταιριών δημοσκοπήσεων και της ευρύτερης οικονομικής ελίτ, αλλά όλα αυτά έχουν αποτύχει, παταγωδώς. Ακόμη και η πρόσφατη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, από μια συμμορία της "Χρυσής Αυγής" και η επικοινωνιακή καταιγίδα, που έχει ακολουθήσει, προκειμένου να πεισθούν οι ψηφοφόροι του κόμματος αυτού (αυτοί του 2012 και οι, εν δυνάμει) να ψηφίσουν Ν.Δ., ή, έστω, κάποιο από τα κόμματα του λεγόμενου συνταγματικού τόξου, καταρρέει, αφού η "Χρυσή Αυγή" επιδεικνύει αντοχές και κρατάει τους ψηφοφόρους της, πέρα από κάποιες διακυμάνσεις, οι οποίες οφείλονται στο σοκ της δολοφονίας, ενώ την "νύφη" την πληρώνουν τα κυβερνητικά κόμματα, πρωτίστως, η Ν.Δ. (η οποία καταδικάζεται από το συντηρητικό πολιτικό ακροατήριο, για τις πραγματοποιούμενες και τις διαφαινόμενες διώξεις, που ξεκίνησε και φαίνεται ότι θα ξεκινήσει, κατά του εθνικιστικού και ναζιστικού αυτού πολιτικού κόμματος και κατά των μελών και των οπαδών του), αλλά και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο χρεώνεται, επίσης, αυτές τις διώξεις και το γενικό κλίμα, που έχει διαμορφωθεί, με την συμμετοχή του στην κυβέρνηση.
Έτσι, οι δανειστές δεν μπορούν να ελπίζουν στην παρούσα κυβέρνηση και δεν μπορούν να στηριχθούν, σε αυτήν και στις όποιες εγγυήσεις της, για την εφαρμογή του νέου Μνημόνιου, που σχεδιάζουν. Η κυβέρνηση αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις, που θα καταστήσουν σοβαρές τις όποιες δεσμεύσεις της, όπως συνέβη πέρυσι, κατά την διαδικασία αναθεώρησης του δεύτερου Μνημόνιου.
Για τον λόγο αυτόν, οι δανειστές στρέφονται, προς τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, των οποίων την ενυπόγραφη στήριξη, στο εφαρμοζόμενο πρόγραμμα, δεν επέμειναν να πάρουν, πέρυσι και οι οποίοι, άλλωστε, τους είχαν κόψει τον βήχα.
Τώρα, τα πράγματα είναι, εντελώς, διαφορετικά. Η παρούσα κυβέρνηση είναι ορατό ότι δεν έχει τις προοπτικές, που, αμέσως, μετά τις βουλευτικές εκλογές της 17/6/2012, φαινόταν ότι είχε. Έχει χάσει την ευρύτητα της πολιτικής και της κοινωνικής της στήριξης, με αποτέλεσμα να είναι, εκ των πραγμάτων, αναξιόπιστη, για μακροχρόνιες δεσμεύσεις και εγγυήσεις.
Ως εκ τούτου ο Αλέξης Τσίπρας και ο χώρος τον οποίον εκπροσωπεί, είναι, απολύτως, απαραίτητος, στους δανειστές. Και γι' αυτό, τώρα, οι δανειστές ζητούν, δημόσια, την στήριξη του εφαρμοζόμενου προγράμματος από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως έπραξε ο Γεργκ Άσμουσεν. Φαίνεται, όμως, ότι δεν σκοπεύουν να παραμείνουν, στις απλές δημόσιες εκκλήσεις, οι οποίες, άλλωστε, απορρίπτονται, από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το πρόγραμμα, το οποίο εφαρμόζουν είναι τέτοιο, που δεν μπορεί να διακοπεί, έστω και για λίγο (εάν ο ΣΥΡΙΖΑ, κάποια στιγμή, έλθει στην εξουσία) και να επαναρχίσει, αργότερα (όταν θα απομακρυνθεί από αυτήν, ακόμη και αν η απομάκρυνση του ΣΥΡΙΖΑ από την κυβέρνηση γίνει γρήγορα).
Γι' αυτό και οι δανειστές φαίνεται ότι προσανατολίζονται να ζητήσουν την υπογραφή εγγυήσεων, εκ μέρους του Αλέξη Τσίπρα, ως προϋπόθεση, για την κατάρτιση του επερχόμενου 3ου Μνημονίου, προκειμένου να διασφαλίσουν την μακρόχρονη βιωσιμότητα της εφαρμογής του.
Προφανώς, αυτό θα έχει τεθεί στο παρασκήνιο και στον ίδιο τον αρχηγό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γι' αυτό και η επιμονή του Γεργκ Άσμουσεν να τον δει και τον περασμένο Αύγουστο, που ο κεντροτραπεζίτης της Ε.Κ.Τ. ήταν στην Αθήνα (και άκουγε τα απίστευτα αποφθέγματα, περί "αναδιοργάνωσης των αριθμών του ελλείμματος", από τον Βενιζέλο) και αυτές τις ημέρες, που ο Τσίπρας ήταν στην Γερμανία. Και φυσικά, αυτή την απαίτηση των δανειστών, για συνυπογραφή του ιδίου του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο κείμενο του νέου Μνημονίου, ή, με μια επιστολή του, προς τους δανειστές, με την οποία θα εγγυάται και ο ίδιος ο Τσίπρας, την εφαρμογή του προγράμματος, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναλάβει κυβερνητικά καθήκοντα, θα τέθηκε, είτε, ως ενδεχόμενο, είτε, ως ειλημμένη απόφαση, κατά την συνάντηση αυτή.
Διάφορες πηγές, που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ και κάνουν λόγο, για την έκφραση μιας τέτοιας απαίτησης, λένε, επίσης, ότι το αίτημα αυτό των δανειστών απερρίφθη. Όπως, επίσης λένε ότι το αίτημα αυτό θα απορριφθεί και πάλι, εάν επανατεθεί.
Και φυσικά, αυτό δεν πρέπει να είναι ψέμα. Λογικό ήταν να απορριφθεί, παρά το γεγονός ότι η συζήτηση προχώρησε, παρακάτω και ο Αλέξης Τσίπρας έθεσε στην ευρωμπατιροτραπεζοκρατία, που εκπροσωπείτο από τον Γεργκ Άσμουσεν, το θέμα της διαγραφής ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού δημόσιου χρέους, στα γερμανικά πρότυπα του 1953.
Αλλά το γεγονός ότι, τώρα, το αίτημα, που έθεσαν οι δανειστές, περί της ενυπόγραφης εγγύησης της εφαρμογής του νέου Μνημονίου, απερρίφθη από τον Αλέξη Τσίπρα, δεν σημαίνει ότι δεν θα ξανατεθεί, από τους δανειστές, είτε, ως απλό αίτημα, είτε, ως απαίτηση και προϋπόθεση, για την υπογραφή του νέου Μνημονίου. Κάθε άλλο.
Βέβαια, οι ενδιαφερόμενες πλευρές δεν έχουν δείξει όλα τα χαρτιά τους στο τραπέζι και δεν έχουν αποκαλύψει, όπως είναι φυσικό, άλλωστε, τις πραγματικές τους προθέσεις και επιδιώξεις. Έτσι και οι δανειστές είναι πιθανό να μην έχουν καταλήξει, ως προς το τί θα πράξουν.
Όμως, το ενδεχόμενο να απαιτήσουν οι δανειστές , ως προαπαιτούμενο, για την υπογραφή του νέου Μνημονίου, την, με κάποιο πρόσφορο τρόπο, ενυπόγραφη (ή άλλη; Και αν ναι, ποιά άλλη, μη ενυπόγραφη, θα μπορούσε να είναι δεσμευτική και εξασφαλιστική των συμφερόντων των δανειστών;) εγγύηση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης παραμένει στο τραπέζι και είναι σφοδρότατα πιθανό.
Όπως και σφοδρότατα πιθανή είναι και η άρνηση του Αλέξη Τσίπρα να παράσχει οποιαδήποτε εγγύηση, για την εφαρμογή του προγράμματος.
Αυτό, φυσικά, σημαίνει ότι οι εξελίξεις, που θα ακολουθήσουν και οι οποίες θα επηρεασθούν και από τις σημερινές γερμανικές εκλογές, για την Ομοσπονδιακή Βουλή, θα είναι, άκρως, σημαντικές και πιθανόν, να κρύβουν εκπλήξεις.
Ούτως, ή άλλως, λοιπόν, θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι...
Σχόλια
Αρα ειναι μνημονιακος....
Τέλος πάντων, θα δείξει, εάν και όταν κληθούν να εφαρμόσουν κυβερνητική πολιτική.
Κάτι που δεν νομίζω ότι το επιθυμούν. Ούτε και βιάζονται, για να το πραγματοποιήσουν...